ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αρχείο σε μορφή PDF - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1993) 4 ΑΑΔ 1486

22 Ιουνίου, 1993

[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Δ/στής]

ANAΦOPIKA ME TO APΘPO 146 TOY ΣYNTAΓMATOΣ

Γ. Ε. ΜΑΥΡΟΜΜΑΤΗΣ ΛΤΔ.,

Αιτητές,

v.

KYΠPIAKHΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

MEΣΩ ΔIEYΘYNTH TMHMATOΣ EΣΩTEPIKΩN ΠPOΣOΔΩN,

Καθ' ου η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 200/92)

 

Φορολογία Εισοδήματος — Εκπτώσεις από το φορολογητέο εισόδημα — Το ζήτημα του εισοδήματος του προερχομένου από ενοίκια — River Estates Ltd. v. The Republic και υιοθέτησή της στην κριθείσα περίπτωση.

Συνταγματικό Δίκαιο — Αντισυνταγματικότητα Νόμου — Τρόπος προβολής του ισχυρισμού —  Απόρριψη ισχυρισμού περί αντισυνταγματικότητας της παραγράφου (3) του Πίνακα του περί Εκτάκτου Εισφοράς (Προσωριναί Διατάξεις) Νόμου (Ν. 34/78) στην κριθείσα περίπτωση.

Ερμηνεία — Οι περί Εκτάκτου Εισφοράς (Προσωριναί Διατάξεις) Κανονισμοί του 1975 (Κ.Δ.Π. 31/75) — Καν. 4 — Δεν αφήνει στον Έφορο περιθώρια να μην εισπράξει τους τόκους ή μέρος αυτών.

Η ουσία της προσφυγής επικεντρώθηκε στην αμφισβήτηση της απόφασης του καθ' ου η αίτηση εφόρου να μη παραχωρήσει ως επιταχυνόμενη απόσβεση, το ποσό των £148.815, που δαπανήθηκε από τους αιτητές για την ανέγερση πολυκατοικίας.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, μερικώς ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1. Υπήρξε αμφισβήτηση ως προς το εμπρόθεσμο ή μη των φορολογιών για τα τρίμηνα του έτους 1978 και τα τρία πρώτα τρίμηνα του έτους 1979. Με τις γραπτές τους αγορεύσεις οι δικηγόροι, πολύ σοφά ενεργούντες, συμφώνησαν πως οι φορολογίες για τα τρίμηνα του 1978 και τα δύο πρώτα τρίμηνα του 1979, εκδόθηκαν εκπρόθεσμα, κατά παράβαση του Άρθρου 23(1) του Νόμου Περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμου (Ν. 4/78), χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις παρατάσεως της προθεσμίας, όπως προνοεί το εδάφιο 2 του ιδίου άρθρου.

    Αναφορικά προς τη φορολογία για το τρίτο τρίμηνο του έτους 1979, έχει συμφωνηθεί πως είναι εντός των χρονικών πλαισίων, που θέτει το Άρθρο 23(1) του Νόμου 4/78.

2. Κατά την εισήγηση του καθ'ου η αίτηση, δεν μπορούν να παραχωρηθούν εκπτώσεις για εισόδημα του φορολογουμένου που προέρχεται από ενοίκια. Σε τέτοιες περιπτώσεις αντί εκπτώσεων ο φορολογούμενος δικαιούται 25% έκπτωση του ακαθάριστου ενοικίου και τους τόκους επί του δανεισθέντος κεφαλαίου για την απόκτηση της οικοδομής.

    Οι αιτητές διαφώνησαν και εισηγήθηκαν πως πρέπει να δοθεί διαφορετική ερμηνεία και συγκεκριμένα πως δικαιούνται εκπτώσεων και πως εσφαλμένα ο Έφορος εφάρμοσε τη νομοθετική αυτή διάταξη η οποία, κατά την εισήγησή τους εφαρμόζεται στην περίπτωση που το εισόδημα προέρχεται μόνο από ενοίκια.

    Είναι η πιo ουσιαστική διαφορά των μερών. Το Δικαστήριο δέχεται ανεπιφύλακτα την ερμηνεία που εισηγείται ο καθ' ου η αίτηση. Τούτο υποστηρίζεται από την απόφαση του Εντίμου Προέδρου του Δικαστηρίου τούτου στην υπόθεση River Estates Ltd. v. The Republic (1986) 3 C.L.R. 2575, στη σελίδα 2590 και μετέπειτα, όπου αποφασίστηκε, πάνω σε διαφορετικό σκεπτικό, πως οι εκπτώσεις που προβλέπονται από το Άρθρο 12 της φορολογικής νομοθεσίας, δεν παραχωρούνται στην περίπτωση προσδιορισμού εισοδήματος που προέρχεται από ενοίκια.

3. Ως προς την εισήγηση των αιτητών ότι η παράγραφος (3) του Πίνακα του Νόμου 34/78 είναι αντισυνταγματική, δε βρίσκει σύμφωνο το Δικαστήριο.

    Η εισήγηση είναι γενική και αόριστη, χωρίς να έχει υποδειχθεί συγκεκριμένα, όπως έπρεπε, σε πιο σημείο βρίσκεται η αντισυνταγματικότητα της παραγράφου αυτής. Προφανώς η εισήγηση των αιτητών, είναι πως προσδιορίζεται ένα συγκεκριμένο ποσό 25%, χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα ελαστικότητας ή διακριτικής ευχέρειας στην επιβολή μικρότερου ποσού, ανάλογα προς συγκεκριμένες καταστάσεις. Τούτο δεν ευσταθεί, γιατί το αποτέλεσμα της εισφορά του φορολογούμενου, εξαρτάται όχι από το 25%, αλλά από το ακαθάριστο αυτού εισόδημα, το οποίο ποικίλει. Κατ' ακολουθία, η πρόνοια αυτή του Νόμου είναι σύμφωνη και συνάδει πλήρως προς την πρόνοια του Άρθρου 24.1 του Συντάγματος, για συνεισφορά στα δημόσια, ανάλογα με τις δυνάμεις εκάστου.

4.  Ο Κανονισμός 4 των περί Εκτάκτου Εισφοράς (Προσωριναί Διατάξεις) Κανονισμών του 1975, δεν αφήνει περιθώρια στον Έφορο να μην εισπράξει τους τόκους ή μέρος αυτών. Το Δικαστήριο δε συμφωνεί ότι οιαδήποτε παράλειψη ή οιαδήποτε αργοπορία στην πληρωμή του ποσού αυτού, οφείλεται εις αμέλεια ή παράλειψη ή αδικαιολόγητη καθυστέρηση από μέρους του Εφόρου.

H προσφυγή επιτυγχάνει χωρίς έξοδα.

Αναφερόμενη υπόθεση:

River Estates Ltd. v. Republic (1986) 3 C.L.R. 2575.

Προσφυγή.

Προσφυγή με την οποία οι αιτητές προσβάλλουν τις φορολογίες έκτακτης εισφοράς που τους επιβλήθηκαν για τις τριμηνίες των ετών 1978 έως 1982.

Σπ. Ευαγγέλου, για τους Αιτητές.

Γ. Λαζάρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α', για τον Καθ' ου η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΠAΠAΔOΠOYΛOΣ, Δ.: Οι αιτητές ζητούν από το Δικαστήριο τις πιο κάτω θεραπείες:

"1. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η ειδοποίηση επιβολής έκτακτης εισφοράς αρ. Ζ15436 ημερομηνίας 20.12.1991 για την πρώτη, δεύτερη και τρίτη τριμηνία του 1978, και/ή η απόφαση του καθ' ου η αίτηση να απαιτήση από τους αιτητές και/ή επιβάλει στους αιτητές έκτακτη εισφορά ανερχόμενη σε Λ.Κ.1.937 και/ή οποιοδήποτε άλλο ποσό, για τις πιο πάνω τριμηνίες, και/ή η απόφαση του καθ' ου η αίτηση να απαιτήσει τόκο πάνω στο ποσό αυτό είναι άκυρη και χωρίς οποιοδήποτε νόμιμο αποτέλεσμα.

2. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η ειδοποίηση επιβολής έκτακτης εισφοράς αρ. Ζ15436 ημερομηνίας 20.12.1991 για την πρώτη, δεύτερη, τρίτη και τέταρτη τριμηνία του 1979, και/ή η απόφαση του καθ' ου η αίτηση να απαιτήση από τους αιτητές και ή επιβάλει στους αιτητές έκτακτη εισφορά ανερχόμενη σε Λ.Κ.5.158,75 σεντ και/ή οποιοδήποτε άλλο ποσό, για τις πιο πάνω τριμηνίες, και/ή η απόφαση του καθ' ου η αίτηση να απαιτήσει τόκο πάνω στο ποσό αυτό είναι άκυρη και χωρίς οποιοδήποτε νόμιμο αποτέλεσμα.

3. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η ειδοποίηση επιβολής έκτακτης εισφοράς αρ. Ζ15436 ημερομηνίας 20.12.1991 για την πρώτη, δεύτερη, τρίτη και τέταρτη τριμηνία του 1980, και/ή η απόφαση του καθ' ου η αίτηση να απαιτήση από τους αιτητές και/ή επιβάλει στους αιτητές έκτακτη εισφορά ανερχόμενη σε Λ.Κ.8.180,85 σεντ και/ή οποιοδήποτε άλλο ποσό, για τις πιο πάνω τριμηνίες, και/ή η απόφαση του καθ'ου η αίτηση να απαιτήσει τόκο πάνω στο ποσό αυτό είναι άκυρη και χωρίς οποιοδήποτε νόμιμο αποτέλεσμα.

4. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η ειδοποίηση επιβολής έκτακτης εισφοράς αρ. Ζ15436 ημερομηνίας 20.12.1991 για την πρώτη, δεύτερη, τρίτη και τέταρτη τριμηνία του 1981, και/ή η απόφαση του καθ' ου η αίτηση να απαιτήση από τους αιτητές και/ή επιβάλει στους αιτητές έκτακτη εισφορά ανερχόμενη σε Λ.Κ.829,55 σεντ και/ή οποιοδήποτε άλλο ποσό, για τις πιο πάνω τριμηνίες, και/ή η απόφαση του καθ' ου η αίτηση να απαιτήσει τόκο πάνω στο ποσό αυτό είναι άκυρη και χωρίς οποιοδήποτε νόμιμο αποτέλεσμα.

5. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η ειδοποίηση επιβολής έκτακτης εισφοράς αρ. Ζ15436 ημερομηνίας 20.12.1991 για την τέταρτη τριμηνία του 1982, και/ή η απόφαση του καθ' ου η αίτηση να απαιτήση από τους αιτητές και/ή επιβάλει στους αιτητές έκτακτη εισφορά ανερχόμενη σε Λ.Κ.39,35 και/ή οποιοδήποτε άλλο ποσό, για την πιο πάνω τριμηνία, και/ή η απόφαση του καθ' ου η αίτηση να απαιτήσει τόκο πάνω στο ποσό αυτό είναι άκυρη και χωρίς οποιοδήποτε νόμιμο αποτέλεσμα.

6. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση του καθ'ου η αίτηση να μην επιτρέψει ως έκπτωση το κόστος ανέγερσης οικοδομής, για σκοπούς έκτακτης εισφοράς αναφορικά με τα τρίμηνα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 πιο πάνω είναι άκυρη και χωρίς οποιοδήποτε νόμιμο αποτέλεσμα."

Οι λόγοι της προσφυγής τους, όπως καθορίζονται στην αίτηση τους, είναι οι πιο κάτω:

"1. Η απόφαση του καθ' ου η αίτηση είναι αντίθετη με το Σύνταγμα, το Νόμο και τις αρχές του Διοικητικού Δικαίου.

2. Η απόφαση του καθ' ου η αίτηση λήφθηκε καθ' υπέρβαση και/ή κατάχρηση εξουσίας.

3. Η απόφαση του καθ' ου η αίτηση δεν είναι καθόλου και/ή δεόντως αιτιολογημένη.

4. Η επιβολή έκτακτης εισφοράς, όσον αφορά τις πρώτες τρεις τριμηνίες του 1978, και τις τρεις πρώτες τριμηνίες του 1979 έγινε πέραν των έξη χρόνων, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 23(1) των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεων Φόρων Νόμων 1978-1991, οι οποίες εφαρμόζονται τηρουμένων των αναλογιών, σύμφωνα με το άρθρο 6 του περί Εκτάκτου Εισφοράς (Προσωριναί Διατάξεις) Νόμου του 1978.

5. Η απόφαση του καθ' ου η αίτηση να μην επιτρέψει ως έκπτωση για σκοπούς έκτακτης εισφοράς, την επιταχυνόμενη απόσβεση που χορηγήθηκε με βάση το άρθρο 12(2)(δ) των περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμων, είναι αντίθετη με τις διατάξεις του άρθρου 6 και των παραγράφων 2 και 3 του Πίνακα του περί Εκτάκτου Εισφοράς (Προσωριναί Διατάξεις) Νόμου του 1978.

7. Η παράγραφος 3 του προαναφερόμενου Πίνακα, σύμφωνα με την οποία περιορίζεται η έκπτωση που χορηγείται στην περίπτωση προσδιορισμού του εισοδήματος από ενοίκια, σε ποσοστό 25% μόνο, είναι αντίθετη με το Άρθρο 24(1) του Συντάγματος.

8. Η απόφαση του καθ' ου η αίτηση να απαιτήσει τόκο πάνω στο ποσό της έκτακτης εισφοράς είναι παράνομη και λήφθηκε καθ' υπέρβαση και/ή κατάχρηση εξουσίας."

Τα γεγονότα που περιβάλλουν την υπόθεση είναι τα πιο κάτω:

1. Η προσφυγή στρέφεται κατά των φορολογιών έκτακτης εισφοράς για τις τριμηνίες των ετών 1978 ως 1982.

2. Οι αιτητές είναι η Εταιρεία Γ & Ε Μαυρομμάτης Λτδ που ενεγράφη στις 10.11.77 (ΗΕ 10199).  Το εισόδημά της για τα επίδικα έτη προερχόταν από την εμπορία καινούργιων και μεταχειρισμένων αυτοκινήτων και από την είσπραξη ενοικίων από ιδιόκτητα κτίρια. Πρόκειται για οικογενειακή εταιρεία.

3. Οι λογαριασμοί της εταιρείας με σχετικούς προσδιορισμούς φορολογητέου εισοδήματος για τα έτη 1978 ως 1982 υποβλήθηκαν στις 15/5/1980, 3/5/1983, 26/7/1983 και 29/9/1984 αντίστοιχα ήτοι πέραν της περιόδου που προνοείται από τη σχετική νομοθεσία.  Με βάση τους προσδιορισμούς φορολογητέου εισοδήματος για έκτακτη εισφορά για τις επίδικες τριμηνίες δηλώθηκαν ζημιές για όλες τις τριμηνίες εκτός για την πρώτη και τρίτη τριμηνία του έτους 1978 που δηλώθηκε εισόδημα £2.708 και £6.177 αντίστοιχα. Για τα εισοδήματα των εν λόγω δύο τριμηνιών είχαν εκδοθεί φορολογίες στις 24/7/1980 και η εταιρεία έχει πληρώσει την ανάλογη έκτακτη εισφορά πλέον 6% τόκους από το τέλος κάθε τριμηνίας.

3.1 Το ποσό της διεκδικούμενης ζημιάς προέρχεται από τη διεκδίκηση για επιταχυνόμενη απόσβεση όλου του κόστους νέου κτιρίου που έχει ανεγερθεί από το τέλος του 1987 ως το 1979 και

για το οποίο οι σχετικές δαπάνες ήσαν £34.403 ως τις 31/12/1978

και £114.412 κατά το έτος1979.  Το εν λόγω κόστος έχει κατανεμηθεί από την εταιρεία ως εξής:

£

(α) Υπόγειο                            18.655

(β) Καταστήματα 1-4             11.760

(γ) Καταστήματα 5-7             10.080

(δ) Υπόλοιπη οικοδομή    108.320

                                                 £148.815

3.2 Το υπόγειο και τα καταστήματα 1-4 είχαν ενοικιασθεί από την 1/7/1979 ενώ τα καταστήματα 5-7 ενοικιάστηκαν από τις αρχές του 1980.

4. Ο καθ' ου η αίτηση σε συνάντησή του με τον ελεγκτή και το Διευθυντή των αιτητών στις 28/2/1985 κατέληξε σε συμφωνία μαζί τους τόσον όσον αφορά τις επίδικες φορολογίες όσο και τις φορολογίες φόρου εισοδήματος. Η συμφωνία που επιτεύχθηκε επικυρώθηκε με επιστολή του Εφόρου Φόρου Εισοδήματος προς τον ελεγκτή των αιτητών με ημερομηνία 6 Σεπτεμβρίου 1985. Στην προαναφερόμενη επιστολή γινόταν λεπτομερής αναφορά σ' όλα τα σημεία στα οποία επήλθε συμφωνία. Στην παράγραφο (γ) αναφέρετο σαφώς ότι η από £34.403 δαπάνη του κτιρίου του έτους 1978 δε θα παρεχωρείτο εξ' ολοκλήρου για σκοπούς έκτακτης εισφοράς αλλά η παραχώρηση θα περιοριζόταν στο ποσό των £27.000, που συμφωνήθηκε και κρίθηκε τόσο από τους αιτητές όσο και από τον Έφορο δικαιολογημένη αφού διαπιστώθηκε ότι μέρος των κτιριακών εγκαταστάσεων χρησιμοποιήθηκε για σκοπούς διεξαγωγής των εμπορικών δραστηριοτήτων των αιτητών. Τονιζόταν επίσης ότι με τη συμφωνία που επιτεύχθηκε, κάθε άλλη διεκδίκηση σε σχέση με έκπτωση για σκοπούς έκτακτης εισφοράς αναφορικά με το κόστος της οικοδομής έχει εγκαταληφθεί από τους αιτητές και το από £114.412 κόστος των κτιριακών εγκαταστάσεων που διεκδικήθηκε σαν έκπτωση το 1979 δε θα επιτρεπόταν, εφόσον αυτό αναφερόταν σε κτιριακές εγκαταστάσεις από τις οποίες οι αιτητές είσπρατταν ενοίκια για τα οποία διεκδικείτο και ποσοστό έκπτωσης από 25% με βάση το Νόμο.

Σαν αποτέλεσμα των ανωτέρω συμφωνηθέντων τόσο οι προσδιορισμοί φόρου εισοδήματος όσο και έκτακτης εισφοράς τροποποιήθηκαν, οι δε σχετικές φορολογίες που βασίστηκαν στις τροποποιήσεις που κοινοποιήθηκαν στους ελεγκτές, στάληκαν στους αιτητές, στις 11/9/1985. Οι φορολογίες για τον φόρο εισοδήματος δεν έχουν αμφισβητηθεί σε αντίθεση με τις επίδικες φορολογίες έκτακτης εισφοράς κατά των οποίων υποβλήθηκε ένσταση με επιστολή ημερομηνίας 31/10/1985.

5.  Στις 20/12/1991 ο Έφορος Φόρου Εισοδήματος προέβει σε τελική βεβαίωση των επίδικων φορολογιών. Με την απόφασή του αυτή ο καθ' ου η αίτηση είχε ουσιαστικά απορρίψει την ένσταση των αιτητών επιμένοντας στην αρχική συμφωνία που είχε κάμει με αυτούς και είχε κοινοποιηθεί με την επιστολή του ημερομηνίας 6/9/1985.

Οι δικηγόροι και από τις δύο πλευρές έχουν υποβάλει εμπεριστατωμένες γραπτές αγορεύσεις, υποστηρίζοντας ο καθένας τη θέση του.

Η ουσία της όλης υπόθεσης μπορεί να συνοψισθεί στην αμφισβήτηση της φορολογίας έκτακτης εισφοράς που επεβλήθηκε στους αιτητές από τον καθ' ου η αίτηση για τις τριμηνίες των ετών 1978-1982 και της απόφασης του καθ' ου η αίτηση να μην παραχωρήσει ως επιταχυνόμενη απόσβεση το ποσό των £148.815 που δαπανήθηκε από τους αιτητές για την ανέγερση πολυκατοικίας στη Λεμεσό.

Υπήρξε αμφισβήτηση ως προς το εμπρόθεσμο ή μη των φορολογιών για τα τρίμηνα του έτους 1978 και τα τρία πρώτα τρίμηνα του έτους 1979. Με τις γραπτές τους αγορεύσεις οι δικηγόροι, πολύ σοφά ενεργούντες, συμφώνησαν πως οι φορολογίες για τα τρίμηνα του 1978 και τα δύο πρώτα τρίμηνα του 1979 εκδόθησαν εκπρόθεσμα, κατά παράβαση του άρθρου 23(1) του Νόμου Περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων 4/78, χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις παρατάσεως της προθεσμίας, όπως προνοεί το εδάφιο 2 του ιδίου άρθρου.

Αναφορικά προς τη φορολογία για το τρίτο τρίμηνο του έτους 1979, έχει συμφωνηθεί πως είναι εντός των χρονικών πλαισίων που θέτει το άρθρο 23(1) του Νόμου 4/78.

Ως προς την εγκυρότητα της απόφασης του καθ'ου η αίτηση να μην παραχωρήσει ως επιταχυνόμενη απόσβεση το κόστος του μέρους της οικοδομής που ενοικίασαν οι αιτητές σε τρίτα πρόσωπα, καθένας από τους δικηγόρους δίνει τη δική του ερμηνεία.

Είναι εισήγηση του δικηγόρου του καθ' ου η αίτηση πως η απόφαση είναι έγκυρη γιατί στηρίζεται πάνω στις διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του Πίνακα του Περί Εκτάκτου Εισφοράς (Προσωριναί Διατάξεις) Νόμου του 1978 (Ν. 34/78). Η παράγραφος (2) προνοεί:

"Τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου 3, προς προσδιορισμόν του εισοδήματος εκπίπτονται άπασαι αι δυνάμει των εκάστοτε εν ισχύι περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμων επιτρεπόμεναι εκπτώσεις εξαιρέσει των ακολούθων:

(α)   της εκπτώσεως λόγω επενδύσεως της χορηγουμένης δυνάμει των διατάξεων των εδαφίων (β) και (γ) της παραγράφου (2) του άρθρου 12·

(β)   της εκπτώσεως λόγω εξαντλήσεως μεταλλείου της χορηγουμένης δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5 του Πρώτου Παραρτήματος·

(γ)   της ζημίας ήτις μεταφέρεται από προηγούμενα έτη:

Νοείται ότι, από της τριμηνίας της αρχομένης την 1ην Απριλίου, 1976 και εντεύθεν οσάκις το ποσόν ζημίας το οποίον, εάν ήτο κέρδος ή όφελος θα εφορολογείτο δυνάμει του άρθρου 3, είναι τοσούτον ώστε να μη δύναται να συμψηφισθή καθ' ολοκληρίαν μετά του εξ άλλων πηγών εισοδήματος προσώπου τινός δια την αυτήν τριμηνίαν, το ποσόν της τοιαύτης ζημίας, καθ' ην έκτασιν τούτον δε συμψηφίζεται ούτω μεταφέρεται και συμψηφίζεται μετά του κατά τας επομένας τριμηνίας εισοδήματος του προσώπου τούτου μέχρις ότου η ζημία αύτη αποσβεσθή."

Κατά την εισήγηση του δικηγόρου του καθ' ου η αίτηση, δεν μπορούν να παραχωρηθούν εκπτώσεις για εισόδημα του φορολογούμενου που προέρχεται από ενοίκια. Σε τέτοιες περιπτώσεις αντί εκπτώσεων ο φορολογούμενος δικαιούται 25% έκπτωση του ακαθαρίστου ενοικίου και τους τόκους επί του δανεισθέντος κεφαλαίου για την απόκτηση της οικοδομής.

Ο δικηγόρος των αιτητών διαφωνεί και εισηγείται πως πρέπει να δοθεί διαφορετική ερμηνεία και συγκεκριμένα πως οι αιτητές δικαιούνται εκπτώσεων και πως εσφαλμένα ο Έφορος εφάρμοσε τη νομοθετική αυτή διάταξη η οποία, κατά την εισήγησή του, εφαρμόζεται στην περίπτωση που το εισόδημα προέρχεται μόνο από ενοίκια.

Είναι η πιο ουσιαστική διαφορά των μερών. Την έχω μελετήσει με κάθε δυνατή προσοχή και δέχομαι ανεπιφύλακτα την ερμηνεία που εισηγείται ο ευπαίδευτος δικηγόρος του καθ'ου η αίτηση.  Τούτο υποστηρίζεται από την απόφαση του Εντίμου Προέδρου του Δικαστηρίου τούτου στην υπόθεση River Estates Ltd. v. The Republic (1986) 3 C.L.R. 2575, στη σελίδα 2590 και μετέπειτα, όπου αποφασίστηκε, πάνω σε διαφορετικό σκεπτικό, πως οι εκπτώσεις που προβλέπονται από το άρθρο 12 της φορολογικής νομοθεσίας, δεν παραχωρούνται στην περίπτωση προσδιορισμού εισοδήματος που προέρχεται από ενοίκια.

Ως προς την εισήγηση του δικηγόρου των αιτητών ότι η παράγραφος (3) του Πίνακα του Νόμου 34/78 είναι αντισυνταγματική, δεν με βρίσκει σύμφωνο. Η παράγραφος αυτή αναφέρει:

"3. Εις την περίπτωσιν προσδιορισμού του εισοδήματος εξ ενοικίων, εκπίπτεται ποσοστόν εικοσιπέντε τοις εκατόν του ακαθαρίστου αυτού εισοδήματος, καθώς επίσης και οι τόκοι επί κεφαλαίου δανεισθέντος προς απόκτησιν της οικοδομής της οποίας το ενοίκιον υπόκειται εις καταβολήν εκτάκτου εισφοράς:

Νοείται ότι εις περίπτωσιν καθ' ην εγένετο μείωσις ενοικίου δυνάμει οιουδήποτε εν ισχύι νόμου ή επί των ούτω μειωθέντων ενοικίων αναλογούσα εισφορά υπολογιζομένη προ της τοιαύτης μειώσεως, μειούται κατά το ποσόν καθ'ο το ενοίκιον έχει μειωθή."

Ευρίσκω την εισήγηση γενική και αόριστη χωρίς να μου έχει υποδειχθεί συγκεκριμένα, όπως έπρεπε, σε ποιό σημείο βρίσκεται η αντισυνταγματικότητα της παραγράφου αυτής. Προφανώς η εισήγηση του δικηγόρου των αιτητών είναι πως προσδιορίζεται ένα συγκεκριμένο ποσό 25%, χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα ελαστικότητας ή διακριτικής ευχέρειας στην επιβολή μικρότερου ποσού ανάλογα προς συγκεκριμένες καταστάσεις. Πιστεύω ότι τούτο δεν ευσταθεί γιατί το αποτέλεσμα της εισφοράς του φορολογούμενου εξαρτάται όχι από το 25%, αλλά από το ακαθόριστο αυτού εισόδημα, το οποίο ποικίλει. Κατ' ακολουθία η πρόνοια αυτή του Νόμου είναι σύμφωνη και συνάδει πλήρως προς την πρόνοια του άρθρου 24.1 του Συντάγματος για συνεισφορά στα δημόσια, ανάλογα με τις δυνάμεις εκάστου.

Για το λόγο αυτό κρίνω ότι η εισήγηση περί αντισυνταγματικότητας δεν ευσταθεί.

Ως προς την απόφαση του καθ' ου η αίτηση να απαιτήσει  τόκους, η απόφαση αυτή στηρίζεται προφανώς επί του Κανονισμού 4 των περί Εκτακτης Εισφοράς (Προσωριναί Διατάξεις) Κανονισμών του 1975 (Κ.Δ.Π. 31/75), ο οποίος Κανονισμός αναφέρει τα εξής:

"4. Παρά τας διατάξεις των Κανονισμών 2 και 3, ευθύς ως το εισόδημα της περιόδου 1ης Οκτωβρίου 1974 μέχρι 31ης Δεκεμβρίου 1974 και του έτους 1975 εξακριβωθή τελικώς μετά την υποβολήν δηλώσεως εισοδήματος και τοιούτων στοιχείων τα οποία ο Διευθυντής ήθελε κρίνει αναγκαία δια τους σκοπούς του Νόμου, ο Διευθυντής προβαίνει εις τας αναγκαίας αναπροσαρμογάς και εισπράττει οιανδήποτε διαφοράν μη καταβληθείσης εισφοράς ή επιστρέφει την πέραν του δέοντος καταβληθείσαν τοιαύτην:

Νοείται ότι εις περιπτώσεις καθ'ας το υπόχρεον εις καταβολήν εισφοράς πρόσωπον δεν υπέβαλε προσωρινήν δήλωσιν εισοδήματος δυνάμει του Κανονισμού 2 ή της επιφυλάξεως του Κανονισμού 3 ή υπέβαλε τοιαύτην δήλωσιν και κατέβαλεν εισφοράν βάσει της τοιαύτης δηλώσεως ήτις είναι χαμηλοτέρα των τριών τετάρτων της εισφοράς της τελικώς εξακριβωθησομένης, καταβάλλεται επί του τελικώς εξακριβωθησομένου ποσού εν περιπτώσει επιβολής προσωρινής εισφοράς υπό του Διευθυντού ή επί οιασδήποτε διαφοράς ήτις καθίσταται πληρωτέα τόκος προς εξ τοις εκατόν ετησίως από της πρώτης ημέρας του μηνός ο οποίος έπεται της λήξεως εκάστης τριμηνίας εις την οποίαν αναφέρεται η βεβαίωσις ανεξαρτήτως της ημερομηνίας καθ' ην όντως εγένετο η τοιαύτη βεβαίωσις."

Κατά την κρίση μου ο Κανονισμός αυτός δεν αφήνει περιθώρια στον Έφορο να μην εισπράξει τους τόκους ή μέρος αυτών. Δε συμφωνώ πάντως ότι οιαδήποτε παράλειψη ή οιαδήποτε αργοπορία στην πληρωμή του ποσού αυτού οφείλεται εις αμέλεια ή παράλειψη ή αδικαιολόγητη καθυστέρηση από μέρους του Εφόρου.

Για τους λόγους που εξήγησα πιο πάνω, η επίδικη απόφαση παραμερίζεται μερικώς, χωρίς διάταγμα ως προς τα έξοδα.

H προσφυγή επιτυγχάνει μερικών χωρίς διαταγή για τα έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο