ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1993) 4 ΑΑΔ 2805
3 Δεκεμβρίου, 1993
[ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, Δ/στής]
ANAΦOPIKA ME TO APΘPO 146 TOY ΣYNTAΓMATOΣ
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΦΕΛΛΑΣ KAI AΛΛOΣ,
Αιτητές,
v.
ΑΡΧΗΣ ΛΙΜΕΝΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 486/91 και 528/91)
Ακυρωτική Απόφαση — Αρχή της επανεξέτασης — Επανεξέταση ανάγεται στο νομοθετικό και πραγματικό καθεστώς του ουσιώδους χρόνου — Επανεξέταση μετά από ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, λόγω κακής συγκρότησης του Διοικητικού Συμβουλίου — Τεκμαίρεται ότι οι εντυπώσεις από τις συνεντεύξεις που είχαν διενεργηθεί από το παράνομα συγκροτημένο Συμβούλιο, δε λήφθηκαν υπόψη, εφόσον η γνωμάτευση των νομικών συμβούλων γι' αυτό το θέμα ήταν ενώπιον του Συμβουλίου, πριν τη λήψη της απόφασης.
Διοικητικό Όργανο — Συγκρότηση — Απλή παρουσία υπηρεσιακών παραγόντων σε συνεδρίαση, προς διευκόλυνση του Συλλογικού Οργάνου, χωρίς συμμετοχή στη λήψη της απόφασης — Δεν καθιστά την απόφαση άκυρη.
Σχέδια Υπηρεσίας — Ερμηνεία και εφαρμογή τους ανάγονται στη διακριτική ευχέρεια του διορίζοντος οργάνου — Το δικαστήριο επεμβαίνει, μόνο αν η ερμηνεία και εφαρμογή δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή.
Αρχή Λιμένων — Υπαλληλοι — Διορισμοί — Προκατάληψη — Δεν τεκμηριώνεται με υποκειμενικές εντυπώσεις, αλλά με συγκεκριμένα γεγονότα.
Οι αιτητές προσέβαλαν με τις προσφυγές τους την απόφαση των καθ' ων η αίτηση με την οποία διορίστηκε το ενδιαφερόμενο μέρος, αντί οι ίδιοι, στη θέση του Οικονομικού Διευθυντή. Η απόφαση αφορούσε επανεξέταση της υπόθεσης μετά από ακύρωση της αρχικής απόφασης λόγω παράνομης σύνθεσης του Συμβουλίου που την εξέδωσε.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίπτοντας τις προσφυγές, αποφάσισε ότι:
1. Το Δικαστήριο δεν συμφωνεί με τους ισχυρισμούς των αιτητών, ότι η Αρχή έλαβε υπόψη τις εντυπώσεις από τις προφορικές συνεντεύξεις που διενεργήθηκε κατά τον πρώτο διορισμό. Η γνωμάτευση των δικηγόρων της Αρχής πάνω στο θέμα είναι σαφής και συγκεκριμένη και, όπως ρητά αναφέρεται στο σχετικό απόσπασμα των πρακτικών, αυτή μελετήθηκε από το Διοικητικό Συμβούλιο προτού ληφθεί η επίδικη απόφαση. Οι ισχυρισμοί που προβλήθηκαν από τους αιτητές δεν μπορούν να ανατρέψουν το τεκμήριο της κανονικότητας, σύμφωνα με το οποίο εφόσον η γνωμάτευση ήταν ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου, τεκμαίρεται ότι λήφθηκε υπόψη.
2. Ο επόμενος λόγος για ακύρωση που προβλήθηκε από τους αιτητές είναι ότι στη συνεδρίαση της 24.4.91 παρευρέθηκαν και πρόσωπα άλλα από τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής, και συγκεκριμένα ο Γενικός Διευθυντής και ο Γραμματέας και ότι η παρουσία τους καθιστά άκυρη τη ληφθείσα απόφαση.
Αναφορικά με την παρουσία του Γενικού Διευθυντή στη συνεδρία της 29.4.91, παρατηρείται ότι σύμφωνα με το Άρθρο 18(3) του Περί Οργανισμού Λιμένων Κύπρου Νόμου του 1973 (Ν.38/73) όπως αυτός τροποποιήθηκε, ο Γενικός Διευθυντής έχει δικαίωμα να παρακάθεται σε όλες τις συνεδρίες της Αρχής, εκτός σε εκείνες κατά τις οποίες συζητείται θέμα που αφορά αυτόν προσωπικά. Δικαιούται επίσης να παίρνει αντίγραφα των πρακτικών των συνεδριάσεων του Συμβουλίου.
Αναφορικά με το Γραμματέα του Συμβουλίου οι καθ' ων η αίτηση υποστήριξαν ότι η παρουσία του στη συνεδρία ήταν επιβεβλημένη για την τήρηση των πρακτικών και ότι έχει διοριστεί από το Διοικητικό Συμβούλιο για το σκοπό αυτό. Εδώ θα πρέπει να ειπωθεί ότι δεν έγινε ισχυρισμός ή να παρουσιάσθηκε οποιαδήποτε μαρτυρία που να οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο Γενικός Διευθυντής και ο Γραμματέας έλαβαν μέρος στη λήψη της επίδικης απόφασης.
Η απλή παρουσία υπηρεσιακών παραγόντων σε συνεδρίαση προς διευκόλυνση ενός συλλογικού οργάνου για παρουσίαση των φακέλων ή τήρηση των πρακτικών χωρίς όμως ενεργό συμμετοχή στη λήψη της απόφασης, δεν καθιστά την απόφαση του οργάνου αυτού άκυρη.
3. Με βάση όλα τα στοιχεία που ήταν ενώπιον των καθ' ων η αίτηση, η απόφασή τους ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε το επιπρόσθετο προσόν, ήταν λογικά επιτρεπτή. Όπως έχει κατ' επανάληψη νομολογηθεί η ερμηνεία και εφαρμογή των Σχεδίων Υπηρεσίας ανάγονται στη διακριτική ευχέρεια του διορίζοντος οργάνου. Το δικαστήριο επεμβαίνει μόνο αν η ερμηνεία και εφαρμογή δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή. Το ίδιο ισχύει και για το πρόσθετο προσόν της κατοχής της γαλλικής γλώσσας. Από τα σχετικά πιστοποιητικά που επισυνάφθηκαν στην αίτηση του ενδιαφερόμενου μέρους, προκύπτει ότι η εκτίμηση του διορίζοντος οργάνου ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε και αυτό το προσόν ήταν δικαιολογημένη. Εξάλλου όπως φαίνεται και από τη διατύπωση της παρ. 4(στ) του Σχεδίου Υπηρεσίας, τα προσόντα που καθορίζονται ως επιπρόσθετα, αναφέρονται διαζευκτικά και δεν είναι αναγκαία η κατοχή και των δύο επιπρόσθετων προσόντων. Εν πάση όμως περιπτώσει θεωρείται ότι η απόφαση της Αρχής ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ήταν κάτοχος και των δύο πρόσθετων προσόντων ήταν λογικά εφικτή.
4. Κάτω από τις περιστάσεις και με βάση όλα τα στοιχεία που είχε ενώπιόν της η Αρχή όσον αφορά την πείρα, καθήκοντα και ευθύνες του ενδιαφερόμενου μέρους στην προηγούμενη υπηρεσία του, κρίνεται ότι η αναφορά στην αίτησή του ότι κατείχε τη θέση Ανωτάτου Λειτουργού Προγραμματισμού από το 1976, αντί από το 1984, δεν επηρέασε ουσιωδώς στην κρίση των καθ' ων ώστε να επιφέρει πλάνη αναφορικά με τα προσόντα του.
5. Aκόμα και αν γίνει δεχτός ο ισχυρισμός αναφορικά με τη απαίτηση για ευρεία πείρα στη λογιστική γενικά και όχι πείρα στη λογιστική σε θέματα που αφορούν την Αρχή, παρατηρείται ότι η απαίτηση για ευρεία λογιστική πείρα, διατυπώνεται διαζευκτικά από την απαίτηση για ευρεία πείρα στα οικονομικά και που όπως ρητά αναφέρεται στο σχετικό απόσπασμα των πρακτικών, θεωρήθηκε ότι κατέχει το ενδαφερόμενο μέρος. Ούτε η αναφορά στις "εκτεταμένες γνώσεις" στα οικονομικά του, ενδιαφερόμενου μέρους μπορεί να θεωρηθεί ότι υποδηλώνει οποιαδήποτε μορφή πλάνης εκ μέρους των καθ' ων. Οι "εκτεταμένες γνώσεις" αναφέρονται ως επιπρόσθετο της "ευρείας πείρας στα οικονομικά", που κρίθηκε ότι κατέχει το ενδιαφερόμενο μέρος.
6. Η προκατάληψη δεν τεκμηριώνεται με τις υποκειμενικές εντυπώσεις του αξιολογουμένου, αλλά με συγκεκριμένα γεγονότα που προσδίδουν αντικειμενική υπόσταση στους ισχυρισμούς για μεροληπτική προδιάθεση.
7. Από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου κρίνεται ότι η επίδικη απόφαση ήταν επαρκώς αιτιολογημένη, ιδίως όταν ληφθούν υπόψη και τα στοιχεία που περιέχονται στους σχετικούς φακέλους.
8. Οι αιτητές δεν έχουν αποδείξει "έκδηλη υπεροχή", όπως η έννοια αυτή επεξηγήθηκε σε διάφορες αποφάσεις του Δικαστηρίου. Η απόφαση της Αρχής να διορίσει στη επίδικη θέση το ενδιαφερόμενο μέρος ήταν εύλογα επιτρεπτή και το Δικαστήριο δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη δική του κρίση.
Oι προσφυγές απορρίπτοντας χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Ρ.Ι.Κ. v. Καραγιώργη κ.ά. (1991) 3 Α.Α.Δ. 159,
Μιχαηλίδου v. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 2327,
Χατζηβασιλείου v. Κυπριακός Οργανισμός Τουρισμού (1991) 4 Α.Α.Δ. 1005,
Ζακχαίου v. Συμβουλίου Βελτιώσεως Ορόκλινης (1991) 4 Α.Α.Δ. 4060,
Κωνσταντίνου v. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού (Αρ. 2) (1992) 4 Α.Α.Δ. 3678,
Χατζηθεοδούλου κ.ά. v. Δήμου Στροβόλου (1989) 3 Α.Α.Δ. 2069,
Frangoulides a.o. v. Republic (1985) 3 C.L.R. 1680,
Lewis v. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1253,
Χατζηπαύλου v. A.H.K. (1991) 3 Α.Α.Δ. 11,
Τέκλος κ.ά. v. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 493,
Hadjisavva v. Republic (1982) 3 C.L.R. 76,
Hadjioannou v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1041.
Προσφυγές.
Προσφυγές εναντίον της απόφασης της Αρχής Λιμένων Κύπρου, με την οποία διορίσθηκε το ενδιαφερόμενο μέρος στη θέση του Οικονομικου Διευθυντή της Αρχής, αντί οι αιτητές.
Χρ. Τριανταφυλλίδης, για τον Αιτητή στη Υπόθεση 486/91.
Ν. Σάντης, για τον Αιτητή στην Υπόθεση 528/91.
Ν. Παπαευσταθίου, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Ενδιαφερόμενο Mέρος.
Cur. adv. vult.
XATZHTΣAΓΓAPHΣ, Δ.: Οι αιτητές με τις προσφυγές τους αυτές προσβάλλουν την απόφαση της Αρχής Λιμένων Κύπρου (η Αρχή) ημερ. 29.4.91 με την οποία διορίστηκε το ενδιαφερόμενο μέρος Γιαννάκης Κόκκινος στη θέση του Οικονομικού Διευθυντή από 2.1.1991. Η επίδικη θέση είναι θέση Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής.
Οι προσφυγές συνεκδικάστηκαν επειδή αφορούν την ίδια διοικητική πράξη και παρουσιάζουν κοινά νομικά σημεία.
Οι αιτητές είναι υπάλληλοι της Αρχής. Ο μεν αιτητής στην Υπ. Αρ. 486/91 κατέχει τη θέση του Ανώτερου Λογιστή ο δε αιτητής στην Υπ. Αρ. 528/91 κατέχει τη θέση του Ανώτερου Εσωτερικού Ελεγκτή. Το ενδιαφερόμενο μέρος πριν το διορισμό του στην Αρχή κατείχε τη θέση του Ανώτερου Λειτουργού Προγραμματισμού στο Τμήμα Προγραμματισμού.
Για σκοπούς της παρούσας προσφυγής είναι αναγκαία η παράθεση γεγονότων που έλαβαν χώραν πριν τη συνεδρία της 29.4.91 κατά την οποία λήφθηκε η επίδικη απόφαση.
Το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής στη συνεδρία του ημερ. 8.11.1990 αποφάσισε μεταξύ άλλων (απόφαση 270/90) όπως προσφέρει διορισμό στη θέση του Οικονομικού Διευθυντή της Αρχής στον κ. Γιαννάκη Κόκκινο. Εναντίον της πιο πάνω απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου των καθ' ων η αίτηση καταχωρήθηκαν οι προσφυγές με αρ. 31/91 και 52/91.
Μετά από την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου της 14.2.1991 σχετικά με την σύνθεση των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου (Ρ.Ι.Κ. v. Χρίστου Καραγιώργη κ.ά. (1991) 3 A.A.Δ. 159) το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής ενημερώθηκε σχετικά, και με την απόφασή του 63/91 απεφάσισε όπως εξουσιοδοτήσει το γραφείο των Νομικών Συμβούλων της να χειριστεί το θέμα των εκκρεμουσών προσφυγών που επηρεάζονταν άμεσα από την πιο πάνω απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Ενεργώντας μέσα στα πλαίσια της πιο πάνω απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου η Αρχή αποδέκτηκε μέσω των δικηγόρων της στις 29.4.1991 ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου την ακύρωση της επίδικης απόφασης αρ. 270/90 της 8.11.1990. Το Ανώτατο Δικαστήριο προχώρησε στην έκδοση ακυρωτικής απόφασης αναφορικά με τις προσφυγές αρ. 31/91 και 52/91 και ακύρωσε τον επίδικο διορισμό στη θέση του Οικονομικού Διευθυντή.
Το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής στη συνεδρία του ημερ. 29.4.1991 επιλήφθηκε, μεταξύ άλλων, και του θέματος της πλήρωσης της θέσης του Οικονομικού Διευθυντή μετά την ακύρωση του διορισμού του που έγινε από το Ανώτατο Δικαστήριο. Ο Νομικός Σύμβουλος της Αρχής που ήταν παρών αφού αναφέρθηκε στο θέμα των ακυρωτικών αποφάσεων είπε ότι το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής θα πρέπει να πάρει εκ νέου απόφαση με βάση το πραγματικό και νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο που λήφθηκε η ακυρωθείσα απόφαση. Αναφορικά με τα στοιχεία που πρέπει να ληφθούν υπόψη και τη διαδικασία που πρέπει να ακολουθηθεί κατά την επανεξέταση του θέματος, παρέπεμψε στη γνωμάτευση που έδωσε με ημερ. 19.3.91. Στη συνέχεια αποχώρησε από τη συνεδρία.
Το Διοικητικό Συμβούλιο προχώρησε στην επανεξέταση του θέματος της πρόσληψης Οικονομικού Διευθυντή, και αφού μελέτησε διάφορα έγγραφα που ήταν ενώπιόν του, διαπίστωσε ότι οι υποψήφιοι τηρούσαν τα ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης. Στη συνέχεια ασχολήθηκε με την αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων και λαμβάνοντας υπόψη όλα τα ενώπιόν του ουσιώδη στοιχεία στο σύνολό τους, έκρινε ότι οι υποψήφιοι Αντώνης Αντωνίου, Γιαννάκης Κόκκινος, Δημήτρης Φελλάς και Δάφνη Φινοπούλου υπερτερούσαν όλων των υπόλοιπων υποψηφίων για περαιτέρω εξέταση της υποψηφιότητάς τους για τη θέση του Οικονομικού Διευθυντή.
Στη συνέχεια στο σχετικό πρακτικό αναφέρονται και τα εξής:
"4.7 Το Συμβούλιο αξιολογώντας το σύνολο των στοιχείων που είχε ενώπιόν του για τον καθένα από τους πιο πάνω τέσσερεις υποψήφιους διαπίστωσε τα ακόλουθα:
(α) Αντώνης Αντωνίου
..................................................................................................
........................................................................................................
(β) Γιαννάκης Κόκκινος
Διαθέτει εκτεταμένες γνώσεις και ευρεία πείρα στα οικονομικά ως και ευρεία λογιστική και διοικητική πείρα σε θέματα που αφορούν την οικονομική διεύθυνση της Αρχής. Εχει αρκετές γνώσεις και επαρκή πείρα σε θέματα διοίκησης και λειτουργίας των λιμανιών και κρίθηκε ότι έχει το σχετικό επιπρόσθετο προσόν που προβλέπεται στο σχέδιο υπηρεσίας της θέσης. Λόγω της θέσης του στο Γραφείο Προγραμματισμού αντιπροσώπευσε την Κυβέρνηση σε θέματα σχεδιασμού και ανάπτυξης λιμανιών και είχε την ευχέρεια να ενημερώνεται και να μελετά όλα τα αναπτυξιακά προγράμματα της Αρχής και διάφορα άλλα προβλήματα που την αφορούν. Διαθέτει και το επιπρόσθετο προσόν της γνώσης της γαλλικής γλώσσας.
(γ) Δημήτρης Φελλάς
Λόγω της θέσης του στην Αρχή διαθέτει πάρα πολλές γνώσεις σε θέματα διοίκησης και λειτουργίας λιμανιών και κρίθηκε ότι έχει το σχετικό επιπρόσθετο προσόν που προβλέπεται στο σχέδιο υπηρεσίας της θέσης. Επίσης διαθέτει εκτεταμένες γνώσεις και πείρα που αφορούν τις οικονομικές και λογιστικές δραστηριότητες της Αρχής. Με βάση το περιεχόμενο του προσωπικού και εμπιστευτικού του φακέλου διαπιστώθηκε ότι στον τομέα "συνεργασία/σχέσεις", "ικανότητα να ηγείται" και "χαρακτήρα" η αξιολόγηση του είναι χαμηλή. Όπως προέκυψε από τα στοιχεία του φακέλου δεν εδιατηρούσε σχέσεις καλής συνεργασίας με τους ανώτερούς του και υπήρχαν ορισμένα προβλήματα και με τους κατώτερούς του.
(δ) Δάφνη Φινοπούλου
..................................................................................................
.......................................................................................................
4.8 Ακολούθησε ενδελεχής σύγκριση των τεσσάρων υποψήφιων μεταξύ τους, κατά την οποία το Συμβούλιο έκρινε ότι οι υποψήφιοι Αντώνης Αντωνίου και Δάφνη Φινοπούλου υστερούν έναντι των άλλων δυο υποψήφιων όσον αφορά την καταλληλότητά τους για τη θέση ...............................................
........................................................................................................
4.9 Στη συνέχεια το Συμβούλιο προέβει σε σύγκριση των δυο υποψηφίων με βάση όλα τα ουσιώδη στοιχεία και έκρινε, με βάση όλα τα ουσιώδη στοιχεία στο σύνολό τους, ότι ο κος Γιαννάκης Κόκκινος υπερτερεί ουσιαστικά του κ. Δ. Φελλά, και είναι ο πιο κατάλληλος υποψήφιος για διορισμό στη θέση του Οικονομικού Διευθυντή ................................................ ....................................................................................................."
Το Συμβούλιο αποφάσισε να επιλέξει κατά πλειοψηφία, τον κ. Γιαννάκη Κόκκινο για διορισμό στη θέση του Οικονομικού Διευθυντή της Αρχής και να του προσφέρει διορισμό στην εν λόγω θέση αναδρομικά από τις 2.1.1991.
Είναι κοινός ισχυρισμός και των δύο αιτητών ότι κατά την επανεξέταση της πλήρωσης της θέσης το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής έλαβε υπόψη του τις εντυπώσεις από τις προφορικές συνεντεύξεις που είχαν διενεργηθεί από το προηγούμενο Διοικητικό Συμβούλιο. Τον ισχυρισμό αυτό ο δικηγόρος του αιτητή στην Υπ. Αρ. 486/91 τον στηρίζει στο ότι δεν αναφέρεται ρητά στο κείμενο των πρακτικών της συνεδρίας ημερ. 29.4.91 ότι αγνοήθηκαν οι εντυπώσεις από τις προφορικές συνεντεύξεις και στο ότι το κείμενο των πρακτικών σε ότι αφορά το ενδιαφερόμενο μέρος και τον αιτητή Φελλά είναι πανομοιότυπο με το πρακτικό της προηγούμενης διαδικασίας με εξαίρεση τη φράση που αναφέρεται στην απόδοσή τους στις συνεντεύξεις, η οποία αφαιρέθηκε.
Ισχυρίζεται επίσης ότι η αναφορά στο κείμενο των πρακτικών στην γνωμάτευση των δικηγόρων της Αρχής ότι δηλαδή η Αρχή θα πρέπει να επανεξετάσει με βάση το πραγματικό και νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο του πρώτου διορισμού δεν είναι ένδειξη ότι η Αρχή έλαβε υπόψη τη γνωμάτευση και αγνόησε τις εντυπώσεις από τις προφορικές συνεντεύξεις.
Η απάντηση του δικηγόρου των καθ' ων είναι ότι οι πιο πάνω ισχυρισμοί δεν ευσταθούν ενόψει του σαφούς κειμένου των πρακτικών της επίδικης συνεδρίας και της έλλειψης οποιουδήποτε σχετικού, σοβαρού και βάσιμου αποδεικτικού στοιχείου.
Το σχετικό απόσπασμα από τα πρακτικά της επίδικης συνεδρίας έχει ως εξής:
"4.3 Στη συνέχεια το Συμβούλιο επιλήφθηκε του θέματος της πλήρωσης της θέσης του Οικονομικού Διευθυντή μετά την ακύρωση του διορισμού που έγινε με βάση την προηγούμενη απόφαση του Συμβουλίου αρ. 270/90 της 8.11.1990. Σχετικά το Συμβούλιο μελέτησε την πιο πάνω γνωμάτευση των Νομικών Συμβούλων της Αρχής και αποφάσισεν όπως επανεξετάσει το θέμα της πρόσληψης του Οικονομικού Διευθυντή με βάση το πραγματικό και νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο που λήφθηκε η ακυρωθείσα απόφαση και με βάση τα όσα αναφέρονται στην εν λόγω γνωμάτευση.
Η γνωμάτευση των Νομικών Συμβούλων της Αρχής στην οποία γίνεται αναφορά αναφέρει μεταξύ άλλων:
"...... το Διοικητικό Συμβούλιο θα πρέπει να πάρει εκ νέου απόφαση με βάση το πραγματικό και νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον χρόνο που λήφθηκε η ακυρωθείσα (ή ανακληθείσα) απόφαση ..... Ένα ειδικότερο θέμα που προκύπτει είναι κατά πόσο οι εντυπώσεις από τις τυχόν προσωπικές συνεντεύξεις των υποψηφίων από το Διοικητικό Συμβούλιο (με την κακή του σύνθεση) θα πρέπει να ληφθούν υπόψη. Με βάση την απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε άλλη υπόθεση την Κώστας Πασχάλης v. Δημοκρατίας (1988) 3 Α.Α.Δ. 1897, οι προσωπικές συνεντεύξεις που σχηματίστηκαν από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας με άλλη σύνθεση μελών δεν πρέπει να ληφθούν υπόψη. Επίσης θα πρέπει να προστεθεί ότι, με βάση την ίδια απόφαση στην υπόθεση Πασχάλη, δεν είναι δυνατή η διενέργεια νέων προσωπικών συνεντεύξεων γιατί, όπως προαναφέρθηκε, οι νέες αποφάσεις πάνω στο θέμα του διορισμού ή προαγωγών θα πρέπει να ληφθούν με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον χρόνο λήψης της ακυρωθείσης αποφάσεως ......"
Δεν συμφωνώ με τους ισχυρισμούς των αιτητών ότι η Αρχή έλαβε υπόψη τις εντυπώσεις από τις προφορικές συνεντεύξεις που διενεργήθηκαν κατά τον πρώτο διορισμό. Η γνωμάτευση των δικηγόρων της Αρχής πάνω στο θέμα είναι σαφής και συγκεκριμένη και, όπως ρητά αναφέρεται στο σχετικό απόσπασμα των πρακτικών, αυτή μελετήθηκε από το Διοικητικό Συμβούλιο προτού ληφθεί η επίδικη απόφαση. Οι ισχυρισμοί που προβλήθηκαν από τους αιτητές δεν μπορούν κατά την άποψή μου να ανατρέψουν το τεκμήριο της κανονικότητας σύμφωνα με το οποίο εφόσον η γνωμάτευση ήταν ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου, τεκμαίρεται ότι λήφθηκε υπόψη. (Βλ. απόφαση στην υπόθεση Στέλλα Κάννα Μιχαηλίδου v. Κυπριακής Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 2327 και τις αποφάσεις στις οποίες παραπέμπει).
Με βάση τα πιο πάνω ο ισχυρισμός αυτός των αιτητών κρίνεται ανυπόστατος και απορρίπτεται.
Ο επόμενος λόγος για ακύρωση που προβλήθηκε από τους αιτητές είναι ότι στη συνεδρίαση της 29.4.91 παρευρέθηκαν και πρόσωπα άλλα από τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής, και συγκεκριμένα ο Γενικός Διευθυντής και ο Γραμματέας και ότι η παρουσία τους καθιστά άκυρη τη ληφθείσα απόφαση. Οι αιτητές παρέπεμψαν στις αποφάσεις του Δικαστηρίου στις υποθέσεις Ανδρέα Χ"Βασιλείου v. Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (1991) 4 Α.Α.Δ. 1005, Ανδρέας Ζακχαίου v. Συμβουλίου Βελτιώσεως Ορόκλινης (1991) 4 Α.Α.Δ. 4060 και Κυριάκου Κωνσταντίνου v. Συμβούλιο Υδατοπρομήθειας Λεμεσού, (1992) 4 Α.Α.Δ. 3678, για να υποστηρίξουν την πιο πάνω θέση τους.
Δεν μπορώ να συμφωνήσω ούτε με αυτό τον ισχυρισμό των αιτητών. Αναφορικά με την παρουσία του Γενικού Διευθυντή στη συνεδρία της 29.4.91, παρατηρώ ότι σύμφωνα με το άρθρο 18(3) του Περί του Οργανισμού Λιμένων Κύπρου Νόμου του 1973, (Ν. 38/73) όπως αυτός τροποποιήθηκε, ο Γενικός Διευθυντής έχει δικαίωμα να παρακάθεται σε όλες τις συνεδρίες της Αρχής εκτός σε εκείνες κατά τις οποίες συζητείται θέμα που αφορά αυτόν προσωπικά. Δικαιούται επίσης να παίρνει αντίγραφα των πρακτικών των συνεδριάσεων του Συμβουλίου.
Αναφορικά με το Γραμματέα του Συμβουλίου οι καθ'ων η αίτηση υποστήριξαν ότι η παρουσία του στη συνεδρία ήταν επιβεβλημένη για την τήρηση των πρακτικών και ότι έχει διοριστεί από το Διοικητικό Συμβούλιο για το σκοπό αυτό. Εδώ θα πρέπει να ειπωθεί ότι δεν έγινε ισχυρισμός ή να παρουσιάσθηκε οποιαδήποτε μαρτυρία που να οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο Γενικός Διευθυντής και ο Γραμματέας έλαβαν μέρος στη λήψη της επίδικης απόφασης.
Επιπρόσθετα, και όπως ανέφερε ο Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Παυλίνα Χ"Θεοδούλου κ.ά. v. Δήμου Στροβόλου (1989) 3 Α.Α.Δ. 2063, " ...... Η απλή παρουσία υπηρεσιακών παραγόντων σε συνεδρίαση προς διευκόλυνση ενός συλλογικού οργάνου για παρουσίαση των φακέλων ή τήρηση των πρακτικών χωρίς όμως ενεργό συμμετοχή στη λήψη της αποφάσεως δεν καθιστά την απόφαση του οργάνου αυτού άκυρη."
Έχω μελετήσει τις πιο πάνω υποθέσεις στις οποίες με παρέπεμψαν οι ευπαίδευτοι δικηγόροι των αιτητών και παρατηρώ ότι τα γεγονότα σε αυτές διαφέρουν από τα γεγονότα στην παρούσα υπόθεση. Στις εν λόγω υποθέσεις δεν τέθηκε θέμα παρουσίας του Γραμματέα για την τήρηση των πρακτικών αλλά παρουσίας άλλων παραγόντων όπως για παράδειγμα του Νομικού Συμβούλου.
Ως εκ τούτου ο ισχυρισμός των αιτητών απορρίπτεται.
Ο επόμενος ισχυρισμός των αιτητών αφορά τα προσόντα του ενδιαφερομένου μέρους σε συνάρτηση με τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας και την ερμηνεία που έδωσαν σ' αυτό οι καθ' ων η αίτηση. Η παράγραφος (4) του Σχεδίου Υπηρεσίας που αναφέρεται στα προσόντα έχει ως εξής:
"(4) Προσόντα:
(α) Μέλος ενός ανεγνωρισμένου Σώματος Επαγγελματιών Λογιστών ή οιουδήποτε άλλου Σώματος όπερ ήθελε κριθή υπό της Αρχής ως ισοδύναμον, ή Πανεπιστημιακόν δίπλωμα ή τίτλος εις τα Οικονομικά ή άλλο κατάλληλο θέμα.
(β) Ευρεία πείρα εις την λογιστικήν ή/και τα Οικονομικά και ευρεία διοικητική πείρα.
(γ) Ικανότης να εποπτεύη και ελέγχη προσωπικόν.
(δ) Ακεραιότης χαρακτήρος, λεπτότης και ευθυκρισία.
(ε) Πολύ καλή γνώσις της Ελληνικής και της Αγγλικής γλώσσης.
(στ) Γνώσις ή/και πείρα επί θεμάτων διοικήσεως και λειτουργίας λιμένων ή γνώσις άλλων ξένων γλωσσών θα θεωρηθώσιν ως επιπρόσθετα προσόντα."
Είναι η θέση του δικηγόρου του αιτητή στην Υπ. Αρ. 486/91 ότι οι καθ' ων η αίτηση ενεργούσαν υπό ουσιώδη πλάνη όσον αφορά τη διαπίστωση ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατέχει τα επιπρόσθετα προσόντα που αναφέρονται στην παρα. 4(στ) του Σχεδίου Υπηρεσίας. Τέτοιο συμπέρασμα συνεχίζει δεν μπορεί να εξαχθεί από το υλικό που είχαν ενώπιόν τους οι καθ' ων η αίτηση, και επομένως αυτοί παρέλειψαν να προβούν στη δέουσα έρευνα επί του θέματος.
Το ενδιαφερόμενο μέρος απασχολείτο προηγουμένως στη Δημοσια Υπηρεσία και συγκεκριμένα στο Γραφείο Προγραμματισμού από το 1976. Η οργανική θέση την οποίαν κατείχε από το 1984 ήταν η θέση Ανώτερου Λειτουργού Προγραμματισμού - Υπεύθυνου Τομέα Μεταφορών και Επικοινωνιών. Το ενδιαφερόμενο μέρος επεσύναψε στην αίτησή του για διορισμό εκτεταμένο σημείωμα το οποίο περιέχει πρόσθετα στοιχεία αναφορικά με τις παραγράφους 15 και 16 της αίτησής του (προηγούμενη και τωρινή απασχόληση, λεπτομέρειες αναφορικά με τη μόρφωση, τις γνώσεις, τα προσόντα και τις προσωπικές ικανότητες).
Από τα στοιχεία αυτά προκύπτει ότι το ενδιαφερόμενο μέρος έχει απασχοληθεί εκτεταμένα με τον τομέα της λιμενικής βιομηχανίας κατά τη διάρκεια της απασχόλησης του στο Γραφείο Προγραμματισμού. Με βάση όλα τα στοιχεία που ήταν ενώπιον των καθ'ων η αίτηση, καταλήγω στο συμπέρασμα ότι η απόφασή τους ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε το επιπρόσθετο προσόν, ήταν λογικά επιτρεπτή. Όπως έχει κατ' επανάληψη νομολογηθεί η ερμηνεία και εφαρμογή των σχεδίων υπηρεσίας ανάγονται στη διακριτική ευχέρεια του διορίζοντος οργάνου. Το δικαστήριο επεμβαίνει μόνο αν η ερμηνεία και εφαρμογή δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή. (Βλ. μεταξύ άλλων Φραγκουλλίδης κ.ά. v. Δημοκρατίας (1985) 3 C.L.R. 1680, Rolis Lewis v. Δημοκρατίας, (1989) 3 Α.Α.Δ. 1523, Ιωάννης Χατζηπαύλου v. Α.Η.Κ. (1991) 3 Α.Α.Δ. 11). Το ίδιο ισχύει και για το πρόσθετο προσόν της κατοχής της γαλλικής γλώσσας. Από τα σχετικά πιστοποιητικά που επισυνάφθηκαν στην αίτηση του ενδιαφερόμενου μέρους προκύπτει ότι η εκτίμηση του διορίζοντος οργάνου ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε και αυτό το προσόν ήταν δικαιολογημένη. Εξάλλου όπως φαίνεται και από τη διατύπωση της παρ. 4(στ) του Σχεδίου Υπηρεσίας, τα προσόντα που καθορίζονται ως επιπρόσθετα αναφέρονται διαζευκτικά και δεν είναι αναγκαία η κατοχή και των δύο επιπρόσθετων προσόντων. Εν πάση όμως περιπτώσει θεωρώ ότι η απόφαση της Αρχής ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ήταν κάτοχος και των δύο πρόσθετων προσόντων ήταν λογικά εφικτή.
Στη συνέχεια ο αιτητής στην Υπ. Αρ. 486/91 προβάλλει ως επιχείρημα ακύρωσης της επίδικης πράξης την έλλειψη της απαιτούμενης διοικητικής πείρας (παρ. 4(β)) εκ μέρους του ενδιαφερομένου μέρους και ισχυρίζεται ότι το ενδιαφερόμενο μέρος παραπλάνησε τους καθ' ων η αίτηση επειδή στην αίτηση για διορισμό ανάφερε ότι κατέχει τη θέση Ανώτερου Λειτουργού Προγραμματισμού από το 1976 αντί από το 1984 όπως πραγματικά συμβαίνει.
Το αντεπειχείρημα του δικηγόρου των καθ' ων είναι ότι η θέση Ανώτερου Λειτουργού Προγραμματισμού που κατείχε το ενδιαφερόμενο μέρος από 1.1.84 εμπεριέχει ως καθήκοντα και ευθύνες ευρείες διοικητικές αρμοδιότητες (παρ. 4(β)) και διαρκή εποπτεία και έλεγχο του προσωπικού (παρ. 4(γ)).
Κάτω από τις περιστάσεις και με βάση όλα τα στοιχεία που είχε ενώπιόν της η Αρχή όσον αφορά την πείρα, καθήκοντα και ευθύνες του ενδιαφερόμενου μέρους στην προηγούμενη υπηρεσία του, κρίνω ότι η αναφορά στην αίτησή του ότι κατείχε τη θέση Ανώτερου Λειτουργού Προγραμματισμού από το 1976 αντί από το 1984 δεν επηρέασε ουσιωδώς στην κρίση των καθ' ων ώστε να επιφέρει πλάνη αναφορικά με τα προσόντα του.
Οι ισχυρισμοί του δικηγόρου του αιτητή στην Υπ. Αρ. 528/91 αναφορικά με τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας επικεντρώνονται στο ότι οι καθ' ων η αίτηση ερμήνευσαν το υπό αναφορά Σχέδιο Υπηρεσίας κατά τρόπο αυθαίρετο και ότι σε μερικές περιπτώσεις η αυθαιρεσία οδήγησε στην παραποίησή του.
Συγκεκριμένα αναφέρει ότι οι καθ' ων η αίτηση αιτιολογώντας την απόφαση για επιλογή του ενδιαφερομένου μέρους αναφέρουν μεταξύ άλλων ότι το ενδιαφερόμενο μέρος έχει εκτεταμένες γνώσεις στα οικονομικά ενώ το Σχέδιο Υπηρεσίας απαιτούσε όχι γνώσεις αλλά πείρα στα οικονομικά. Το ίδιο συνεχίζει, ισχύει και για την επισύμανση ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατέχει ευρεία λογιστική πείρα σε θέματα που αφορούν την οικονομική διεύθυνση της Αρχής ενώ το Σχέδιο Υπηρεσίας προνοεί για ευρεία πείρα στη λογιστική γενικά. Η σύγχυση και η πλάνη κάτω από την οποίαν τελούσαν οι καθ' ων καταλήγει, δεν τους επέτρεψε να αξιολογήσουν ορθά την ευρεία λογιστική πείρα που είχε ο αιτητής και να τη συγκρίνουν με την πείρα του ενδιαφερόμενου μέρους.
Ακόμα και αν δεχθώ τον πιο πάνω ισχυρισμό αναφορικά με την απαίτηση για ευρεία πείρα στη λογιστική γενικά και όχι πείρα στη λογιστική σε θέματα που αφορούν την Αρχή, παρατηρώ ότι η απαίτηση για ευρεία λογιστική πείρα διατυπώνεται διαζευκτικά από την απαίτηση για ευρεία πείρα στα οικονομικά και που όπως ρητά αναφέρεται στο σχετικό απόσπασμα των πρακτικών θεωρήθηκε ότι κατέχει το ενδιαφερόμενο μέρος. Ούτε η αναφορά στις "εκτεταμένες γνώσεις" στα οικονομικά του ενδιαφερομένου μέρους μπορεί να θεωρηθεί ότι υποδηλώνει οποιαδήποτε μορφή πλάνης εκ μέρους των καθ' ων. Οι "εκτεταμένες γνώσεις" αναφέρονται ως επιπρόσθετο της "ευρείας πείρας στα οικονομικά" που κρίθηκε ότι κατέχει το ενδιαφερόμενο μέρος.
Θεωρώ αβάσιμο και αυτό τον ισχυρισμό και κατά συνέπεια απορρίπτεται.
Ένας επι μέρους ισχυρισμός που προβλήθηκε από τον αιτητή στην Υπ. Αρ. 486/91 είναι ότι από την παρ. (γ) (σελ. 3 του πρακτικού), φαίνεται καθαρά η μονόπλευρη και προδιαθετημένη προσέγγιση αναφορικά με την απόδοσή του στην εργασία του, και ότι υπήρξε παράλειψη εκ μέρους των καθ'ων να αναφέρουν ότι τα σχόλια στην εμπιστευτική έκθεση του αιτητή για το 1989 πηγάζουν από το Γενικό Διευθυντή τον οποίο είχε καταγγείλει ο αιτητής για διάφορες ενέργειες. Το επίδικο απόσπασμα (παρ. (γ) σελ. 3) εκτίθεται με λεπτομέρεια πιο πάνω.
Το παράπονο του αιτητή δεν τεκμηριώνεται ούτε από το πιο πάνω απόσπασμα αλλά ούτε και από το περιεχόμενο των προσωπικών του φακέλων. Η προκατάληψη δεν τεκμηριώνεται με τις υποκειμενικές εντυπώσεις του αξιολογουμένου αλλά με συγκεκριμένα γεγονότα που προσδίδουν αντικειμενική υπόσταση στους ισχυρισμούς για μεροληπτική προδιάθεση. (Βλ. απόφαση του Δικαστή κ. Πική στην υπόθεση Νίκος Τέκλος κ.ά. v. Κυπριακής Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 493 και στις υποθέσεις που αναφέρονται σ' αυτήν).
Ο τελευταίος λόγος για ακύρωση που προβλήθηκε από τον δικηγόρο του αιτητή στην Υπ. Αρ. 528/91 αφορά την αιτιολογία της επίδικης απόφασης. Ο δικηγόρος ισχυρίζεται ότι η αιτιολογία της επίδικης απόφασης είναι αόριστη, νεφελώδης και καθόλου πειστική. Από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιόν μου κρίνω ότι η επίδικη απόφαση ήταν επαρκώς αιτιολογημένη, ιδίως όταν ληφθούν υπόψη και τα στοιχεία που περιέχονται στους σχετικούς φακέλους.
Καταλήγοντας θα ήθελα να προσθέσω ότι οι αιτητές δεν έχουν αποδείξει "έκδηλη υπεροχή" όπως η έννοια αυτή επεξηγήθηκε σε διάφορες αποφάσεις του Δικαστηρίου (Βλ. μεταξύ άλλων Χ"Σάββα v. Δημοκρατίας (1982) 3 C.L.R. σελ. 76, και Χ"Ιωάννου v. Δημοκρατίας (1983) 3 C.L.R. σελ. 1041. Η απόφαση της Αρχής να διορίσει στην επίδικη θέση το ενδιαφερόμενο μέρος ήταν εύλογα επιτρεπτή και το Δικαστήριο δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη δική του κρίση.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους οι προσφυγές αποτυγχάνουν και απορρίπτονται. Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται. Δε γίνεται διάταγμα για έξοδα.
Oι προσφυγές απορρίπτονται χωρίς έξοδα.