ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
RAZIS & ANOTHER ν. REPUBLIC (1979) 3 CLR 127
MATSAS ν. REPUBLIC (1985) 3 CLR 54
CONSTANTINIDES ν. REPUBLIC (1986) 3 CLR 822
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
(1997) 4 ΑΑΔ 2110
11 Σεπτεμβρίου, 1997
[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΝΔΡΕΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ,
Καθ' ου η αίτηση.
(Υποθέσεις Αρ. 761/93, 762/93, 763/93)
Λέξεις και Φράσεις — Μόνιμη εγκατάσταση — Άρθρο 5, εδ. 3 τον περί Φορολογίας Εισοδήματος Νόμου Αρ. 58/61 — Η εν γένει ερμηνεία τον όρου μόνιμη εγκατάσταση από τη νομολογία —Διάκριση της μόνιμης εγκατάστασης από τη συνήθη διαμονή — Μόνο μία μόνιμη εγκατάσταση σε ένα τόπο είναι νοητή.
Φορολογία — Φορολογία εισοδήματος — Η απαλλαγή από τη φορολογία Κυπρίων εγκατεστημένων στο εξωτερικό — Δεν στοιχειοθετήθηκε στην κριθείσα περίπτωση — Περιστάσεις.
Φορολογία — Αποφυγή διπλής φορολογίας — Άρθρο 5 του προτύπου της Συμφωνίας για την αποφυγή διπλής φορολογίας — Αναφέρεται σε Επιχειρήσεις και δεν εφαρμόζεται επί φυσικών προσώπων.
Ο αιτητής προσέβαλε τη φορολογία που του επεβλήθη ως προς εισοδήματα που απέκτησε εκτός Κύπρου.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Το ερώτημα τι αποτελεί "μόνιμη εγκατάσταση" εξετάστηκε σε αρκετές αποφάσεις από το Ανώτατο Δικαστήριο.
Η "συνήθης διαμονή" δεν μπορεί να είναι ταυτόσημη με τη "μόνιμη εγκατάσταση" που εξυπακούει την ύπαρξη του στοιχείου της μονιμότητας.
2. Το ερώτημα αν ένα πρόσωπο για φορολογικούς σκοπούς είναι μόνιμα εγκατεστημένο στο εξωτερικό πρέπει να εξετάζεται μέσα στο σύνολο των πραγματικών στοιχείων που συνθέτουν όλα τα περιστατικά της υπόθεσης.
Στην παρούσα περίπτωση τα τρία παιδιά του αιτητή διέμεναν στην Κύπρο, σε ιδιόκτητη οικία του αιτητή μαζί με τους γονείς του αιτητή και φοιτούσαν σε Δημοτικά σχολεία και Γυμνάσια στην Κύπρο. Ο αιτητής είχε εγγράψει δύο εταιρείες στην Κύπρο οι οποίες του κατέβαλλαν μισθούς για τις υπηρεσίες που τους προσέφερε ενώ ταυτόχρονα ήταν (σύμφωνα με δήλωση του Λογιστή-Ελεγκτή του) ιδιοκτήτης ακίνητης περιουσίας στις Πάνω Πλάτρες, Αρόδες και Πέρα Ορεινής. Ο αιτητής συνεισέφερε στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων από το οποίο έπαιρνε σύνταξη. Ο αιτητής επισκεπτόταν συχνά την Κύπρο και σε κάθε επίσκεψη του παρέμεινε στο νησί για χρονικά διαστήματα τουλάχιστον 30 ημερών κατά μέσο όρο.
Ένα βασικό στοιχείο που δεν μπορεί να παραγνωριστεί είναι η έγγραφη δήλωση που έγινε εκ μέρους του λογιστή/ελεγκτή του αιτητή ημερομηνίας 18/6/1971, ότι από το 1966 είχε εγκατασταθεί μόνιμα στην Κύπρο. Δεν έχει προσφερθεί οποιαδήποτε μαρτυρία εκ μέρους του αιτητή που να ανατρέπει την από τότε μόνιμη εγκατάσταση του στην Κύπρο ούτε και έχει αμφισβητηθεί η εγκυρότητα της δήλωσης.
Όλα τα πιο πάνω στοιχεία δεν μπορούν παρά να θεωρηθούν ότι είναι άμεσα συνδεδεμένα με την εικόνα της μόνιμης εγκατάστασης και το Δικαστήριο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η απόφαση του Εφόρου Φόρου Εισοδήματος ήταν εύλογα επιτρεπτή.
3. Έχει υποβληθεί επίσης εκ μέρους του αιτητή ότι ο τελευταίος θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι "είχε τη συνήθη διαμονή του, δηλαδή την μόνιμη κατοικία του σε δύο μέρη", δηλαδή στην Κύπρο και Σαουδική Αραβία.
Το θέμα στην παρούσα περίπτωση δεν είναι η "συνήθης διαμονή" αλλά η "μόνιμη εγκατάσταση", που δεν επιδέχεται περισσότερες από μια εκλογές. Ανεξάρτητα από τα πιο πάνω το Δικαστήριο δε θα μπορούσε να εκφύγει από τις κατευθυντήριες ακυρωτικές γραμμές του Άρθρου 146 του Συντάγματος και να καταλήξει σε αποφάσεις πάνω σε θέματα που εμπίπτουν μέσα στη διακριτική σφαίρα της Διοίκησης.
4. Αναφορικά με τον ισχυρισμό του ότι οι λέξεις "μόνιμη εγκατάσταση" όπως αυτές αναφέρονται στο Άρθρο 5 του Πρότυπου της Συμφωνίας για την Αποφυγή Διπλής Φορολογίας εξυπακούουν "μια σταθερή βάση δραστηριοτήτων από όπου διεξάγει όλες ή μερικές από τις δραστηριότητες της επιχείρησης", γίνεται αποδεκτή η εισήγηση των καθ' ων η αίτηση ότι ο πιο πάνω Νόμος αναφέρεται σε "επιχειρήσεις" και όχι σε "φυσικά πρόσωπα" και δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής στην παρούσα περίπτωση.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Razis a.o. v. Republic (1979) 3 C.L.R. 127,
Matsas v. Republic (1985) 3 C.L.R. 54,
Constantinides v. Republic (1986) 3 C.L.R. 822,
Ioannou v. Republic (1986) 3 C.L.R. 1263,
Michael v. Republic (1986) 3 C.L.R. 2067,
Re Gape Deed., Verey v. Gape [1952] 1 Ch. 743,
Akbarali v. Brent London Borough Council a.o. [1983] A.C. 309,
Λύρας ν. Δημοκρατίας (1989) 3(B) Α.Α.Δ. 496.
Προσφυγή.
Προσφυγή με την οποίοι προσβάλλεται η απόφαση του Εφόρου Φόρου εισοδήματος με την οποία έκρινε ότι ο αιτητής δεν ήταν Κύπριος εγκατεστημένος εκτός Κύπρου και ζήτησε την καταβολή ποσοστού 10% επί των εμβασμάτων που είχε κάνει στην Κύπρο.
Καρροτσάκη για Σταυράκη και Ευαγγέλου, για τον Αιτητή.
Θ. Μαυρομουστάκη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Καθ' ου η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.:
α) Τα γεγονότα
Το βασικό ερώτημα που εγείρεται στην παρούσα προσφυγή είναι κατά πόσο κατά τον ουσιώδη χρόνο ο αιτητής μπορούσε να θεωρηθεί ως "Κύπριος εγκατεστημένος εκτός Δημοκρατίας" μέσα στα πλαίσια του άρθρου 5 του εδαφίου 3 του Περί Φορολογίας Εισοδήματος Νόμου Αρ. 58/61 όπως έχει τροποποιηθεί. Σε μια τέτοια περίπτωση τα εισοδήματα του αιτητή που αποκτήθηκαν εκτός Κύπρου και εμβάστηκαν στην Κύπρο δεν έπρεπε να υπόκεινται σε φορολογία. Όμως ο Έφορος Φόρου Εισοδήματος έκρινε ότι ο αιτητής δεν ήταν Κύπριος εγκατεστημένος εκτός Κύπρου και με επιστολή του ημερομηνίας 15/7/1993 ζήτησε την καταβολή ποσοστού 10% επί των εμβασμάτων που είχε κάνει στην Κύπρο, ήτοι,
(α) 504,20σ ως Φόρο Εισοδήματος για τα χρόνια 1976-1985 και 1985-1991,
(β) 30.94σ ως Έκτακτη Εισφορά για τα χρόνια 1988-1991,
(γ)47,82σ ως Έκτακτη Εισφορά για την Άμυνα για τα χρόνια 1986-1991.
Είναι η θέση του αιτητή ότι,
(α) Με βάση τα στοιχεία που είχε ενώπιον του ο Έφορος Φόρου Εισοδήματος λανθασμένα απεφάσισε ότι ο αιτητής ήταν μόνιμα εγκατεστημένος στην Κύπρο,
(β) Διαζευκτικά ο αιτητής θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι είχε ταυτόχρονα με τη διαμονή του στην Κύπρο και διαμονή στη Σαουδική Αραβία, (οπόταν και πάλιν θα έπρεπε να απαλλαγεί φορολογικών υποχρεώσεων), και
(γ) Οι λέξεις "μόνιμη εγκατάσταση" στο Διεθνές Φορολογικό Δίκαιο, ειδικότερα δε σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 5 του Πρότυπου της Συμφωνίας για την Αποφυγή Διπλής Φορολογίας (Double Taxation Convention on Income and Capital) εξυπακούουν "μια σταθερή βάση δραστηριοτήτων από όπου διεξάγονται όλες ή μερικές από τις δραστηριότητες της επιχείρησης". Έτσι ο αιτητής που διέμενε στη Σαουδική Αραβία, όπου είχε τη βάση των επαγγελματικών και οικονομικών του δραστηριοτήτων, έπρεπε να θεωρείται ως Κύπριος εγκατεστημένος στο εξωτερικό.
Είναι η θέση των καθ' ων η αίτηση ότι η απόφαση του Εφόρου Φόρου Εισοδήματος,
(α) Ήταν εύλογα επιτρεπτή σύμφωνα με τα στοιχεία τα οποία είχε ενώπιον του,
(β) Ο αιτητής, με βάσει τα στοιχεία που υπήρχαν στην κατοχή της Διοίκησης δικαιολογημένα βρέθηκε ότι ήταν μόνιμα εγκατεστημένος στην Κύπρο,
(γ) Το άρθρο 5 του Προτύπου της Συμφωνίας για την Αποφυγή Διπλής Φορολογίας δεν μπορεί να εφαρμοσθεί στην παρούσα περίπτωση, αφού ο πιο πάνω Νόμος αναφέρεται σε "επιχειρήσεις" και όχι "φυσικά πρόσωπα".
Τα πραγματικά γεγονότα, όπως προκύπτουν από τις αγορεύσεις των δικηγόρων των δύο πλευρών και από το περιεχόμενο του σχετικού φακέλου του αιτητή που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην εξέταση του ερωτήματος αν η απόφαση του Εφόρου Φόρου Εισοδήματος ήταν εύλογα επιτρεπτή, είναι περιληπτικά τα πιο κάτω.
Ο αιτητής γεννήθηκε στις 10/12/1924 στην Αίγυπτο από Κυπρίους γονείς που ήταν μόνιμα εγκατεστημένοι στην Αίγυπτο και αφού μεγάλωσε στην Αίγυπτο, σπούδασε στο Salisbury-College City and Guilds της Ροδεσίας ως "Electronics engineer" για τρία χρόνια κατά τη διάρκεια της θητείας του στη Βρεττανική Αεροπορία. Το 1947 εγκαταστάθηκε στη Σαουδική Αραβία όπου δημιούργησε εταιρεία με ένα Σαουδάραβα για αγορά, προμήθεια και διάθεση ηλεκτρικών ειδών, τοποθέτηση και εγκατάσταση ηλεκτρικών, ραδιοφωνικών και αργότερα ηλεκτρονικών συστημάτων (όπως π.χ. συστήματα "ραντάρ" σε αεροδρόμια). Το 1952 παντρεύτηκε με Κυπρία από Κυπρίους γονείς, που ήταν μόνιμα εγκατεστημένοι στη Σαουδική Αραβία. Από το γάμο του ο αιτητής απέκτησε τρία παιδιά. Επειδή ήθελε να μορφώσει τα παιδιά με την Ελληνική παιδεία, τα έστειλε στην Κύπρο όπου διέμεναν σε σπίτι που είχε ανεγείρει ο ίδιος με εμβάσματα από τη Σαουδική Αραβία. Στο σπίτι αυτό διέμεναν και οι γονείς του, που εν τω μεταξύ είχαν εκδιωχθεί από την Αίγυπτο.
Το 1963 απεφάσισε να εγκατασταθεί μόνιμα στην Κύπρο αφού έλαβε σοβαρά υπόψη τα διάφορα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι αλλοδαποί στις Αραβικές χώρες και προς τούτο πώλησε το συμφέρον του στο συνέταιρο του για £160.000,00. Έτσι από το 1966, σύμφωνα με το περιεχόμενο επιστολής του ελεγκτή του ημερομηνίας 18/6/1971 (Παράρτημα Ε στην Ένσταση) εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Κύπρο. Ο αιτητής επισκέφθηκε για πρώτη φορά την Κύπρο το 1958 και ακολούθως ερχόταν τρεις με τέσσερις φορές το χρόνο για να βλέπει τα παιδιά του ή για διακοπές. Σύμφωνα με στοιχεία που παρουσίασε ο ίδιος η παρομονή του στην Κύπρο για τα χρόνια 1977 μέχρι 1988 ήταν η ακόλουθη:
Χρόνος |
Διάρκεια παρανομής στην Κύπρο |
1977 |
31 ημέρες |
1978 |
37 ημέρες |
1979 |
82 ημέρες |
1980 |
77 ημέρες |
1981 |
79 ημέρες |
1982 |
121 ημέρες |
1983 |
189 ημέρες |
1984 |
149 ημέρες |
1985 |
178 ημέρες |
1986 |
161 ημέρες |
1987 |
116 ημέρες |
1988 |
115 ημέρες |
Από άλλα στοιχεία που είχαν δοθεί φαίνεται ότι από το 1980 μέχρι το 1991 είχε επισκεφθεί την Κύπρο 51 φορές, για μια συνολική περίοδο 1,542 ημερών, με μέσο όρο 30 ημέρες για κάθε επίσκεψη.
Ο αιτητής είχε δύο εταιρείες στην Κύπρο τις (α) Ακίνητα Α. Ανδρέου Λτδ. και (β) Αγρέπαυλη Α. Λτδ. οι οποίες του κατέβαλλαν μισθούς για τις υπηρεσίες που τους προσέφερε. Αργότερα ενέγραψε και την εταιρεία Α. Ανδρέου (Επενδύσεις) Λτδ..
Από το 1976 μέχρι το 1991 ο αιτητής είχε εμβάσει από το εξωτερικό τα πιο κάτω ποσά στην Κύπρο:
Χρόνος |
Έμβασμα |
1976 |
£3.613 |
1977 |
£25.833 |
1978 |
£33.918 |
1979 |
£24.560 |
1980 |
£55.180 |
1981 |
£70.312 |
1985 |
£157.258 |
1986 |
£49.898 |
1987 |
£55.519 |
1988 |
£44.885 |
1989 |
£109.003 |
1990 |
£187.912 |
1991 |
£80.463 |
Ο Έφορος Φόρου Εισοδήματος αποφάνθηκε ότι ο αιτητής ήταν μόνιμα εγκατεστημένος στην Κύπρο και αφού θεώρησε τα πιο πάνω εμβάσματα ως εισόδημα υπαγόμενο σε φόρο με ποσοστό 10%, του επέβαλε τις επίδικες φορολογίες αφού έλαβε υπόψη ότι:
(1) Ο αιτητής διέθετε ιδιόκτητη κατοικία στην Ακρόπολη, Λευκωσία,
(2) Τα παιδιά του είχαν φοιτήσει, τόσο σε Δημοτικά Σχολεία όσο και σε Σχολεία Μέσης Εκπαίδευσης στην Κύπρο,
(3) Είχε στην Κύπρο τρεις εταιρείες από τις οποίες έπαιρνε μισθό,
(4)Συνεισέφερε στο Γραφείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων και έπαιρνε σύνταξη,
(5) Ερχόταν στην Κύπρο κάθε χρόνο όπου παρέμενε για αρκετό χρονικό διάστημα.
(β) Μόνιμη Εγκατάσταση
Είναι η θέση του αιτητή ότι ήταν μόνιμα εγκατεστημένος στη Σαουδική Αραβία και θα έπρεπε όλα τα ποσά που έχει εμβάσει στην Κύπρο από το εξωτερικό να τύχουν απαλλαγής από την επιβολή φορολογίας.
Το ερώτημα τι αποτελεί "μόνιμη εγκατάσταση" εξετάστηκε σε αρκετές αποφάσεις από το Ανώτατο Δικαστήριο. (Ίδε Razis and Another v. The Republic (1979) 3 C.L.R. 127, Matsas v. The Republic (1985) 3 C.L.R. 54, Constantinides v. The Republic (1986) 3 C.L.R. 822, Ioannou v. The Republic (1986) 3 C.L.R. 1263, Michael v. The Republic (1986) 3 C.L.R. 2067.)
Στην υπόθεση Michael v. The Republic (πιο πάνω) όπου εξεταζόταν η εγκυρότητα της απόφασης του Υπουργείου Οικονομικών αν ο αιτητής ήταν μόνιμα εγκατεστημένος για μια συνεχή περίοδο δέκα χρόνων στην Κύπρο σε σχέση με απαλλαγή καταβολής δασμών για αυτοκίνητο που εισάχθηκε από το εξωτερικό, το Δικαστήριο είχε τονίσει μεταξύ άλλων ότι,
"Permanent establishment" is not synonymous to "residence". Residence alone is not sufficient. Permanent establishment indicates a quality of residence rather than its length. The duration of the residence, i.e. regular physical presence in a place, is only one of a number of relevant factors. An element of intention to reside and establish is required. Evidence of intention may be important where the period or periods of residence are such as to point to both directions. It is not possible for a person to be permanently settled in the Republic and in another country. The intention of permanently settling may be gathered from the conduct and action consistent with such settlement. Though permanent settlement cannot be assimilated to domicile, it is akin to it and pronouncements on domicile are very relevant and helpful."
Στην υπόθεση Re Gape Decd., Verey v. Gape [1952] 1 Ch. p. 743, είχε τονιστεί ότι,
"You cannot take up a permanent residence at any particular point of time, unless at the time you take up residence you intend that it should be permanent, that is, that you should go on living there for your natural days... The expression 'take up' suggests volition and intention and even more so does the word 'permanent', for it postulates a decision to live in a place for the rest of one's life, as opposed to living there temporarily or for a fixed period of time and no longer."
Έχει καταβληθεί μια προσπάθεια εκ μέρους του αιτητή στην έγγραφη του αγόρευση να υποδείξει ότι η μόνιμη εγκατάσταση (permanent residence) είναι ταυτόσημη με τη συνήθη διαμονή (ordinary residence). Προς τούτο έγινε επίκληση αποσπασμάτων από την απόφαση του Lord Scarman στην υπόθεση Akbarali ν. Brent London Borough Council and Others [1983] A.C. 309. Η πιο πάνω απόφαση πρέπει να εξεταστεί μέσα στα πλαίσια των δικών της περιστατικών που αναφέρονται σε αιτήσεις που είχαν υποβάλει ξένοι φοιτητές (που είχαν συμπληρώσει μια διαμονή πάνω από τρία χρόνια στην Αγγλία) για να τους χορηγηθεί μια οικονομική δωρεά (grant) για να συνεχίσουν τις σπουδές τους στην Αγγλία σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 5 του Education Act 1980. Το ερώτημα που εξετάστηκε ήταν κατά πόσο οι φοιτητές είχαν τη συνήθη διαμονή τους (ordinary residence) στην Αγγλία και όχι αν ήταν μόνιμα εγκατεστημένοι στη χώρα, αφού οι δυο όροι διαφέρουν μεταξύ τους.
Η "συνήθης διαμονή" δεν μπορεί να είναι ταυτόσημη με τη "μόνιμη εγκατάσταση" που εξυπακούει την ύπαρξη του στοιχείου της μονιμότητας. Όπως έχει λεχθεί στην υπόθεση Λύρα ν. Δημοκρατίας (1989) 3(B) Α.Α.Δ. 496,
"Η μόνιμη εγκατάσταση έχει δύο συστατικά: φυσική παρουσία και διαμονή ενός προσώπου σε ένα τόπο και πρόθεση εγκατάστασης μόνιμα. Η πρόθεση (animus) εξάγεται από τη συμπεριφορά του προσώπου, από τις πράξεις του, και από όλα τα περιστατικά που περιβάλλουν την κάθε υπόθεση. Η έκφραση "μόνιμη" περιλαμβάνει τη βούληση, πρόθεση και απόφαση ενός προσώπου να εγκατασταθεί μόνιμα σε ένα τόπο σε αντιδιαστολή με την προσωρινή ή για ορισμένη περίοδο διαμονή σε αυτό."
Το ερώτημα αν ένα πρόσωπο για φορολογικούς σκοπούς είναι μόνιμα εγκατεστημένο στο εξωτερικό πρέπει να εξετάζεται μέσα στο σύνολο των πραγματικών στοιχείων που συνθέτουν όλα τα περιστατικά της υπόθεσης.
Στην παρούσα περίπτωση τα τρία παιδιά του αιτητή διέμεναν στην Κύπρο, σε ιδιόκτητη οικία του αιτητή μαζί με τους γονείς του αιτητή και φοιτούσαν σε Δημοτικά σχολεία και Γυμνάσια στην Κύπρο. Ο αιτητής είχε εγγράψει δύο εταιρείες στην Κύπρο οι οποίες του κατέβαλλαν μισθούς για τις υπηρεσίες που τους προσέφερε ενώ ταυτόχρονα ήταν (σύμφωνα με δήλωση του Λογιστή-Ελεγκτή του) ιδιοκτήτης ακίνητης περιουσίας στις Πάνω Πλάτρες, Αρόδες και Πέρα Ορεινής. Ο αιτητής συνεισέφερε στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων από το οποίο έπαιρνε σύνταξη. Ο αιτητής επισκεπτόταν συχνά την Κύπρο και σε κάθε επίσκεψη του παρέμεινε στο νησί για χρονικά διαστήματα τουλάχιστον 30 ημερών κατά μέσο όρο.
Ένα βασικό στοιχείο που δεν μπορεί να παραγνωριστεί είναι η έγγραφη δήλωση που έγινε εκ μέρους του λογιστή/ελεγκτή του αιτητή ημερομηνίας 18/6/1971, ότι από το 1966 είχε εγκατασταθεί μόνιμα στην Κύπρο. Δεν έχει προσφερθεί οποιαδήποτε μαρτυρία εκ μέρους του αιτητή που να ανατρέπει την από τότε μόνιμη εγκατάσταση του στην Κύπρο ούτε και έχει αμφισβητηθεί η εγκυρότητα της δήλωσης.
Όλα τα πιο πάνω στοιχεία δεν μπορούν παρά να θεωρηθούν ότι είναι άμεσα συνδεδεμένα με την εικόνα της μόνιμης εγκατάστασης και δεν έχω οποιεσδήποτε αμφιβολίες να καταλήξω στο συμπέρασμα ότι η απόφαση του Εφόρου Φόρου Εισοδήματος ήταν εύλογα επιτρεπτή.
Έχει υποβληθεί επίσης εκ μέρους του αιτητή ότι ο τελευταίος θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι "είχε τη συνήθη διαμονή του, δηλαδή την μόνιμη κατοικία του σε δύο μέρη", δηλαδή στην Κύπρο και Σαουδική Αραβία.
Το θέμα που εξετάζεται στην παρούσα περίπτωση δεν είναι η "συνήθης διαμονή" αλλά η "μόνιμη εγκατάσταση", που δεν επιδέχεται περισσότερες από μια εκλογή. Όπως έχει λεχθεί στην υπόθεση Michael v. Republic (πιο πάνω), "It is not possible for a person to be permanently settled in the Republic and in another country."
Ανεξάρτητα από τα πιο πάνω το Δικαστήριο δε θα μπορούσε να εκφύγει από τις κατευθυντήριες ακυρωτικές γραμμές του Άρθρου 146 του Συντάγματος και να καταλήξει σε αποφάσεις πάνω σε θέματα που εμπίπτουν μέσα στη διακριτική σφαίρα της Διοίκησης.
Αναφορικά με τον ισχυρισμό του ότι οι λέξεις "μόνιμη εγκατάσταση" όπως αυτές αναφέρονται στο άρθρο 5 του Πρότυπου της Συμφωνίας για την Αποφυγή Διπλής Φορολογίας εξυπακούουν "μια σταθερή βάση δραστηριοτήτων από όπου διεξάγει όλες ή μερικές από τις δραστηριότητες της επιχείρησης", αποδέχομαι την εισήγηση των καθ' ων η αίτηση ότι ο πιο πάνω Νόμος αναφέρεται σε "επιχειρήσεις" και όχι σε "φυσικά πρόσωπα" και δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής στην παρούσα περίπτωση.
Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος του αιτητή. Η απόφαση του καθ' ου η αίτηση επικυρώνεται σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 146(4) του Συντάγματος.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.