ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1993) 4 ΑΑΔ 2110
28 Σεπτεμβρίου, 1993
[ΠΟΓΙΑΤΖΗΣ, Δ/στής]
ANAΦOPIKA ME TO APΘPO 146 TOY ΣYNTAΓMATOΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ,
Αιτητής,
v.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ THΣ KYΠPOY,
MEΣΩ YΠOYPΓOY OIKONOMIKΩN KAI AΛΛOY,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 832/91)
Διοικητική πράξη — Αιτιολογία — Δικαστικός έλεγχος της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξεως — Κριτήρια επάρκειας της αιτιολογίας — Κώλυμα προβολής μεταγενέστερα αιτιολογιών, άλλων από εκείνη που προκύπτει από το διοικητικό φάκελο.
Ο περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμος του 1991 (N. 12/91) — Άρθρο 11(4)(β), επιφύλαξη — Οι περιεχόμενες προϋποθέσεις — Το ρήμα "συνάδει", χρησιμοποιείται με τη γραμματική του σημασία — Η κριθείσα περίπτωση ελέγχου της υπαγωγής εργασιών, στο φάσμα εργασιών, που εκτελούνται από ηλεκτρολόγο.
Ο αιτητής προσέβαλε με την προσφυγή του, την απόρριψη του αιτήματός του, για απαλλαγή από την πληρωμή εισαγωγικών δασμών, σε σχέση με όχημα που εισήγαγε.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
1. Η επάρκεια της αιτιολογίας κρίνεται πάντοτε σε σχέση με (α) τη φύση της προσβαλλόμενης απόφασης, και (β) τα ευρήματα ως προς τα ουσιώδη γεγονότα, στα οποία το διοικητικό όργανο οφείλει να προβεί, ώστε να μπορέσει στη συνέχεια να εφαρμόσει τις πρόνοιες του ισχύοντος δικαίου πάνω στα ιδιαίτερα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Η αιτιολογία, όπως κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο, μπορεί πάντοτε να συμπληρωθεί από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου και να καταστεί έτσι επαρκής με την έννοια ότι επιτρέπει την άσκηση δικαστικού ελέγχου, όπως αυτός οριοθετείται από το Άρθρο 146 του Συντάγματος. Επιβάλλεται, ταυτόχρονα, να λεχθεί, ότι η ύπαρξη στο φάκελο της εν λόγω αιτιολογίας, εμποδίζει τόσο το Διευθυντή εδώ όσο και τη δικηγόρο του, να προβάλουν μεταγενέστερα οποιαδήποτε πρόσθετη αιτιολογία, η οποία δεν προκύπτει από το περιεχόμενο του φακέλου. Σχετική επί του προκειμένου είναι η αυθεντία JMC Polytrade v. Δημοκρατίας. Το Δικαστήριο οφείλει και προτίθεται, ως εκ τούτου, να αγνοήσει τη δήλωση της ευπαίδευτης δικηγόρου του Διευθυντή ότι, εν πάση περιπτώσει, οι εργασίες που ο αιτητής εκτέλεσε στην Κύπρο κατά τη διάρκεια της επίδικης περιόδου, λογικά δεν μπορούσαν να συνεπάγονταν παραμονή του εδώ για ολόκληρη τη χρονική περίοδο που διεκδικεί. Δεν υπάρχει οτιδήποτε στο διοικητικό φάκελο για το θέμα αυτό, το οποίο δε φαίνεται να απασχόλησε καθόλου το Διευθυντή.
2. Οι προϋποθέσεις για την αιτούμενη απαλλαγή, καθορίζονται στο Άρθρο 11(4)(β) του περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου του 1991 (Ν. 12/91), που είναι πανομοιότυπο με το Άρθρο 11(4)(β) του καταργηθέντος Νόμου (Ν. 5/90), που ήταν σε ισχύ, όταν ο αιτητής υπέβαλε την αίτησή του.
Το θέμα που έχει εγερθεί καλύπτεται από το δεύτερο μέρος της επιφύλαξης της παραγράφου (β). Οι προϋποθέσεις που καθορίζονται είναι οι ακόλουθες δύο: (α) Η εργασία στη Δημοκρατία πρέπει να ασκείται μέσα στα πλαίσια της εργοδότησης του αιτητή στο εξωτερικό, και (β) η εργασία αυτή πρέπει να "συνάδει" προς το είδος της εργοδότησής του στο εξωτερικό. Δεν υπάρχει διαφωνία, ως προς την πρώτη προϋπόθεση, η οποία, ομολογουμένως, ικανοποιείται στην παρούσα υπόθεση. Η διαφωνία περιορίζεται στη δεύτερη προϋπόθεση και επικεντρώνεται στην έννοια που πρέπει να δοθεί στη λέξη "συνάδει", που ο Νομοθέτης επέλεξε να χρησιμοποιήσει στο κείμενο. Έχει γίνει επί του προκειμένου αναφορά στο "Μεγάλο Επίτομο Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας" του Σπύρου Τσιούνη, σύμφωνα με το οποίο η λέξη "συνάδω" σημαίνει "τραγουδώ μαζί με κάποιο, βρίσκομαι σε αρμονία με κάτι, συμβιβάζομαι, ταιριάζω". Επειδή, από το κείμενο της ως άνω διάταξης, δεν προκύπτει πρόθεση του νομοθέτη να αποδοθεί στη λέξη "συνάδει", σημασία άλλη από τη γραμματική της σημασία, το Δικαστήριο θα προχωρήσει στην περαιτέρω εξέταση της διαφοράς, κάτω από το φως της ως άνω γραμματικής σημασίας της επίδικης λέξης.
Δεν υπάρχει τίποτε στο διοικητικό φάκελο, που να μαρτυρεί τη διεξαγωγή οποιασδήποτε έρευνας από το Διευθυντή, αναφορικά με το φάσμα των εργασιών, που εύλογα μπορεί να λεχθεί ότι εκτελούνται από ηλεκτρολόγο, ή αναφορικά με την ειδικότητα, τις γνώσεις, την ακαδημαϊκή η πρακτική κατάρτιση του αιτητή στον ευρύ τομέα της ηλεκτρολογίας. Είναι φανερό ότι το φάσμα αυτό είναι πολύ μεγάλο και εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ειδικότητα, τις γνώσεις και τον τομέα της ακαδημαϊκής ή τεχνικής κατάρτισης του "ηλεκτρολόγου".
Η παράλειψη του Διευθυντή να διεξάγει οποιαδήποτε έρευνα αναφορικά με τα πιο πάνω, δημιουργεί την πιθανότητα ύπαρξης πλάνης ως προς τα πράγματα και καθιστά την προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώσιμη. Επιπρόσθετα, το γεγονός ότι μερικές τουλάχιστον από τις εργασίες που ο αιτητής διεξήγαγε στην Κύπρο κατά την επίδικη περίοδο, όπως η επιλογή, αγορά και εγκατάσταση ηλεκτρικών οικιακών συσκευών και συσκευών κλιματισμού είναι, ασφαλώς, εργασίες που εύλογα μπορεί να λεχθεί ότι εκτελούνται από ηλεκτρολόγο και "συνάδουν", ως εκ τούτου, με το είδος της εργοδότησής του στο εξωτερικό ως ηλεκτρολόγου, μαρτυρεί ότι ο Διευθυντής δεν ερμήνευσε και/ή δεν εφάρμοσε ορθά την ισχύουσα νομοθετική διάταξη.
3. Η έλλειψη δέουσας έρευνας ως προς το Νόμο και τα γεγονότα καθιστά το συμπέρασμα του Διευθυντή ότι η εργασία του αιτητη στην Κύπρο κατά την επίδικη περίοδο δεν έχει σχέση με το επάγγελμα του ηλεκτρολόγου, αυθαίρετο και την προσβαλλόμενη απόφασή του προϊόν υπέρβασης της εξουσίας του και υποκείμενη σε ακύρωση, ώστε να καταστεί δυνατή η επανεξέταση του αιτήματος του αιτητή και η έκδοση νέας απόφασης από το Διευθυντή, μετά τη διεξαγωγή επαρκούς έρευνας προς διακρίβωση όλων των ουσιωδών γεγονότων και την ορθή ερμηνεία και εφαρμογή της ισχύουσας νομοθετικής διάταξης.
H προσφυγή επιτυγχάνει με £100 έξοδα.
Αναφερόμενη υπόθεση:
JMC Polytrade v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 294.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση, με την οποία απορρίφθηκε αίτημα του αιτητή για απαλλαγή από την πληρωμή εισαγωγικών δασμών και φόρων καταναλώσεως σε σχέση με το όχημά με αρ. εγγραφής 264V85.
Μ. Σταματάρης, για τον Αιτητή.
Λ. Καουτζάνη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΠOΓIATZHΣ, Δ.: Η προσφυγή αυτή στρέφεται εναντίον της απόφασης του Διευθυντή Τμήματος Τελωνείων, ημερομηνίας 21/6/1991, με την οποία απορρίφθηκε αίτημα του Αιτητή να απαλλαγεί της πληρωμής εισαγωγικών δασμών και φόρων καταναλώσεως σε σχέση με το όχημά του αρ. εγγραφής 264V85.
Ο Αιτητής αναχώρησε από την Κύπρο στις 9/3/1980 για να εργαστεί στο Ομάν και επέστρεψε στην Κύπρο για εγκατάσταση στις 12/10/1990. Στις 30/11/1990 υπόβαλε αίτηση για ατελή εισαγωγή του πιο πάνω οχήματός του, ως Κύπριος που εργάστηκε στο εξωτερικό για συνολική περίοδο 10 χρόνων κατά τα τελευταία 12 χρόνια πριν την επάνοδο του στην Κύπρο για εγκατάσταση. Στην αίτησή του δήλωσε ότι εργάστηκε στο εξωτερικό ως ηλεκτρολόγος από 10/3/1980 μέχρι 12/10/1990. Όπως προκύπτει από το περιεχόμενο του φακέλου, το Τμήμα Τελωνείων παρέδωσε την ίδια μέρα στον Αιτητή επιστολή με την οποία τον πληροφορούσε ότι για να ολοκληρωθεί η εξέταση της αίτησής του θα έπρεπε να προσκομίσει τα ακόλουθα έγγραφα:
"(1) Βεβαίωση εργασίας που να πιστοποιεί εργασία και αλλού εκτός του Ομάν.
(2) Φωτοτυπίες C104, κοτσιάνι αυτοκινήτου, άδεια οδηγού, διαβατήρια."
O Aιτητής παρέδωσε στο Τμήμα Τελωνείων τα έγγραφα που του είχαν ζητήσει. Ανάμεσα σ' αυτά υπήρχε βεβαίωση, ημερομηνίας 1/12/1990, των Al Turki Enterprises LLC, εργοδοτών του Αιτητή για την περίοδο 15/1/1983 μέχρι 12/10/1990, στην οποία αναφέρεται ότι στη διάρκεια της εργοδότησής του είχε ως βάση το Ομάν, αλλά εργάστηκε επίσης σε άλλες χώρες ως υπάλληλος εξωτερικού στην υπηρεσία τους.
Στις 21/6/1991 ο Διευθυντής Τμήμα Τελωνείων (εφεξής ο Διευθυντής) απέστειλε στον Αιτητή την ακόλουθη επιστολή:
"Θέμα: Η αίτησή σας ημερομηνίας 30.11.90 για απαλλαγή με βάση το άρθρο 11(4)(β) του Περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου.
______________________________________________________________
Αναφέρομαι στο πιο πάνω θέμα και λυπούμαι να σας πληροφορήσω ότι με βάση τα στοιχεία που παρουσιάσατε για υποστήριξη της αίτησής σας διαπιστούται ότι δε δικαιούστε τέτοιαν απαλλαγή γιατί δεν αποδείξατε ότι εργαστήκατε στο εξωτερικό για περίοδο τουλάχιστον δέκα χρόνων όπως προβλέπει η σχετικη απαλλαγή."
Eναντίον της απόφασης που περιέχεται στην πιο πάνω επιστολή ο Αιτητής καταχώρησε την παρούσα προσφυγή ισχυριζόμενος ότι δεν είναι δεόντως αιτιολογημένη και ότι είναι προϊόν λανθασμένης ερμηνείας και εφαρμογής της ισχύουσας νομοθετικής πρόνοιας και/ή πλάνης περί τα πράγματα και/ή ελλειπούς έρευνας και/ή υπέρβασης εξουσίας.
Θα πρέπει στο στάδιο αυτό να λεχθεί ότι η διαφορά στην παρούσα υπόθεση επικεντρώνεται και περιορίζεται στο κατά πόσο περίοδος 178 ημερών μεταξύ 22/12/1989 και 15/6/1990 κατά την οποία ο Αιτητής, ομολογουμένως, βρισκόταν στην Κύπρο ως εργάτης εξωτερικού στην υπηρεσία της εν λόγω εργοδότριας εταιρείας του, ασχολούμενος με την παραλαβή, επίπλωση και εξοπλισμό διαμερίσματος που αγοράστηκε από το διευθυντή της εταιρείας, θα πρέπει να συνυπολογιστεί με την υπόλοιπη περίοδο εργασίας του στο εξωτερικό ή όχι, για τους σκοπούς του άρθρου 11(4)(β) του περι Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου. Εκτός των υπηρεσιών του των σχετικών με την παραλαβή και την επίπλωση του διαμερίσματος ο Αιτητής εγκατέστησε σ' αυτό συσκευές κλιματισμού και διάφορες ηλεκτρικές οικιακές συσκευές που αγόρασε με το Διευθυντή του από την Κυπριακή αγορά.
Είναι αποδεχτό από τις δυο πλευρές ότι αν η ως άνω επίδικη περίοδος των 178 ημερών συνυπολογιστεί με εκείνη αναφορικά με την οποία δεν υπάρχει αμφισβήτηση, ο Αιτητής πληροί όλες τις προϋποθέσεις του Νόμου και δικαιούται στην αιτούμενη απαλλαγή.
Σύμφωνα με σχετικό σημείωμα στο διοικητικό φάκελο, ο μοναδικός λόγος για τον οποίο ο Διευθυντής έκρινε ότι η εν λόγω επίδικη περίοδος δεν έπρεπε να υπολογιστεί προς όφελος του Αιτητή είναι ότι "δεν έχει σχέση το είδος της εργασίας του εδώ με το επάγγελμα του Ηλεκτρολόγου".
Το πιο πάνω σημείωμα ενέχει μεγάλη σημασία για την εξέταση της παρούσας προσφυγής γιατί αποτελεί το θεμέλιο της προσβαλλόμενης απόφασης και συμπληρώνει, κατά τρόπο επαρκή, τη γενική αιτιολογία που δίδεται στην επιστολή, ημερομηνίας 21/6/1991, με την οποία ο Διευθυντής κοινοποίησε την απόφαση του στον Αιτητή. Η επάρκεια της αιτιολογίας κρίνεται πάντοτε σε σχέση με (α) τη φύση της προσβαλλόμενης απόφασης, και (β) τα ευρήματα ως προς τα ουσιώδη γεγονότα στα οποία το διοικητικό όργανο οφείλει να προβεί ώστε να μπορέσει στη συνέχεια να εφαρμόσει τις πρόνοιες του ισχύοντος δικαίου πάνω στα ιδιαίτερα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Η αιτιολογία, όπως κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο, μπορεί πάντοτε να συμπληρωθεί από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου και να καταστεί έτσι επαρκής με την έννοια ότι επιτρέπει την άσκηση δικαστικού ελέγχου, όπως αυτός οριοθετείται από το άρθρο 146 του Συντάγματος. Επιβάλλεται, ταυτόχρονα, να λεχθεί ότι η ύπαρξη στο φάκελο της εν λόγω αιτιολογίας εμποδίζει τόσο το Διευθυντή όσο και τη δικηγόρο του να προβάλουν μεταγενέστερα οποιαδήποτε πρόσθετη αιτιολογία η οποία δεν προκύπτει από το περιεχόμενο του φακέλου. Σχετική επί του προκειμένου είναι η αυθεντία JMC Polytrade v Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 294. Οφείλω και προτίθεμαι, ως εκ τούτου, να αγνοήσω τη δήλωση της ευπαίδευτης δικηγόρου του Διευθυντή ότι, εν πάση περιπτώσει, οι εργασίες που ο Αιτητής εκτέλεσε στην Κύπρο κατά τη διάρκεια της επίδικης περιόδου, λογικά δεν μπορούσαν να συνεπάγονταν παραμονή του εδώ για ολόκληρη τη χρονική περίοδο που διεκδικεί. Δεν υπάρχει οτιδήποτε στο διοικητικό φάκελο για το θέμα αυτό το οποίο δε φαίνεται να απασχόλησε καθόλου το Διευθυντή. Ο μόνος σκοπός που εξυπηρετεί η δήλωση αυτή της κας Καουτζάνη είναι η εκ των υστέρων παροχή πρόσθετης αιτιολογίας και είναι, ως εκ τούτου, απαράδεχτη.
Από όσα έχω ήδη αναφέρει σχετικά με την αιτιολογία προκύπτει ότι ο ισχυρισμός του Αιτητή ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει από έλλειψη ή ανεπάρκεια αιτιολογίας απορρίπτεται.
Οι εναπομείναντες νομικοί ισχυρισμοί του Αιτητή για πλάνη περί το νόμο και/ή τα πράγματα, για ελλειπή έρευνα και για υπέρβαση εξουσίας θα εξεταστούν μαζί αφού έχουν όλοι ως αφετηρία τους το σταθερό σημείο της υπόθεσης που δεν είναι άλλο από το γεγονός ότι ο Αιτητής δεν έτυχε της αιτούμενης απαλλαγής για τον αποκλειστικό λόγο ότι, κατά την κρίση του Διευθυντή, η εργασία του Αιτητή στην Κύπρο κατά την επίδικη περίοδο, αναφορικά με το διαμέρισμα του διευθυντή της εργοδότριας εταιρείας του, την οποία έχω ήδη περιγράψει, δεν έχει σχέση με το επάγγελμα του ηλεκτρολόγου. Για την ορθή εξαγωγή τέτοιου συμπεράσματος επιβάλλεται να προηγηθεί, αφ'ενός, ορθή ερμηνεία της ισχύουσας νομοθετικής διάταξης και, αφ' ετέρου, επαρκής έρευνα αναφορικά με το φάσμα των εργασιών που εμπίπτουν στο επάγγελμα του ηλεκτρολόγου με το οποίο ο Αιτητής, ομολογουμένως, εργοδοτήθηκε στο εξωτερικό. Μόνο μετά τη διεξαγωγή τέτοιας έρευνας ο Διευθυντής θα μπορούσε να προβεί στη σύγκριση των εργασιών αυτών με την εργασία την οποία ο Αιτητής διεξήγαγε στην Κύπρο κατά την επίδικη περίοδο, ώστε να μπορέσει να πει αν υπάρχει μεταξύ τους οποιαδήποτε σχέση ή όχι.
Οι προϋποθέσεις για την αιτούμενη απαλλαγή καθορίζονται στο άρθρο 11(4)(β) του περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου του 1991 (Νόμος αρ.12/91) που είναι πανομοιότυπο με το άρθρο 11(4)(β) του καταργηθέντος Νόμου αρ. 5/90 που ήταν σε ισχύ όταν ο αιτητής υπέβαλε την αίτησή του, και που έχει ως εξής:
"11(4) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου ως και οιασδήποτε ετέρας διατάξεως οπουδήποτε διαλαμβανομένης και αφορώσης εις την ατελή εισαγωγήν εμπορευμάτων ωσαύτως απαλλάττονται του εισαγωγικού δασμού ή και φόρου καταναλώσεως υπό τους ακολούθους όρους και προϋποθέσεις:
(α) . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
(β) μηχανοκίνητα οχήματα της Κλάσεως 8702 τα οποία εγγράφονται από την αρμοδίαν αρχήν εγγραφής μηχανοκινήτων οχημάτων για την μεταφοράν μέχρι και εννέα προσώπων και μηχανοκίνητα οδικά οχήματα των Κλάσεων 8703 21-24, 8703 31-33 και 8703 90 εισαγόμενα υπό ή δια λογαριασμόν πολίτου της Δημοκρατίας ο οποίος κατά τα αμέσως προ της επανόδου του εις την Δημοκρατίαν δώδεκα έτη αποδεδειγμένως ειργάσθη εις το εξωτερικόν μετά την 20ην Ιουλίου 1974 δια συνολικήν περίοδον τουλάχιστον 10 ετών, νοουμένου ότι η εισαγωγή γίνεται εντός ενός έτους από της αφίξεώς του δι' εγκατάστασιν εν τη Δημοκρατία:
Νοείται ότι δια τους σκοπούς της παρούσης παραγράφου περίοδος 365 συνολικών ημερών η οποία δαπανάται εις την Δημοκρατίαν εντός της ως άνω περιόδου των 10 ετών λόγω ασθενείας του αιτητού καθώς και περίοδος η οποία δεν υπερβαίνει συνολικώς τους έξ μήνας, η οποία δαπανάται δι'εργασίαν του αιτητού εις την Δημοκρατίαν, δεν αφαιρούνται διά σκοπούς καθορισμού της συνολικής περιόδου των δέκα ετών, υπό τον όρον ότι ο Διευθυντής ικανοποείται δια της προσκομίσεως ιατρικών βεβαιώσεων αναφορικώς προς την περίοδον ασθενείας ή ικανοποείται δια της προσκομίσεως επαρκών αποδεικτικών στοιχείων ότι η εργασία εις την Δημοκρατίαν ασκείται εντός των πλαισίων της εργοδοτήσεως του αιτητού εις το εξωτερικόν και ότι συνάδει προς το είδος της εργοδοτήσεως ταύτης."
To θέμα που έχει εγερθεί καλύπτεται από το δεύτερο μέρος της επιφύλαξης της παραγράφου (β) ανωτέρω. Οι προϋποθέσεις που καθορίζονται είναι οι ακόλουθες δυο: 1) Η εργασία στη Δημοκρατία πρέπει να ασκείται μέσα στα πλαίσια της εργοδότησης του αιτητή στο εξωτερικό, και 2) η εργασία αυτή πρέπει να "συνάδει" προς το είδος της εργοδότησης του στο εξωτερικό. Δεν υπάρχει διαφωνία ως προς την πρώτη προϋπόθεση η οποία, ομολογουμένως, ικανοποιείται στην παρούσα υπόθεση. Η διαφωνία περιορίζεται στη δεύτερη προϋπόθεση και επικεντρώνεται στην έννοια που πρέπει να δοθεί στη λέξη "συνάδει" που ο Νομοθέτης επέλεξε να χρησιμοποιήσει στο πιο πάνω κείμενο. Έχει γίνει επί του προκειμένου αναφορά στο "Μεγάλο Επίτομο Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας" του Σπύρου Τσιούνη, σύμφωνα με το οποίο η λέξη "συνάδω" σημαίνει "τραγουδώ μαζί με κάποιο, βρίσκομαι σε αρμονία με κάτι, συμβιβάζομαι, ταιριάζω". Επειδή, από το κείμενο της ως άνω διάταξης, δεν προκύπτει πρόθεση του νομοθέτη να αποδοθεί στη λέξη "συνάδει" σημασία άλλη από τη γραμματική της σημασία, θα προχωρήσω στην περαιτέρω εξέταση της διαφοράς κάτω από το φως της ως άνω γραμματικής σημασίας της επίδικης λέξης.
Δεν υπάρχει τίποτε στο διοικητικό φάκελο που να μαρτυρεί τη διεξαγωγή οποιασδήποτε έρευνας από το Διευθυντή αναφορικά με το φάσμα των εργασίων που εύλογα μπορεί να λεχθεί ότι εκτελούνται από ηλεκτρολόγο ή αναφορικά με την ειδικότητα, τις γνώσεις, την ακαδημαϊκή η πρακτική κατάρτιση του Αιτητή στον ευρύ τομέα της ηλεκτρολογίας. Είναι φανερό ότι το φάσμα αυτό είναι πολύ μεγάλο και εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ειδικότητα, τις γνώσεις και τον τομέα της ακαδημαϊκής ή τεχνικής κατάρτισης του "ηλεκτρολόγου". Ενδεικτικό του πόσο πολύμορφες και διαφορετικές μπορεί να είναι οι εργασίες "ηλεκτρολόγου" είναι και το γεγονός ότι, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο του φακέλου, κατά την περίοδο από 10/3/1980 μέχρι 18/12/1982, ο Αιτητής, εργοδοτούμενος ως ηλεκτρολόγος στο Ομάν από την εταιρεία Oman Concrete Products Est, κατείχε τη θέση Ηλεκτρολόγου Επιστάτη (Εlectrical Foreman) και ήταν υπεύθυνος Παραγωγής και Συντήρησης στο εργοστάσιο κατασκευής Μπλόκς των εργοδοτών του.
Η παράλειψη του Διευθυντή να διεξάγει οποιαδήποτε έρευνα αναφορικά με τα πιο πάνω δημιουργεί την πιθανότητα ύπαρξης πλάνης ως προς τα πράγματα και καθιστά την προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώσιμη. Επιπρόσθετα, το γεγονός ότι μερικές τουλάχιστον από τις εργασίες που ο Αιτητής διεξήγαγε στην Κύπρο κατά την επίδικη περίοδο, όπως η επιλογή, αγορά και εγκατάσταση ηλεκτρικών οικιακών συσκευών και συσκευών κλιματισμού είναι, ασφαλώς, εργασίες που εύλογα μπορεί να λεχθεί ότι εκτελούνται από ηλεκτρολόγο και "συνάδουν", ως εκ τούτου, με το είδος της εργοδότησής του στο εξωτερικό ως ηλεκτρολόγου, μαρτυρεί ότι ο Διευθυντής δεν ερμήνευσε και/ή δεν εφάρμοσε ορθά την ισχύουσα νομοθετική διάταξη.
Η έλλειψη δέουσας έρευνας ως προς το νόμο και τα γεγονότα καθιστά το συμπέρασμα του Διευθυντή ότι η εργασία του Αιτητή στην Κύπρο κατά την επίδικη περίοδο δεν έχει σχέση με το επάγγελμα του ηλεκτρολόγου, αυθαίρετο και την προσβαλλόμενη απόφασή του προϊόν υπέρβασης της εξουσίας του και υποκείμενη σε ακύρωση, ώστε να καταστεί δυνατή η επανεξέταση του αιτήματος του Αιτητή και η έκδοση νέας απόφασης από το Διευθυντή μετά τη διεξαγωγή επαρκούς έρευνας προς διακρίβωση όλων των ουσιωδών γεγονότων και την ορθή ερμηνεία και εφαρμογή της ισχύουσας νομοθετικής διάταξης.
Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Οι Καθ' ων η Αίτηση να πληρώσουν £100 έναντι των εξόδων του Αιτητή.
H προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.