ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1992) 4 ΑΑΔ 908
13 Μαρτίου, 1992
[ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΙΩΑΝΝΗΣ ΑΣΠΡΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΔΗΜΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,
Καθ' ου η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1047/91).
Ακυρωτική Απόφαση Ανωτάτου Δικαστηρίου — Αποτέλεσμα — Η ακυρωτική δικαστική απόφαση εξαλείφει ex tunc την ακυρούμενη πράξη, ολοσχερώς — Δεσμευτικότητα της ακυρωτικής απόφασης με βάση το Άρθρο 146 παράγραφος 5 — Υποχρέωση επανεξέτασης σε περιπτώσεις ακύρωσης προαγωγής ή διορισμού — Εξαίρεση στην απαγόρευση αναδρομικότητας των διοικητικών πράξεων.
Δημόσιοι Υπάλληλοι — Διορισμοί/Προαγωγές — Επανεξέταση — Αποκατάσταση σταδιοδρομίας του υπαλλήλου που ακυρώθηκε ο διορισμός ή η προαγωγή του — Το σχετικό καθήκον αποκατάστασης που έχει η Διοίκηση: τα πορίσματα της Ανδρέας Καραγιώργης και Άλλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας.
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Δημοσίας τάξης — Εξετάζεται αυτεπάγγελτα — Προθεσμία — Η Larkos ν. Republic — Απόφαση επιβεβαιωτικής φύσης.
Ο αιτητής επεζήτησε με την προσφυγή του την ακύρωση της απόφασης του καθ' ου η αίτηση Δήμου να μην αποδεχθεί το αίτημά του για αναγνώριση των τριών ετών της πραγματικής υπηρεσίας του στο Δήμο για σκοπούς συντάξεως, προσαυξήσεων, προαγωγής και αρχαιότητας. Ο αιτητής ουσιαστικά ζητούσε την προσμέτρηση επί συμβάσει υπηρεσίας του με μεταγενέστερη υπηρεσία σε μόνιμη θέση παρά το γεγονός ότι, εκτός των άλλων, η απόφαση προσλήψεως του με σύμβαση είχε ακυρωθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Ο καθ' ου η αίτηση Δήμος Λευκωσίας είναι Οργανισμός Δημοσίου Δικαίου που λειτουργεί με βάση τους περί Δήμων Νόμους του 1985 έως (Αρ. 3) του 1991. Ο διορισμός του αιτητή στη μόνιμη θέση αποτελεί μία νέα αυτοτελή διοικητική πράξη διορισμού, σύμφωνα με τους περί Δημοτικής Υπηρεσίας Κανονισμούς του Δήμου Λευκωσίας του 1976, οι οποίοι συνεχίζουν να ισχύουν σύμφωνα με το Άρθρο 140(3) της δημοτικής νομοθεσίας.
2. Η ακυρωτική δικαστική απόφαση εξαλείψει ex tunc την ακυρούμενη πράξη και τα αποτελέσματα που έχουν παραχθεί απ' αυτή και κάθε συνέπειά της. Η παράγραφος 5 του Άρθρου 146 του Συντάγματος προβλέπει ότι η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου δεσμεύει κάθε Δικαστήριο, όργανο, ή αρχή στη Δημοκρατία, που υποχρεούνται σε ενεργό συμμόρφωση. Σε περιπτώσεις προαγωγής ή διορισμού, η διορίζουσα αρχή έχει υποχρέωση να επανεξετάσει το ζήτημα με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς της ημέρας της προαγωγής που ακυρώθηκε και να εκδώσει νέα απόφαση. Η νέα απόφαση έχει αναδρομική ισχύ και αρχίζει από το χρόνο της πράξης που ακυρώθηκε. Αυτό είναι εξαίρεση στον Κανόνα του Διοικητικού Δικαίου, που δεν επιτρέπει αναδρομική ισχύ των διοικητικών πράξεων. Συνεχόμενο είναι το καθήκον της Διοίκησης προς αποκατάσταση της σταδιοδρομίας του υπαλλήλου του οποίου ο διορισμός ή η προαγωγή ακυρώθηκε (βλ. Ανδρέας Καραγιώργης και Άλλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας)
3. Η απόφαση διορισμού του αιτητή στη μόνιμη θέση επί δοκιμασία είναι ανεξάρτητη αυτοτελής απόφαση. Καμιά απολύτως σχέση δεν έχει με την προηγούμενη συμβατική του υπηρεσία.
Συμμόρφωση του Δήμου προς την ακυρωτική Δικαστική Απόφαση στην Προσφυγή Αρ. 444/86, που εκδόθηκε στις 5 Σεπτεμβρίου, 1988, σήμαινε επανεξέταση της απόφασης για διορισμό με σύμβαση για ένα χρόνο και πιθανότητα διορισμού για την περίοδο εκείνη του αιτητή Ανδρέα Χριστοφή, ή του αιτητή στην παρούσα περίπτωση, ή οποιουδήποτε άλλου από τους υποψήφιους. Η ακυρωτική Δικαστική Απόφαση καμιά επιρροή δεν ασκεί στην παρούσα προσφυγή.
Οι αρχές που αναφέρονται στην Απόφαση Παναγιώτης Βανέζη και αυτές που καθιερώθηκαν στην Απόφαση Ανδρέας Καραγιώργης και Άλλος δεν έχουν εφαρμογή ή σχέση με την παρούσα υπόθεση και με τη θεραπεία που ζητά ο αιτητής.
4. Η προθεσμία των 75 ημερών, που προβλέπεται επιτακτικά και ανελαστικά στην παράγραφο 3 του Άρθρου 146 του Συντάγματος, είναι θέμα δημόσιας τάξεως και το Δικαστήριο εξετάζει το θέμα αυτεπάγγελτα. Στην υπόθεση Larkos v. Republic (Ολομέλεια) αποφασίστηκε ότι η υποβολή στη Διοίκηση αιτήσεων θεραπείας, ή αιτήσεων για αναθεώρηση διοικητικής πράξης, δεν διακόπτει, ούτε αναστέλλει την προθεσμία που προβλέπεται από την παράγραφο 3 του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Απόφαση η οποία έχει την ίδια αιτιολογία και βασίζεται στα ίδια γεγονότα είναι επιβεβαιωτικής φύσης. Παρόλο ότι δεν έχει εγερθεί ζήτημα εκπροθέσμου της προσφυγής, το Δικαστήριο αυτεπάγγελτα εξέτασε τούτο και κατέληξε ότι η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη, αναφορικά με την εκτελεστή διοικητική πράξη - όρους του διορισμού. Είναι εκπρόθεσμη και αναφορικά με το αίτημα που περιέχεται στην επιφύλαξη της επιστολής ημερομηνίας 9 Αυγούστου, 1989.
Η προσφυγή απορρίπτεται με £100.- έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Καραγιώργης και Άλλος ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1669·
Αντωνιάδου ν. Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου (1990) 3 ΑΛΛ. 1879·
Βανέζης και Άλλοι ν. Δημοκρατίας & Άλλου (1989) 3(Δ) Α.Α.Δ. 2522·
Larkos v. Republic (1987) 3 C.L.R. 2189.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης του Δήμου Λευκωσίας με την οποία δεν αποδέχτηκε το αίτημα του αιτητή για αναγνώριση των τριών χρόνων της πραγματικής υπηρεσίας του στο Δήμο Λευκωσίας για σκοπούς συντάξεως, προσαυξήσεων, προαγωγής και αρχαιότητας.
Α.Σ. Αγγελίδης, για τον αιτητή.
Κ. Μιχαηλίδης, για τον καθ' ου η αίτηση.
Cur. adv. vult.
Ο Δικαστής κ. Στυλιανίδης ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση.
ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ, Δ. Ο αιτητής με την προσφυγή αυτή ζητά την ακόλουθη θεραπεία:-
"1. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση του καθ' ου η αίτηση η οποία περιέχεται στην επιστολή του καθ' ου η αίτηση 1 που υπογράφει ο καθ' ου η αίτηση 2 ημερομ. 19.8.91, να μη αποδεκτεί το νόμιμο αίτημα του αιτητή για αναγνώριση των τριών χρόνων της πραγματικής υπηρεσίας του στο Δήμο Λευκωσίας για σκοπούς συντάξεως, προσαυξήσεων, προαγωγής και αρχαιότητας είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος".
Ο καθ' ου η αίτηση Δήμος Λευκωσίας, (ο "Δήμος"), είναι Οργανισμός Δημοσίου Δικαίου, που λειτουργεί με βάση τους περί Δήμων Νόμους του 1985 έως (Αρ. 3) του 1991, (Νόμοι Αρ. 111/85, 1/86, 8/86, 25/86, 39/86, 50/86, 114/86, 121/86, 149/86, 14/87, 63/87, 165/87, 320/87, 39/88, 204/88,119/90, 143/91,190/91 και 223/91), (ο "Νόμος").
Στις 26 Μαΐου, 1986, ο Δήμος αποφάσισε το διορισμό του αιτητή και άλλης με σύμβαση για ένα χρόνο από 16 Ιουνίου, 1986, για να εκτελούν καθήκοντα Τεχνικού Βοηθού 2ας Τάξης.
Ο υποψήφιος Ανδρέας Χριστοφή, ο οποίος ήταν προσοντούχος πανεπιστημίου και δεν διορίστηκε για το λόγο ότι είχε υπερβολικά προσόντα, πρόσβαλε την πιο πάνω απόφαση με την Προσφυγή Αρ. 444/86.
Εν τω μεταξύ, όμως, στις 21 Μαΐου, 1987, το Δημοτικό Συμβούλιο αποφάσισε την παράταση των επί συμβάσει υπηρεσιών του αιτητή μέχρι την 31η Οκτωβρίου, 1987.
Στις 8 Οκτωβρίου, 1987, ο Δήμος αποφάσισε την περαιτέρω παράταση της σύμβασης μέχρι 15 Ιουνίου, 1988, και στις 7 Ιουλίου, 1988, ενέκρινε παράταση της σύμβασης μέχρι την 31η Δεκεμβρίου, 1988.
Όλες οι παρατάσεις ήταν με τους ίδιους όρους όπως η αρχική ετήσια σύμβαση.
Στις 5 Σεπτεμβρίου, 1988, το Ανώτατο Δικαστήριο - κήρυξε την πιο πάνω απόφαση του Δήμου άκυρη.
Ο Δήμος, στις 22 Δεκεμβρίου, 1988, μετά την ακυρωτική Απόφαση του Δικαστηρίου και νομική συμβουλή, αποφάσισε τον τερματισμό της απασχόλησης του αιτητή από 1η Ιανουαρίου, 1989.
Η υπηρεσία με την τελευταία ανανέωση της σύμβασης έληξε την 31η Δεκεμβρίου, 1988.
Στις 26 Ιανουαρίου, 1989, ο Δήμος αποφάσισε την πρόσληψη του αιτητή για την εκτέλεση ειδικών καθηκόντων εποπτείας παράνομων κατασκευών, για περίοδο έξι μηνών, με απολαβές £1,260.- ετησίως πάνω στην κλίμακα Α4, από 1η Φεβρουαρίου, 1989.
Στις 28 Μαρτίου, 1989, με δημοσίευση σε τρεις τοπικές ημερήσιες εφημερίδες, ο Δήμος προκήρυξε τη θέση Τεχνικού Βοηθού 2ας Τάξης, η οποία είναι θέση πρώτου διορισμού με εγκεκριμένη μισθολογική Κλίμακα Α4 - (βλ. Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης, Κόκκινα 61, 60 στο φάκελο της Διοίκησης, Τεκμήριο 1 και Τεκμήριο 3 στην ένσταση).
Αριθμός υποψηφίων υπέβαλαν αιτήσεις μέχρι 12 Απριλίου, 1989, όπως πρόβλεπε η προκήρυξη της θέσης.
Στις 6 Ιουλίου, 1989, αφού ακολουθήθηκε η νόμιμη διαδικασία, ο Δήμος αποφάσισε, το διορισμό του αιτητή στη θέση από 1η Αυγούστου, 1989, επί δοκιμασία, για περίοδο ενός χρόνου. Όρισε δε τις απολαβές του σε £1,494.- επί της κλίμακας Α4 (τέταρτη βαθμίδα).
Στις 28 Ιουλίου, 1989, έγινε η προσφορά στον αιτητή -Τεκμήριο 5 στην ένσταση - ο οποίος με επιστολή ημερομηνίας 9 Αυγούστου, 1989, αποδέχτηκε το διορισμό.
Στις τελευταίες δυο παραγράφους όμως της επιστολής του εξέφρασε την πιο κάτω επιφύλαξη:-
"Θεωρώ ότι, παρά την απόφαση του Δικαστηρίου για ακύρωση της πρώτης μου πρόσληψης, για την οποίαν εν πάση περιπτώσει δεν υπέχω ευθύνης, το γεγονός ότι καλούμαι να προσφέρω τις υπηρεσίες μου στη θέση που ήδη τις προσφέρω για τρία ολόκληρα χρόνια, δεν είναι δίκαιο να παραγνωρίζεται.
Παίρνω λοιπόν το θάρρος να σας παρακαλέσω να ενημερώσετε το Συμβούλιο για την πιο πάνω επιφύλαξη μου για να επανεξετάσει το θέμα, για κατοχύρωση της πραγματικής μου υπηρεσίας για σκοπούς συντάξεως, προσαυξήσεων και αρχαιότητας".
Ο αιτητής ανέλαβε υπηρεσία και δεν αμφισβήτησε με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο τη νομιμότητα οποιουδήποτε όρου του διορισμού του μέσα στις 75 ημέρες που προβλέπει η παράγραφος 3 του Άρθρου 146 του Συντάγματος.
Στις 16 Νοεμβρίου, 1989, ο δικηγόρος του Δήμου γνωμοδότησε ότι η προηγούμενη υπηρεσία επί προσωρινής βάσεως που τερματίστηκε την 1η Ιανουαρίου, 1989, καμιά σχέση ή σημασία δεν είχε με τον νέο διορισμό και, ως εκ τούτου, η επιφύλαξη για προσαυξήσεις δεν ευσταθούσε.
Ο δικηγόρος του αιτητή, επικαλούμενος τις Αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου Ανδρέας Καραγιώργης και Άλλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υποθέσεις Αρ. 616/ 88 και 623/88, (Απόφαση δόθηκε στις 15 Μαΐου, 1990) και Πίτσα Αντωνιάδου ν. Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου, Υπόθεση Αρ. 1058/87, (Απόφαση δόθηκε στις 30 Μαΐου, 1990), επανέφερε το θέμα.
Ο Δημοτικός Γραμματέας στις 31 Οκτωβρίου, 1990, έγραψε: -
"Παρόλο ότι έχουμε απορρίψει το αίτημα των υπαλλήλων αυτών, με βάση την γνωμάτευση σας, οι ίδιοι έχουν επανεγείρει το θέμα επιμένοντας ότι υπάρχουν προηγούμενες αποφάσεις του Δικαστηρίου.".
Στις 17 Δεκεμβρίου, 1990, ο δικηγόρος του αιτητή ζήτησε επανεξέταση του ιδίου θέματος, χωρίς να παρουσιάσει οποιαδήποτε νέα στοιχεία - (βλ. Κόκκινα 120,119 στο Τεκμήριο 1).
Ο Δήμος κατέφυγε πάλι στο δικηγόρο του, με επιστολή ημερομηνίας 25 Ιανουαρίου, 1991.
Την 1η Ιουλίου, 1991, ο δικηγόρος του αιτητή, παρόλες τις αρνητικές αποφάσεις του Δήμου, σε νέα επιστολή του ανέπτυξε νομική επιχειρηματολογία για την ικανοποίηση του, όπως ισχυριζόταν, νομίμου αιτήματος του πελάτη του, για προσαυξήσεις λόγω της πραγματικής του υπηρεσίας.
Στις 19 Αυγούστου, 1991, ο Δήμος απάντησε με την παρακάτω επιστολή:-
"Αναφέρομαι στο πιο πάνω αίτημα του πελάτη . . σας το οποίο επανειλημμένα υποβάλλετε με επιστολές (τελευταία ημερ. 1.7.1991) και σας πληροφορώ ότι οι απόψεις του Δικηγόρου του Δήμου είναι αντίθετες από τις δικές σας.
Παρόλο ότι έχουμε ξαναστείλει φωτοτυπίες των επιστολών σας και των παραρτημάτων' Α' και' Β' που επισυνάψατε και οι απόψεις του Δικηγόρου μας παραμένουν οι ίδιες, εν τούτοις του έχουμε στείλει για τελευταία φορά ξανά την επιστολή σας με όλα τα συνημμένα για νομική συμβουλή."
Ο δικηγόρος του αιτητή πρόβαλε και ανέπτυξε ως λόγους ακυρότητας ότι:-
1. Ο Δήμος παρέλειψε να συμμορφωθεί με την ακυρωτική Απόφαση του Δικαστηρίου στην Προσφυγή Αρ. 444/86, δηλαδή να επανεξετάσει το θέμα με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς την ημέρα που λήφθηκε η απόφαση που ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο.
2. Ο Δήμος παραβίασε την αρχή ότι η Διοίκηση, με την ακύρωση διορισμού ή προαγωγής υπαλλήλου, έχει καθήκο να αποκαταστήσει τη σταδιοδρομία του, όπως αυτή θα εξελισσόταν εάν δεν μεσολαβούσε η ακυρωτική απόφαση, χωρίς δική του υπαιτιότητα.
Αναφέρθηκε στις Αποφάσεις Ανδρέας Καραγιώργης και Άλλος και Πίτσα Αντωνιάδου, (ανωτέρω).
Ο δικηγόρος του Δήμου αντέταξε ότι οι νομικοί ισχυρισμοί του δικηγόρου του αιτητή είναι άσχετοι και οι αρχές που επικαλέστηκε δεν έχουν εφαρμογή στην παρούσα υπόθεση. Ο διορισμός του αιτητή αποτελεί μια νέα αυτοτελή διοικητική πράξη διορισμού, σύμφωνα με τους περί Δημοτικής Υπηρεσίας Κανονισμούς του Δήμου Λευκωσίας του 1976, που δημοσιεύτηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, Παράρτημα Τρίτον, Μέρος Ι, σελ. 65, Κ.Δ.Π. 11/77, (οι "Κανονισμοί"), οι οποίοι συνεχίζουν να ισχύουν σύμφωνα με το Άρθρο 140(3) του Νόμου.
Ο αιτητής διορίστηκε με σύμβαση η οποία ανανεώθηκε όπως έχει προεκτεθεί.
Μετά τη δικαστική Απόφαση, η συμβατική σχέση του αιτητή με το Δήμο τερματίστηκε. Ο αιτητής ήταν εκτός Δημοτικής Υπηρεσίας οποιασδήποτε φύσης για σύντομο χρόνο. Την 1η Φεβρουαρίου, 1989, προσλήφθηκε προσωρινά για ειδικά καθήκοντα με νέα σύμβαση εξαμηνιαίας διάρκειας.
. Προκηρύχθηκε μόνιμη θέση σύμφωνα με τους Κανονισμούς.
Υποβλήθηκαν αιτήσεις. Ακολουθήθηκε η νόμιμη διαδικασία και στις 6 Ιουλίου, 1989, λήφθηκε η απόφαση του διορισμού.
Η πράξη που ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στην Προσφυγή Αρ. 444/86 ήταν περιορισμένης ισχύος και έληξε πριν την έκδοση της ακυρωτικής Απόφασης.
Η ακυρωτική δικαστική απόφαση εξαλείφει ex tunc την ακυρούμενη πράξη και τα αποτελέσματα που έχουν παραχθεί απ' αυτή και κάθε συνέπειά της.
Η παράγραφος 5 του Άρθρου 146 του Συντάγματος προβλέπει ότι η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου δεσμεύει κάθε Δικαστήριο, όργανο, ή αρχή στη Δημοκρατία, που υποχρεούνται σε ενεργό συμμόρφωση.
Σε περιπτώσεις προαγωγής ή διορισμού, η διορίζουσα αρχή έχει υποχρέωση να επαναξετάσει το ζήτημα με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς της ημέρας της προαγωγής που ακυρώθηκε και να εκδώσει νέα απόφαση. Η νέα απόφαση έχει αναδρομική ισχύ και αρχίζει από το χρόνο της πράξης που ακυρώθηκε. Αυτό είναι εξαίρεση στον Κανόνα του Διοικητικού Δικαίου, που δεν επιτρέπει αναδρομική ισχύ των διοικητικών πράξεων. (Βλ. Παναγιώτης Βανέζη (Λοχίας 168) και Άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υποθέσεις Αρ. 320/87 κ.ά., (Απόφαση δόθηκε στις 31 Οκτωβρίου, 1989)).
Στην απόφαση Ανδρέας Καραγιώργης και Άλλος, (ανωτέρω), η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου είπε:-
"Η αρχή του Διοικητικού Δικαίου είναι ότι, μετά την ακύρωση ενός διορισμού ή μιας προαγωγής υπαλλήλου, η Διοίκηση έχει καθήκον να αποκαταστήσει τη σταδιοδρομία, όπως αυτή θα εξελισσόταν αν δεν μεσολαβούσε η ακυρωτική απόφαση χωρίς δική του υπαιτιότητα. Στο σύγγραμμα του Odent Contentieux Administratiff, σελ. 2049-2050 αναφέρεται:-
Ή αποκατάσταση αυτή συνίσταται στον υπολογισμό όσο είναι δυνατόν καλύτερα αν όχι της πραγματικής τουλάχιστον της πιθανής εξέλιξης της σταδιοδρομίας του ενδιαφερομένου υπαλλήλου: αυτό με τη σειρά του σημαίνει την εξέταση των θέσεων προαγωγής κατ' επιλογή που θα μπορούσε να διεκδικήσει και κατά πόσο θα μπορούσε υπό ομαλάς συνθήκας να πετύχαινε να τις πάρει. Για το σκοπό αυτό η διοίκηση και το δικαστήριο οφείλουν να βασιστούν σ' ένα πρότυπο σταδιοδρομίας των συναδέλφων του ενδιαφερομένου που κατείχαν την ίδια θέση μ' αυτό πριν την ακύρωση της προαγωγής του και είχαν παρόμοια προσόντα και αρχαιότητα. Αυτό το πρότυπο σταδιοδρομίας θα χρησιμοποιηθεί για σκοπούς αναφοράς για τον υπολογισμό της εξέλιξης της σταδιοδρομίας που ο ενδιαφερόμενος θα μπορούσε κανονικά να είχε αν η ακυρωθείσα απόφαση δεν ελάμβανε χώρα έχοντας υπόψη τα ευμενή και δυσμενή στοιχεία της αντίστοιχης αξίας των άλλων υπαλλήλων με βάση τις εμπιστευτικές τους εκθέσεις. Έτσι θα μπορεί να καταλήξει ένας να δεχθεί ότι αφαιρουμένων των αποτελεσμάτων της ακυρωθείσης απόφασης, ο ενδιαφερόμενος υπάλληλος θα προάγετο κατ' επιλογή από μια συγκεκριμένη ημερομηνία ή αντίθετα δεν θα ευεργετείτο με οποιαδήποτε προαγωγή'".
Η αρχή αυτή υιοθετήθηκε το πρώτον από το Γαλλικό Συμβούλιο Επικρατείας στην υπόθεση C.E. 26 dec. 1925, Rodiere, Rec. 1065. Αναπτύχθηκε σε μεταγενέστερες αποφάσεις - (βλ. αποφάσεις και σχόλια στο σύγγραμμα "Les grands arrets de la jurisprudence administrative", 8th Edition, (1984), σελ. 186, Κεφάλαιο υπό τον τίτλο ' Recours Pur Exces De Pouvoir Effet Des Annulations Contentieuses').
Η αποκατάσταση των πραγμάτων περιλαμβάνει υποχρέωση της Διοίκησης προς εξασφάλιση της συνέχισης της σταδιοδρομίας του κάθε υπαλλήλου με την κανονική ανάπτυξη και τις πιθανότητες προαγωγής εάν δεν υπήρχε η πράξη η οποία ακυρώθηκε.
Η Διοίκηση στην άσκηση της διακριτικής της εκτίμησης έχει υποχρέωση να λαμβάνει υπόψη το στοιχείο προστασίας των δικαιουμένων σε αποκατάσταση, το οποίο δεν μπορεί να παραβλέψει στην εκτέλεση ακυρωτικής απόφασης.
Η ακυρωτική απόφαση, ειδικά όταν λαμβάνεται μετά την πάροδο μακρού χρόνου, δεν δύναται να ανακόψει την κανονική ανέλιξη της σταδιοδρομίας - σε όλο το μακρό διάστημα της διαδικασίας της προσφυγής - του υπαλλήλου του οποίου η προαγωγή ακυρώθηκε. (Βλ., επίσης, Βεγλερή Ή Συμμόρφωσις της Διοικήσεως εις τας Αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας' (1934), παράγραφος 2, 'Κανόνες διέποντες την αποκατάστασιν', σελ. 87-108)".
Στην παρούσα υπόθεση ο αιτητής διορίστηκε σύμφωνα με τους Κανονισμούς.
Ο Κανονισμός 16 προβλέπει:-
"16 (1) Τα γενικά καθήκοντα, η μισθοδοτική κλίμαξ και αι ευθύναι θέσεώς τινος και τα διά την κατοχήν αυτής απαιτούμενα προσόντα καθορίζονται εις σχέδια υπηρεσίας."
Ο Κανονισμός 21 προβλέπει για μόνιμο διορισμό και ο Κανονισμός 22 προνοεί ότι ο μόνιμος διορισμός γίνεται επί δοκιμασία για χρονικό διάστημα ενός έτους.
Οι διορισμοί επί συμβάσει ρυθμίζονται από τον Κανονισμό 23.
Οι λόγοι ακυρότητας που προβλήθηκαν είναι αβάσιμοι.
Η απόφαση διορισμού του αιτητή στη μόνιμη θέση επί δοκιμασία είναι ανεξάρτητη αυτοτελής απόφαση. Καμιά απολύτως σχέση δεν έχει με την προηγούμενη συμβατική του υπηρεσία.
Συμμόρφωση του Δήμου προς την ακυρωτική Δικαστική Απόφαση στην Προσφυγή Αρ. 444/86, που εκδόθηκε στις 5 Σεπτεμβρίου, 1988, σήμαινε επανεξέταση της απόφασης για διορισμό με σύμβαση για ένα χρόνο και πιθανότητα διορισμού για την περίοδο εκείνη του αιτητή Ανδρέα Χριστοφή, ή του αιτητή στην παρούσα περίπτωση, ή οποιουδήποτε άλλου από τους υποψήφιους.
Η ακυρωτική Δικαστική Απόφαση καμιά επιρροή δεν ασκεί στην παρούσα προσφυγή.
Οι αρχές που αναφέρονται στην Απόφαση Παναγιώτης Βανέζη (ανωτέρω), και αυτές που καθιερώθηκαν στην Απόφαση Ανδρέας Καραγιώργης και Άλλος (ανωτέρω), δεν έχουν εφαρμογή ή σχέση με την παρούσα υπόθεση και με τη θεραπεία που ζητά ο αιτητής.
Το Δικαστήριο παρατηρεί ότι ο διορισμός αποφασίστηκε στις 6 Ιουλίου, 1989. .Η υπηρεσία άρχισε την 1η Αυγούστου, 1989, παρόλο ότι η αποδοχή έγινε στις 9 Αυγούστου, 1989.
Είναι παραδεκτό ότι ο αιτητής αποδέχτηκε το διορισμό με την επιφύλαξη που έχει παρατεθεί πιο πάνω. Έκτοτε υπέβαλλε επανειλημμένα το ίδιο αίτημα, χωρίς οποιαδήποτε νέα πραγματικά στοιχεία, ή οποιαδήποτε στοιχεία που δεν ήταν γνωστά στο Δήμο.
Η επιστολή ημερομηνίας 19 Αυγούστου, 1991, στην οποία αναφέρεται η προσφυγή, καμιά εκτελεστή διοικητική απόφαση δεν περιέχει.
Η προθεσμία των 75 ημερών, που προβλέπεται επιτακτικά .και ανελαστικά στην παράγραφο 3 του Άρθρου 146 του Συντάγματος, είναι θέμα δημόσιας τάξεως και το Δικαστήριο εξετάζει το θέμα αυτεπάγγελτα.
Στην υπόθεση Larkos v. Republic (1987) 3 C.L.R. 2189, (Απόφαση Ολομέλειας), αποφασίστηκε ότι η υποβολή στη Διοίκηση αιτήσεων θεραπείας, ή αιτήσεων για αναθεώρηση διοικητικής πράξης, δεν διακόπτει, ούτε αναστέλλει την προθεσμία που προβλέπεται από την παράγραφο 3 του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Απόφαση η οποία έχει την ίδια αιτιολογία και βασίζεται στα ίδια γεγονότα είναι επιβεβαιωτικής φύσης.
Παρόλο ότι δεν έχει εγερθεί ζήτημα εκπροθέσμου της προσφυγής, το Δικαστήριο αυτεπάγγελτα εξέτασε τούτο και κατέληξε ότι η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη, αναφορικά με την εκτελεστή διοικητική πράξη - όρους του διορισμού. Είναι εκπρόθεσμη και αναφορικά με το αίτημα που περιέχεται στην επιφύλαξη της επιστολής ημερομηνίας 9 Αυγούστου, 1989.
Η προσφυγή είναι αβάσιμη και θα απορριφθεί.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή απορρίπτεται.
Ο αιτητής να πληρώσει £100.- έναντι εξόδων του Δήμου.
Η προσφυγή απορρίπτεται με £100.- έξοδα.