ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αρχείο σε μορφή PDF - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1993) 4 ΑΑΔ 1

5 Ιανουαρίου, 1993

[ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ, Δ/στής]

ANAΦOPIKA ME TA APΘPA 146 KAI 28 TOY ΣYNTAΓMATOΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Σ. ΓΙΑΛΟΥΚΑΣ,

Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, MEΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΥ (AΡ. 1),

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 884/90)

 

Διοικητική πράξη — Αιτιολογία — Αναγκαιότητα ύπαρξης αιτιολογίας των διοικητικών πράξεων αλλά και τήρησης πρακτικών των συνεδριάσεων των συλλογικών οργάνων ώστε να είναι δυνατός ο δικαστικός έλεγχος.

Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί — Προαγωγές — Άρθρο 35Β των περί Δημοσίας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων 1969-1990 — Δεν προβλέπει απόσυρση ή ανάκληση του καταλόγου που ετοιμάζεται από τη Συμβουλευτική Επιτροπή — Υπέρβαση εξουσίας στην κριθείσα περίπτωση με συνέπεια την ακυρότητα της όλης διαδικασίας πλήρωσης των θέσεων.

Με την προσφυγή ο αιτητής πρόσβαλε την απόφαση της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας να ανακαλέσει τον κατάλογο των συστηθέντων υποψηφίων που αναρτήθηκε στο Υπουργείο Παιδείας και να αναρτήσει νέο κατάλογο στον οποίο ο αιτητής δεν περιλαμβανόταν μεταξύ των συστηθέντων υποψήφιων για προαγωγή στη θέση Επιθεωρητή Α'. Ο αιτητής επίσης προσέβαλε την απόφαση της Ε.Ε.Υ. να προάξει το ενδιαφερόμενο μέρος στη θέση Επιθεωρητή Α' Μέσης Εκπαίδευσης για τα Φιλολογικά.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1. Ανεξάρτητα από το αν η απόσυρση του κατάλογου αποτελεί ανάκληση, όπως είναι ο ισχυρισμός του αιτητή, ή όχι η απόφαση της Συμβουλευτικής για απόσυρση του κατάλογου σύμφωνα με τις γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου έπρεπε να είναι αιτιολογημένη. Στην παρούσα περίπτωση, ουδεμία ατιολογία υπάρχει ή έχει δοθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή για τους λόγους που την οδήγησαν να ακολουθήσει τη γραμμή αυτή.

    Επιπρόσθετα με την αναγκαιότητα ύπαρξης αιτιολογία των διοικητικών πράξεων εξίσου απαραίτητη είναι η τήρηση και ύπαρξη πρακτικών των συνεδριάσεων των συλλογικών οργάνων ώστε να είναι δυνατός ο δικαστικός έλεγχος.

    Στην προκειμένη περίπτωση η επίδικη απόφαση στερείται αιτιολογίας γεγονός που όχι μόνο καταστρατηγεί τις βασικές αρχές της χρηστής διοίκησης αλλά καθιστά με τον τρόπο αυτό αδύνατο το δικαστικό έλεγχο.

    Συνεπώς για το λόγο αυτό η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει και ως εκ τούτου πρέπει να ακυρωθεί.

2. Επίσης στο Άρθρο 35Β του Νόμου στο οποίο περιέχονται οι σχετικές διατάξεις, δεν προβλέπεται απόσυρση η ανάκληση του κατάλογου που ετοιμάζεται από τη Συμβουλευτική Επιτροπή αλλά σύμφωνα με το Εδάφιο (7) του Άρθρου 35Β η αναθεώρηση του κατάλογου είναι δυνατή μόνο από την Ε.Ε.Υ., κατόπιν γραπτής ένστασης επηρεαζόμενου εκπαιδευτικού λειτουργού. Ως εκ τούτου η Συμβουλευτική Επιτροπή ενήργησε παράνομα και υπερέβηκε με τον τρόπο αυτό τα ακραία όρια της εξουσίας που της παρέχει ο Νόμος.

3. Για τους πιο πάνω λόγους η διαδικασία ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής πάσχει και ως εκ τούτου συμπαρασύρει και οδηγεί σε ακυρότητα και τη διαδικασία ενώπιον της Ε.Ε.Υ.

H προσφυγή επιτυγχάνει με £200 έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

HjiLoucas v. Republic (1971) 3 C.L.R. 96,

Themistocleous v. Republic (1985) 3 C.L.R. 1070.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση να ανακαλέσουν τον κατάλογο των συστηθέντων υποψηφίων για προαγωγή στη θέση Επιθεωρητή Α΄ και να αναρτήσουν νέο και να προάξουν το ενδιαφερόμενο μέρος στη θέση Επιθεωρητή Α΄, αντί του αιτητή.

Α.Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.

Ε. Λοϊζίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α', για τους Καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΔHMHTPIAΔHΣ, Δ.: Με την προσφυγή αυτή ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Ε.Ε.Υ.) να ανακαλέσει τον κατάλογο των συστηθέντων υποψήφιων που αναρτήθηκε στο Υπουργείο Παιδείας στις 21/7/1990 και να αναρτήσει νέο κατάλογο στον οποίο ο αιτητής δεν περιλαμβάνετο μεταξύ των συστηθέντων υποψήφιων για προαγωγή στη θέση Επιθεωρητή Α'. Ο αιτητής επίσης προσβάλλει την απόφαση της Ε.Ε.Υ. να προάξει το ενδιαφερόμενο μέρος στη θέση Επιθεωρητή Α' Μέσης Εκπαίδευσης για τα Φιλολογικά.

Στις 18/6/1990 η Ε.Ε.Υ. αποφάσισε την προκήρυξη δύο κενών θέσεων Επιθεωρητή Α' Μέσης Εκπαίδευσης για τα Φιλολογικά με δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

Για τις θέσεις, που είναι Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής, υποβλήθηκαν αιτήσεις από 7 (επτά) υποψήφιους περιλαμβανομένου του αιτητού και του ενδιαφερόμενου μέρους.

Η αρμόδια Συμβουλευτική Επιτροπή που συστάθηκε σύμφωνα με το Άρθρο 35Β(ι) των περί Δημοσίας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων 1969-1990, για το σκοπό αυτό, στη συνεδρίαση της ημερομηνίας 20/7/1990 αποφάσισε να συστήσει για τις δυο κενές θέσεις έξι υποψήφιους μεταξύ των οποίων περιλαμβάνετο ο αιτητής, όχι όμως το ενδιαφερόμενο μέρος. Κατάλογος των προτεινόμενων αναρτήθηκε.

Στη σχετική έκθεση της προς την Ε.Ε.Υ., ημερομηνίας 1/8/1990, η Συμβουλευτική Επιτροπή αναφέρει μεταξύ άλλων:-

"στη συνεδρίασή της στις 24.7.90 ... αφού μελέτησε ξανά το θέμα, αποφάσισε:

"Να αποσυρθεί ο κατάλογος των προταθέντων για προαγωγή στις δυο κενές θέσεις, που αναρτήθηκε στο Υπουργείο Παιδείας στις 21.7.1990 και

Να κληθούν όλοι οι υποψήφιοι σε προσωπική συνέντευξη στις 31.7.90 ..."

Αναφέρονται επίσης τα πιο κάτω:-

"Κατά τις συνεντεύξεις υποβλήθηκαν σε όλους τους υποψηφίους ερωτήσεις σχετικές με την εκπαίδευση γενικά και, ειδικότερα, με το ρόλο του επιθεωρητή, τη διδακτική, τα μέτρα βελτίωσης της απόδοσης των εκπαιδευτικών κτλ. Η απόδοση όλων ήταν υψηλού επιπέδου με σαφώς καλύτερο όλων τον κ. Μ. Χαμπάκη.

Η Επιτροπή κρίνει όλους τους υποψηφίους κατάλληλους για τη θέση, αλλά είναι υποχρεωμένη, σύμφωνα με το νόμο, να συστήσει για τις δύο θέσεις μόνο έξι από τους επτά. Συνεκτιμώντας όλα τα νόμιμα κριτήρια, δηλ. την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα, και λαμβάνοντας υπόψη την απόδοση στη συνέντευξη, αποφάσισε ομόφωνα:

Να συστήσει (με αλφαβητική σειρά) για προαγωγή στις δύο κενές μόνιμες (Τακτικός Προϋπολογισμός) θέσεις Επιθεωρητή A' (Μέση Εκπαίδευση) για τα Φιλολογικά, Υπουργείο Παιδείας, τους ακόλουθους:

Αντωνιάδη Λέανδρο

Μακρίδη Κλείτο

Παπαμιχαήλ Κωνσταντίνο

Παστελλά Ανδρέα

Χαμπάκη Μυριάνθη

Χριστοδούλου Βάσο.

Να μη συστήσει τον κ. Κωνσταντίνο Γιάλουκα, γιατί υστερεί έναντι όλων των άλλων υποψηφίων ως προς την αρχαιότητα."

Ο αιτητής μέσω του δικηγόρου του υπέβαλε ένσταση για τον κατάλογο.

Η Ε.Ε.Υ. αποφάσισε ότι η ανάκληση του κατάλογου που καταρτίστηκε αρχικά και ο καταρτισμός νέου κατάλογου στον οποίο δεν περιλαμβάνετο ο αιτητής, δεν επηρέαζε αυτόν δυσμενώς, εφόσον σύμφωνα με το Νόμο είχε το δικαίωμα να υπόβάλει ένσταση και αφού η Ε.Ε.Υ. κατά τον καταρτισμό του τελικού κατάλογου μελετά τους φακέλους όλων των υποψήφιων αιτητών ασχέτως αν αυτοί έχουν περιληφθεί στον κατάλογο της Συμβουλευτικής Επιτροπής.

Αναφέρονται δε τα ακόλουθα στα σχετικά πρακτικά της Ε.Ε.Υ.:-

"Από τη συνεκτίμηση των νομίμων κριτηρίων (αξία, προσόντα και αρχαιότητα) προκύπτει ότι οι υπόλοιποι έξι αιτητές παρουσιάζουν καλύτερη συγκριτικά εικόνα από τον κο Γιάλλουκα. Αναλυτικότερα: Ως προς τις υπηρεσιακές εκθέσεις κανένας από τους υποψηφίους δεν παρουσιάζεται να υπερέχει στις βαθμολογίες οι οποίες κυμαίνονται στα ίδια περίπου επίπεδα. Ως προς τα προσόντα, ισοδύναμοι περίπου με τον κο Γιάλλουκα που κατέχει μεταπτυχιακούς τίτλους Μ.Α. και Ph.D. παρουσιάζονται οι κ.κ. Αντωνιάδης και Μακρίδης οι οποίοι υπερέχουν όμως σε αρχαιότητα από τον κο Γιάλλουκα. Ο κος Γιάλλουκας παρουσιάζεται με ψηλότερα προσόντα από τους υπόλοιπους υποψηφίους κ.κ. Παπαμιχαήλ, Παστελλά, Χαμπάκη και Χριστοδούλου οι οποίοι όμως κατέχουν τη θέση Διευθυντή Σχολείων Μέσης Γενικής Εκπαίδευσης (ενώ ο κος Γιάλλουκας κατέχει τη θέση Β. Διευθυντή Σχολείων Μέσης Γενικής Εκπαίδευσης) και ως εκ τούτου, υπερέχουν εμφανώς απ' αυτόν σε αρχαιότητα."

Ως εκ τούτου απέρριψε την ένσταση του αιτητή.

Μετά την εξέταση της ένστασης αφού, όπως αναφέρει "διαπίστωσε ότι οι αιτητές έχουν όλα τα απαιτούμενα από τα Σχέδια Υπηρεσίας προσόντα", κατάρτισε σύμφωνα με το Eδάφιο 8 του Άρθρου 35Β του Νόμου τον τελικό κατάλογο των υποψήφιων, στον οποίο περιέλαβε αυτή την φορά το ενδιαφερόμενο μέρος, όχι όμως τον αιτητή και τους κάλεσε σε προσωπική συνέντευξη.

Μετά την αξιολόγηση της απόδοσης των υποψήφιων κατά τις συνεντεύξεις από το Διευθυντή Μέσης Εκπαίδευσης, η Ε.Ε.Υ.  προέβηκε η ίδια στην αξιολόγηση των υποψήφιων, μελέτησε δε τους  προσωπικούς φακέλους και τους φακέλους των προσωπικών εκθέσεων των υποψήφιων, το περιεχόμενο των οποίων αφού έλαβε υπόψη της, όπως επίσης και την έκθεση της Συμβουλευτικής και την εντύπωση που αποκόμισε η ίδια από τις προσωπικές συνεντεύξεις, ύστερα από συνεκτίμηση της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητας των υποψήφιων, βρήκε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος Α. Παστελλάς και ο υποψήφιος Μ. Χαμπάκης παρουσιάζονταν επικρατέστεροι για προαγωγή στις υπό πλήρωση θέσεις και ήταν και αρχαιότεροι από όλους τους υποψήφιους.

Η Ε.Ε.Υ. αφού κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το γεγονός ότι ορισμένοι από τους υποψήφιους κατείχαν ψηλότερα ακαδημαϊκά προσόντα από τους επιλεγόμενους (οι κ.κ. Αντωνιάδης και Μακρίδης κατέχουν διδακτορικό δίπλωμα) δεν μπορούσε να εξουδετερώσει την εμφανή υπεροχή των επιλεγομένων σε αρχαιότητα, εφόσο ως προς την αξία οι επιλεγόμενοι δεν υστερούσαν, αποφάσισε δε να προσφέρει προαγωγή στη θέση Επιθεωρητή Α' (Μέση Εκπαίδευση) για τα Φιλολογικά, από 1/9/90 στους Παστελλά και Χαμπάκη.

Ως αποτέλεσμα ο αιτητής καταχώρησε την προσφυγή αυτή.

Είναι η θέση του αιτητή ότι ο Νόμος δεν παρέχει στη Συμβουλευτική Επιτροπή το δικαίωμα να αποσύρει τη σύστασή της, συνεπώς η Συμβουλευτική ενήργησε αυθαίρετα, παράνομα και καθ' υπέρβαση εξουσίας, επιπλέον παρέλειψε να δώσει οποιοδήποτε λόγο για την απόφασή της αυτή που συνεπώς στερείται αιτιολογίας.

Είναι ο ισχυρισμός του αιτητή ότι η απόσυρση του κατάλογου ισοδυναμεί με ανάκληση η οποία εν πρώτοις δεν είναι επιτρεπτή, αλλά και να ήταν, απαιτούσε όπως κάθε ανάκληση, αιτιολογία. Και ως εκ τούτου η απόφαση αυτή καθίσταται ακυρωτέα και περιπλέον συμπαρασύρει και την τελική σε ακυρότητα.

Όσον αφορά τη διαδικασία ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής είναι ο ιχυρισμός του αιτητή ότι οι κρίσεις και τα αποτελέσματα της Συμβουλευτικής δεν περιέχονται πουθενά ούτε είναι καταγραμμένες οι εντυπώσεις που σχηματίστηκαν από την απόδοση των υποψήφιων στις συνεντεύξεις, γεγονός που αποτελεί έλλειψη αιτιολογίας.

Είναι επίσης η θέση του αιτητή ότι ο αποκλεισμός του γιατί "υστερεί έναντι των άλλων σε αρχαιότητα" είναι εσφαλμένος δεδομένου ότι η αρχαιότητα είναι στοιχείο περιορισμένης σημασίας σε θέσεις Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής.

Όσον αφορά την απόφαση της Ε.Ε.Υ. εκτός του ισχυρισμού ότι συμπαρασύρεται σε ακυρότητα από την απόφαση της Συμβουλευτικής, είναι η θέση του αιτητή ότι εσφαλμένα αποκλείστηκε από τη διαδικασία ενώπιον της Ε.Ε.Υ. με μόνο κριτήριο την αρχαιότητα και τη συνέντευξη.

Ο επόμενος λόγος που επικαλείται ο αιτητής είναι ότι το προσόν της πολύ καλής γνώσης μίας τουλάχιστον των επικρατέστερων Ευρωπαϊκών γλωσσών δεν έχει ερευνηθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή αλλά ούτε και από την Ε.Ε.Υ. ούτε και παρουσιάστηκε από το ενδιαφερόμενο πρόσωπο οποιοδήποτε πιστοποιητικό ή στοιχείο που να αποδεικνύει την υπάρξη τέτοιου προσόντος ή και στον απαιτούμενο βαθμό.

Ανεξάρτητα από το αν η απόσυρση του κατάλογου αποτελεί ανάκληση ή όχι όπως είναι ο ισχυρισμός του αιτητή, η απόφαση της Συμβουλευτικής για απόσυρση του κατάλογου σύμφωνα με τις γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου έπρεπε να είναι αιτιολογημένη. Στην παρούσα περίπτωση, ουδεμία αιτιολογία υπάρχει ή έχει δοθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή για τους λόγους που την οδήγησαν να ακολουθήσει τη γραμμή αυτή.

Στο σχετικό πρακτικό της συνεδρίας της Συμβουλευτικής, ημερομηνίας 24/7/1990, όπου αποφασίστηκε η απόσυρση του κατάλογου δεν περιέχεται καμία αιτιολογία παρά μόνο γίνεται αναφορά στα "πρακτικά της πρώτης συνεδρίας που έγινε στις 20.7.90, τα οποία βρίσκονται στο Φακ. ΙΙΙ/87/ΑΑ". Στο φάκελο αυτό όμως που κατατέθηκε στο Δικαστήριο ως Τεκμήριο 9 δεν υπάρχουν οποιαδήποτε πρακτικά αναφορικά με συνεδρία τέτοιας ημερομηνίας ούτε και στα σχετικά σημειώματα του φακέλου γίνεται αναφορά σε τέτοια συνεδρία. Παρουσιάστηκε επίσης από τον αιτητή ως Τεκμήριο Χ, φωτοαντίγραφο χειρόγραφης σημείωσης προς τη δικηγόρο των καθ' ων η αίτηση στην οποία αναφέρεται ότι δεν έχουν γίνει πρακτικά για τη συνεδρία της 20/7/1990.

Επιπρόσθετα με την αναγκαιότητα ύπαρξης αιτιολογίας των διοικητικών πράξεων εξίσου απαραίτητη είναι η τήρηση και ύπαρξη πρακτικών των συνεδριάσεων των συλλογικών οργάνων ώστε να είναι δυνατός ο δικαστικός έλεγχος (βλέπε HjiLoucas v. Republic (1971) 3 C.L.R. 96 στη σελ. 103, Themistocleous v. Republic (1985) 3 C.L.R. 1070 στη σελ. 1081).

Στην προκειμένη περίπτωση έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η επίδικη απόφαση στερείται αιτιολογίας γεγονός που όχι μόνο καταστρατηγεί τις βασικές αρχές της χρηστής διοίκησης αλλά καθιστά με τον τρόπο αυτό αδύνατο το δικαστικό έλεγχο.

Συνεπώς για το λόγο αυτό η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει και ως εκ τούτου πρέπει να ακυρωθεί.

Όπως ορθά επίσης ισχυρίστηκε ο αιτητής στο Άρθρο 35Β του Νόμου στο οποίο περιέχονται οι σχετικές διατάξεις, δεν προβλέπεται απόσυρση η ανάκληση του κατάλογου που ετοιμάζεται από τη Συμβουλευτική Επιτροπή αλλά σύμφωνα με το εδάφιο (7) του Άρθρου 35Β η αναθεώρηση του κατάλογου είναι δυνατή μόνο από την Ε.Ε.Υ., κατόπιν γραπτής ένστασης επηρεαζόμενου εκπαιδευτικού λειτουργού. Ως εκ τούτου η Συμβουλευτική Επιτροπή ενήργησε παράνομα και υπερέβηκε με τον τρόπο αυτό τα ακραία όρια της εξουσίας που της παρέχει ο Νόμος.

Για τους πιο πάνω λόγους καταλήγω στο συμπέρασμα ότι η διαδικασία ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής πάσχει και ως εκ τούτου συμπαρασύρει και οδηγεί σε ακυρότητα και τη διαδικασία ενώπιον της Ε.Ε.Υ.

Συνεπώς η προσφυγή επιτυγχάνει και η επίδικη απόφαση ακυρώνεται.

Οι καθ' ων η αίτηση να πληρώσουν £200,00 έναντι των εξόδων του αιτητή.

H προσφυγή επιτυγχάνει με £200,- έξοδα υπέρ του αιτητή.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο