ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 4 ΑΑΔ 1389
ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 475/93
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗ, Δ.
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.
Μεταξύ:
Ιωάννη Καμπούρη, από τη Λευκωσία,
Αιτ ητή,
- και -
Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας,
Καθ ΄ ης η αίτηση.
- - - - - -
6 Ιουνίου, 1997
.Για τον αιτητή: κ. Λ. Κληρίδης.
Για την καθ΄ ης η αίτηση: κα Δ. Παπαδοπούλου.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής με την παρούσα προσφυγή ζητά από το Δικαστήριο την πιο κάτω θεραπεία:
"Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας της 26.3.93 με την οποία τα πρόσωπα των οποίων τα ονόματα αναγράφονται στο ΔΕΛΤΙΟΝ "Α" που επισυνάπτεται στην προσφυγή, προήχθησαν εις την θέσιν Τεχνολόγου κατά προτίμησιν και αντί του αιτητού, κηρυχθή άκυρη και εστερημένη οιουδήποτε νομικού αποτελέσματος."
Η παρούσα προσφυγή συνεκδικάζετο με την προσφυγή με αριθμό 411/93, η οποία αποσύρθηκε από το Δικαστήριο στις 21.10.93. Ο αιτητής είναι κάτοχος του Διπλώματος HND in Mechanical Engineering του City and Guilds.
Tα προσόντα για την επίδικη θέση Τεχνολόγου αναφέρονται στο σχετικό Σχέδιο Υπηρεσίας για τη θέση.
Τα προσόντα τα οποία απαιτούντο για διορισμό στη θέση Τεχνολόγου πάνω στην παλιά μισθοδοτική κλίμακα Β12, ήταν μεταξύ άλλων, Τίτλος/Δίπλωμα Πανεπιστημίου ή ισότιμου ανωτάτης σχολής ή ιδρύματος επιπέδου BSc Engineering ή ισοδύναμο προσόν εις τους εν λόγω κλάδους, αναλόγως των αναγκών της υπηρεσίας.
Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Παιδείας με έγγραφό του με αρ. 111/87/ΑΝ και ημερ. 16.12.1992 διαβίβασε έγκριση για πλήρωση 15 θέσεων Τεχνολόγων που είναι θέσεις προαγωγής.
Σύμφωνα με το άρθρο 35Β(1) των Νόμων περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας 1969 έως αρ. (6) του 1992 κατάλογος όλων των υποψηφίων και οι φάκελοι υπηρεσιακών εκθέσεων των αιτητών διαβιβάστηκαν στον Γενικό Επιθεωρητή Τεχνικής Εκπαίδευσης που σύμφωνα με το Νόμο είναι Πρόεδρος της οικείας Συμβουλευτικής Επιτροπής.
Στις 15.1.1993 ο Γενικός Επιθεωρητής Τεχνικής Εκπαίδευσης διαβίβασε την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής καθώς και κατάλογο των υποψηφίων που συστήνει η Συμβουλευτική Επιτροπή. Η έκθεση και ο κατάλογος περιλαμβάνονται στα πρακτικά με ημερ. 10.2.1993.
Στις 10.2.1993 η Επιτροπή κατάρτισε τον τελικό κατάλογο και αποφάσισε να καλέσει τους υποψήφιους σε προσωπική συνέντευξη. Οι προσωπικές συνεντεύξεις έγιναν στις 18.2.1993. Την ίδια μέρα η Επιτροπή πήρε την προσβαλλόμενη απόφαση.
Ο αιτητής καταχώρησε παλαιότερα την προσφυγή με αρ. 6/80. Στην απόφαση που εκδόθηκε στην υπόθεση
Kampouris v. Republic (1988) 3 CLR 1165 το Δικαστήριο αποφάσισε ότι ήταν εύλογα επιτρεπτό στην καθ΄ης η αίτηση Επιτροπή ν΄ αποφασίσει ότι κάτοχος Higher National Diploma ((HND) στο Mechanical and Production Engineering του Central London Polytechnic δεν κατείχε τα υπό των σχεδίων Υπηρεσίας προβλεπόμενα προσόντα και ακόμα ότι η αιτιολογία συμπεραίνεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου.Στη συνέχεια ο αιτητής καταχώρησε την Αναθεωρητική Εφεση με αρ. 351, την οποία όμως στη συνέχεια απέσυρε στις 11.3.85.
Στις 13.9.85 ο αιτητής αποτάθηκε εκ νέου στην αρμόδια Αρχή για επανεξέταση του αιτήματός του.
Στις 17.2.87, η ΕΕΥ απάντησε στον αιτητή ότι δεν υπάρχει νεότερο στοιχείο που να δικαιολογεί αναθεώρηση της προηγούμενης απόφασής του με ημερ. 5.4.87 για κατάταξη του αιτητή στη θέση Τεχνολόγου.
Σημειώνεται ότι σε σχετική επιστολή της ΕΕΥ με ημερ. 5.4.1986 προς το δικηγόρο του αιτητή γίνεται αναφορά στην απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου με ημερ. 27.8.78 σύμφωνα με την οποία το HND είναι ισοδύναμο με το πτυχίο του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου.
Η απόφαση της ΕΕΥ με ημερ. 17.2.87 προσεβλήθη με την προσφυγή με αρ. 342/87.
Σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου
Kampouris v. E.S.C. (1988) 3 CLR 2235, (Πρ. Αρ. 342/87), η προσφυγή απερρίφθη διότι με αυτή δεν προσεβλήθηκαν εκτελεστές διοικητικές πράξεις αλλά επιβεβαιωτικές.Η απόφαση εφεσιβλήθηκε με την Α.Ε. αρ. 870 αλλά απεσύρθη στις 28.5.91.
Με βάση τα πιο πάνω, από το 1979, το αίτημα του αιτητή για αναγνώριση του διπλώματος HND ως ισότιμου με πανεπιστημιακό δίπλωμα απετέλεσε αντικείμενο δικαστικών εκτιμήσεων, οι οποίες εφεσιβλήθηκαν μεν, αλλά οι εφέσεις απεσύρθησαν.
Εναντίον της πιο πάνω απόφασης καταχωρίστηκε στις 4.6.93 η παρούσα προσφυγή.
Ο μοναδικός ισχυρισμός που προβάλλει ο δικηγόρος του αιτητή για ακύρωση της επίδικης απόφασης είναι αυτός του αναιτιολόγητου της απόφασης.
Η δικηγόρος της καθ΄ ης η αίτηση εισηγήθηκε ότι η παρούσα προσφυγή πρέπει ν΄ απορριφθεί με έξοδα γιατί μεταξύ άλλων (α) το επίδικο θέμα έχει ήδη αποφασισθεί και συνεπώς ισχύει η αρχή του δεδικασμένου, και (β) η απόφαση είναι βεβαιωτικής φύσεως.
Ο δικηγόρος του αιτητή στη γραπτή του απάντηση πρόβαλε τον ισχυρισμό ότι η δικηγόρος της καθ΄ ης η αίτηση δεν δικαιούται δικονομικά να εγείρει θέματα τα οποία δεν έχουν εγερθεί στην ένσταση και επομένως τα σημεία (α) Δεδικασμένο κώλυμα και (β) επιβεβαιωτική απόφαση δεν είναι δυνατό να γίνουν δεκτά και/ή να ληφθούν υπόψη από το Δικαστήριο εκτός εάν γίνει αίτηση για τροποποίηση της ένστασης και η οποία να εγκριθεί από το Δικαστήριο.
Για το ίδιο θέμα στην υπόθεση 413/96 Μάρκος Λοίζου ν. Δημοκρατίας, ημερ. 25.2.97, ο Δικαστής Καλλής στις σελίδες 2 και 3 ανέφερε τα πιο κάτω:
"Με την γραπτή τους αγόρευση οι καθ΄ ων η αίτηση έχουν εγείρει την προδικαστική ένσταση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση "δεν συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη καθότι είναι πληροφοριακού χαρακτήρα και ως εκ τούτου δεν μπορεί να προσβληθεί ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου με βάση το άρθρο 146.1 του Συντάγματος". Υποστήριξαν ότι η προδικαστική ένσταση μπορούσε να εγερθεί και στο στάδιο των γραπτών αγορεύσεων έστω και αν δεν είχε εγερθεί στην ένσταση. Αποτελεί ζήτημα που άπτεται της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου και μπορεί να εγερθεί σε οποιοδήποτε στάδιο της δίκης ακόμα και αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο.
Πράγματι είναι νομολογημένο ότι το ζήτημα της εκτελεστότητας της προσβαλλόμενης πράξεως αποτελεί ζήτημα δημόσιας τάξης. Μπορεί να εξεταστεί από το Δικαστήριο αυτεπάγγελτα (ex proprio motu") έστω και αν δεν είχε εγερθεί από τα μέρη.
Ακολουθεί πως μπορούσε να εγερθεί από τους καθ΄ ων η αίτηση στο στάδιο που έχει εγερθεί. Στη συνέχεια θα προχωρήσω στην εξέταση της προδικαστικής ένστασης."
Για το θέμα του δεδικασμένου ο Δικαστής Νικολάου εκδίδοντας την ομόφωνη απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Α.Ε. 1223 Κλεάνθης Ηλία Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, απόφαση δόθηκε στις 20.9.95 μεταξύ άλλων είπε και τα εξής πολύ σχετικά στις σελίδες 10 και 11:
"Στην Κύπρο, στον τομέα του διοικητικού δικαίου, το δεδικασμένο δεν αποτελεί, όπως στην Αγγλία, μόνο δόγμα δικαίου ή, όπως στην Ελλάδα, θέμα αρχής που εν τέλει έτυχε νομοθετικής ρύθμισης αλλά, καθώς επισημαίνεται στην απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Πιερής ν. Δημοκρατίας (1983) 3 Α.Α.Δ. 1054, (στη σελ. 1066), έχει συνταγματική ισχύ δυνάμει του ΄Αρθρου 146.5 του Συντάγματος. Διαλαμβάνεται εκεί ότι:
"146 - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - --
5. Η κατά την τέταρτην παράγραφον του παρόντος άρθρου απόφασις δεσμεύει πάν δικαστήριον, όργανον ή αρχήν εν τη Δημοκρατία, και τα περί ων πρόκειται όργανα, αρχαί ή πρόσωπα υποχρεούνται εις ενεργόν συμμόρφωσιν προς ταύτην."
Ενόψει αυτής της συνταγματικής επιταγής εγείρεται ζήτημα αναφορικά με το κατά πόσο δεν θα έπρεπε, εφόσον από τη δικογραφία αναδύεται σαφώς το δεδικασμένο, να θεωρείται και αυτό ως αναγόμενο - όπως και η εκτελεστότητα πράξης, το έννομον συμφέρο και το εκπρόθεσμο της προσφυγής - στον τομέα δημόσιας τάξης. Λέγοντας το
αυτό δεν παραγνωρίζουμε βέβαια ότι οι ήδη αναγνωρισμένες περιπτώσεις δημόσιας τάξης αποτελούν από τη φύση τους απαραίτητη προϋπόθεση για θεμελίωση του δικαιώματος προσφυγής, ενώ η περίπτωση δεδικασμένου αναφέρεται σε ό,τι επιβάλλεται ως κατάληξη της προσφυγής. Ομως αυτή η διαφορά ίσως να μην επιδρά κατά τρόπο κρίσιμο στο θέμα αρχής που είναι νομίζουμε το πώς, μέσα στο πλαίσιο γενικής πολιτικής, ορίζεται η έννοια της "δημόσιας τάξης". Στην Ελλάδα, καθώς αναφέρει ο Φ. Θ. Βεγλερής στο σύγγραμμά του "Η Συμμόρφωσις της Διοικήσεως εις τας Αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας", η ΣτΕ 851/1932 υποστηρίζει την άποψη ότι θέμα δεδικασμένου μπορεί να ληφθεί υπόψη αυτεπάγγελτα. Καταλήγει επομένως στα εξής (στη σελ. 63):"Οτι ο λόγος ακυρώσεως εκ παραβάσεως του δεδικασμένου δύναται και εξ επαγγέλματος να ληφθή υπ΄ όψιν υπό του Συμβουλίου της Επικρατείας, τούτο είναι αναμφίβολον, καθ΄ ό σύμφωνον με την λοιπήν νομολογίαν περί της απεριορίστου εκ των προτάσεων των διαδίκων ερεύνης της νομιμότητος της προσβαλλομένης πράξεως αρκεί όμως να συντρέχουν αι ουσιαστικαί προϋποθέσεις υπάρξεως δεδικασμένου."
Ωστόσο, δεν παρίσταται ανάγκη να εκφέρουμε οριστική άποψη δεδομένου ότι, κατά τη γνώμη μας, εδώ το θέμα δεδικασμένου, παρόλον που δεν διατυπώθηκε με ορολογία που να υπογραμμίζει την αυτοτέλειά του, κατέστη με συγκεκριμμένα στοιχεία και ό,τι συνάγεται από αυτά θέμα για εξέταση. Και δεν θα έπρεπε να είχε παραγνωριστεί."
Και τα δύο πιο πάνω θέματα είναι δημοσίας τάξεως και το Δικαστήριο μπορεί να τα εξετάσει.
Για το λόγο αυτό οι ισχυρισμοί του δικηγόρου του αιτητή απορρίπτονται.
Το αίτημα του αιτητή για αναγνώριση του διπλώματος HND ως ισότιμου με πανεπιστημιακό δίπλωμα αποτέλεσε αντικείμενο δικαστικών εκτιμήσεων, οι οποίες εφεσιβλήθηκαν μεν, αλλ΄ οι εφέσεις αποσύρθηκαν. Η αρχή του δεδικασμένου δεν επιτρέπει την αναθεώρηση των ζητημάτων που κρίθηκαν. Δεν μπορεί να γίνει ανεκτή οποιαδήποτε προσβολή τελεσίδικης απόφασης υπό το πρόσχημα νέων στοιχείων. Διαφορετικά θα ήταν αναπόφευκτη η διαιώνιση των διαφορών και θα χανόταν η ασφάλεια του Δικαίου. (1. Απόστολος Ιγνατίου και άλλος ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 776/94, ημερ. 7.3.96, σελ. 5).
"Η αρχή του δεδικασμένου δεν επιτρέπει την αναθεώρηση των ζητημάτων που κρίθηκαν. Δεν μπορεί να γίνει ανεκτή οποιαδήποτε προσβολή τελεσίδικης απόφασης υπό το πρόσχημα νέων στοιχείων. Διαφορετικά θα ήταν αναπόφευκτη η διαιώνιση των διαφορών και θα χανόταν η ασφάλεια του δικαίου."
Δεδικασμένο υπάρχει όταν συγκεκριμένο θέμα αποτέλεσε το αντικείμενο δικαστικής απόφασης σε άλλη διαδικασία μεταξύ των ιδίων συνήθως διαδίκων. Απαραίτητη προϋπόθεση της ύπαρξης δεδικασμένου αποτελεί η ταυτότητα των διαδίκων και διαφοράς (βλέπε Πορίσματα Νομολογίας Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-159, σελ. 217, 297).
Πράγμα το οποίο συνέβηκε και στην παρούσα υπόθεση, παραπέμπω στην υπόθεση με αρ. 6/80,
Kampouris v. Republic (1983) 3 CLR, σελ. 1165, στις σελ. 1167-1170.Καταλήγω ότι υπάρχει δεσμευτικό δεδικασμένο και η προσφυγή πρέπει ν΄ απορριφθεί.
Εχω επίσης τη γνώμη ότι η παρούσα υπόθεση είναι βεβαιωτικής φύσεως και πρέπει ν΄ απορριφθεί και για το λόγο αυτό.
Kampouris v. E.S.C. (1988) 3 CLR 2235.Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς διαταγή για έξοδα.
Χρ. Χατζητσαγγάρης,
Δ.
ΑΦ.