ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 4 ΑΑΔ 1458
20 Ιουνίου, 1997
[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΕΛΙΖΑ ΜΑΡΚΙΔΟΥ ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ/ Ή ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΕΓΓΡΑΦΗΣ ΚΑΙ/Ή ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΜΕΡΙΜΝΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΣ ΕΚΤΟΠΙΣΘΕΝΤΩΝ,
Καθ'ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 999/95)
Διοικητικό Δίκαιο — Δοικητική πράξη — Γνώση του περιεχομένου της πράξεως από το διοικούμενο — Είδος γνώσης που απαιτείται για την έναρξη της προθεσμίας προς καταχώριση προσφυγής — Η περίπτωση όπου η πράξη υποδεικνύει ανύπαρκτη δυνατότητα ένστασης — Συνέπειες.
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος—Προθεσμία — Καθυστέρηση έναρξης της προθεσμίας λόγω ελαττωματικής πληροφορόρησης του αιτητή ως προς την πράξη — Αντικειμενική - ουσιαστική κρίση ως προς το ποια πράξη προσβάλλεται υπό τις περιστάσεις — Αποδοχή προσβολής της προηγηθείσας εκτελεστής απόφασης παρά την περιγραφή βεβαιωτικής απόφασης που ακολούθησε, στο αιτητικό της προσφυγής:
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Λόγοι ακυρώσεως — Ελλειψη αιτιολογίας — Περιστάσεις βασιμότητας του λόγου στην κριθείσα περίπτωση.
Η αιτήτρια προσέφυγε κατά της απόρριψης αιτήματος της για βοήθεια από το Σχέδιο Στέγασης ως εκτοπισμένη.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
1. Με την επιστολή της Υπηρεσίας Μέριμνας ημερ. 10 Ιουλίου 1995 δεν μεταδόθηκε στην αιτήτρια η απαιτούμενη γνώση αναφορικά με την υφή της απόφασης της Υπηρεσίας Εγγραφής, γνώση που θα επέτρεπε στην αιτήτρια να ασκήσει το δικαίωμα προσφυγής στο Ανώτατο Δικαστήριο. Τουναντίον υπήρξε ρητή παραπληροφόρηση. Λόγος για την αιτήτρια να προσφύγει στη Δικαιοσύνη προέκυψε μόνο μετά την επιστολή της Υπηρεσίας Εγγραφής ημερ. 11 Σεπτεμβρίου 1995. Και το έπραξε. Εμπρόθεσμα.
Παραμένει βέβαια το κατά πόσο μπορεί να θεωρηθεί ότι με την προσφυγή προσβάλλεται η εκτελεστή απόφαση της 28 Δεκεμβρίου 1994, δεδομενου ότι στο αιτητικό γίνεται αναφορά σε απόφαση ημερ. 11 Σεπτεμβρίου 1995. Το Δικαστήριο καταλήγει σε καταφατική απάντηση. Που εκφράζει απόκλιση προς την ουσία παρά προς τον τύπο. Γιατί στην ουσία εκείνο που η αιτήτρια επιδιώκει είναι την ακύρωση της εκτελεστής απόφασης. Την περιγράφει ως την απόφαση "με την οποία οι καθ' ων η αίτηση απέρριψαν την αίτηση". Αυτή είναι η απόφαση της Υπηρεσίας Εγγραφής ημερ. 28 Δεκεμβρίου 1994 που γνωστοποιήθηκε στην αιτήτρια από την Υπηρεσία Μέριμνας με επιστολή ημερ. 10 Ιουλίου 1995. Το ότι η αιτήτρια την προσδιορίζει με αναφορά στον χρόνο λανθασμένα, δεν θα έπρεπε να υπερισχύσει. Ιδιαίτερα ενόψει του προβλήματος ταξινόμησης που δημιουργήθηκε από την ιδία τη διοίκηση. Θεωρείται λοιπόν ότι η προσφυγή στρέφεται εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Εγγραφής ημερ. 28 Δεκεμβρίου 1994.
2. Ο φάκελος της Υπηρεσίας Εγγραφής ο οποίος αφορά στην κατάταξη της αιτήτριας και ο οποίος έχει κατατεθεί στο δικαστήριο είναι φάκελος που ανοίχθηκε για τον πατέρα της όταν το 1986 ηγέρθη ζήτημα ελέγχου της προσφυγικής του ταυτότητας επί της οποίας, ας σημειωθεί, αναγράφονταν και τα λοιπά μέλη της οικογένειας. Περιέχει πολλά έγγραφα. Από αυτά ενδιαφέρει, σε ό,τι αφορά τη λήψη της απόφασης της 28 Δεκεμβρίου 1994, μόνο ένα, ήτοι το πρώτο καταχωρημένο. Είναι έντυπο ημερομηνίας 20 Νοεμβρίου 1986 για αντικατάσταση της προσφυγικής ταυτότητας του πατέρα της. Όλα τα άλλα έγγραφα στο φάκελο φέρουν ημερομηνίες μεταγενέστερες της 28 Δεκεμβρίου 1994. Στο εν λόγω έντυπο αναγράφονται μερικά προσωπικά στοιχεία του πατέρα. Και είναι σημειωμένη, προφανώς από την Υπηρεσία Εγγραφής, η φράση "Εκτοπισθείς λόγω επαγγέλματος". Χωρίς καμιά εξήγηση. Εξάγεται το συμπέρασμα ότι αυτή την κατάταξη η Υπηρεσία Εγγραφής τη μετέφερε μηχανικά και αυτόματα ως την απόφαση της στις 28 Δεκεμβρίου 1994. Η απόφαση δεν περιέχει η ιδία στο λεκτικό της αιτιολογία ούτε και βρίσκεται αιτιολογία στο διοικητικό φάκελο. Στην προσφυγή η έλλειψη αιτιολογίας προβάλλετοα ως ένας από τους νομικούς λόγους για ακύρωση. Και ευσταθεί.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Moran v. Republic, 1 R.S.C.C. 10,
Ploussiou v. Central Bank (1982) 3 C.L.R. 230.
Προσφυγή.
Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η απόρριψη από την Υπηρεσία Μέριμνας και Αποκαταστάσεως Εκτοπισθέντων του αιτήματος της αιτήτριας για παροχή βοήθειας από το Σχέδιο Στέγασης για ανέγερση κατοικίας σε ιδιόκτητο οικόπεδο
Α. Ευσταθίου, για την Αιτήτρια.
Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Η αιτήτρια υπέβαλε στις 22 Αυγούστου 1994 αίτηση στην Υπηρεσία Μέριμνας και Αποκαταστάσεως Εκτοπισθέντων (στο εξής Υπηρεσία Μέριμνας) για την παροχή βοήθειας από το Σχέδιο Στέγασης για ανέγερση κατοικίας σε ιδιόκτητο οικόπεδο. Τα απαιτούμενα στοιχεία τα διέθετε. Και η έγκριση θα ακολουθούσε εφόσον διαπιστωνόταν ότι πράγματι η αιτήτρια ενέπιπτε στις κατηγορίες εκτοπισθέντων τις οποίες κάλυπτε η τότε ισχύουσα απόφαση αρ. 40.872 του Υπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 20 Απριλίου 1994. Διαλαμβάνονταν σε ό,τι εδώ είναι σχετικό τα εξής:
"(α) Τα ευεργετήματα/βοηθήματα της κατηγορίας που λόγω επαγγέλματος έχουν προσφυγική ταυτότητα να περιοριστούν μόνο για τις οργανικές οικογένειες που εκτοπίστηκαν κατά το 1974 και να μην επεκτείνονται και στα παιδιά τους. Συμφωνήθηκε ότι παιδιά που ήδη έχουν ευεργετηθεί δεν θα απαιτηθεί από αυτά να επιστρέψουν τη βοήθεια που πήραν.
(β) Για όσους έχουν ιδιόκτητο σπίτι στα κατεχόμενα και είναι κάτοχοι "Ειδικών Βεβαιώσεων" γίνονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις:
(ι) Όσοι της κατηγορίας αυτής αποδεδειγμένα και πέραν πάσης αμφιβολίας είναι ταυτισμένοι με τις κατεχόμενες περιοχές (οικογένεια-κατοικία-περιουσία) και για επαγγελματικούς λόγους βρίσκονταν στις ελεύθερες περιοχές να τυγχάνουν (αντί μιας μόνο βοήθειας που ισχύει τώρα) της ίδιας μεταχείρισης όπως και οι κάτοχοι προσφυγικών ταυτοτήτων δηλ. επέκταση προσφυγικών δικαιωμάτων και στα παιδιά τους.
(ιι) Στις περιπτώσεις προσώπων που τους δόθηκε Ειδική Βεβαίωση επειδή είχαν σπίτι στα κατεχόμενα χωρίς οποιαδήποτε άλλη σχέση με την κατεχόμενη περιοχή να εξακολουθήσουν να ισχύουν τα υφιστάμενα κριτήρια για μια μόνο βοήθεια."
Σε ημερομηνία που δεν κατέστη γνωστή, η Υπηρεσία Μέριμνας αποτάθηκε στην Υπηρεσία Εγγραφής για καθορισμό της κατηγορίας εκτοπισθέντος στην οποία ενέπιπτε η αιτήτρια. Η Υπηρεσία Εγγραφής απάντησε με επιστολή ημερομηνίας 17 Απριλίου 1995. Στην οποία αναφέρονταν τα εξής:
"Διευθυντή
Υπηρεσίας Μερίμνης και Αποκαταστάσεως Εκτοπισθέντων
Έχω οδηγίες ν' αναφερθώ στην αίτηση της Ελίζας Ιωαν-νίδου Δ.Τ. 606384 Αρ. Προσφ. Ταυτ. 129069 που εξετάστηκε από την ΚΕΕΚ στις 18.12.1994 α/α 18 για την Επαρχία Λευκωσίας, σχετικά με το θέμα της κατηγορίας εκτοπισθέντων και να σας πληροφορήσω ότι η αιτήτρια θεωρείται εκτοπισμένη λόγω επαγγέλματος του πατέρα της."
Αυτή η κατάληξη απέβη καθοριστική. Εξ αιτίας της, η Υπηρεσία Μέριμνας στις 8 Μαΐου 1995 απέρριψε την αίτηση. Με επιστολή προς την αιτήτρια ημερομηνίας 10 Ιουλίου 1995, γνωστοποίησε το αποτέλεσμα, εξήγησε τον λόγο και υπέδειξε την παρά πέρα διαδικασία σε περίπτωση διαφωνίας. Παραθέτω το περιεχόμενο:
"Αναφέρομαι στην αίτησή σας με ημ. 22/8/94 σχετικά με αυτοστέγαση σε Ιδιόκτητο Οικόπεδο στην Λευκωσία και σας πληροφορώ μετά λύπης μου πως τούτη απορρίφθηκε στις 8/5/95 για τους πιο κάτω λόγους:-
Γιατί από την Υπηρεσία Εγγραφής του Υπουργείου Εσωτερικών θεωρηθήκατε εκτοπισθείσα λόγω του επαγγέλματος του πατέρα σας. Ως εκ τούτου σύμφωνα με την από 20/4/94 απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου δεν καλύπτεσθε από τα ισχύοντα κριτήρια.
Παρακαλούμε σε περίπτωση ένστασης σας κατά της πιο πάνω απόφασης να απευθυνθείτε στην Υπηρεσία Εγγραφής του Υπουργείου Εσωτερικών."
Η αιτήτρια διαφώνησε με την κατάταξη της και κατ' ακολουθίαν προς την υπόδειξη υπέβαλε, την 1 Αυγούστου 1995, ένσταση προς την Υπηρεσία Εγγραφής, εκθέτοντας το οικογενειακό ιστορικό και αναπτύσσοντας επιχειρηματολογία. Η Υπηρεσία Εγγραφής, με επιστολή ημερ. 11 Σεπτεμβρίου 1995, απέρριψε την ένσταση λέγοντας ότι δεν παρουσιάστηκε "οποιοδήποτε νεότερο στοιχείο" που να δικαιολογούσε διαφορετική απόφαση.
Ακολούθησε η παρούσα προσφυγή. Στην οποία καθ' ων είναι και οι δύο εμπλεκόμενες Υπηρεσίες. Η αιτούμενη θεραπεία διατυπώνεται ως εξής:
"Δήλωση και/ή διαταγή του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η απόφαση των καθ' ων η αίτηση η οποία κοινοποιήθηκε δι επιστολής των καθ' ων η αίτηση προς την αιτήτρια ημερ. 11.9.1995 και με την οποία οι καθ' ων η αίτηση απέρριψαν την αίτηση και την εν συνεχεία επί της αιτήσεως υποβληθείσα ένσταση της αιτήτριας για παραχώρηση οικονομικής βοήθειας για αυτοστέγαση σε ιδιόκτητο οικόπεδο και/ή η παράλειψη των καθ' ων η αίτηση να παραχωρήσουν στην αιτήτρια το εν λόγω αιτηθέν βοήθημα, είναι άκυρη και/ή παράνομη και/ή εστερημένη εννόμου αποτελέσματος και/ή παν το παραλειφθέν θα έδει να μη ελάμβανε χώραν."
Οι καθ' ων εγείρουν προδικαστικά ότι η προσβαλλόμενη απόφαση, εφόσον εμφανίζεται να είναι η γνωστοποιηθείσα την 11 Σεπτεμβρίου 1995, δεν είναι εκτελεστή, όντας μόνο βεβαιωτική της προηγουμένως ληφθείσας.
Η συνήγορος της αιτήτριας δεν αμφισβήτησε ότι η ένσταση της, ημερ. 1 Αυγούστου 1995 δεν συνοδευόταν από οποιοδήποτε νέο στοιχείο. Εισηγήθηκε ωστόσο ότι η απόφαση της Υπηρεσίας Εγγραφής οριστικοποιήθηκε μόνο με την κατάληξη στην ένσταση της αιτήτριας, δεδομένου ότι η Υπηρεσία Μέριμνας, που είχε γνωστοποιήσει την απόφαση της Υπηρεσίας Εγγραφής, υποδείκνυε τη δυνατότητα τέτοιας ένστασης ως το επόμενο για την αιτήτρια διάβημα.
Στην πραγματικότητα, διαδικασία ένστασης δεν προβλεπόταν. Και η τότε απόφαση της Υπηρεσίας Εγγραφής ήταν, καθώς μου φαίνεται, εκτελεστή. Αυτή η ταξινόμηση όμως δεν καθιστά χωρίς σημασία την υπόδειξη της Υπηρεσίας Μέριμνας για την υποβολή ένστασης. Σε εκείνο το στάδιο η Υπηρεσία Εγγραφής δεν επικοινώνησε με την αιτήτρια. Ό,τι περιήλθε σε γνώση της αιτήτριας σε σχέση με την απόφαση της Υπηρεσίας Εγγραφής προερχόταν από την Υπηρεσία Μέριμνας. Και αποτελούσε ένα σύνολο. Η απόδοση πίστης στην ορθότητα της υπόδειξης για την υποβολή ένστασης ήταν το ίδιο δικαιολογημένη όσο και το λαμβανόμενο ως δεδομένο ότι ορθά μεταδίδετο η απόφαση της Υπηρεσίας Εγγραφής. Προέκυψε λοιπόν πρόβλημα αναφορικά με ό,τι διαβιβάστηκε στην αιτήτρια ως γνώση αναφορικά με την απόφαση.
Καθώς λέχθηκε στη Moran v. Republic, 1 R.S.C.C. 10 (στη σελ. 13):
"In the opinion of the Court "knowledge" means knowledge of the decision, act or omission giving rise to the right of recourse under Article 146 of the Constitution and not knowledge of evidential matters necessary to substantiate before this Court an allegation of unconstitutionality, illegality or an excess or abuse of power."
Σύμφωνα με τον Θ. Τσάτσο στο σύγγραμμα του "Η Αίτησις Ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας" 3η Έκδ. σελ. 74:
"Πλήρης είναι η γνώσις η επιτρέπουσα εις τον ενδιαφερόμενον να διαγνώση μετά βεβαιότητος και ακριβείας την υλικήν ή την ηθικήν ζημίαν, την οποίαν ούτος υφίσταται εκ της δημοσιευομένης ή κοινοποιουμένης πράξεως."
Στην Ploussiou v. Central Bank (1982) 3 C.L.R. 230, το ζήτημα τέθηκε ως εξής στη σελ. 237:
"Article 146.3 does not envisage knowledge from any particular source. All it requires is knowledge of the decision, certain enough to enable a party affected thereby to pursue his rights. A party, an existing legitimate interest of whom is prejudiced by the decision, is deemed to be in such a position as soon as he gains adequate knowledge of the decision itself. Adequate is that kind of knowledge that comprises every material aspect of the decision."
Καταλήγω ότι εν προκειμένω με την επιστολή της Υπηρεσίας Μέριμνας ημερ. 10 Ιουλίου 1995 δεν μεταδόθηκε στην αιτήτρια η απαιτούμενη γνώση αναφορικά με την υφή της απόφασης της Υπηρεσίας Εγγραφής, γνώση που θα επέτρεπε στην αιτήτρια να ασκήσει το δικαίωμα προσφυγής στο Ανώτατο Δικαστήριο. Τουναντίον υπήρξε ρητή παραπληροφόρηση. Λόγος για την αιτήτρια να προσφύγει στη Δικαιοσύνη προέκυψε μόνο μετά την επιστολή της Υπηρεσίας Εγγραφής ημερ. 11 Σεπτεμβρίου 1995. Και το έπραξε. Εμπρόθεσμα.
Παραμένει βέβαια το κατά πόσο μπορεί να θεωρηθεί ότι με την προσφυγή προσβάλλεται η εκτελεστή απόφαση της 28 Δεκεμβρίου 1994, δεδομένου ότι στο αιτητικό γίνεται αναφορά σε απόφαση ημερ. 11 Σεπτεμβρίου 1995. Καταλήγω σε καταφατική απάντηση. Που εκφράζει απόκλιση προς την ουσία παρά προς τον τύπο. Γιατί στην ουσία εκείνο που η αιτήτρια επιδιώκει είναι την ακύρωση της εκτελεστής απόφασης. Την περιγράφει ως την απόφαση "με την οποία οι καθ' ων η αίτηση απέρριψαν την αίτηση". Αυτή είναι η απόφαση της Υπηρεσίας Εγγραφής ημερ. 28 Δεκεμβρίου 1994 που γνωστοποιήθηκε στην αιτήτρια από την Υπηρεσία Μέριμνας με επιστολή ημερ. 10 Ιουλίου 1995. Το ότι η αιτήτρια την προσδιορίζει με αναφορά στον χρόνο λανθασμένα, δεν νομίζω ότι θα έπρεπε να υπερισχύσει. Ιδιαίτερα ενόψει του προβλήματος ταξινόμησης που δημιουργήθηκε από την ιδία τη διοίκηση. Θεωρώ λοιπόν ότι η προσφυγή στρέφεται εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Εγγραφής ημερ. 28 Δεκεμβρίου 1994.
Ως προς την ουσία της προσφυγής, το αδιαμφισβήτητο οικογενειακό ιστορικό της αιτήτριας, σε ό,τι εδώ ενδιαφέρει, συνοψίζεται ως εξής. Ο πατέρας της κατάγεται από την Κερύνεια. Γεννήθηκε στις 2 Αυγούστου 1927 από Κερυνειώτες γονείς. Εκεί είχε τη μόνιμη κατοικία του μέχρι το 1962. Εντάχθηκε στη Δημόσια Υπηρεσία το 1955 ως ιατρός στο Τμήμα Ιατρικών Υπηρεσιών. Οι διάφορες μεταθέσεις του μέχρι το 1962 δεν μετέβαλαν τη μόνιμη κατοικία του. Το 1961 νυμφεύτηκε. Η σύζυγος του καταγόταν από τη Λευκωσία και είχε ιδιόκτητη οικία. Συνέπεσε η τοποθέτηση του -με εξαίρεση ένα ελάχιστο διάστημα στην Κερύνεια - να ήταν τότε στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας. Και συνεχίστηκε μέχρι τον Οκτώβρη του 1967. Κατ' εκείνη την περίοδο διέμεναν στην οικία της συζύγου του στη Λευκωσία. Τότε ήταν που γεννήθηκαν τα δύο παιδιά του ζεύγους. Η αίτητρια το 1962 και η αδερφή της το 1965. Από τον Οκτώβριο 1967 μέχρι τον Μάϊο 1968 ο πατέρας ήταν τοποθετημένος στη Λάρνακα και στην Αμμόχωστο. Και μετά, μέχρι την εισβολή, αποκλειστικά στην Αμμόχωστο. Στην Αμμόχωστο η οικογένεια μετοίκησε τον Οκτώβριο του 1967. Και διέμενε σε ενοικιαζόμενη κατοικία. Ας σημειωθεί, τέλος, ότι ο πατέρας της αιτήτριας διατηρούσε ακίνητη ιδιοκτησία στην Κερύνεια, ήτοι, μια οικία που τιτλοποιήθηκε στο όνομα του το 1949 δυνάμει κληρονομιάς, ένα χωράφι στην Κερύνεια και άλλα τέσσερα στο Κάρμι.
Η αιτήτρια προέβαλε ως βασική θέση ότι όσο και αν η διαμονή της οικογένειας στην Αμμόχωστο είχε ως αιτία την εκεί τοποθέτηση του πατέρα ως δημόσιου υπαλλήλου, εν τούτοις η Αμμόχωστος κατέστη εν συνεχεία, λόγω επιλογής, η μόνιμη κατοικία της οικογένειας. Ανέφερε προς επίρρωση ότι ο πατέρας της είχε απορρίψει διάφορες προτάσεις για επαγγελματική ανέλιξη οι οποίες θα συνεπάγονταν μετάθεση του στη Λευκωσία. Προέβαλε εναλλακτικά ότι αν δεν γινόταν δεκτό πως η μόνιμη κατοικία της οικογένειας ήταν στην Αμμόχωστο, τότε θα έπρεπε αυτή να τύχει ευεργετήματος ως παιδί εκτοπισθέντος από την Κερύνεια σύμφωνα με την παράγραφο 3(β) που παρέθεσα.
Ο φάκελος της Υπηρεσίας Εγγραφής ο οποίος αφορά στην κατάταξη της αιτήτριας και ο οποίος έχει κατατεθεί στο δικαστήριο είναι φάκελος που ανοίχθηκε για τον πατέρα της όταν το 1986 ηγέρθη ζήτημα ελέγχου της προσφυγικής του ταυτότητας επί της οποίας, ας σημειωθεί, αναγράφονταν και τα λοιπά μέλη της οικογένειας. Περιέχει πολλά έγγραφα. Από αυτά ενδιαφέρει, σε ό,τι αφορά τη λήψη της απόφασης της 28 Δεκεμβρίου 1994, μόνο ένα, ήτοι το πρώτο καταχωρημένο. Είναι έντυπο ημερομηνίας 20 Νοεμβρίου 1986 για αντικατάσταση της προσφυγικής ταυτότητας του πατέρα της. Όλα τα άλλα έγγραφα στο φάκελο φέρουν ημερομηνίες μεταγενέστερες της 28 Δεκεμβρίου 1994. Στο εν λόγω έντυπο αναγράφονται μερικά προσωπικά στοιχεία του πατέρα. Και είναι σημειωμένη, προφανώς από την Υπηρεσία Εγγραφής, η φράση "Εκτοπισθείς λόγω επαγγέλματος". Χωρίς καμιά εξήγηση. Εξάγεται το συμπέρασμα ότι αυτή την κατάταξη η Υπηρεσία Εγγραφής τη μετέφερε μηχανικά και αυτόματα ως την απόφαση της στις 28 Δεκεμβρίου 1994. Η απόφαση δεν περιέχει η ιδία στο λεκτικό της αιτιολογία ούτε και βρίσκεται αιτιολογία στο διοικητικό φάκελο. Στην προσφυγή η έλλειψη αιτιολογίας προβάλλεται ως ένας από τους νομικούς λόγους για ακύρωση.
Και ευσταθεί.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα. Η προσβαλλόμενη διοικητική απόφαση ακυρώνεται στην ολότητα της βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος. Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.