ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Σεργίδης ν. Δημοκρατίας (1991) 1 ΑΑΔ 119
ANDREAS MATSIS ν. REPUBLIC (MINISTER OF FINANCE AND ANOTHER) (1969) 3 CLR 245
REPUBLIC (MINISTRY OF FINANCE) ν. NISHAN ARAKIAN AND OTHERS (1972) 3 CLR 294
GEORGHIOS ECONOMIDES ν. REPUBLIC (COUNCIL OF MINISTERS AND ANOTHER) (1972) 3 CLR 506
MAKRIS ν. REPUBLIC (1986) 3 CLR 10
SAVVA ν. C.E.A. (1986) 3 CLR 80
MELETIS ν. C.P.O. & ANOTHER (1987) 3 CLR 1984
MELETIS ν. C.P.A. (1987) 3 CLR 1988
Πρόεδρος της Δημοκ. ν. Βουλής (Αρ.2) (1989) 3 ΑΑΔ 1931
Τομάζου ν. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 2935
Χατζηπαύλου ν. Α.Η.Κ. (1991) 3 ΑΑΔ 11
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
(1997) 4 ΑΑΔ 789
26 Μαρτίου, 1997
[ΚΑΛΛΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΒΑΣΟΣ ΛΟΥΚΑ,
Αιτητής,
ν.
ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 426/96)
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Έννομο συμφέρον — Προσβολή διορισμού ή προαγωγής από μη κατέχοντα τα απαιτούμενα προσόντα κατά το μέτρο της προσβολής μόνο της εγκυρότητας του οικείου σχεδίου υπηρεσίας — Εξαίρεση από τον κανόνα της έλλειψης εννόμου συμφέροντος του μη προσοντούχου.
Σχέδια Υπηρεσίας — Σκοπός και φύση -— Τροποποίηση — Οι δυνατότητες της διοίκησης — Θεμελίωση — Αποκλεισμός των ατομικών συμφερόντων— Περιθώρια δικαστικού ελέγχου.
Συνταγματικό Δίκαιο — Αρχή της ισότητος — Άρθρο 28.1 του Συντάγματος — Ερμηνεία από τη νομολογία — Περιστάσεις μη παραβίασης της αρχής στην κριθείσα περίπτωση.
Ο αιτητής στράφηκε κατά της προαγωγής των ενδιαφερομένων μερών στη θέση Πρώτου Λειτουργού Μηχανογράφησης μόνο όμως για να αμφισβητήσει το κύρος του σχεδίου υπηρεσίας της θέσης στις απαιτήσεις του οποίου ο ίδιος δεν ανταποκρινόταν.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Ο αιτητής έχει έννομο συμφέρον να προωθήσει την παρούσα προσφυγή για να τύχει της ετυμηγορίας του δικαστηρίου σχετικά με την εγκυρότητα του επίδικου σχεδίου υπηρεσίας. Εάν ήθελε κριθεί ότι το σχέδιο υπηρεσίας είναι έγκυρο τότε ο αιτητής θα στερηθεί αμέσως του εννόμου συμφέροντος να προωθήσει περαιτέρω την παρούσα διαδικασία. Σε τέτοια περίπτωση ο αιτητής θα κριθεί ότι ορθά είχε αποκλεισθεί ως υποψήφιος επειδή δεν κατείχε τα προσόντα που προβλέποντο από το σχετικό σχέδιο υπηρεσίας.
2; Έχει νομολογηθεί ότι τα σχέδια υπηρεσίας αποτελούν μέσο για την άρτια στελέχωση δημόσιας αρχής ή οργάνου. Ο καταρτισμός τους σχετίζεται άμεσα με την εκτίμηση των λειτουργικών αναγκών της υπηρεσίας και συνιστά πτυχή της εκτελεστικής λειτουργίας. Η ετοιμασία τους αποβλέπει στην ευόδωση του διοικητικού έργου των φορέων της εκτελεστικής λειτουργίας.
Περαιτέρω, έχει νομολογηθεί ότι η αρμόδια αρχή δεν κωλύεται να τροποποιήσει ή να αντικαταστήσει το παλιό σχέδιο υπηρεσίας.
Η Αρμόδια Αρχή δεν κωλύεται να τροποποιήσει τα υφιστάμενα σχέδια υπηρεσίας. Θεωρείται ότι τα σχέδια υπηρεσίας αποτελούν τις προδιαγραφές για διορισμό ή ανέλιξη στη δημόσια υπηρεσία. Η αρμόδια αρχή πρέπει πάντοτε να έχει την ευχέρεια να τροποποιεί υφιστάμενα σχέδια υπηρεσίας για να ανταποκρίνονται στις ανάγκες της συγκεκριμένης υπηρεσίας, όπως αυτές προσδιορίζονται από την αρμόδια αρχή. Τα σχέδια υπηρεσίας δεν μπορούν να είναι προσαρμοσμένα στις ανάγκες ενός υπαλλήλου. Δεν μπορούν να στοχεύουν στην εξυπηρέτηση ατομικών συμφερόντων αλλά μόνο στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων της δημόσιας υπηρεσίας και κατ' επέκταση του δημόσιου συμφέροντος. Το τελευταίο υπερισχύει έναντι παντός ατομικού συμφέροντος. Υιοθέτηση διαφορετικής πορείας θα ήταν επιζήμια προς τα συμφέροντα της υπηρεσίας και θα αποτελούσε οπισθοδρόμηση. Πεδίο επέμβασης του δικαστηρίου υφίσταται μόνο στα πλαίσια που προδιαγράφονται από το Άρθρο 146.1 του Συντάγματος δηλαδή οσάκις διαπιστώνεται ότι το σχέδιο υπηρεσίας είναι αντίθετο "προς τα διατάξεις του Συντάγματος, ή τον Νόμον ή εγένετο καθ' υπέρβασιν ή κατάχρησιν της εξουσίας της εμπεπιστευμένης εις το όργανον ή την αρχήν...".
3. Κατά την εξέταση ζητημάτων συνταγματικότητας πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι υπάρχει τεκμήριο υπέρ της συνταγματικότητας της επίμαχης διατάξεως και μια τέτοια διάταξη μπορεί να κηρυχθεί αντισυνταγματική μόνο αν το δικαστήριο πεισθεί περί αυτού πέρα από κάθε λογική αμφιβολία.
Το Άρθρο 28.1 του Συντάγματος έχει τύχει ερμηνείας σε σειρά αποφάσεων της νομολογίας μας. Ο όρος "ίσοι ενώπιον του Νόμου" στο Άρθρο 28.1 του Συντάγματος δεν μεταδίδει την έννοια της ακριβούς αριθμητικής ισότητας αλλά διασφαλίζει μόνον εναντίον αυθαίρετων διακρίσεων και δεν αποκλείει εύλογες διακρίσεις οι οποίες πρέπει να γίνουν λόγω της ιδιάζουσας φύσεως των πραγμάτων.
Δεν έχει σημειωθεί οποιαδήποτε μορφής διάκριση εις βάρος του αιτητή.
4. Το σχέδιο υπηρεσίας είναι καθόλα έγκυρο. Ο αιτητής νομίμως και ορθώς έχει αποκλεισθεί κατά την εφαρμογή του σχεδίου υπηρεσίας επειδή δεν κατείχε τα σχετικά προσόντα. Κατά συνέπεια στερείται εννόμου συμφέροντος, δυνάμει του Άρθρου 146.2 του Συντάγματος, να προσβάλει τις επίδικες προαγωγές.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα. Αναφερόμενες υποθέσεις:
Meletis and Others v. Cyprus Ports Authority and Another (1987) 3 C.L.R. 1984,
Makns v. Republic (1986) 3 C.L.R. 10,
Savva v. E.A.C. (1986) 3 C.L.R. 80,
Economides v. Republic (1972) 3 C.L.R. 506,
Χατζηπαύλου v. A.H.K. (1991)3 Α.Α.Δ. 11,
Δημοκρατία ν. Πογιατζή (1992) 3 Α.Α.Δ. 196,
Economides v. Republic (1972) 3 C.L.R. 506,
Economides v. Republic (1973) 3 C.L.R. 410,
Τομάζου v. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 2935,
Συμβούλιο Εγγραφής Αρχιτεκτόνων και Πολιτικών Μηχανικών ν. Κυριακίδης (1966) 3 Α.Α.Δ. 640,
Μάτσης ν. Δημοκρατίας (1969) 3 Α.Α.Δ. 245, .
Μικρομμάτης ν. Δημοκρατίας, 2 R.S.C.C. 125,
Δημοκρατία ν. Αραριάν κ.ά. (1972) 3 Α.Α.Δ. 294,
Σεργίδη ν. Δημοκρατίας (1991) 1 Α.Α.Δ. 119,
Πρόεδρος της Δημοκρατίας ν. Βουλής των Αντιπροσώπων (1989) 3, Α.Α.Δ. 1931,
Γιασεμίδου ν. Δημοτικού Συμβουλίου Λευκωσίας κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 491,
Meletis and Others v. Cyprus Ports Aythority and Another (1987) 3 C.L.R. 1988.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης της Α.Η.Κ. με την οποία προήχθηκαν στη θέση Πρώτου Λειτουργού Μηχανογράφησης τα τρία ενδιαφερόμενα μέρη αντί του αιτητή.
Α. Παπαχρυσοστόμου, για τον Αιτητή.
Στ. Στεφανή για Γ. Κακογιάννη, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΚΑΛΛΗΣ, Δ.: Η. παρούσα προσφυγή στρέφεται κατά της απόφασης των καθ' ων η αίτηση ("η Α.Η.Κ."), ημερ. 7.3.96, "με την οποία προήγαγαν στη θέση του Πρώτου Λειτουργού Μηχανογράφησης ("η επίδικη θέση") τα τρία ενδιαφερόμενα μέρη".
Ο αιτητής βρίσκεται στην υπηρεσία της Α.Η.Κ. από την 1.11.55. Την 1.12.78 προήχθη στη θέση του Αναλυτή Συστημάτων η οποία την 1.4.85 μετονομάσθη σε "Ανώτερο Λειτουργό Μηχανογράφησης", θέση την οποία κατέχει μέχρι σήμερα.
Η επίδικη θέση ήταν θέση προαγωγής. Τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα (βλ. παραγ. III του Σχεδίου Υπηρεσίας ημερ. 5.12.95) ήταν: "Όλα τα προσόντα που απαιτούνται για τη θέση του Λειτουργού Μηχανογράφησης και τριετής τουλάχιστον υπηρεσία στη θέση Ανώτερου Λειτουργού Μηχανογράφησης στην Αρχή"
Σύμφωνα με σχετική σημείωση στο Σχέδιο Υπηρεσίας: "Λειτουργοί Μηχανογράφησης και Ανώτεροι Λειτουργοί Μηχανογράφησης κατά την ημερομηνία εγκρίσεως του παρόντος Σχεδίου Υπηρεσίας οι οποίοι είναι κάτοχοι πανεπιστημιακού διπλώματος και οι οποίοι δεν μπορούν να εγγραφούν στο μητρώο του ΕΤΕΚ ως μηχανικοί πληροφορικής στον κλάδο της ηλεκτρονικής μηχανικής που περιλαμβάνει και τη μηχανική της πληροφορικής, θα είναι δικαιούχοι κρίσεως για προαγωγή, νοουμένου ότι έχουν τριετή τουλάχιστον ευδόκιμη υπηρεσία στη θέση Ανώτερου Λειτουργού Μηχανογράφησης".
Τα ακαδημαϊκά προσόντα που απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης Λειτουργού Μηχανογράφησης ήταν:
"(α) Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος
(ι) Στην επιστήμη των Ηλεκτρονικών Υπολογιστών (Computer Science) ή της Πληροφορικής (πχ Software Engineering Management Information Systems, Information Technology κλπ)
ή
(ιι)στην Επιστήμη των Ηλεκτρονικών Υπολογιστών ή στην Πληροφορική ως κύριο θέμα σε συνδυασμό με οποιοδήποτε άλλο θέμα/θέματα (πχ Computer and Statistics, Computer and Accounting, Computerand Mathematics, Computer and Economics κλπ).
...........
Κατά τη διαδικασία πλήρωσης της επίδικης θέσης η Α.Η.Κ. δεν έλαβε υπόψη την υποψηφιότητα του αιτητή επειδή δεν πληρούσε "το προσόν της παραγ. III του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης Πρώτου λειτουργού Μηχανογράφησης δηλαδή δεν κατέχει όλα τα προσόντα που απαιτούνται για τη θέση Λειτουργού Μηχανογράφησης".
Ήταν κοινώς αποδεκτό ότι ο αιτητής δεν ήταν κάτοχος πανεπιστημιακού διπλώματος ή τίτλου όπως απαιτείται από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης Λειτουργού Μηχανογράφησης. Η μη κατοχή των σχετικών προσόντων από τον αιτητή οδήγησε στην έγερση προδικαστικής ένστασης από την Α.Η.Κ. ότι ο "αιτητής στερείται του απαραίτητου έννομου συμφέροντος να εγείρει την παρούσα προσφυγή".
Ήταν η θέση του ευπαίδευτου συνήγορου του αιτητή ότι ο τευλευταίος έχει έννομο συμφέρο να προσβάλει την επίδικη απόφαση, αλλά μόνο στην έκταση που αμφισβητεί τη νομιμότητα του σχεδίου υπηρεσίας με βάση το οποίο η υποψηφιότητα του για προαγωγή στην επίδικη θέση είχε αποκλειστεί. Παρέπεμψε το δικαστήριο στην υπόθεση Meletis and Others v. Cyprus Ports Authority and Another (1987) 3 C.L.R. 1984, 1987 (απόφαση Ολομέλειας) στην οποία έχει νομολογηθεί ότι ένα "σχέδιο υπηρεσίας μπορεί να προσβληθεί έμμεσα με προσφυγή που στρέφεται εναντίον του αποτελέσματος της εφαρμογης του όπως μια προαγωγή ή ένας διορισμός που διενεργείται σύμφωνα με τις πρόνοιες του" (Βλ. και Makris ν. Republic (1986) 3 C.L.R. 10, 17, 18, Savva v. E.A.C. (1986) 3 C.L.R. 80,88 και Economides v. Republic (1972) 3 C.L.R. 506).
Εν όψει της πιο πάνω θέσης του αιτητή - ότι το έννομο συμφέρον περιορίζεται στην έκταση που ο αιτητής αμφισβητεί τη νομιμότητα του σχεδίου υπηρεσίας - ο ευπαίδευτος συνήγορος της Α.Η.Κ. περιόρισε την επιχειρηματολογία του στο θέμα της νομιμότητας του επίδικου σχεδίου υπηρεσίας.
Υιοθετώ την πιο πάνω θέση της νομολογίας. Κρίνω ότι ο αιτητής έχει έννομο συμφέρον να προωθήσει την παρούσα προσφυγή για να τύχει της ετυμηγορίας του δικαστηρίου σχετικά με την εγκυρότητα του επίδικου σχεδίου υπηρεσίας. Εάν ήθελε κριθεί ότι το σχέδιο υπηρεσίας είναι έγκυρο τότε ο αιτητής θα στερηθεί αμέσως του εννόμου συμφέροντος να προωθήσει περαιτέρω την παρούσα διαδικασία. Σε τέτοια περίπτωση ο αιτητής θα κριθεί ότι ορθά είχε αποκλεισθεί ως υποψήφιος επειδή δεν κατείχε τα προσόντα που προβλέποντο από το σχετικό σχέδιο υπηρεσίας (βλ. Meletis (πιο πάνω) στη σελ. 1987). Προχωρώ, λοιπόν, στην εξέταση της ουσίας της προσφυγής.
Ήταν η θέση του ευπαίδευτου συνήγορου του αιτητή ότι το επίδικο σχέδιο υπηρεσίας είναι παράνομο. Καταρτισθεί με τέτοιο τρόπο "όχι μόνο δια να επιφέρει τιμωρία και βλάβη στον αιτητή αλλά δια να εξυπηρετήσει αλλότριους σκοπούς κατά του αιτητή δηλαδή τον αποκλεισμό του από προαγωγή στην αμέσως ανώτερη θέση". Ήταν, περαιτέρω, η θέση του ότι το σχέδιο υπηρεσίας είναι αντίθετο προς το άρθρο 28 του Συντάγματος που κατοχυρώνει την αρχή της ισότητας μεταξύ των πολιτών. Η ανισότητα, σύμφωνα με την εισήγηση, προκύπτει από το γεγονός ότι στην περίπτωση "Διευθυντή Τεχνικού Υπηρεσιών και Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή" και "Αρχιμηχανικού και Γενικού Διευθυντή" τα σχέδια υπηρεσίας "εξαιρούν τους κατέχοντες την αμέσως κατώτερη θέση από τον Πανεπιστημιακό Τίτλο".
Έχει νομολογηθεί ότι τα σχέδια υπηρεσίας αποτελούν μέσο για την άρτια στελέχωση δημόσιας αρχής ή οργάνου. Ο καταρτισμός τους σχετίζεται άμεσα με την εκτίμηση των λειτουργικών αναγκών της υπηρεσίας και συνιστά πτυχή της εκτελεστικής λειτουργίας. Η ετοιμασία τους αποβλέπει στην ευόδωση του διοικητικού έργου των φορέων της εκτελεστικής λειτουργίας (Βλ. Χατζηπαύλου ν. Α.Η.Κ. (1991) 3 Α.Α.Δ. 11, 19 και Δημοκρατία ν. Πογιατζή (1992) 3 Α.Α.Δ.196, 203).
Περαιτέρω, έχει νομολογηθεί ότι η αρμόδια αρχή δεν κωλύεται να τροποποιήσει ή να αντικαταστήσει το παλιό σχέδιο υπηρεσίας (Βλ. Economides v. Republic (1972) 3 C.L.R. 506, (1973) 3 C.L.R. 410 (απόφαση της Ολομέλειας) και Τομάζου ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ.. 2935).
Στην Τομάζου (πιο πάνω) διατυπώνεται η άποψη ότι περιορισμός του δικαιώματος τροποποίησης των σχεδίων υπηρεσίας θα αποστερούσε την αρμόδια αρχή από την ευχέρεια να προσαρμόσει τις προδιαγραφές για τη στελέχωση της δημόσιας υπηρεσίας στα σύγχρονα δεδομένα και απαιτήσεις και θα καθήλωνε το νομοθετικό καθεστώς για ανέλιξη στη δημόσια υπηρεσία στα δεδομένα του παρελθόντος. Περαιτέρω, στην ίδια απόφαση, επισημαίνεται ότι ο διορισμός στη δημόσια υπηρεσία δεν εξασφαλίζει ούτε κατοχυρώνει δικαίωμα για προαγωγή. Ούτε υπάρχει κεκτημένο δικαίωμα για τη μη τροποποίηση των σχεδίων υπηρεσίας.
Υιοθετώ επί των πιο πάνω σημείων τις θέσεις της νομολογίας μας. Κρίνω ότι η Αρμόδια Αρχή δεν κωλύεται να τροποποιήσει τα υφιστάμενα σχέδια υπηρεσίας, θεωρώ ότι τα σχέδια υπηρεσίας αποτελούν τις προδιαγραφές για διορισμό ή ανέλιξη στη δημόσια υπηρεσία. Η αρμόδια αρχή πρέπει πάντοτε να έχει την ευχέρεια να τροποποιεί υφιστάμενα σχέδια υπηρεσίας για να ανταποκρίνονται στις ανάγκες της συγκεκριμένης υπηρεσίας, όπως αυτές προσδιορίζονται από την αρμόδια αρχή. Τα σχέδια υπηρεσίας δεν μπορούν να είναι προσαρμοσμένα στις ανάγκες ενός υπαλλήλου. Δεν μπορούν να στοχεύουν στην εξυπηρέτηση ατομικών συμφερόντων αλλά μόνο στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων της δημόσιας υπηρεσίας και κατ' επέκταση του δημόσιου συμφέροντος. Το τελευταίο υπερισχύει έναντι παντός ατομικού συμφέροντος. Υιοθέτηση διαφορετικής πορείας θα ήταν επιζήμια προς τα συμφέροντα της υπηρεσίας και θα αποτελούσε οπισθοδρόμηση. Πεδίο επέμβασης του δικαστηρίου υφίσταται μόνο στα πλαίσια που προδιαγράφονται από το άρθρο 146.1 του Συντάγματος δηλαδή οσάκις διαπιστώνεται ότι το σχέδιο υπηρεσίας είναι αντίθετο "προς τα διατάξεις του Συντάγματος, ή τον Νόμον ή εγένετο καθ' υπέρβασιν ή κατάχρησιν της εξουσίας της εμπεπιστευμένης εις το όργανον ή την αρχήν...".
Πρώτος λόγος ακυρώσεως - Τιμωρία και βλάβη του αιτητή και εξυπηρέτηση αλλότριων σκοπών.
Δεδομένων των πιο πάνω θέσεων της νομολογίας - ότι η αρμόδια αρχή διατηρεί την ευχέρεια τροποποίησης των σχεδίων υπηρεσίας και ότι δεν υπάρχει κεκτημένο δικαίωμα μη τροποποίησης των σχεδίων υπηρεσίας - δεν βλέπω πως μπορούν να αποδοθούν στην Α.Η.Κ. τα ισχυριζόμενα από τον αιτητή κίνητρα. Εξέταση της εγκυρότητας των σχεδίων υπηρεσίας από την σκοπιά που εισηγείται ο αιτητής, η οποία σκοπεί αποκλειστικά και μόνο να φέρει τα σχέδια υπηρεσίας στα δικά του μέτρα θα αποτελούσε εισαγωγή ανυπέρβλητων προσκομμάτων στην ευχέρεια της αρμόδιας αρχής να τροποποιεί - όπως αναγνωρίζεται από τη Νομολογία - οποτεδήποτε το θεωρεί πρέπον, τα σχέδια υπηρεσίας. Περαιτέρω, θα αποτελούσε πορεία που θα έθετε το ατομικό συμφέρον του αιτητή πάνω από τα συμφέροντα της υπηρεσίας στο σύνολο της. Μοναδικός δε κριτής προσδιορισμού των συμφερόντων της υπηρεσίας είναι η κατά το Νόμο Αρμόδια Αρχή. Για τους πιο πάνω λόγους ο πρώτος λόγος ακυρώσεως δεν μπορεί να πετύχει.
Δεύτερος λόγoς ακυρώσεως - Παράβαση της Αργής της Ισότητας - Άρθρο 28 του Συντάγματος.
Όπως έχει ήδη υποδειχθεί η ισχυριζόμενη αντισυνταγματικότητα του επίδικου σχεδίου υπηρεσίας προβάλλεται σε σχέση με τις θέσεις "Διευθυντή Τεχνικών Υπηρεσιών και Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή" και "Αρχιμηχανικού και Γενικού Διευθυντή". Παρίσταται, λοιπόν, ανάγκη να εξετάσουμε τις επίμαχες διατάξεις των σχεδίων υπηρεσίας των πιο πάνω δύο θέσεων.
Τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας ακαδημαϊκά προσόντα για τη θέση του "Διευθυντή Τεχνικών Υπηρεσιών και Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή", είναι τα πιο κάτω:-
"(α) Πανεπιστημιακό πτυχίο ή δίπλωμα
ή
(β) Τέτοιο άλλο ακαδημαϊκό προσόν, το οποίο κατά την κρίση της Αρχής μπορεί να θεωρηθεί ισότιμο,
και
(γ) μεταπτυχιακή εκπαίδευση και τέτοια πείρα τέτοιας χρονικής διάρκειας και επιπέδου που να δίνει τη δυνατότητα στον κάτοχο να καταστεί Corporate Member του Ινστιτούτου Ηλεκτρολόγων ή/και Μηχανολόγων Μηχανικών, του Ηνωμένου Βασιλείου.
............
Δεύτερο πτυχίο ή δίπλωμα, που γίνεται αποδεκτό από την Αρχή ως ισότιμο, στη Διοίκηση ή στα Οικονομικά, θα θεωρείται πλεονέκτημα".
Με βάση τη σημείωση (1) του σχεδίου υπηρεσίας "μηχανικοί που ήταν στην υπηρεσία της Αρχής την 1.1.78 εξαιρούνται από τις πρόνοιες της παραγράφου που προβλέπει για "δεύτερο πτυχίο ή δίπλωμα". Και με βάση την σημείωση (2) "μηχανικοί που ήταν στην υπηρεσία της Αρχής την 1.3.1987 και οι οποίοι δεν ικανοποιούν το προσόν της παραγ. (γ), πιο πάνω, εξαιρούνται, κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις, από το προσόν εκείνο".
Βλέπουμε λοιπόν ότι οι σχετικές εξαιρέσεις αφήνουν άθικτη την πρόνοια του σχεδίου υπηρεσίας για πανεπιστημιακό πτυχίο ή δίπλωμα ή άλλο ισότιμο ακαδημαϊκό προσόν. Τα ίδια ισχύουν και σε σχέση με τη θέση "Αρχιμηχανικού και Γενικού Διευθυντή" για την οποία απαιτούνται τα πιο κάτω ακαδημαϊκά προσόντα:
"(α) Πανεπιστημιακό ή άλλο ισότιμο ανωτάτου εκπαιδευτικού ιδρύματος πτυχίο ή δίπλωμα στην Ηλεκτρολογική Μηχανική ή τη Μηχανολογική Μηχανική.
(β) Εγγεγραμμένος στο Μητρώο Μελών του κλάδου της Ηλεκτρολογικής Μηχανικής ή της Μηχανολογικής Μηχανικής του Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου (ΕΤΕΚ).
(γ) Δεύτερο πτυχίο ή δίπλωμα, που γίνεται αποδεκτό από την Αρχή ως ισότιμο, στη Διοίκηση ή στα Οικονομικά, θα θεωρείται πλεονέκτημα."
- Με σχετική σημείωση εξαιρούνται από τις πρόνοιες της παραγ. (γ), πιο πάνω, μηχανικοί που ήταν στην υπηρεσία της Αρχής την 1.1.78.
Στην περίπτωση όμως του αιτητή δεν επιδιώκεται να παραμείνει άθικτη η πρόνοια για πανεπιστημιακό δίπλωμα. Αντίθετα ο αιτητής επιδιώκει να καλυφθεί από το σχέδιο υπηρεσίας ενώ είναι δεκτό ότι δεν κατέχει πανεπιστημιακό δίπλωμα ή άλλο ισότιμο προσόν.
Κατά την εξέταση ζητημάτων συνταγματικότητας πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι υπάρχει τεκμήριο υπέρ της συνταγματικότητας της επίμαχης διατάξεως και μια τέτοια διάταξη μπορεί να κηρυχθεί αντισυνταγματική μόνο αν το δικαστήριο πεισθεί περί αυτού πέρα από κάθε λογική αμφιβολία (Συμβούλιο Εγγραφής Αρχιτεκτόνων και Πολιτικών Μηχανικών ν. Κυριακίδης(1966) 3 Α.Α.Δ. 640 και Μάτσης ν. Δημοκρατίας (1969) 3 Α.Α.Δ. 245).
Το άρθρο 28.1 του Συντάγματος έχει τύχει ερμηνείας σε σειρά αποφάσεων της νομολογίας μας. Ο όρος "ίσοι ενώπιον του Νόμου" στο άρθρο 28.1 του Συντάγματος δεν μεταδίδει την έννοια της ακριβούς αριθμητικής ισότητας αλλά διασφαλίζει μόνον εναντίον αυθαίρετων διακρίσεων και δεν αποκλείει εύλογες διακρίσεις οι οποίες πρέπει να γίνουν λόγω της ιδιάζουσας φύσεως των πραγμάτων (Μικρομμάτης ν. Δημοκρατίας, 2 R.S.C.C. 125).
Στη υπόθεση Δημοκρατία ν. Αρακιάν κ.ά. (1972) 3 Α.Α.Δ. 294,είχαν υιοθετηθεί οι πιο κάτω αρχές της ελληνικής νομολογίας:
(1)Η συνταγματική αρχή της ισότητας συνεπάγεται την ίση ή ομοιόμορφη μεταχείριση "πάντων των υπό τας αυτάς συνθήκας τελούντων" (Υπόθεση 1273/65 του Στ.Ε.).
(2) Το άρθρο 3 του Ελληνικού Συντάγματος του 1952 - το οποίο αντιστοιχεί με το πιο πάνω άρθρο 28.1 - "αποκλείει μόνον την υπό του νομοθέτου θέσπισιν διακρίσεων αυθαιρέτων και όλως αδικαιολόγητων" (Υποθέσεις 1247/67 και 1870/67 του Στ.Ε.).
(3) "Ουδόλως προκύπτει παραβίασις της αρχής της ισότητος και ως εκ τούτου ακυρότης των προσβαλλομένων πράξεων, εφ' όσον πρόκειται περί ρυθμίσεων σχέσεων τελουσών υπό διαφόρους πραγματικάς συνθήκας, αίτινες δεν αποκλείουν ανομοιομορφίας εν των διακανονισμώ αυτών" (Υπόθεση 2063/68 του Στ.Ε.).
(4) Η αρχή της ισότητας εφαρμόζεται "επί περιπτώσεων τελουσών υπό τας αυτάς εν γένει συνθήκας" (Υπόθεση 1215/69 του Στ.Ε.).
Στη Σεργίδη ν. Δημοκρατίας (1991) 1 Α.Α.Δ. 119 (Απόφαση Ολομέλειας) υποδεικνύεται ότι το άρθρο 28 έχει ως λόγο (Βλ. Μικρομμάτης, πιο πάνω) την ουσιαστική σε αντίθεση με την φαινομενική ισότητα. Υποδεικνύεται, επίσης, ότι η δυναμική της αρχής της ισότητας επιβάλλει την ανίχνευση της φύσης, των υποκειμένων και αντικειμένων του δικαίου ώστε να αποδίδονται τα ίσα στα όμοια και τον αποκλεισμό της ταύτισης των ανόμοιων (Βλ. και απόφαση του Πική, Δ. - όπως ήταν τότε - στην Πρόεδρος της Δημοκρατίας ν. Βουλής των Αντιπροσώπων (1989) 3 Α.Α.Δ. 1931, σχετικά με τον τρόπο προσδιορισμού της ομοιογένειας).
Από το σύνολο των πορισμάτων της Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας συνάγεται ότι αυτό που απαγορεύει η συνταγματική αρχή της ισότητας είναι η δημιουργία αυθαίρετων, τυχαίων ή συμπτωματικών διακρίσεων. Ομοίως απαγορεύεται η εξομοίωση, από τον κοινό Νομοθέτη διαφορετικών καταστάσεων, ή η ενιαία μεταχείριση προσώπων που βρίσκονται υπό διαφορετικές συνθήκες πραγματικές ή νομικές με βάση όμως τυπικά ή συμπτωματικά κριτήρια. Ως αντισυνταγματικές θεωρούνται μόνο οι προδήλως παραβιάζουσες την αρχή της ισότητας διατάξεις. Η δε δικαστική εξουσία περιορίζεται σε έλεγχο υπερβάσεως ακραίων ορίων (Βλ. και Γιασεμίδου ν. Δημοτικού Συμβουλίου Λευκωσίας κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 491, Τουμάζου (πιο πάνω), Αριστόβουλου Μάνεση, "Συνταγματική Θεωρία και Πράξη", σελ. 320 και Π.Δ. Δαγτόγλου, "Συνταγματικό Δίκαιο - Ατομικά Δικαιώματα", Τόμος Β, Παραγ. 1352-53).
Τυγχάνει εξεταστέο το κατά πόσο έχει λάβει χώραν οποιαδήποτε αυθαίρετη διάκριση εις βάρος του αιτητή. Κατά την κρίση μου θα είχαμε τέτοια διάκριση αν στην περίπτωση των δύο πιο πάνω θέσεων εθεσπίζετο εξαίρεση από τις πρόνοιες για κατοχή διπλώματος. Όπως υποδεικνύεται πιο πάνω δεν αντιμετωπίζουμε τέτοια περίπτωση, επειδή η πρόνοια για κατοχή πανεπιστημιακού διπλώματος έχει παραμείνει άθικτη. Ακολουθεί πως δεν έχει σημειωθεί οποιασδήποτε μορφής διάκριση εις βάρος του αιτητή και ο σχετικός λόγος ακυρώσεως δεν μπορεί να πετύχει.
Το σχέδιο υπηρεσίας είναι καθόλα έγκυρο. Ο αιτητής νομίμως και ορθώς έχει αποκλεισθεί κατά την εφαρμογή του σχεδίου υπηρεσίας επειδή δεν κατείχε τα σχετικά προσόντα. Κατά συνέπεια στερείται εννόμου συμφέροντος, δυνάμει του άρθρου 146.2 του Συντάγματος, να προσβάλει τις επίδικες προαγωγές (Βλ. Meletis and Others v. Cyprus Ports Authority and Another (1987) 3 CUR. 1988,1991).
Η προσφυγή απορρίπτεται. Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται στην ολότητα της. Ο αιτητής να πληρώσει ποσό £200.- έναντι των εξόδων των καθ' ων η αίτηση.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.