ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1995) 4 ΑΑΔ 851
28 Απριλίου, 1995
[ΠΙΚΗΣ, Πρόεδρος]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΡΙΣΤΗΣ ΜΥΛΩΝΑΣ,
Αιτητής, ν.
ΑΡΧΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 828/93)
Διοικητικό Δίκαιο — Αρχές — Υπάλληλοι δημοσίας αρχής — Προαγωγές — Κρίσιμος χρόνος για την κρίση των προς προαγωγή υποψηφίων ο χρόνος διενεργείας των προαγωγών — Θεμελίωση — Παραβίαση της αρχής αυτής επέφερε την ακυρότητα των προαγωγών στην Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου στην κριθείσα περίπτωση.
Διοικητικό Δίκαιο — Αρχές — Υπάλληλοι δημόσιας αρχής — Προσόντα — Πλεονέκτημα — Σταθερή νομολογιακή αρχή ότι παράλειψη αιτιολόγησης της παραγνώρισης πλεονεκτήματος πλήττει το κύρος της σχετικής απόφασης.
Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου — Προαγωγές — Σχέδια υπηρεσίας σε ισχύ αναλόγως της ημερομηνίας προσλήψεως στην Αρχή σύμφωνα με τους Κανονισμούς — Ερμηνεία στην κριθείσα περίπτωση — Ακύρωση των προαγωγών λόγω παραγνώριση πλεονεκτήματος προβλεπόμενο σε παλαιότερο Σχέδιο Υπηρεσίας που ήταν όμως σε ισχύ με βάση τους Κανονισμούς.
Αντικείμενο της προσφυγής ήταν η προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών στην θέση Προϊσταμένου Υπηρεσίας Β' (Ειδικευμένο Προσωπικό).
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
1. Αποτελεί καθιερωμένη αρχή ότι ο κρίσιμος χρόνος για την κρίση των υπαλλήλων δημόσιας αρχής ή οργάνου για προαγωγή, είναι ο χρόνος κατά τον οποίο διενεργούνται οι προαγωγές. Ο λόγος της αρχής αυτής δεν είναι δύσκολο να αναζητηθεί, παρέχεται κατά την ημερομηνία που διενεργούνται οι προαγωγές πληρέστερη εικόνα για την επίδοση των υποψηφίων στην υπηρεσία και μέσα από αυτή την ενημέρωση καλύτερη δυνατότητα επιλογής των καταλληλότερων υποψηφίων. Η απόδοση των υποψηφίων κατά την περίοδο που προηγείται αμέσως του χρόνου κατά τον οποίο διενεργούνται οι προαγωγές, είναι εξ αντικειμένου ουσιώδες στοιχείο για την κρίση της συγκριτικής καταλληλότητάς τους για προαγωγή. Συνιστά τον ποιο πρόσφατο δείκτη των ικανοτήτων, δεξιοτήτων, γνώσεων και προσήλωσης των υποψηφίων στην εκτέλεση των καθηκόντων τους. Ο αποκλεισμός των στοιχείων για την επίδοση των υποψηφίων το έτος 1992 εν προκειμένω απέκλεισε, στην απουσία αποχρώντος λόγου, ουσιώδες στοιχείο για την επιμέτρηση της αξίας τους. Ποια θα ήταν η κρίση του σώματος αν είχε ενώπιόν του τα φύλλα ποιότητας των υποψηφίων και για το έτος 1992, αποτελεί πιθανολόγηση. Η απουσία των υπηρεσιακών στοιχείων των υποψηφίων για το 1992 κατέστησε την έρευνα για τα προσόντα των υποψηφίων ατελή και αποστέρησε το σώμα από ουσιώδη στοιχεία για την κρίση των υποψηφίων. Η διαπίστωση αυτή καθιστά την απόφαση και για τα τρία ενδιαφερόμενα μέρη τρωτή και υποκείμενη σε ακύρωση.
2. Σταθερή αρχή της νομολογίας είναι ότι η παράλειψη ειδική αιτιολόγησης της επιλογής υποψηφίου που δεν κατέχει το πλεονέκτημα έναντι υποψηφίου ο οποίος το κατέχει, καθιστά την απόφαση πλημμελή γιατί δεν εξειδικεύει τους λόγους που αντισταθμίζουν το πλεονέκτημα που βάσει του Σχεδίου Υπηρεσίας παρέχει προβάδισμα στους κατόχους του.
Ο Κ. 8(1) Β(ε) των περί Προσωπικού της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου Γενικοί Κανονισμοί (Κ.Δ.Π. 163/90, 375/90) προσδιορίζει τα ελάχιστα προσόντα για προαγωγή χωρίς να καθορίζει οποιοδήποτε πλεονέκτημα. Διατηρείται όμως η ισχύς των Σχεδίων Υπηρεσίας που ίσχυαν πριν τη 13.5.72 χωρίς κανένα περιορισμό ή επιφύλαξη για την εφαρμογή τους [Κ.8(1)]. Εξάλλου, ο Κ. 56(7)Β διατηρεί σε ισχύ το προϋπάρχον σχέδιο υπηρεσίας χωρίς καμιά τροποποίηση ή περιορισμό ως προς την εφαρμογή του. Τα προβλεπόμενα από τον Κ.8(1) προσόντα για προαγωγή ισχύουν σε κάθε περίπτωση υπαλλήλου της Αρχής ο οποίος προσλήφθηκε στην υπηρεσία μετά τη 13.5.72. Το ότι δεν γίνεται πρόνοια για πλεονέκτημα, δεν αμβλύνει τις διατάξεις του προϋπάρχοντος Σχεδίου Υπηρεσίας ούτε τις καταργεί ως καθοριστικές των προσόντων για προαγωγή του προσωπικού που βρισκόταν στην υπηρεσία πριν την ημερομηνία εκείνη. Στην προκείμενη περίπτωση, τόσο ο αιτητής, όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη, ήταν στην υπηρεσία της Αρχής πριν τη 13.5.72 και το νομικό καθεστώς ανέλιξής τους είναι εκείνο που προβλέπεται από το σχέδιο υπηρεσίας που ίσχυε πριν τη 13.5.72. Η παράλειψη αιτιολόγησης της επιλογής του ενδιαφερόμενου μέρους έναντι του αιτητή, ο οποίος κατείχε το πλεονέκτημα, συνιστά πρόσθετο λόγο για την ακύρωση του διορισμού του.
3. Ενόψει της κατάληξης ότι δικαιολογείται η ακύρωση της απόφασης για διορισμό και των τριών ενδιαφερόμενων μερών, το Δικαστήριο δε θα επεκταθεί σε διερεύνηση της δυνατότητας προσβολής της αναδρομικότητας της πράξης, με αποκλειστικό έρεισμα το δυσμενή επηρεασμό προσώπου στην υπηρεσία της Αρχής. Σημειώνω μόνο ότι η προσέγγιση της νομολογίας δεν είναι ομοιόμορφη.
Η προσφυγή επιτυγχάνει χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Δημοκρατία κ.ά. ν. Ανδρέου κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 153,
Pericleous v. Republic (1984) 3 C.L.R. 577,
Γεωργίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1822,
Χατζηγιάννη-Ιωσήφ κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 317,
Προδρόμου ν. Κ.Ο.Τ. (1993) 4 Α.Α.Δ. 758,
Ιωαννίδης ν. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (1994) 4 Α.Α.Δ. 462,
Κολοκασίδου ν. Α.ΤΗ.Κ. (1992) 4 Α.Α.Δ. 4801,
Δημητρίου κ.ά. ν. Α.ΤΗ.Κ. (1993) 4 Α.Α.Δ. 1196,
Σιαπιτής ν. Α.ΤΗ.Κ. (1993) 4 Α.Α.Δ. 2616.
Προσφυγή.
Προσφυγή κατά της απόφασης των Καθ' ων η αίτηση με την οποία προήχθηκαν ενδιαφερόμενα μέρη σε θέσεις Προϊσταμένου Υπηρεσίας "Β" (Ειδικευμένου Προσωπικού).
Λ. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Κ. Χατζηϊωάννου, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Ο αιτητής, ένας από τους προσοντούχους υποψηφίους για την πλήρωση έξι θέσεων Προϊσταμένου Υπηρεσίας "Β" (Ειδικευμένον Προσωπικόν), προσβάλλει με την προσφυγή την απόφαση για την προαγωγή τριών από τους έξι προαχθέντες. Για λόγους που δεν εξηγούνται, το Συμβούλιο Προσωπικού καθόρισε τη 17.11.92 ως την κρίσιμη ημερομηνία για τη διενέργεια των προαγωγών και υπέβαλε τις συστάσεις του υπό το πρίσμα του νομικού και πραγματικού καθεστώτος που ίσχυε κατ' εκείνον το χρόνο. Η ίδια απόφαση υιοθετήθηκε και από το Συμβούλιο της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου.
Ο αιτητής και τα τρία ενδιαφερόμενα μέρη περιλήφθηκαν στον κατάλογο από ογδονταέξι υποψηφίους που το Συμβούλιο Προσωπικού έκρινε ότι κατείχαν τα προσόγτα για προαγωγή στις υπό πλήρωση θέσεις. Πρέπει να διευκρινισθεί ότι τα προσόντα για προαγωγή, διαφέρουν ανάλογα με την ημερομηνία που οι υποψήφιοι εντάχθηκαν στην υπηρεσία της Αρχής. Για τους προσληφθέντες πριν της 13.5.72, τυγχάνει εφαρμογής το σχέδιο υπηρεσίας που ήταν σε ισχύ πριν την ημερομηνία εκείνη. Η ισχύς του διαφυλάχθηκε από τον Κ.56(7)Β των περί Προσωπικού της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου Γενικοί Κανονισμοί του 1990 ("Οι Κανονισμοί"). Το σχέδιο υπηρεσίας καθιστά την κατοχή απολυτηρίου σχολής μέσης εκπαίδευσης πλεονέκτημα για προαγωγή και ανέλιξη στην υπηρεσία. Η προαγωγή και η ανέλιξη του προσωπικού που προσλήφθηκε μετά τις 13.5.72, διέπεται από τον Κ.8(1)Β(ε) των Κανονισμών. Στην περίπτωση αυτής της κατηγορίας του προσωπικού, προβλέπονται υψηλότερα προσόντα για προαγωγή, αφενός και, η κατοχή απολυτηρίου σχολής μέσης εκπαίδευσης δε συνιστά πλεονέκτημα, αφετέρου. Οι Κανονισμοί δεν κάμνουν οποιαδήποτε πρόνοια για τον παραλληλισμό των προσόντων που προβλέπονται από τα δυο σχέδια υπηρεσίας ούτε προσδιορίζουν κώδικα για την ανεύρεση κοινού παρονομαστή για τη σύγκριση των υποψηφίων με διαφορετικά προσόντα. Το θέμα αυτό είναι ακαδημαϊκής σημασίας σ' αυτή την υπόθεση γιατί τόσο ο αιτητής, όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν προσληφθεί πριν τη 13.5.72.
Το Συμβούλιο Προσωπικού, μετά από διαδοχικές επιλογές, περιόρισε τον κατάλογο των υποψηφίων, σε πρώτο στάδιο, σε εικοσιπέντε, μεταξύ των οποίων και ο αιτητής και, σε δεύτερο, σε έντεκα, από τον οποίο αποκλείστηκε ο αιτητής. Η αξιολόγηση έγινε βάσει των υπηρεσιακών στοιχείων των υποψηφίων, περιλαμβανομένων και των εκθέσεων αξιολόγησης για το έτος 1991. Όπως ρητά αναφέρεται στα πρακτικά του Συμβουλίου Προσωπικού, λήφθηκαν υπόψη όλα τα στοιχεία που ήταν στο φάκελο των υποψηφίων στις 17.11.92. Οι αξιολογήσεις των υποψηφίων για το 1992 δε λήφθηκαν υπόψη ούτε από το Συμβούλιο Προσωπικού ούτε μεταγενέστερα από το Συμβούλιο της Αρχής το οποίο προέβη στην επιλογή των έξι από τους έντεκα συστηθέντες από το Συμβούλιο Προσωπικού.
Η απόφαση για την προαγωγή των ενδιαφερόμενων μερών και των άλλων τριών διορισθέντων, λήφθηκε στις 21.9.93. Στις προαγωγές δόθηκε αναδρομική ισχύς από 1.10.92. Γιατί δόθηκε αναδρομική ισχύς στις αποφάσεις, δεν αιτιολογείται ούτε έχει καταδειχθεί λόγος που να δικαιολογεί την απόφαση αυτή. Μια πιθανότητα είναι, εισηγήθηκε ο δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση, ότι δόθηκε αναδρομική ισχύς στις προαγωγές επειδή η δημιουργία των θέσεων προβλέπεται στον Προϋπολογισμό του 1992. Πρόκειται για γεγονός που δεν παρείχε κανένα έρεισμα για την πρόσδοση αναδρομικής ισχύος στην απόφαση, υπόθεση η οποία και να αποδεικνυόταν δε θα μετέβαλλε την υπόσταση της απόφασης.
Ο αιτητής προσβάλλει τόσο την απόφαση για την προαγωγή των ενδιαφερόμενων μερών, όσο και την αναδρομικότητά της. Το πρώτο κατά λογική σειρά θέμα που πρέπει να εξεταστεί είναι η εγκυρότητα της απόφασης. Είναι η θέση του αιτητή ότι υπερείχε των ενδιαφερόμενων μερών με γνώμονα τα υπηρεσιακά τους στοιχεία. Εξέταση των στοιχείων του φακέλου δεν αποκαλύπτει οποιασδήποτε μορφής υπεροχή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως έκδηλη. Τα υπηρεσιακά στοιχεία των τεσσάρων υποψηφίων άφηναν ανοικτή τη δυνατότητα επιλογής των τριών ενδιαφερόμενων μερών μετά από την πρέπουσα αξιολόγηση.
Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο προσβάλλεται η απόφαση, αφορά τον προσδιορισμό της 17.11.92 ως του κρίσιμου χρόνου για την αξιολόγηση των υποψηφίων. Η απόφαση αυτή αποστέρησε το διορίζον σώμα της δυνατότητας συνεκτίμησης των υπηρεσιακών στοιχείων και κυρίως της απόδοσης των υποψηφίων κατά το χρόνο που προηγείτο άμεσα της διενέργειας των προαγωγών (21.9.93). Ο Κ.23(4) των Κανονισμών κάμνει πρόνοια για την ετήσια αξιολόγηση των μελών του προσωπικού της Αρχής με φύλλα ποιότητας, όπως χαρακτηρίζονται. Αποτελεί καθιερωμένη αρχή ότι ο κρίσιμος χρόνος για την κρίση των υπαλλήλων δημόσιας αρχής ή οργάνου για προαγωγή, είναι ο χρόνος κατά τον οποίο διενεργούνται οι προαγωγές [βλ. Δημοκρατία κ.ά. ν. Ανδρέου κ.ά. και Ανδρέου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 153 και Περικλέους ν. Δημοκρατίας (1984) 3 Α.Α.Δ. 577]. Ο λόγος της αρχής αυτής δεν είναι δύσκολο να αναζητηθεί· παρέχεται κατά την ημερομηνία που διενεργούνται οι προαγωγές πληρέστερη εικόνα για την επίδοση των υποψηφίων στην υπηρεσία και μέσα από αυτή την ενημέρωση καλύτερη δυνατότητα επιλογής των καταλληλότερων υποψηφίων. Η απόδοση των υποψηφίων κατά την περίοδο που προηγείται αμέσως του χρόνου κατά τον οποίο διενεργούνται οι προαγωγές, είναι εξ αντικειμένου ουσιώδες στοιχείο για την κρίση της συγκριτικής καταλληλότητάς τους για προαγωγή. Συνιστά τον πιο πρόσφατο δείκτη των ικανοτήτων, δεξιοτήτων, γνώσεων και προσήλωσης των υποψηφίων στην εκτέλεση των καθηκόντων τους. Ο αποκλεισμός των στοιχείων για την επίδοση των υποψηφίων το έτος 1992 απέκλεισε, στην απουσία αποχρώντος λόγου, ουσιώδες στοιχείο για την επιμέτρηση της αξίας τους. Ποια θα ήταν η κρίση του σώματος αν είχε ενώπιόν του τα φύλλα ποιότητας των υποψηφίων και για το έτος 1992, αποτελεί πιθανολόγηση. Η απουσία των υπηρεσιακών στοιχείων των υποψηφίων για το 1992 κατέστησε την έρευνα για τα προσόντα των υποψηφίων ατελή και αποστέρησε το σώμα από ουσιώδη στοιχεία για την κρίση των υποψηφίων. Η διαπίστωση αυτή καθιστά την απόφαση και για τα τρία ενδιαφερόμενα μέρη τρωτή και υποκείμενη σε ακύρωση.
Ο άλλος ουσιαστικός λόγος ο οποίος έχει προβληθεί για την ακύρωση της επίδικης απόφασης, αφορά ένα από τα τρία ενδιαφερόμενα μέρη, τον Γιαννάκη Ευαγγέλου. Αντίθετα με τον αιτητή, ο Γ. Ευαγγέλου δεν κατείχε δίπλωμα σχολής μέσης εκπαίδευσης το οποίο συνιστά, βάσει του σχεδίου υπηρεσίας που ίσχυε στις 13.5.72, πλεονέκτημα. Η επιλογή του Γ. Ευαγγέλου κατά προτίμηση του αιτητή, ο οποίος κατείχε το πλεονέκτημα, δεν αιτιολογείται. Σταθερή αρχή της νομολογίας είναι ότι η παράλειψη ειδικής αιτιολόγησης της επιλογής υποψηφίου που δεν κατέχει το πλεονέκτημα έναντι υποψηφίου ο οποίος το κατέχει, καθιστά την απόφαση πλημμελή γιατί δεν εξειδικεύει τους λόγους που αντισταθμίζουν το πλεονέκτημα που βάσει του σχεδίου υπηρεσίας παρέχει προβάδισμα στους κατόχους του [βλ. Γεωργίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1822, Χατζηγιάννη-Ιωσήφ κ.ά. ν. ΕΔΥ(1991) 3 Α.Α.Δ. 317 και Προδρόμου ν. ΚΟΤ (1993) 4 Α.Α.Δ. 758].
Είναι η θέση των καθ' ων η αίτηση ότι, δίπλωμα σχολής μέσης εκπαίδευσης υπαλλήλου έπαυσε να αποτελεί πλεονέκτημα με την εισαγωγή του Κ.8(1)Β(ε) ο οποίος προβλέπει, αφενός, υπέρτερα προσόντα από εκείνα που προβλέπονται με το σχέδιο υπηρεσίας που ισχύει βάσει του Κ.56(7)β και, αφετέρου, δεν προβλέπει πλεονέκτημα. Προς υποστήριξη της θέσης αυτής επικαλέσθηκαν την απόφαση Ιωαννίδης ν. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (1994) 4 Α.Α.Δ. 462), στην οποία υιοθετείται η θέση ότι το προβλεπόμενο από το σχέδιο υπηρεσίας που διαφυλάχθηκε με τον Κ.56(7)β πλεονέκτημα έπαυσε να ισχύει ενόψει των περιορισμών που τίθενται στην εφαρμογή του με τον Κ.8(1) των Κανονισμών. Όπως συνάγεται από την απόφαση του δικαστηρίου, εφόσον ο Κ.8(1) κάμνει πρόνοια για τα ελάχιστα προσόντα για προαγωγή, πρέπει να υποτεθεί ότι και το σχέδιο που ίσχυε πριν την 13.5.72 τηρείται σε ισχύ με τον ίδιο περιορισμό.
Ο Κ.8(1) προβλέπει:
"Τα ελάχιστα ειδικά προσόντα (τηρουμένων των προνοιών των μεταβατικών διατάξεων του Κανονισμού 56) του από της δημοσιεύσεως των παρόντων Κανονισμών προσλαμβανομένου ή προβιβαζομένου προσωπικού ορίζονται κατά κατηγορίαν και ειδικότητα ως ακολούθως: .............. ...................".
Ο Κ.8(1)Β(ε) προσδιορίζει τα ελάχιστα προσόντα για προαγωγή χωρίς να καθορίζει οποιοδήποτε πλεονέκτημα. Διατηρείται όμως η ισχύς των σχεδίων υπηρεσίας που ίσχυαν πριν τη 13.5.72 χωρίς κανένα περιορισμό ή επιφύλαξη για την εφαρμογή τους [Κ.8(1)]. Εξάλλου, ο Κ.56(7)Β διατηρεί σε ισχύ το προϋπάρχον σχέδιο υπηρεσίας χωρίς καμία τροποποίηση ή περιορισμό ως προς την εφαρμογή του. Τα προβλεπόμενα από τον Κ.8(1) προσόντα για προαγωγή ισχύουν σε κάθε περίπτωση υπαλλήλου της Αρχής ο οποίος προσλήφθηκε στην υπηρεσία μετά τη 13.5.72. Το ότι δε γίνεται πρόνοια για πλεονέκτημα, δεν αμβλύνει τις διατάξεις του προϋπάρχοντος σχεδίου υπηρεσίας ούτε τις καταργεί ως καθοριστικές των προσόντων για προαγωγή του προσωπικού που βρισκόταν στην υπηρεσία πριν την ημερομηνία εκείνη. Στην προκείμενη περίπτωση, τόσο ο αιτητής, όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη, ήταν στην υπηρεσία της Αρχής πριν τη 13.5.72 και το νομικό καθεστώς ανέλιξης τους είναι εκείνο που προβλέπεται από το σχέδιο υπηρεσίας που ίσχυε πριν τη 13.5.72. Η παράλειψη αιτιολόγησης της επιλογής του ενδιαφερόμενου μέρους Γ. Ευαγγέλου έναντι του αιτητή, ο οποίος κατείχε το πλεονέκτημα, συνιστά πρόσθετο λόγο για την ακύρωση του διορισμού του.
Ενόψει της κατάληξης ότι δικαιολογείται η ακύρωση της απόφασης για διορισμό και των τριών ενδιαφερόμενων μερών, δε θα επεκταθώ σε διερεύνηση της δυνατότητας προσβολής της αναδρομικότητας της πράξης, με αποκλειστικό έρεισμα το δυσμενή επηρεασμό προσώπου στην υπηρεσία της Αρχής. Σημειώνω μόνο ότι η προσέγγιση της νομολογίας δεν είναι ομοιόμορφη [βλ. Κολοκασίδου ν. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (1992) 4 Α.Α.Δ. 4801, Δημητρίου κ.ά. ν. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (1993) 4 Α.Α.Δ. 1196 και Σιαπιτής ν. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (1993) 4 Α.Α.Δ. 2616].
Καταλήγω ότι η απόφαση για το διορισμό και των τριών ενδιαφερόμενων μερών πρέπει να ακυρωθεί και ακυρώνεται στην ολότητά της, βάσει των διατάξεων του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.
Η προσφυγή επιτυγχάνει.
Δεν εκδίδεται διαταγή για έξοδα.
Η προσφυγή επιτυγχάνει χωρίς έξοδα.