ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 4 ΑΑΔ 202
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 857/93
ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.
Αναφορικά με το Αρθρο 146 του Συντάγματος.
ΜΕΤΑΞΥ:
1. Σάββα Παπαϊακώβου,
2. Αμερικάνικης Ακαδημίας Λευκωσίας,
Αιτητών
και
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού,
Καθ'ων η αίτηση
----------------------
27 Ιανουαρίου 1997
Για τους Αιτητές: κ. Α.Σ. Αγγελίδης.
Για τους Καθ'ων η αίτηση: κ. Μαππουρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας.
--------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Οι αιτητές με την αίτηση τους ζητούν από το Δικαστήριο δήλωση ότι:
"Η απόφαση του καθ'ου η αίτηση ημερ. 2.9.1993 να απορρίψει την αίτηση του αιτητή 2 ημερ. 8.7.93 για να εργοδοτήσει τον αιτητή 1 ως καθηγητή θρησκευτικών είναι άκυρη, παράνομη και χωρίς νομικό αποτέλεσμα."
Τη βασίζουν στα πιο κάτω νομικά σημεία:
(α) Λήφθηκε κατά πλάνη περί τα πράγματα και το Νόμο,
(β) Παραβιάζει συνταγματικά προστατευόμενα δικαιώματα όπως το δικαίωμα της εκπαίδευσης, σκέψεως και θρησκείας, εργασίας, της ελευθερίας του λόγου και αποτελεί άνιση μεταχείριση.
(γ) Λήφθηκε χωρίς τη δέουσα έρευνα υπό νομική ή πραγματική πλάνη.
(δ) Λήφθηκε καθ' υπέρβαση και/ή κατάχρηση εξουσίας.
και
(ε) Πλήττει τις αρχές της χρηστής διοίκησης και της ισότητας.
Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως εξής:
Ο Διευθυντής της Αμερικανικής Ακαδημίας Λάρνακας υπέβαλε στο Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού στις 8 Ιουλίου 1993 αίτηση, για να εργοδοτήσει ως Καθηγητή Θρησκευτικών τον αιτητή υπ' αριθμό 1.
Στην απάντησή του το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού αποφαίνεται ότι ο κ. Παπαϊακώβου σπούδασε μεν θεολογία, όχι όμως σε αναγνωρισμένη Ορθόδοξη Θεολογική Σχολή και για το λόγο αυτό δεν εδόθη η αιτούμενη άδεια.
Η αιτιολογία ήταν ότι το μάθημα των θρησκευτικών θα πρέπει να διδάσκεται και στην Αμερικανική Ακαδημία από θεολόγο με ορθόδοξη θεολογική κατάρτιση, εφόσον οι μαθητές της σχολής αυτής είναι στην πλειονότητά τους Χριστιανοί Ορθόδοξοι. Και ο κ. Σάββας Παπαϊακώβου δεν πληρούσε τον όρο αυτό.
Με επιστολή του στο Γενικό Εισαγγελέα το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, ημερομηνίας 5 Μαρτίου 1996, αντίγραφο της οποίας ευρίσκεται ενώπιόν μου, αναφέρει πως η απόφαση του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού ημερομηνίας 2 Σεπτεμβρίου 1993 (η επίδικη απόφαση), ανακλήθηκε από την Υπουργό Παιδείας και Πολιτισμού στις 4 Μαρτίου 1996.
Κατόπιν τούτου επανεξετάσθη το θέμα του κ. Σάββα Παπαϊακώβου και λήφθηκε απόφαση από την Υπουργό Παιδείας και Πολιτισμού στις 4 Μαρτίου 1996, σύμφωνα με την οποία ο κ. Παπαϊακώβου θεωρείται ότι κατέχει τα προσόντα για να διδάξει θρησκευτικά στην Αμερικανική Ακαδημία Λάρνακας.
Οφείλω να πω ευθύς εξ αρχής ότι η υπόθεση αυτή έχει παρατραβήξει στη διαδικασία της ενώπιόν μου με πληθώρα αιτήσεων για αναβολές, είτε για εξώδικη διευθέτηση είτε για αποκρυστάλλωση θέσεων. Πέραν τούτου φαίνεται ότι τρεις δικηγόροι της Δημοκρατίας έχουν εκφράσει νομική άποψη σε σχέση με την υπόθεση αυτή. Ταυτόχρονα, ο δικηγόρος του αιτητή με τις συνηθισμένες εμπεριστατωμένες αγορεύσεις του, με παρέπεμψε σε πληθώρα αποφάσεων για βοήθεια.
Μελέτησα τις αγορεύσεις και τις εισηγήσεις όλων των πλευρών. Κατέληξα ότι το πρώτο θέμα το οποίο πρέπει να εξετάσω είναι κατά πόσο η διοικητική απόφαση που προσβάλλεται ανακλήθηκε ή όχι και αν ανακλήθηκε η ισχύς της μπορεί να θεωρηθεί ότι έγινε από την ημέρα που είχε ληφθεί, ώστε να θεωρείται ως ουδέποτε γενομένη. Τούτο γιατί υπάρχει εισήγηση πως λόγω της ανάκλησης έχει εκλείψει το αντικείμενο της προσφυγής και ως εκ τούτου η προσφυγή έπρεπε να απορριφθεί.
Η νομολογία στο θέμα τούτο είναι ολίγον ασαφής. Θα έλεγα ότι δημιουργεί ορισμένα ερωτηματικά κατά πόσο η νομολογία συγκρούεται. (Βλέπε Κυριάκος Παπακυριακού και άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Α.Ε. 1931, ημερομηνίας 27 Φεβρουαρίου 1996). Στην υπόθεση Malliotis and Others and The Municipality of Nicosia (1965) 3 C.L.R. 75, απεφασίσθη πως "αν η προσβαλλόμενη απόφαση ανακληθεί από τη διοίκηση εξ υπαρχής, τότε κατ' αρχήν το αντικείμενο της προσφυγής εκλείπει και η δίκη καταργείται". Στις υποθέσεις Christodoulides v. The Republic (1978) 3 C.L.R. 189 και Strakka Ltd. v. The Republic of Cyprus and Another, (1988) 3 C.L.R. 760, αποφασίσθηκε πως "η προσφυγή δεν χάνει το αντικείμενο της αν η ανακληθείσα πράξη προξένησε στον αιτητή, όταν ίσχυε, βλάβη ή ζημιά, για την οποία μπορεί να αποζημιωθεί μόνο αφού εξασφαλίσει ακυρωτική απόφαση". Στην υπόθεση Παπαδόπουλος ν. Δημοκρατία, Υπόθεση Αρ. 125/86, ημερομηνίας 25 Απριλίου 1989, αποφασίσθηκε πως "το Δικαστήριο ερευνά αν εκ πρώτης όψεως παραμένει ζημιά ή βλάβη, η οποία δεν εγκαταλείφθηκε από την ανάκληση για να αποφασίσει αν η δίκη καταργείται ή συνεχίζεται". Στην υπόθεση G.A.P. Estates Ltd. ν Δημοκρατία, Υπόθεση Αρ. 395/93, ημερομηνίας 12 Απριλίου 1994, αποφασίσθηκε πως "η ύπαρξη ζημιάς είναι εκτός της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου".
Εχω μελετήσει με προσοχή τις διάφορες αποχρώσεις της νομολογίας σχετικά. Η γνώμη μου είναι πως αναμφίβολα η διαπίστωση ζημιάς ή όχι είναι εκτός της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην αναθεωρητική του δικαιοδοσία, αλλά δεν είναι απαραίτητο να υπάρξει υλική ζημιά, ούτε και να διαπιστώσει το Δικαστήριο το μέγεθος της υλικής ζημιάς. Στην υπόθεση Παπαδόπουλος (ανωτέρω), η επίδικη απόφαση αναφέρετο σε προβιβασμό δημοσίων υπαλλήλων, κάτι που η ανάκληση επιφέρει την ισχύ της από την ημέρα λήψεως της σε τέτοιο βαθμό, ώστε να γίνεται επανεξέταση με αναδρομική ισχύ. Στην υπόθεση Παγιάτας ν. Δημοκρατίας (1984) 3 Α.Α.Δ. 1239, η οποία συγκρούεται με την Παπαδόπουλος (ανωτέρω), αποφασίσθηκε ότι "η ανάκληση της διοικητικής πράξης δεν αποστέρησε την έφεση του αντικειμένου της". Και εκτός εάν η αίτηση απεσύρετο ή εγκαταλείπετο, το Δικαστήριο οφείλει να εξετάσει την επίδικη διοικητική απόφαση για να εκδώσει την ετυμηγορία του.
Στην Υπόθεση Αρ. 315/95, The Philips College Ltd. v. Κυπριακής Δημοκρατίας, ημερομηνίας 15 Ιανουαρίου 1996, ο Δικαστής Αρτέμης αναφέρει:
"Θεωρώ ότι η ορθή θέση είναι ότι, όπου ο αιτητής δεν αποσύρει την προσφυγή του μετά την ανάκληση και επιμένει στη συνέχιση της διαδικασίας μέχρι την έκδοση της απόφασης, το Δικαστήριο οφείλει να συνεχίσει την υπόθεση και να εκδώσει απόφαση."
Κατά την κρίση μου η επίδικη απόφαση, παρόλο ότι ανεκλήθη, δεν είχε αναδρομική ισχύ όπως στην περίπτωση Παπαδόπουλος (ανωτέρω), από την οποία πρέπει να διαφοροποιηθεί. Επίσης, κατά την κρίση μου, παρόλο ότι το Ανώτατο Δικαστήριο στην αναθεωρητική του δικαιοδοσία δεν ασχολείται με την εκτίμηση ζημιών, όπως αποφάσισε η Strakka (ανωτέρω), εντούτοις με τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης δεν χρειάζεται καμιά ιδιαίτερη εξέταση από το Δικαστήριο. Είναι φανερό πως αφού για ένα διάστημα 2½ ετών που ίσχυε η επίδικη απόφαση ο αιτητής 1 δεν μπορούσε να εργοδοτηθεί από τους αιτητές 2, πρέπει να υπέστη κάποια ζημιά τουλάχιστον ηθική. Κατά συνέπεια η επίδικη απόφαση δεν έχει εξαλειφθεί με την ανάκλησή της. Με τα δικά της ιδιαίτερα στοιχεία η επίδικη απόφαση δεν κατέστη άνευ αντικειμένου.
Θα προχωρήσω τώρα να εξετάσω την ουσία, δηλαδή κατά πόσο η επίδικη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί ή όχι.
Σύμφωνα με τον περί Ιδιωτικών Σχολείων και Φροντιστηρίων Νόμο, Νόμος 5/71 και 56/83, η Αμερικανική Ακαδημία είναι εγγεγραμμένη ως ιδιωτικό σχολείο. Κατά συνέπεια, οφείλει να εργοδοτεί το διδακτικό της προσωπικό σύμφωνα με τους πιο πάνω Νόμους.
Τα άρθρα 18(2) (3) των πιο πάνω Νόμων αναφέρουν:
"
18.(2) Ο Διευθυντής και το διδακτικόν προσωπικόν ιδιωτικού σχολείου του αυτού ή παρομοίου τύπου προς τα δημόσια σχολεία δέον να έχουν τα προσόντα άτινα απαιτούνται αντιστοίχως δια τον διευθυντήν και το διδακτικόν προσωπικόν των δημοσίων σχολείων ή προκειμένου περί κληρικών τοιαύτα προσόντα οία ήθελον κριθή παρά του Υπουργού ως ισότιμα προς ταύτα:.................................. .................................................. ............................
(3) Εις ιδιωτικά σχολεία διαφόρου τύπου προς τα δημόσια σχολεία, δυνατόν ο διευθυντής και το διδακτικόν προσωπικόν να μη έχωσι τα προσόντα τα απαιτούμενα δια τους λειτουργούς δημοσίας εκπαιδεύσεως ή να έχωσι ειδικά προσόντα, προς πρόσληψιν όμως τούτων απαιτείται σύμφωνος γνωμοδότησις της Συμβουλευτικής Επιτροπής Ιδιωτικής Εκπαιδεύσεως."
Από τα πιο πάνω άρθρα προκύπτει καθαρά πως τα ιδιωτικά σχολεία είναι δύο τύπωνΧ τα σχολεία εκείνα που είναι "του αυτού ή παρομοίου τύπου" προς τα δημόσια και τα σχολεία εκείνα τα οποία είναι "διάφορου τύπου" προς τα δημόσια. Εάν είναι "του αυτού ή παρομοίου τύπου" προς τα δημόσια σχολεία, το προσωπικό πρέπει να έχει τα ίδια ακριβώς προσόντα που χρειάζονται και για το προσωπικό των δημόσιων σχολείων, αλλά σε περιπτώσεις κληρικών όπως θα έκρινε ο Υπουργός. Σε περίπτωση όμως που ήταν "διάφορου τύπου", το διδακτικό προσωπικό μπορεί να μην έχει τα ίδια προσόντα με το προσωπικό των δημόσιων σχολείων και να έχουν άλλα προσόντα. Σε τέτοια όμως περίπτωση απαιτείται γνωμοδότηση από τη Συμβουλευτική Επιτροπή Ιδιωτικής Εκπαίδευσης.
Κατ' ακολουθία, πρώτη έρευνα που έπρεπε να γίνει ήταν σε ποιά κατηγορία ανήκει η Αμερικανική Ακαδημία. Σε δεύτερο στάδιο, εάν μεν ήταν "του αυτού ή παρομοίου τύπου" με τα δημόσια σχολεία, αν εκείνα τα προσόντα που είχαν ήταν ισότιμα των απαιτούμενων προσόντων για δημόσια σχολεία κατά την κρίση του Υπουργού, εάν όμως ήταν "διάφορου τύπου" με τα δημόσια σχολεία τότε έπρεπε πρώτιστο μέλημα να ήταν η γνωμοδότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής Ιδιωτικής Εκπαίδευσης. Δυστυχώς δεν έγινε τίποτε από τα προαπαιτούμενα για την απόφαση της 8 Ιουλίου 1993. Γι' αυτό το λόγο ευρίσκω ότι δεν έγινε η δέουσα έρευνα και η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει γιατί λήφθηκε κάτω από πλάνη περί τα πράγματα και το Νόμο.
Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα. Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή για να εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Γ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ,
Δ.
/ΔΓ