ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 4 ΑΑΔ 1203
13 Μαΐου, 1997
[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Δ/στής]
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ ΑΡΓΥΡΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ,
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 351/92)
Διοικητικό Δίκαιο — Διοικητική πράξη — Εκτελεστότητα — Βεβαιωτική σε αντίθεση προς εκτελεστή πράξη — Έννοια και χαρακτηριστικά της βεβαιωτικής πράξης — Περιστάσεις βεβαιωτικού χαρακτήρα της προσβληθείσας στην κριθείσα περίπτωση απόφασης — Ειδικά το ζήτημα της νέας έρευνας.
Οι αιτητές προσέβαλαν την άρνηση αναθεώρησης παλαιότερης απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας ως απαράδεκτη την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
Αντικειμενική προϋπόθεση του παραδεκτού αίτησης ακύρωσης, η οποία συναρτάται άμεσα προς το έννομο συμφέρον, αποτελεί η ύπαρξη εκτελεστής πράξης της διοίκησης. Η απόφαση των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 27 Φεβρουαρίου, 1992, δείχνει την εμμονή τους στην προγενέστερη απόφασή τους ημερομηνίας 31 Ιανουαρίου, 1980, και ως εκ τούτου αποτελεί πράξη βεβαιωτική προγενέστερης εκτελεστής πράξης.
Απόφαση θεωρείται βεβαιωτική προγενέστερης εκτελεστής πράξης όταν εκδίδεται από την ίδια αρχή, απευθύνεται στο ίδιο πρόσωπο, σκοπεί στη ρύθμιση της ίδιας σχέσης, εδράζεται στην ίδια νομική και πραγματική βάση με προεκδοθείσα πράξη και παράγει ταυτόσημα με αυτή νομικά αποτελέσματα.
Βεβαιωτική πράξη μπορεί να εκδοθεί είτε κατόπιν νέας αίτησης του διοικούμενου είτε αυτεπαγγέλτως, θεωρείται δε βεβαιωτική όταν εκδίδεται χωρίς οποιαδήποτε νέα, ουσιαστικά, έρευνα κύριων στοιχείων κρίσης. Η από νομικής μόνο πλευράς επανεξέταση της υπόθεσης εφ' όσον δεν στηρίζεται σε νέα πραγματικά στοιχεία, ακόμα και επί μεταβολής των νομικών διατάξεων που διέπουν τη συγκεκριμένη σχέση, δεν συνιστά νέα έρευνα. Η περιεχόμενη στην πράξη βεβαίωση της διοίκησης ότι έγινε νέα έρευνα δεν αρκεί, ούτε δεσμεύει το Δικαστήριο, το μόνο αρμόδιο να αποφασίζει κατά πόσο η αίτηση είναι τύποις παραδεκτή.
Είναι καθιερωμένη αρχή ότι οι βεβαιωτικές πράξεις οι οποίες δηλώνουν την εμμονή της διοίκησης στην ήδη γενόμενη ρύθμιση, στερούνται εκτελεστού χαρακτήρα και απαράδεκτα προσβάλλονται με αίτηση ακυρώσεως.
Στην παρούσα υπόθεση, το αίτημα για αναθεώρηση της αρχικής απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου (ημερομηνίας 31.1.1980) επανεξετάσθηκε μετά από γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα και υπό το φως του σκεπτικού της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Χριστοδουλίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας.
Ως εκ των ανωτέρω, δεν υπήρξε νέα έρευνα όπως αυτή ερμηνεύεται στην πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας Δήμος Λευκωσίας ν. Μέλπως Γρηγορίου (1996) 3 Α.Α.Δ. 191. Έγινε μόνο από νομικής πλευράς επανεξέταση της υπόθεσης, εφ' όσον, το αίτημα των αιτητών δεν στηρίχθηκε σε νέα πραγματικά γεγονότα.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Χριστοδουλίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1984) 3 C.L.R. 1297,
Παπαγεωργίου ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1254,
Pieris v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1054,
Larkos v. Republic (1987) 3 C.L.R. 2189,
Zenios Closures Ltd v. Δήμου Λεμεσού (1993) 4 Α.Α.Δ. 1535,
Δήμος Λευκωσίας ν. Γρηγορίου (1996) 3 Α.Α.Δ. 191.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου με την οποία κρίθηκε ότι η απόφαση του, ημερομηνίας 27.2.1992, με την οποία απορρίφθηκε αίτημα των αιτητών, δεν μπορεί να αναθεωρηθεί.
Α. Αντρέου, για τους Αιτητές.
Τ. Πολυχρονίδου-Ορφανίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α', για τους Καθ'ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές ζητούν την ακόλουθη θεραπεία:
"Διακήρυξη του Δικαστηρίου ότι η διοικητική απόφαση και/ή πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου, που κοινοποιήθηκε στο δικηγόρο των αιτητών με επιστολή του Γραμματέα του Υπουργικού Συμβουλίου ημ. 27.2.1992 και με την οποία απεφασίσθη ότι "δεν εγείρεται θέμα αναθεώρησης της σχετικής απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου ημ. 31.1.1980" και/ή με την οποία απεφασίσθη να απορριφθεί αίτημα των αιτητών ημ. 3.12.1991, είναι άκυρη και στερείται οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος."
Τα γεγονότα της υπόθεσης είναι σε συντομία τα ακόλουθα: Οι αιτητές 1 μέχρι 14 ήταν μέχρι την 31ην Ιανουαρίου, 1980 μέλη της Αστυνομικής Δύναμης Κύπρου και οι αιτητές 15 μέχρι 18 ήταν μέλη της Δημόσιας Υπηρεσίας. Οι υπηρεσίες τους ως δημόσιοι υπάλληλοι τερματίστηκαν με την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου Αρ. 18.767 ημερομηνίας 31 Ιανουαρίου, 1980. Η πιο πάνω απόφαση λήφθηκε σύμφωνα με τις εξουσίες που παρέχονται στο Υπουργικό Συμβούλιο από τα άρθρα 6(στ) και 7 του περί Συντάξεων Νόμου Κεφ. 311 και πάσαν άλλη προς τούτο χορηγούμενη εξουσία.
Η πιο πάνω Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου προσβλήθηκε ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις Προσφυγές με Αρ. 64/80 κ.ά. και το Ανώτατο Δικαστήριο τις απέρριψε. (Βλ. Χρίστοδουλίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1984) 3 C.L.R. 1297). Ακολούθησε η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Παπαγεωργίου ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1254, με την οποία το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι τα άρθρα 6(στ) και 7 του περί Συντάξεων Νόμου, Κεφ. 311, δεν παρέχουν στο Υπουργικό Συμβούλιο εξουσία τερματισμού των υπηρεσιών δημόσιων υπαλλήλων ή λειτουργών ή μελών της Αστυνομίας για λόγους δημόσιου συμφέροντος.
Στις 3 Δεκεμβρίου, 1991, οι αιτητές, μέσω του δικηγόρου τους, ζήτησαν όπως ανακληθεί η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 31 Ιανουαρίου, 1980, υπό το φως της απόφασης Παπαγεωργίου (ανωτέρω).
Το Υπουργικό Συμβούλιο εξέτασε το αίτημα των αιτητών στη συνεδρία του ημερομηνίας 20 Φεβρουαρίου, 1992, και αποφάσισε, ενόψει του σκεπτικού της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Χριστοδουλίδης (ανωτέρω), στην οποία το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι οι υπηρεσίες των αιτητών είχαν τερματισθεί νόμιμα από το Υπουργικό Συμβούλιο δυνάμει των προνοιών του άρθρου 5 του περί Αναστολής της Διαδικασίας της Προνοουμένης υπό των περί Ωρισμένων Πειθαρχικών Παραπτωμάτων (Διεξαγωγή Ερεύνης και Εκδίκασις) Νόμων του 1977 έως 1978, Νόμο του 1978 (Ν. 57/78), ότι δεν εγείρεται θέμα αναθεώρησης της σχετικής απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 31 Ιανουαρίου, 1980.
Οι αιτητές καταχώρισαν την παρούσα προσφυγή εναντίον της πιο πάνω απόφασης.
Όμως, ενώ εκκρεμούσε η παρούσα προσφυγή, το Υπουργικό Συμβούλιο με την Απόφασή του με Αρ. 39.204 ημερομηνίας 22 Απριλίου, 1993, αποφάσισε να ανακαλέσει τις αποφάσεις του, που λήφθηκαν το 1979 και το 1980 αναφορικά με τα 62 μέλη της Δημόσιας Υπηρεσίας, της Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, του Κυπριακού Στρατού και της Αστυνομικής Δύναμης που παύθηκαν για λόγους δημόσιου συμφέροντος.
Στις 6 Οκτωβρίου, 1993, ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργικού Συμβουλίου με επιστολή του πληροφόρησε το δικηγόρο των αιτητών ότι εδικαιούντο να αναλάβουν τα καθήκοντά τους στη θέση που είχαν όταν τερματίσθηκαν οι υπηρεσίες τους.
Η δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση στην αγόρευσή της προβάλλει αριθμό προδικαστικών ενστάσεων, μεταξύ των οποίων ότι η Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 29 Φεβρουαρίου, 1992, είναι βεβαιωτική της Απόφασής του ημερομηνίας 31 Ιανουαρίου, 1980, και ως εκ τούτου στερείται εκτελεστότητας και δεν μπορεί να προσβληθεί.
Αντικειμενική προϋπόθεση του παραδεκτού αίτησης ακύρωσης, η οποία συναρτάται άμεσα προς το έννομο συμφέρον, αποτελεί η ύπαρξη εκτελεστής πράξης της διοίκησης. Η απόφαση των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 27 Φεβρουαρίου, 1992, δείχνει την εμμονή τους στην προγενέστερη απόφαση τους ημερομηνίας 31 Ιανουαρίου, 1980, και ως εκ τούτου αποτελεί πράξη βεβαιωτική προγενέστερης εκτελεστής πράξης.
Απόφαση θεωρείται βεβαιωτική προγενέστερης εκτελεστής πράξης όταν εκδίδεται από την ίδια αρχή, απευθύνεται στο ίδιο πρόσωπο, σκοπεί στη ρύθμιση της ίδιας σχέσης, εδράζεται στην ίδια νομική και πραγματική βάση με προεκδοθείσα πράξη και παράγει ταυτόσημα με αυτή νομικά αποτελέσματα (βλέπε μεταξύ άλλων Pieris v. The Republic (1983) 3 C.L.R. 1054, Larkos v. The Republic (1987) 3 C.L.R. 2189 και Zenios Closures Ltd v. Δήμου Λεμεσού (1993) 4 Α.Α.Δ. 1535).
Βεβαιωτική πράξη μπορεί να εκδοθεί είτε κατόπιν νέας αίτησης του διοικούμενου είτε αυτεπαγγέλτως, θεωρείται δε βεβαιωτική όταν εκδίδεται χωρίς οποιαδήποτε νέα, ουσιαστικά, έρευνα κύριων στοιχείων κρίσης. Η από νομικής μόνο πλευράς επανεξέταση της υπόθεσης εφ' όσον δεν στηρίζεται σε νέα πραγματικά στοιχεία, ακόμα και επί μεταβολής των νομικών διατάξεων που διέπουν τη συγκεκριμένη σχέση, δεν συνιστά νέα έρευνα. Η περιεχόμενη στην πράξη βεβαίωση της διοίκησης ότι έγινε νέα έρευνα δεν αρκεί, ούτε δεσμεύει το Δικαστήριο, το μόνο αρμόδιο να αποφασίζει κατά πόσο η αίτηση είναι τύποις παραδεκτή.
Είναι καθιερωμένη αρχή ότι οι βεβαιωτικές πράξεις οι οποίες δηλώνουν την εμμονή της διοίκησης στην ήδη γενόμενη ρύθμιση, στερούνται εκτελεστού χαρακτήρα και απαράδεκτα προσβάλλονται με αίτηση ακυρώσεως.
Στην παρούσα υπόθεση, το αίτημα για αναθεώρηση της αρχικής απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου (ημερομηνίας 31.1.1980) επανεξετάσθηκε μετά από γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα και υπό το φως του σκεπτικού της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Χριστοδουλίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω), όπου το Δικαστήριο υποστήριξε τα ακόλουθα:
"Held, (1) that it can be concluded from reading together sections 4 and 5 of Law 57/78 that under section 5 the Council of Ministers may decide to terminate the services of a public official for reasons of public interest under the provisions of any Law, irrespective of whether or not there was lodged against such official a complaint pursuant to the provisions of the Certain Disciplinary Offences (Conduct of Investigation and Adjudication) Laws 1977 to 1978 (Laws 3/77, 38/77 and 12/78); that it follows, therefore, that even assuming, without so deciding, that any one of the legislative provisions referred to by the Council of Ministers in its relevant decision could not support adequately the termination of the services of any one of the applicants, the Council of Ministers was, in any case, duly empowered to terminate the services of each one of the applicants in these cases by virtue, in any event, of section 5 of Law 57/78 and, consequently, it is not necessary to enter into a detailed examination of the scope of the aforementioned legislative provisions: because it is a firmly established principle of Administrative Law that even if an administrative decision could not have been validly based on the legal reason which was actually stated in support of it such decision should still be upheld judicially if it could, nevertheless, be reached validly on the basis of some other legal reason."
(Η υπογράμμιση είναι δική μου)
Ως εκ των ανωτέρω, δεν υπήρξε νέα έρευνα όπως αυτή ερμηνεύεται στην πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας Δήμος Λευκωσίας ν. Μέλπως Γρηγορίου (1996) 3 Α.Α.Δ. 191. Έγινε μόνο από νομικής πλευράς επανεξέταση της υπόθεσης, εφ' όσον, το αίτημα των αιτητών δεν στηρίχθηκε σε νέα πραγματικά γεγονότα.
Με βάση όσα έχουν διατυπωθεί ανωτέρω αυτή η προδικαστική ένσταση των καθ' ων η αίτηση επιτυγχάνει. Σύμφωνα με τις καθιερωμένες αρχές του διοικητικού δικαίου, δεν χωρεί προσφυγή κατά πράξεως η οποία είναι βεβαιωτική προγενέστερης, γι' αυτό και η προσφυγή αποτυγχάνει και πρέπει να απορριφθεί.
Έχοντας καταλήξει στο πιο πάνω συμπέρασμα δεν θα εξετάσω τις άλλες προδικαστικές ενστάσεις αλλά ούτε και την ουσία της υπόθεσης.
Η προσφυγή απορρίπτεται. Δεν εκδίδεται διαταγή για έξοδα.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.