ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
(1997) 4 ΑΑΔ 397
18 Φεβρουαρίου, 1997
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146 ΚΑΙ 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ης η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 851/95)
Δημόσιοι Υπάλληλοι — Προαγωγές — Εμπιστευτικές εκθέσεις — Αδυναμία της Ε.Δ.Υ, να επέμβει επ' αυτών — Υποχρέωση της να τις λάβει υπόψη ως έχουν — Περιστάσεις αμφισβήτησης αξιολόγησης από την Ε.Δ. Υ. στην κριθείσα περίπτωση.
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος —Λόγοι ακυρώσεως — Έλλειψη αιτιολογίας και δέουσας έρευνας — Εσφαλμένη η ειδική αιτιολογία παραγνώρισης της σύστασης του Προϊσταμένου σε διαδικασία προαγωγής — Έλλειψη δέουσας έρευνας της πείρας υποψηφίου.
Η αιτήτρια προσέβαλε την προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους σε Πρώτο Λειτουργό Μηχανογράφησης.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
1. Φαίνεται εν προκειμένω ότι η πλειοψηφία της ΕΔΥ στην ουσία αμφισβήτησε την αξιολόγηση της αιτήτριας για το 1994, πράγμα που δεν είχε εξουσία να πράξει. Ο Νόμος (Άρθρο 35(4) του Ν. 1/90), επιβάλλει στην ΕΔΥ τη λήψη υπόψη των ετήσιων υπηρεσιακών εκθέσεων. Η αξιολόγηση εμπίπτει στην αρμοδιότητα των αξιολογούντων λειτουργών και ασκείται με βάση τη δική τους κρίση. [Βλέπε: Περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Αξιολόγηση Υπαλλήλων) Κανονισμοί 1990-1993 (Κ.Δ.Π. 386/90 και 110/93)]. Στην ΕΔΥ δεν παρέχεται εξουσία ούτε από το Νόμο ούτε από τους Κανονισμούς να υποκαταστήσει με τη δική της κρίση την αξιολόγηση που έγινε στις εμπιστευτικές εκθέσεις. Τέτοια εξουσία παρείχετο στην ΕΔΥ με βάση την ΚΔ.Π. 386/90, η οποία όμως αντικαταστάθηκε από την Κ.Δ.Π. 110/93 όσον αφορά το σημείο αυτό. Δικαίωμα αμφισβήτησης των αξιολογήσεων με υποβολή παραστάσεων, δίνεται από τους Κανονισμούς στον αξιολογούμενο. Εξουσία τροποποίησης αξιολόγησης δίνεται από τον Καν. 10, στην ίδια την ομάδα αξιολόγησης.
Ο Διευθυντής ήταν ένας από τα μέλη της ομάδας αξιολόγησης και των δύο υποψηφίων και η τέτοια αξιολόγηση τους μπορεί να θεωρηθεί σαν συγκριτική. Με βάση την αξιολόγηση αυτή, η αιτήτρια υπερείχε, έστω και σε ένα από τα επιμέρους στοιχεία, του ενδιαφερομένου μέρους. Η παρατήρηση της πλειοψηφίας ότι δεν υπήρχαν υποστηριτικά στοιχεία ή τεκμήρια που να δικαιολογούν την αναβάθμιση της αξιολόγησης της αιτήτριας στο εν λόγω στοιχείο και το συμπέρασμα τους ότι η βελτίωση της προέκυψε από το ζήλο της για υπερωριακή απασχόληση, δεν έχουν βάση.
Τα στοιχεία που συνθέτουν την Επαγγελματική Κατάρτιση υπαλλήλου, όπως επεξηγείται στο έντυπο αξιολόγησης, δεν μπορούν να εντοπισθούν αποκλειστικά στο περιεχόμενο των φακέλων. Η παρακολούθηση εξελίξεων και εμπλουτισμού των γνώσεων στον τομέα εργασίας υπαλλήλου μπορεί να γίνει για παράδειγμα με τη μελέτη επιστημονικών συγγραμμάτων, περιοδικών ή/και άλλων μέσων. Οπωσδήποτε, ο ζήλος για υπερωριακή εργασία δεν εμπίπτει στο στοιχείο της επαγγελματικής κατάρτισης, αλλά στο στοιχείο "Υπηρεσιακό ενδιαφέρον" το οποίο βαθμολογείται ξεχωριστά.
2. Υπάρχει επίσης βάση στις αιτιάσεις της αιτήτριας σχετικά με το εύρημα της πλειοψηφίας της ΕΔΥ όσον αφορά την υπεροχή του ενδιαφερομένου μέρους σε πείρα.
Όπως φαίνεται από τα στοιχεία του φακέλου της και η αιτήτρια είχε ανάλογη πείρα στον ιδιωτικό τομέα που δεν φαίνεται να λήφθηκε υπόψη ούτε να ερευνήθηκε καθόλου από την ΕΔΥ.
3. Με βάση τα πιο πάνω, η αιτιολογία που δόθηκε από την ΕΔΥ για την παραγνώριση της σύστασης του Διευθυντή πάσχει.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Republic v. Hans (1985) 3 C.L.R. 106,
Georghiou v. Republic (1976) 3 C.L.R. 74.
Προσφυγή.
Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας με την οποία προήγαγε στη θέση Πρώτου Λειτουργού Μηχανογράφησης το ενδιαφερόμενο μέρος αντί την αιτήτρια.
Α Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια.
Τ. Πολυχρονίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α', για την Καθ' ης η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.: Η προσφυγή αυτή στρέφεται εναντίον της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ), η οποία δημοσιεύθηκε στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερομηνίας 1.9.1995, με την οποία προήχθη στη θέση Πρώτου Λειτουργού Μηχανογράφησης, Τμήμα Μηχανογραφικών Υπηρεσιών, από 15.8.1995 το ενδιαφερόμενο μέρος Γεωργία Μιχαηλίδου Βαρνάβα, αντί της αιτήτριας.
Με επιστολή του Υπουργείου Οικονομικών ημερομηνίας 14.3.1995, ζητήθηκε η πλήρωση μιας κενής μόνιμης θέσης Πρώτου Λειτουργού Μηχανογράφησης που είναι θέση προαγωγής.
Στην κρίσιμη συνεδρία της ΕΔΥ, ημερομηνίας 21.7.1995, παρέστη, κατόπιν πρόσκλησης και ο Διευθυντής του Τμήματος Μηχανογραφικών Υπηρεσιών (ο Διευθυντής), ο οποίος αφού αναφέρθηκε στα σχετικά στοιχεία της αιτήτριας και του ενδιαφερομένου μέρους, σύστησε για προαγωγή την αιτήτρια. Η ΕΔΥ, αφού ζήτησε περαιτέρω διευκρινίσεις από το Διευθυντή για τις δύο υποψήφιες, αποφάσισε να μην ακολουθήσει τη σύσταση του και επέλεξε για προαγωγή το ενδιαφερόμενο μέρος.
Σε μεταγενέστερη συνεδρία της η ΕΔΥ όρισε ως ημερομηνία ισχύος της προαγωγής του ενδιαφερομένου μέρους την 15.8.1995. Η προαγωγή της δημοσιεύθηκε στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερομηνίας 1.9.1995. Στις 3.10.1995 καταχωρήθηκε από την αιτήτρια η προσφυγή αυτή.
Η σύσταση του Διευθυντή, που λόγω της θέσης του μπορεί να εκτιμήσει τόσο τις ανάγκες της υπό πλήρωση θέσης, όσο και την καταλληλότητα και επάρκεια των υποψηφίων να ανταποκριθούν στα καθήκοντα που η τέτοια θέση απαιτεί, αποτελεί ξεχωριστό στοιχείο κρίσης της αξίας των υποψηφίων και δεν μπορεί να παραγνωρισθεί χωρίς ειδική αιτιολογία. (Βλέπε: Republic v. Haris (1985) 3 C.L.R. 106).
Είναι η θέση του δικηγόρου της αιτήτριας ότι η σύσταση του Διευθυντή είναι τεκμηριωμένη και αιτιολογημένη, συνάδει πλήρως με τα στοιχεία των φακέλων και δεν μπορούσε να παραγνωρισθεί χωρίς ειδική αιτιολογία. Οι λόγοι της προτίμησης του Διευθυντή, αναφέρει, ήταν ο υπερβολικός ζήλος της αιτήτριας για εργασία, όπως επίσης, και η ελαφρά υπεροχή της όσον αφορά τις αξιολογήσεις κατά το 1994. Η δε οριακή και απομακρυσμένη αρχαιότητα του ενδιαφερομένου μέρους δεν μπορούσε να αποτελέσει αποφασιστικό στοιχείο κρίσης. Περαιτέρω, αναφέρει, ότι η ΕΔΥ δεν είχε εξουσία να αμφισβητήσει τις αξιολογήσεις της αιτήτριας ούτε και να εκφράσει κρίση αναφορικά με τη σχετικότητα των καθηκόντων που εκτελούσαν οι υποψήφιοι με τα καθήκοντα της θέσης. Ισχυρίζεται ακόμα ότι η περιγραφή του διπλώματος της αιτήτριας από την ΕΔΥ δεν είναι ορθή. Ακόμα λέγει, ότι η θέση της ΕΔΥ ότι το ενδιαφερόμενο μέρος απέκτησε πείρα από έκτακτη απασχόληση της πριν από τη μονιμοποίηση της το 1978 δεν μπορούσε να αποτελέσει στοιχείο κρίσεως ή στοιχείο αποφασιστικής υπεροχής, κατά παραγνώριση μάλιστα αντίστοιχης πείρας της αιτήτριας που απέκτησε από την απασχόληση της στον ιδιωτικό τομέα.
Ο Διευθυντής, όπως φαίνεται από τα πρακτικά της συνεδρίας της ΕΔΥ, κατέταξε την αιτήτρια πρώτη σε αξία, αναφέροντας όμως ότι η υπεροχή της έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους είναι μικρή. Αναφέρθηκε επίσης στα προσόντα των υποψηφίων και στην οριακή αρχαιότητα 4 % μηνών του ενδιαφερομένου μέρους έναντι της αιτήτριας, η οποία δεν ανάγεται στην τελευταία προ της προαγωγής θέση, αλλά στην προηγούμενη θέση του Λειτουργού Μηχανογράφησης 1ης Τάξεως.
Η επιλογή του Διευθυντή περιορίστηκε μεταξύ της αιτήτριας και του ενδιαφερομένου μέρους. Ο Διευθυντής, συστήνοντας την αιτήτρια, έλαβε υπόψη τις γνώσεις, τις εμπειρίες και επιδεξιότητες που απέκτησαν οι δύο υποψήφιες από την εκτέλεση των καθηκόντων που τους ανατέθηκαν, την ελαφρά υπεροχή της σε αξία, καθώς και τον υπερβολικό ζήλο για εργασία που επεδείκνυε, εργαζόμενη πέραν του κανονικού ωραρίου χωρίς καμιά αμοιβή ή άλλη αποζημίωση.
Η ΕΔΥ αποφάσισε, κατά πλειοψηφία, να μην ακολουθήσει τη σύσταση του Διευθυντή, κρίνοντας ότι οι λόγοι που πρόβαλε δεν ταυτίζονταν με τα στοιχεία των φακέλων. Επεξηγώντας τη θέση της αυτή, η πλειοψηφία ανέφερε, μεταξύ άλλων, τα εξής:
"(α) Όσον αφορά την αξία, οι υποψήφιες Βαρνάβα-Μιχαηλίδου και Περικλέους, ανάμεσα στις οποίες έγινε η τελική σύγκριση και η επιλογή από μέρους του Διευθυντή, βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο αν ληφθεί υπόψη το σύνολο των Εμπιστευτικών/Υπηρεσιακών Εκθέσεων. Μόνο κατά τον τελευταίο χρόνο, δηλαδή το 1994, η συστηθείσα υπερέχει οριακά αφού αξιολογείται σε τέσσερα στοιχεία ως εξαίρετη, ενώ η Βαρνάβα-Μιχαηλίδου αξιολογείται ως εξαίρετη σε τρία στοιχεία. Το στοιχείο αξιολόγησης, στο οποίο η συστηθείσα υπερέχει, αφορά την υπηρεσιακή κατάρτιση και η πλειοψηφία της Επιτροπής παρατηρεί ότι δεν υπάρχουν οποιαδήποτε υποστηρικτικά στοιχεία ή τεκμήρια που να δικαιολογούν την αναβάθμιση της αξιολόγησης της στο εν λόγω στοιχείο για το 1994. Αν υπήρχαν τέτοια στοιχεία ουσιαστικά θα επέτρεπαν στην πλειοψηφία της Επιτροπής να αναγνωρίσει στην Περικλέους οριακή έστω υπεροχή στην αξία. Προφανώς η προβαλλόμενη βελτίωση της υπαλλήλου προέκυψε από το ζήλο της για υπερωριακή απασχόληση, στον οποίο έγινε αναφορά από το Διευθυντή."
Από το πιο πάνω απόσπασμα φαίνεται ότι η πλειοψηφία της ΕΔΥ στην ουσία αμφισβήτησε την αξιολόγηση της αιτήτριας για το 1994, πράγμα που δεν είχε εξουσία να πράξει. Ο Νόμος (άρθρο 35(4) του Ν. 1/90), επιβάλλει στην ΕΔΥ τη λήψη υπόψη των ετήσιων υπηρεσιακών εκθέσεων. Η αξιολόγηση εμπίπτει στην αρμοδιότητα των αξιολογούντων λειτουργών και ασκείται με βάση τη δική τους κρίση. (Βλέπε: Περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Αξιολόγηση Υπαλλήλων) Κανονισμοί 1990-1993 (Κ.Δ.Π. 386/90 και 110/93)). Στην ΕΔΥ δεν παρέχεται εξουσία ούτε από το Νόμο ούτε από τους Κανονισμούς να υποκαταστήσει με τη δική της κρίση την αξιολόγηση που έγινε στις εμπιστευτικές εκθέσεις. Τέτοια εξουσία παρείχετο στην ΕΔΥ με βάση την Κ.Δ.Π. 386/90, η οποία όμως αντικαταστάθηκε από την Κ.Δ.Π. 110/93 όσον αφορά το σημείο αυτό. Δικαίωμα αμφισβήτησης των αξιολογήσεων με υποβολή παραστάσεων, δίνεται από τους Κανονισμούς στον αξιολογούμενο. Εξουσία τροποποίησης αξιολόγησης δίνεται από τον Καν. 10, στην ίδια την ομάδα αξιολόγησης. Στην απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Odysseas Georghiou v. Republic (1976) 3 C.L.R. 74, λέχθηκαν, στις σελ. 80-81, τα ακόλουθα, τα οποία ισχύουν κατ' αναλογία και στην παρούσα περίπτωση:
"It was sought, by the respondent's side, to adduce, during the hearing before us, evidence by a Member of the Commission in order to place before us material on the basis of which the Commission had reached the conclusion that the confidential reports for the appellant were not really better than those for the interested party........................ ................................
We refused to allow the above evidence to be adduced because we were not prepared to accept, as a matter of principle, that is properly open to the Commission to evaluate the contents of confidential reports by reference to the Reporting or Countersigning Officers making such reports, as in such a case there would have to be embarked upon inquiries as to how each one of them assesses the performance of his subordinates. In our opinion a public officer who has been appointed to a post among the duties of which is the making of confidential reports about subordinate officers has to be regarded as having been found, by the appointing authority, to be responsible, experienced and reliable enough to make, more or less, accurate assessments of such subordinates;"
Ο Διευθυντής ήταν ένας από τα μέλη της ομάδας αξιολόγησης και των δύο υποψηφίων και η τέτοια αξιολόγηση τους μπορεί να θεωρηθεί σαν συγκριτική. Με βάση την αξιολόγηση αυτή, η αιτήτρια υπερείχε, έστω και σε ένα από τα επιμέρους στοιχεία, του ενδιαφερομένου μέρους. Η παρατήρηση της πλειοψηφίας ότι δεν υπήρχαν υποστηριτικά στοιχεία ή τεκμήρια που να δικαιολογούν την αναβάθμιση της αξιολόγησης της αιτήτριας στο εν λόγω στοιχείο και το συμπέρασμα τους ότι η βελτίωση της προέκυψε από το ζήλο της για υπερωριακή απασχόληση, δεν έχουν βάση. Στο έντυπο αξιολόγησης, κάτω από το στοιχείο "Επαγγελματική Κατάρτιση", αναγράφονται τα ακόλουθα:
"Παρακολουθεί τις εξελίξεις στον τομέα της εργασίας του και εμπλουτίζει τις γνώσεις του γι' αυτή;"
Έχω τη γνώμη ότι τα στοιχεία που συνθέτουν την Επαγγελματική Κατάρτιση υπαλλήλου, όπως επεξηγείται στο έντυπο αξιολόγησης, δεν μπορούν να εντοπισθούν αποκλειστικά στο περιεχόμενο των φακέλων. Η παρακολούθηση εξελίξεων και εμπλουτισμού των γνώσεων στον τομέα εργασίας υπαλλήλου μπορεί να γίνει για παράδειγμα με τη μελέτη επιστημονικών συγγραμμάτων, περιοδικών ή/και άλλων μέσων. Οπωσδήποτε, ο ζήλος για υπερωριακή εργασία δεν εμπίπτει στο στοιχείο της επαγγελματικής κατάρτισης, αλλά στο στοιχείο "Υπηρεσιακό ενδιαφέρον" το οποίο βαθμολογείται ξεχωριστά.
Η ίδια η πλειοψηφία της ΕΔΥ θα αναγνώριζε όπως ανέφερε, οριακή έστω υπεροχή στην αιτήτρια αν δεν αμφισβητούσε, όπως έπραξε, την προαναφερθείσα αξιολόγηση της αιτήτριας. Αυτή δε η αμφισβήτηση από την πλειοψηφία της ΕΔΥ αποτέλεσε ένα από τους λόγους για τους οποίους έκρινε τη σύσταση του Διευθυντή ως μη συνάδουσα με τα στοιχεία των φακέλων με αποτέλεσμα να μην την ακολουθήσει.
Δεν μπορεί να λεχθεί με βεβαιότητα ποια θα ήταν η κρίση της ΕΔΥ αν δεν επηρεαζόταν από το πιο πάνω εύρημα της, λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι η ίδια πλειοψηφία έκρινε επίσης ότι η αναφορά του Διευθυντή στο ζήλο της αιτήτριας για εργασία ήταν επιτρεπτή, χωρίς όμως να φαίνεται πώς το στοιχείο αυτό επέδρασε στην κρίση της.
Αποδέχομαι, ως εκ τούτου, τους ισχυρισμούς του δικηγόρου της αιτήτριας ως βάσιμους και κρίνω ότι η επίδικη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί για το λόγο αυτό.
Βρίσκω επίσης βάση στις αιτιάσεις της αιτήτριας σχετικά με το εύρημα της πλειοψηφίας της ΕΔΥ όσον αφορά την υπεροχή του ενδιαφερομένου μέρους σε πείρα. Σχετικό είναι το εξής απόσπασμα από τα πρακτικά της ΕΔΥ:
"(δ) Η πλειοψηφία της Επιτροπής σημείωσε τέλος ότι ο Διευθυντής παρέλειψε να αναφερθεί στο ότι η Βαρνάβα-Μιχαηλίδου, πριν από το μόνιμο διορισμό της στη Δημόσια Υπηρεσία την 1.12.78, εργάστηκε ως έκτακτη στην ίδια θέση για δύο περίπου χρόνια, γεγονός που της προσδίδει υπεροχή σε πείρα."
Η πείρα αυτή του ενδιαφερομένου μέρους απετέλεσε μαζί με την οριακή αρχαιότητα της, τους λόγους της προτίμησης της από την ΕΔΥ. Όπως όμως φαίνεται από τα στοιχεία του φακέλου της και η αιτήτρια είχε ανάλογη πείρα στον ιδιωτικό τομέα που δεν φαίνεται να λήφθηκε υπόψη ούτε να ερευνήθηκε καθόλου από την ΕΔΥ.
Με βάση τα πιο πάνω βρίσκω ότι η αιτιολογία που δόθηκε από την ΕΔΥ για την παραγνώριση της σύστασης του Διευθυντή πάσχει και ως εκ τούτου η απόφαση πρέπει να ακυρωθεί.
Κατά συνέπεια η προσφυγή επιτυγχάνει και η επίδικη απόφαση ακυρώνεται.
Η καθής η αίτηση να πληρώσει ως έξοδα της αιτήτριας το ποσό των £200.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.