ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 4 ΑΑΔ 37
9 Ιανουαρίου, 1997
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146, 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΧΡΙΣΤΟΣ ΧΑΤΖΗΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 824/95)
Αστυνομική Δύναμη Κύπρου— Αξιωματικοί— Διαθεσιμότητα — Όροι και διαδικασία επιβολής — Το ζήτημα του χρόνου επιβολής επί διαθεσιμότητας επιβαλλόμενης συνεπεία πειθαρχικής διαδικασίας — Διατήρηση, εν πάση περιπτώσει, της αυτοτέλειας της πράξης διαθεσιμότητας από την πειθαρχική διαδικασία — Υιοθέτηση των πορισμάτων στη Δημοκρατία ν. Κωνσταντινίδη (1996) 3 Α.Α.Δ. 570.
[Πέραν των ανωτέρω τίτλων η απόφαση του Δικαστηρίου διαβάζεται ως σύνολο.]
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Δημοκρατία ν. Κωνσταντινίδη (1996) 3 Α.Α.Δ. 570.
Προσφυγή.
Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης να θέσει τον αιτητή σε διαθεσιμότητα μέχρι την συμπλήρωση πειθαρχικής διαδικασίας αναφορικά με το ενδεχόμενο διάπραξης διαφόρων αδικημάτων.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Μ. Φλωρέντζος, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Α.: Ο αιτητής είναι Αστυνόμος Α' και κατά τον ουσιώδη χρόνο υπηρετούσε ως Βοηθός Αστυνομικός Διευθυντής στην Επαρχία Πάφου. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης, με απόφαση του ημερομηνίας 24 Αυγούστου 1995, τον έθεσε σε διαθεσιμότητα που θα διαρκούσε μέχρι τη συμπλήρωση πειθαρχικής διαδικασίας αναφορικά με το ενδεχόμενο διάπραξης των πιο κάτω αδικημάτων: Ανάρμοστη συμπεριφορά, εγκατάλειψη Αστυνομικής Διεύθυνσης Πάφου χωρίς ενημέρωση Αρχηγού/Υπαρχηγού Αστυνομίας, χρήση αστυνομικού οχήματος για ιδιωτικούς σκοπούς, ψεύδος ή διαστροφή ή απόκρυψη αλήθειας (ψευδής καταχώρηση σε επίσημο βιβλίο), ψεύδος ή διαστροφή ή απόκρυψη αλήθειας (ψευδής κατάθεση).
Ο αιτητής ζητά την ακύρωση της απόφασης. Πρόβαλε πληθώρα ισχυρισμών αλλά η απόφαση μπορεί να είναι σύντομη. Τα πλείστα καλύπτονται από την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Κυπριακή Δημοκρατία ν. Δημήτρη Κωνσταντινίδη (1996) 3 Α.Α.Δ. 570. Αντίθετα προς τις απόψεις του αιτητή:
1. Ο Κανονισμός 47 των περί Αστυνομίας (Πειθαρχικών) Κανονισμών του 1989, Κ.Δ.Π. 53/89, δεν είναι αντισυνταγματικός ούτε ultra vires.
2. Δεν είναι ορθό ότι δυνάμει του Κανονισμού 47 είναι δυνατή η διαθεσιμότητα μόνο κατά τη στιγμή της διαταγής για τη διεξαγωγή έρευνας σε σχέση με πειθαρχικό αδίκημα.
3. Δεν ήταν υποχρεωμένος ο Υπουργός να παραθέσει στην απόφαση του το περιεχόμενο των διαβουλεύσεων τις οποίες, ενόψει του Κανονισμού 47, είχε με τον Αναπληρωτή Αρχηγό της Αστυνομίας. Εν πάση περιπτώσει, στο έγγραφο με την επικεφαλίδα "Σημείωμα Διαβουλεύσεων Υπουργού", ημερομηνίας 24 Αυγούστου 1995, καταγράφεται και το περιεχόμενο των διαβουλεύσεων. Θα επανέλθω σ' αυτό στη συνέχεια.
Είναι αβάσιμοι και οι υπόλοιποι ισχυρισμοί του αιτητή. Κατά τη γνώμη του η απόφαση είναι άκυρη γιατί:
(α) Δεν θεσπίστηκαν, όπως λέγει, Κανονισμοί δυνάμει του άρθρου 13(4) του περί Αστυνομίας Νόμου Κεφ. 285, όπως τροποποιήθηκε.
(β) Η έρευνα που διεξήχθηκε από τον ερευνώντα αξιωματικό που διορίστηκε δεν ήταν νόμιμη αφού λήφθηκαν καταθέσεις μαρτύρων όχι από τον ίδιο αλλά από άλλο μέλος της δύναμης, κατώτερο του μάλιστα.
(γ) Ο Υπουργός επηρεάστηκε απο το πόρισμα του ερευνώντα αξιωματικού το οποίο, για τους σκοπούς του Κανονισμού 47, ήταν στοιχείο εξωγενές.
(δ) Αφού δεν υπήρχαν εξ αρχής λόγοι για διαθεσιμότητα η εκ των υστέρων απόφαση, χωρίς εξήγηση ως προς τους λόγους δημοσίου συμφέροντος που την επέβαλαν, ήταν στην ουσία πράξη τιμωρητική που είχε στη βάση της σχηματισθείσα πεποίθηση περί την ενοχή του κατά παραβίαση του τεκμηρίου της αθωώτητας.
Στο "Σημείωμα Διαβουλεύσεων Υπουργού" καταγράφονται οι παράγοντες που επενέργησαν στη λήψη της απόφασης που ακολούθησε. Τα πειθαρχικά παραπτώματα που φερόταν να διέπραξε ο αιτητής ήταν σοβαράς μορφής, υπήρχε το ενδεχόμενο επηρεασμού μαρτύρων από τη παραμονή του στην υπηρεσία, και θα επηρεαζόταν η πειθαρχία στην αστυνομία λόγω της φύσης των καταγγελιών. Με αυτά, συγκεκριμενοποιούνται λόγοι δημοσίου συμφέροντος και στερείται ερείσματος ο ισχυρισμός του αιτητή για το αντίθετο ή, ακόμα για τιμωρητική ενέργεια και για παραβίαση του τεκμηρίου της αθωώτητας. Η σοβαρότητα των καταγγελιών ήταν αυτόδηλη και δεν ήταν αυθαίρετη η επισήμανση κινδύνων από την παραμονή του αιτητή στην υπηρεσία ενόψει της φύσης τους και του γεγονότος ότι αριθμός μαρτύρων ήταν υφιστάμενοι του αιτητή στην Αστυνομική Διεύθυνση Πάφου. Το γεγονός ότι δεν είχε τεθεί εξ αρχής σε διαθεσιμότητα ο αιτητής δεν είναι λόγος για τον οποίο δικαιολογείται να παραπονείται. Όπως εξηγήθηκε από την Ολομέλεια στην πιο πάνω υπόθεση, αντιστρατεύεται την κοινή λογική η άποψη πως "μετά την έναρξη της έρευνας είναι αδύνατη η έλευση δημοσίου συμφέροντος που να δικαιολογεί τη διαθεσιμότητα".
Όπως και εκεί, "το δημόσιο συμφέρον που προέκυψε κατά την εξέλιξη, αναδείχθηκε με τα όσα η έρευνα αποκάλυψε μέχρι εκείνο το στάδιο" και δεν μπορώ να συμφωνήσω πως το πόρισμα του ερευνώντος αξιωματικού ήταν στοιχείο εξωγενές. Όμοιο επιχείρημα στην υπόθεση Δημήτρης Κωνσταντινίδης (ανωτέρω) σε σχέση με ενημερωτικό σημείωμα του ερευνώντος αξιωματικού απορρίφθηκε αφού κρίθηκε πως όχι μόνο δεν ήταν άτοπο να ενημερωθεί ο Υπουργός αλλά ήταν και απόλυτα αναγκαίο. Το θέμα στην προκείμενη περίπτωση προέκυψε από εισήγηση του Αναπληρωτή Αρχηγού στο ημερολόγιο ενεργείας και πράγματι θα ήταν αδιανόητο να αποφάσιζε ο Υπουργός χωρίς γνώση του περιεχομένου του πορίσματος που είχε ήδη υποβληθεί. Και εφόσον αναφέρομαι στο πόρισμα, σημειώνω τη συμφωνία μου προς την άποψη των καθ' ων η αίτηση πως δεν είναι της παρούσας διαδικασίας η εξέταση των ισχυρισμών αναφορικά με τον τρόπο λήψης ορισμένων καταθέσεων. Η απόφαση για διαθεσιμότητα συνιστά αυτοτελή διοικητική πράξη. Δεν εμπεριέχει αξιολόγηση του υλικού προς σχηματισμό όποιας πεποίθησης ως προς την ουσία και είναι εννοιολογικά ασύνδετη προς όσα ενδεχομένως αναφέρονται στην πειθαρχική έρευνα και, εν τέλει, στην απόληξη της πειθαρχικής διαδικασίας.
Με τροχιοδρομημένη την πορεία της πειθαρχικής διαδικασίας (βλ. συναφώς τους Κανονισμούς 37 - 40), ο Υπουργός προσμέτρησε στοιχεία εγγενώς ενταγμένα στο πλαίσιο της δικής του αρμοδιότητας δυνάμει του Κανονισμού 47 και η απόφαση στην οποία άχθηκε δεν εκφεύγει των ορίων της διακριτικής του εξουσίας.
Ο επιπρόσθετος ισχυρισμός του αιτητή πως η απόφαση είναι άκυρη επειδή, όπως αναφέρει στην αγόρευση του, "ειδικά για τους ανώτερους αξιωματικούς απαιτείτο να υπάρχουν κατά το ΕΙΔΙΚΟ άρθρο 13(4) του Νόμου, Κανονισμοί που δεν υπάρχουν", παραγνωρίζει το γεγονός ότι λήφθηκε ακριβώς δυνάμει Κανονισμών αναφερομένων στην πειθαρχική διαδικασία και στη διαθεσιμότητα.
Δεν έχει στοιχειοθετηθεί λόγος ακυρότητας και η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος του αιτητή. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται. Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον πρωτοκολλητή για να εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.