ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1994) 4 ΑΑΔ 136
24 Ιανουαρίου, 1994
[ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ANAΦOPIKA ME TO APΘPO 146 TOY ΣYNTAΓMATOΣ
ΠΕΛΟΠΙΔΑΣ ΕΥΓΕΝΙΑΔΗΣ KAI AΛΛOI,
Aιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, MEΣΩ
YΠOYPΓOY EΣΩTEPIKΩN KAI AΛΛOY,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υποθέσεις Aρ. 99/92, 127/92, 209/92, 272/92)
Αστυνομική Δύναμη ― Προαγωγές ― Ειδικό έντυπο αξιολογήσεως ― Καν. 8(4) των περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμών του 1989, (Κ.Δ.Π. 52/89) ― Eγκυρότητά του εξετάστηκε στη Δημοκρατία κ.ά. v. Αντωνίου κ.ά..
Αστυνομική Δύναμη ― Προαγωγές ― Άρθρο 13(Α)(1) του περί Αστυνομίας Νόμου, Κεφ. 285 και τροποποιήσεις ― Ο Αρχηγός διορίζει και ο Υπουργός απλώς εγκρίνει ― Η έγκριση περιλαμβάνει και υιοθέτηση της αιτιολογίας.
Με τις προσφυγές αυτές, που συνεκδικάστηκαν, οι αιτητές ζήτησαν την ακύρωση της απόφασης του Αρχηγού της Αστυνομίας, για προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών στο βαθμό Υπαστυνόμου στην Αστυνομική Δύναμη Κύπρου.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας της προσφυγές, αποφάσισε ότι:
1. Ο Κανονισμός 8(4) των Περί Aστυνομίας (Προαγωγές) Kανονισμών του 1989 (KΔΠ 52/89) προνοεί ότι το Συμβούλιο "αξιολογεί και βαθμολογεί κάθε υποψήφιο σε ειδικό έντυπο που καθορίζεται από τον Αρχηγό και εγκρίνεται από τον Υπουργό".
Η εγκυρότητα του ειδικού εντύπου, σχετικά με το περιεχόμενό του, τα κριτήρια που περιλαμβάνει και τον καταμερισμό της βαθμολογίας αποτέλεσε αντικείμενο εξέτασης από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Κυπριακή Δημοκρατία και Αλλοι v. Ιωσήφ Αντωνίου και Άλλων. Το Δικαστήριο αποφάσισε ότι το έντυπο ήταν έγκυρο, σύμφωνο με τους Κανονισμούς και η αξιολόγηση και βαθμολόγηση κάθε υποψηφίου από το Συμβούλιο δεν ήταν αντίθετη με το πλαίσιο που θέτουν οι Κανονισμοί.
2. Οι προαγωγές, σύμφωνα με το Αρθρο 13Α(1) του περί Αστυνομίας Νόμου, (Κεφ. 285, Νόμοι Αρ. 26/59, 19/60, 21/64, 29/66, 59/66, 53/68, 43/72, 78/86, 18/87, 69/87, 248/88, 27/89, 227/89, 42/90, 99/90, 192/91), (ο "Νόμος"), γίνονται από τον Αρχηγό "τη εγκρίσει του Υπουργού". Ο Αρχηγός διορίζει και ο Υπουργός απλά εγκρίνει.
Στην παρούσα περίπτωση, η έγκριση από τον Υπουργό σημαίνει υιοθέτηση της απόφασης του Αρχηγού, περιλαμβανομένης της αιτιολογίας της.
3. Από τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία στο σύνολό τους, είναι σαφές ότι έγινε η δέουσα έρευνα, ακολουθήθηκαν ο Νόμος και οι Κανονισμοί για τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, η οποία περιέχει αιτιολογία που συμπληρώνεται από τα στοιχεία των φακέλων. Οι αιτητές δεν έχουν έκδηλη υπεροχή έναντι οποιουδήποτε ενδιαφερόμενου μέρους.
Η αξιολόγηση και τελική απόφαση για την επιλογή των καταλληλοτέρων είναι έργο του διοικητικού οργάνου και όχι του Δικαστηρίου. Το Δικαστήριο ασκεί μόνο ακυρωτικό έλεγχο της νομιμότητας της πράξης που προσβάλλεται.
Το Δικαστήριο εξέτασε με προσοχή όλα τα ενώπιόν του στοιχεία και κατέληξε να μην επέμβει στην προσβαλλόμενη απόφαση, η οποία ήταν εύλογα επιτρεπτή στο αρμόδιο Διοικητικό Όργανο.
Oι προσφυγές απορρίπτονται χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Δημοκρατία κ.ά v. Αντωνίου κ.ά. (1993) 3 A.A.Δ. 325,
Μιλτιάδους κ.ά. v. Δημοκρατίας (1989) 3 A.A.Δ. 1318,
Χαραλάμπους v. Δημοκρατίας (1990) 3 A.A.Δ. 759,
Απέητος κ.ά. v. Δημοκρατίας (1991) 3 A.A.Δ. 64,
Στυλιανού v. Δημοκρατίας (1992) 4 A.A.Δ. 2556.
Προσφυγές.
Προσφυγές εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία προάχθηκαν τα ενδιαφερόμενα μέρη στο βαθμό Υπαστυνόμου στην Αστυνομική Δύναμη Κύπρου.
Α. Παπαχαραλάμπους, για τους Aιτητές στις Υποθέσεις Αρ. 99/92 & 127/92.
Λ. Παπαφιλίππου, για τον Aιτητή στην Υπόθεση Αρ. 209/92.
Μυλωνάς, για τον Aιτητή στην Υπόθεση Αρ. 272/92.
Μ. Ευαγγέλου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Kαθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΣTYΛIANIΔHΣ, Δ.: Με τις προσφυγές αυτές, που συνεκδικάστηκαν, οι αιτητές ζητούν την ακύρωση της απόφασης του Αρχηγού της Αστυνομίας, (ο "Αρχηγός"), για προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών στο βαθμό Υπαστυνόμου στην Αστυνομική Δύναμη Κύπρου, από 1η Ιανουαρίου, 1992, που εγκρίθηκε από τον Υπουργό Εσωτερικών, (ο "Υπουργός"), και δημοσιεύτηκε στις Εβδομαδιαίες Διαταγές - εσωτερικό περιοδικό που κυκλοφορεί σε όλα τα μέλη της Αστυνομικής Δύναμης - Τόμος ΧΧΧΙΙΙ, Αύξοντας Αρ. 1, ημερομηνίας 7 Ιανουαρίου, 1992, σελ. 2 και 3.
Οι Προσφυγές Αρ. 99/92 και 127/92 στρέφονται εναντίον της προαγωγής και των 25 ενδιαφερομένων μερών. Η Προσφυγή Αρ. 209/92 προσβάλλει την προαγωγή δέκα ενδιαφερομένων μερών και η Προσφυγή Αρ. 272/92 ζητά την ακύρωση της προαγωγής μόνο δύο ενδιαφερομένων μερών. Ο αιτητής στην προσφυγή αυτή ζητούσε την ακύρωση και της προαγωγής του Θ. Ππαλά, από Αναπληρωτή Υπαστυνόμο σε Υπαστυνόμο, με βάση την κατ' εξαίρεση διαδικασία που προβλέπεται στον Κανονισμό 9(β) των περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμών του 1989, που δημοσιεύτηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, Αρ. 2388, ημερομηνίας 3 Μαρτίου, 1989, Παράρτημα Τρίτο, Μέρος Ι, Τόμος Ι, Κ.Δ.Π. 52/89, σελ. 179, (οι "Κανονισμοί").
Η προσφυγή εναντίον της προαγωγής του Θ. Ππαλά αποσύρθηκε, γιατί η προαγωγή του είχε ακυρωθεί σε άλλη προσφυγή. Τα γεγονότα έχουν:-
Στις 21 Ιανουαρίου, 1991, ο Υπουργός, μετά από διαβουλεύσεις με τον Αρχηγό, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Κανονισμού 5, διόρισε Επιτροπή Αξιολόγησης, (η "Επιτροπή"), για να προβεί στην αξιολόγηση όλων των υποψηφίων για προαγωγή στους βαθμούς του Λοχία, Υπαστυνόμου και Ανώτερου Υπαστυνόμου.
Στις 4 Απριλίου, 1991, ο Υπουργός, πάλιν μετά από διαβουλεύσεις με τον Αρχηγό, διόρισε το Συμβούλιο Κρίσεως, (το "Συμβούλιο"), σύμφωνα με τις πρόνοιες του Κανονισμού 7, για κρίση όλων των υποψηφίων για προαγωγή στους ίδιους βαθμούς.
Η Επιτροπή διεξήλθε και μελέτησε τους Προσωπικούς Φακέλους όλων των υποψηφίων για προαγωγή, καθώς και τα Ατομικά Δελτία τους και τους αξιολόγησε με βάση τα προσόντα που αναφέρονται στους Κανονισμούς 3 και 6(2).
Η Επιτροπή, κατά τη σύνταξη της Έκθεσης Αξιολόγησης, συμβουλευόταν τον υπεύθυνο Αξιωματικό πόλεως ή υπαίθρου ή Κλάδου, ανάλογα με την περίπτωση, που υπηρετούσε ο αξιολογούμενος υποψήφιος - (επιφύλαξη Κανονισμού 6(2)).
Η Επιτροπή, μετά τη σύνταξη της Έκθεσής της, παρέδωσε τα Έντυπα Αξιολόγησης στους Αστυνομικούς Διευθυντές ή Διοικητές Μονάδων των αξιολογουμένων, οι οποίοι τα υπέβαλαν στον Πρόεδρο του Συμβουλίου, αφού ετοίμασαν κατάλογο των υποψηφίων κατά αλφαβητική σειρά - (Κανονισμός 6(3)).
Το Συμβούλιο κάλεσε ενώπιόν του όλους τους υποψηφίους για προαγωγή και προέβη σε προσωπική συνέντευξη πάνω σε θέματα αστυνομικής πρακτικής και γενικών γνώσεων για επίκαιρα διεθνή γεγονότα και γεγονότα που αφορούν την Κύπρο.
Κατά τις συνεντεύξεις παρευρίσκετο και ο Αστυνομικός Διευθυντής ή Διοικητής Μονάδας του υποψηφίου ως παρατηρητής - (Κανονισμός 8(3)). Η αξιολόγηση του Συμβουλίου, αναφορικά με την επίδοση κάθε υποψηφίου, καταγράφτηκε στο ειδικό έντυπο.
Το Συμβούλιο, στη συνέχεια, αφού μελέτησε το περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων, τα Ατομικά Δελτία, τις Εκθέσεις της Επιτροπής και τα αποτελέσματα των προσωπικών συνεντεύξεων, αξιολόγησε και βαθμολόγησε τους υποψηφίους πάνω στο ειδικό έντυπο.
Το Συμβούλιο κατάρτισε Πίνακα με αλφαβητική σειρά όλων όσων συνέστησε για προαγωγή στο βαθμό του Υπαστυνόμου, ο αριθμός των οποίων ήταν διπλάσιος των κενών θέσεων, και τον υπέβαλε στον Αρχηγό - (Κανονισμός 8(4)(5) και (6)).
Ο Αρχηγός, αφού έλαβε υπόψη του όλα τα στοιχεία που αναφέρονται στα σχετικά έντυπα και στον Προσωπικό Φάκελο (Καρτέλα) κάθε υποψηφίου, συνεκτίμησε και αξιολόγησε όλα αυτά στο σύνολό τους, με κριτήριο την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα, πάντοτε μέσα στο πνεύμα και το γράμμα του Κανονισμού 3, και έκρινε τα 25 ενδιαφερόμενα μέρη καταλληλότερα για προαγωγή.
Στις 28 Δεκεμβρίου, 1991, ο Αρχηγός με επιστολή, Αρ. Φακ. Ε/16.7, κοινοποίησε στον Υπουργό την πρόθεσή του να προάξει τα ενδιαφερόμενα μέρη ως τα καταλληλότερα στη θέση του βαθμού του Υπαστυνόμου και ζήτησε την κατά Νόμο έγκρισή του. Επισύναψε όλα τα σχετικά έγγραφα για κάθε υποψήφιο.
Στις 31 Δεκεμβρίου, 1991, ο Υπουργός, με σχετικό σημείωμά του, όπως φαίνεται στο Παράρτημα Ε, ενέκρινε τις προαγωγές που πρότεινε ο Αρχηγός από 1η Ιανουαρίου, 1992.
Οι προαγωγές δημοσιεύτηκαν, όπως έχει προαναφερθεί, στις Εβδομαδιαίες Διαταγές.
Οι λόγοι ακυρώσεως που προβλήθηκαν είναι:-
1. Παραβίαση ουσιώδους τύπου, με την έννοια ότι το ειδικό έντυπο πάνω στο οποίο το Συμβούλιο αξιολόγησε και βαθμολόγησε τους υποψηφίους δεν εγκρίθηκε από τον Υπουργό και, ως εκ τούτου, ήταν άκυρο.
2. Το Έντυπο Αξιολόγησης δεν είναι σύμφωνο με τους Κανονισμούς και θέτει κριτήρια άλλα από τα προνοούμενα στους Κανονισμούς για την αξιολόγηση των υποψηφίων. Η Επιτροπή και το Συμβούλιο έλαβαν υπόψη τους κριτήρια επιλογής και/ή αξιολόγησης έξω από τους Κανονισμούς και κατά παράβαση αυτών. Τα εξωγενή κριτήρια είναι: "νοημοσύνη, κρίση και ευθυκρισία" και "διοικητικά προσόντα".
3. Έλλειψη δέουσας έρευνας από τον Αρχηγό και τον Υπουργό, ειδικότερα αναφορικά με τη συνολική βαθμολογία των υποψηφίων στα ειδικά έντυπα.
4. Η έγκριση του Υπουργού στην προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών είναι αναιτιολόγητη.
5. Οι αιτητές στις Προσφυγές Αρ. 99/92 και 209/92 υπερείχαν έναντι ορισμένων ενδιαφερομένων μερών και είχαν καλύτερες βαθμολογίες, τόσο στις Ατομικές Αναφορές, όσο και στις Εμπιστευτικές Ατομικές Αναφορές/Εκθέσεις τους.
6. Ο αιτητής στην Προσφυγή Αρ. 127/92 πρόβαλε ότι η Επιτροπή αξιολόγησε το ενδιαφερόμενο μέρος Νικόλα Παναγιώτου χωρίς να τηρήσει τις πρόνοιες του Κανονισμού 6(2), δηλαδή, δε συμβουλεύτηκε τον υπεύθυνο Αξιωματικό.
7. Ο αιτητής στην Προσφυγή Αρ. 272/92 πρόβαλε ότι η αξιολόγησή του από την Επιτροπή ήταν αυθαίρετη, αντίθετη με το περιεχόμενο των Φακέλων, έγινε χωρίς να ακουστεί και να ενημερωθεί ο ίδιος και η βαθμολογία του Συμβουλίου είναι αντίθετη με τα αντικειμενικά στοιχεία του Φακέλου του.
Ο Κανονισμός 8(4) προνοεί ότι το Συμβούλιο "αξιολογεί και βαθμολογεί κάθε υποψήφιο σε ειδικό έντυπο που καθορίζεται από τον Αρχηγό και εγκρίνεται από τον Υπουργό".
Από τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία - (βλ. Τεκμήριο Α στη γραπτή αγόρευση του δικηγόρου των καθ' ων η αίτηση) - είναι φανερό ότι το έντυπο καθορίστηκε από τον Αρχηγό και στις 21 Οκτωβρίου, 1989, εγκρίθηκε από τον Υπουργό και, ως εκ τούτου, ο πρώτος λόγος ακυρώσεως δεν ευσταθεί.
Η εγκυρότητα του ειδικού εντύπου, σχετικά με το περιεχόμενό του, τα κριτήρια που περιλαμβάνει και τον καταμερισμό της βαθμολογίας, αποτέλεσε αντικείμενο εξέτασης από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Κυπριακή Δημοκρατία και Άλλοι ν. Ιωσήφ Αντωνίου και Άλλων (1993) 3 A.A.Δ. 325). Το Δικαστήριο αποφάσισε ότι το έντυπο ήταν έγκυρο, σύμφωνο με τους Κανονισμούς και η αξιολόγηση και βαθμολόγηση κάθε υποψηφίου από το Συμβούλιο δεν ήταν αντίθετη με το πλαίσιο που θέτουν οι Κανονισμοί - (βλ. σελ. 336-342 της Απόφασης).
Ο αιτητής στην Προσφυγή Αρ. 209/92 ισχυρίστηκε ότι, στην Έκθεση Αξιολόγησης του Υποψηφίου - ΜΕΡΟΣ ΙΙ - τέθηκαν παράτυπα και αντίθετα με τους Κανονισμούς τα κριτήρια: "διοικητικά προσόντα", "νοημοσύνη, κρίση και ευθυκρισία". Επίσης, το Συμβούλιο εξέτασε και βαθμολόγησε στο ειδικό έντυπο παράγοντες άσχετους με τους προβλεπόμενους στους Κανονισμούς - ("ικανότητα εκφράσεως", "αυτοπεποίθηση/ αυτοέλεγχος", "εμφάνιση").
Το ζήτημα που εγείρεται αποφασίστηκε στην υπόθεση Κυπριακή Δημοκρατία και Άλλοι ν. Ιωσήφ Αντωνίου και Άλλων, (ανωτέρω). Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου αποφάσισε ότι δεν υπάρχει δυσαρμονία μεταξύ των Κανονισμών και των πιο πάνω εντύπων.
Αναφορικά με το ειδικό έντυπο που χρησιμοποιήθηκε από το Συμβούλιο, η Ολομέλεια είπε:-
"Τα στοιχεία (β), (γ) και (δ) του Μέρους Ι είναι κριτήρια σε μια οποιαδήποτε συνέντευξη, ειδικά δε όταν πρόκειται για μέλη της Αστυνομικής Δύναμης. Κανένα από τα στοιχεία του Μέρους Ι δεν είναι εξωγενές ή έξω από το πλαίσιο των Κανονισμών."
Το Δικαστήριο επαναλαμβάνει το ίδιο για τον ισχυρισμό που προβλήθηκε αναφορικά με το προσβαλλόμενο Μέρος ΙΙ της Έκθεσης Αξιολόγησης από την Επιτροπή.
Η επιστολή του Αρχηγού προς τον Υπουργό, ημερομηνίας 28 Δεκεμβρίου, 1991, αναφέρεται σε όλα τα σχετιζόμενα με τους υποψηφίους έγγραφα και προσθέτει:-
"3. Αφού έλαβα υπόψη μου όλα τα στοιχεία που αναφέρονται στα σχετικά έντυπα και στον Προσωπικό Φάκελο-ατομικό δελτίο κάθε υποψηφίου, τα οποία συναποστέλλονται, αξιολόγησα και συνεκτίμησα όλα αυτά στο σύνολό τους, με κριτήρια την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα, πάντοτε μέσα στο πνεύμα και το γράμμα του Κανονισμού 3. Με βάση την αξιολόγηση αυτή έκρινα ότι οι παρακάτω υπερέχουν των άλλων υποψηφίων και σύμφωνα με τις εξουσίες που μου παρέχει το εδάφιο (1) του άρθρου 13Α του περί Αστυνομίας Νόμου Κεφ. 285, προτίθεμαι να τους προάξω στο βαθμό του Υπαστυνόμου αφού έχω την έγκριση σας, σύμφωνα με το ίδιο άρθρο."
Οι Προσωπικοί Φάκελοι και όλα τα στοιχεία για τον κάθε ένα υποψήφιο ήταν ενώπιον του Αρχηγού, ο οποίος, αφού τα διεξήλθε, ετοίμασε τον κατάλογο των υποψηφίων που προτίθετο να προάξει - την απόφαση προαγωγής των ενδιαφερομένων μερών που υπέβαλε για έγκριση στον Υπουργό. Όλα τα στοιχεία ήταν ενώπιον του Υπουργού. Ο Υπουργός, με βάση το τεκμήριο της κανονικότητας της διαδικασίας, στην απουσία μαρτυρίας ή ένδειξης για το αντίθετο, μελέτησε τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιόν του, που ήταν ικανοποιητικά ή/και επαρκή για το σκοπό της άσκησης της διακριτικής εξουσίας της έγκρισης, και έδωσε την αναγκαία έγκριση - (βλ., μεταξύ άλλων, Κλέαρχος Μιλτιάδους και Άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1989) 3 A.A.Δ. 1318· Γιαννάκης Χαραλάμπους ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1990) 3 A.A.Δ. 759· Ανδρέας Απέητος και Άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1991) 3 A.A.Δ. 64· και Στέλιος Στυλιανού ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1992) 4 A.A.Δ. 2556).
Οι προαγωγές, σύμφωνα με το Άρθρο 13Α(1) του περί Αστυνομίας Νόμου, (Κεφ. 285, Νόμοι Αρ. 26/59, 19/60, 21/64, 29/66, 59/66, 53/68, 43/72, 78/86, 18/87, 69/87, 248/88, 27/89, 227/89, 42/90, 99/90, 192/91), (ο "Νόμος"), γίνονται από τον Αρχηγό "τη εγκρίσει του Υπουργού". Ο Αρχηγός διορίζει και ο Υπουργός απλά εγκρίνει.
Στην παρούσα περίπτωση, η έγκριση από τον Υπουργό σημαίνει υιοθεσία της απόφασης του Αρχηγού, περιλαμβανομένης της αιτιολογίας της.
Ο αιτητής στην Προσφυγή Αρ. 209/92, ισχυρίστηκε ότι υπερέχει σε αρχαιότητα του ενδιαφερόμενου μέρους Λεωνίδα Μιχαήλ.
Ο Κανονισμός 3(2) προβλέπει σχετικά με την αρχαιότητα:-
"(2) Η αρχαιότητα θα λαμβάνεται υπόψη, αλλά δεν θα αφήνεται να ρυθμίζει την προαγωγή· μεγαλύτερη σπουδαιότητα θα προσδίδεται στην αξία και τα προσόντα."
Από την εξέταση των επισυνημμένων εγγράφων στην ένσταση, φανερώνεται ότι το ενδιαφερόμενο μέρος Μιχαήλ έχει συγκεντρώσει μεγαλύτερη συνολικά βαθμολογία, μετά από την αξιολόγηση του Συμβουλίου και της Επιτροπής, από τον αιτητή - (84,25 και 80,5 μονάδες, αντίστοιχα).
Στους Προσωπικούς Φακέλους των υποψηφίων περιέχονται με λεπτομέρειες τα προσόντα τους, η υπηρεσιακή κατάστασή τους, η ημερομηνία πρόσληψης στη Δύναμη, η ημερομηνία προαγωγής στον προηγούμενο βαθμό, οι Κλάδοι της Αστυνομίας και οι τόποι όπου υπηρέτησε ο κάθε υποψήφιος και ηθικές και υλικές αμοιβές τους. Τα στοιχεία αυτά συνοψίζονται σε δελτίο το οποίο ονομάζεται "Ατομική Καρτέλα" και παρέχει πρόσθετη πηγή πληροφοριών για την υπηρεσία των υποψηφίων.
Ισχυρισμό για υπεροχή έναντι ορισμένων ενδιαφερομένων μερών πρόβαλε και ο αιτητής στην Προσφυγή Αρ. 99/92.
Όλα τα στοιχεία ήταν ενώπιον, τόσον του Συμβουλίου, όσον και του Αρχηγού και του Υπουργού. Λήφθηκαν υπόψη, συνεκτιμήθηκαν και αξιολογήθηκαν.
Ο ισχυρισμός του αιτητή στην Προσφυγή Αρ. 127/92 ότι, στην περίπτωση του ενδιαφερόμενου μέρους Νικόλα Ι. Παναγιώτου, η Επιτροπή δεν συμβουλεύτηκε τον υπεύθυνο Αξιωματικό, κατά παράβαση της πρόνοιας του Κανονισμού 6(2), δεν ευσταθεί.
Η πρώτη επιφύλαξη του Κανονισμού 6(2) προβλέπει:-
"Νοείται ότι κατά τη σύνταξη της έκθεσης αξιολόγησης η Επιτροπή Αξιολόγησης θα συμβουλεύεται τον υπεύθυνο Αξιωματικό πόλεως ή τον υπεύθυνο Αξιωματικό υπαίθρου ή τον υπεύθυνο Αξιωματικό του Κλάδου, ανάλογα με την περίπτωση, που υπηρετεί ο αξιολογούμενος υποψήφιος:"
Κατά τον ουσιώδη χρόνο, ο Παναγιώτου απασχολείτο στη συνοδεία του Προέδρου της Δημοκρατίας. Προϊστάμενός του ήταν ο κ. Σαλάτας, τον οποίο η Επιτροπή συμβουλεύτηκε.
Ο ισχυρισμός του αιτητή στην Προσφυγή Αρ. 272/92 ότι η Επιτροπή τον αξιολόγησε χωρίς να ακουστεί και να ενημερωθεί δεν έχει νομικό έρεισμα.
Η δεύτερη επιφύλαξη του Κανονισμού 6(2) προβλέπει:-
"Νοείται περαιτέρω ότι η Επιτροπή Αξιολόγησης οφείλει να καλεί, να ενημερώνει και ακούει τους μη συνιστώμενους υποψηφίους."
Ο αιτητής αυτός συστήθηκε από την Επιτροπή και γι' αυτό αξιολογήθηκε και βαθμολογήθηκε από το Συμβούλιο.
Η αξιολόγηση του αιτητή αυτού δεν ήταν αυθαίρετη. Ακολουθήθηκαν ο Νόμος και οι Κανονισμοί. Όλα τα στοιχεία και όλα τα έγγραφα, στα οποία έχει γίνει αναφορά πιο πάνω, ήταν ενώπιον της Επιτροπής, η οποία στην Έκθεσή της σύστησε, μεταξύ άλλων, και τον αιτητή αυτό. Η συνολική βαθμολογία του αιτητή από την αξιολόγηση της Επιτροπής και του Συμβουλίου ήταν μόνο 81 μονάδες, ενώ τα ενδιαφερόμενα μέρη Λουκάς και Παναγιώτου πέτυχαν 88 και 84,5 μονάδες, αντίστοιχα. Οι απόψεις του υπεύθυνου Αξιωματικού λήφθηκαν υπόψη κατά την αξιολόγηση του αιτητή. Τούτο διαπιστώνεται από τη σελ. 3 της Έκθεσης Αξιολόγησης, κάτω από τον τίτλο "Πρακτικό Επιτροπής", όπου αναγράφεται:-
"Η Επιτροπή Αξιολόγησης αξιολόγησε τον υποψήφιο αφού διεξήλθε και μελέτησε τον προσωπικό φάκελο και το ατομικό του δελτίο και συμβουλεύτηκε τον Υπαστ. Θεόδωρο Θεοδωρίδη, Υπεύθυνο Αξιωματικό Πόλεως/Υπαίθρου/Κλάδου, όπου αυτός υπηρετεί. Υ.Α. & Μ. Λ/σίας."
Από τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία στο σύνολό τους, είναι καθαρό ότι έγινε η δέουσα έρευνα, ακολουθήθηκαν ο Νόμος και οι Κανονισμοί για τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, η οποία περιέχει αιτιολογία που συμπληρώνεται από τα στοιχεία των Φακέλων. Οι αιτητές δεν έχουν έκδηλη υπεροχή έναντι οποιουδήποτε ενδιαφερόμενου μέρους.
Η αξιολόγηση και τελική απόφαση για την επιλογή των καταλληλοτέρων είναι έργο του διοικητικού οργάνου και όχι του Δικαστηρίου. Το Δικαστήριο ασκεί μόνο ακυρωτικό έλεγχο της νομιμότητας της πράξης που προσβάλλεται.
Το Δικαστήριο εξέτασε με προσοχή όλα τα ενώπιόν του στοιχεία και κατέληξε να μην επέμβει στην προσβαλλόμενη απόφαση, η οποία ήταν εύλογα επιτρεπτή στο αρμόδιο Διοικητικό Όργανο.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, οι προσφυγές απορρίπτονται.
Καμιά διαταγή για έξοδα.
Oι προσφυγές απορρίπτονται χωρίς έξοδα.