ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 4 ΑΑΔ 772
24 Μαρτίου, 1997
[ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 25,26,28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1.ΑΝΔΡΕΑΣ ΣΥΜΕΟΥ,
2.ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΕΡΓΟΛΗΠΤΩΝ ΞΥΛΟΤΥΜΠΩΝ ΠΟΒΕΚ ΠΑΦΟΥ,
Αιτητές,
ν.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΓΓΡΑΦΗΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΡΓΟΛΗΠΤΩΝ ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΡΓΩΝ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 53/93)
Προσφυγή βάσει τον Άρθρου 146 τον Συντάγματος — Κατάργηση διοικητικής δίκης — Κατάργηση λόγω ανακλήσεως της επίδικης απόφασης — Το ζήτημα της παραμένουσας ζημίας του αιτητή και η επίλυσή τον από τη νομολογία — Συναρμογή της κατάργησης της δίκης με το έννομο συμφέρον του αιτητή.
Οι αιτητές επεδίωξαν την ακύρωση της άρνησης εγγραφής του πρώτου από αυτούς στο καθ' ου η αίτηση Συμβούλιο και παρά την μεσολαβήσασα ανάκληση της προσβαλλόμενης πράξης, ενέμειναν στο ακυρωτικό αίτημά τους.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
Τα ερωτήματα που εγείρονται στην παρούσα προσφυγή είναι ποια η τύχη της προσφυγής μετά την ανάκληση της προσβαλλόμενης πράξης, τί εξετάζει το Δικαστήριο για να αποφασίσει αν η ανάκληση της πράξης έχει επιφέρει την κατάργηση της δίκης και αν οι αιτητές συνεχίζουν να έχουν έννομο συμφέρον.
Το πιο πάνω απασχόλησε την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στη Χρίστος Παπαδόπουλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ.973.
Το θέμα μελετήθηκε διεξοδικά από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου και έγινε αναφορά σε όλη την προϋπάρχουσα Νομολογία, και κατέληξε ότι το Ανώτατο Δικαστήριο δεν εξετάζει την έκταση των ζημιών, αλλά ερευνά αν εκ πρώτης όψεως παραμένει ζημιά ή βλάβη, η οποία δεν εξαλείφθηκε από την ανάκληση, για ν' αποφασίσει αν η δίκη καταργείται ή συνεχίζεται. Το βάρος απόδειξης βαρύνει τους αιτητές.
Στην παρούσα υπόθεση οι αιτητές απέτυχαν να αποσείσουν αυτό το βάρος ότι υπέστησαν οποιανδήποτε ζημιά η οποία δεν εξαλείφθηκε με την ανάκληση της επίδικης διοικητικής απόφασης, και για το λόγο αυτό το Δικαστήριο κρίνει ότι η ανάκληση της επίδικης πράξης εξάλειψε εξ ολοκλήρου όλα τα αποτελέσματα και συνέπειες της προσβαλλόμενης πράξης, και ως εκ τούτου ο αιτητής στερείται του αναγκαίου εννόμου συμφέροντος αφού η προσφυγή έμεινε χωρίς αντικείμενο μετά την ανάκληση.
Σύμφωνα με βασική αρχή του διοικητικού δικαίου το έννομο συμφέρον του αιτητή πρέπει να υπάρχει τόσο κατά το χρόνο της έγερσης της προσφυγής, όσο και κατά το χρόνο ακρόασής της.
Οι αιτητές δε συνεχίζουν να έχουν έννομο συμφέρον.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Παπαδόπουλος ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 973.
Προσφυγή.
Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η απόφαση των καθ' ων η αίτηση με την οποία απέρριψε το αίτημα του αιτητή για εγγραφή στο Συμβούλιο Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτών.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές.
Ν. Παναγιώτου, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ, Δ.: Οι αιτητές ζητούν την πιο κάτω θερα-πεία:-
"1. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση του καθ' ου ή αίτηση, η οποία γνωστοποιήθηκε στον αιτητή αρ. 1 με επιστολή ημερομ. 9.11.1992 και με την οποίαν απέρριψε το αίτημα του αιτητή για εγγραφή του στο Συμβούλιο Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτών είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε, έννομου αποτελέσματος."
Ο αιτητής αρ. 1 ασκεί το επάγγελμα του Εργολήπτη Ξυλοτύμπων επ' αμοιβή, και για το σκοπό αυτό διατηρούσε, και διατηρεί σχετικό Μηχανικό Εξοπλισμό.
Ο αιτητής αρ. 1 είναι μέλος του αιτητή αρ. 2, του Συνδέσμου Εργοληπτών Ξυλοτύμπων ΠΟΒΕΚ Πάφου, που είναι ο φορέας ένωσης που αποσκοπεί με την ύπαρξη του να εξυπηρετήσει τα μέλη του, και ενδιαφέρεται για την επαγγελματική αποκατάσταση των μελών του, και που η απόφαση αυτή πλήττει συλλογικά τα δικαιώματα του αιτητή αρ. 1 και όλων των μελών τους.
Ο αιτητής αρ. 1 υπέβαλε αίτηση προς τους καθ' ων η αίτηση για να εγγραφεί στο Συμβούλιο.
Οι καθ' ων η αίτηση με επιστολή τους ημερομηνίας 9/11/1992 πληροφόρησαν τον αιτητή αρ. 1 ότι το αίτημα του για εγγραφή στο Συμβούλιο δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό γιατί δεν ικανοποιεί τις πρόνοιες της Νομοθεσίας για εγγραφή.
Εναντίον της πιο πάνω απόφασης καταχωρίστηκε η παρούσα προσφυγή στις 19/1/1993.
Νομικοί ισχυρισμοί που προβλήθηκαν για ακύρωση της επίδικης απόφασης έχουν συνοπτικά ως πιο κάτω:-
Οι πρόνοιες των άρθρων 5 και 8 του Περί Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτών Οικοδομικών και Τεχνικών Έργων Νόμου αντίκεινται στο Σύνταγμα (Άρθρα 25,26 και 28).
Η πράξη και/ή απόφαση των καθ' ων η αίτηση λήφθηκε χωρίς τη δέουσα έρευνα και κάτω από πλάνη περί τα πράγματα, και η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται αιτιολογίας.
Οι καθ' ων η αίτηση ήγειραν προδικαστική ένσταση ότι "το Συμβούλιο δεν είναι Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου, αλλά Ιδιωτικού και επομένως οι αποφάσεις του δεν είναι επιδεκτικές προσβολής δια διοικητικής προσφυγής.."
Το Συμβούλιο Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτών Οικοδομικών και Τεχνικών Έργων στις 15/6/1994 (βλέπε Πρακτικά 617, σελίδα 30, στο Διοικητικό Φάκελο), "αποφάσισε όπως ανακαλέσει την απόφαση του που αναφέρεται στα πρακτικά με αριθμό 535 ημερομηνίας 21 Οκτωβρίου 1992 που αφορά την απόρριψη της αίτησης του κ. Ανδρέα Συμεού για εγγραφή.". Επίσης αποφασίστηκε το θέμα να επανεξεταστεί στην επόμενη συνεδρία.
Στις 20/7/1994:-
"Αποφασίστηκε όπως αποσταλεί επιστολή στον κ. Συμεού Ανδρέα, στην οποία να αναφέρεται ότι θα πρέπει να αποστείλει το συντομότερο δυνατό όλα τα αποδεικτικά στοιχεία που τυχόν έχει στην κατοχή του και σύμφωνα με τα οποία φαίνεται ότι έχει συμπληρώσει την απαιτούμενη από το Νόμο προϋπόθεση της κατοχής συνολικής πείρας επτά ετών σε ολοκληρωμένα οικοδομικά έργα από τα οποία τα τέσσερα ως τεχνίτης και τα τρία ως επιστάτης.
Σε περίπτωση που δεν ανταποκριθεί και δεν αποστείλει τα πιο πάνω στοιχεία εντός ενός μηνός από τη λήψη της επιστολής, το Συμβούλιο θα προχωρήσει στην επανεξέταση της αίτησής του όπως αυτή αρχικά υποβλήθηκε από τον ίδιο."
Η θέση του δικηγόρου του Συμβουλίου είναι ότι:-
α) Δεδομένου ότι το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο έχει αποκλειστική δικαιοδοσία να αποφασίζει οριστικά και αμετάκλητα επί πάσης προσφυγής εναντίον απόφασης, πράξης ή παράλειψης οργάνων, την οποία αντλεί ρητά δυνάμει του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος, και
(β) Ότι σύμφωνα με το 146.4 το Ανώτατο Δικαστήριο δύναται να επικυρώσει ή να κυρήξει άκυρη την πράξη ή την παράλειψη ενός τέτοιου οργάνου.
Το εδάφιο 146.6 τυγχάνει εφαρμογής μόνο στις περιπτώσεις εκείνες κατά τις οποίες το Ανώτατο Δικαστήριο άσκησε οποιαδήποτε από τις εξουσίες που του παρέχονται δυνάμει του 146.4.
Δυνάμει όμως της καθ' όλα παραδεκτής αρχής του Διοικητικού Δικαίου, ότι η ανάκληση μιας διοικητικής πράξης εξαφανίζει αυτήν αναδρομικά, με περαιτέρω αποτέλεσμα η Διοικητική Δίκη να καθίσταται άνευ αντικειμένου δεδομένου ότι το αντικείμενό της που είναι η ανακληθείσα διοικητική πράξη έχει αναδρομικά εξαφανισθεί από το νομικό κόσμο.
Πουθενά το Άρθρο 146 του Συντάγματος δε δίνει δικαιοδοσία ή ευχέρεια στο Διοικητικό Δικαστή να εξετάζει καθ' οιονδήποτε τρόπο το θέμα της ζημιάς ή το ενδεχόμενο του αιτητή συνεπεία της έκδοσης ή και της ανάκλησης της διοικητικής πράξης. Πολύ δε περισσότερο το Διοικητικό Δικαστήριο δεν έχει καμμιά δικαιοδοσία να εφαρμόζει ή να εξαρτά την απόφαση του (κατά πόσον δηλαδή θα θεωρήσει ότι το αντικείμενο της δίκης εξαφανίσθηκε ή αν θα πρέπει να προχωρήσει και εκδώσει ακυρωτική απόφαση επί της ανακληθείσας πράξης) από το αν προέκυψε ή θα προκύψει ζημιά στον αιτητή.
Τα χέρια του Διοικητικού Δικαστή είναι δεμένα και εφ' όσον γίνεται ανάκληση της διοικητικής πράξης δεν υπάρχει τίποτε ενώπιόν του επί του οποίου να αποφασίσει θετικά ή αρνητικά.
Από πλευράς αιτητών υπάρχει ισχυρισμός ότι οι αιτητές δικαιούνται στην ακυρωτική απόφαση γιατί είχε και έχει έννομο συμφέρον να επιμένει σε ακύρωση, δικαίωμα που δεν εξαφάνισε η ανάκληση και αν ο αιτητής δικαιούται ή όχι αποζημίωση για υλική ή και ηθική βλάβη είναι θέμα του αρμόδιου δικαστήριου αφού υπάρξει ακύρωση στα πλαίσια του Άρθρου 146 και αφού διεκδικήσει θεραπεία δικαστικά στα πλαίσια του Άρθρου 146.6 του Συντάγματος.
Τα ερωτήματα που εγείρονται στην παρούσα προσφυγή είναι ποια η τύχη της προσφυγής μετά την ανάκληση της προσβαλλόμενης πράξης, τι εξετάζει το Δικαστήριο για να αποφασίσει αν η ανάκληση της πράξης έχει επιφέρει την κατάργηση της δίκης και αν οι αιτητές συνεχίζουν να έχουν έννομο συμφέρον.
Το πιο πάνω απασχόλησε την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στη Χρίστος Παπαδόπουλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ.973.
Το θέμα μελετήθηκε διεξοδικά από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου και έγινε αναφορά σε όλη την προϋπάρχουσα Νομολογία και κατέληξε ότι το Ανώτατο Δικαστήριο δεν εξετάζει την έκταση των ζημιών, αλλά ερευνά αν εκ πρώτης όψεως παραμένει ζημιά ή βλάβη, η οποία δεν εξαλείφθηκε από την ανάκληση, για ν' αποφασίσει αν η δίκη καταργείται ή συνεχίζεται. Το βάρος απόδειξης βαρύνει τους αιτητές.
Στην παρούσα υπόθεση οι αιτητές απέτυχαν να αποσείσουν αυτό το βάρος ότι υπέστησαν οποιανδήποτε ζημιά η οποία δεν εξαλείφθηκε με την ανάκληση της επίδικης διοικητικής απόφασης, και για το λόγο αυτό το Δικαστήριο κρίνει ότι η ανάκληση της επίδικης πράξης εξάλειψε εξ ολοκλήρου όλα τα αποτελέσματα και συνέπειες της προσβαλλόμενης πράξης, και ως εκ τούτου ο αιτητής στερείται του αναγκαίου εννόμου συμφέροντος αφού η προσφυγή έμεινε χωρίς αντικείμενο μετά την ανάκληση.
Σύμφωνα με βασική αρχή του διοικητικού δικαίου το έννομο συμφέρον του αιτητή πρέπει να υπάρχει τόσο κατά το χρόνο της έγερσης της προσφυγής, όσο και κατά το χρόνο ακρόασής της.
Οι αιτητές δε συνεχίζουν να έχουν έννομο συμφέρον.
Το Δικαστήριο κηρύσσει καταργημένη την προσφυγή.
Η προσφυγή απορρίπτεται.
Οι αιτητές να πληρώσουν £200,00 έναντι των εξόδων των καθ' ων η αίτηση.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.