ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αρχείο σε μορφή PDF - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1995) 4 ΑΑΔ 2789

21 Δεκεμβρίου, 1995

[ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ, Πρόεδρος]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΚΛΕΙΤΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,

Αιτητής,

ν.

ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ,

Καθ' ου η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 169/91)

Φορολογία—Φορολογία εισοδήματος—Πρόσθετη επιβάρυνση—Άρθρο 15 του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων (Τροποποιητικός) Νόμου (Ν. 164/87) το οποίο τροποποίησε το Άρθρο 42 του Περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμου (Ν. 4/78) που και αναριθμήθηκε σε Άρθρο 39—Δεν έχει αναδρομική ισχύ.

Φορολογία — Φορολογία εισοδήματος — Εμπορικός χαρακτήρας εκποίησης — Κριτήρια από τη νομολογία — Εύλογα επιτρεπτή η κρίση περί εμπορικού χαρακτήρα της πώλησης οικοπέδων στην κριθείσα περίπτωση.

Διοικητικό Δίκαιο — Φορολογικό δίκαιο — Υποχρέωση του φορολογουμένου να προσκομίσει τα απαραίτητα αποδεικτικά των αιτημάτων του στοιχεία.

Ο αιτητής προσέβαλε τις σε βάρος του φορολογίας εισοδήματος έκτακτης εισφοράς και έκτακτης εισφοράς για την άμυνα των ετών 1979/78 - 1987.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1. Το Άρθρο 18 του περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων (Τροποποιητικός) Νόμου (Ν. 164/87) προβλέπει ότι "ο παρών Νόμος τίθεται εν ισχύι από του αρχομένου την 1η Ιανουαρίου 1989 φορολογικού έτους".

Ήταν εισήγηση του αιτητή ότι οι πρόνοιες του Άρθρου 15 του Νόμου 164/87 εφαρμόζονται μόνο σε φορολογίες για τα φορολογικά έτη 1989 και μετέπειτα.

Αντίθετη ήταν η θέση του καθ' ου η αίτηση ότι δηλαδή οι πρόνοιες του Άρθρου 39 εφαρμόζονται και για τα φορολογικά έτη πριν την 1/1/1989.

Στις προφορικές διευκρινίσεις ενώπιόν του Δικαστηρίου τούτου στις 5/4/1995 ο δικηγόρος του καθ' ου η αίτηση, συμφώνησε με την πιο πάνω εισήγηση του αιτητή όσον αφορά το ζήτημα της πρόσθετης επιβάρυνσης, και παραδέχθηκε ότι η επίδικη απόφαση πάσχει.

Ενόψει των πιο πάνω η απόφαση του Εφόρου όσον αφορά την επιβολή της πρόσθετης επιβάρυνσης ακυρώνεται.

2. Έχοντας υπόψη τις αρχές που διέπουν το θέμα και τα γεγονότα της υπόθεσης εν προκειμένω το Δικαστήριο έχει τη γνώμη ότι η πώληση των οικοπέδων ήταν πράξη εμπορίας γης και το κέρδος που προέκυψε είναι επομένως εισόδημα φορολογητέο σύμφωνα με το Νόμο. Η απόφαση του Εφόρου ήταν εύλογα επιτρεπτή σ' αυτόν.

3. Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου τούτου ο αιτητής οφείλει να προσάξει στον Έφορο τα απαραίτητα αποδεικτικά στοιχεία για υποστήριξη των αιτημάτων του.

4. Η επίδικη απόφαση ήταν το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής άσκησης της διακριτικής εξουσίας εκ μέρους του Εφόρου, σύμφωνα με τα γεγονότα και στοιχεία που παρουσιάστηκαν ενώπιόν του. Το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει.

Η προσφυγή απορρίπτεται με Λ.Κ300 έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Καλοψιδιώτης ν. Δημοκρατίας(1990) 3 Α.Α.Δ. 3453,

Πανταζής ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 3034,

Σκαρπάρης ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1004,

Πέρου ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 3976.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον των φορολογιών φόρου εισοδήματος για τα έτη 1979/78 έως 1987 καθώς επίσης και των φορολογιών έκτακτης εισφοράς για τα τρίμηνα των ετών 1978-1985 και έκτακτης εισφοράς για την άμυνα για τα έτη 1986 και 1987 που επιβλήθηκαν στον Αιτητή.

Ι. Νικολάου για κ.κ. Μαρκίδη και Μαρκίδη, για τον Αιτητή.

Γ. Λαζάρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α', για τον Καθ' ου η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ, Δ.: Η παρούσα προσφυγή στρέφεται εναντίον των φορολογιών φόρου εισοδήματος για τα έτη 1979/78 έως 1987 καθώς επίσης και των φορολογιών έκτακτης εισφοράς για τα τρίμηνα των ετών 1978-1985 και έκτακτης εισφοράς για την άμυνα για τα έτη 1986 και 1987.

Το εισόδημα του αιτητή κατά τον ουσιώδη χρόνο προέρχετο από κατάστημα ειδών ένδυσης και κέρδος από πώληση διαχωρισθέντων οικοπέδων.

Ο αιτητής υπέβαλε δηλώσεις εισοδήματος για τα φορολογικά έτη 1979, 1980, 1981, 1982, 1983, 1984, 1985, 1986, 1987 στις 25/3/1980,22/3/1981, 10/3/1982, 13/3/1983, 11/3/1984, 17/2/1985, 23/3/1986, 21/3/1987, 9/3/1988 αντίστοιχα.

Για το έτος 1979/78, (εισόδημα έτος 1978) δεν υποβλήθηκε δήλωση εισοδήματος μέχρι την ημερομηνία της τελικής απόφασης του καθ' ου η αίτηση. Οι φορολογίες φόρου εισοδήματος και έκτακτης εισφοράς επιβλήθηκαν κατά τις ημερομηνίες που αναφέρονται στις παραγράφους 3(γ) και 4(γ) των παραρτημάτων Α και Β στην ένσταση των καθ' ων η αίτηση.

Όσον αφορά τις φορολογίες έκτακτης εισφοράς, οι φορολογίες για τα τρίμηνα 4/79, 4/80, 1/82-4/82, 1/83-4/83, 1/84-4/84, 1/85 είναι αρχικές φορολογίες ενώ οι φορολογίες για τα τρίμηνα 1/78,4/78, 1/81-4/81 είναι πρόσθετες.

Ο αιτητής για τις πιο πάνω φορολογίες υπέβαλε ενστάσεις ισχυριζόμενος ότι το εισόδημα πάνω στο οποίο φορολογήθηκε δεν ήταν το πραγματικό εισόδημά του.

Για την εξέταση των ενστάσεων ο καθ' ου η αίτηση ζήτησε την κατάσταση του κεφαλαίου του αιτητή κατά την 31/12/1987. Αυτή υποβλήθηκε στις 23/11/1988.

Μετά από εξέταση και έρευνα της κατάστασης κεφαλαίου του αιτητή φάνηκε ότι αυτός παρέλειψε να δηλώσει ότι:-

(α) Ποσό £4,163.- ήταν κατατεθημένο στο όνομα του στην Ελληνική Τράπεζα. Αργότερα, κατά τη διάρκεια συνεντεύξεων που είχε με τον Έφορο ο αιτητής το δήλωσε.

(β) Χωράφι, την αγορά του οποίου δήλωσε, είχε χωρίσει σε πέντε οικόπεδα από τα οποία πώλησε τέσσερα και στο πέμπτο έκτισε διπλοκατοικία για τις δύο κόρες του. Σημειώνω εδώ ότι το χωράφι ο αιτητής το αγόρασε από τέσσερις συνιδιοκτήτες το 1977 για το ποσό των £8,400.- και για τη μεταβίβαση του πλήρωσε £420.- μεταβιβαστικά στο Κτηματολόγιο. Προτού ακόμα υποβάλει αίτηση διαχωρισμού του (την οποία υπέβαλε την 31/1/1980) πώλησε δύο οικόπεδα (ένα το 1978 και ένα το 1979) επί του σχεδίου. Τα υπόλοιπα δύο οικόπεδα πώλησε το 1981. Η έγκριση για διαχωρισμό του χωραφιού του δόθηκε στις 16/5/1980. Ο αιτητής δεν παρουσίασε αποδείξεις των εξόδων για το διαχωρισμό.

(γ) Ενώ στην κατάσταση κεφαλαίου του δήλωσε ότι όφειλε σε πιστωτές το ποσό των £25,349.- αργότερα κατά τις συνεντεύξεις που είχε με τον Έφορο παρουσίασε πιστοποιητικά που ανέβαζαν τα οφειλόμενα χρέη του στο ποσό τω £35,046.-.

(δ) Είχε ανεγείρει δύο κατοικίες για τις κόρες του.

Κατά τη διάρκεια της εξέτασης των φορολογικών υποχρεώσεων του αιτητή ο καθ' ου η αίτηση ζήτησε τα ακόλουθα στοιχεία με επιστολές ημερομηνίας 26/11/1988, 5/1/1990, 31/1/1990, 10/8/1990 και 12/10/1990.

(α) Τα φύλλα καταγραφής των εμπορευμάτων κατά την 31/12/1987 και πιστοποιητικά ασφαλειών των εμπορευμάτων.

(β)Πιστοποιητικά για τα χρέη κατά την 31/12/1987.

(γ) Φωτοτυπία της άδειας οικοδομής, το έγγραφο με τον εργολάβο, τα σχέδια και αναλυτική κατάσταση του κόστους της οικοδομής.

(δ) Αναλυτική κατάσταση των εξόδων διαχωρισμού των οικοπέδων και τις αποδείξεις πληρωμής.

(ε) Τα έγγραφα πωλήσεως των οικοπέδων και αποδείξεις εισπράξεως των δόσεων.

Η κατάσταση κεφαλαίου καθώς επίσης και ορισμένα από τα πιο πάνω ζητηθέντα στοιχεία που υποβλήθηκαν συζητήθηκαν σε διάφορες συναντήσεις με ημερομηνίες 21/8/1989, 24/10/1990 και 9/11/1990 στο Γραφείο Φόρου Εισοδήματος Πάφου χωρίς όμως να επέλθει συμφωνία κατά πόσο θα εφορολογείτο το κέρδος που προέκυψε από το διαχωρισμό και την πώληση των οικοπέδων. Διαφωνία επίσης υπήρξε ως προς το ύψος του κόστους της κατασκευής των δύο κατοικιών που ανήγειρε ο αιτητής για τις δύο κόρες του.

Ο Έφορος Φόρου Εισοδήματος μετά από προσεκτική εξέταση της όλης υπόθεσης πήρε απόφαση για την ένσταση και απέστειλε στον αιτητή ειδοποιήσεις επιβολής φορολογίας ημερομηνίας 30/11/1990 και έκτακτης εισφοράς ημερομηνίας 30/11/1990 μαζί με συνοδευτική επιστολή ίδιας ημερομηνίας.

Τα επίδικα σημεία της προσφυγής και οι λόγοι για τους οποίους ο καθ' ου η αίτηση αποφάσισε κάθε ένα από αυτά έχουν ως εξής:-

Α. Κόστος Οικοδομής

Ο αιτητής ανήγειρε διόροφη διπλοκατοικία για τις δύο κόρες του στην Πάφο. Παρόλο που ο αιτητής παρέλειψε να δηλώσει το κόστος της οικοδομής στην κατάσταση κεφαλαίου, μετά τις διάφορες συνεντεύξεις ανέφερε ότι του στοίχισαν £30,000.- και οι δύο κατοικίες. Δεν παρουσίασε όμως τίποτε που να δικαιολογεί το πιο πάνω κόστος. Ο εκτιμητής του Γραφείου Φόρου Εισοδήματος σύμφωνα με τα σχέδια, την άδεια οικοδομής και τα ελλειπή στοιχεία που έδωσε ο φορολογούμενος εκτίμησε τη δαπάνη κατασκευής σε £65,000.-.

Β. Κέρδος από διαχωρισμό και πώληση οικοπέδων

(α)Το χωράφι αγοράσθηκε κατά το 1977 και το πρώτο οικόπεδο πωλήθηκε πάνω στο σχέδιο κατά το 1978. Ο χρόνος μεταξύ αγοράς και πώλησης είναι σύντομος. (Αντίγραφο του πωλητηρίου εγγράφου επισυνάπτεται στην ένσταση ως παράρτημα Θ).

(β) Η πώληση των οικοπέδων έγινε πάνω στα σχέδια πριν ακόμα διαχωρισθούν.

(γ) Η πρόθεση της αγοράς του χωραφιού ήταν ο διαχωρισμός του σε οικόπεδα και η πώληση τους με σκοπό το κέρδος.

(δ)Το διαχωρισθέν κτήμα βρίσκεται μέσα στην Πάφο τοποθεσία "Διπλαρκάτζια" που θεωρείται αναπτυσσόμενη περιοχή.

Όπως προκύπτει από την επίδικη απόφαση ο καθ' ου αίτηση επέβαλε στον αιτητή πρόσθετη επιβάρυνση ποσού ίσου με 5% του πληρωτέου φόρου και τόκο 9% ετησίως πάνω στον επιπρόσθετο φόρο για κάθε φορολογικό έτος. Ο καθ' ου η αίτηση επέβαλε την πρόσθετη επιβάρυνση στον αιτητή για τα φορολογικά έτη 1979/78-1987 εφαρμόζοντας το άρθρο 15 του Νόμου 164/87 το οποίο τροποποίησε το άρθρο 42 του βασικού νόμου και το οποίο αναριθμήθηκε ως άρθρο 39.

Το άρθρο 18 του Νόμου 164/87 προβλέπει ότι "ο παρών Νόμος τίθεται εν ισχύι από του αρχομένου την 1η Ιανουαρίου 1989 φορολογικού έτους".

Ήταν εισήγηση του αιτητή ότι οι πρόνοιες του άρθρου 15 του Νόμου 164/87 εφαρμόζονται μόνο σε φορολογίες για τα φορολογικά έτη 1989 και μετέπειτα.

Αντίθετη ήταν η θέση των καθ' ων η αίτηση ότι δηλαδή οι πρόνοιες του άρθρου 39 εφαρμόζονται και για τα φορολογικά έτη πριν την 1/1/1989.

Στις προφορικές διευκρινίσεις ενώπιόν του Δικαστηρίου τούτου στις 5/4/1995 ο δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση, συμφώνησε με την πιο πάνω εισήγηση του αιτητή όσον αφορά το ζήτημα της πρόσθετης επιβάρυνσης, και παραδέχθηκε ότι η επίδικη απόφαση πάσχει.

Ενόψει των πιο πάνω η απόφαση του Εφόρου όσον αφορά την επιβολή της πρόσθετης επιβάρυνσης ακυρώνεται.

Ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι πεπλανημένα ο καθ' ου η αίτηση αποφάσισε ότι ο αιτητής ήταν έμπορος γης και/ή η αγορά του χωραφιού έγινε με σκοπό την εμπορική εκμετάλλευση του και/ή το κέρδος από την πώληση των οικοπέδων ήταν εμπορικό.

Το θέμα που εγείρεται στην προσφυγή αυτή είναι κατά πόσο το κέρδος το οποίο πραγματοποίησε ο αιτητής από την αγορά και πώληση των επιδίκων οικοπέδων αποτελούσε εμπορικό κέρδος και επομένως ορθά φορολογήθηκε.

Οι γενικές αρχές που διέπουν το πιο πάνω θέμα έχουν τεθεί με σαφήνεια σε πολλές αποφάσεις από το Δικαστήριο τούτο.

Στην υπόθεση Αδάμος Καλοψιδιώτης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 3453, αναφέρθηκαν τα πιο κάτω:-

"Η γενική αρχή είναι ότι κάθε περίπτωση - πώληση - εξετάζεται και αποφασίζεται χωριστά, με βάση τα ιδιαίτερα στοιχεία και περιστατικά της.

Το ζήτημα είναι μικτό - νομικό και πραγματικό. Αποφασίζεται στην κάθε περίπτωση με την εφαρμογή του Νόμου στα γεγονότα και στις περιστάσεις της υπόθεσης.

Σε μια σειρά υποθέσεων έχουν αναφερθεί κριτήρια, τα οποία όμως δεν είναι εξαντλητικά και κανένα από αυτά δεν είναι από μόνο του αποφασιστικής σημασίας. Το τελικό κριτήριο είναι: Έχοντας υπόψη τα πραγματικά γεγονότα και το Νόμο, μπορεί η συναλλαγή να θεωρηθεί ότι έχει το χαρακτήρα εμπορίας ακίνητης περιουσίας, ή είναι απλή ρευστοποίηση πάγιου ενεργητικού; (Βλ. τις πιο πρόσφατες Αποφάσεις Apostolus Ignatiou and Another v. The Republic of Cyprus (1989) 3 C.L.R. 346 CD. Hay Properties Ltd. v. The Republic of Cyprus (1989) 3 C.L.R. 393· Αλέξανδρος Παΐκκος v. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 592· Colakides Development Co. Ltd. v. Κυπριακής Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 977· Αμάνι Εντερπράισες (Χάουσες) Λτδ. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1041.)

Είναι ο ισχυρισμός του αιτητή ότι δεν έγινε η δέουσα έρευνα και ότι ο Έφορος ενήργησε με πλάνη περί τα πράγματα.

Η παράλειψη να γίνει η δέουσα έρευνα, η οποία προξενεί έλλειψη γνώσης των ουσιωδών γεγονότων, έχει ως αποτέλεσμα, λόγω της παράβασης των αρχών του Διοικητικού Δικαίου, την ακύρωση της σχετικής διοικητικής πράξης. (Βλ., μεταξύ άλλων, Photos Photiades and Co., and The Republic of Cyprus through The Minister of Finance (1964) C.L.R. 102 και Ακίνητα Στέλλας Γαλαταριώτη Λίμιτεδ ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1692, στην οποία η προηγούμενη νομολογία του Δικαστηρίου αναφέρεται.)

Πλάνη περί τα πράγματα συνίσταται, είτε με τη λήψη υπόψη μη υφιστάμενου γεγονότος, είτε με τη μη λήψη υπόψη υπάρχοντος γεγονότος."

Οι λόγοι για τους οποίους ο καθ' ου η αίτηση θεώρησε το πραγματοποιηθέν κέρδος από την πώληση των οικοπέδων ότι υπάγεται στο φόρο εισοδήματος είναι:-

(α)Αγορά χωραφιού και διαχωρισμός οικοπέδων.

(β) Πώληση σε σύντομο χρονικό διάστημα.

(γ) Πώληση οικοπέδων επί του σχεδίου προτού διαχωρισθούν τα οικόπεδα.

(δ) Σκοπός ήταν η πώληση με κέρδος.

(ε) Το διαχωρισθέν κτήμα βρίσκεται εντός της Πάφου σε περιοχή που είναι αναπτυσσόμενη.

Έχοντας υπόψη μου τις αρχές που διέπουν το θέμα και τα γεγονότα της υπόθεσης είμαι της γνώμης ότι η πώληση των οικοπέδων ήταν πράξη εμπορίας γης και το κέρδος που προέκυψε είναι επομένως εισόδημα φορολογητέο σύμφωνα με το Νόμο. Η απόφαση του Εφόρου βρίσκω ήταν εύλογα επιτρεπτή σ' αυτόν.

Ένας άλλος ισχυρισμός που προβλήθηκε από τον αιτητή αφορούσε το θέμα των εξόδων διαχωρισμού του χωραφιού σε οικόπεδα.

Ο αιτητής με επιστολή του προς τον καθ' ου η αίτηση αναφέρει τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε και τα οποία κατά τους ισχυρισμούς του ανέρχονται σε £10,777.-. Ο καθ' ου η αίτηση όμως δεν αποδέχθηκε το πιο πάνω ποσό και το μείωσε στις £5,000.- που σύμφωνα με τον αιτητή η απόφαση αυτή λήφθηκε χωρίς τη δέουσα έρευνα.

Στην κατάσταση κεφαλαίου την οποία υπέβαλε ο αιτητής δεν ανέφερε για έξοδα διαχωρισμού, ούτε καν ότι το χωράφι διαχωρίστηκε σε οικόπεδα. Το ότι το χωράφι διαχωρίστηκε σε οικόπεδα και πωλήθηκαν, ανακαλύφθηκε μετά από έρευνα του Γραφείου Φόρου Εισοδήματος.

Ο αιτητής στο φόρο Ακίνητης περιουσίας δήλωσε έξοδα διαχωρισμού £5,000.-. Στο φόρο εισοδήματος δήλωσε ως έξοδα διαχωρισμού £10,772.-. Παρόλον που του ζητήθηκαν αποδεικτικά στοιχεία ο αιτητής μέχρι την ημέρα που λήφθηκε η απόφαση για τη φορολογία παρέλειψε να τα παρουσιάσει. Ως εκ τούτου τα δηλωθέντα από τον αιτητή έξοδα διαχωρισμού δεν έγιναν αποδεκτά και ο Έφορος υπελόγισε το κόστος του διαχωρισμού του χωραφιού με βάση τη δήλωση του αιτητή στο φόρο Ακίνητης περιουσίας.

Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου τούτου ο αιτητής οφείλει να προσάξει στον Έφορο τα απαραίτητα αποδεικτικά στοιχεία για υποστήριξη των αιτημάτων του (βλέπε Παναγιώτης Πανταζής ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 3034).

Στην Ιωάννης Σκαρπάρης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1004, ο Δικαστής κ. Πικής (όπως ήταν τότε) ανέφερε τα εξής σχετικά:-

"Η φορολογική νομοθεσία καθιστά το φορολογούμενο υπόλογο για την ακριβή και στο βαθμό που επιβάλλεται την τεκμηριωμένη δήλωση του εισοδήματος του μέσα στα χρονικά πλαίσια που ορίζει ο Νόμος. Δεν αποτελεί ευθύνη των αρχών η αναζήτηση των δεδομένων για την εισοδηματική κατάσταση του φορολογουμένου, πρωταρχική του ευθύνη είναι ο έλεγχος της ορθότητας και ακρίβειας των δηλώσεων των φορολογουμένων. Όπως υποδεικνύεται στην απόφαση του δικαστηρίου στην Rainbow (ανωτέρω) ο φορολογούμενος έχει μοναδική γνώση των εισοδημάτων του και έχει κάθε ευχέρεια να συλλέξει και να προσκομίσει τα αναγκαία αποδεικτικά στοιχεία."

Όσα ανέφερα πιο πάνω ισχύουν και για την αξία των εμπορικών αποθεμάτων.

Ο Έφορος ζήτησε από τον αιτητή να υποβάλει τα φύλλα καταγραφής του αποθέματος των εμπορευμάτων του καθώς και πιστοποιητικά ασφάλειας τους κατά την 31/12/1987. Αυτός δήλωσε ότι κατά την 31/12/1977 η αξία τους ήταν £6,000.- και κατά την 31/12/1987 £7,000.-. Όμως ο αιτητής παρέλειψε να παρουσιάσει τα στοιχεία που του ζητήθηκαν. Σαν αποτέλεσμα ο Έφορος υπελόγισε τα εμπορικά αποθέματα του αιτητή με βάση τις προηγούμενες δηλώσεις του στο ποσό των £10,000.-.

Το επόμενο θέμα που εγείρεται στην παρούσα υπόθεση αφορά την έκπτωση που παραχωρήθηκε στον αιτητή για παιδιά που φοιτούν σε πανεπιστήμια του εξωτερικού.

Σύμφωνα με την επιφύλαξη του άρθρου 16(l)(iii) των περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμων 1961-1989 δεν παραχωρείται έκπτωση πέραν των £200.- εκτός αν ο αιτητής εξασφαλίσει κάρτες συναλλάγματος από το Υπουργείο Παιδείας. Ο αιτητής δεν εξασφάλισε τέτοιες κάρτες για τις κόρες του για τα έτη 1979 και 1980. Τις κάρτες συναλλάγματος για τα πιο πάνω έτη ο αιτητής δεν τις υπέβαλε στο Γραφείο Φόρου Εισοδήματος αλλά για πρώτη φορά αναφέρθηκαν στη γραπτή απάντηση των δικηγόρων.

Το ίδιο ισχύει και για το έτος 1981. Δικαιούται όμως ο αιτητής για το χρόνο αυτό έκπτωση £300.- για κάθε παιδί που δεν εξασφάλισε κάρτα συναλλάγματος, και γι' αυτό του παραχωρήθηκε έκπτωση £600.- για τα δυο παιδιά του. Για τα έτη 1982-1983 παραχωρήθηκε στον αιτητή έκπτωση £500.- για κάθε παιδί, σύνολο £1,000.- ετησίως ποσό το οποίο διεκδίκησε στις δηλώσεις εισοδήματός του. Παρόλο που εξασφάλισε κάρτα συναλλάγματος το άρθρο 16(l)(iii) αναφέρει ότι παραχωρείται έκπτωση ίση προς το ποσό που δαπανήθηκε. Ο φορολογούμενος δήλωσε στη δήλωση εισοδήματός του ότι δαπάνησε £1,000.- και για τις δυο του κόρες.

Παρά το γεγονός ότι τα έξοδα σπουδών αυξήθηκαν από τον καθ' ου η αίτηση από £4,000.- που δήλωσε ο αιτητής σε £5,000.-για την περίοδο 1979 ως 1983 εντούτοις δεν του παραχωρήθηκε και η ανάλογη έκπτωση διότι δεν είχε εξασφαλίσει κάρτα συναλλάγματος και επομένως σύμφωνα με την επιφύλαξη του άρθρου 16(l)(iii) δε δικαιούται πέραν των £200.- για τα έτη 1979 και 1980 και £300.- για το έτος 1981. Επομένως ο υπολογισμός των εξόδων για σπουδές στο εξωτερικό των παιδιών του αιτητή καθώς οι αντίστοιχες εκπτώσεις που έγιναν από τον Έφορο ήταν εύλογες και σύμφωνα με τη νομοθεσία.

Αναφορικά με το ζήτημα του κόστους για την ανέγερση των δύο κατοικιών των θυγατέρων του αιτητή, υπάρχει ισχυρισμός εκ μέρους του αιτητή ότι ουδέποτε ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι η δαπάνη κατασκευής των δύο κατοικιών εκτάσεως 530 τ.μ. ήταν £30,000.-, και ότι για την ανέγερση των πιο πάνω κατοικιών συνέβαλαν οικονομικά τόσον ο ίδιος όσο και τα παιδιά του και ο σύζυγος της θυγατέρας του Θεοδοσίας, Ανδρέας Π. Χριστοδού-λου. Ο αιτητής παρέλειψε όμως να δηλώσει στην κατάσταση κεφαλαίου τις δύο κατοικίες καθώς και το κόστος ανέγερσης τους.

Η κατασκευή των δύο κατοικιών ανακαλύφθηκε μετά από έρευνα που έγινε από τον Έφορο. Για το κόστος ανέγερσης τους έγινε εκτίμηση από εκτιμητή του Γραφείου Φόρου Εισοδήματος. Όταν αναφέρθηκε στον αιτητή ότι υπήρχε άδεια οικοδομής, αυτός ανέφερε προφορικά ότι του στοίχισαν £30,000.-. Ο ισχυρισμός για συνεισφορά του γαμπρού του και για τα δώρα των γάμων των θυγατέρων του πρώτη φορά εγείρεται στη γραπτή αγόρευση των δικηγόρων του. Δεν αναφέρεται ούτε στην αίτηση, ούτε στην κατάσταση κεφαλαίου (έντυπο I.R.78).

Στην Κώστας Πέρου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 3976 διαβάζουμε:-

"Έχει νομολογηθεί ότι παράλειψη του φορολογουμένου να παρέχει στον Έφορο τις απαιτούμενες πληροφορίες που είναι αναγκαίες για τον καθορισμό του ισχυριζομένου εισοδήματος του, αυξάνει την πιθανότητα η εκτίμηση του Εφόρου να μην είναι η πλέον αντιπροσωπευτική των εισοδημάτων του, όμως νοουμένου ότι η απόφαση του Εφόρου είναι λογικά εφικτή βάσει των γεγονότων που υπάρχουν ενώπιόν του, το Διοικητικό Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στα ευρήματα του αυτά. (Βλέπε Nina Rainbow v. Commissioner of Income Tax (1984) 3 C.L.R. 846, Alecos Panayiotou v. The Republic (1984) 3 C.L.R. 857, Nicou v. The Republic (1983) 3 C.L.R. 1113).) Και τούτο γιατί η εξουσία του Διοικητικού Δικαστηρίου περιορίζεται στον έλεγχο της νομιμότητας της επίδικης απόφασης και δεν επεμβαίνει όταν η επίδικη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή στην κρίση του αρμοδίου διοικητικού οργάνου εκτός αν φανεί ότι υπήρξε πλάνη περί τα πράγματα ή το νόμο ή υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας (Βλέπε Georghiades v. The Republic (1982) 3 C.L.R. 659 Athinoulla Tb. Ieronymides v. The Republic (1988) 3 C.L.R. 2657).

Στην υπό εξέταση περίπτωση, ο αιτητής παρέλειψε να παρουσιάσει οποιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο σχετικά με το κόστος των κατοικιών αυτών και επέμενε κατά τη διάρκεια της εξέτασης των φορολογικών του υποθέσεων ότι το σύνολο της δαπάνης πληρώθηκε από τους γαμπρούς του και τον αποβιώσαντα το 1977 πατέρα του. Τον ισχυρισμό αυτό όμως απέρριψαν με τις πιο πάνω υπεύθυνες δηλώσεις οι γαμπροί του που δήλωσαν ότι συνεισέφεραν μέρος μόνο της δαπάνης αυτής. Σαν αποτέλεσμα ο Έφορος καθόρισε το κόστος ανέγερης σύμφωνα με τα κόστα της περιόδου εκείνης ανά τετραγωνικό μέτρο αφού αφαίρεσε τη συνεισφορά σε εργατικά της οικογένειας του αιτητή και τη συνεισφορά των γαμπρών του χωρίς να δεχθεί συνεισφορά από τον αποβιώσαντα πατέρα του μια και όπως αναφέρτηκε πιο πάνω δεν προσκόμισε οποιαδήποτε αποδεικτικά στοιχεία."

Με βάση όλα τα πιο πάνω, έχω καταλήξει ότι η επίδικη απόφαση ήταν το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής άσκησης της διακριτικής εξουσίας εκ μέρους του Εφόρου, σύμφωνα με τα γεγονότα και στοιχεία που παρουσιάστηκαν ενώπιόν του. Δε βλέπω λόγο γιατί να επέμβει το Δικαστήριο.

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται.

Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται. Ο αιτητής να πληρώσει £300.- έξοδα του καθ' ου η αίτηση.

Η προσφυγή απορρίπτεται με £300 έξοδα.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο