ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1995) 4 ΑΑΔ 1688
11 Σεπτεμβρίου, 1995
[ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΕΛΕΝΗ ΜΑΥΡΟΜΜΑΤΗ ΚΑΙ ΑΛΛΗ,
Αιτήτριες,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ης η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 305/94)
Δημόσιου Υπάλληλοι — Σχέδια υπηρεσίας — Η ερμηνεία τους πρώτιστα έργο της Ε.Δ.Υ. — Ερμηνεία από το Διευθυντή του Τμήματος — Δεν δεσμεύει την Ε.Δ. Υ.
Λέξεις και Φράσεις — "Ειδική εκπαίδευση" και "μετεκπαίδευση" — Έννοια.
Οι αιτήτριες ζήτησαν την ακύρωση της προαγωγής του ενδιαφερομένου μέρους σε Λειτουργό Ευημερίας 1ης Τάξης. Επίκεντρο της διαφοράς αποτέλεσε η περί πλεονεκτήματος πρόβλεψη του σχεδίου υπηρεσίας και η ερμηνεία της.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή αναφορικά με την πρώτη αιτήτρια και ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
1. Η δικηγόρος των αιτητριών παραπονέθηκε ότι η Επιτροπή παραγνώρισε την ερμηνεία του Διευθυντή. Είχε κάθε δικαίωμα να το κάμει. Η ερμηνεία των σχεδίων υπηρεσίας είναι πρώτιστα αρμοδιότητα της Επιτροπής. Επιφυλάσσεται μόνο δικαίωμα στο ακυρωτικό δικαστήριο να ανατρέψει την Επιτροπή αν η ερμηνεία - και εφαρμογή του σχεδίου υπηρεσίας - που έδωσε είναι λογικά ανέφικτη.
Εδώ το αποτέλεσμα της ερμηνευτικής προσπάθειας της Επιτροπής είναι μέσα στα πλαίσια των εξουσιών της. Ιδιαίτερη αν ληφθεί υπόψη ότι η ειδική εκπαίδευση είναι λογικό επακόλουθο πρωταρχικής εκπαίδευσης σε κάποιο τομέα. Και περαιτέρω ότι η γραμματική ερμηνεία της λέξης "μετεκπαίδευση" σημαίνει "συμπληρωματική εκπαίδευση" (Ε. Κριαρά, Λεξικό της Σύγχρονης Ελληνικής Δημοτικής Γλώσσας) και "ειδική συμπληρωματική εκπαίδευση" (Τεγόπουλου-Φυτράκη "Ελληνικό Λεξικό"). Τη σημασία αυτή έχει αποδεχθεί η νομολογία στη Δημοκρατία ν. Γεωργίου Χρίστου (1991) 3 Α.Α.Δ. 56).
2. Η άποψη ότι η αιτήτρια κατέχει το πλεονέκτημα δεν ευσταθεί. Όπως δεν ευσταθεί και η εισήγηση για πλάνη περί τα πράγματα δεδομένου ότι είναι συνυφασμένη με το θέμα του πλεονεκτήματος.
3. Η εικόνα για την αιτήτρια 2 παρουσιάζεται διαφορετική. Τα ακαδημαϊκά της προσόντα περιλαμβάνουν και κατοχή διπλώματος Maitrisse. To θέμα αυτό δε φαίνεται να έχει ερευνηθεί από την Επιτροπή για να αξιολογηθεί η ακαδημαϊκή της κατάρτιση σε συνάρτηση με την πρόνοια για το πλεονέκτημα κατά την ερμηνεία της Επιτροπής. Δημιουργούνται αμφιβολίες αναφορικά με την εκτίμηση των προσόντων της.
4. Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται σύμφωνα με το Άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος για έλλειψη έρευνας ως προς τα προσόντα της αιτήτριας 2 που είναι κεφαλαιώδους σπουδαιότητας για την κρίση που αφορά στην κατοχή του πλεονεκτήματος. Όμως η προσφυγή της πρώτης αιτήτριας απορρίπτεται. Δεν επιδικάζονται έξοδα.
Διαταγή ως ανωτέρω.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Μιλτιάδους κ.ά ν. Δημοκρατίας (1989)3 Α.Α.Δ. 1318,
Lewis ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1253,
Χατζηπαύλου ν. Α.Η.Κ. (1991) 3 ΑΛΛ. 11,
Δημοκρατία ν. Χρίστου (1991) 3 Α.Α.Δ. 56.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της προαγωγής του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Λειτουργού Ευημερίας, 1ης τάξης (Τμήμα Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας), αντί των αιτητριών.
Α. Ευσταθίου, για τις Αιτήτριες.
Λ. Κουρσουμπά, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Καθ' ης η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Αμφισβητείται εδώ η νομιμότητα της προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους Χριστίνας Κυριάκου σε θέση Λειτουργού Ευημερίας 1ης τάξης (Τμήμα Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας), που συγκαταλέγεται στις θέσεις προαγωγής. Την απόφαση πήρε η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας - αφού άκουσε και τις εισηγήσεις του Διευθυντή του Τμήματος - αλλά δημοσιεύθηκε στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 4/2/94.
Το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προβλέπει και για πλεονέκτημα. Η σχετική πρόνοια του (παράγραφος 5) είναι η ρίζα της διαφοράς. Γιαυτό και θα πρέπει να την καταγράψουμε ως έχει: "Ειδική εκπαίδευσις ή μετεκπαίδευσις εις την Κοινωνικήν Εργασίαν/Ευημερίαν, θα θεωρήται πλεονέκτημα". Το νόημα της διάταξης προβλημάτισε την Επιτροπή. Αποφάσισε στις 28/1/93 και ζήτησε αναθεώρηση της από την αρμόδια αρχή έτσι ώστε να καταστεί η σημασία της διάταξης καθαρότερη. Όμως κατά τον χρόνο λήψης της απόφασης το θέμα δεν είχε ακόμη αποσαφηνιστεί, όπως πληροφόρησε ο Διευθυντής την Επιτροπή.
Στη συνεδρίαση ο Διευθυντής ανέπτυξε τη δική του ερμηνευτική άποψη, σύμφωνα με την οποία η κατοχή πτυχίου ή διπλώματος στην Κοινωνική Εργασία ή Κοινωνική Ευημερία συνιστά το πλεονέκτημα. Κατά την ίδια άποψη "ειδική εκπαίδευση" σημαίνει εκπαίδευση για ένα τουλάχιστον ακαδημαϊκό έτος "σε στενότερους χώρους" του πιο πάνω θέματος ή πείρα στον τομέα αυτό. Υπ' αυτό το πρίσμα θεώρησε την αιτήτρια Αχιλλέως ως κάτοχο του πλεονεκτήματος.
Η Επιτροπή διαφώνησε και υιοθέτησε τη δική της ερμηνεία. Κατά την κρίση της: "η ειδική εκπαίδευση εξυπακούει βασική εκπαίδευση και μετά εξειδίκευση, η δε μετεκπαίδευση εξυπακούει τη βασική εκπαίδευση και ακολούθως εκπαίδευση στην Κοινωνική Εργασία ή Κοινωνική Ευημερία ή και σε στενότερους χώρους, σε επίπεδο διπλώματος ή πτυχίου από τριτοβάθμια σχολή". Με αυτή την ερμηνεία κρίθηκε πως κανένας υποψήφιος δεν είχε το πλεονέκτημα.
Μετά από σχετική ενημέρωση του από την Επιτροπή για το ερμηνευτικό θέμα, ο Διευθυντής εισηγήθηκε για προαγωγή την ενδιαφερόμενη ως την καταλληλότερη. Ένας από τους λόγους που η αιτήτρια προβάλλει για ακύρωση της προαγωγής είναι η έλλειψη ή ανεπάρκεια αιτιολογίας. Διευκρινίστηκε όμως ότι η μομφή δεν αφορά τους λόγους που ανέπτυξε ο Διευθυντής και που καταγράφονται στο πρακτικό για την εισήγηση του, αλλά την αιτιολογία της ίδιας της επίδικης απόφασης.
Τα δεδομένα που έχουν σχέση με τα κριτήρια προαγωγής μπορούν να αναφερθούν σύντομα. Και οι τρεις έχουν τα ελάχιστα προσόντα που προβλέπει το σχέδιο υπηρεσίας. Η βαθμολογία, όπως προκύπτει από τις υπηρεσιακές εκθέσεις, κυμαίνεται στα ίδια επίπεδα. Στην αρχαιότητα όμως - στη θέση Λειτουργού Ευημερίας 2ης τάξης - υπερέχει αισθητά η ενδιαφερόμενη: 4 χρόνια και 1 μήνα της αιτήτριας 1 και 4 χρόνια και 2 μήνες της αιτήτριας 2.
Η δικηγόρος των αιτητριών παραπονέθηκε ότι η Επιτροπή παραγνώρισε την ερμηνεία του Διευθυντή. Είχε κάθε δικαίωμα να το κάμει. Η ερμηνεία των σχεδίων υπηρεσίας είναι πρώτιστα αρμοδιότητα της Επιτροπής. Επιφυλάσσεται μόνο δικαίωμα στο ακυρωτικό δικαστήριο να ανατρέψει την Επιτροπή αν η ερμηνεία - και εφαρμογή του σχεδίου υπηρεσίας - που έδωσε είναι λογικά ανέφικτη: Κλέαρχος Μιλτιάδους & Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1318, Rolis Lewis ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1253 και Ιωάννης Χ"Παύλου v. A.H.K. (1991) 3 Α.Α.Δ. 11. Ούτε χρειάζεται ειδική αιτιολογία σε περίπτωση διάστασης γνώμης, όπως φαίνεται να εισηγείται η δικηγόρος των αιτητριών.
Εδώ το αποτέλεσμα της ερμηνευτικής προσπάθειας της Επιτροπής είναι μέσα στα πλαίσια των εξουσιών της. Ιδιαίτερα αν ληφθεί υπόψη ότι η ειδική εκπαίδευση είναι λογικό επακόλουθο πρωταρχικής εκπαίδευσης σε κάποιο τομέα. Και περαιτέρω ότι η γραμματική ερμηνεία της λέξης "μετεκπαίδευση" σημαίνει "συμπληρωματική εκπαίδευση" (Ε. Κριαρά, Λεξικό της Σύγχρονης Ελληνικής Δημοτικής Γλώσσας) και "ειδική συμπληρωματική εκπαίδευση" (Τεγόπουλου-Φυτράκη "Ελληνικό Λεξικό"). Τη σημασία αυτή έχει αποδεχθεί η νομολογία στη Δημοκρατία ν. Γεωργίου Χρίστου (1991) 3 Α.Α.Δ. 56 στην οποία λέχθηκε ότι:
"Μετεκπαίδευση σημαίνει συμπληρωματική εκπαίδευση πέραν από την κανονική."
Έρχομαι στα προσόντα των αιτητριών. Επιβάλλεται να εξετάσουμε τα στοιχεία από πιο κοντά. Η κα Ευσταθίου υποστηρίζει ότι τα προσόντα των αιτητριών συνιστούν το πλεονέκτημα του σχεδίου υπηρεσίας. Είναι ο κύριος λόγος ακύρωσης που προβάλλει. Η αιτήτρια 1 Ελένη Μαυρομμάτη έχει απολυτήριο Γυμνασίου και πτυχίο στην κλινική ψυχολογία του πανεπιστημίου Botvos Βουδαπέστης που περιγράφεται ως "Master of Arts". Η συνήγορος ανέφερε περαιτέρω πως η αιτήτρια αυτή πήρε υποτροφία της Διεθνούς Οργάνωσης TESCO (Technical and Scientific Corporation) και εργάστηκε για ένα χρόνο (1974-1975) σε παιδιατρική κλινική της Βουδαπέστης. Η αιτήτρια 2 Τούλα Αχιλλέως, εκτός του απολυτηρίου, έχει δίπλωμα (Licence) κοινωνιολογίας και κλινικής εγκληματολογίας του πανεπιστημόυ της Lyon Γαλλίας που της απονεμήθηκαν το 1977 και 1978 αντίστοιχα. Περαιτέρω είναι κάτοχος διπλώματος Maitrisse στη ψυχολογία του ίδιου πανεπιστημίου (1978).
Αναμφίβολα η αιτήτρια 1 έχει ένα μόνο δίπλωμα ανεξάρτητα από το πώς ονομάζεται. Έτσι, σύμφωνα με την ερμηνευτική προσέγγιση της Επιτροπής στο σχέδιο υπηρεσίας, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως μετεκπαίδευση. Από την άλλη η έρευνα μου στο σχετικό φάκελο δεν επιβεβαιώνει τον ισχυρισμό πως η αιτήτρια θήτευσε για ένα χρόνο σε παιδιατρική κλινική στην αλλοδαπή. Η άποψη ότι κατέχει το πλεονέκτημα δεν ευσταθεί. Όπως δεν ευσταθεί και η εισήγηση για πλάνη περί τα πράγματα δεδομένου ότι είναι συνυφασμένη με το θέμα του πλεονεκτήματος. Ομοίως απορρίπτεται ως αναπόδεικτος και ο συναφής λόγος για κακή χρήση διακριτικής εξουσίας της Επιτροπής κατά την άσκηση της ερμηνευτικής της αρμοδιότητας.
Προβλήθηκε τέλος ο ισχυρισμός για ελλειπή αιτιολογία της επίδικης απόφασης. Στο κείμενο της μνημονεύεται το υλικό που λήφθηκε υπόψη. Πρόκειται για τα στοιχεία των φακέλων, τα οποία βρίσκονται σε αρμονία με την αιτιολογία, την οποία και συμπληρώνουν. Πέραν τούτου η αιτήτρια δεν έχει δείξει έκδηλη υπεροχή απέναντι στη συνάδελφο της που πήρε τη θέση. Στην πραγματικότητα συμβαίνει το αντίθετο. Αυτή την υπεροχή διαθέτει η τελευταία λόγω υπηρεσιακής αρχαιότητας και σύστασης του Διευθυντή.
Η εικόνα για την αιτήτρια 2 Τούλα Αχιλλέως παρουσιάζεται διαφορετική. Έχω απαριθμήσει τα ακαδημαϊκά της προσόντα που περιλαμβάνουν και κατοχή διπλώματος Maitrisse. To θέμα αυτό δε φαίνεται να έχει ερευνηθεί από την Επιτροπή για να αξιολογηθεί η ακαδημαϊκή της κατάρτιση σε συνάρτηση με την πρόνοια για το πλεονέκτημα κατά την ερμηνεία της Επιτροπής. Δημιουργούνται αμφιβολίες αναφορικά με την εκτίμηση των προσόντων της.
Έτσι η επίδικη απόφαση ακυρώνεται σύμφωνα με το άρθρ. 146.4(β) του Συντάγματος για έλλειψη έρευνας ως προς τα προσόντα της αιτήτριας 2 που είναι κεφαλαιώδους σπουδαιότητος για την κρίση που αφορά στην κατοχή του πλεονεκτήματος. Όμως η προσφυγή της πρώτης αιτήτριας, για τους λόγους που εκτέθηκαν, απορρίπτεται. Δεν επιδικάζονται έξοδα.
Διαταγή ως ανωτέρω.