ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
KYPROXIL DESIGNS ν. PANOS ENGLEZOS (1988) 1 CLR 546
Xρυσοστόμου Eλένη και Άλλοι ν. Aικατερίνης Δημητρίου Kωνσταντινίδου και Άλλων (1998) 3 ΑΑΔ 316
Χαραλάμπους Κώστας ν. Γεώργιου Πουλλικά και Άλλης (2002) 3 ΑΑΔ 685
Δήμος Aραδίππου και Άλλος ν. Aνδρέα Γεωργίου (Αρ. 1) (2003) 3 ΑΑΔ 25
Ταρτίου Μωυσής και Άλλη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2014) 3 ΑΑΔ 333, ECLI:CY:AD:2014:C722
Νατιώτης Γεώργιος ν. Μιχαλάκη Χρίστου Γερολέμου και Άλλης (2015) 3 ΑΑΔ 521, ECLI:CY:AD:2015:D668
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2023:A19
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 49/2016)
(Προσφυγή 141/2013)
24 Ιανουαρίου, 2023
[ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, ΣΑΝΤΗΣ, Δ/στές]
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΖΕΪΤΟΥΝΤΣΙΑΝ
Εφεσείων/Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο,
v.
ΚΥΠΡΟΥ Μ. ΠΕΤΡΙΔΗ
Εφεσίβλητου/Αιτητή,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Καθ' ων η Αίτηση.
.........
Α.Σ. Αγγελίδης, για Ανδρέας Σ. Αγγελίδης Δ.Ε.Π.Ε., για τον Εφεσείοντα/Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο.
Δ. Νικολετόπουλος, για Ευστάθιος Κ. Ευσταθίου Δ.Ε.Π.Ε., για τον Εφεσίβλητο/Αιτητή.
Δ. Εργατούδη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για Καθ' ων η Αίτηση.
ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί
από τον Σάντη, Δ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΑΝΤΗΣ, Δ.: Το Διοικητικό Δικαστήριο («το Πρωτόδικο Δικαστήριο»), με απόφαση ημερομηνίας 14.6.16 («η Πρωτόδικη Απόφαση»), ακύρωσε την (κατόπιν επανεξέτασης) προαγωγή (από 1.2.09) του Αιτητή/Ενδιαφερόμενου Μέρους («ο Εφεσείων») στην Προσφυγή 141/13 («η Προσφυγή») στη Μόνιμη Θέση Πρώτου Λειτουργού Στατιστικής, Στατιστική Υπηρεσία («η επίδικη θέση»).
Την Προσφυγή καταχώρισε την 18.1.13, ως Αιτητής, ο Κύπρος Μ. Πετρίδης («ο Εφεσίβλητος») εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας, αιτούμενος δήλωση ή και διαταγή του Διοικητικού Δικαστηρίου «. ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ' ων η αίτηση η οποία δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερομηνίας 30.11.2012 με την οποία προήγαγαν κατόπιν επανεξέτασης συνεπεία ακυρωτικής απόφασης στη μόνιμη θέση Πρώτου Λειτουργού Στατιστικής, Στατιστική Υπηρεσία από την 1.2.2009 .» το Ενδιαφερόμενο Μέρος Γεώργιο Ζεϊτουντσιάν (δηλαδή τον Εφεσείοντα) αντί τον Εφεσίβλητο «. είναι άκυρη και/ή παράνομη και/ή στερημένη εννόμου αποτελέσματος».
Προτού αρχίσει η επί της ουσίας ακροαματική διαδικασία στην τρέχουσα έφεση, ο ευπαίδευτος δικηγόρος του Εφεσίβλητου ήγειρε διά προδικαστικής ένστασης - στην οποία εναντιώθηκε ο Εφεσείων - ζήτημα έννομου συμφέροντος του Εφεσείοντα να προωθεί την έφεση, εφόσον (κατά παραδεκτό γεγονός) «. όταν το διοικητικό όργανο επανεξετάζοντας την υπόθεση κατόπιν και της δεύτερης ακυρωτικής απόφασης για την επιλογή του, προήγαγε στη θέση τον εφεσίβλητο Κύπρο Πετρίδη, ο ίδιος δεν αμφισβήτησε την απόφαση της ΕΔΥ καθιστώντας με τον τρόπο αυτό την τελευταία απόφαση της ΕΔΥ, η οποία επέφερε νέα αποτελέσματα, ισχυρή».
Προτού εισδύσουμε στα της προδικαστικής ένστασης - η οποία αποτελεί και το αποκλειστικό αντικείμενο τής ανά χείρας απόφασης - την οποία αποφασίσαμε να ακούσουμε αμέσως, πριν από την όποια ουσία των πραγμάτων, κρίνουμε πρόσφορη μια αναφορά στα κατά βάση, παραδεκτά γεγονότα ώστε να καταστούν πιο ευνόητα τα όσα έπονται εν σχέσει προς το ενεστώτως ζητούμενο.
Την 15.3.11 το Ανώτατο Δικαστήριο (υπό την αναθεωρητική του δικαιοδοσία και σε μονομελή σύνθεση), ακύρωσε αναδρομικώς από 1.2.09 την (προηγούμενη) απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας («η ΕΔΥ») για προαγωγή του Εφεσείοντα στην επίδικη θέση (βλ. Πετρίδης ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 308/09, ημ. 15.3.11).
Η ΕΔΥ σε συνεδρίαση ημερομηνίας 23.3.11, στην οποία ενημερώθηκε για την περί ης ο λόγος δικαστική απόφαση, επανέφερε τον Εφεσείοντα, συμμορφούμενη με αυτή, στη θέση που κατείχε παλαιότερα ο Εφεσείων, δηλαδή στη θέση Ανώτερου Λειτουργού Στατιστικής, Στατιστική Υπηρεσία.
Σε συνεδρία ημερομηνίας 29.4.11, η ΕΔΥ μελέτησε την ακυρωτική απόφαση και (ως επεξήγησε στα αφορώντα πρακτικά), έλαβε υπόψη τα δεδικασμένα, και δη πως «... λόγο ακύρωσης αποτέλεσε η κρίση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ότι η Επιτροπή δεν προέβη στη δέουσα έρευνα για τη διαπίστωση του επιπέδου και του περιεχομένου του μεταπτυχιακού διπλώματος του Ενδιαφερομένου Μέρους, Ζεϊτουντσιάν Γιώργου, ώστε να τεκμηριώσει την κρίση της ότι, βάσει του διπλώματος αυτού, το Ενδιαφερόμενο Μέρος ικανοποιεί τον όρο (2) της παραγράφου των απαιτούμενων προσόντων του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης και καθίσταται προσοντούχος.».
Περαιτέρω, κατά τα ίδια πρακτικά, η ΕΔΥ «... έλαβε, επίσης, το νέο στοιχείο που προέκυψε και ανάγεται στον ουσιώδη χρόνο, ήτοι την «στο στάδιο των διευκρινήσεων χορήγηση στο Δικαστήριο από το ενδιαφερόμενο μέρος επιστολής ημερ. 12.1.2011, από το Institute of Social Studies της Χάγης, με το οποίο πιστοποιείται, ότι το ενδιαφερόμενο μέρος είχε εγγραφεί στο Postgraduate Diploma Programme of Development Planning Techniques μεταξύ 22.9.1980-16.4.1981, το οποίο συμπληρώθηκε με επιτυχία λαμβάνοντας το σχετικό δίπλωμα στις 15.4.1981 (σελ. 8 της απόφασης του Αν. Δικαστηρίου) ».
Η ΕΔΥ, ως των προαναφερομένων, αποφάσισε στην ίδια συνεδρίαση (ημερομηνίας 29.4.11), όπως το θέμα παραπεμφθεί στη Συμβουλευτική Επιτροπή, προκειμένου τούτη να επανεξετάσει τα προσόντα του Εφεσείοντα για να κρίνει, υπό το φώς των πιο πάνω, κατά πόσο ο Εφεσείων είναι προσοντούχος για την επίδικη θέση βάσει του οικείου Σχεδίου Υπηρεσίας και να υποβάλει στην ΕΔΥ νέα έκθεση.
Το θέμα παραπέμφθηκε με επιστολή της ΕΔΥ ημερομηνίας 5.5.11 στον Υπουργό Οικονομικών, ως Πρόεδρο της Συμβουλευτικής Επιτροπής, για τον σκοπό που αποφασίστηκε.
Παρενθέτεται, πως οι δικηγόροι του Εφεσίβλητου, με επιστολές προς την ΕΔΥ ημερομηνίας 18.3.11 και 3.5.11 αντιστοίχως, αφού επεξήγησαν τις θέσεις τους αναλυτικά, ζήτησαν επανεξέταση του θέματος πλήρωσης της επίδικης θέσης, αποκλεισμό του Εφεσείοντα από το να είναι υποψήφιος, θεωρώντας ότι τούτος δεν πληροί την απαίτηση της παραγράφου 3(2) του οικείου Σχεδίου Υπηρεσίας, και τελικώς «αποκατάσταση» του Εφεσίβλητου στην επίδικη θέση.
Σε συνεδρίαση ημερομηνίας 12.5.11, η ΕΔΥ αποφάσισε την ενημέρωση, ως και έγινε, των δικηγόρων του Εφεσίβλητου για τη λήψη των επιστολών τους από την ΕΔΥ, καθώς και την παραπομπή του θέματος στην Συμβουλευτική Επιτροπή. Περαιτέρω, στάλθηκαν στην Συμβουλευτική Επιτροπή αντίγραφα των δικηγορικών επιστολών.
Ο Πρόεδρος της Συμβουλευτικής Επιτροπής απέστειλε προς την ΕΔΥ, με επιστολή ημερομηνίας 17.9.12, την έκθεση που συνέταξε για το θέμα και, επιπροσθέτως (με επιστολή ημερομηνίας 19.10.12), τα πρακτικά της συνεδρίασης τής Συμβουλευτικής Επιτροπής (τα οποία εκ παραδρομής δεν είχαν αποσταλθεί με την έκθεση).
Η ΕΔΥ επιλήφθηκε το θέμα σε συνεδρίαση ημερομηνίας 31.10.12 λαμβάνοντας την εδώ προσβαλλόμενη απόφαση, αναφέροντας, ανάμεσα σε άλλα, τα εξής:
«[...] Στη νέα έκθεση της, η Συμβουλευτική Επιτροπή αναφέρει τα εξής:
•To Institute of Social Studies της Χάγης, όπου ο Ζεϊτουντσιάν απέκτησε το Postgraduate Diploma in Development Planning Techniques «πιστοποιεί και βεβαιώνει ότι το πρόγραμμα και το χορηγηθέν δίπλωμα είναι ισοδύναμο με εργασία διάρκειας ενός ακαδημαϊκού έτους και με την επιτυχή συμπλήρωσή του ο κάτοχος του μπορεί να γίνει δεκτός στο MA degree» (σελ. 4 της νέας έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής).
• «... η Συμβουλευτική Επιτροπή κρίνει ότι ο υποψήφιος Ζεϊτουντσιάν Γεώργιος πληροί όλα τα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης προσόντα.» (σελ. 4 της έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής).
• Η Συμβουλευτική Επιτροπή συστήνει τους ακόλουθους υποψηφίους, με αλφαβητική σειρά:
1. ΖΕΪΤΟΥΝΤΣΙΑΝ Γεώργιο
2. ΚΑΡΑΓΙΩΡΓΗ Σταύρο
3. ΠΕΤΡΙΔΗ Κύπρο
Η Επιτροπή, έπειτα από σχετική έρευνα στην ιστοσελίδα του Ινστιτούτου Κοινωνικών Σπουδών Χάγης (http://www.iss.nl/), σημείωσε ότι το εν λόγω Ινστιτούτο δεν προσφέρει πλέον το πρόγραμμα Postgraduate Diploma in Development Planning Techniques, το οποίο παρακολούθησε το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
Η Επιτροπή παρατήρησε ότι, όταν αυτή είχε αρχικά κρίνει τον Ζεϊτουνστιάν ως προσοντούχο και είχε αποφασίσει την προαγωγή του στην επίδικη θέση, τα στοιχεία αυτά ενδεχομένως, όπως αποφάνθηκε το Ανώτατο Δικαστήριο, να ήταν παραπλανητικά. Με βάση την επιστολή του Ινστιτούτου Κοινωνικών Σπουδών Χάγης, το οποίο όπως ορθά παρατηρεί η Συμβουλευτική Επιτροπή στη νέα έκθεσή της, είναι «το ίδιο Ινστιτούτο ... που έχει διοργανώσει το σχετικό πρόγραμμα και έχει απονέμει το σχετικό μεταπτυχιακό δίπλωμα βεβαιώνει και πιστοποιεί ότι αυτό είναι ισοδύναμο με εργασία διάρκειας ενός ακαδημαϊκού έτους», η Επιτροπή έκρινε ότι ο Ζεϊτουντσιάν είναι προσοντούχος (όπως ορθά έκρινε και η Συμβουλευτική Επιτροπή). Με βάση τα πιο πάνω, η Επιτροπή παρατήρησε ότι εν τέλει τα στοιχεία που είχε ενώπιον της κατά την αρχική διαδικασία πλήρωσης της επίδικης θέσης, δεν ήταν παραπλανητικά. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή σημείωσε ότι εν τέλει δεν ήταν υπό πλάνη κατά την επιλογή της και αναβιώνουν όλα τα στοιχεία, όπως ανάγονται στον ουσιώδη χρόνο. Η Επιτροπή, αφού μελέτησε όλα τα ενώπιον της στοιχεία, αποφάσισε να υιοθετήσει τη νέα έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής [...]
[...] Στη συνέχεια, η Επιτροπή σημείωσε ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τα μεταπτυχιακά προσόντα τα οποία απαιτούνται στην παράγραφο 3 (2) του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης ότι ο επιλεγείς, όπως και οι ανθυποψήφιοι του, διαθέτει το προσόν αυτό. Συγκεκριμένα, ο επιλεγείς κατέχει μεταπτυχιακό δίπλωμα με θέμα Development Planning Techniques του Ινστιτούτου Κοινωνικών Σπουδών Χάγης, χρονικής διάρκειας 6 μηνών και 25 ημερών (συγκεκριμένα από 22.9.80 μέχρι 16.4.81), το οποίο, όπως διαφάνηκε, έπειτα από την έρευνα της Συμβουλευτικής Επιτροπής, ισοδυναμεί με μεταπτυχιακό δίπλωμα διάρκειας ενός ακαδημαϊκού έτους και ικανοποιεί τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας,καθώς και πιστοποιητικό επιτυχούς εκπαίδευσης, που προαπαιτεί την κατοχή πρώτου πτυχίου για την παρακολούθηση του, με θέμα «Statistics for Development Policy» του Ινστιτούτου Αναπτυξιακών Σπουδών Πανεπιστημίου Sussex, χρονικής διάρκειας 2 μηνών και 28 ημερών (συγκεκριμένα από 7.9.90 - 14.12.90), δηλαδή διαθέτει σχετικά διπλώματα μεταπτυχιακής εκπαίδευσης σε τομείς της Στατιστικής, όπως απαιτεί το οικείο Σχέδιο Υπηρεσίας.
Επίσης η Επιτροπή σημείωσε ότι η μεταπτυχιακή εκπαίδευση του Ζεϊτουντσιάν στο Ινστιτούτο Κοινωνικών Σπουδών Χάγης είναι σε ένα ή περισσότερους τομείς της Στατιστικής, όπως καθορίζεται στην παράγραφο (2) των απαιτούμενων προσόντων του οικείου Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης. Εν κατακλείδι, η Επιτροπή κατέληξε ότι ο επιλεγείς γενικά υπερέχει των ανθυποψηφίων του και είναι καταλληλότερος για προαγωγή στην επίδικη θέση [...]».
Ο Εφεσείων, ως προλέχθηκε, δεν αμφισβήτησε την απόφαση επιλογής τού Εφεσίβλητου και δεν καταχώρισε προσφυγή εναντίον της απόφασης τής ΕΔΥ.
Υποσημειώνουμε, ότι η Κυπριακή Δημοκρατία (διά της ΕΔΥ) - ως Καθ' ων η Αίτηση στην Προσφυγή αλλά και στην υπό εκδίκαση έφεση - επέλεξε να μην καταχωρίσει περίγραμμα αγόρευσης και να παραμείνει «. παρατηρητής .».
Επανερχόμαστε στα της προδικαστικής ένστασης για να αποτυπώσουμε, με κάποια περισσότερη λεπτομέρεια, το μεδούλι των θέσεων του Εφεσίβλητου.
Εισηγείται λοιπόν ο Εφεσίβλητος - με εκτενή αναφορά σε νομολογία - πως η τελευταία επανεξέταση που διενήργησε η ΕΔΥ, αφορούσε στην ουσία της υπόθεσης, ήτοι ότι ο Εφεσείων δεν κατέχει απαιτούμενο προσόν του Σχεδίου Υπηρεσίας με παρεπόμενο να αναφύεται μια νέα και εκ των πραγμάτων απρόσβλητη και αυτοτελής διοικητική πράξη μια και δεν ασκήθηκε εναντίον αυτής, προσφυγή από τον Εφεσείοντα. Έτσι, συμπληρώνει τον συλλογισμό του ο Εφεσίβλητος, με δεδομένο πως η ΕΔΥ «. η οποία παρήγαγε την διοικητική πράξη που είναι το αντικείμενο της παρούσας Έφεσης, αποδέχθηκε την ακύρωση της στη βάση των ευρημάτων . στην προσφυγή αρ. 141/13 και προέβη σε επανεξέταση των δεδομένων, επανακρίνοντας την περίπτωση υπό το φως των ακυρωτικών δεδικασμένων και γεγονότων της υπόθεσης και προχώρησε τελικά σε διορισμό του εφεσίβλητου αναδρομικά, η παραχθείσα τότε πράξη εφόσον ακυρώθηκε, εξαφανίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 57 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου (Ν.158(Ι)/1999), η δε ΕΔΥ επανέφερε τα πράγματα στην προτέρα τους κατάσταση, δηλαδή πριν την έκδοση της νέας πράξης».
Εκ πλευράς Εφεσείοντα, ο ευπαίδευτος του δικηγόρος αντιτάσσει - και αυτός με επιμελή παραπομπή σε σχετική νομολογία - ότι η προδικαστική ένσταση είναι αβάσιμη αφού «. δημιουργεί ή τείνει να δημιουργήσει άνιση μεταχείριση και/ή στέρηση του δικαιώματος Έφεσης και κύρια παρεμποδίζει την τελική αποκατάσταση του Εφεσείοντα στην περίπτωση που η Πρωτόδικη Απόφαση ήθελε κριθεί κατά την έφεση, εσφαλμένη ...».
Ακούσαμε με προσήλωση τις απόψεις των μερών και αποτιμήσαμε καθετί το οποίο μας τέθηκε, στην πλήρη του μορφή.
Θεωρούμε, συγκλίνοντες με όσα ανέπτυξε ο κ. Αγγελίδης (αυστηρώς για όσα τώρα απασχολούν), πως η προδικαστική ένσταση θα πρέπει να απορριφθεί.
Προσφάτως, στην Αχιλλίδη ν. Βοσκαρίδου και Άλλων, Ε.Δ.Δ. 45/16, ημ. 12.1.23, αποφασίσαμε (υπό την ίδια εφετειακή σύνθεση) και τούτα, τα οποία, ως εκ της γενικότερης συνάφειας τους με τα τρέχοντα, επιλέγουμε να μεταφέρουμε αυτούσια (και σε κάποια έκταση), διότι απαρτίζουν κατ' ουσίαν και το σκεπτικό μας στην προκειμένη περίπτωση:
«....................................
Προτού, εξεταστεί ο λόγος αυτός, της έφεσης, κρίνεται ορθό να εξεταστεί η προδικαστική ένσταση που υπέβαλε η εφεσίβλητη. Συγκεκριμένα, υπέβαλε ότι ο εφεσείων δεν έχει έννομο συμφέρον να προωθήσει την παρούσα έφεση. Αυτό, γιατί, το ΤΕΠΑΚ, αποδεχόμενο το ακυρωτικό αποτέλεσμα της απόφασης στην ολότητα του, επανεξέτασε και στις 20.10.2016 διόρισε την εφεσίβλητη στην υπό αναφορά θέση, αναδρομικά, από τις 14.9.2007. Η τελευταία, πληροφορήθηκε για το διορισμό της, με επιστολή του ΤΕΠΑΚ ημερομηνίας 2.11.2016. Ωστόσο, ο εφεσείων δεν καταχώρησε προσφυγή κατά της διαδικασίας επανεξέτασης που ακολούθησε, με αποτέλεσμα να έχει απωλέσει το έννομο συμφέρον του, να προωθήσει την έφεση. Πρόκειται, εισηγείται, περί νέας αυτοτελούς διοικητικής πράξης που προέκυψε μετά την επανεξέταση, τα αποτελέσματα της οποίας δεν μπορούν να ανατραπούν με την, εκ των υστέρων, επιτυχία της έφεσης του. Παραπέμπει σε σχετική νομολογία.
Ο εφεσείων ουδέν αντέταξε στο περίγραμμα της αγόρευσης του, που καταχώρησε στις 16.10.2007, παρά τις σχετικές οδηγίες του Εφετείου. Κατά την ακρόαση της έφεσης, όμως, ο συνήγορος του, προέβαλε ότι εφόσον με την απόφαση του Δικαστηρίου, ημερομηνίας 1.6.2016, ακυρώθηκε ο διορισμός του εφεσείοντα, ορθά την αμφισβήτησε με την παρούσα έφεση. Παράλληλα, εισηγήθηκε ότι παραμένει δικαίωμα στον εφεσείοντα να προωθήσει την έφεση του, παρόλο που δεν προσέβαλε την απόφαση επί της επανεξέτασης που ακολούθησε και με την οποία διορίστηκε η εφεσίβλητη, γιατί ακριβώς, αν επιτύχει στην έφεση του, θα διοριστεί αναδρομικά στην υπό αναφορά θέση.
Αρχικά, να διευκρινιστεί ότι δεν τίθεται θέμα έλλειψης έννομου συμφέροντος του εφεσείοντα να προωθήσει την έφεση του, ως υποβλήθηκε από τη συνήγορο της εφεσίβλητης με την προδικαστική ένσταση. Σύμφωνα με την ισχύουσα νομολογία, το έννομο συμφέρον προσώπου να ασκήσει προσφυγή, συνιστά προϋπόθεση που θέτει το Άρθρο 146.2 του Συντάγματος και συναρτάται με τα τρία κρίσιμα στάδια: λήψη απόφασης, άσκηση προσφυγής και εκδίκαση της. Το προαναφερθέν έννομο συμφέρον δε συναρτάται με το δικαίωμα ενδιαφερόμενου προσώπου, όπως συμβαίνει στην παρούσα υπόθεση με τον εφεσείοντα, να ασκήσει έφεση κατά απόφασης σε προσφυγή, υπό την ιδιότητα του αυτή, (βλ. Νατιώτης ν. Γερολέμου κ.α. (2015) 3 Α.Α.Δ 521, ECLI:CY:AD:2015:D668, στις σελίδες 525 έως 526 και Γρηγορίου ν. Α.Η.Κ. Α.Ε. Αρ. 183/2012 ημερομηνίας 1.6.2020), ECLI:CY:AD:2020:C175. Όπως, αναφέρθηκε στη Χρυσοστόμου κ.α. ν. Κωνσταντινίδου κ.α. (1998) 3 Α.Α.Δ. 316, στη σελίδα 320 και υιοθετήθηκε από την πιο πάνω ισχύουσα νομολογία, για να δικαιολογείται, εκ προοιμίου, η απόρριψη έφεσης, πρέπει να «καταφαίνεται ως αναντίλεκτο γεγονός, ότι η έφεση έχει απωλέσει το αντικείμενο της με την έννοια προφανώς, πως αν αυτό συμβεί, ο εφεσείων δεν θα έχει οποιοδήποτε όφελος από την περαιτέρω προώθηση της.» Εν πάση περιπτώσει, όπως κρίθηκε στην Γρηγορίου ν. Α.Η.Κ., ανωτέρω:
«Κατά πόσο ένας εφεσείων σε αναθεωρητική έφεση χάνει το έννομο συμφέρον του είναι θέμα το οποίο αποφασίζεται στη βάση γεγονότων που ακολουθούν την απορριπτική απόφαση.»
Υπό τις περιστάσεις, κρίνεται ότι η παρούσα έφεση δεν έχει χάσει το αντικείμενο της. Όπως έχει κριθεί στην υπόθεση Χαραλάμπους ν. Πουλλικά κ.α. (2002) 3 Α.Α.Δ. 685, στις σελίδες 687 έως 688, όπου τα γεγονότα προσομοιάζουν με αυτά στην παρούσα έφεση:
«Έχοντας εξετάσει με προσοχή το εγειρόμενο θέμα, έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα πως η παρούσα έφεση δεν έχει χάσει το αντικείμενό της. Ο εφεσείων έχει επιλέξει να συνεχίσει την έφεση του και δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν την εγκατέλειπε αν θα μπορούσε να προβάλει λόγους ακυρότητας για τη δεύτερη απόφαση, λόγους που ίσως έχει να προβάλει στην παρούσα έφεση. Δεν δεχόμαστε ότι η έφεση δεν έχει πλέον αντικείμενο. Αν ο εφεσείων-ΕΜ επιτύχει στην έφεση του και επικυρωθεί η επίδικη διοικητική απόφαση με ανατροπή της ετυμηγορίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου, η καθ' ης η αίτηση Αρχή Ηλεκτρισμού θα έχει τότε την υποχρέωση να ανακαλέσει τη δεύτερη απόφαση, συμμορφούμενη με το αποτέλεσμα της έφεσης.»
Προφανώς, αν ο εφεσείων, ενδιαφερόμενο πρόσωπο επιτύχει στην έφεση του και επικυρωθεί η επίδικη διοικητική πράξη με ανατροπή της πρωτόδικής απόφασης, το ΤΕΠΑΚ θα έχει, τότε, την υποχρέωση να ανακαλέσει την επακόλουθη απόφαση του επί της επανεξέτασης ημερομηνίας 20.10.2016, συμμορφούμενο με το αποτέλεσμα της έφεσης.
Σημειώνεται, βέβαια, ότι η επίκληση από την εφεσίβλητη, για να στηρίξει την προδικαστική της ένσταση, της απόφασης στην υπόθεση Ταρτίου κ.α. ν. Δημοκρατίας κ.α. (2014) 3 Α.Α.Δ. 333, ECLI:CY:AD:2014:C722, και τα όσα σχετικά έχουν κριθεί σ' αυτή, βρίσκονται σε διαφωνία με τα κριθέντα στην Χαραλάμπους ν. Πουλλικά, ανωτέρω. Συγκεκριμένα, παρατίθενται τα σχετικά αποσπάσματα από την απόφαση στην Ταρτίου κ.α. ν. Δημοκρατίας κ.α. , στη σελ. 339 , ανωτέρω, όπου κρίθηκε ότι «Η επανεξέταση οδηγεί σε τετελεσμένα που δεν θα ήταν δυνατόν να ανατραπούν εκ των υστέρων με επιτυχία της έφεσης.». Όπως, επίσης, ότι λανθασμένα κρίθηκε «. στην Πουλλικάς ότι το διοικητικό όργανο θα υποχρεωθεί να ανακαλέσει τη δεύτερη απόφαση συμμορφούμενο με το αποτέλεσμα της έφεσης.». Σύμφωνα με την ισχύουσα νομολογία, πρωτόδικη απόφαση θεωρείται τελική και διατηρεί τον τελικό της χαρακτήρα, παρά την καταχώρηση έφεσης, εκτός αν ανατραπεί, οπότε η ανατροπή της ενεργεί αναδρομικά (βλ. Kyproxil Designs Ltd v.Panos Englezos & Co. Ltd (1988) 1 C.L.R. 546). Επιπρόσθετα, χαρακτηριστικό είναι και το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση στη Γρηγορίου ν. ΑΗΚ, ανωτέρω:
«Επιστρέφοντας στο υπό εξέταση θέμα, σημειώνεται, κατ' αρχάς, πως δεν υπάρχει αρχή δικαίου, η οποία να καθιερώνει ότι η επανεξέταση που διενεργείται από τη διοίκηση μετά από ακυρωτική απόφαση σε προσφυγή καταργεί, χωρίς άλλο, το δικαίωμα έφεσης, εφόσον αυτό ασκείται δεόντως. Εκκρεμούσης της δικαστικής κρίσης του Ανωτάτου Δικαστηρίου κατά την άσκηση της εφετειακής του εξουσίας, δεν είναι νομικά αποδεκτό να εξαρτάται η διατήρηση σε ισχύ του εν λόγω δικαιώματος από την εκάστοτε βούληση της διοίκησης για επανεξέταση. ΄Οπως επισημαίνεται στην υπόθεση Χαραλάμπους ν. Πουλλικά κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 685, στη σελίδα 687, με αναφορά στην περίπτωση επανεξέτασης: «..., θα καταλήγαμε στο ανεπίτρεπτο αποτέλεσμα πως η διοίκηση μπορούσε να ενεργήσει με τέτοιο τρόπο, ώστε να στερήσει το ΕΜ του δικαιώματός του να προσβάλει την περί ης ο λόγος απόφαση.»
Στην ουσία, η παρούσα δεν διακρίνεται από την υπόθεση Χαραλάμπους ν. Πουλλικκάς και την υπόθεση Δήμος Αραδίππου κ.α. ν. Γεωργίου (Αρ. 1) (2003) 3 Α.Α.Δ. 25, η οποία υιοθέτησε την προαναφερθείσα κατά τρόπο που να δικαιολογείται απόκλιση από τα εκεί αποφασισθέντα. Σημειώνεται, πως το Εφετείο, δεν κλήθηκε να αποκλίνει από τα όσα η εν λόγω απόφαση καθιέρωσε, ούτε διαπιστώνεται να υπάρχει λόγος που να δικαιολογεί κάτι τέτοιο. Συνακόλουθα, «.δεν καταφαίνεται ως αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η έφεση απώλεσε τη ζωτικότητα της ή κάθε σημασία για τα δικαιώματα» του εφεσείοντος, (βλ. Χρυσοστόμου ν. Κωνσταντινίδου κ.α. ανωτέρω). Υπό το φως όλων των πιο πάνω στοιχείων και για τους λόγους που έχουν εξηγηθεί, κρίνεται ότι η παρούσα έφεση δεν έχει χάσει το αντικείμενο της. Επομένως, η προδικαστική ένσταση απορρίπτεται.
.....................................».
Δεν έχουμε να προσθέσουμε κάτι στα πιο πάνω, ιδίως, επειδή, τίποτα από όσα προτάθηκαν, προπάντων εκ μέρους του Εφεσίβλητου, δεν δικαιολογεί, στη βάση των γεγονότων και εφαρμοζόμενων αρχών, παρέκκλιση από όσα εκφράζει το προειρημένο σκεπτικό, το οποίο, ασφαλώς, υιοθετούμε και επαναλαμβάνουμε.
Η προδικαστική ένσταση απορρίπτεται.
Τα έξοδα θα είναι στην πορεία της έφεσης, σε καμιά όμως περίπτωση εναντίον του Εφεσείοντα.
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.
Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.
Ν.Γ. ΣΑΝΤΗΣ, Δ
/κβπ