ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 4 ΑΑΔ 537
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Συνεκδικασθείσες Υποθέσεις
Αρ. 215/92, 523/92, 748/92,
926/92 και 175/93.
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Μ. ΚΡΟΝΙΔΗ, Δ.Αναφορικά με τα Άρθρα 146 και 28 του Συντάγματος.
Υπόθεση Αρ. 215/92
Μεταξύ
:Χριστάκη Βασιλείου, από το Παραλίμνι
Αιτητή
- και -
Δήμου Παραλιμνίου
Καθού η αίτηση
- - - - - -
Υπόθεση Αρ. 523/92
Μεταξύ
:Χριστάκη Βασιλείου, από το Παραλίμνι
Αιτητή
- και -
Δήμου Παραλιμνίου
Καθού η αίτηση
- - - - - -
Υπόθεση Αρ. 748/92
Μεταξύ
:Χριστάκη Βασιλείου, από το Παραλίμνι
Αιτητή
- και -
Δήμου Παραλιμνίου
Καθού η αίτηση
- - - - - -
Υπόθεση Αρ. 926/92
Μεταξύ
:Χριστάκη Βασιλείου, από το Παραλίμνι
Αιτητή
- και -
Δήμου Παραλιμνίου
Καθού η αίτηση
- - - - - -
Υπόθεση Αρ. 175/93
Μεταξύ
:Χριστάκη Βασιλείου, από το Παραλίμνι
Αιτητή
-
και -Δήμου Παραλιμνίου
Καθού η αίτηση
- - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ
: 27.2.1997ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ
:Για τον αιτητή σε όλες τις προσφυγές : Α. Σ. Αγγελίδης.
Για τον καθού η αίτηση σε όλες τις προσφυγές: Μ. Μουαΐμης.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με τις προσφυγές αυτές, οι οποίες συνεκδικάζονται κατόπιν σχετικής απόφασης του Δικαστηρίου ημερομηνίας 11.10.1994, προσβάλλονται διαδοχικές αποφάσεις του καθού η αίτηση με τις οποίες ο αιτητής ετίθετο σε διαθεσιμότητα.
Με την προσφυγή αρ. 215/92 προσβάλλεται η απόφαση του καθού η αίτηση ημερομηνίας 25.2.1992 για διαθεσιμότητα του αιτητή για τρίμηνη περίοδο, όπως και η απόφαση για στέρηση των απολαβών του για την ίδια περίοδο.
Με τις υπόλοιπες προσφυγές προσβάλλονται ξεχωριστές αποφάσεις του καθού η αίτηση για διαδοχικές τριμηνιαίες παρατάσεις της διαθεσιμότητάς του, η οποία τελικά παρατάθηκε περαιτέρω μέχρι την αποπεράτωση της εναντίον του πειθαρχικής διαδικασίας (προσφυγή αρ. 175/93).
Η απόφαση στις προσφυγές αυτές επιφυλάχθηκε το πρώτο από το Δικαστήριο με άλλη σύνθεση στις 11.1.1995. Στις 22.3.1995, όμως, και πριν την έκδοση της απόφασης, καταχωρήθηκε από το δικηγόρο του αιτητή αίτηση για επανάνοιγμα των υποθέσεων για σκοπούς παράθεσης περαιτέρω νομικών και πραγματικών ισχυρισμών. Ο καθού η αίτηση καταχώρησε ένσταση και με οδηγίες του Δικαστηρίου, οι δικηγόροι των δύο πλευρών υπέβαλαν γραπτές αγορεύσεις. Η διεκπαιρέωση της αίτησης όμως καθυστέρησε λόγω του θανάτου του δικηγόρου που εκπροσωπούσε τον καθού η αίτηση και την αναγκαία αλλαγή δικηγόρου.
Εν τω μεταξύ, στις 28.5.1996, εκδόθηκε η απόφαση στην προσφυγή αρ. 1061/94, την οποία άσκησε ο αιτητής εναντίον της καταδίκης του στις πειθαρχικές κατηγορίες που διατυπώθηκαν εναντίον του. Με την πιο πάνω απόφαση ακυρώθηκε η καταδίκη του αιτητή για δύο κυρίως λόγους: (α) την αοριστία των κατηγοριών όπως διατυπώθηκαν εναντίον του, και (β) λόγω της συμμετοχής στη διαδικασία του Δημάρχου, ο οποίος ενήργησε ταυτόχρονα ως κατήγορος και κριτής του αιτητή κατά παράβαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης.
Μετά την εξέλιξη αυτή, οι δικηγόροι ζήτησαν χρόνο για να μελετήσουν τις επιπτώσεις της πιο πάνω απόφασης επί των επιδίκων αποφάσεων και να επανακαθορίσουν τις θέσεις τους.
Οι υποθέσεις τελικά ορίστηκαν για διευκρινίσεις στις 6.11.1996 και επιφυλάχτηκε η απόφαση.
Κατά τις προφορικές αγορεύσεις ο δικηγόρος του αιτητή εγκατέλειψε το αίτημά του για προσθήκη νέων επιχειρημάτων και υποστήριξε ότι η διαπίστωση του Δικαστηρίου όσον αφορά την παράνομη συμμετοχή του Δημάρχου στη διαδικασία επηρεάζει και τις επίδικες αποφάσεις, οι οποίες πάσχουν για τον ίδιο λόγο και πρέπει να ακυρωθούν. Υποστήριξε επίσης ότι αν και καταβλήθηκε στον αιτητή, μετά την απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση 1061/94, το υπόλοιπο των μισθών του, που του απεκόπτετο κατά τη διάρκεια της διαθεσιμότητάς του, η δίκη δεν καταργήθηκε και παραμένει αντικείμενο για εξέταση στις εκδικαζόμενες προσφυγές.
Ο δικηγόρος για τον καθού η αίτηση υποστήριξε ότι ο αιτητής έπαυσε να έχει έννομο συμφέρον στη συνέχιση των προσφυγών αυτών, ενόψει της απόφασης στην υπόθεση 1061/94 και του γεγονότος ότι του έχουν ήδη καταβληθεί οι μισθοί του.
Η ύπαρξη εννόμου συμφέροντος αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση τόσο για την έναρξη όσο και τη συνέχιση διαδικασίας βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Η ύπαρξή του είναι απαραίτητη μέχρι και το τελευταίο στάδιο της δικαστικής διαδικασίας, που είναι η έκδοση απόφασης. (Βλέπε: Papaleontiou v. Educational Service Commission (1987) 3 C.L.R. 1341). Το έννομο συμφέρον δεν είναι απαραίτητο να είναι μόνο υλικό αλλά μπορεί να είναι και ηθικό.
Στην απόφαση στην υπόθεση Χριστάκης Βασιλείου ν. Δήμου Παραλιμνίου, υπόθεση αρ. 724/95, ημερομηνίας 21.10.1996, στην οποία αντικείμενο της προσφυγής ήταν η απόφαση του καθού η αίτηση να μην επιστρέψει τις απολαβές του ίδιου αιτητή που του αποκόπτοντο κατά τη διάρκεια της διαθεσιμότητάς του, ο Δικαστής Κωνσταντινίδης, πραγματευόμενος το θέμα της κατάργησης της δίκης, αποφάνθηκε ότι η δίκη δεν καταργήθηκε αν και επιστράφηκαν στον αιτητή οι αποκοπείσες απολαβές του, αφού δεν απέκλησε το ενδεχόμενο ζημιογόνου καταλοίπου.
Συμφωνώ με τη θέση του αιτητή ότι η δίκη δεν καταργήθηκε στις υπό εξέταση υποθέσεις. Το αντικείμενο των προσφυγών, με μόνη εξαίρεση την υπόθεση αρ. 215/92, δεν ήταν η αποκοπή των απολαβών του αιτητή, αλλά οι αποφάσεις με τις οποίες τέθηκε σε διαθεσιμότητα. Όσον αφορά την προσφυγή αρ. 215/92, αυτή στρέφεται και κατά της διαθεσιμότητάς του.
Η διαθεσιμότητα είναι ανεξάρτητη εκτελεστή πράξη προσβλητή αφ΄ εαυτής, η οποία στην περίπτωση αυτή δεν ανακλήθηκε ποτέ και εν πάση περιπτώσει δεν μπορεί να αποκλεισθεί η πιθανότητα πρόκλησης άλλων ζημιογόνων συνεπειών στον αιτητή. Η καταβολή των απολαβών του δεν μπορεί να θεραπεύσει όλες τις τυχόν ζημιογόνες συνέπειες της διαθεσιμότητάς του.
Με βάση τα πιο πάνω, βρίσκω ότι η δίκη δεν καταργήθηκε στις υπό εξέταση υποθέσεις και θα προχωρήσω στην εξέταση της ουσίας τους.
Έχει προβληθεί από τον αιτητή ο ισχυρισμός, ότι δεν υπήρχε πρόνοια στον περί Δήμου Νόμο για απομάκρυνσή του από τα καθήκοντά του, αφού δεν θεσπίστηκαν Κανονισμοί για πειθαρχική διαδικασία. Ο ίδιος ισχυρισμός προβλήθηκε από τον ίδιο αιτητή και στην υπόθεση αρ. 478/96 που αφορούσε την εκ νέου διαθεσιμότητά του, ως αποτέλεσμα της επανεξέτασης του θέματος που ακολούθησε την ακυρωτική απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση αρ. 1061/94. Παραθέτω το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση στην υπόθεση αρ. 478/96, ημερομηνίας 8.11.1996, του αδελφού Δικαστή Νικήτα, το οποίο απαντά τους ισχυρισμούς του αιτητή και με το οποίο συμφωνώ:
"Έχει ωστόσο νομολογηθεί με σταθερότητα ότι η ύπαρξη νομοθετικών ή κανονιστικών διατάξεων δεν είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την προσωρινή απομάκρυνση του υπαλλήλου από τα καθήκοντά του προς διευκόλυνση της πειθαρχικής διαδικασίας: προσφ. αρ. 494/90 Χριστόδουλου Α. Γιάλλουρου ν. Συμβ. Αποχετεύσεων Λευκωσίας, ημερομηνίας 25/10/1990 (Στυλιανίδης, Δ., όπως ήταν τότε), συνεκδ. προσφ. 501/90 κ.ά. Ευγένιου Νικολάου ν. Συμβ. Αποχετεύσεων Λευκωσίας, ημερομηνίας 18/3/1991 (Χατζητσαγγάρης, Δ.) και προσφ. αρ. 126/91 Βαρβάρα Περικλέους ν. Συμβ. Βελτιώσεως Αγίας Νάπας, ημερομηνίας 5/3/1992 (Κούρρης, Δ.). Στην περίπτωσή μας το Δημοτικό Συμβούλιο έχει εξουσία να διορίζει πρόσωπο στη θέση του Δημοτικού Μηχανικού (άρθρ. 54(1)(β)). Συνεπώς, κατά το άρθρ. 19 του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1, έχει και την εξουσία "to suspend". Στην υπόθεση Γιάλλουρου, ανωτέρω, κρίθηκε ότι η διαθεσιμότητα είναι μορφή "suspension" και η σχετική εξουσία μπορεί να ασκηθεί με ή χωρίς όρους αναφορικά με τη στέρηση των ωφελημάτων της θέσης. Επομένως το Δημοτικό Συμβούλιο, που είναι public authority με την έννοια του άρθρ. 19 ως αρχή, της οποίας οι εξουσίες εξυπηρετούν δημόσιους σκοπούς, μπορούσε, χωρίς ρητή νομοθετική εξουσιοδότηση, να πάρει την επίδικη απόφαση."
Ο ισχυρισμός αυτός του αιτητή συνεπώς απορρίπτεται.
Ο αιτητής ισχυρίζεται περαιτέρω ότι οι επίδικες αποφάσεις πρέπει να ακυρωθούν για το λόγο ότι στη λήψη τους συμμετέσχε και ο Δήμαρχος, ο οποίος ήταν και ο κατήγορός του.
Η αρχή ότι κανένας δεν μπορεί να ενεργεί ως κριτής της υπόθεσής του αποτελεί έναν από τους βασικούς κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης. Οι κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης έχουν εφαρμογή σε ποινικές και πειθαρχικές διαδικασίες, όχι όμως σε περιπτώσεις καθαρά διοικητικών θεμάτων. (Βλέπε: Kontemeniotis v. Cyprus Broadcasting Corporation (1982) 3 C.L.R. 1027). Απόφαση της διοίκησης δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως πειθαρχικής φύσεως απλώς και μόνο επειδή είναι δυσμενής για τον επηρεαζόμενο. (Βλέπε: Lyssiotou v. Republic (1979) 3 C.L.R. 460). Σύμφωνα με τη νομολογία μας, η διαθεσιμότητα δεν συνιστά μέρος της πειθαρχικής διαδικασίας ούτε αποτελεί τιμωρητική ενέργεια. Είναι ένα ανεξάρτητο διοικητικό μέτρο, το οποίο λαμβάνεται για το συμφέρον της υπηρεσίας, έστω και αν σχετίζεται με πειθαρχική διαδικασία. (Βλέπε: Veis & Others v. Republic (1979) 3 C.L.R. 390, Payiatas v. Republic (1984) 3 C.L.R. 1239).
Οι κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης δεν τυγχάνουν εφαρμογής στην παρούσα περίπτωση. Η απόφαση για διαθεσιμότητα δεν σχετίζεται με την αθωώτητα ή την ενοχή του επηρεαζομένου (του αιτητή) αλλά λαμβάνεται για να διευκολυνθεί η ομαλή και απρόσκοπτη διεξαγωγή της διαταχθείσας έρευνας. Επομένως, η συμμετοχή του Δημάρχου στη διαδικασία λήψης των επίδικων αποφάσεων δεν επηρεάζει από μόνη της τη νομιμότητά τους.
Όπως φαίνεται και από την απόφαση του Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση αρ. 1061/94 (ανωτέρω) ο λόγος της ακύρωσης της προσβληθείσας με την προσφυγή εκείνη απόφασης, ήταν η συμμετοχή του Δημάρχου στο πειθαρχικό σώμα που επιλήφθηκε των κατηγοριών εναντίον του αιτητή καθ΄ ον χρόνο, ως κατήγορός του, είχε μορφώσει γνώμη ως προς την ευθύνη του. Στην πιο πάνω απόφαση αναφέρονται συγκεκριμένα
τα ακόλουθα:"Η βεβαιότητα ως προς την ευθύνη του αιτητή σε συνδυασμό με την υποβολή της καταγγελίας εύλογα θα εδικαιολογούσαν τρίτο πρόσωπο ενήμερο αυτών των γεγονότων να θεωρήσει το Δήμαρχο ως στερούμενο των εχέγγυων του αμερόληπτου κριτή της ευθύνης του κατηγορουμένου. Διαφορετική θα ήταν η περίπτωση αν η αναφορά του Δημάρχου περιοριζόταν στην ανάγκη για τη διερεύνηση καταγγελιών εναντίον του αιτητή ή του τρόπου άσκησης των καθηκόντων του. Η μορφοποίηση οριστικής γνώμης για την ευθύνη του και η προβολή της ως του βάθρου της κατηγορίας αποστέρησε το Δήμαρχο από τα εχέγγυα αμεροληψίας, που συνιστά προϋπόθεση για την εκπλήρωση του έργου του κριτή του κατηγορουμένου.
Καταλήγω ότι και η συμμετοχή του Δημάρχου στο πειθαρχικό σώμα που επελήφθη των κατηγοριών συνιστά πρόσθετο ανεξάρτητο λόγο ο οποίος δικαιολογεί την ακύρωση της απόφασης."
Στην απόφασή του στην προσφυγή αρ. 478/96 (ανωτέρω) ο αδελφός Δικαστής Νικήτας, αναλύοντας την πιο πάνω απόφαση του Προέδρου και απαντώντας στον ισχυρισμό του δικηγόρου του αιτητή ότι κρίθηκε ως παράνομη η σύμπραξη του Δημάρχου εξ υπαρχής από τις 25.2.1992 (που έγινε η καταγγελία του αιτητή από το Δήμαρχο), αναφέρει τα ακόλουθα:
"Από την προσεκτική ανάγνωση της απόφασης και ιδιαίτερα των σελίδων 9 και 10 προκύπτει ότι στο δεδικασμένο δεν περιλαμβάνεται και το ζήτημα που έθιξε ο δικηγόρος του αιτητή, το οποίο δεν απετέλεσε αντικείμενο δικαστικής έρευνας. Η ακύρωση χώρησε μόνο για τους δύο προαναφερθέντες λόγους. Συνεπώς η καταγγελία, ο διορισμός ερευνητικής επιτροπής ή άλλες ενέργειες πριν την έναρξη της πειθαρχικής δίκης δεν επηρεάζονται από το δεδικασμένο στην προσφ. αρ. 1061/94. Το Δημοτικό Συμβούλιο ορθά αποφάσισε επανεξέταση αρχίζοντας με τον αποκλεισμό από τη σύνθεση του του Δημάρχου και τη διαπίστωση της ανάγκης για συγκεκριμενοποίηση των κατηγοριών."
(Οι υπογραμμίσεις είναι δικές μου.)
Συμφωνώ με την πιο πάνω προσέγγιση. Το εύρημα του Δικαστηρίου στην υπόθεση αρ. 1061/94 δεν επηρεάζει τις επίδικες αποφάσεις και τη συμμετοχή του Δημάρχου στη λήψη τους.
Η συμμετοχή του Δημάρχου στις συνεδρίες του Δημοτικού Συμβουλίου προνοείται από τον ίδιο το Νόμο και το Δημοτικό Συμβούλιο ήταν αρμόδιο, όπως λέχθηκε προηγουμένως, να επιληφθεί των καταγγελιών εναντίον του αιτητή και να λάβει τις επίδικες αποφάσεις. Εξάλλου οι ισχυρισμοί του αιτητή για μεροληψία ή προκατάληψη του Δημάρχου δεν τεκμηριώθηκαν,
όπως απαιτεί η νομολογία (Βλέπε: Christou v. Republic (1980) 3 C.L.R. 437). Ο αιτητής παρουσίασε ένορκες βεβαιώσεις από αριθμό ατόμων που παρευρέθηκαν σε συγκεκριμένη προεκλογική συγκέντρωση όπου φέρεται ο Δήμαρχος να καταφέρεται εναντίον του αιτητή, ο οποίος δεν υποστήριζε την υποψηφιότητά του. Ο καθού η αίτηση, σε αντίκρουση των πιο πάνω, παρουσίασε βεβαιώσεις άλλων ατόμων που παρευρέθηκαν στην ίδια συγκέντρωση, που ανέφεραν ότι ο Δήμαρχος δεν είπε αυτά τα οποία του καταλογίζονταν. Καμιά άλλη μαρτυρία δεν προσήχθηκε από τον αιτητή,ο οποίος δεν αντεξέτασε τους μάρτυρες του καθού η αίτηση.Με βάση όλα τα πιο πάνω καταλήγω, ότι ο ισχυρισμός αυτός του αιτητή πρέπει να απορριφθεί.
Οι άλλοι ισχυρισμοί του αιτητή αναφορικά με το δικαίωμά του να ασκεί τα καθήκοντα της θέσης του δεν έχουν θέση στην παρούσα περίπτωση. Σχετική είναι και η απόφαση του Δικαστή Νικήτα, με την οποία συμφωνώ, στην υπόθεση αρ. 478/96 (ανωτέρω) με την οποία απορρίφθηκε παρόμοιος ισχυρισμός του.
Απομένει να εξετασθεί ο ισχυρισμός του αιτητή, ότι στις επίδικες αποφάσεις δεν γίνεται επίκληση του δημοσίου συμφέροντος.
Όπως φαίνεται από τα πρακτικά της συνεδρίας του Δημοτικού Συμβουλίου ημερομηνίας 25.2.1992, αναφορικά με το θέμα της διαθεσιμότητας του αιτητή, ζητήθηκε η γνώμη του νομικού συμβούλου του Δημοτικού Συμβουλίου. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα από τα πρακτικά:
"Ο κ. Λάντος ανέφερε ότι η απόφαση του Δ.Σ να θέσει ή όχι σε διαθεσιμότητα κάποιο υπάλληλο του θα πρέπει να εξετάσει τα ακόλουθα:
α) Η θέση του υπαλλήλου που κατέχει.
β) Το αδίκημα το οποίον θα διερευνηθεί.
γ) Και εάν ο εν λόγω υπάλληλος από την θέση του θα μπορεί
ή όχι να επηρεάσει την έρευνα.
Στην προκειμένη περίπτωση ο Δ.Μ είναι ο προϊστάμενος των Τεχνικών Υπηρεσιών, και από την θέση του θα μπορεί να επηρεάσει σε οποιοδήποτε υφιστάμενο του, ή να έχει πρόσβαση σε οποιοδήποτε φάκελλο, και να αφαιρέσει οποιοδήποτε σημείωμα, ή σελίδα ή αναφορά.
Μετά από τα πιο πάνω απεχώρησαν όλοι οι παρακαθήμενοι και το Δημοτικό Συμβούλιο προχώρησεν στην ακόλουθη ομόφωνη απόφαση:
Να θέσει σε διαθεσιμότητα από 26 Φεβρουαρίου 1992 το Δημοτικό Μηχανικό για καταγγελίες ή εξακρίβωση ατασθαλιών σε βάρος του σε συγκεκριμένους φακέλλους αδειών οικοδομής του Δήμου και για πλημμελή άσκηση των καθηκόντων του.
Η διαθεσιμότητα θα ισχύει για τρεις μήνες εκτός εάν οι έρευνες περατωθούν νωρίτερα και το Δημοτικό Συμβούλιο πάρει νέα απόφαση."
(Οι υπογραμμίσεις είναι δικές μου.)
Δεν είναι καθαρό αν η υπογραμμισθείσα παράγραφος πρέπει να αποδοθεί στον κ. Λάντο ή στο Συμβούλιο. Έστω όμως και αν αποδοθεί στον κ. Λάντο είναι πασιφανές ότι η επίδικη απόφαση βασίσθηκε στη νομική συμβουλή του και επομένως τα λεχθέντα απ΄ αυτόν μπορούν να αποτελέσουν μέρος της αιτιολογίας. Έστω και αν στα πρακτικά δεν γίνεται λεκτική αναφορά στο δημόσιο συμφέρον, είναι καθαρό, ότι η απόφαση λήφθηκε για λόγους ομαλής και απρόσκοπτης διεξαγωγής της έρευνας, για το συμφέρον της υπηρεσίας και κατ΄ επέκταση για το δημόσιο συμφέρον. Η αιτιολογία των επίδικων αποφάσεων κρίνεται ικανοποιητική. (Βλέπε: προσφυγή αρ. 478/96 (ανωτέρω)).
Οι μεταγενέστερες αποφάσεις του καθού η αίτηση, που αποτελούν το αντικείμενο των προσφυγών αρ. 523/92, 748/92, 926/92 και 175/93, συνίστανται απλά στην παράταση της περιόδου διαθεσιμότητας του αιτητή μέχρι τη συμπλήρωση της έρευνας και την αποπεράτωση της εναντίον του πειθαρχικής διαδικασίας στην περίπτωση της προσφυγής 175/93. Ως εκ τούτου είναι προφανές, ότι οι λόγοι που τις υπαγόρευσαν ήταν οι ίδιοι όπως και στην περίπτωση της απόφασης με ημερομηνία 25.2.1992.
Όλες οι προσφυγές αποτυγχάνουν και απορρίπτονται με έξοδα τα οποία θα υπολογίσει ο Πρωτοκολλητής.
Οι επίδικες αποφάσεις επικυρώνονται.
(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.
/ΧΤΘ