ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 4 ΑΑΔ 1685
16 Ιουλίου, 1997
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ΚΙΜΩΝΑΣ ΕΥΡΙΠΙΔΟΥ,
2. ΦΑΙΔΩΝ ΘΕΟΔΟΥΛΟΥ,
3. ΒΑΣΟΣ ΧΡΙΣΤΟΦΙΔΗΣ,
4. ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΣΤΕΦΑΝΗ,
Αιτητές,
ν.
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΑΔΕΙΩΝ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 969/94)
Προσφυγή βάσει τον Άρθρου 146 του Συντάγματος — Έννομο συμφέρον — Εκπνοή της περιόδου ισχύος της επίδικης πράξης — Συνέχιση της δίκης εν όψει τυο ενδεχόμενου υπάρξεως ζημιάς.
Διοικητικό Δίκαιο — Διοικητική πράξη — Αιτιολογία — Αιτιολογία δυσμενών πράξεων — Όροι νομιμότητας — Περιστάσεις παράβασης τους — Συνέπειες.
Οι αιτητές προσέβαλαν την απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής τους κατά της αποφάσεως της Αρχής Αδειών που έπληττε τα επαγγελματικά τους συμφέροντα.
Το Ανώτατο Δικαστήριο ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
1. Η ακυρωτική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου οριοθετείται από το Άρθρο 146 του Συντάγματος. Ο πολίτης δικαιούται να προσβάλει τη νομιμότητα εκτελεστής διοικητικής πράξης όταν το έννομο ενεστώς συμφέρον του έχει άμεσα προσβληθεί από την απόφαση, πράξη ή παράλειψη οργάνου, αρχής ή προσώπου που ασκεί εκτελεστική ή διοικητική λειτουργία.
Το έννομο συμφέρον πρέπει να υπάρχει κατά το χρόνο της καταχώρισης της προσφυγής και κατά τη διάρκεια της ακρόασης.
Με βάση την παράγραφο 6 του Άρθρου 146, ακυρωτική απόφαση της προσβαλλόμενης πράξης από το Δικαστήριο κάτω από την παράγραφο 4 του ίδιου Άρθρου, είναι αναγκαία προϋπόθεση για αξίωση εύλογης αποζημίωσης ή άλλης θεραπείας.
Η υπόθεση αυτή διαφέρει από τις περιπτώσεις όπου ανακαλείται η διοικητική πράξη εκκρεμούσης της διαδικασίας. Και στις περιπτώσεις ακόμα αυτές είναι δυνατό ο αιτητής να συνεχίζει να έχει έννομο συμφέρον εάν υπέστη ζημιά ή βλάβη ή υπάρχει προς τούτο πιθανότητα.
Στην παρούσα υπόθεση δεν υπήρξε καμιά ανάκληση της επίδικης πράξης. Απλά η επίδικη πράξη ήταν καθορισμένη για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, το οποίο εξέπνευσε κατά τη διάρκεια της εκκρεμότητας της προσφυγής.
Με τα γεγονότα αυτά το Δικαστήριο κατέληξε ότι η δυσμενής για τους αιτητές απόφαση έχει προκαλέσει ή πιθανολογείται εύλογα ότι προκάλεσε βλάβη στους αιτητές. Η στοιχειοθέτηση της ζημιάς είναι θέμα που δεν εμπίπτει στη δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Κατά συνέπεια η δίκη δεν καταργείται στην παρούσα προσφυγή και οι αιτητές εξακολουθούν να διατηρούν το έννομο τους συμφέρον.
2. Στην παρούσα υπόθεση η απόφαση όπως κοινοποιήθηκε στους αιτητές καταγράφει το εξής:-
"Κατά την εξέταση των πιο πάνω προσφυγών, δεν προέκυψε οτιδήποτε, το οποίο να δικαιολογεί τροποποίηση ή ακύρωση των αποφάσεων της Αρχής Αδειών. Ως εκ τούτου, οι προσφυγές απορρίπτονται και επικυρώνεται η απόφαση της Αρχής Αδειών".
Είναι φανερό από το πιο πάνω κείμενο της επίδικης απόφασης, ότι δεν γίνεται καμιά καταγραφή των πραγματικών γεγονότων και των νομικών λόγων που οδήγησαν την Αναθεωρητική Αρχή Αδειών στη λήψη της επίδικης απόφασης. Πέραν τούτου, εξέτασα με πάσα προσοχή τους φακέλους της Διοίκησης που έχουν κατατεθεί από το δικηγόρο των καθ'ων η αίτηση, με την πρόθεση να ανιχνεύσω τα πρακτικά της συνεδρίας με το ενδεχόμενο η ελλειπής αιτιολογία να συμπληρώνεται από το περιεχόμενό τους. Στους φακέλους αυτούς δεν ανευρέθησαν οποιαδήποτε πρακτικά της συνεδρίας ούτε καν φαίνεται ποιοί παρευρέθησαν στη συνεδρία και με ποιό τρόπο έχει ληφθεί η επίδικη απόφαση. Επίσης στους φακέλους δεν υπάρχει ούτε η προηγούμενη απόφαση της Αρχής Αδειών εναντίον της οποίας ασκήθηκε η ιεραρχική προσφυγή.
Ο ισχυρισμός των αιτητών ότι η απόφαση πάσχει από έλλειψη αιτιολογίας έχει τεκμηριωθεί. Η αιτιολογία που περιέχεται στο κείμενο της επίδικης απόφασης είναι όχι μόνο λακωνική αλλά και αόριστη. Στην πραγματικότητα παραθέτει τα πραγματικά γεγονότα και την αιτιολογία που οδήγησαν την Αναθεωρητική Αρχή Αδειών στην απόφαση της αυτή. Το δε αποτέλεσμα είναι ότι δεν παρέχεται στο Δικαστήριο η ευχέρεια να ασκήσει τον έλεγχο νομιμότητας που προνοεί το Άρθρο 146 του Συντάγματος.
Στην παρούσα υπόθεση η απόφαση ήταν δυσμενής για τα συμφέροντα των αιτητών και οι καθ'ων η αίτηση όφειλαν να παραθέσουν στην απόφασή τους επαρκή αιτιολογία, πράγμα που δεν έκαμαν.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Christofides v. C.Y.T.A. (1979) 3 C.L.R. 99,
Kritiotis v. Municipality ofPaphos & Others (1986) 3 C.L.R. 322,
Papaleontiou v. Educational Service Commission (1987) 3 C.L.R. 1341,
Ph. Kynakides v. Republic (Minister of Interior) 1 R.S.C.C. 66,
Christodoulides v. Republic (1978) 3 C.L.R. 193,
Kittou & Others v. Republic (1983) 3 C.L.R. 605,
Salem v. Republic (1985) 3 C.L.R. 453,
G.A.P. Estates Ltd. v. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 1641,
Κοντού ν. Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών (1991) 4 Α.Α.Δ. 1073,
Χωραίτης ν. Δημοκρατίας (1984) 3 C.L.R. 1067,
Φακόντης ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1694.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης της Αρχής Αδειών με την οποία αποφάσισε όπως η μεταφορά μαθητών γίνεται εκ περιτροπής και κατ' αναλογία μεταξύ των "μεμονωμένων λεωφορειούχων" δηλαδή των αιτητών και των ενδιαφερομένων μερών - ΠΕΑΛ.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές.
Α. Μαππουρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Χρ. Γεωργιάδης, για το Ενδιαφερόμενο μέρος.
Cur. adv. vult.
ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.: Οι αιτητές είναι επαγγελματίες λεωφορειούχοι και εξυπηρετούν ως αδειούχοι από πολλά χρόνια συγκεκριμένες, μεταξύ άλλων, μεταφορές μαθητών από τα χωριά τους προς τα σχολεία.
Η Αρχή Αδειών σε συνεδρία της στις 29.9.1993 αποφάσισε όπως η μεταφορά των μαθητών γίνεται εκ περιτροπής και κατ' αναλογία μεταξύ των "μεμονωμένων λεωφορειούχων" δηλαδή των αιτητών και της Περιφερειακής Εταιρείας Αγροτικών Λεωφορείων "ΠΕΑΛ "ΝΕΑ ΑΜΟΡΟΖΑ ΛΤΔ.", ενδιαφερόμενο μέρος στην παρούσα προσφυγή.
Εναντίον αυτής της απόφασης οι αιτητές άσκησαν ιεραρχικές προσφυγές στις 22.12.1993.
Οι ιεραρχικές αυτές προσφυγές εξετάστηκαν μαζί από την Αναθεωρητική Αρχή Αδειών η οποία σε συνεδρία της ημερομηνίας 30.8.1994 αποφάσισε την απόρριψή τους. Η απόφαση αυτή κοινοποιήθηκε στους αιτητές με επιστολές ημερομηνίας 5 και 6.9.1994.
Εναντίον αυτής της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών στρέφεται η προσφυγή αυτή.
Θεωρώ ορθό, προτού ασχοληθώ με την ουσία της προσφυγής, να εξετάσω τη θέση του δικηγόρου του ενδιαφερόμενου μέρους που περιέχεται στη γραπτή αγόρευσή του, ότι οι αιτητές στερούνται έννομου συμφέροντος να προωθούν την προσφυγή τους. Τη θέση αυτή τη στηρίζει στο γεγονός ότι, μετά την πάροδο της σχολικής χρονιάς 1993-1994 το αντικείμενο της προσβαλλόμενης απόφασης έχει ταυτόχρονα εκλείψει.
Η ακυρωτική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου οριοθετείται από το Άρθρο 146 του Συντάγματος. Ο πολίτης δικαιούται να προσβάλει τη νομιμότητα εκτελεστής διοικητικής πράξης όταν το έννομο ενεστώς συμφέρον του έχει άμεσα προσβληθεί από την απόφαση, πράξη ή παράλειψη οργάνου, αρχής ή προσώπου που ασκεί εκτελεστική ή διοικητική λειτουργία.
Το έννομο συμφέρον πρέπει να υπάρχει κατά το χρόνο της καταχώρησης της προσφυγής και κατά τη διάρκεια της ακρόασης (Βλέπε: Christofides v. CY.T.A. (1979) 3 C.L.R. 99, Kritiotis v. Municipality of Paphos & Others (1986) 3 C.L.R. 322, Papaleontiou v. Educational Service Commission (1987) 3 C.L.R. 1341).
Με ακυρωτική απόφαση του Δικαστηρίου η προσβαλλόμενη πράξη εξαφανίζεται εξ υπαρχής και εξαλείφονται ολοκληρωτικά τα αποτελέσματα που έχουν παραχθεί από αυτή και κάθε συνέπειά της.
Με βάση την παράγραφο 6 του Άρθρου 146, ακυρωτική απόφαση της προσβαλλόμενης πράξης από το Δικαστήριο κάτω από την παράγραφο 4 του ίδιου Αρθρου, είναι αναγκαία προϋπόθεση για αξίωση εύλογης αποζημίωσης ή άλλης θεραπείας (Βλέπε: Ph. Kyriakides v. The Republic (Minister of Interior) 1 R.S.C.C. 66).
Η υπόθεση αυτή διαφέρει από τις περιπτώσεις όπου ανακαλείται η διοικητική πράξη εκκρεμούσης της διαδικασίας. Και στις περιπτώσεις ακόμα αυτές είναι δυνατό ο αιτητής να συνεχίζει να έχει έννομο συμφέρον εάν υπέστη ζημία ή βλάβη ή υπάρχει προς τούτο πιθανότητα (Βλέπε: Christodoulides v. Republic (1978) 3 C.L.R. 193, Kittou & Others v. Republic (1983) 3 C.L.R. 605, Salem v. The Republic (1985) 3 C.L.R. 453).
Στην παρούσα υπόθεση δεν υπήρξε καμιά ανάκληση της επίδικης πράξης. Απλά η επίδικη πράξη ήταν καθορισμένη για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, το οποίο εξέπνευσε κατά τη διάρκεια της εκκρεμότητας της προσφυγής.
Με τα γεγονότα αυτά έχω καταλήξει ότι η δυσμενής για τους αιτητές απόφαση έχει προκαλέσει ή πιθανολογείται εύλογα ότι προκάλεσε βλάβη στους αιτητές. Η στοιχειοθέτηση της ζημίας είναι θέμα που δεν εμπίπτει στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου τούτου (Βλέπε: G.A.P. Estates Ltd. ν. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 1641).
Καταλήγω κατά συνέπεια ότι η δίκη δεν καταργείται στην παρούσα προσφυγή και οι αιτητές εξακολουθούν να διατηρούν το έννομο τους συμφέρον και ένεκα τούτου θα συνεχίσω με την εξέταση της νομιμότητας της επίδικης πράξης.
Οι αιτητές στην προσφυγή τους προβάλλουν επτά νομικούς λόγους ακυρότητας της επίδικης απόφασης. Μεταξύ των λόγων αυτών προβάλλεται έντονα η έλλειψη της δέουσας αιτιολογίας και ο ισχυρισμός ότι η απόφαση είναι αυθαίρετη και ότι λήφθηκε χωρίς τη δέουσα έρευνα.
Είναι θεμελιωμένο νομολογιακά ότι απαραίτητο στοιχείο νομιμότητας όλων ανεξαίρετα των διοικητικών πράξεων και/ή αποφάσεων είναι η επαρκής αιτιολογία. Η αιτιολογία μιας διοικητικής πράξης αποτελεί την έκθεση των πραγματικών και νομικών λόγων που οδήγησαν τη Διοίκηση στην απόφαση της, καθώς και η παράθεση κριτηρίων με βάση τα οποία άσκησε η Διοίκηση τη διακριτική της ευχέρεια (Βλέπε: Ντίνος Κοντού ν. Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών (1991) 4 Α.Α.Δ. 1073, Δαγτόγλου -Διοικητικό Δίκαιο Α, Β' Έκδοση, σελ. 219).
Στην παρούσα υπόθεση η απόφαση όπως κοινοποιήθηκε στους αιτητές καταγράφει το εξής:-
"Κατά την εξέταση των πιο πάνω προσφυγών, δεν προέκυψε οτιδήποτε, το οποίο να δικαιολογεί τροποποίηση ή ακύρωση των αποφάσεων της Αρχής Αδειών. Ως εκ τούτου οι προσφυγές απορρίπτονται και επικυρώνεται η απόφαση της Αρχής Αδειών.".
Είναι φανερό από το πιο πάνω κείμενο της επίδικης απόφασης, ότι δεν γίνεται καμιά καταγραφή των πραγματικών γεγονότων και των νομικών λόγων που οδήγησαν την Αναθεωρητική Αρχή Αδειών στη λήψη της επίδικης απόφασης. Πέραν τούτου, εξέτασα με πάσα προσοχή τους φακέλους της Διοίκησης που έχουν κατατεθεί από το δικηγόρο των καθ' ων η αίτηση, με την πρόθεση να ανιχνεύσω τα πρακτικά της συνεδρίας με το ενδεχόμενο η ελλειπής αιτιολογία να συμπληρώνεται από το περιεχόμενό τους. Στους φακέλους αυτούς δεν ανευρέθησαν οποιαδήποτε πρακτικά της συνεδρίας ούτε καν φαίνεται ποιοί παρευρέθησαν στη συνεδρία και με ποιο τρόπο έχει ληφθεί η επίδικη απόφαση. Επίσης στους φακέλους δεν υπάρχει ούτε η προηγούμενη απόφαση της Αρχής Αδειών εναντίον της οποίας ασκήθηκε η ιεραρχική προσφυγή.
Κατά τη γνώμη μου ο ισχυρισμός των αιτητών ότι η απόφαση πάσχει από έλλειψη αιτιολογίας έχει τεκμηριωθεί. Η αιτιολογία που περιέχεται στο κείμενο της επίδικης απόφασης είναι όχι μόνο λακωνική αλλά και αόριστη. Στην πραγματικότητα παραθέτει απλά το τελικό αποτέλεσμα ή συμπέρασμα χωρίς να παραθέτει τα πραγματικά γεγονότα και την αιτιολογία που οδήγησαν την Αναθεωρητική Αρχή Αδειών στην απόφαση της αυτή. Το δε αποτέλεσμα είναι ότι δεν παρέχεται στο Δικαστήριο η ευχέρεια να ασκήσει τον έλεγχο νομιμότητας που προνοεί το Άρθρο 146 του Συντάγματος (Βλέπε: Χωραίτης ν. Δημοκρατίας (1984) 3 C.L.R. 1067, Φακοντής ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1694).
Στην παρούσα υπόθεση η απόφαση ήταν δυσμενής για τα συμφέροντα των αιτητών και οι καθ' ων η αίτηση όφειλαν να παραθέσουν στην απόφασή τους επαρκή αιτιολογία, πράγμα που δεν έκαμαν.
Για το λόγο αυτό η επίδικη απόφαση υπόκειται σε ακύρωση.
Ενόψει της κατάληξής μου αυτής, δεν θεωρώ αναγκαίο να ασχοληθώ με τους υπόλοιπους λόγους ακύρωσης που προβάλλουν οι αιτητές.
Η προσφυγή επιτυγχάνει και η επίδικη απόφαση ακυρώνεται με £200,= έξοδα υπέρ των αιτητών.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.