ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1992) 4 ΑΑΔ 695
25 Φεβρουαρίου 1992
[ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΟΣ,
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΥ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 461/89).
Προσφυγή βάσει του άρθρου 146 του Συντάγματος — Προσβαλλόμενες πράξεις — Ενδιάμεσες πράξεις, σύνθετης διοικητικής ενέργειας— Δύνανται να προσβληθούν με προσφυγή ως συνιστώσες νομική προϋπόθεση της εκδόσεως της τελικής πράξης — Τυχόν ελαττωματικότητα, παρανομία τους επηρεάζει το κύρος της τελικής διοικητικής πράξης.
Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί — Προαγωγές — Αρχαιότητα — Οι σχετικές πρόνοιες του άρθρου 35Β(4) της εκπαιδευτικής νομοθεσίας — Το άρθρο 35Β(4)(γ) όπως είχε διαμορφωθεί από το Ν. 65/87 σε αντιδιαστολή με την κατ' αντικατάσταση, από το άρθρο 2 του Ν. 157/87, νέα παράγραφο (γ) — Για την αριθμητική αποτίμηση της αρχαιότητας για προαγωγή στη θέση Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης, οι πρόνοιες της παρ. (γ) του εδ. (4) του άρθρου 35Β του Ν.65/87 είναι ταυτόσημες με αυτές του άρθρου 2 του Ν. 157/87 — Μόνη διαφοροποίηση ως προς τη θέση Βοηθού Διευθυντή.
Διοικητική Πράξη — Αιτιολογία — Αναφορά σε εσφαλμένη νομοθετική διάταξη δεν οδηγεί απαραίτητα σε ακυρότητα μίας πράξης ή απόφασης αν η απόφαση ή μέρος αυτής μπορούσε να στηριχθεί στην ορθή διάταξη (Μαρίνα Σπανοπούλου — Τσαγγαρίδου κ.ά. ν. 1. ΕΕΥ, 2. Υπ. Παιδείας).
Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί — Προαγωγές — Μονάδες — Οι περί Δημοσίας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμοι 1969-1988 — Άρθρο 35Β(4)(Β) — Μονάδες για πρόσθετα προσόντα — Πουθενά δεν αναφέρεται στη διάταξη το κριτήριο του αναγνωρισμένου ιδρύματος.
Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας — Σχέδια Υπηρεσίας — Η ερμηνεία και εφαρμογή τους ανήκουν στην αρμοδιότητα του διορίζοντος οργάνου και το αναθεωρητικό Δικαστήριο δεν δίδει σε αυτά διαφορετική ερμηνεία εφόσον η ερμηνεία του οργάνου ήταν εύλογα επιτρεπτή υπό τις περιστάσεις — Υπέρβαση των ακραίων ορίων της διακριτικής εξουσίας της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας λόγω ελλειπούς έρευνας και ανεπαρκούς αιτιολογίας.
Ο αιτητής υπ' αριθμόν 2, ο μόνος μετά την απόσυρση της προσφυγής του πρώτου των αιτητών, προσέβαλε την προαγωγή έξι εκπαιδευτικών λειτουργών στη θέση Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης καθώς και ενδιάμεσες πράξεις που απέκλισαν τη δική του υποψηφιότητα για τη θέση. (Ο ισχυρισμός του αιτητή περί αντισυνταγματικότητας του Ν. 65/87 θεωρήθηκε εγκαταληφθείς). Η διαδικασία επικεντρώθηκε στα ζητήματα της αριθμοποίησης της αρχαιότητας του αιτητή και της αποδοχής ή μη του πτυχίου του ως προσθέτου προσόντος.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
1. Οι αιτούμενες θεραπείες 1 και 2 αφορούν ενδιάμεσες διοικητικές πράξεις, οι οποίες συγχωνεύθηκαν σε μια σύνθετη διοικητική ενέργεια, που αποτελεί νομική προϋπόθεση για την έκδοση της τελικής πράξης, η οποία προσβάλλεται με την αιτούμενη θεραπεία αρ. 3. Συνεπώς, οι ενδιάμεσες αυτές διοικητικές πράξεις δύνανται να προσβληθούν, γιατί τυχόν ελαττωματικότητα, παρανομία και ακυρότητα των πράξεων αυτών, επηρεάζει τη νομιμότητα της τελικής διοικητικής πράξης.
2. Η Συμβουλευτική Επιτροπή, εν προκειμένω, προχώρησε στη σύνταξη του καταλόγου των υποψηφίων για την πλήρωση των επίδικων θέσεων, ενεργώντας σύμφωνα με το άρθρο 35Β, εδάφιο (4), παράγραφοι (α)(β)(γ), που εισήχθηκε στο βασικό νόμο με το άρθρο 7 του περί Δημοσίας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Τροποποιητικού) Νόμου του 1987, Ν.65/87.
Το άρθρο 35Β(4)(γ), ως είχε με το Ν. 65/87, καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του Ν. 157/87.
Σύμφωνα με το άρθρο 3, η ισχύς του Νόμου αυτού θεωρείται ότι άρχιζε από την 8ην Μαΐου, 1987 και είναι γεγονός ότι η αρχαιότητα, τόσο για τον αιτητή όσο και για τα ενδιαφερόμενα μέρη, υπολογίστηκε με βάση διάταξη νόμου που είχε καταργηθεί.
3. Είναι νομολογιακά καθιερωμένο πως η αναφορά σε εσφαλμένη νομοθετική διάταξη δεν οδηγεί απαραίτητα σε ακυρότητα μιας πράξης ή απόφασης, εάν η απόφαση ή το μέρος αυτής μπορούσε να στηριχθεί στην ορθή νομοθετική διάταξη.
Απόλυτα σχετική είναι η πρόσφατη απόφαση Μαρίνα Σπανοπούλου - Τσαγγαρίδου κ.ά. ν. 1. ΕΕΥ, 2. Υπ. Παιδείας.
Στην υπό κρίση υπόθεση, η αναφορά από τη Συμβουλευτική Επιτροπή στην εσφαλμένη νομοθετική διάταξη, δεν διαφοροποίησε με οποιοδήποτε τρόπο τον υπολογισμό της αρχαιότητας των υποψηφίων ή τη νομιμότητα της διαδικασίας ή της απόφασης. Κι αυτό γιατί, για την αριθμητική αποτίμηση της αρχαιότητας για προαγωγή στη θέση Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης, όπως στην προκειμένη περίπτωση, οι πρόνοιες της παραγράφου (γ) του εδαφίου (4) του άρθρου 35Β του Ν. 65/87, είναι ταυτόσημες με αυτές του άρθρου 2 του Ν. 157/87. Η μόνη διαφοροποίηση που εισήχθηκε με το Ν. 157/87, αφορούσε στον υπολογισμό των μονάδων αρχαιότητας, ειδικά στην περίπτωση διορισμού/προαγωγής στη θέση Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης και όχι στη θέση Διευθυντή.
4. Η αιτιολογία που δόθηκε από την ΕΕΥ για την παραγνώριση του τίτλου σπουδών του αιτητή, μαρτυρεί ότι η μόνη έρευνα που διεξήχθηκε για να διαπιστωθεί κατά πόσον ο τίτλος σπουδών του πληρούσε τις προϋποθέσεις του πρόσθετου προσόντος, επικεντρώθηκε στο ερώτημα κατά πόσον το ίδρυμα που εξέδωσε τον τίτλο αυτό ήταν αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα.
Το κριτήριο του "αναγνωρισμένου ιδρύματος", όμως, που οι καθ' ων η αίτηση εισήγαγαν και εφάρμοσαν με τρόπο καθοριστικό στην παρούσα υπόθεση, πουθενά δεν αναφέρεται στην προϋπόθεση του άρθρου 35Β(4)(β), το οποίο η Συμβουλευτική Επιτροπή και η ΕΕΥ είχαν καθήκοντα να ερμηνεύσουν. Αντίθετα, δεν φαίνεται πουθενά στα σχετικά έγγραφα και πρακτικά κατά πόσον διερευνήθηκαν τα στοιχεία εκείνα, ώστε να διαπιστωθεί αν ο τίτλος του αιτητή ήταν συναφής "με την εκπαίδευση ή την ειδικότητα του υποψηφίου ή τα καθήκοντα της θέσης", όπως ρητά ορίζει η πιο πάνω νομοθετική διάταξη.
5. Είναι βασική αρχή του διοικητικού δικαίου ότι, η ερμηνεία και εφαρμογή των Σχεδίων Υπηρεσίας ανήκουν στην αρμοδιότητα της Επιτροπής και το Δικαστήριο, κατά την άσκηση της Αναθεωρητικής του δικαιοδοσίας, δεν δίδει σ' αυτά διαφορετική ερμηνεία από αυτήν της Επιτροπής, εφόσον η ερμηνεία αυτή ήταν εύλογα επιτρεπτή υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης.
Στην υπό κρίση υπόθεση οι καθ' ων η αίτηση υπερέβησαν τα ακραία όρια της διακριτικής τους εξουσίας, για το λόγο ότι παρέλειψαν να διεξαγάγουν την ενδεδειγμένη έρευνα αναφορικά με την αξιολόγηση του επίδικου προσόντος του αιτητή, η δε απόφαση τους ότι αυτός δεν το κατείχε, με την οποία ο αιτητής ουσιαστικά απεκλείετο πιο από κάθε παραπέρα εξέταση της υποψηφιότητας του, εστερείτο επαρκούς αιτιολογίας.
6. Αν η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν ερμήνευε, όπως ερμήνευσε, το θέμα των προσόντων του αιτητή και έδινε σ' αυτόν τις 3 μονάδες, που είχε καθορίσει η ίδια στον προεκτεθέντα πίνακα για κατόχους τίτλων Β.Α., τότε ο αιτητής θα περιλαμβανόταν στον κατάλογο, γιατί θα επροηγείτο του τελευταίου περιληφθέντα με την αύξηση των μονάδων του από 193 σε 196.
Εάν ο αιτητής συμπεριλαμβανόταν στον κατάλογο υποψηφίων με 196 μονάδες, είχε τη δυνατότητα να πάρει άλλες πέντε μονάδες κατ' ανώτατο όριο, μετά τη διενέργεια των συνεντεύξεων, με βάση το άρθρο 35Β(10)(β) του Νόμου. Σε τέτοια περίπτωση, το σύνολο των μονάδων του θα ήταν ανώτερο από το σύνολο των μονάδων όλων των ενδιαφερομένων μερών και ο αιτητής θα επροηγείτο των ενδιαφερομένων μερών στον κατάλογο υποψηφίων.
Η ελλειπής έρευνα αναφορικά με το ζήτημα της κατοχής από τον αιτητή του πρόσθετου προσόντος και η παρερμηνεία από τους καθ' ων η αίτηση του άρθρου 35Β(4)(β) και η έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας της ερμηνείας που δόθηκε, ήταν υπό τις περιστάσεις ουσιώδης και άσκησε ουσιαστική επίδραση στη λήψη της επίδικης απόφασης, επηρέασε δε δυσμενώς το συμφέρον του αιτητή και τις προοπτικές προαγωγής του.
Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Papanicolaou (No. 1) v. Republic (1968) 3 C.L.R. 225·
Sevastides v. Republic (1968) 3 C.L.R. 309·
Vassiliou & Others v. Republic (1969) 3 C.L.R. 417·
Ioannou v. Electricity Authority of Cyprus (1981) 3 C.L.R. 280·
Τσαγγαρίδου και Άλλες ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 3308·
Λιμνάτου και Άλλες ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 4057·
ΧατζηΤτοφή και Άλλος ν. Δημοκρατίας (1991) 4(A) Α.Α.Δ. 474·
Καραγιώργης και Άλλος ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1669·
Βιολάρη ν. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 388·
Papaleontiou v. Republic (1987) 3 C.L.R. 211·
Μιλτιάδους & Αλλοι ν. Δημοκρατίας (1989) 3(Γ) Α.Α.Δ. 1318·
Δημοκρατία ν. Πιτσιλλίδη (1990) 3 Α.Α.Δ. 1835.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας να προάξει τα ενδιαφερόμενα μέρη στη θέση Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης αντί των αιτητών.
Α.Σ. Αγγελίδης, για τους αιτητές.
Ε. Λοϊζίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
Ο Δικαστής κ. Χρυσοστομής ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση.
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, Δ.: Με την προσφυγή αυτή οι αιτητές ζητούν τις πιο κάτω θεραπείες:
"1. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής του καθ' ου η αίτηση No. 2 να μη συμπεριλάβει τους αιτητές στον κατάλογο των συστηθέντων υποψηφίων για προαγωγή στη θέση Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης, μετά που η ίδια η Συμβουλευτική τόσο στο παρελθόν αλλά και αρχικά τώρα τους συμπεριέλαβε, είναι άκυρη, παράνομη και χωρίς νομικό αποτέλεσμα.
2. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση της Ε.Ε.Υ, να απορρίψει τη νόμιμη και δίκαιη ένσταση των αιτητών για τη μη χορήγηση μονάδων για τα πρόσθετα προσόντα τους και/ή απόφαση της Ε.Ε.Υ, να μη συμπεριλάβει τους αιτητές στον τελικό κατάλογο των υποψηφίων για προαγωγή στη θέση Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης είναι άκυρη, παράνομη και χωρίς νομικό αποτέλεσμα κάθε δε πράξη που επακολούθησε εκ μέρους της Ε.Ε.Υ, θα πρέπει να συνακυρωθεί και/ή να κριθεί επίσης άκυρη.
3. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση της Ε.Ε.Υ, να προάξει τους: 1. Έλλη Α. Σκορδή, 2. Κυβέλη Π. Μελά, 3. Τασία Αυγορίτου-Λοΐζου, 4. Δήμητρα Κ. Σιακαλλή, 5. Παναγιώτη Χ. Παναγίδη, 6. Ανδρέα Τσιάκκα, 7. Κωνσταντίνο Π. Χριστοδουλίδη στη θέση Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης αντί και/ ή στη θέση των αιτητών είναι άκυρη, παράνομη και χωρίς νομικό αποτέλεσμα.
4. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η όλη διαδικασία που εισήγαγε ο Ν. 65/87 όπως τροποποιήθηκε μεταγενέστερα είναι αντίθετος στο Σύνταγμα, στα κτημένα δικαιώματα και στις Νομολογιακές αρχές."
Η προσφυγή του αιτητή Γεώργιου Γεωργίου, κατόπιν οδηγιών του αποσύρθηκε, η δε προσφυγή του αιτητή Γεώργιου Ιωνά (ο αιτητής), αποσύρθηκε μόνο όσον αφορά το ενδιαφερόμενο μέρος Έλλη Σκορδή.
Στις 1.3.89 ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Παιδείας διαβίβασε στην Ε.Ε.Υ, την έγκριση του για πλήρωση 18 θέσεων Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης, που ήταν θέσεις προαγωγής.
Σύμφωνα με το άρθρο 35Β(1) των περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων 1969-1988, κατάλογος των υποψηφίων μαζί με τους φακέλους των υπηρεσιακών εκθέσεων και αντίγραφο του Σχεδίου Υπηρεσίας, διαβιβάστηκαν από την Ε.Ε.Υ, στο Γενικό Επιθεωρητή Δημοτικής Εκπαίδευσης, υπό την ιδιότητα του ως Προέδρου της αρμόδιας Συμβουλευτικής Επιτροπής.
Στις 6.4.89 ο Γενικός Επιθεωρητής απέστειλε στην Ε.Ε.Υ, την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, καθώς και κατάλογο των υποψηφίων που σύστηνε για προαγωγή, στον οποίο περιλαμβάνονταν τόσο ο αιτητής όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη. Σύμφωνα με την έκθεση αυτή και την κατάσταση του καταλόγου, ο αιτητής είχε πιστωθεί με 2 μονάδες, βάσει του άρθρου 35Β(4)(β) του περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου, για το πρόσθετο προσόν του Β.Α. Geography, Cyprus College, που κατείχε (Παράρτημα Ι στη γραπτή αγόρευση των καθ' ων η αίτηση).
Στις 7.4.89 ο Γενικός Επιθεωρητής Δημοτικής Εκπαίδευσης, με νεότερο έγγραφο του, απέσυρε την πιο πάνω έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και απέστειλε νέα έκθεση και νέο κατάλογο υποψηφίων, στον οποίο περιλαμβάνονταν τα ενδιαφερόμενα μέρη, όχι όμως ο αιτητής. Με τηλεγράφημα που απέστειλε στην Επιτροπή, ο αιτητής διαμαρτυρήθηκε για τη διαγραφή του ονόματος του από τον κατάλογο των υποψηφίων (Παράρτημα Χ στη γραπτή απάντηση του αιτητή). Η Επιτροπή εξετάζοντας τις ενστάσεις σύμφωνα με το εδάφιο (8) του άρθρου 35Β του Νόμου, απέρριψε την ένσταση του αιτητή αναφέροντας τα πιο κάτω:
"Με τηλεγράφημα του ενίσταται για τη μη περίληψη του ονόματος του στον κατάλογο. Η Επιτροπή αποφασίζει ότι ορθά η Σ.Ε. δεν τον έχει περιλάβει στον κατάλογο γιατί οι μονάδες του (193) δεν επιτρέπουν την περίληψη του εφόσον ο τελευταίος περιληφθείς είχε 194.50 μονάδες και ότι ορθά δεν του έχει παραχωρήσει μονάδες για πρόσθετα προσόντα γιατί ο τίτλος που κατέχει δεν προέρχεται από αναγνωρισμένο ίδρυμα."
Στη συνέχεια η Επιτροπή κατάρτισε τον τελικό κατάλογο των υποψηφίων, στον οποίο περιλαμβάνονταν τα ενδιαφερόμενα μέρη, όχι όμως ο αιτητής και με βάση τις διατάξεις του άρθρου 35Β(α) του Νόμου, αποφάσισε να καλέσει τους υποψηφίους που είχαν περιληφθεί στον τελικό κατάλογο σε προσωπικές συνεντεύξεις.
Οι προσωπικές συνεντεύξεις έγιναν σε συνεδριάσεις της Επιτροπής με ημερομηνίες 24 και 25.4.89 (Παραρτήματα "Δ" και "Ε"). Στις 26.4.89 η Επιτροπή συνέχισε με την εξέταση του θέματος (Παράρτημα "Στ") και στις 4.5.89, ασκώντας τις εξουσίες της βάσει του άρθρου 35Β 10(β) του Νόμου, αφού έλαβε υπόψη τα στοιχεία των φακέλων των υποψηφίων και την εντύπωση που αποκόμισε κατά τις προσωπικές συνεντεύξεις, αύξησε τις μονάδες των υποψηφίων και πρόσφερε προαγωγή στη θέση Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης σε 18 Βοηθούς Διευθυντές Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης που συγκέντρωναν τις περισσότερες μονάδες, από 1.9.89, ανάμεσα στους οποίους περιλαμβάνονταν τα έξι ενδιαφερόμενα μέρη (Παράρτημα "Ζ").
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφερθεί πως η ζητούμενη θεραπεία αρ. 4, ανωτέρω, δεν έχει θεμελιωθεί με οποιαδήποτε επιχειρηματολογία του δικηγόρου του αιτητή και ως εκ τούτου, θεωρώ ότι έχει εγκαταλειφθεί. Οι αιτούμενες θεραπείες 1 και 2 αφορούν ενδιάμεσες διοικητικές πράξεις, οι οποίες συγχωνεύθηκαν σε μια σύνθετη διοικητική ενέργεια, που αποτελεί νομική προϋπόθεση για την έκδοση της τελικής πράξης, η οποία προσβάλλεται με την αιτούμενη θεραπεία αρ. 3. Συνεπώς, οι ενδιάμεσες αυτές διοικητικές πράξεις δύνανται να προσβληθούν, γιατί τυχόν ελαττωματικότητα, παρανομία και ακυρότητα των πράξεων αυτών, επηρεάζει τη νομιμότητα της τελικής διοικητικής πράξης. (Βλ. Papanicolaou (No. 1) v. Republic (l968) 3 CLR 225, Sevastides v. Republic (1968) 3 CLR 309, Vassiliou & Others v. Republic (1969) 3 CLR 417, Ioannou v. The Electricity Authority of Cyprus (1981) 3 CLR 280, Πορίσματα Νομολογίας του ΣτΕ (1929-1959), σελ. 244, Δαγτόγλου, Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, Β' Έκδοση, σελ. 187).
Οι βασικοί νομικοί ισχυρισμοί που εγέρθηκαν από το δικηγόρο του αιτητή ήταν οι ακόλουθοι:
(1) Η Συμβουλευτική Επιτροπή εφάρμοσε νομοθετική πρόνοια που είχε καταργηθεί και αγνόησε το ισχύον δίκαιο.
(2) Τόσο η Συμβουλευτική Επιτροπή, κατά την ετοιμασία του καταλόγου, όσο και η Ε.Ε.Υ., κατά την ετοιμασία του τελικού καταλόγου των υποψηφίων, αποκλείοντας τον αιτητή ενήργησαν χωρίς τη δέουσα έρευνα, υπό το καθεστώς πλάνης αναφορικά με τις μονάδες που έπρεπε να είχαν δοθεί στον αιτητή κάτω από το άρθρο 35Β(4)(β) του Νόμου και χωρίς οποιαδήποτε αιτιολογία που να δεικνύει τη νομική βάση της απόφασης και να καθιστά εφικτό το δικαστικό έλεγχο.
(3) Η Συμβουλευτική Επιτροπή έλαβε υπόψη της στις συστάσεις της εξωγενείς και μη επιτρεπόμενους από το νόμο παράγοντες.
Όπως προκύπτει από τα πρακτικά της συνεδρίασης της Ε.Ε.Υ. ημερ. 18.4.89 (Παράρτημα Τ", σελ. 4), η Συμβουλευτική Επιτροπή προχώρησε στον καταρτισμό του καταλόγου των υποψηφίων για την πλήρωση των επίδικων θέσεων, ενεργώντας σύμφωνα με το άρθρο 35Β, εδάφιο (4), παράγραφοι (α)(β)(γ), που εισήχθηκε στο βασικό νόμο με το άρθρο 7 του περί Δημοσίας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Τροποποιητικού) Νόμου του 1987, Ν. 65/87. Στην παράγραφο 3, σελίς 5 των πρακτικών του Παραρτήματος "Γ", αναφέρεται επίσης ότι:
"3. Η σειρά προτεραιότητας των υποψηφίων καθορίστηκε μετά την αριθμητική αποτίμηση της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητος όλων των υποψηφίων σε μονάδες, όπως προβλέπεται από τις παραγράφους (α)(β)(γ), εδάφιο (4) και την παράγραφο (β), εδάφιο (5) του άρθρου 35Β του Βασικού Νόμου, όπως τροποποιήθηκε από το Νόμο 65/87, άρθρο 7."
Ο ισχυρισμός του δικηγόρου του αιτητή εντοπίστηκε κυρίως στο ζήτημα της αριθμητικής αποτίμησης του κριτηρίου της αρχαιότητας σε μονάδες και αποτέλεσε βασική του εισήγηση πως, η Συμβουλευτική Επιτροπή ενεργούσε με βάση το νομικό καθεστώς που είχε καθοριστεί από το Ν. 65/87, αγνοώντας την τροποποίηση που εισήγαγε ο Ν. 157/87, άρθρο 2 και που αποτελούσε το ισχύον δίκαιο κατά τον ουσιώδη για τη λήψη της επίδικης απόφασης χρόνο.
Το άρθρο 35Β(4)(γ), όπως είχε διαμορφωθεί από το Νόμο 65/87, προνοούσε τα ακόλουθα:
"(γ) αρχαιότητα:
1 μονάδα για κάθε συμπληρωμένο έτος υπηρεσίας στη θέση εφαρμοζομένων των διατάξεων του άρθρου 37 του Νόμου αυτού·"
Με το άρθρο 2 του Ν. 157/87, η πιο πάνω παράγραφος καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε με την ακόλουθη νέα παράγραφο:
"(γ) αρχαιότητα:
μία μονάδα για κάθε συμπληρωμένο έτος υπηρεσίας σε θέση από την οποία ο υποψήφιος μπορεί να προαχθεί σύμφωνα με τα σχέδια υπηρεσίας, και ειδικά στην περίπτωση διορισμού/προαγωγής σε θέση Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης (Μέση Γενική ή Τεχνική Εκπαίδευση) επτά δέκατα της μονάδας επιπρόσθετα, για κάθε συμπληρωμένο έτος προηγούμενης εκπαιδευτικής υπηρεσίας σε δημόσια σχολεία ή/και για άλλη αναγνωρισμένη προϋπηρεσία."
Σύμφωνα με το άρθρο 3, η ισχύς του Νόμου αυτού θεωρείται ότι άρχιζε από την 8ην Μαΐου, 1987 και είναι γεγονός ότι η αρχαιότητα, τόσο για τον αιτητή όσο και για τα ενδιαφερόμενα μέρη, υπολογίστηκε με βάση διάταξη νόμου που είχε καταργηθεί.
Είναι νομολογιακά καθιερωμένο πως η αναφορά σε εσφαλμένη νομοθετική διάταξη δεν οδηγεί απαραίτητα σε ακυρότητα μιας πράξης ή απόφασης, εάν η απόφαση ή το μέρος αυτής μπορούσε να στηριχθεί στην ορθή νομοθετική διάταξη.
Απόλυτα σχετικό με το πιο πάνω θέμα είναι το απόσπασμα από την πρόσφατη απόφαση Μαρίνα Σπανοπούλου-Τσαγγαρίδου κ.ά. ν. 1. Ε. Ε. Υ., 2. Υπ. Παιδείας, Υπ. Αρ. 478/89, ημερ. 9.10.90:
"Κατά τη γνώμη μου, μια διοικητική απόφαση ακυρώνεται λόγω πλάνης περί το νόμο του οργάνου που την έλαβε, όταν το ενεργοποιημένο αποτέλεσμα της είναι αντίθετο ή παραβιάζει τις πρόνοιες του νόμου που αφορούν στη λήψη της. Αν το αποτέλεσμα είναι σύμφωνο με τις πρόνοιες του ισχύοντος νόμου, τότε μνεία εσφαλμένης νομικής διάταξης δεν οδηγεί στην ακύρωση της απόφασης."
(Βλ. επίσης, Αλίκη Λιμνάτου κ.ά. ν. 1. Ε.Ε.Υ., 2. Υπ. Παιδείας, Α.Ε. Αρ. 1014, ημερ. 28.11.90, Ζήσιμου Χ'' Ττοφή κ.α. ν. 1. Ε.Ε.Υ., 2. Υπ. Παιδείας, Υπ. Αρ. 411/89, ημερ. 31.1.91, Καραγιώργης κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 616/88 κλπ, ημερ. 15.5.90, Άννα Βιολάρη ν. Ε.Ε.Υ., Υπ. Αρ.210/89, ημερ. 12.2.92).
Στην υπό κρίση υπόθεση, η αναφορά από τη Συμβουλευτική Επιτροπή στην εσφαλμένη νομοθετική διάταξη, δεν διαφοροποίησε με οποιοδήποτε τρόπο τον υπολογισμό της αρχαιότητας των υποψηφίων ή τη νομιμότητα της διαδικασίας ή της απόφασης. Κι' αυτό γιατί, για την αριθμητική αποτίμηση της αρχαιότητας για προαγωγή στη θέση Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης, όπως στην προκειμένη περίπτωση, οι πρόνοιες της παραγράφου (γ) του εδαφίου (4) του άρθρου 35 Β του Ν. 65/87, είναι ταυτόσημες με αυτές του άρθρου 2 του Ν. 157/87. Η μόνη διαφοροποίηση που εισήχθηκε με το Ν. 157/87, αφορούσε στον υπολογισμό των μονάδων αρχαιότητας, ειδικά στην περίπτωση διορισμού/ προαγωγής στη θέση Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης και όχι Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης. Συνεπώς ο πρώτος ισχυρισμός του αιτητή αποτυγχάνει και απορρίπτεται.
Ο δεύτερος νομικός ισχυρισμός που προβλήθηκε, ήταν ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή, λανθασμένα παρέλειψε να πιστώσει τον αιτητή με τις ανάλογες μονάδες για το πρόσθετο προσόν του, ενώ με την προηγούμενη ανακληθείσα απόφαση της ημερ. 3.4.89 (Παράρτημα Ι στη γραπτή αγόρευση των καθ' ων η αίτηση), είχε αποφασίσει να δώσει 2 μονάδες στους κατόχους πτυχίων Β.Α. του Cyprus College, μονάδες με τις οποίες πιστώθηκε και ο αιτητής. Η Ε.Ε.Υ, εξέτασε την ένσταση του αιτητή και την απέρριψε, με το αιτιολογικό που προαναφέρεται.
Θα πρέπει στο σημείο αυτό να αναφερθεί ότι, αναφορικά με την αποτίμηση των πρόσθετων προσόντων των υποψηφίων, τα οποία είναι συναφή με την εκπαίδευση, την ειδικότητα ή τα καθήκοντα της θέσης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 35Β(4)(β) του Νόμου, η Συμβουλευτική Επιτροπή στη νέα έκθεση της ημερ. 7.4.89, την οποία απέστειλε στην Ε.Ε.Υ. (Βλ. Παράρτημα "Γ"), αποφάσισε να δώσει μονάδες ως ακολούθως:
Προσόν Μονάδες
M.A./M.SC. |
4 |
B.A./B.Sc./B.Ed. |
3 |
Διετής μετεκπαίδευση |
2 |
Μονοετής μετεκπαίδευση |
1 |
Πτυχίο Γεωργικής Σχολής Μόρφου |
1 |
Δίπλωμα Royal Society of Arts |
1 |
Πτυχίο Μουσικού Οργάνου |
3 |
Πτυχίο Αντίστιξης |
3 |
Πτυχίο Αρμονίας |
2 |
Πτυχίο Ωδικής |
1 |
Ο τίτλος σπουδών του αιτητή, Β.Α. Geography του Cyprus College, αγνοήθηκε με αποκλειστική αιτιολογία ότι, το πτυχίο αυτό έχει αποκτηθεί από μη αναγνωρισμένο ίδρυμα (Βλ. επίσης σχετκά, Κυανούν 11 στον προσωπικό φάκελο του αιτητή με αριθμό Π.3643/3).
Οι προϋποθέσεις απόκτησης μονάδων λόγω κατοχής πρόσθετου προσόντος από ένα υποψήφιο, καθορίζονται στο άρθρο 35Β(4)(β) του Νόμου και έχουν ως ακολούθως:
"(β) προσόντα:
1 έως 5 μονάδες που δίνονται από τη Συμβουλευτική Επιτροπή με αιτιολογημένη απόφαση της για πρόσθετο προσόν το οποίο είναι συναφές με την εκπαίδευση ή την ειδικότητα του υποψηφίου ή τα καθήκοντα της θέσης·"
Η αιτιολογία που δόθηκε από την Ε.Ε.Υ, για την παραγνώριση του τίτλου σπουδών του αιτητή, μαρτυρεί ότι η μόνη έρευνα που διεξήχθηκε για να διαπιστωθεί κατά πόσον ο τίτλος σπουδών του πληρούσε τις προϋποθέσεις του πρόσθετου προσόντος, όπως αυτό καθορίστηκε από το πιο πάνω άρθρο, επικεντρώθηκε στο ερώτημα κατά πόσον το ίδρυμα που εξέδοσε τον τίτλο αυτό ήταν αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα.
Το κριτήριο του "αναγνωρισμένου ιδρύματος", όμως, που οι καθ' ων η αίτηση εισήγαγαν και εφάρμοσαν με τρόπο καθοριστικό στην παρούσα υπόθεση, πουθενά δεν αναφέρεται στην προϋπόθεση του άρθρου 35Β(4)(β), το οποίο η Συμβουλευτική Επιτροπή και η Ε.Ε.Υ, είχαν καθήκον να ερμηνεύσουν. Αντίθετα, δεν φαίνεται πουθενά στα σχετικά έγγραφα και πρακτικά κατά πόσον διερευνήθηκαν τα στοιχεία εκείνα, ώστε να διαπιστωθεί αν ο τίτλος του αιτητή ήταν συναφής "με την εκπαίδευση ή την ειδικότητα του υποψηφίου ή τα καθήκοντα της θέσης", όπως ρητά ορίζει η πιο πάνω νομοθετική διάταξη.
Είναι βασική αρχή του διοικητικού δικαίου ότι, η ερμηνεία και εφαρμογή των Σχεδίων Υπηρεσίας ανήκουν στην αρμοδιότητα της Επιτροπής και το Δικαστήριο, κατά την άσκηση της Αναθεωρητικής του δικαιοδοσίας, δεν δίδει σ' αυτά διαφορετική ερμηνεία από αυτή της Επιτροπής, εφόσον η ερμηνεία αυτή ήταν εύλογα επιτρεπτή υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης (Papaleontiou v. Republic (1987) 3 CLR 211, 220-221, Κλέαρχος Μιλτιάδους & Άλλοι ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. Αρ. 789, 791, 796, ημερ. 30.5.89, Δημοκρατία ν. Αλέκος Πιτσιλλίδης, Α.Ε. Αρ. 925, ημερ. 28.5.90).
Στην υπό κρίση υπόθεση έχω την πεποίθηση πως, οι καθ' ων η αίτηση υπερέβησαν τα ακραία όρια της διακριτικής τους εξουσίας, για το λόγο ότι παρέλειψαν να διεξαγάγουν την ενδεδειγμένη έρευνα αναφορικά με την αξιολόγηση του επίδικου προσόντος του αιτητή, η δε απόφαση τους ότι αυτός δεν το κατείχε, με την οποία ο αιτητής ουσιαστικά απεκλείετο πια από κάθε παραπέρα εξέταση της υποψηφιότητας του, 4 Α.Α.Δ. Γεωργίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας Χρυσοστομής, Δεστερείτο επαρκούς αιτιολογίας.
Η απόφαση της Ε.Ε.Υ, για μη συμπερίληψη του αιτητή στον τελικό κατάλογο των υποψηφίων ήταν δισκελής. Το άλλο σκέλος αφορούσε το ζήτημα των μονάδων του αιτητή και για το σημείο αυτό η Ε.Ε.Υ, αποφάσισε πως, οι 193 μονάδες που είχε ο αιτητής δεν επέτρεπαν, εν πάση περιπτώσει, την περίληψη του στον κατάλογο, εφόσον ο τελευταίος περιληφθείς σ' αυτόν είχε 194.50 μονάδες.
Εξετάζοντας το σημείο αυτό, προκύπτει το ζήτημα ότι, εάν η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν ερμήνευε, όπως ερμήνευσε, το θέμα των προσόντων του αιτητή και έδινε σ' αυτόν τις 3 μονάδες, που είχε καθορίσει η ίδια στον προεκτεθέντα πίνακα για κατόχους τίτλων Β.Α., τότε ο αιτητής θα περιλαμβανόταν στον κατάλογο, γιατί θα επροηγείτο του τελευταίου περιληφθέντα με την αύξηση των μονάδων του από 193 σε 196.
Εάν ο αιτητής συμπεριλαμβανόταν στον κατάλογο υποψηφίων με 196 μονάδες, είχε τη δυνατότητα να πάρει άλλες πέντε μονάδες κατ' ανώτατο όριο, μετά τη διενέργεια των συνεντεύξεων, με βάση το άρθρο 35Β(10) (β) του Νόμου.
Σε τέτοια περίπτωση, το σύνολο των μονάδων του θα ήταν ανώτερο από το σύνολο των μονάδων όλων των ενδιαφερομένων μερών και ο αιτητής θα επροηγείτο των ενδιαφερομένων μερών στον κατάλογο υποψηφίων. (Βλ. Παράρτημα "Ζ", σελ. 9).
Η ελλειπής έρευνα αναφορικά με το ζήτημα της κατοχής από τον αιτητή του πρόσθετου προσόντος και η παρερμηνεία από τους καθ' ων η αίτηση του άρθρου 35 Β (4)(β) και η έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας της ερμηνείας που δόθηκε, ήταν υπό τις περιστάσεις ουσιώδης και άσκησε ουσιαστική επίδραση στη λήψη της επίδικης απόφασης, επηρέασε δε δυσμενώς το συμφέρον του αιτητή και τις προοπτικές προαγωγής του.
Ενόψει της κατάληξης αυτής, δεν προτίθεμαι να υπεισέλθω στην εξέταση του τρίτου λόγου ακύρωσης, που εγέρθηκε από το δικηγόρο του αιτητή.
Για τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή επιτυγχάνει και η επίδικη απόφαση ακυρώνεται χωρίς διαταγή για έξοδα.
Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται χωρίς έξοδα.