ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1995) 4 ΑΑΔ 2197
19 Οκτωβρίου, 1995
[ΚΟΥΡΡΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΣΤΑΥΡΟΣ ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΚΑΙ ΥΙΟΙ ΛΤΔ.,
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΟΥ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 516/93)
Φορολογία — Φορολογία εισοδήματος — Εσκεμμένη παράλειψη εκ μέρους του φορολογουμένου — Άρνηση παραχώρησης κεφαλαιουχικών εκπτώσεων λόγω υποβολής από το φορολογούμενο αναληθών λογαριασμών — Άρθρα 23(2) και 48 των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων 1978-1991 — Οι ισχύουσες αρχές από τη νομολογία — Υιοθέτηση τους στην εξετασθείσα υπόθεση όπου οι ενέργειες του Διευθυντή κρίθηκαν σύννομες και εύλογα επιτρεπτές.
Οι αιτητές επεδίωξαν την ακύρωση των φορολογιών εισοδήματος, και των συναφών φορολογιών έκτακτης εισφοράς και έκτακτης εισφοράς για την άμυνα, των ετών 1984-1988.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
Σχετικά με την κρίση του Διευθυντή Εσωτερικών Προσόδων κάτω από το Άρθρο 23(2) των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων 1978-1991, είναι αρκετό αν ο Διευθυντής με βάση τα στοιχεία που είχε ενώπιον του κατέληξε σε λογικά επιτρεπτό συμπέρασμα.
Στήριξη στην άρνηση του Διευθυντή να παραχωρήσει κεφαλαιουχικές εκπτώσεις, παρέχει το Άρθρο 48 των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων 1978-1991.
Ο Διευθυντής κατά την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας με βάση το άρθρο αυτό, μπορεί να λαμβάνει υπόψη τη συμπεριφορά του φορολογούμενου γενικά και αν δεν τηρεί κανονικά βιβλία και εξελεγμένους λογαριασμούς δεν δικαιούται σε ουσιαστικές επιτρεπόμενες εκπτώσεις, γιατί ο παραβάτης δεν είναι δυνατό να αναμένει την άσκηση της διακριτιής ευχέρειας του Διευθυντή προς όφελός του.
Είναι φανερό από την σχετική νομολογία, ότι η παράλειψη του φορολογούμενου να παράσχει στοιχεία, φέρνει στο προσκήνιο την ευχέρεια του Διευθυντή να προχωρήσει στον προσδιορισμό του φόρου. Επισημαίνεται ότι στην προκειμένη περίπτωση οι αιτητές αρνήθηκαν να συνεργαστούν με το Διευθυντή και να προσκομίσουν στοιχεία και να δώσουν εξηγήσεις αναφορικά με τα εισοδήματά τους. Ο ισχυρισμός των αιτητών ότι ο καθ' ου η αίτηση ποτέ δεν τους ζήτησε εξηγήσεις σχετικά με τις καταθέσεις στον επίδικο τραπεζικό λογαριασμό, δεν ευσταθεί. Δεν ευσταθεί επίσης η εισήγηση ότι ο καθ' ου η αίτηση δεν έκανε τη δέουσα έρευνα που απαιτείται και ότι η επίδικη απόφαση στερείται αιτιολογίας. Είναι προφανές από τα δεδομένα της υπόθεσης και τα στοιχεία ενώπιον του Δικαστηρίου, ότι η επίδικη απόφαση είναι δεόντως αιτιολογημένη, ήταν δε αποτέλεσμα επαρκούς έρευνας και ήταν εύλογα επιτρεπτή.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Ζαχαροπλαστικές Επιχειρήσεις "ΟΚΑΠΙ" Λτδ ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 2312,
Kanak v. Morris [1985] S.T.C. 183,
Pleasance v. Atkinson [1987] S.T.C.,
Παπαχαραλάμπους κ.ά. ν. Εφόρου Φόρου Εισοδήματος κ.ά. (1993) 4 Α.Α.Δ. 724,
Wellington v. Reynolds (H.N. Inspector of Taxes) [1962] 40 T.C. 209,
Constance Estates Ltd v. Republic (1982) 3 C.L.R. 859,
Ioannides v. Republic (1985) 3 C.L.R. 1801,
Χατζηϊωάννου ν. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 1270,
Rainbow v. Republic (1984) 3 C.L.R. 846,
Tryfonos v. Republic (1984) 3 C.L.R. 844,
Ioannou v. Republic (1989) 3 C.L.R. 293,
Σταύρος ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1992) 4 Α.Α.Δ. 1292,
Κεφάλας ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1992) 4 Α.Α.Δ. 944,
Θεόδωρος Χριστοφή και Σία Λτδ ν. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (1993) 4 Α.Α.Δ. 1593,
Νίκος Ψαράς και Υιοί Κέντρα Αναψυχής Λτδ ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 663,
Trikomitis v. Republic (1987) 3 C.L.R. 592,
Σκαρπάρης ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1004.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον των φορολογιών Φόρου Εισοδήματος για τα φορολογικά έτη 1984-1988, των φορολογιών Έκτακτης Εισφοράς για τα τρίμηνα 1/1984 - 4/1984 και των φορολογιών Έκτακτης Εισφοράς για την Άμυνα για τα εξάμηνα των ετών 1/1984 -1/1988, που επιβλήθηκαν στους αιτητές.
Π. Λυσάνδρου, για τους Αιτητές.
Γ. Λαζάρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α', για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΚΟΥΡΡΗΣ, Δ.: Η προσφυγή αυτή στρέφεται εναντίον των φορολογιών Φόρου Εισοδήματος για τα φορολογικά έτη 1984-1988, των φορολογιών Έκτακτης Εισφοράς για τα τρίμηνα 1/1984-4/1984 και των φορολογιών Έκτακτης Εισφοράς για την Άμυνα για τα εξάμηνα των ετών 1/1984-1/1988, που επιβλήθηκαν στους αιτητές.
Η αιτήτρια Εταιρεία της οποίας το εισόδημα κατά τον ουσιώδη χρόνο προερχόταν από εισαγωγή και εμπορία παντός είδους τάπητων ως επίσης και τοποθέτηση αυτών, είναι ιδιωτική εταιρεία περιορισμένης ευθύνης και ιδρύθηκε στις 18/7/83. Διευθυντές της Εταιρείας είναι ο Σταύρος Κόκκινος και η Μαρία Σ. Κόκκινου· γραμματέας της Εταιρείας είναι η Μαρία Σ. Κόκκινου.
Η αιτήτρια Εταιρεία υπέβαλε εξηλεγμένους λογαριασμούς μαζί με δηλώσεις εισοδήματος για τα φορολογικά έτη 1984-1988. Δηλώσεις Εισοδήματος για Έκτακτη Εισφορά και Άμυνα δεν υποβλήθηκαν από την αιτήτρια Εταιρεία.
Κατά την εξέταση των λογιστικών βιβλίων της αιτήτριας Εταιρείας, διαπιστώθηκε ότι γίνονταν πληρωμές με επιταγές για σκοπούς των εργασιών της αιτήτριας από τραπεζικό λογαριασμό με αρ. 9127-01-003929/3924, καθώς επίσης και καταθέσεις στον εν λόγω λογαριασμό από εισπράξεις από εργασίες της αιτήτριας Εταιρείας. Οι πληρωμές καταχωρούντο στο βιβλίο ταμείου της αιτήτριας Εταιρείας ως πληρωμές τοις μετρητοίς, κάτω από τη στήλη "Ταμείο" αντί "Τράπεζα". Ο εν λόγω τραπεζικός λογαριασμός δεν ήταν δηλωμένος ως λογαριασμός της αιτήτριας Εταιρείας, αλλά ούτε και στις προσωπικές καταστάσεις περιουσίας των Διευθυντών της αιτήτριας Εταιρείας.
Ο Διευθυντής της αιτήτριας Εταιρείας Σταύρος Κόκκινος, όταν του ζητήθηκε, αρνήθηκε να εξηγήσει από που προέρχονται οι καταθέσεις στον πιο πάνω τραπεζικό λογαριασμό και ως εκ τούτου, ο καθ' ου η αίτηση αποφάσισε το αντικείμενο φόρου της αιτήτριας Εταιρείας για τα έτη 1984 μέχρι 1988 με βάση τα στοιχεία που είχε στη διάθεσή του, δηλαδή την κίνηση του εν λόγω λογαριασμού, αφού αποδείκτηκε ότι χρησιμοποιείτο για σκοπούς των εργασιών της. Επιπρόσθετα, διαπιστώθηκε από ανεξάρτητα στοιχεία ότι οι πωλήσεις της αιτήτριας προς την Εταιρεία Αναπτύξεως Αγρού "Η ΠΡΟΟΔΟΣ" Λίμιτεδ, ύψους £6.000 με αριθμό τιμολογίου τοις μετρητοίς 217 και ημερομηνία 11/3/1987 δεν είχαν καταχωρηθεί στα λογιστικά βιβλία.
Με βάση τα πιο πάνω, ο καθ' ου η αίτηση αποφάσισε ότι η αιτήτρια Εταιρεία δεν τήρησε ικανοποιητικά λογιστικά βιβλία, υπέβαλε αναληθείς λογαριασμούς και είναι ένοχος εσκεμμένης παράλειψης. Ως εκ τούτου, σύμφωνα με τις πρόνοιες των άρθρων 48 και 23(2) των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων 1978-1991, δεν επιτράπηκαν οι κεφαλαιουχικές εκπτώσεις και αναθεωρήθηκαν οι φορολογίες των ετών 1984,1985 και 1986.
Οι φορολογίες Φόρου Εισοδήματος, Έκτακτης Εισφοράς και Έκτακτης Εισφοράς για την Άμυνα, επιβλήθηκαν στις ημερομηνίες που αναφέρονται στα Παραρτήματα Α, Β και Γ της ένστασης.
Η αιτήτρια Εταιρεία για τις αρχικές και πρόσθετες φορολογίες, υπέβαλε ενστάσεις μέσω του δικηγόρου της, στις οποίες αναφέρεται και το περιεχόμενο του εγκεκριμένου λογιστή, ημερομηνίας 21/2/93. Οι ενστάσεις υποβλήθηκαν για το λόγο ότι ο πιο πάνω τραπεζιτικός λογαριασμός στα ονόματα των Διευθυντών της Εταιρείας, Κόκκινος Σταύρος &/ή Μαρία, δεν έχει σχέση με την Εταιρεία. Ο λογαριασμός αυτός δεν δηλώθηκε για το λόγο ότι είναι προσωπικός και ως εκ τούτου δεν υπάρχει εσκεμμένη παράλειψη. Επιπρόσθετα, από την κίνηση του εν λόγω λογαριασμού δεν μπορούν να αποδειχθούν τα εισοδήματα της Εταιρείας. Άλλος λόγος της ένστασης είναι ότι οι λογαριασμοί της Εταιρείας δεν μπορούν να αναθεωρηθούν από τον Έφορο Φόρου Εισοδήματος, καθότι ελέχθηκαν και εγκρίθηκαν από τους μετόχους της Εταιρείας. Επιπρόσθετα, οι λογαριασμοί για τα έτη 1984, 1985 και 1986 δεν μπορούν να αναθεωρηθούν σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 23 των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων. Ο τρίτος λόγος ένστασης είναι ότι δεν μπορούν να μην επιτραπούν οι κεφαλαιουχικές εκπτώσεις, καθότι υποβλήθηκαν εξελεγμένοι λογαριασμοί και δεν υπάρχει καμία εσκεμμένη παράλειψη.
Ο Έφορος Φόρου Εισοδήματος μετά από εξέταση της όλης υπόθεσης, αποφάσισε τις ενστάσεις διατηρώντας την αρχική του απόφαση και έστειλε στους αιτητές Ειδοποιήσεις Επιβολής Φορολογίας για Φόρο Εισοδήματος, Έκτακτη Εισφορά και Εισφορά για την Άμυνα, ημερομηνίας 14/5/83, μαζί με συνοδευτική επιστολή ίδιας ημερομηνίας, στην οποία δίδεται η αιτιολογία της απόφασης.
Ως αποτέλεσμα της απόφασης του Εφόρου Φόρου Εισοδήματος, καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή.
Η ουσία της προσφυγής αφορά την απόφαση του καθ' ου η αίτηση:
(α) να μην αποδεχτεί τους προσδιορισμούς εισοδήματος των αιτητών όπως αυτοί υποβλήθηκαν με τους εξηλεγμένους λογαριασμούς και να καθορίσει το εισόδημά τους κατά την κρίση του·
(β) να μην επιτρέψει με βάση το άρθρο 51 (τώρα 48) των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων 1978-1989, την παραχώρηση κεφαλαιουχικών εκπτώσεων επειδή οι λογαριασμοί που υποβλήθηκαν δεν ήταν κατά τη γνώμη του αληθείς, και
(γ) να θεωρήσει τους αιτητές ένοχους δόλου ή εσκεμμένης παράλειψης με αποτέλεσμα να τους φορολογήσει με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 23(2) των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων του 1978-1988.
Οι προσδιορισμοί εισοδήματος των αιτητών δεν έγιναν αποδεκτοί και οι εξελεγμένοι λογαριασμοί πάνω στους οποίους στηρίχθηκαν οι προσδιορισμοί εισοδήματος κρίθηκαν αναληθείς και οι αιτητές θεωρήθηκαν ένοχοι εσκεμμένης παράλειψης επειδή:
(ι) Τα λογιστικά βιβλία των αιτητών δεν ετηρούντο κανονικά. Οι εγγραφές δεν καταχωρούντο με κανονική χρονολογική σειρά και αρκετές από αυτές καταχωρούντο πρόχειρα με μολύβι.
(ιι) Για το έτος 1987 το σύνολο των πωλήσεων ως οι υποβληθέντες λογαριασμοί ήταν £351.929 από τις οποίες οι £15.550 είχαν καταχωρηθεί με μολύβι στο βιβλίο πωλήσεων ως πωλήσεις τοις μετρητοίς σε δύο σύνολα των £5.625 και £9.925. Επίσης για το έτος 1988 το σύνολο των πωλήσεων ως οι υποβληθέντες λογαριασμοί ήταν £382.693 από τις οποίες οι £53.650 είχαν καταχωρηθεί με μολύβι στο βιβλίο πωλήσεων ως πωλήσεις τοις μετρητοίς σε δύο σύνολα των £49.650 και £4.000. Τα ποσά αυτά δεν στηρίζοντο με αποδεικτικά στοιχεία.
(ιιι) Πωλήσεις των αιτητών προς την Εταιρεία Αναπτύξεως Αγρού "Η ΠΡΟΟΔΟΣ" Λίμιτεδ ύψους £6.000 με αριθμό τιμολογίου τοις μετρητοίς 217 και ημερομηνία 11.3.1987 δεν είχαν καταχωρηθεί στα λογιστικά βιβλία.
(ιν) Αποκρύφθηκε τραπεζικός λογαριασμός με αριθμό 9117-01-003929/3924 ο οποίος εχρησιμοποιείτο από το 1984 για σκοπούς των εργασιών των αιτητών. Ο Διευθυντής Εσωτερικών Προσόδων ζήτησε επεξηγήσεις από το Διευθυντή της αιτήτριας Εταιρείας Σταύρο Κόκκινο σχετικά με την κίνηση του επίδικου λογαριασμού αλλά αρνήθηκε να συνεργαστεί με τις φορολογικές αρχές.
Είναι η θέση των αιτητών ότι η επίδικη πώληση με αριθμό τιμολογίου 217, ύψους £6.000 προς την Εταιρεία Αναπτύξεως Αγρού "Η ΠΡΟΟΔΟΣ" Λίμιτεδ, είναι καταχωρημένη στα βιβλία της αιτήτριας Εταιρείας. Επιπλέον, όσον αφορά τον εν λόγω τραπεζικό λογαριασμό, είναι η θέση των αιτητών ότι από την κίνηση του λογαριασμού δεν μπορούν να αποδειχθούν τα εισοδήματα της αιτήτριας Εταιρείας, αφού πρόκειται περί τρεχούμενου προσωπικού λογαριασμού των Διευθυντών της Εταιρείας, κύριος σκοπός του οποίου ήταν να βοηθήσει στη διεκπεραίωση των εργασιών της αιτήτριας Εταιρείας στις περιπτώσεις που η Τράπεζα της αιτήτριας Εταιρείας δεν συγκατατίθετο στην παραχώρηση πιστωτικών διευκολύνσεων σε αυτή. Επίσης, η αιτήτρια Εταιρεία αρνείται ότι οι καταθέσεις στον εν λόγω λογαριασμό κατά τα επίδικα έτη αποτελούν αδήλωτα εισοδήματα αλλά αποτελούν:
(α) Ποσά για την αιτήτρια για τα οποία έχουν εκδοθεί αποδείξεις εισπράξεως και τιμολόγια και αναφέρονται στα βιβλία της αιτήτριας.
(β) Επιστροφές επιταγών.
(γ) Προσωπικά ενοίκια των δικαιούχων του λογαριασμού.
(δ) Ενοίκια των αδελφών του εκ των δικαιούχων του λογαριασμού Σταύρου Κόκκινου που βρίσκονται στο εξωτερικό και έχουν κτηματική περιουσία εδώ.
(ε) Διάφορα ποσά τρίτων προσώπων ήτοι συγγενών και φίλων που βρίσκονται στο εξωτερικό για την πληρωμή διαφόρων λογαριασμών και εξόδων τους στην Κύπρο.
(στ) Ποσά συγγενών του εξωτερικού τα οποία κατείχε ο εκ των δικαιούχων του λογαριασμού Σταύρος Κόκκινος και τα χρησιμοποιούσε για δικούς του σκοπούς και τα επέστρεφε.
(ζ) Ορισμένες διευκολύνσεις από φίλους του Διευθυντή της αιτήτριας Εταιρείας, Σταύρου Κόκκινου ήτοι ανταλλαγή επιταγών προς παροχή διευκολύνσεων και των δύο.
Είναι η θέση της αιτήτριας Εταιρείας ότι σύμφωνα με την υπόθεση Ζαχαροπλαστικές Επιχειρήσεις "ΟΚΑΠΓ" Λτδ. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 2312, το βάρος της απόδειξης ότι οι πιο πάνω καταθέσεις του επίδικου λογαριασμού αποτελούν αδήλωτα εισοδήματα της αιτήτριας Εταιρείας, φέρει ο καθ' ου η αίτηση και ουδεμία απόδειξη προσφέρθηκε προς αυτή την κατεύθυνση από τον καθ' ου η αίτηση. Επίσης, θα πρέπει να αναφερθεί ότι είναι η θέση της αιτήτριας Εταιρείας ότι οι πληρωμές από τον επίδικο λογαριασμό που έγιναν για σκοπούς της αιτήτριας Εταιρείας δεν είναι μόνο αυτές που αναφέρονται στο Παράρτημα Β του Παραρτήματος 3 της αίτησης, αλλά πολύ περισσότερες, καθότι εξαργυρώνονταν επιταγές από το λογαριασμό και πληρώνονταν ημερομίσθια και άλλα έξοδα της αιτήτριας Εταιρείας.
Είναι η θέση και η εισήγηση των καθ' ων η αίτηση πως υπό τις πιο πάνω συνθήκες το εύρημα του Διευθυντή Εσωτερικών Προσόδων για εσκεμμένη παράλειψη πρέπει να κριθεί απόλυτα δικαιολογημένο. Το ίδιο ισχύει σχετικά με την άρνηση του να παραχωρήσει κεφαλαιουχικές εκπτώσεις ως και με την απόφαση του να μην δέχεται τους προσδιορισμούς εισοδήματος αλλά να προβεί ο ίδιος στον προσδιορισμό του φόρου με βάση τα ενώπιον του στοιχεία.
Ο καθ' ου η αίτηση βασίστηκε στην υπόθεση Kanak v. Morris [1985] S.T.C. 183, όπου κρίθηκε ότι η συνεχής παράλειψη του φορολογούμενου να υποβάλει δηλώσεις ισοδυναμούσε με εσκεμμένη παράλειψη. Επίσης, βασίστηκε στην υπόθεση Pleasance ν. Atkinson [1987] S.T.C. σύμφωνα με την οποία παρόλο που ο ίδιος φορολογούμενος ήταν αθώος του αποδόθηκε εσκεμμένη παράλειψη για τις επιλήψιμες ενέργειες των λογιστών του με την αιτιολογία ότι ενεργούσαν για λογαριασμό του. Επίσης, αναφέρθηκε στην υπόθεση Ανδρέας Παπαχαραλάμπους και Άλλος ν. Εφόρου Φόρου Εισοδήματος (1993) 4 Α.Α.Δ. 724, όπου η κατ' επανάληψη παράλειψη της φορολογούμενης να δηλώσει τους τόκους που εισέπραττε από τις καταθέσεις της στις τράπεζες, κρίθηκε από το Δικαστήριο εσκεμμένη. Επίσης, σχετική με την εσκεμμένη παράλειψη είναι η υπόθεση Wellington v. Reynolds (H.N Inspector of Taxes) [1962] 40 T.C. 209.
Σχετικά με την κρίση του Διευθυντή Εσωτερικών Προσόδων κάτω από το άρθρο 23(2), είναι αρκετό αν ο Διευθυντής με βάση τα στοιχεία που είχε ενώπιον του κατέληξε σε λογικά επιτρεπτό συμπέρασμα (Βλ. Constanne Estates Ltd. v. Republic (1982) 3 C.L.R. 859, 868, Ioannides v. Republic (1985) 3 C.L.R.1801, Ζαχαροπλαστικής Επιχειρήσεις "ΟΚΑΠΓ" Λτδ. ν. Δημοκρατίας (πιο πάνω), Παπαχαραλάμπους και Άλλος ν. Εφόρου Φόρου Εισοδήματος (πιο πάνω) και Νίκος Χ"Ιωάννου ν. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 1270).
Στήριξη στην άρνηση του Διευθυντή να παραχωρήσει κεφαλαιουχικές εκπτώσεις, παρέχει το άρθρο 48 των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων 1978-1979. Οι πρόνοιες του άρθρου αυτού ήταν αντικείμενο των δικαστικών αποφάσεων στις υποθέσεις Rainbow v. Republic (1984) 3 C.L.R. 846, Tryfonos v. Republic (1984) 3 C.L.R. 844, Σάββας Ιωάννου ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 293, Κυριάκος Γ. Σταύρου ν. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 1292, Ανδρέας Κεφάλα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας κ.ά. (1992) 4 Α.Α.Δ. 944 και Θεόδωρος Χριστοφή και Σία ν. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (1993) 4 Α.Α.Δ. 1593.
Στις πιο πάνω υποθέσεις, αποφασίστηκε ότι ο Διευθυντής κατά την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας με βάση το άρθρο αυτό, μπορεί να λαμβάνει υπόψη τη συμφεριφορά του φορολογούμενου γενικά και αν δεν τηρεί κανονικά βιβλία και εξελεγμένους λογαριασμούς δεν δικαιούται σε ουσιαστικές επιτρεπόμενες εκπτώσεις, γιατί ο παραβάτης δεν είναι δυνατό να αναμένει την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Διευθυντή προς όφελός του.
Στο ίδιο θέμα αναφέρεται και η υπόθεση Νίκος Ψαράς και Υιοί Κέντρα Αναψυχής Λτδ. ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 663. Παρόμοια ήταν η προσέγγιση του Δικαστηρίου στην υπόθεση Andreas Trikomitis v. Republic (1987) 3 C.L.R. 592.
Τέλος, στην υπόθεση Σκαρπάρης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1004, ειπώθηκε:
"Η παροχή εκπτώσεων και η απαλλαγή από τη φορολογία συναρτάται άμεσα με τα αποδεικτικά στοιχεία που τις τεκμηριώνουν. Όπου ελλείπει η τεκμηρίωση, διεκδικήσεις για απαλλαγή εύλογα μπορεί να απορριφθούν στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Διευθυντή.... Η φορολογική νομοθεσία καθιστά τον φορολογούμενο υπόλογο για την ακριβή και στο βαθμό που επιβάλλεται την τεκμηριωμένη δήλωση του εισοδήματος του μέσα στα χρονικά πλαίσια που ορίζει ο Νόμος. Δεν αποτελεί ευθύνη των αρχών η αναζήτηση των δεδομένων για την εισοδηματική κατάσταση του φορολογούμενου· πρωταρχική τους ευθύνη είναι ο έλεγχος της ορθότητας και της ακρίβειας των δηλώσεων των φορολογουμένων. Όπως υποδεικνύεται στην απόφαση του δικαστηρίου στην Rainbow (ανωτέρω) ο φορολογούμενος έχει μοναδική γνώση των εισοδημάτων του και έχει κάθε ευχέρεια να συλλέξει και να προσκομίσει τα αναγκαία αποδεικτικά στοιχεία.".
Είναι φανερό από την πιο πάνω νομολογία, ότι η παράλειψη του φορολογούμενου να παράσχει στοιχεία, φέρνει στο προσκήνιο την ευχέρεια του Διευθυντή να προχωρήσει στον προσδιορισμό του φόρου. Επισημαίνεται ότι στην προκειμένη περίπτωση οι αιτητές αρνήθηκαν να συνεργαστούν με το Διευθυντή και να προσκομίσουν στοιχεία και να δώσουν εξηγήσεις αναφορικά με τα εισοδήματά τους. Ο ισχυρισμός των αιτητών ότι ο καθ' ου η αίτηση ποτέ δεν τους ζήτησε εξηγήσεις σχετικά με τις καταθέσεις στον επίδικο τραπεζικό λογαριασμό, δεν ευσταθεί. Δεν ευσταθεί επίσης η εισήγηση ότι ο καθ' ου η αίτηση δεν έκανε τη δέουσα έρευνα που απαιτείται και ότι η επίδικη απόφαση στερείται αιτιολογίας. Είναι προφανές από τα δεδομένα της υπόθεσης και τα στοιχεία ενώπιον του Δικαστηρίου, ότι η επίδικη απόφαση είναι δεόντως αιτιολογημένη, ήταν δε αποτέλεσμα επαρκούς έρευνας και ήταν εύλογα επιτρεπτή.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος των αιτητών. Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος των αιτητών.