ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αρχείο σε μορφή PDF - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

(1996) 4 ΑΑΔ 780

22 Μαρτίου, 1996

[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΑΝΔΡΕΑΣ Χ'' ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ,

Αιτητές,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΜΥΝΑΣ ΚΑΙ/ Ή ΑΛΛΩΝ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 364/93)

Στρατός της Δημοκρατίας — Υπαξιωματικοί —Ανέλιξη στο σώμα των Αξιωματικών —Διαδικασία — Κανονιστικό καθεστώς — Συνεντεύξεις — Καμία νομική υποχρέωση ως προς τη βαθμολογία τους — Γενικότερα η διαδικασία αξιολόγησης σε συνάρτηση με τις επιμέρους κανονιστικές πρόνοιες — Καμία παράβαση στην κριθείσα περίπτωση.

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος—Ακυρωτικός έλεγχος — Φύση και έκταση — Στρατός της Δημοκρατίας — Υπαξιωματικοί —Αξιολόγηση — Η βαθμολογία συνιστά κατ' ουσίαν κρίση της διοίκησης — Δεν ελέγχεται ακυρωτικά.

Οι αιτητές επεδίωξαν την ακύρωση του διορισμού των ενδιαφερομένων μερών στο βαθμό του Ανθυπολοχαγού.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1. Πουθενά στους Κανονισμούς δεν αναφέρεται πως η μέγιστη δυνατή βαθμολογία των προσωπικών συνεντεύξεων έπρεπε να είναι το 50. Η βαθμολογία αυτή είναι υποχρεωτική μόνο στην περίπτωση διεξαγωγής γραπτών εξετάσεων. Ως εκ τούτου, δεν υπήρχε καμιά νομική υποχρέωση όσον αφορά τη βαθμολογία των προσωπικών συνεντεύξεων. Οι Αιτητές, καθώς και τα ενδιαφερόμενα μέρη, είχαν την ίδια μεταχείριση. Ως προς τη βαθμολογία στις προσωπικές συνεντεύξεις είναι νομολογημένο πως δεν είναι υποχρεωμένο το αρμόδιο όργανο να καταγράφει λεπτομεριακά τη μεθοδολογία της βαθμολογίας.

2. Δεν υπήρξε νομικό κενό ούτε ως προς την κατάρτιση του Συμβουλίου, αλλά ούτε και ως προς την αξιολόγηση των Υπαξιωματικών αφού υπήρχε νομοθετική πρόνοια στον Κανονισμό 18 της Κ.Δ.Π. 90/90, η οποία παρέμεινε σε ισχύ και μετά την έκδοση της Κ.Δ.Π. 14/93.

3. Σύμφωνα με τον Κανονισμό 40(1) της Κ.Δ.Π. 90/90 ρητά δηλώνεται ότι "ο εισηγητής θέτει υπόψη του Προέδρου και των Μελών του Συμβουλίου λεπτομερή στοιχεία για τον κάθε κρινόμενο Αξιωματικό όπως αυτά προκύπτουν από τον ατομικό του φάκελο". Ως εκ τούτου, είναι καθήκον του εισηγητή να ετοιμάσει τα στοιχεία αυτά και να τα θέσει υπόψη του Συμβούλιου Αξιολόγησης.

4. Η διαδικασία, όπως αυτή προνοείται από την Κ.Δ.Π. 90/90 και η οποία τελούσε σε ισχύ για σκοπούς του διορισμού των αιτητών καθώς και των ενδιαφερομένων μερών, τηρήθηκε και δεν πάσχει. Οι καθ' ων η αίτηση ενήργησαν βάσει του νόμου και όχι καθ' υπέρβαση εξουσίας εφαρμόζοντας την πιο πάνω κανονιστική πράξη. Η βαθμολογία ανήκει στην ουσιαστική κρίση της διοίκησης με βάση τα ενώπιόν της στοιχεία και κατά συνέπεια δεν μπορεί να ελεγχθεί από το Δικαστήριο. Είναι νομολογημένο ότι το Δικαστήριο δεν υποκαθιστά τη δική του κρίση αναφορικά με την επιλογή του καταλληλότερου υποψήφιου με την κρίση του αρμοδίου οργάνου. Το Δικαστήριο δεν ακυρώνει την απόφαση αν η απόφαση λήφθηκε σύμφωνα με το νόμο και τα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης και ήταν εύλογα επιτρεπτή. Οι αιτητές δεν απέδειξαν υπεροχή ή οποιοδήποτε άλλο λόγο ακυρότητας που επικαλέσθηκαν για να δικαιολογηθεί η ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης. Η προσβαλλόμενη πράξη ήταν εύλογα επιτρεπτή.

Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

Αναφερόμενη υπόθεση:

Γεωργίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 700.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης των Καθ' ων η αίτηση να προάξουν τα ενδιαφερόμενα μέρη στο βαθμό του Ανθυπολοχαγού αντί των Αιτητών.

Ν. Παπαμιλτιάδους, για τους Αιτητές.

Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Δ.: Με την προσφυγή τους αυτή οι αιτητές ζητούν από το Δικαστήριο δήλωση ότι η πράξη διορισμού των ενδιαφερομένων μερών, Καζαμία Ανδρέα, Ξενοφώντος Κωνσταντίνου, Αναστασίου Γεώργιου, Ιωάννου Νικολάου, Σάββα Μάριου, Δημητρίου Σάββα, Λεωνίδου Ανδρέα και Κωνσταντίνου Παναγιώτη, στο βαθμό του Ανθυπολοχαγού είναι άκυρη και παράνομη και στερημένη εννόμου αποτελέσματος.

Οι αιτητές πρόβαλαν τους ακόλουθους ισχυρισμούς:-

1. Η απόφαση των καθ' ων η αίτηση λήφθηκε χωρίς καμία απολύτως αιτιολογία όσον αφορά τον τρόπο αξιολόγησης και τη μεθοδολογία της βαθμολογίας.

2. Το Συμβούλιο Αξιολόγησης δεν είχε νομοθετική κάλυψη ή και υπερέβη τις εξουσίες του κατά την αξιολόγηση από τις 8 έως τις 14 Δεκεμβρίου, 1993 και τούτο γιατί η νομοθετική κάλυψη έγινε αργότερα και συγκεκριμένα με την Κ.Δ.Π. 14/93.

3. Το Συμβούλιο Αξιολόγησης καταρτίσθηκε και αποφάσισε χωρίς νομοθετική εξουσιοδότηση.

4. Η βαθμολογία των αιτητών είναι παράνομη και δεν υπάρχει οποιαδήποτε εξήγηση ή κριτήριο που να τη δικαιολογεί. Η απόφαση δεν ακολούθησε την αρχή του διορισμού του καλυτέρου.

5. Η αξιολόγηση του Εισηγητή είναι παράνομη γιατί αυτός δεν είχε την εξουσία ή το νομικό δικαίωμα της αξιολόγησης και εστερείτο της ικανότητας και εξουσίας να ετοιμάσει καταστάσεις με τις βαθμολογίες των ουσιαστικών προσόντων και των Εκθέσεων Ικανότητας.

6. Η προπαρασκευαστική διαδικασία είναι παράνομη.

7. Γενικά οι καθ' ων η αίτηση ενήργησαν καθ' υπέρβαση εξουσίας.

Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν σε συντομία ως εξής: Τόσο οι αιτητές όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη είναι μόνιμοι Αξιωματικοί του Στρατού της Δημοκρατίας. Οι αιτητές κατέχουν το βαθμό του Αρχιλοχία και τα ενδιαφερόμενα μέρη το βαθμό του Ανθυπολοχαγού από τις 30 Δεκεμβρίου, 1992. Στις 13 Οκτωβρίου, 1992, ο Υπουργός Άμυνας αποφάσισε όπως προβεί στη συγκρότηση Συμβουλίου Αξιολόγησης και προς τούτο διόρισε τα μέλη του σύμφωνα με τους Κανονισμούς 18 και 19 της Κ.Δ.Π. 90/90. Το Συμβούλιο αυτό προέβη στην αξιολόγηση τόσο των αιτητών όσο και των ενδιαφερομένων μερών και τους κατέταξε ως εξής:-

 

Αιτητές

 

Ενδιαφερόμενα Μέρη

 

Ανδρέας Χ"Αντωνίου

29ος

Καζαμίας Ανδρέας

3ος

Στέλιος Καντονίδης

69ος

Ξενοφώντος Κωνσταντίνος

2ος

Σοφρώνιος Χριστοδουλίδης

75ος

Αναστασίου Γεώργιος   

5ος

 

 

Ιωάννου Νικόλαος

7ος

 

 

Σάββα Μάριος

9ος

 

 

Δημητρίου Σάββας

10ος

 

 

Λεωνίδου Ανδρέας

20ος

 

 

Κωνσταντίνου Παναγιώτης

26ος

Συνολικά υπήρχαν 77 αξιολογούμενοι. Σύμφωνα με τον Κανονισμό 23, παράγραφος 1, και την επιφύλαξη της Κ.Δ.Π. 90/90, ο αριθμός των Ανθυπολοχαγών που θα διορίζοντο έπρεπε να είναι ίσος με το 50% των Αξιωματικών που ήσαν απόφοιτοι ανωτάτων στρατιωτικών σχολών και που διορίσθηκαν τον ίδιο χρόνο. Για το 1992 οι διορισθέντες Ανθυπολοχαγοί οι οποίοι ήσαν απόφοιτοι ανωτάτων στρατιωτικών σχολών αριθμούντο στους 27 και, ως εκ τούτου, το Υπουργικό Συμβούλιο έπρεπε να διορίσει τους πρώτους 14 στον Πίνακα Αξιολόγησης.

Όμως, προτού το Υπουργικό Συμβούλιο προχωρήσει στο διορισμό τους, εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο η μεταβατική διάταξη της Κ.Δ.Π. 14/93 η οποία μεταβατική διάταξη προσδιορίζει ότι για το 1992 ο αριθμός των διορισθέντων Ανθυπολοχαγών θα έπρεπε να είναι ίσος με τον αριθμό των Ανθυπολοχαγών αποφοίτων ανωτάτων στρατιωτικών σχολών που είχαν διορισθεί το 1992. Ως εκ τούτου, η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου με αριθμό 38.795, η οποία ενέκρινε το διορισμό των 27 πρώτων στον Πίνακα Αξιολόγησης, διαβιβάστηκε στον Υπουργό Άμυνας για τις απαραίτητες ενέργειες. Εν τω μεταξύ η μεταβατική διάταξη εγκρίθηκε από τη Βουλή των Αντιπροσώπων και η Κ.Δ.Π. 14/93 εκδόθηκε στις 5 Φεβρουαρίου, 1993, επιτρέποντας στον Υπουργό Άμυνας την υλοποίηση της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 28 Ιανουαρίου, 1993.

Το πρώτο παράπονο των Αιτητών είναι ότι υπήρξε πλήρης έλλειψη αιτιολογίας σχετικά με τον τρόπο αξιολόγησης και μεθοδολογίας της βαθμολογίας. Οι διορισμοί έγιναν σύμφωνα με τον περί Στρατού της Δημοκρατίας Νόμο (Ν. 33/90), και τους περί Αξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις) Κανονισμούς του 1990-1992 (Κ.Δ.Π. 90/90 και 157/91).

Σύμφωνα με τον Κανονισμό 21 παράγραφος 1 τα κριτήρια αξιολόγησης των Υπαξιωματικών είναι δύο: οι Εκθέσεις Ικανότητας και οι Γραπτές Εξετάσεις. Στο κάθε ένα από τα κριτήρια αναλογούν 50 βαθμοί. Σύμφωνα με τον Κανονισμό 21(1)(α) της Κ.Δ.Π. 90/90 η βαθμολογία στις Εκθέσεις Ικανότητας προκύπτει από το μέσο όρο των βαθμολογιών των Εκθέσεων Ικανότητας των πέντε τελευταίων χρόνων με μέγιστη δυνατή βαθμολογία το 50.

Στην υπό κρίση υπόθεση το δεύτερο κριτήριο, αυτό των Γραπτών Εξετάσεων δεν εφαρμόζεται γιατί οι αξιολογούμενοι Υπαξιωματικοί υπηρετούσαν πριν από την έναρξη της ισχύος της Κ.Δ.Π. 90/90 και, ως εκ τούτου, σύμφωνα με την επιφύλαξη της παραγράφου (ε) του Κανονισμού 20, θα έπρεπε να καλεσθούν σε προσωπική συνέντευξη, τα αποτελέσματα της οποίας θα λαμβάνοντο "δεόντως υπόψην για τους σκοπούς της αξιολόγησης".

Το Συμβούλιο Αξιολόγησης κάλεσε τους αξιολογούμενους σε προσωπική συνέντευξη στις 8,9,10,11 και 14 Δεκεμβρίου, 1992, και επέλεξε ως μέγιστη δυνατή βαθμολογία για τις συνεντεύξεις τους 12 βαθμούς. Η επίδοση του κάθε υποψηφίου στη συνέντευξη προστέθηκε στη βαθμολογία της Έκθεσης Ικανότητας και ο Πίνακας Αξιολογήσεως καταρτίσθηκε σύμφωνα με το άθροισμα και των δύο.

Πουθενά στους κανονισμούς δεν αναφέρεται πως η μέγιστη δυνατή βαθμολογία των προσωπικών συνεντεύξεων έπρεπε να είναι το 50. Η βαθμολογία αυτή είναι υποχρεωτική μόνο στην περίπτωση διεξαγωγής γραπτών εξετάσεων. Ως εκ τούτου, δεν υπήρχε καμιά νομική υποχρέωση όσον αφορά τη βαθμολογία των προσωπικών συνεντεύξεων. Οι Αιτητές, καθώς και τα ενδιαφερόμενα μέρη, είχαν την ίδια μεταχείριση. Ως προς τη βαθμολογία στις προσωπικές συνεντεύξεις είναι νομολογημένο πως δεν είναι υποχρεωμένο το αρμόδιο όργανο να καταγράφει λεπτομεριακά τη μεθοδολογία της βαθμολογίας. Στην απόφαση Γρηγόρης Γεωργίου και Άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 700, έχουν λεχθεί τα ακόλουθα:-

"Έχει επανειλημμένα νομολογηθεί πως το διορίζον ή προάγον όργανο, δεν είναι ανάγκη να καταγράφει τις ερωτήσεις και απαντήσεις των υποψηφίων, αλλά μόνο τα ευρήματα για την απόδοση των υποψηφίων κατά τις συνεντεύξεις. Πληθώρα αποφάσεων επιβεβαιώνουν ότι δεν είναι απαραίτητο να αντικατοπτρίζεται στα πρακτικά το ακριβές περιεχόμενο μιας συνέντευξης, αλλά μόνο η γενική εντύπωση που άφησαν οι υποψήφιοι κατά τη διάρκεια της προφορικής εξέτασης. (Βλ. Ektorides v. R. (1986) 3 C.L.R. 2198, HjiGeorghiou v. CTO (1986) 3 C.L.R. 1110, Νίκος Σιαμτάνης v. ΕΑΥ (1989) 3 Α.Α.Δ. 2563, Χρύσανθος Κωνσταντίνου ν. Συμβουλίου Αμπελουργικών Προϊόντων (1989) 3 Α.Α.Δ. 1663, Φειδίας Εκτωρίδης ν. ΕΔΥ (1990) 3 Α.Α.Δ. 922 και Ανδρέας Μιτσίδης ν. ΕΕΥ (1991) 4 Α.Α.Δ. 823."

Στην προκειμένη περίπτωση, το πρακτικό του Συμβουλίου ημερομηνίας 29 Δεκεμβρίου, 1992, δεν αναφέρει τα αποτελέσματα της συνέντευξης ξεχωριστά για κάθε ένα υποψήφιο. Καταγράφει μόνο το γεγονός ότι δέχθηκε σε προσωπική συνέντευξη ξεχωριστά τον κάθε αξιολογούμενο και πως τους υπέβαλε αριθμό ερωτήσεων που κυρίως σχετίζοντο με τα καθήκοντα που κατά περίπτωση εκτέλεσαν ή εκτελούν στην εθνική φρουρά. Το Συμβούλιο, με βάση τις εντυπώσεις από τις απαντήσεις των αξιολογουμένων καθώς και τα στοιχεία των Περιληπτικών Σημειωμάτων τα οποία παρουσίασε ο Εισηγητής μετά την αποχώρησή τους, αξιολογούσε την ικανότητα και την αξία τους. Επίσης αναφέρεται πως ο εισηγητής-γραμματέας κατέθεσε τις βαθμολογίες των Εκθέσεων Ικανότητας των Αξιωματικών για τα τελευταία πέντε χρόνια, στις οποίες δόθηκε βαρύτητα. Κατά συνέπεια, η τελική βαθμολογία του Πίνακα Σειράς Καταλληλότητας Αξιολογηθέντων Αξιωματικών που ετοίμασε το Συμβούλιο ήτο το άθροισμα των αντικειμενικών κριτηρίων του μέσου όρου των Εκθέσεων Ικανότητας με μέγιστη δυνατή βαθμολογία το 50 και οι βαθμοί πέραν της ως άνω βαθμολογίας που έλαβε ο κάθε υποψήφιος ήταν το τελικό αποτέλεσμα της βαθμολογίας κατά τις συνεντεύξεις.

Ως εκ των ανωτέρω οι ισχυρισμοί των αιτητών απορρίπτονται.

Ο δεύτερος ισχυρισμός των αιτητών αφορά την έλλειψη νομοθετικής κάλυψης και εξουσιοδότησης του Συμβουλίου Αξιολόγησης Αξιωματικών κατά τη διάρκεια της συνέντευξης για την αξιολόγηση, από τις 8 μέχρι τις 14 Δεκεμβρίου, 1992. Ο τρίτος ισχυρισμός των αιτητών αφορά την χωρίς νομοθετική εξουσιοδότηση κατάρτιση του Συμβουλίου. Θα εξετασθούν μαζί οι δύο αυτοί ισχυρισμοί γιατί συνδέονται.

Κατά τη συγκρότηση και σύγκληση του Συμβουλίου Αξιολόγησης Αξιωματικών, καθώς και κατά την αξιολόγηση των Υπαξιωματικών από το Συμβούλιο, η Κ.Δ.Π. 90/90 ευρίσκετο σε ισχύ καθώς και ο Κανονισμός 18, ο οποίος προνοεί για τη συγκρότηση του Συμβουλίου, και στην παρούσα περίπτωση εφαρμοζόταν πλήρως. Η μεταγενέστερη νομική κάλυψη, η Κ.Δ.Π. 14/93, τέθηκε σε ισχύ στις 5 Φεβρουαρίου, 1993, και συμπεριλαμβάνει την ακόλουθη μεταβατική διάταξη:-

"3. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των παρόντων Κανονισμών η αξιολόγηση των Υπαξιωματικών για το 1992 και 1993 θα γίνει σύμφωνα με τις διατάξεις του καταργούμενου με τους παρόντες Κανονισμούς Μέρους των βασικών κανονισμών και ο αριθμός των Υπαξιωματικών που θα διοριστούν σε Ανθυπολοχαγούς θα είναι για μεν το 1992 ίσος με τον αριθμό των Ανθυπολοχαγών αποφοίτων ανώτατων στρατιωτικών σχολών που έχουν διοριστεί μέσα στο χρόνο αυτό, για δε το 1993 ίσος προς το 50% του αριθμού των ανθυπολοχαγών αποφοίτων ανώτερων στατριωτικών σχολών που διορίζονται μέσα στον αντίστοιχο χρόνο."

Ως εκ τούτου, δεν υπήρξε νομικό κενό ούτε ως προς την κατάρτιση του Συμβουλίου, αλλά ούτε και ως προς την αξιολόγηση των Υπαξιωματικών αφού υπήρχε νομοθετική πρόνοια στον Κανονισμό 18 της Κ.Δ.Π. 90/90, η οποία παρέμεινε σε ισχύ και μετά την έκδοση της Κ.Δ.Π. 14/93.

Βάσει των πιο πάνω κρίνω ότι και οι δύο ισχυρισμοί των αιτητών είναι ανυπόστατοι και ότι δεν υπήρξε καμιά υπέρβαση εξουσίας.

Όσον αφορά το παράπονο των αιτητών για τον ανεξήγητο, ανεξέλεγκτο και παράνομο καθορισμό της βαθμολογικής σειράς στους πίνακες, καθώς και το γεγονός ότι δεν υπάρχει οποιαδήποτε επεξήγηση ή κρίτηριο αξιολόγησης, θα υιοθετήσω όσα έχω πει πιο πάνω και θα επαναλάβω ότι η αξιολόγηση έγινε με βάση την επιφύλαξη του Κανονισμού 20(ε) και του Κανονισμού 21(1)(α) και (2) και αφού προστέθηκαν οι δύο αυτές βαθμολογίες καταρτίσθηκε ο πίνακας. Δεν συμφωνώ με το παράπονο των αιτητών γι' αυτό και το απορρίπτω.

Για την εισήγηση των αιτητών ότι ο εισηγητής-γραμματέας στερείτο της ικανότητας και εξουσίας να ετοιμάσει κατάσταση με τις βαθμολογίες των ουσιαστικών προσόντων και των Εκθέσεων Ικανότητας, έχω να πω τα ακόλουθα: Σύμφωνα με τον Κανονισμό 40(1) της Κ.Δ.Π. 90/90 ρητά δηλώνεται ότι "ο εισηγητής θέτει υπόψη του Προέδρου και των Μελών του Συμβουλίου λεπτομερή στοιχεία για τον κάθε κρινόμενο Αξιωματικό όπως αυτά προκύπτουν από τον ατομικό του φάκελο". Ως εκ τούτου, είναι καθήκον του εισηγητή να ετοιμάσει τα στοιχεία αυτά και να τα θέσει υπόψη του Συμβούλιου Αξιολόγησης. Γι' αυτό και η εισήγηση αυτή των αιτητών είναι ανυπόστατη.

Ενόψει των πιο πάνω έχω καταλήξει πως η διαδικασία, όπως αυτή προνοείται από την Κ.Δ.Π. 90/90 και η οποία τελούσε σε ισχύ για σκοπούς του διορισμού των αιτητών καθώς και των ενδιαφερομένων μερών, τηρήθηκε και δεν βρίσκω ότι πάσχει. Οι καθ' ων η αίτηση ενήργησαν βάσει του νόμου και όχι καθ' υπέρβαση εξουσίας εφαρμόζοντας την πιο πάνω κανονιστική πράξη. Συμφωνώ με το δικηγόρο των καθ' ων η αίτηση ότι η βαθμολογία ανήκει στην ουσιαστική κρίση της διοίκησης με βάση τα ενώπιόν της στοιχεία και κατά συνέπεια δεν μπορεί να ελεγχθεί από το Δικαστήριο. Είναι νο-μολογημένο ότι το Δικαστήριο δεν υποκαθιστά τη δική του κρίση αναφορικά με την επιλογή του καταλληλότερου υποψήφιου με την κρίση του αρμοδίου οργάνου. Το Δικαστήριο δεν ακυρώνει την απόφαση αν η απόφαση λήφθηκε σύμφωνα με το νόμο και τα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης και ήταν εύλογα επιτρεπτή. Οι αιτητές δεν απέδειξαν υπεροχή ή οποιοδήποτε άλλο λόγο ακυρότητας που επικαλέσθηκαν για να δικαιολογηθεί η ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης. Η προσβαλλόμενη πράξη ήταν εύλογα επιτρεπτή.

Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται.

Καμιά διαταγή για έξοδα.

Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο