ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1992) 4 ΑΑΔ 2479
14 Ιουλίου, 1992
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΛΕΚΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΟΣ,
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ης η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1149/90)
Δημόσιοι Υπάλληλοι — Διορισμοί — Συμβουλευτική Επιτροπή — Καθαρά συμβουλευτικό το έργο της — Η Ε.Δ.Υ. δεν δεσμεύεται από την κρίση της — Η παράγραφος 8 του Άρθρου 34 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν. 1/90), όπως είναι διατυπωμένη, δίδει απεριόριστη εξουσία στην Ε.Δ.Υ. — Η τελική κρίση για τις υποψηφιότητες ανάγεται στις αρμοδιότητες της Ε.Δ.Υ.
Δημόσιοι Υπάλληλοι — Σχέδια Υπηρεσίας — Αναφορά ημερολογιακής χρονικής περιόδου — Δεν αφήνει πεδίο άσκησης διακριτικής ευχέρειας από την Ε.Δ.Υ.
Οι αιτητές προσέβαλαν με την προσφυγή το διορισμό του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Εκπαιδευτικού Προγραμματιστή.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την Επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
1. Το έργο της Συμβουλευτικής Επιτροπής, όπως η ονομασία της υποδηλώνει, αλλά και οι αρμοδιότητες που παρέχονται σ' αυτή από το Νόμο, είναι καθαρά συμβουλευτικό. Η ΕΔΥ δεν δεσμεύεται από την κρίση της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Η παράγραφος 8 του Άρθρου 34 του Νόμου 1/90, όπως είναι διατυπωμένη, δίδει απεριόριστη εξουσία στην ΕΔΥ να καλεί ενώπιόν της, για προφορική εξέταση, οποιοδήποτε από τους υποψηφίους που, κατά την κρίση της, έπρεπε να ήταν στον κατάλογο αυτών που συστήθηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή. Θα μπορούσε να καλέσει π.χ. και υποψήφιο που δεν προκρίθηκε στην προφορική εξέταση ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής, γιατί έχει την άποψη πως, από τα υπόλοιπα στοιχεία κρίσεως, δυνατό να είναι επαρκής υποψήφιος, όπως στην κρινόμενη υπόθεση, όπου, παρά το γεγονός πως το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν παρουσιάστηκε στην προφορική εξέταση ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής, εφόσον απουσίαζε με υποτροφία στο εξωτερικό, τα υπόλοιπα στοιχεία, που ήσαν ενώπιόν της, αξιολογήθηκαν ως ικανοποιητικά για να κληθεί σε προφορική εξέταση.
Η νόμιμη υποψηφιότητα ενός προσώπου για κάποια θέση δεν τερματίζεται, επειδή, για οποιοδήποτε λόγο, δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο επιλογής της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Η τελική κρίση ανάγεται στις αρμοδιότητες της ΕΔΥ.
2. Το στοιχείο κρίσεως της απόδοσης των υποψηφίων στην προφορική εξέταση από το διευθυντή, καθώς επίσης και αυτό των καλυτέρων προσόντων του ενδιαφερομένου μέρους, αναφέρθηκαν ειδικά για να δικαιολογηθεί η απόκλιση της ΕΔΥ από τη σύσταση του διευθυντή.
3. Το ενδιαφερόμενο πρόσωπο διορίστηκε βοηθός διευθυντής την 1.9.87. Η ουσιώδης ημερομηνία, σύμφωνα με το Νόμο, που θα έπρεπε να διαθέτει τα απαραίτητα προσόντα για τη θέση είναι η 28.7.90. Ο διορισθείς υπολειπόταν ένα μήνα και λίγες ημέρες για να συμπληρώσει την τριετία, που απαιτείται στη σχετική σημείωση των σχεδίων υπηρεσίας.
Δεν τίθεται θέμα στενής ή διευρυμένης ερμηνείας των σχεδίων υπηρεσίας, αλλά μήτε και υπάρχει πεδίο άσκησης διακριτικής ευχέρειας από το διοικητικό όργανο. Η ΕΔΥ θα έπρεπε απλώς να διαπιστώσει ένα πραγματικό γεγονός, αν δηλαδή το ενδιαφερόμενο πρόσωπο είχε τριετή τουλάχιστο υπηρεσία, σε θέση όχι κατώτερη του βοηθού διευθυντή. Και σύμφωνα με τις συγκεκριμένες ημερομηνίες δεν είχε. Η αναφορά των σχεδίων υπηρεσίας σε "τριετία" έχει την έννοια της ημερολογιακής χρονικής περιόδου και καμμιά άλλη. (Ευάγγελος Ευαγγέλου ν. ΕΔΥ).
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Ευαγγέλου ν. Δημοκρατίας (1989) 3(Δ) Α.Α.Δ. 2434.
Προσφυγή.
Προσφυγή που προσβάλλει το διορισμό του ενδιαφερομένου προσώπου, που έγινε από τους καθ' ων η αίτηση στις 27.9.90, στη μόνιμη θέση Εκπαιδευτικού Προγραμματιστή.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τους αιτητές.
Α. Παπασάββας, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση.
Α. Παπαφιλίππου, για το ενδιαφερόμενο μέρος, Α. Σκοτεινό.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. Οι αιτητές προσβάλλουν το διορισμό του ενδιαφερομένου προσώπου που έγινε από την ΕΔΥ στις 27.9.90 και εδημοσιεύθη στις 19.10.89, με ισχύ από 29.9.90, στη μόνιμη θέση Εκπαιδευτικού Προγραμματιστή. Επειδή η θέση καθορίστηκε ως πρώτου διορισμού και προαγωγής, η διαδικασία πλήρωσης της έγινε σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 34 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, Ν. 1/90. Η Συμβουλευτική Επιτροπή, που συστάθηκε με βάση το άρθρο 32(1)(α) του Νόμου, συνήλθε σε δύο συνεδρίες για να ολοκληρώσει το έργο της, όπως αυτό καθορίζεται στο άρθρο 34 του Νόμου. Στη δεύτερη συνεδρία, στις 6.9.90, οι επτά επιλεγέντες υποψήφιοι παρουσιάστηκαν ενώπιόν της για προφορική εξέταση. Μετά το πέρας της διαδικασίας επιλογής, η Συμβουλευτική επιτροπή, αφού συνεκτίμησε την απόδοση των υποψηφίων στη προφορική εξέταση, τα προσόντα τους σε αναφορά με τα καθήκοντα της θέσης, το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων και των ετησίων εκθέσεων, αυτών που ήσαν δημόσιοι λειτουργοί, και τα στοιχεία στις αιτήσεις για τη θέση, αποφάσισε να συστήσει στην ΕΔΥ τέσσερις υποψήφιους για διορισμό. Μεταξύ αυτών ήσαν και οι δύο προσφεύγοντες. Το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, μολονότι αιτητής για τη θέση, δεν παρουσιάστηκε στην προφορική εξέταση ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής, γιατί απουσίαζε με έγκριση του υπουργείου παιδείας, με υποτροφία στις ΗΠΑ από 26.8.90 - 22.9.90. Η Συμβουλευτική Επιτροπή, όπως καταγράφεται στο πρακτικό της, λόγω πίεσης χρόνου για την ολοκλήρωση της διαδικασίας πλήρωσης της θέσης μέχρι του τέλους Σεπτεμβρίου 1990, προχώρησε στην προφορική εξέταση των υποψηφίων, χωρίς να ορίσει άλλη ημερομηνία για εξέταση του ενδιαφερομένου προσώπου.
Είναι εύθετο το σημείο να παραθέσω τον πρώτο νομικό λόγο που προβάλλει ο δικηγόρος του αιτητή για την ακύρωση της επίδικης απόφασης. Υποστηρίζει πως η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας δεν μπορούσε νόμιμα να θεωρήσει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ως υποψήφιο, εφόσον δεν εκρίθη από τη Συμβουλευτική Επιτροπή σε προφορική εξέταση, η διεξαγωγή της οποίας ρητά προβλέπεται στο άρθρο 34(6) του Νόμου. Ο δικηγόρος της Δημοκρατίας και του ενδιαφερομένου, απαντώντας στο επιχείρημα αυτό, επικαλούνται τις πρόνοιες της πραγράφου 8 του άρθρου 34, που έχει ως εξής:
Η Επιτροπή, πριν κάμει τη τελική επιλογή, μπορεί να καλέσει σε προφορική εξέταση τους υποψηφίους, οι οποίοι συστήθηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, όπως επίσης και οποιοδήποτε άλλο υποψήφιο που, κατά την κρίση της, έπρεπε να ήταν στον κατάλογο αυτών που συστήθηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή."
Ο διορισθείς, με αίτημά του στην ΕΔΥ, ζήτησε να κληθεί και αυτός στην ενώπιόν της προφορική εξέταση, αναφέροντας το λόγο που δεν μπόρεσε να παρευρεθεί στην ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής συνέντευξη. Η ΕΔΥ δέχθηκε το αίτημά του, με αποτέλεσμα να κληθεί και αυτός σε συνέντευξη, στις 24.9.90, μαζί με τους τέσσερις υποψήφιους που συστήθηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή.
Το δεύτερο νομικό σημείο, που εγείρεται για την προσβολή της επίδικης απόφασης, είναι πως ο διορισθείς δεν πληρεί τα προσόντα των σχεδίων υπηρεσίας της θέσης. Η Σημείωση (β) των σχεδίων υπηρεσίας έχει ως εξής:
"(β) δεν έχουν μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο ή μετεκπαίδευση στον Εκπαιδευτικό Προγραμματισμό και τη στην (σ) παράγραφο απαιτούμενη πείρα, νοουμένου ότι θα έχουν μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο στα Παιδαγωγικά ή στην Εκπαιδευτική Διοίκηση και δεκαετή τουλάχιστο πείρα στη Δημόσια Εκπαιδευτική Υπηρεσία, από την οποία τριετής, τουλάχιστον, υπηρεσία, σε θέση όχι κατώτερη του Βοηθού Διευθυντή. Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης, και νοουμένου ότι θα αποκτήσουν το απαιτούμενο προσόν στον Εκπαιδευτικό Προγραμματισμό μέσα σε τέσσερα χρόνια από το διορισμό τους."
Υποβάλλεται συναφώς πως το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν είχε τριετή τουλάχιστο υπηρεσία στη θέση Βοηθού Διευθυντή, εφόσον στη θέση αυτή διορίστηκε την 1.9.87 και η ουσιώδης ημερομηνία κατοχής των προσόντων ήταν η 28.7.90, ημερομηνία που καθορίστηκε στην προκήρυξη της θέσης ως η τελευταία ημέρα υποβολής αιτήσεως. Ο Νόμος 1/90 ρητά καθορίζει τώρα, στο άρθρο 34(15)(α), πως κανένας δεν διορίζεται ή προάγεται σε θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής, εκτός αν κατέχει τα προσόντα, που προβλέπονται στο σχέδιο υπηρεσίας, για τη θέση αυτή, κατά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων και κατά το χρόνο που λαμβάνεται η απόφαση.
Το τρίτο και τελευταίο νομικό σημείο άπτεται των απόψεων του γενικού διευθυντή του υπουργείου παιδείας, που σύμφωνα με αυτές συστήθηκαν για προαγωγή στη θέση η Ολυμπία Στυλιανού και Μιχαήλ Στασόπουλος, ένας από τους προσφεύγοντες, αξιολογώντας και τους δύο ως ισοδύναμους. Ο αιτητής Στασόπουλος, που είναι και ο αρχαιότερος, υπηρετούσε ως διευθυντής σχολείων μέσης εκπαίδευσης από το 1980, ενώ ο δεύτερος αιτητής Αλέκος Χρυσοστόμου ακολουθεί, με υπηρεσία στην ίδια θέση από το 1983. Ο διορισθείς ήταν βοηθός διευθυντής από το 1987.
Η ΕΔΥ έκρινε πως η Ολυμπία Στυλιανού ήταν η καταλληλότερη για τη θέση και της προσφέρθηκε διορισμός σ' αυτή, τον οποίο όμως δεν απεδέχθη. Η ΕΔΥ προχώρησε, ως εκ τούτου, στην επιλογή του ενδιαφερομένου προσώπου.
Εισηγείται πάνω στο ζήτημα αυτό ο δικηγόρος των αιτητών, πως η ΕΔΥ δεν αιτιολόγησε την απόφασή της να παρεκκλίνει από τις συστάσεις του γενικού διευθυντή. Επιχειρηματολογώντας επί του προκειμένου είπε πως η Επιτροπή τελούσε σε πλήρη σύγχυση, αναμιγνύοντας τις συστάσεις του γενικού διευθυντή, που αφορούσαν στην σφαιρική αξιολόγηση των υποψηφίων, με τις εντυπώσεις που αποκόμισε από την προφορική εξέτασή τους ενώπιον της ΕΔΥ.
Προχωρώ να αναλύσω και τα τρία νομικά ζητήματα για να καταλήξω στην τελική μου κρίση, χωρίς να τηρώ τη σειρά που τα έχω παραθέσει πιο πάνω. Ο δικηγόρος των αιτητών, σχολιάζοντας τις πρόνοιες της παραγράφου 8 του άρθρου 34 του Νόμου, εισηγείται πως η ΕΔΥ μπορεί μεν να καλέσει σε προφορική εξέταση και οποιοδήποτε άλλο υποψήφιο, που κατά την κρίση της έπρεπε να ήταν στον κατάλογο των συστηθέντων από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, αλλά υπό την προϋπόθεση ότι αυτός υπέστη τη δοκιμασία της προφορικής εξέτασης από τη Συμβουλευτική. Στην αντίθετη περίπτωση παραβιάζεται η αρχή της ισότητας, καταλήγει η εισήγηση του δικηγόρου των αιτητών.
Αρχικά, το επιχείρημα με εντυπωσίασε και από μια πρώτη ματιά φαίνεται λογικό. Βαθύτερη όμως μελέτη του θέματος με οδηγεί στο συμπέρασμα πως η θέση του δικηγόρου των αιτητών είναι νομικά εσφαλμένη. Το έργο της Συμβουλευτικής Επιτροπής, όπως η ονομασία της υποδηλώνει, αλλά και οι αρμοδιότητες που παρέχονται σ' αυτή από το Νόμο, είναι καθαρά συμβουλευτικό. Η ΕΔΥ δεν δεσμεύεται από την κρίση της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Η παράγραφος 8 του άρθρου 34 του Νόμου, όπως είναι διατυπωμένη, δίδει απεριόριστη εξουσία στην ΕΔΥ να καλεί ενώπιον της, για προφορική εξέταση, οποιοδήποτε από τους υποψήφιους που, κατά την κρίση της, έπρεπε να ήταν στον κατάλογο αυτών που συστήθηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή. Θα μπορούσε να καλέσει π.χ. και υποψήφιο που δεν προκρίθηκε στην προφορική εξέταση ενώπιον της Συμβουλευτικής επιτροπής, γιατί έχει την άποψη πως από τα υπόλοιπα στοιχεία κρίσεως δυνατό να είναι επαρκής υποψήφιος, όπως στην κρινόμενη υπόθεση, όπου, παρά το γεγονός πως το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν παρουσιάστηκε στην προφορική εξέταση ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής, γιατί έχει την άποψη πως από τα υπόλοιπα στοιχεία κρίσεως δυνατό να είναι επαρκής υποψήφιος, όπως στην κρινόμενη υπόθεση, όπου, παρά το γεγονός πως το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν παρουσιάστηκε στην προφορική εξέταση ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής, εφόσον απουσίαζε με υποτροφία στο εξωτερικό, τα υπόλοιπα στοιχεία, που ήσαν ενώπιόν της, αξιολογήθηκαν ως ικανοποιητικά για να κληθεί σε προφορική εξέταση. Έχω τη γνώμη πως η νόμιμη υποψηφιότητα ενός προσώπου για κάποια θέση δεν τερματίζεται, επειδή, για οποιοδήποτε λόγο, δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο επιλογής της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Η τελική κρίση ανάγεται στις αρμοδιότητες της ΕΔΥ.
Το δεύτερο σημείο αφορά στην αξιολόγηση, από την ΕΔΥ, της σύστασης του διευθυντή του υπουργείου παιδείας, ο οποίος, όπως έχω ήδη αναφέρει, σύστησε για προαγωγή την Ολυμπία Στυλιανού και τον ένα από τους προσφεύγοντες Στασόπουλο. Στην προφορική εξέταση ο γενικός διευθυντής έκρινε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ως πάρα πολύ καλό, ενώ τον αιτητή Στασόπουλο πολύ καλό και Χρυσοστόμου σχεδόν πολύ καλό. Η ΕΔΥ, αιτιολογώντας την επίδικη απόφαση, έκαμε ειδική αναφορά και σύγκριση μεταξύ Σκοτεινού και Στασόπουλου, επισημαίνοντας πως ο Σκοτεινός κρίθηκε στην προφορική εξέταση υπέρτερος του Στασόπουλου, τόσον από την ίδια όσον και από το γενικό διευθυντή, και ότι ο πρώτος υπερτερεί επίσης στα προσόντα. Ο δικηγόρος των αιτητών, με βάση αυτό το στοιχείο, εισηγείται πως η ΕΔΥ βρισκόταν σε σύγχυση, γιατί, αντί να λάβει υπόψη της τη γενική αξιολόγηση των υποψηφίων από το γενικό διευθυντή, στο τέλος της οποίας σύστησε για προαγωγή τους Ολυμπία Στυλιανού και Στασόπουλο, αναφέρθηκε μόνο στην αξιολόγηση του διευθυντή αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση.
Δεν νομίζω να ευσταθεί το επιχείρημα αυτό, μολονότι η ΕΔΥ, στην αιτιολογία της επίδικης απόφασης, δεν αναφέρει ρητά τους λόγους για τους οποίους δεν ακολούθησε τη σύσταση του διευθυντή. Αυτοί όμως φαίνονται στο κείμενο της κρινόμενης απόφασης, αν διαβαστεί ως ενιαίο σύνολο. Από αυτό συνάγεται πως το στοιχείο κρίσεως της απόδοσης των υποψηφίων στην προφορική εξέταση από το διευθυντή, καθώς επίσης και αυτό των καλυτέρων προσόντων του Σκοτεινού, αναφέρθηκαν ειδικά για να δικαιολογηθεί η απόκλιση της ΕΔΥ από τη σύσταση του διευθυντή.
Το τελευταίο νομικό σημείο, που βρίσκω πως είναι βάσιμο και οδηγεί στην αποδοχή της προσφυγής, είναι ο ισχυρισμός των αιτητών πως, το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν διαθέτει τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα. Είναι αποδεκτό γεγονός πως το ενδιαφερόμενο πρόσωπο θεωρήθηκε ως κατέχον τα προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας, βάσει της Σημείωσης (β) των σχεδίων υπηρεσίας, που παραθέτω αυτούσια πιο πάνω, με υπογράμμιση της κρίσιμης πρόνοιας. Το ενδιαφερόμενο πρόσωπο διορίστηκε βοηθός διευθυντής την 1.9.87. Η ουσιώδης ημερομηνία, σύμφωνα με το Νόμο, που θα έπρεπε να διαθέτει τα απαραίτητα προσόντα για τη θέση, είναι η 28.7.90. Ο διορισθείς υπολειπόταν ένα μήνα και λίγες ημέρες για να συμπληρώσει την τριετία που απαιτείται στη σχετική σημείωση των σχεδίων υπηρεσίας. Ο δικηγόρος της Δημοκρατίας εισηγήθηκε πως η ΕΔΥ δεν υπερέβη τα ακραία όρια της διακριτικής της ευχέρειας, επειδή θεώρησε πως ο αιτητής συμπλήρωσε 3 έτη υπηρεσίας στη θέση βοηθού διευθυντή, εφόσον υπολείπονταν λίγες μόνο ημέρες, και μάλιστα της θερινής, νεκρής για την παιδεία περιόδου, για να συμπληρωθεί ο ημερολογιακός κύκλος της τριετίας. Ο δε δικηγόρος του ενδιαφερομένου προσώπου υποστήριξε πως στον όρο "υπηρεσία" θα πρέπει να αποδοθεί διευρυμένη ερμηνεία, ώστε να θεωρηθεί πως ο διορισθείς κατέχει τα απαιτούμενα προσόντα, λόγω των εξειδικευμένων καθηκόντων που ασκεί.
Έχω τη γνώμη πως δεν τίθεται θέμα στενής ή διευρυμένης ερμηνείας των σχεδίων υπηρεσίας, αλλά μήτε και υπάρχει πεδίο άσκησης διακριτικής ευχέρειας από το διοικητικό όργανο. Η ΕΔΥ θα έπρεπε απλώς να διαπιστώσει ένα πραγματικό γεγονός, αν δηλαδή το ενδιαφερόμενο πρόσωπο είχε τριετή τουλάχιστο υπηρεσία, σε θέση όχι κατώτερη του βοηθού διευθυντή. Και, σύμφωνα με τις ημερομηνίες που παραθέτω πιο πάνω, δεν είχε. Η αναφορά των σχεδίων υπηρεσίας σε "τριετία" έχει την έννοια της ημερολογιακής χρονικής περιόδου και καμία άλλη. (Ευάγγελος Ευαγγέλου ν. ΕΔΥ, προσφυγή 153/88,21.10.89).
Η προσφυγή επομένως επιτυγχάνει, η επίδικη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα υπέρ των αιτητών.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.