ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1991) 4 ΑΑΔ 4235
30 Δεκεμβρίου, 1991
[ΠΟΓΙΑΤΖΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ MOUNER MSALLAM,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΔΙΑ ΤΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΥ, (Αρ.2)
Καθ' ων η Αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 662/89).
Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο — Αίτηση Επαναφοράς Προσφυγής — Το ζήτημα της προθεσμίας υποβολής της υπό το φως τον Κανονισμού 18 τον Διαδικαστικού Κανονισμού τον Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962 — Η προθεσμία των 15 ημερών της Δ.33,0.5 δεν εφαρμόζεται γιατί αποκλείεται από τη φύση τον δικαστικού ελέγχου υπό το άρθρο 146 του Συντάγματος — "Εύλογα σύντομος χρόνος" το σχετικό κριτήριο αναφορικά με το χρόνο υποβολής της αίτησης.
Με ενδιάμεση αίτησή του ο αιτητής ζήτησε για δεύτερη φορά την επαναφορά της απορριφθείσας προσφυγής του που απορρίφθηκε λόγω μη εμφάνισής του κατά την ακρόασή της. Ως εκ του χρόνου που είχε διατρέξει, κρίσιμο ενώπιον του Δικαστηρίου ζήτημα ήταν το εμπρόθεσμο της αίτησης.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, κάνοντας δεκτή την αίτηση επαναφοράς, αποφάσισε ότι:
1. Ο Κανονισμός 18 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962 ερμηνεύθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Νίκος Ρούσος και Άλλος ν. Δημοκρατίας (1985) 3 ΑΑΔ 119. Η Ολομέλεια του Δικαστηρίου αρνήθηκε να εξετάσει την ουσία των εφέσεων που οι αιτητές είχαν καταχωρήσει εναντίον της απόρριψης των προσφυγών τους. Προχώρησε εν τούτοις να επισημάνει ότι η προσέγγιση του Δικαστηρίου σε αίτημα για επαναφορά προσφυγής που απορρίφθηκε γιατί θεωρήθηκε ότι είχε εγκαταλειφθεί, είναι σύμφωνη με τις αρχές που διέπουν την ακύρωση απόφασης που εκδίδεται σε αστικές υποθέσεις στις περιπτώσεις που ένας από τους διαδίκους δεν εμφανίζεται στο Δικαστήριο κατά την εκδίκαση της αγωγής. Εξέφρασε περαιτέρω την άποψη ότι, ως αποτέλεσμα του Κανονισμού 18, ο περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικός Κανονισμός και οι αρχές αυτές εφαρμόζονται κατ' αναλογία στη διαδικασία προσφυγών κάτω από τ© άρθρο 146 του Συντάγματος, αλλά μόνο στην έκταση που η εφαρμογή τους συνάδει με τη φύση του δικαστικού ελέγχου που ασκείται, με βάση την αναθεωρητική δικαιοδοσία του Δικαστηρίου, πρωτόδικη και κατ' έφεση, κάτω από το άρθρο 146 του Συντάγματος και το άρθρο 11(2) του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου του 1964. Αναφορικά με τη φύση του δικαστικού αυτού ελέγχου, η Ολομέλεια του Δικαστηρίου απεφάνθη στην απόφαση Παναγιώτης Τσίγκης ν. Δημοκρατίας.
2. Το ερώτημα κατά πόσο σε διαδικαστικές διαδικασίες διοικητικής φύσεως ισχύει ή όχι η προθεσμία των 15 ημερών που προνοεί η Δ.33, θ.5 του περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικού Κανονισμού απαντήθηκε οριστικά και καθαρά από την Ολομέλεια του Δικαστηρίου με την απόφασή της ημερομηνίας 15 Φεβρουαρίου 1991 στην προσφυγή αρ. 162/82 Ελεύθερο Εργατικό Σωματείο Μεταφορών και Γεωργίας ΣΕΚ Λεμεσού και άλλων ν. Δημοκρατίας. Αποφασίστηκε ρητά ότι η προθεσμία των 15 ημερών της Δ.33, θ.5 δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση αιτήσεων για την επαναφορά προσφυγής, όπως η παρούσα, γιατί αποκλείεται από τη φύση του δικαστικού ελέγχου κάτω από το άρθρο 146 του Συντάγματος. Το κριτήριο που η Ολομέλεια έχει καθορίσει αναφορικά με το χρόνο της υποβολής της αίτησης για επαναφορά είναι εκείνο του εύλογα σύντομου χρόνου το οποίο εξαρτάται από τα ιδιαίτερα περιστατικά της κάθε συγκεκριμένης υπόθεσης.
3. Δεν ενδείκνυται και δεν προτίθεμαι να καθορίσω χρονικά πλαίσια των οποίων η παρέλευση καθιστά γενικά ή κατά κανόνα εκπρόθεσμη και ως εκ τούτου απαράδεκτη την υποβολή αίτησης για επαναφορά προσφυγής που έχει απορριφθεί. Για τους σκοπούς της παρούσας αίτησης, λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των συνθηκών κάτω από τις οποίες αφέθηκε να παρέλθει περίοδος τεσσάρων και πλέον μηνών πριν την καταχώρησή της, κρίνω ότι η αίτηση υποβλήθηκε μέσα σε εύλογα σύντομο χρόνο και από της άποψης αυτής η αίτηση είναι παραδεκτή.
Αναφορικά με την ουσία της αίτησης κρίνω ότι τα γεγονότα που αποκαλύπτει η ένορκη δήλωση του αιτητή δικαιολογούν την άσκηση της διακριτικής μου ευχέρειας υπέρ της επαναφοράς της προσφυγής. Η απόφασή μου επί του προκειμένου συνάδου με τις αρχές και την προσέγγιση που έχουν καθοριστεί από τη νομολογία.
Διαταγή για επαναφορά χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Ρούσος και άλλος ν. Δημοκρατίας (1985) 3 ΑΑΔ 119·
Τσίγκης ν. Δημοκρατίας (1984) 3 ΑΑΔ 1262·
Cyprus Transport Co. Ltd and Another v. The Republic (1969) 3 CLR 501·
Lambrou v. The Republic (1970) 3 CLR 75·
Neophytou v. The Republic (1977) 3 CLR 140·
Ελεύθερο Εργατικό Σωματείο Μεταφορών και Γεωργίας ΣΕΚ Λεμεσού και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1991) Προσφυγή Αρ. 162/82 ημερ. 15/2/91·
Χαραλαμπίδης ν. Δημοκρατίας (Προσφυγή Αρ. 417/89, ημερ. 24/11/90)·
Παντελίδη ν. Δημοκρατίας (Προσφυγή Αρ. 747/88, ημερ. 9/2/90)·
Ιακωβίδης ν. Δημοκρατίας (1991) 4 ΑΑΔ 1269·
Msallam ν. Δημοκρατίας (Αρ.1) (1991) 4 ΑΑΔ 2141·
Αζίζ ν. Δημοκρατίας (1991) 4 ΑΑΔ. 2625.
Αίτηση.
Αίτηση για επαναφορά της προσφυγής η οποία απορρίφθηκε στις 12 Ιουλίου, 1991 για το λόγο ότι τόσον ο αιτητής όσον και ο δικηγόρος του είχαν παραλείψει να εμφανιστούν στο Δικαστήριο κατά την ημέρα που η προσφυγή ήταν ορισμένη για ακρόαση.
Π. Αγγελίδης, για τον αιτητή.
Π. Κληρίδης, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΠΟΓΙΑΤΖΗΣ, Δ. ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. Με την ενδιάμεση αυτή αίτηση που καταχωρήθηκε στις 19 Ιανουαρίου 1991, ο Αιτητής ζητά για δεύτερη φορά την επαναφορά της προσφυγής του που απορρίφθηκε στις 12 Ιουλίου1991 για το λόγο ότι τόσο ο ίδιος όσο και ο δικηγόρος του είχαν παραλείψει να εμφανιστούν στο Δικαστήριο κατά την ημέρα εκείνη που η προσφυγή ήταν ορισμένη για ακρόαση. Για πρώτη φορά η προσφυγή είχε απορριφθεί στις 12 Απριλίου 1991 επειδή κρίθηκε ότι είχε εγκαταλειφθεί από τον Αιτητή κάτω από τις συνθήκες που αναφέρονται στην απόφαση* του Δικαστηρίου ημερομηνίας 17 Ιουνίου 1991 με την οποία είχε γίνει δεκτή σχετική αίτηση του Αιτητή ημερομηνίας 2 Μαΐου 1991 για την επαναφορά της.
Ο ευπαίδευτος δικηγόρος των Καθ' ων η Αίτηση δε φέρει ένσταση στην εκ νέου επαναφορά της προσφυγής. Δέχεται ότι η ρητή δήλωση του Αιτητή που περιέχεται στην ένορκη δήλωσή του που συνοδεύει την παρούσα αίτηση, ότι ουδέποτε εγκατέλειψε την προσφυγή του και ότι η παράλειψη των δικηγόρων του να εμφανιστούν στο Δικαστήριο κατά την ακρόαση της προσφυγής οφείλεται αποκλειστικά σε παρεξήγηση και στην κακή συνενόησή τους, ικανοποιεί τις προϋποθέσεις που έχουν τεθεί από τη νομολογία για την επαναφορά της προσφυγής.
Εν όψει των πιο πάνω, το πρώτο ερώτημα που εγείρεται στην παρούσα διαδικασία είναι κατά πόσο η ενδιάμεση αυτή αίτηση είναι εκπρόθεσμη γιατί καταχωρήθηκε μετά την εκπνοή της προθεσμίας των 15 ημερών που αναφέρεται στη Δ.33, θ.5** του περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικού Κανονισμού που εφαρμόζεται στην παρούσα διαδικασία ως αποτέλεσμα του Κανονισμού 18 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, ο οποίος προνοεί τά εξής:
"18. Ο κατά την ημέραν της εκδόσεως του παρόντος Κανονισμού ισχύων εν τη Δημοκρατία περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικός Κανονισμός θα εφαρμόζεται τηρουμένων των αναλογιών και εφ' όσον αι περίστάσεις
* Θα δημοσιευτεί στον 3ο Τόμο των Αποφάσεων τον Ανωτάτου Δικαστηρίου.
** "Any judgment obtained where one party does not appear at the trial may in a proper case be set aside by the Court upon such terms as may seem fit, upon an application made within fifteen days after the trial."
επιτρέπουν τούτο, εις πάσαν διαδικασίαν ενώπιον του Δικαστηρίου, εκτός εάν άλλως προβλέπεται εις τον παρόντα Κανονισμόν ή εκτός εάν το Δικαστήριον ή Δικαστής άλλως ήθελεν ορίσει."
Η πιό πάνω διαδικαστική πρόνοια ερμηνεύθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Νίκος Ρούσος και άλλος ν. Δημοκρατίας (1985) 3 Α.Α.Δ. 119, στην οποία οι προσφυγές των αιτητών είχαν απορριφθεί από μονομελές Δικαστήριο κατά την άσκηση της αναθεωρητικής του δικαιοδοσίας, επειδή είχαν εκ πρώτης όψεως θεωρηθεί ότι είχαν εγκαταλειφθεί λόγω της παράλειψης των ιδίων και/ή των δικηγόρων τους να εμφανιστούν στο Δικαστήριο κατά την ημέρα που οι προσφυγές ήταν ορισμένες για οδηγίες. Η Ολομέλεια του Δικαστηρίου αρνήθηκε να εξετάσει την ουσία των εφέσεων που οι αιτητές είχαν καταχωρήσει εναντίον της απόρριψης των προσφυγών τους. Προχώρησε εν τούτοις να επισημάνει ότι η προσέγγιση του Δικαστηρίου σε αίτημα για επαναφορά προσφυγής που απορρίφθηκε γιατί θεωρήθηκε κάτω από τις πιο πάνω συνθήκες ότι είχε εγκαταλειφθεί, είναι σύμφωνη με τις αρχές που διέπουν την ακύρωση απόφασης που εκδίδεται σε αστικές υποθέσεις στις περιπτώσεις που ένας από τους διαδίκους δεν εμφανίζεται στο Δικαστήριο κατά την εκδίκαση της αγωγής. Εξέφρασε περαιτέρω την άποψη ότι, ως αποτέλεσμα του Κανονισμού 18 (ανωτέρω), ο περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικός Κανονισμός και οι αρχές αυτές εφαρμόζονται κατ' αναλογία στη διαδικασία προσφυγών κάτω από το άρθρο 146 του Συντάγματος, αλλά μόνο στην έκταση που η εφαρμογή τους συνάδει με τη φύση του δικαστικού ελέγχου που ασκείται με βάση την αναθεωρητική δικαιοδοσία του Δικαστηρίου, πρωτόδικη και κατ' έφεση, κάτω από το άρθρο 146 του Συντάγματος και το άρθρο 11(2) του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου του 1964. Αναφορικά με τη φύση του δικαστικού αυτού ελέγχου, η Ολομέλεια του Δικαστηρίου υιοθέτησε την απόφαση στην υπόθεση Παναγιώτης Τσίγκης ν. Δημοκρατίας (1984) 3 Α.Α.Δ.1262, στην οποία- (α) τονίστηκε ότι προσφυγή που απορρίφθηκε γιατί θεωρήθηκε ότι έχει εγκαταλειφθεί πρέπει να επαναφερθεί αν δεν έχει στην πραγματικότητα εγκαταλειφθεί, για να μπορέσει έτσι το Δικαστήριο να προχωρήσει στην εκδίκασή της σύμφωνα με το άρθρο 146.4 του Συντάγματος· (β) εκφράστηκε η άποψη ότι ο Κανονισμός 18 (ανωτέρω) πρέπει να ερμηνευτεί με τρόπο που να αποκλείει την εφαρμογή προνοιών του περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικού Κανονισμού που είναι ασυμβίβαστες με τη φύση του δικαστικού ελέγχου κάτω από το άρθρο 146 του Συντάγματος· (γ) επιστήθηκε η προσοχή στο γεγονός ότι έχει καθοριστεί από την μέχρι τότε νομολογία* ότι η προσφυγή κάτω από το άρθρο 146.1 του Συντάγματος γίνεται πρωτίστως εναντίον της πράξης ή απόφασης που αποτελεί το αντικείμενο της και ότι τα μέρη στην προσφυγή απλώς ακούονται αναφορικά με τη νομιμότητα της εν λόγω πράξης ή απόφασης· (δ) τονίστηκε ότι η διαδικασία κάτω από το άρθρο 146 του Συντάγματος είναι ανακριτικής φύσεως και ως εκ τούτου το ένα ή το άλλο μέρος στην προσφυγή δεν πρέπει να τιμωρείται με διαταγή που εκδίδεται ως αποτέλεσμα παράλειψής του όπως γίνεται, κάτω από ορισμένες περιστάσεις, σε διαδικασίες αστικής φύσεως· και (ε) αποφασίστηκε ότι η διαδικασία που αρχίζει με την καταχώρηση της προσφυγής, εκτός αν τερματιστεί για το λόγο ότι κάποια από τις προϋποθέσεις που νομιμοποιεί τον αιτητή στην καταχώρησή της όπως αναφέρεται στο άρθρο 146 του Συντάγματος, δεν υπάρχει ή έπαυσε να υπάρχει, ή για το λόγο ότι κρίνεται απορριπτέα γιατί έχει μεταγενέστερα εξαλειφθεί το αντικείμενό της, ή για το λόγο ότι έχει πράγματι εγκαταλειφθεί ή αποσυρθεί, μπορεί να τερματισθεί μόνο ως αποτέλεσμα της άσκησης δικαστικού ελέγχου και της έκδοσης από το Δικαστήριο διαταγής κάτω από τις υποπαραγράφους (α) ή (β) ή (γ) της παραγράφου 4 του άρθρου 146 του Συντάγματος.
Το ερώτημα κατά πόσο σε διαδικαστικές διαδικασίες διοικητικής φύσεως ισχύει ή όχι η προθεσμία των 15 ημερών
* Cyprus Transport Co, Lid. and Another v. The Republic (1969) 3 C.L.R. 501, Lambrou v. The Republic (1970) 3 C.L.R. 75, και Neophytou v. The Republic (1977) 3 C.L.R. 140.
που προνοεί η Δ.33, θ.5 του περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικού Κανονισμού απαντήθηκε οριστικά και καθαρά από την Ολομέλεια του Δικαστηρίου με την απόφασή της ημερομηνίας 15 Φεβρουαρίου 1991 στην προσφυγή αρ. 162/82 Ελεύθερο Εργατικό Σωματείο Μεταφορών και Γεωργίας ΣΕΚ Λεμεσού και άλλων ν. Δημοκρατίας. Η απόφαση αυτή δεν έχει ακόμα δημοσιευτεί ούτε έχει κυκλοφορήσει. Όμως ο αδελφός Δικαστής Στυλιανίδης ο οποίος έχει απαγγείλει την απόφαση της πλειοψηφίας μου ανέφερε ότι αποφασίστηκε ρητά ότι η προθεσμία των 15 ημερών της Δ.33, θ.5 δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση αιτήσεων για την επαναφορά προσφυγής, όπως η παρούσα, γιατί αποκλείεται από τη φύση του δικαστικού ελέγχου κάτω από το άρθρο 146 του Συντάγματος. Το κριτήριο που η Ολομέλεια έχει καθορίσει αναφορικά με το χρόνο της υποβολής της αίτησης για επαναφορά είναι εκείνο του εύλογα σύντομου χρόνου το οποίο εξαρτάται από τα ιδιαίτερα περιστατικά της κάθε συγκεκριμένης υπόθεσης.
Εγείρεται, ως εκ τούτου, το ερώτημα κατά πόσο στην παρούσα περίπτωση κατά την οποία η προσφυγή απορρίφθηκε στις 12 Ιουλίου 1991 και η αίτηση για την επαναφορά της καταχωρήθηκε στις 19 Νοεμβρίου 1991, μπορεί να λεχθεί ότι ο Αιτητής έχει ενεργήσει μέσα σε εύλογα σύντομο χρόνο. Είναι επί του προκειμένου σχετικό το γεγονός ότι στις 11 Σεπτεμβρίου 1991 ο δικηγόρος του Αιτητή είχε καταχωρήσει παρόμοια αίτηση την οποία απέσυρε χωρίς βλάβη των δικαιωμάτων του στις 23 Οκτωβρίου 1991. Η αίτηση εκείνη συνοδευόταν από ένορκη δήλωση όχι του Αιτητή αλλά του δικηγόρου του η οποία, αφ' ενός, δεν περιείχε τα απαραίτητα γεγονότα και, αφ' ετέρου, περιείχε ισχυρισμούς που ήταν αποτέλεσμα νέας παρεξήγησης εκ μέρους τον αναφορικά με τα ορθά γεγονότα.
Δεν ενδείκνυται και δεν προτίθεμαι να καθορίσω χρονικά πλαίσια των οποίων η παρέλευση καθιστά γενικά ή κατά κανόνα εκπρόθεσμη και ως εκ τούτο απαράδεκτη την υποβολή αίτησης για επαναφορά προσφυγής, που έχει απορριφθεί. Για τους σκοπούς της παρούσας αίτησης αρκεί να πω ότι, λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των συνθηκών κάτω από τις οποίες αφέθηκε να παρέλθει περίοδος τεσσάρων και πλέον μηνών πριν την καταχώρησή της, κρίνω ότι η αίτηση υποβλήθηκε μέσα σε εύλογα σύντομο χρόνο και από της άποψης αυτής η αίτηση είναι παραδεκτή.
Αναφορικά με την ουσία της αίτησης κρίνω ότι τα γεγονότα που αποκαλύπτει η ένορκη δήλωση του Αιτητή δικαιολογούν την άσκηση της διακριτικής μου ευχέρειας υπέρ της επαναφοράς της προσφυγής. Η απόφασή μου επί του προκειμένου συνάδει με τις αρχές και την προσέγγιση που έχουν καθοριστεί από τη νομολογία. Ενδεικτικές των πιο πάνω αρχών και προσέγγισης είναι οι υποθέσεις Τσίγκης ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω), Ρούσος ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω) Αντώνης Χαραλαμπίδης ν. ΕΔΥ*, Ελισάβετ Παντελίδη ν. Δημοκρατίας**, Δάσος Ιακωβίδης ν. Δημοκρατίας***, Mouner Msallam ν. Δημοκρατίας (Αρ.1)****, και Μαρίας Δήμοβα Αζίζ ν. Δημοκρατίας*****.
Εν όψει των ανωτέρω εκδίδεται διάταγμα για την επαναφορά της προσφυγής η οποία ορίζεται ενώπιόν μου στις 22 Ιανουαρίου, 1992 και ώρα 9 π.μ. για οδηγίες. Εφόσον ο ευπαίδευτος δικηγόρος των Καθ' ων η Αίτηση έχει δηλώσει ότι δε ζητά έξοδα, δεν εκδίδω οποιαδήποτε διαταγή αναφορικά με αυτά.
Διαταγή για επαναφορά χωρίς έξοδα.
* Προσφυγή αρ. 417/89 στην οποία η απόφαση ημερομηνίας 24/11/1990.
** Προσφυγή αρ. 747/88 στην οποία η απόφαση ημερομηνίας 90/1990.
*** (1991) 4 A.A.Δ. 1269.
****(1991) 4 Α.Α.Δ 2141.
***** (1991) 4 A.A.Δ. 2625.