ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1996) 4 ΑΑΔ 2273
6 Σεπτεμβρίου, 1996
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΑΝΘΟΥΛΛΑ ΓΡΗΓΟΡΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΗ,
Αιτήτριες,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 677/94 & 777/94)
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Λόγοι ακυρώσεως — Αδυναμία δικαστικού ελέγχου της προσβαλλόμενης πράξης — Περιστάσεις στην κριθείσα περίπτωση προαγωγής εκπαιδευτικών.
Οι αιτήτριες προσέφυγαν κατά της προαγωγής του ενδιαφερομένου μέρους σε Επιθεωρητή Ειδικών Μαθημάτων.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
Το Δικαστήριο με βάση τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιόν του αδυνατεί να ελέγξει κατά πόσο το ενδιαφερόμενο μέρος κατέχει τα απαραίτητα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα.
Τα προσόντα του ενδιαφερομένου μέρους έχουν αναφερθεί πιο πάνω όπως επίσης και οι σχετικές πρόνοιες του παρόντος Σχεδίου Υπηρεσίας και του Σχεδίου Υπηρεσίας της προηγούμενης θέσης. Από τα πιο πάνω δεν μπορεί να λεχθεί με βεβαιότητα με βάση ποια πρόνοια των Σχεδίων Υπηρεσίας το ενδιαφερόμενο μέρος είναι (αν όντως είναι) προσοντούχα, ούτε μπορεί να εξακριβωθεί ποια από τα προσόντα του ενδιαφερομένου μέρους κρίθηκαν ότι πληρούν το Σχέδιο Υπηρεσίας. Η διαμόρφωση πρωτογενούς κρίσεως επί του θέματος δεν είναι εν πάση περιπτώσει έργο του δικαστηρίου. Το τι υποστήριξε ο δικηγόρος για τους καθ' ων στην ενώπιον του δικαστηρίου διαδικασία είναι απόψεις δικές του που υποβλήθηκαν εκ των υστέρων και δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη.
Ούτε η Συμβουλευτική Επιτροπή ούτε η Ε.Ε.Υ. έχουν αναφέρει ρητά με βάση ποια συγκεκριμένη πρόνοια είτε του παρόντος είτε του προηγούμενου Σχεδίου Υπηρεσίας, το ενδιαφερόμενο μέρος κρίθηκε προσοντούχα. Πέραν από τη γενική αναφορά ότι οι υποψήφιες πληρούν τα προσόντα δεν έχει λεχθεί οτιδήποτε που θα επέτρεπε στο Δικαστήριο να ελέγξει κατά πόσο η απόφαση της Σ.Ε. και της Ε.Ε.Υ. ήταν εύλογα επιτρεπτή. Το γεγονός αυτό δεν μπορεί παρά να οδηγήσει την επίδικη απόφαση σε ακύρωση δεδομένου και του ότι όπως φαίνεται στα πρακτικά τα "ψηλότερα προσόντα" του ενδιαφερομένου μέρους είχαν το ρόλο τους στη λήψη της επίδικης απόφασης.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Πετρίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 1296.
Προσφυγές.
Προσφυγές εναντίον της απόφασης της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας με την οποία προάχθηκε στη θέση Επιθεωρητή Ειδικών Μαθημάτων Δημοτικής Εκπαίδευσης το ενδιαφερόμενο μέρος αντί των Αιτητριών.
Α. Ευσταθίου, για την Αιτήτρια στην Υπόθεση αρ. 677/94.
Α. Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια στην Υπόθεση αρ. 777/94.
Γ. Στυλιανίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Α. Μιλτιάδους, για Χ. Τριανταφυλλίδη, για το Ενδιαφερόμενο μέρος.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Οι προσφυγές αυτές συνεκδικάστηκαν γιατί αφορούν την ίδια διοικητική πράξη. Συγκεκριμένα προσβάλλουν την απόφαση της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (ΕΕΥ), με την οποία προάχθηκε στη θέση Επιθεωρητή Ειδικών Μαθημάτων Δημοτικής Εκπαίδευσης για τα νηπιαγωγεία το ενδιαφερόμενο μέρος Παναγιώτα Θεοφιλίδου.
Τα γεγονότα σε συντομία είναι τα ακόλουθα:
Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Παιδείας με επιστολή του ημερ. 1.3.94 διαβίβασε έγκριση για πλήρωση 1 θέσης Επιθεωρητή Ειδικών Μαθημάτων Δημοτικής Εκπαίδευσης για τα Νηπιαγωγεία, που είναι θέση Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής.
Η ΕΕΥ την 1.3.94 αποφάσισε την προκήρυξη της εν λόγω θέσης με δημοσίευση στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας.
Σύμφωνα με το άρθρο 35Β(1) των περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων 1969 έως 1994, (ο Νόμος) κατάλογος όλων των αιτητριών μαζί με τις αιτήσεις τους, αντίγραφο της δημοσίευσης στην επίσημη εφημερίδα καθώς και οι φάκελοι υπηρεσιακών εκθέσεων των αιτητών διαβιβάστηκαν στον Διευθυντή Δημοτικής Εκπαίδευσης που σύμφωνα με το Νόμο είναι Πρόεδρος της οικείας Συμβουλευτικής Επιτροπής (Σ.Ε).
Οι αιτήσεις εξετάστηκαν σε πρώτο στάδιο από τη Σ.Ε.. Ο Πρόεδρος, της διαβίβασε στις 27.4.94 την έκθεση της Σ.Ε. στην ΕΕΥ μαζί με κατάλογο υποψηφίων που συστήνονταν και που βασικά αποτελείτο από τις δύο αιτήτριες και το ενδιαφερόμενο μέρος. Η Σ.Ε. διαπίστωσε πως και οι τρεις υποψήφιες ικανοποιούσαν τις πρόνοιες του Σχεδίου Υπηρεσίας.
Η ΕΕΥ στη συνεδρίασή της ημερ. 24.5.94 (Παράρτημα Δ) εξέτασε τις ενστάσεις που υποβλήθηκαν από μέρους ενδιαφερομένων για τον κατάλογο της Σ.Ε. (άρθρα 35Β(7) και (8) του Νόμου).
Για τον κατάλογο υποβλήθηκε μόνο μια ένσταση και συγκεκριμένα από την αιτήτρια Γρηγοροπούλου, η οποία ισχυρίστηκε ότι η υποψήφια Μάρω Κεή (αιτήτρια στην προσφυγή αρ. 777/94) δεν έχει τα απαιτούμενα από τα Σχέδια Υπηρεσίας προσόντα. Η ΕΕΥ απέρριψε την ένσταση αφού βρήκε ότι η υποψήφια Κεή είχε τα απαιτούμενα προσόντα.
Στη συνέχεια η ΕΕΥ αφού μελέτησε τους φακέλους των υποψηφίων, αφού έλαβε υπόψη την 'Εκθεση της Σ.Ε., διαπίστωσε ότι όλες οι υποψήφιες είχαν τα απαιτούμενα από τα Σχέδια Υπηρεσίας προσόντα και κατάρτισε με βάση το άρθρο 35(B)(8) τον τελικό κατάλογο στον οποίο περιέχοντο μόνο τα ονόματα των αιτητριών και του ενδιαφερομένου μέρους. Ακολούθως η ΕΕΥ αποφάσισε να καλέσει τις υποψήφιες σε προσωπική συνέντευξη αφού καθορίστηκαν τα κριτήρια που θα λαμβάνονταν υπόψη για την αξιολόγησή της απόδοσης των υποψηφίων. Οι συνεντεύξεις έγιναν στις 26.5.94 και σ' αυτές παρέστη και ο Διευθυντής Δημοτικής Εκπαίδευσης, ο οποίος και αξιολόγησε την απόδοση των υποψηφίων στην προσωπική συνέντευξη.
Μετά την αποχώρηση του Διευθυντή η ΕΕΥ αξιολόγησε την απόδοση των δύο αιτητριών ως "πάρα πολύ καλή" και του ενδιαφερομένου μέρους ως "εξαίρετη".
Στη συνέχεια η ΕΕΥ πήρε τις πιο κάτω αποφάσεις όπως αυτές καταγράφονται στα πρακτικά (Παράρτημα Ε):
"Αξία: Για την επιμέτρηση της αξίας η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων και των φακέλων υπηρεσιακών εκθέσεων των υποψηφίων, το σύνολο των υπηρεσιακών εκθέσεων των υποψηφίων με ιδιαίτερη βαρύτητα στις τελευταίες και ως συμπληρωματικό στοιχείο κρίσης για την αξία τους, την εντύπωση που αποκόμισε κατά τις προσωπικές συνεντεύξεις. Με βάση τις υπηρεσιακές εκθέσεις και οι τρεις υποψήφιες παρουσιάζονται περίπου ισοδύναμες, ενώ κατά την προσωπική συνέντευξη η απόδοση της κας Θεοφιλίδου χαρακτηρίστηκε "Εξαιρετικά" και των άλλων δυο υποψήφιων "Πάρα Πολύ Καλά".
Προσόντα: Από τη μελέτη των φακέλων η Επιτροπή διαπίστωσε ότι οι υποψήφιες κατέχουν τα απαιτούμενα προσόντα από τα σχέδια υπηρεσίας περιλαμβανομένης και της πολύ καλής γνώσης μιας από τις επικρατέστερες ευρωπαϊκές γλώσσες. Η κα Θεοφιλίδου παρουσιάζεται να κατέχει ψηλότερα προσόντα από τις άλλες δυο υποψήφιες (πανεπιστημιακό τίτλο Β.Α. και μεταπτυχιακό τίτλο Μ.Α.).
Αρχαιότητα: Η αρχαιότητα κρίνεται με βάση τις διατάξεις του άρθρου 37 των περί Δημοσίας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων 1969 έως 1994. Η κα Γρηγοροπούλου (ημερομηνία προαγωγής στη θέση Διευθυντή 2.9.88 - Β. Διευθυντή 15.5.77) υπερέχει από την δίδα Κεή (ημερομηνία προαγωγής στη θέση Διευθυντή 1.9.88 - Β. Διευθυντή 1.9.82 και από την κα Θεοφιλίδου (ημερομηνία προαγωγής στη θέση Διευθυντή 1.2.93 - Β. Διευθυντή 1.9.89).
Η Επιτροπή ύστερα από συνεκτίμηση της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητας των υποψηφίων και αφού έδωσε τη δέουσα βαρύτητα στα κριτήρια αυτά βρίσκει ότι η κα Θεοφιλίδου που κατέχει ψηλότερα προσόντα και έχει ελαφρά υπεροχή ως προς την αξία, είναι επικρατέστερη για προαγωγή στην υπό πλήρωση θέση.
.....................................''
Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω καταχωρίστηκε η παρούσα προσφυγή.
Ο βασικός ισχυρισμός που πρόβαλαν οι δικηγόροι των αιτητριών είναι πως το ενδιαφερόμενο μέρος δεν είναι κάτοχος πτυχίου της Παιδαγωγικής Ακαδημίας ή του Διδασκαλικού Κολλεγίου Κύπρου και συνεπώς δεν πληρεί το Σχέδιο Υπηρεσίας της επίδικης θέσης. Έγινε επίσης ισχυρισμός πως οι καθ' ων η αίτηση δεν ασχολήθηκαν καθόλου με το θέμα των προσόντων του ενδιαφερομένου μέρους και ούτε προέβηκαν σε οποιαδήποτε έρευνα.
Σύμφωνα με την παρ. (1) των απαιτουμένων προσόντων του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης (Παράρτημα Στ) απαιτείται πτυχίο δασκάλου του Διδασκαλικού Κολλεγίου Κύπρου/της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Κύπρου.
Το ενδιαφερόμενο μέρος είναι κάτοχος Διπλώματος Σχολής Νηπιοκόμων Ιωαννίνων (διετής φοίτηση). Επιπρόσθετα έχει Β.Α. (English Literature) - State University of New York at Albany και M.A. (Program Development and Evaluation) επίσης του πιο πάνω εκπαιδευτικού ιδρύματος.
Ο δικηγόρος για τους καθ' ων αντικρούοντας τους ισχυρισμούς των δικηγόρων των αιτητριών παρέπεμψε στη Σημείωση (1) του Σχεδίου Υπηρεσίας της επίδικης θέσης, η οποία προνοεί τα ακόλουθα:
"Σημ.:(1) Εκπαιδευτικοί που είχαν τα προσόντα για την προηγούμενη θέση Επιθεωρητή Ειδικών Μαθημάτων Στοιχειώδους Εκπαιδεύσεως ή τα απόκτησαν μέχρι τις 16.12.85 θα μπορούν να είναι υποψήφιοι για τη θέση αυτή."
Στη συνέχεια ο κ. Στυλιανίδης παρέπεμψε στο Σχέδιο Υπηρεσίας της προηγούμενης θέσης Επιθεωρητή Ειδικών Μαθημάτων Στοιχειώδους Εκπαιδεύσεως, το οποίο επεσύναψε ως Παράρτημα Ζ στη γραπτή του αγόρευση, και το οποίο κάτω από τον τίτλο "Απαιτούμενα Προσόντα" αναφέρει μεταξύ άλλων:
"1. Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος, ή ισότιμο προσόν στον κλάδο της ειδικότητας του."
Το ενδιαφερόμενο μέρος συνέχισε που είναι κάτοχος διπλώματος Σχολής Νηπιοκόμων Ιωαννίνων, είναι σύμφωνα με τη Σημείωση του σημερινού σχεδίου υπηρεσίας και της παρ.1 του προηγούμενου σχεδίου υπηρεσίας προσοντούχα. Στο στάδιο των διευκρινίσεων κατάθεσε ως Τεκμήριο Α διάφορα Σχέδια Υπηρεσίας που ίσχυαν κατά καιρούς παραπέμποντας σε δύο από αυτά για να ισχυριστεί ότι το ενδιαφερόμενό μέρος πληρεί τα Σχέδια Υπηρεσίας.
Είπε επίσης πως τόσο η Σ.Ε. όσο και η ΕΔΥ είχαν ενώπιόν τους τους σχετικούς φακέλους, εξέτασαν μάλιστα και την ένσταση της Γρηγοροπούλου ότι η Κεή δεν είχε τα προσόντα και διαπίστωσαν ότι όλες οι υποψήφιες κατείχαν τα απαιτούμενα προσόντα. Συνεπώς δεν ευσταθεί ο ισχυρισμός περί μη διεξαγωγής δέουσας έρευνας.
Ο κ. Αγγελίδης στη απάντησή του επιμένει στον ισχυρισμό ότι το ενδιαφερόμενο μέρος δεν πληρεί τις πρόνοιες του Σχεδίου Υπηρεσίας γιατί όπως είπε, και με το προηγούμενο Σχέδιο Υπηρεσίας απαιτείτο πτυχίο Διδασκαλείου ή Παιδαγωγικής Ακαδημίας και πως εν πάση περιπτώσει το πανεπιστημιακό δίπλωμα του ενδιαφερομένου μέρους (ΒΑ. English Literature) δεν είναι στο θέμα της ειδικότητάς του.
Το Δικαστήριο με βάση τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιόν του αδυνατεί να ελέγξει κατά πόσο το ενδιαφερόμενο μέρος κατέχει τα απαραίτητα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα.
Τα προσόντα του ενδιαφερομένου μέρους έχουν αναφερθεί πιο πάνω όπως επίσης και οι σχετικές πρόνοιες του παρόντος Σχεδίου Υπηρεσίας και του Σχεδίου Υπηρεσίας της προηγούμενης θέσης. Από τα πιο πάνω δεν μπορεί να λεχθεί με βεβαιότητα με βάση ποια πρόνοια των Σχεδίων Υπηρεσίας το ενδιαφερόμενο μέρος είναι (αν όντως είναι) προσοντούχα, ούτε μπορεί να εξακριβωθεί ποια από τα προσόντα του ενδιαφερομένου μέρους κρίθηκαν ότι πληρούν το Σχέδιο Υπηρεσίας. Η διαμόρφωση πρωτογενούς κρίσεως επί του θέματος δεν είναι εν πάση περιπτώσει έργο του δικαστηρίου. Το τι υποστήριξε ο δικηγόρος για τους καθ' ων στην ενώπιον μου διαδικασία είναι απόψεις δικές του που υποβλήθηκαν εκ των υστέρων και δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη.
Ούτε η Σ.Ε. ούτε η ΕΕΥ έχουν αναφέρει ρητά με βάση ποια συγκεκριμένη πρόνοια είτε του παρόντος είτε του προηγούμενου Σχεδίου Υπηρεσίας, το ενδιαφερόμενο μέρος κρίθηκε προσοντούχα. Πέραν από τη γενική αναφορά ότι οι υποψήφιες πληρούν τα προσόντα δεν έχει λεχθεί οτιδήποτε που θα επέτρεπε στο Δικαστήριο να ελέγξει κατά πόσο η απόφαση της Σ.Ε. και της ΕΕΥ ήταν εύλογα επιτρεπτή. Το γεγονός αυτό δεν μπορεί παρά να οδηγήσει την επίδικη απόφαση σε ακύρωση δεδομένου και του ότι όπως φαίνεται στα πρακτικά τα "ψηλότερα προσόντα" του ενδιαφερομένου μέρους είχαν το ρόλο τους στη λήψη της επίδικης απόφασης.
Το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση του Κούρρη Δ. στην υπόθεση Ανδρούλλα Πετρίδου κ.ά ν. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 1296 εφαρμόζεται απόλυτα και στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης και υιοθετώ πλήρως την προσέγγιση του αδελφού Δικαστή:
"Η ΕΕΥ δεν αναφέρει ούτε με βάση ποιο μέρος του σχεδίου υπηρεσίας θεώρησε προσοντούχο το ενδιαφερόμενο μέρος, ούτε για ποιο λόγο ή λόγους. Ούτε φαίνεται από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιόν μου η ύπαρξη οποιουδήποτε είδους έρευνας επί του θέματος, σ' αντίθεση, και πάλι με την περίπτωση του αιτητή Χόπλαρου για την οποία ζητήθηκε και νομική συμβουλή. Ελλείπουν παντελώς, τόσο οποιαδήποτε ερμηνεία του σχεδίου υπηρεσίας, όσο και οποιαδήποτε έρευνα της ΕΕΥ επί του θέματος της κατοχής των απαιτουμένων προσόντων από το ενδιαφερόμενο μέρος. Οι παραλείψεις αυτές της ΕΕΥ καθιστούν αδύνατο το δικαστικό έλεγχο, εφόσον το Δικαστήριο δεν μπορεί ν' αποφανθεί κατά πόσο η απόφαση της ΕΕΥ να θεωρήσει το ενδιαφερόμενο μέρος προσοντούχο υποψήφιο ήταν εύλογα επιτρεπτή σ' αυτήν. Ούτε και μπορεί το Δικαστήριο να προβεί σε δική του ερμηνεία του σχεδίου υπηρεσίας ελλείψει οποιασδήποτε εκ μέρους της ΕΕΥ. Τα απαιτούμενα προσόντα τίθενται με διαζευκτικό τρόπο και δεν μπορεί το Δικαστήριο να προβαίνει σε εικασίες ποιο από τα διαζευκτικά προσόντα ικανοποιούσε, κατά την κρίση της ΕΕΥ, το ενδιαφερόμενο μέρος και γιατί. Το θέμα είναι αρκετά σοβαρό και έχρηζε ενδελεχούς εξέτασης προτού η ΕΕΥ προβεί στη λήψη της επίδικης απόφασης. Για το λόγο αυτό, ο διορισμός του ενδιαφερομένου μέρους πρέπει ν' ακυρωθεί."
Για όλους τους πιο πάνω λόγους ο υπό εξέταση λόγος ακυρότητας κρίνεται βάσιμος, οδηγεί την επίδικη απόφαση σε ακύρωση και συνεπώς το Δικαστήριο δεν θα εξετάσει τους υπόλοιπους λόγους ακυρότητας.
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν και η επίδικη απόφαση ακυρώνεται. Επιδικάζονται έξοδα υπέρ των αιτητριών.
Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα.