ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1995) 4 ΑΑΔ 1580
31 Ιουλίου, 1995
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146 ΚΑΙ 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΓΝΩΜΗ ΛΤΔ,
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ/ Ή ΑΛΛΟΥ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 663/93)
Διοικητικό Δίκαιο — Διοικητική πράξη — Ανάκληση — Νόμιμες, παράνομες, ευμενείς και επαχθείς πράξεις — Ειδικά η παράνομη διοικητική πράξη — Δόλος του πολίτη και εύλογος χρόνος ανακλήσεως — Το θέμα του χρόνου κρίνεται κατά περίπτωση — Οι δεκαεννέα μήνες έως την ανάκληση ευμενούς απόφασης περί δασμών κρίθηκαν ως εύλογος χρόνος στην κριθείσα υπόθεση.
Τελωνειακοί Δασμοί — Ταξινόμηση αγαθών — Η σχετική κρίση του Διευθυντή Τμήματος Τελωνείων και τα όρια του δικαστικού της ελέγχου —Ακολουθούμενη πρακτική δεν μπορεί να κατισχύσει της από το νόμο υποχρέωσης του Διευθυντή για ορισμένου είδους ταξινόμηση.
Με την προσφυγή προσεβλήθη η επαναταξινόμηση των αγαθών που εισήγαγαν οι αιτητές με αποτέλεσμα να απαιτείται η καταβολή επιπρόσθετου δασμού για την εισαγωγή τους. Από την αρχική και ευμενή ταξινόμησή έως την προσβαλλόμενη παρήλθε διάστημα 19 περίπου μηνών.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Σύμφωνα με τις αρχές που διέπουν το κατά πόσο μία πράξη είναι παράνομη, η παρούσα περίπτωση είναι τέτοια γιατί η ανακληθείσα απόφαση λήφθηκε με βάση εσφαλμένα γεγονότα και κατά παράβαση του σχετικού νόμου που επιβάλλει τους συντελεστές φορολογίας για βιντεοκασέττες.
Έχοντας υπόψη τις αρχές που αφορούν δόλο, που αναφέρθηκαν πιο πάνω, και την ανάγκη ειδικής αιτιολόγησης, το Δικαστήριο δεν έχει ικανοποιηθεί ότι πρέπει να αντιμετωπίσει την περίπτωση αυτή ως περίπτωση όπου υπήρξε δόλος που επηρέασε την απόφαση της διοίκησης. Ως εκ τούτου θα πρέπει να εξεταστεί κατά πόσο η ανάκληση έγινε μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα.
Τι είναι "εύλογο χρονικό διάστημα" εξαρτάται από τις συνθήκες κάθε υπόθεσης.
Στην παρούσα περίπτωση, λαμβάνοντας υπόψη τα περιστατικά της υπόθεσης, το Δικαστήριο βρίσκει ότι ο χρόνος των 19 περίπου μηνών που παρήλθε από την ημέρα έκδοσης μέχρι την ημέρα ανάκλησης της πράξης ήταν εύλογος κάτω από τις περιστάσεις. Ευθύς ως διαπιστώθηκε η ύπαρξη περιπτώσεων όπως η παρούσα, όπου συνδυάζονται βιντεοκασέττες και κινηματογραφικά φίλμς, εκδόθηκε η Εγκύκλιος, και βάσει αυτής εξετάστηκε η υπόθεση των αιτητών. Εντός μερικών μηνών πραγματοποιήθηκε η ανάκληση της πράξης και η λήψη της νέας απόφασης.
2. Η εισήγηση των αιτητών ότι η εγκύκλιος είχε ισχύν από την ημερομηνία έκδοσής της και μετά και έτσι δεν θα μπορούσε να ληφθεί η από τη διοίκηση ληφθείσα απόφαση, δεν ευσταθεί. Η εγκύκλιος δεν μπορεί να επηρεάσει την υποχρέωση του Διευθυντή Τελωνείων που είχε να εφαρμόσει το νόμο σχετικά με την επιβολή δασμών. Σε σχέση δε με τον ισχυρισμό του συνήγορου των αιτητών ότι μέχρι τότε ακολουθείτο αυτή η πρακτική για την επιβολή δασμών, εκτός του ότι δεν έχει αποδειχθεί ενώπιον του Δικαστηρίου, πρέπει να επισημανθεί ότι η πρακτική δεν μπορεί να υπερισχύσει των ρητών προνοιών νόμου.
3. Όσον αφορά το θέμα της κρίσης του Διευθυντή του Τμήματος Τελωνείων για ταξινόμηση αγαθών, σχετικές είναι οι αποφάσεις A&S Antoniades & Co. v. Republic (1965) 3 C.L.R. 673, που υιοθετήθηκε και στην υπόθεση Εταιρεία Τάκης Γεωργιάδης και Υιός ν. Κυπριακής Δημοκρατίας.
4. Με βάση τις πιο πάνω αρχές και εν όψει των γεγονότων της παρούσας υπόθεσης ότι οι καθ' ων η αίτηση ορθά ανακάλεσαν την προηγούμενή τους απόφαση, η δε επιβολή της νέας φορολογίας ασκήθηκε μέσα στα πλαίσια της διακριτικής τους ευχέρειας και δεν υπάρχει τίποτε που να δικαιολογεί την επέμβαση του Δικαστηρίου.
5. Τόσο από την ίδια την απόφαση, αλλά και από το διοικητικό φάκελο της υπόθεσης εξάγεται πλήρως η αιτιολογία και φαίνεται καθαρά ότι ο λόγος ανάκλησης της προηγούμενης πράξης και επιβολής νέας φορολογίας έγινε με βάση το γεγονός ότι η αρχική πράξη εκδόθηκε κατά παράβαση των νομικών προνοιών και κάτω από το πρίσμα πλάνης και ικανοποιώντας τις νομικές προϋποθέσεις για ύπαρξη αιτιολογίας.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Director of the Department of Customs and Excise v. Grecian Hotel Enterprices Ltd (1985) 1 C.L.R. 476,
Βουνιώτης Σ.Ν. και Υιοί Λτδ ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1113,
Στεργίδης ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1885,
Sun Island Canning Ltd v. Republic (1988) 3 C.L.R. 2328,
ΛOEΛ Λτδ ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 2375,
Λυσιώτης ν. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 496,
Γιάννη ν. Αναπληρωτή Εφόρου Μηχανοκινήτων Οχημάτων κ.ά. (Αρ. 2) (1991) 4 Α.Α.Δ. 1785,
A&S Antoniades & Co. v. Republic (1965) 3 C.L.R. 673,
Εταιρεία Τάκης Γεωργιάδης & Υιός ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 1142,
Φακοντής ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1694.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 11.6.1993, με την οποία επιβλήθηκε στους αιτητές τελωνειακός και/ή εισαγωγικός δασμός και/ή τέλη πάνω σε διαφημιστική ταινία (advertising film) ύψους £6.433,00.
Σ. Νικολάου για Γ. Μηχανικό, για τους Αιτητές.
Λ. Καουτζάνη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Οι αιτητές είναι διαφημιστική εταιρεία περιορισμένης ευθύνης και με την προσφυγή τους αυτή ζητούν:
"1. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 11.6.1993 με την οποίαν επέβαλαν στους αιτητές τελωνειακό και/ή εισαγωγικό δασμό και/ή τέλη πάνω σε διαφημιστική ταινία (advertising film) ύψους £6.433,00 είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.
2. Δήλωση του δικαστηρίου ότι η άρνηση και/ή παράλειψη των καθ' ων η αίτηση να αποδεκτούν το αίτημα των αιτητών για καταβολή τελωνειακού και/ή εισαγωγικού δασμού και/ή τελών με συντελεστή 3,8% επί της αξίας του εισαχθέντος προϊόντος, είναι άκυρη, παράνομη και πως ό,τι παραλήφθηκε θα πρέπει να διενεργηθεί."
3. Έξοδα."
Οι νομικοί λόγοι πάνω στους οποίους βασίζεται η αίτηση είναι οι ακόλουθοι:
"1. Η απόφαση των καθ' ων η αίτηση λήφθηκε με κατάχρηση και/ή υπέρβαση εξουσίας και/ή είναι αποτέλεσμα πραγματικής πλάνης, και/ή νομικής πλάνης και/ή είναι αντίθετη με το Σύνταγμα.
2. Η απόφαση των καθ' ων η αίτηση είναι αντίθετη με τις παραδεδεγμένες αρχές του Διοικητικού Δικαίου και/ή της Νομολογίας και/ή με τις αρχές του φυσικού Δικαίου και/ή Δεδικασμένου.
3. Είναι αποτέλεσμα υπέρβασης ή κατάχρησης εξουσίας ή διαδικασίας που νομικά πάσχει.
4. Η προσβαλλόμενη διοικητική πράξις είναι αναιτιολόγητη και/ή ανεπαρκώς αιτιολογημένη και/ή η προσβαλλόμενη αιτιολογία είναι πλημμελής και δεν συνάδει προς τα πραγματικά γεγονότα."
Οι αιτητές κατέθεσαν διασάφηση εισαγωγής του Τελωνείου Λευκωσίας με ημερ. 14.11.91 (Παράρτημα 1 στην Ένσταση), για να τελωνίσουν σύμφωνα με τη δήλωση τους "μία έγχρωμη διαφημιστική ταινία 35 mm (Advertising film colour 35 mm)", κατατάσσοντάς την σε δασμολογική κλάση με συντελεστή δασμού £1,45 κατά 100 μέτρα.
Επίσης κατέθεσαν και τιμολόγιο που εκδόθηκε από τους προμηθευτές (Παράρτημα 2). Ο αρμόδιος τελωνειακός λειτουργός λαμβάνοντας υπόψη την πιο πάνω δήλωση των αιτητών, επέτρεψε τον τελωνισμό του εμπορεύματος χωρίς να εξετάσει το περιεχόμενο του δέματος αναγράφοντας τη φράση "cleared without examination" (Παράρτημα 3).
Στις 7.12.92 εκδόθηκε εγκύκλιος του Διευθυντή του Τμήματος Τελωνείων, η οποία είναι το Παράρτημα 5 στην Ένσταση. Η εγκύκλιος αυτή αναφέρει ότι σε ορισμένες περιπτώσεις εισάγονται μαζί με διαφημιστικές βιντεοκασέττες B-Beta η U-Matic που βαρύνονται με συντελεστή δασμού 41.9% και διαφημιστικές ταινίες (κινηματογραφικά φίλμ) που επιβαρύνονται με το χαμηλό συντελεστή δασμού £1,55 τα 100 μέτρα με σκοπό τον επιμερισμό της ολικής τιμολογιακής τιμής μεταξύ της βιντεοκασέττας και ταινίας. Επειδή οι τηλεοπτικοί σταθμοί προβάλλουν διαφημίσεις μόνο από βιντεοκασέττες και όχι από κινηματογραφικά φίλμ το εισαγόμενο εμπόρευμα είναι οι βιντεοκασέττες και όχι το φίλμ, που απλά είναι προπαρασκευαστικό υλικό για την ετοιμασία της βιντεοκασέττας. Γι' αυτό το λόγο θα έπρεπε να φορολογούνται οι βιντεοκασέττες πάνω σε ολόκληρη τη συναλλακτική/ τιμολογιακή τιμή και να αγνοείται η ύπαρξη του φίλμ.
Μέσα στα πλαίσια διεξαγωγής ελέγχου που πραγματοποιείται στο Αρχιτελωνείο και κάτω από το φως της πιο πάνω εγκυκλίου ο αρμόδιος Κλάδος απέστειλε στον Ανώτερο Τελώνη Λευκωσίας Παρατήρηση (Παράρτημα 4), με την οποία αναφερόμενος στο εμπόρευμα των αιτητών διαπιστώνει ότι το παραδοθέν εμπόρευμα ήταν αξίας £13.473 και με ανεπαρκή περιγραφή και δεν είχε εξεταστεί. Επισημαίνει να υπήρχε το ενδεχόμενο το πα-κέττο να περιείχε και βιντεοκασέττες. Ζήτησε δε εξηγήσεις. Σε απάντηση ο τελωνειακός λειτουργός που χειρίστηκε το θέμα (Παράρτημα 6), εν όψει του γεγονότος ότι δεν είχε εξετάσει το δέμα, ξαναεξέτασε το θέμα και διαπίστωσε ότι το δέμα περιείχε μία βιντεοκασέττα U-Matic, για την οποία έπρεπε να εισπραχθεί εισαγωγικός δασμός με συντελεστή 41.9% αντί £1,45 για κάθε 100 μέτρα που εισπράχθηκε. Οι προμηθευτές των αιτητών σε σχετική βεβαίωση τους (Παράρτημα 7) αναφέρουν ότι το φιλμ είχε μεταφερθεί σε βιντεοκασέττα U-Matic και ότι στο σχετικό τιμολόγιο περιλαμβανόταν και η αξία της βιντεοκασέττας.
Με βάση όλα τα πιο πάνω οι καθ' ων η αίτηση αποφάσισαν και επέβαλαν εισαγωγικό δασμό που ανέρχεται στο ποσό £6.433, που κοινοποιήθηκε στους αιτητές με σημείωμα απαίτησης ημερ. 11.6.93 (Παράρτημα 8), το περιεχόμενο του οποίου παραθέτω:
"I beg to inform you that an amount of £6433.00 is due by you in respect of Duty on one advertising Video Tape entered as advertising film cleared under C2 No. CRN 503/503/1 and I shall be grateful if you will remit the amount at your early convenience and, in any case, not later than 7 days from the date hereof."
Είναι καθαρόν από τα πιο πάνω ότι η περίπτωση αφορά ανάκληση προηγούμενης απόφασης και λήψη νέας. Όπως αναφέρεται στο σύγγραμα Δαγτόγλου "Γενικό Διοικητικό Δίκαιο" Β' Έκδοση, 1984, στην παράγρ. 683:
"Ο ανακλητικός χαρακτήρας της πράξεως δεν εξαρτάται από την ονομασία της, αλλά συνάγεται από το περιεχόμενό της.
.....................................................................
Έκδοση πράξεως που "τροποποιεί" προηγούμενη αναλύεται σε ανάκληση της προηγούμενης και έκδοση νέας πράξεως με διάφορο περιεχόμενο (ΣτΕ852/61)".
Η ευχέρεια ανάκλησης διοικητικής πράξης από τη διοίκηση εξαρτάται από το κατά πόσο η πράξη ήταν νόμιμη ή παράνομη.
Σύμφωνα με το Δαγτόγλου (πιο πάνω), παράγρ.685 "παράνομη διοικητική πράξη, κατά την κρατούσα γνώμη στη θεωρεία και νομολογία, είναι η πράξη που η έκδοση ή το περιεχόμενο της παραβαίνει κανόνες δικαίου ή που εκδίδεται κατόπιν πλάνης "περί τα πράγματα". Υπό τον όρο αυτό νοείται η πλήρως εσφαλμένη αντίληψη για την ύπαρξη ή μη ύπαρξη των πραγματικών προϋποθέσεων της διοικητικής πράξεως, είτε αυτές απαιτούνται αμέσως από το νόμο είτε εστήριξε σε αυτές η διοίκηση την άσκηση της διακριτικής της ευχέρειας ...."
Και στην παράγρ.690:
"Η αρχή της νομιμότητας, συνεπώς εφαρμοζόμενη, απαιτεί από την διοίκηση όχι μόνο να τηρεί το δίκαιο κατά την έκδοση των πράξεων της, αλλά και να ανακαλεί τυχόν εκδοθείσα παράνομη πράξη, αποκαθιστώντας έτσι την έννομη τάξη."
Όσον αφορά παράνομες ευμενείς για τον πολίτη διοικητικές πράξεις, όπως η παρούσα, παρουσιάζονται προβλήματα στην ανάκληση και σύμφωνα με τη νομολογία του Συμβουλίου Επικρατείας η ανάκληση αυτών των πράξεων δεν είναι επιτρεπτή όταν από την πάροδο μακρού σχετικώς χρόνου δημιουργείται πραγματική κατάσταση τέτοια, που η ανατροπή της να προσκρούει στην αρχή της χρηστής διοίκησης. Το επιτρεπτό ή ανεπίτρεπτο της ανάκλησης στηρίζεται κατά κύριο λόγο στη διάρκεια του χρόνου μεταξύ έκδοσης και ανάκλησης της πράξης και μόνο αν ο χρόνος είναι "εύλογος" εν όψει των περιστάσεων επιτρέπεται η ανάκληση.
Σύμφωνα με το Δαγτόγλου και πάλιν, όπου η έκδοση της πράξεως προκαλείται από δόλια ενέργεια του ιδιώτη ο δόλος αυτός αίρει τους χρονικούς περιορισμούς της ανάκλησης παράνομης πράξης. Η ανακλητική πράξη που εκδίδεται μετά από πάροδο μακρού χρόνου, λόγω του δόλου του ιδιώτη, πρέπει να είναι ειδικά αιτιολογημένη ως προς το στοιχείο του δόλου και απόκειται στη διοίκηση να αποδείξει το δόλο του ιδιώτη και η διοίκηση δεν απαλλάσσεται από την υποχρέωση και ευθύνη τής αυτεπάγγελτα κατά νόμο έρευνας των πραγματικών περιστατικών.
Στην υπόθεση Διευθυντής Τμήματος Τελωνείων v. Grecian Hotel Enterprices Ltd (1985) 1 C.L.R. 476 αναγνωρίζεται δικαίωμα του Διευθυντή του τμήματος Τελωνείων να ανακαλέσει προηγούμενη απόφαση του όταν εξακριβώσει ότι αυτή ήταν λανθασμένη. (Δέστε και Βουνιώτης Σ.Ν. και Υιοί Λτδ ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1113, Στεργίδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1889 και Sun Island Canning Ltd v. Κυπριακής Δημοκρατίας(1988) 3 Α.Α.Δ. 2328.)
Μία ανάλυση των αρχών που διέπουν την ανάκληση παράνομων διοικητικών πράξεων γίνεται στις υποθέσεις Loel Ltd v. Κυπριακής Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 2375, στις οποίες γίνεται και αναφορά σε σωρεία σχετικών αποφάσεων του Ανώτατου Δικαστηρίου.
Σύμφωνα με τις αρχές που διέπουν το κατά πόσο μία πράξη είναι παράνομη, ευρίσκω ότι η παρούσα περίπτωση είναι τέτοια γιατί η ανακληθείσα απόφαση λήφθηκε με βάση εσφαλμένα γεγονότα και κατά παράβαση του σχετικού νόμου που επιβάλλει τους συντελεστές φορολογίας για βιντεοκασέττες.
Έχοντας υπόψη τις αρχές που αφορούν δόλο, που ανέφερα πιο πάνω, και την ανάγκη ειδικής αιτιολόγησης, δεν έχω ικανοποιηθεί ότι πρέπει να αντιμετωπίσω την περίπτωση αυτή ως περίπτωση όπου υπήρξε δόλος που επηρέασε την απόφαση της διοίκησης. Ως εκ τούτου θα πρέπει να εξετάσω κατά πόσο η ανάκληση έγινε μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα.
Τι είναι "εύλογο χρονικό διάστημα" εξαρτάται από τις συνθήκες κάθε υπόθεσης. (Δέστε Βουνιώτης και Υιοί Λτδ ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (πιο πάνω), Λυσιώτης ν. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 496 και Γιάννη ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 1785.)
Στην παρούσα περίπτωση, λαμβάνοντας υπόψη τα περιστατικά της υπόθεσης, βρίσκω ότι ο χρόνος των 19 περίπου μηνών που παρήλθε από την ημέρα έκδοσης μέχρι την ημέρα ανάκλησης της πράξης ήταν εύλογος κάτω από τις περιστάσεις. Ευθύς ως διαπιστώθηκε η ύπαρξη περιπτώσεων όπως η παρούσα, όπου συνδυάζονται βιντεοκασέττες και κινηματογραφικά φίλμς, εκδόθηκε η Εγκύκλιος, Παράρτημα 5, και βάσει αυτής εξετάστηκε η υπόθεση των αιτητών. Εντός μερικών μηνών πραγματοποιήθηκε η ανάκληση της πράξης και η λήψη της νέας απόφασης.
Η εισήγηση των αιτητών ότι η εγκύκλιος είχε ισχύν από την ημερομηνία έκδοσής της και μετά και έτσι δεν θα μπορούσε να ληφθεί η από τη διοίκηση ληφθείσα απόφαση, δεν βρίσκω να ευσταθεί. Η εγκύκλιος δεν μπορεί να επηρεάσει την υποχρέωση του Διευθυντή Τελωνείων που είχε να εφαρμόσει το νόμο σχετικά με την επιβολή δασμών. Σε σχέση δε με τον ισχυρισμό του συνήγορου των αιτητών ότι μέχρι τότε ακολουθείτο αυτή η πρακτική για την επιβολή δασμών, εκτός του ότι δεν έχει αποδειχθεί ενώπιον του Δικαστηρίου, πρέπει να επισημανθεί ότι η πρακτική δεν μπορεί να υπερισχύσει των ρητών προνοιών νόμου.
Όσον αφορά το θέμα της κρίσης του Διευθυντή του Τμήματος Τελωνείων για ταξινόμηση αγαθών, σχετικές είναι οι αποφάσεις Α & S Antoniades & Co. v. Republic (1965) 3 C.L.R. 673 (που υιοθετήθηκε και στην υπόθεση Εταιρεία Τάκης Γεωργιάδης & Υιός ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 1142), όπου αναφέρονται τα ακόλουθα:
"In matters of classification of goods, such as the present case, an Administrative Court has no competence to substitute its own discretion in the place of the discretion of the proper authorities (Vide Decisions of the Council of State in Greece 479/1938, 564/1949); but, of course, as in every other case of recourse under article 146 the Court has to examine the legality of the subjudice decision, and also whether it was reached through any misconception and cognate matters".
Με βάση τις πιο πάνω αρχές και εν όψει των γεγονότων της παρούσας υπόθεσης βρίσκω ότι οι καθ' ων η αίτηση ορθά ανακάλεσαν την προηγούμενη τους απόφαση, η δε επιβολή της νέας φορολογίας ασκήθηκε μέσα στα πλαίσια της διακριτικής τους ευχέρειας και δεν υπάρχει τίποτε που να δικαιολογεί την επέμβαση του Δικαστηρίου.
Αναφορικά με το παράπονο ότι η απόφαση δεν είναι αιτιολογημένη ή δεόντως αιτιολογημένη, καταλήγω σε αντίθετο συμπέρασμα. Τόσο από την ίδια την απόφαση, αλλά και από το διοικητικό φάκελο της υπόθεσης εξάγεται πλήρως η αιτιολογία και φαίνεται καθαρά ότι ο λόγος ανάκλησης της προηγούμενης πράξης και επιβολής νέας φορολογίας έγινε με βάση το γεγονός ότι η αρχική πράξη εκδόθηκε κατά παράβαση των νομικών προνοιών και κάτω από το πρίσμα πλάνης και ικανοποιώντας τις νομικές προϋποθέσεις για ύπαρξη αιτιολογίας. (Δέστε μεταξύ άλλων Φακοντής ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1694.)
Κατά συνέπεια, η προσφυγή των αιτητών απορρίπτεται.
Δεν εκδίδεται διάταγμα για έξοδα.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.