ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 4 ΑΑΔ 308
7 Φεβρουαρίου, 1997
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146 ΚΑΙ 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
DISPLAY ART LTD,
Αιτητές,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ, ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ,
2. ΤΜΗΜΑΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ, ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 919/95)
Αναθεωρητική Δικαιοδοσία — Μερική ακυρότητα της διοικητικής πράξης — Εξουσίες του ακυρωτικού δικαστηρίου για εν μέρει ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης — Το ζήτημα του διαιρετού της πράξης — Η απαγόρευση του δικάζειν Ultra Petita — Νομολογία και θεωρία— Περιστάσεις του αιτήματος για μερική ακύρωση στην κριθείσα περίπτωση.
Προσφορές — Τιμή κατακύρωσης — Αποτελεί ουσιώδες στοιχείο της κατακύρωσης —Δεν είναι δυνατό να διαχωρισθεί από το υπόλοιπο περιεχόμενο της κατακύρωσης.
Η αιτήτρια εταιρεία προσέφυγε κατά του μέρους μόνο, της κατακύρωσης προσφοράς προς όφελος της, το οποίο αφορούσε την κατακυρωθείσα τιμή της προσφοράς.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
Το βασικό ερώτημα που εγείρεται στην παρούσα περίπτωση είναι η εξουσία του Δικαστηρίου να ακυρώνει μόνο εν μέρει διοικητική απόφαση και κάτω από ποιες προϋποθέσεις μπορεί να πράξει τούτο.
Η εξουσία του Ανώτατου Δικαστηρίου επί του προκειμένου προκύπει καθαρά από το ίδιο το Άρθρο 146 του Συντάγματος, που προνοεί ότι σε προσφυγή το Δικαστήριο μπορεί να κηρύξει την απόφαση ή την πράξη εν όλω ή εν μέρει άκυρη. Το ίδιο θέμα εγέρθηκε στην προσφυγή Λαζάρου ν. Αρχή Λιμένων Κύπρου (1993) 4 Α.Α.Δ. 1275 και ο Κωνσταντινίδης, Δ., είχε την ευκαιρία να αναλύσει το θέμα σε έκταση.
Το πρώτο θέμα είναι κατά πόσο η απόφαση είναι διαιρετή ή όχι. Έχοντας εξετάσει με προσοχή το θέμα αυτό με αναφορά στις νομικές αρχές που το διέπουν, το Δικαστήριο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η πράξη είναι μία και νομικώς αδιαίρετη. Η τιμή στην οποία κατακυρώθηκε η προσφορά αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο για την κατακύρωση της προσφοράς και διαχωρισμός της από το υπόλοιπο μέρος της απόφασης θα αλλοίωνε εντελώς την πράξη. Ένας από τους ουσιώδεις παράγοντες με βάση τους οποίους κατακυρώνονται οι προσφορές είναι η τιμή με την οποία θα εκτελεσθεί το έργο και διαφοροποίηση της δυνατόν να οδηγούσε τους Καθ' ων η Αίτηση σε μη κατακύρωση της προσφοράς υπέρ των Αιτητών -προσφοροδοτών.
Εν όψει του πιο πάνω συμπεράσματος, το ζήτημα που εγείρεται είναι το ποια πρέπει να είναι η κατάληξη της προσφυγής.
Τις αρχές που εκφράζονται σχετικά στην πιο πάνω απόφαση υιοθετούνται ανεπιφύλακτα και κρίνεται ότι δεν ενδείκνυται η παροχή θεραπείας ultra petita. Η ορθότητα του "μη δικάζειν ultra petita" φαίνεται έντονα από την παρούσα περίπτωση που, κατά τη γνώμη του Δικαστηρίου, είναι χαρακτηριστική, γιατί το έργο με βάση την κατακύρωση της προσφοράς έχει ήδη εκτελεσθεί στην ολότητα του.
Κατά συνέπεια, εφόσον η διοικητική απόφαση είναι αδιαίρετη οι Αιτητές δεν νομιμοποιούνται να προσβάλουν μόνο μέρος της απόφασης που είναι αδιάσπαστο, δηλαδή εκείνο που αφορά τη συμπερίληψη ή όχι του Φ.Π.Α. Ενόψει του ότι η κατάληξη της προσφυγής μόνο μια μπορεί να είναι, δηλαδή η απόρριψη της, το Δικαστήριο δεν εισέρχεται στην εξέταση της ουσίας του παραπόνου των Αιτητών.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Λαζάρου ν. Αρχή Λιμένων Κύπρου (1993) 4 Α.Α.Δ. 1275.
Προσφυγή.
Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η κατακύρωση της προσφοράς στους αιτητές για την κατασκευή τεσσάρων περιπτέρων στη Διεθνή Έκθεση Ειδών Διατροφής στην Ισπανία, για την τιμή των £17.330,00 συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α. ενώ αυτό δεν προβλεπόταν στους τεχνικούς όρους που δόθηκαν για την υποβολή της προσφοράς.
Χ. Χαραλάμπους για Π. Σαρρή, για τους Αιτητές.
Μ. Τσαγγαρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Η θεραπεία που ζητούν οι Αιτητές στην παρούσα Αίτηση φαίνεται καθαρά στην πρώτη παράγραφο της γραπτής τους αγόρευσης, την οποία παραθέτω κατά λέξη:
"Με την προσφυγή υπό τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο οι Αιτητές ζητούν την ακύρωση μέρους της διοικητικής πράξης η οποία κοινοποιήθηκε στους Αιτητές με επιστολή των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 21.8.95. Η επιστολή αυτή αποτελεί κατακύρωση προσφοράς για την κατασκευή τεσσάρων Κυπριακών περιπτέρων στη Διεθνή Έκθεση Ειδών Διατροφής η οποία θα γινόταν στην Ισπανία από 30.9.95 μέχρι 5.10.95. Η παρούσα προσφυγή στρέφεται εναντίον του μέρους της πράξης αυτής το οποίο κατακυρώνει μεν την προσφορά στους Αιτητές στην τιμή των £17.330,00 αλλά συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α ενώ αυτό δεν προβλεπόταν στους τεχνικούς όρους που δόθηκαν για την υποβολή προσφοράς. Ζητείται δηλαδή η ακύρωση της συμπερίληψης του Φ.Π.Α. στην τιμή κατακύρωσης."
Το παράπονο των Αιτητών είναι ότι ενώ στους τεχνικούς όρους της προσφοράς δεν αναφερόταν ότι η τιμή έπρεπε να συμπεριλαμβάνει και το Φ.Π.Α., εντούτοις στην κατακύρωση της τούτος περιελήφθη. Εισηγούνται ότι παρόλον ότι στον όρο 12 αναφερόταν ότι η τιμή θα έπρεπε να συμπεριλαμβάνει "πληρωτέους φόρους" εντούτοις, σε προηγούμενη προσφορά που κατακυρώθηκε υπέρ τους για παρόμοια εργασία, παρόλον ότι περιεχόταν ο όρος για πληρωτέους φόρους ρητώς αναφερόταν ότι η τιμή θα έπρεπε να συμπεριλάβει και το Φ.Π.Α. Επικαλούνται έτσι παράβαση των τεχνικών όρων και ισχυρίζονται εναλλακτικά ότι οι Καθ' ων η Αίτηση με βάση τις αρχές χρηστής διοίκησης εμποδίζονταν από του να πράξουν ως έπραξαν, γιατί με την προηγούμενη διαγωγή τους είχαν οδηγήσει τους Αιτητές στο δικαιολογημένο συμπέρασμα ότι αφού δεν αναφερόταν ρητά ο Φ.Π.Α. δεν συμπεριλαμβανόταν στην τιμή που εζητείτο.
Από την πλευρά τους οι Καθ' ων η Αίτηση ισχυρίζονται ότι ο Φ.Π.Α. όπως προκύπτει από σχετική νομοθεσία, είναι φόρος που συμπεριλαμβανόταν στον όρο "πληρωτέοι φόροι" και επιπρόσθετα, ισχυρίζονται, το γεγονός ότι σε προηγούμενη και εντελώς ξεχωριστή περίπτωση αναφερόταν ρητά, δεν επηρεάζει την παρούσα περίπτωση και ούτε εγείρει θέμα καλής πίστης και χρηστής διοίκησης.
Το βασικό ερώτημα που εγείρεται στην παρούσα περίπτωση είναι η εξουσία του Δικαστηρίου να ακυρώνει μόνο εν μέρει διοικητική απόφαση και κάτω από ποιες προϋποθέσεις μπορεί να πράξει τούτο.
Η εξουσία του Ανώτατου Δικαστηρίου επί του προκειμένου προκύπει καθαρά από το ίδιο το Άρθρο 146 του Συντάγματος, που προνοεί ότι σε προσφυγή το Δικαστήριο μπορεί να κηρύξει την απόφαση ή την πράξη εν όλω ή εν μέρει άκυρη. Το ίδιο θέμα εγέρθηκε στην προσφυγή Λαζάρου ν. Αρχή Λιμένων Κύπρου (1993) 4 Α.Α.Δ. 1275 και ο Κωνσταντινίδης, Δ., είχε την ευκαιρία να αναλύσει το θέμα σε έκταση.
Στην πιο πάνω απόφαση αναφέρονται τα ακόλουθα:
"Η άσκηση της δικαιοδοσίας για εν μέρει ακύρωση διοικητικής πράξης προϋποθέτει πράξη διαχωρίσιμη σε μέρος άκυρο που θα πρέπει να εξαφανιστεί και σε μέρος έγκυρο που θα παραμείνει στο διοικητικό χώρο ως αυτοτελής και αυθύπαρκτη οντότητα. Θα έλεγα ότι οι αρχές που καθιερώθηκαν ως προς την επιβίωση νομοθετήματος, κανονισμού ή διατάγματος όταν μέρος του κρίνεται αντισυνταγματικό ή ως ultra vires αντίστοιχα, ισχύουν κατ' αναλογία. (Βλ. Fekkas v. The Electricity Authority of Cyprus (1968) 1 C.L.R. 173, Malachtou v. The Attorney-General (1981) 1 C.L.R. 543, Ploussiou v. Central Bank (1983) 3 C.L.R. 398, Χρυσόστομος Σοφιανός και άλλοι ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 334)".
Και στη σελίδα 1283:
"Επί του θέματος είναι και τα ακόλουθα από τη σελίδα 110 του Συγγράμματος της Δήμητρας Κοντόγιωργα - Θεοχαροπούλου "Συνέπειαι της Ακυρώσεως Διοικητικής Πράξεως".
Έιδικότερον, όσον αφορά εις την μερικήν ακύρωσιν των διοικητικών πράξεων και δη των ατομικών, παρατηρείται, ότι ο ακυρωτικός δικαστής οφείλει να γνωρίζη, εάν η εν λόγω πράξις συνιστά εν σύνολον νομικώς αδιαίρετον, ή αντιθέτως εάν είναι δυνατή εις αυτήν μία λογική και νομική ανάλυσις. Εις την πρώτην περίπτωσιν η μερική ακύ-ρωσις είναι αδύνατος. Εις την δευτέραν είναι δυνατή'.
Ώστε το πρώτο θέμα που έχω να αποφασίσω είναι κατά πόσο η απόφαση είναι διαρετή ή όχι. Έχοντας εξετάσει με προσοχή το θέμα αυτό με αναφορά στις νομικές αρχές που το διέπουν, έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η πράξη είναι μία και νομικώς αδιαίρετη. Η τιμή στην οποία κατακυρώθηκε η προσφορά αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο για την κατακύρωση της προσφοράς και διαχωρισμός της από το υπόλοιπο μέρος της απόφασης θα αλλοίωνε εντελώς την πράξη. Ένας από τους ουσιώδεις παράγοντες με βάση τους οποίους κατακυρώνονται οι προσφορές είναι η τιμή με την οποία θα εκτελεσθεί το έργο και διαφοροποίηση της δυνατόν να οδηγούσε τους Καθ' ων η Αίτηση σε μη κατακύρωση της προσφοράς υπέρ των Αιτητών -προσφοροδοτών.
Εν όψει του πιο πάνω συμπεράσματος μου το ζήτημα τώρα που εγείρεται είναι το ποια πρέπει να είναι η κατάληξη της προσφυγής. Από την ίδια υπόθεση Λαζάρου (ανωτέρω), παραθέτω πιο κάτω σχετικά αποσπάσματα:
"Η Δήμητρα Κοντόγιωργα - Θεοχαροπούλου στις σελίδες 113-117 του πιο πάνω συγγράμματος της, εξαρτά την απάντηση στο ερώτημα από το κατά πόσο εφαρμόζεται στην ακυρωτική δίκη το δικονομικό αξίωμα του "μη δικάζειν ultra petita" ήτοι πέραν των αιτηθέντων και διακρίνει τρεις απόψεις. Σύμφωνα με την πρώτη
"όταν εζητήθη υπό του προσφεύγοντος η μερική μόνον ακύρωσις, αλλά η πράξις είναι αδιαίρετος και πάσχει συνεπώς ολικήν ακυρότητα, ο ακυρωτικός δικαστής θα πρέπει να απόρριψη την αίτησιν ακυρώσεως και όχι να ακύρωση εις το σύνολον της την πράξιν, διότι τότε θα εδίκαζεν ultra petita, κατά παρά-βασιν του σχετικού δικονομικού αξιώματος."
Σύμφωνα με τη δεύτερη, που πηγάζει από την υπόθεση 138/30...............................,
"εις την ακυρωτικήν δίκην όπου πρυτανεύει η προστασία της αντικειμενικής εννόμου τάξεως και του δημοσίου συμφέροντος και όπου ναι μεν πρέπει να ασκηθή η αίτησις ακυρώσεως κατά συγκεκριμένης πράξεως, αλλ' εν συνεχεία εφαρμόζεται το ανακριτικόν σύστημα χάριν της αρχής της νομιμότητος, θα πρέπει να επικρατή μάλλον η αρχή του δικάζειν ultra petita".
Σύμφωνα με την τρίτη, εφόσον ζητηθεί μόνο μερική ακύρωση, ο ακυρωτικός δικαστής προβαίνει στην μερική ακύρωση της προσβληθείσης πράξεως "καίτοι η πλημμέλεια πλήττει ολοκληρον την πράξιν" δηλαδή όπως αναφέρεται στη συνέχεια και όταν η πράξη είναι αδιαίρετη. Έτσι, όπως εξηγεί η συγγραφέας που φαίνεται να ασπάζεται αυτή την τρίτη άποψη παρά την προηγούμενη αναφορά της στο αδύνατο της μερικής ακύρωσης λογικώς αδιαιρέτων πράξεων,
"ακυρούμενης μερικώς της προσβληθείσης πράξεως, διότι τούτο μόνον εζητήθη, ακυρούνται ταυτοχρόνως και κατά συνέπειαν, ή ανακαλούνται υπό της διοικήσεως ή τροποποιούνται υπ' αυτής εν συνεχεία και αι λοιπαί διατάξεις της προσβληθείσης αδιαιρέτου πράξεως".
"Στην Υπόθεση 138/30, ενώ προσβλήθηκε μόνο το κύρος των όρων και των περιορισμών που τέθηκαν, το Συμβούλιο της Επικρατείας ακύρωσε το σύνολο της απόφασης για παράταση ορισμένης άδειας ως εξ ολοκλήρου παράνομης ...................................................................
Ο Φ. Βεγλερής στο έργο του "Η συμμόρφωσις της Διοικήσεως εις τας αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας" σελ.80 κ.επ. αναλύει την απόφαση στην υπόθεση 138/30. Την χαρακτηρίζει, μεταξύ άλλων, ως Οικονομικώς απαράδεκτη γιατί δεν είχε προσβληθεί η απόφαση για την παράταση της άδειας αλλά μόνο οι όροι που τέθηκαν και θεωρεί την εύρυνση της δικαιοδοσίας του ακυρωτικού δικαστή πέραν του προσβαλλόμενου μέρους της πράξης ως απολήγουσα σε αυθαίρετη εκδίκαση ορισμένων προσφυγών ως προσφυγών υπέρ του Νόμου και του δημοσίου συμφέροντος."
"Στην υπόθεση Ανδρέας Δημητρίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 289, εξέφρασα τη συμφωνία μου με τα πιο πάνω και την επαναλαμβάνω και τώρα. Θα πρόσθετα πως, όπως παρατηρεί ο Φ. Βεγλερής στη σελίδα 81 του Συγγράμματος που ανέφερα πιο πριν, ελέγχεται μεν η πράξη της διοίκησης από την άποψη της αντικειμενικής νομιμότητας αλλά αυτός ο αντικειμενικός έλεγχος αφορά στην προσβαλλόμενη και όχι στη μη προσβαλλόμενη πράξη ή στο μη προσβαλλόμενο στοιχείο της.
Κρίνω συνεπώς, πως δεν είναι επιτρεπτή η παροχή θεραπείας άλλης από εκείνη που ζήτησε ο αιτητής και που απετέλεσε το αντικείμενο της δίκης."
Τις αρχές που εκφράζονται στα πιο πάνω αποσπάσματα υιοθετώ ανεπιφύλακτα και κρίνω ότι δεν ενδείκνυται η παροχή θεραπείας ultra petita. Η ορθότητα του "μη δικάζειν ultra petita" φαίνεται έντονα από την παρούσα περίπτωση που, κατά τη γνώμη μου, είναι χαρακτηριστική, γιατί το έργο με βάση την κατακύρωση της προσφοράς έχει ήδη εκτελεσθεί στην ολότητα του.
Κατά συνέπεια, εφόσον η διοικητική απόφαση είναι αδιαίρετη οι Αιτητές δεν νομιμοποιούνται να προσβάλουν μόνο μέρος της απόφασης που είναι αδιάσπαστο, δηλαδή εκείνο που αφορά τη συμπερίληψη ή όχι του Φ.Π.Α. Ενόψει του ότι η κατάληξη της προσφυγής μόνο μια μπορεί να είναι, δηλαδή η απόρριψη της, δεν εισέρχομαι στην εξέταση της ουσίας του παραπόνου των Αιτητών.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς διάταγμα για έξοδα.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.