ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Γιασεμή, Γιασεμής Ν. Σωκράτους, Δώρα Σάντης, Νικόλας M. Κοτσώνη (κα) μαζί με Αθ. Αχιλλέως (κα), Δικηγόροι της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Εφεσείοντες. Ρ. Παπαδοπούλου (κα), για Π. Αγγελίδης amp;amp;amp; Σία ΔΕΠΕ, για τους Εφεσίβλητους. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2022-10-13 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ κ.α. v. Η. Κ. κ.α., Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 39/2021, 13/10/2022 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2022:A384

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                  

(Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 39/2021)

 

 

13 Οκτωβρίου, 2022

 

 

[ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, ΣΑΝΤΗΣ, Δ/στές]

 

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

1.   ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

2.   ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

 

                           Εφεσειόντων,

ν.

 

1.  Η. Κ.

2.  Κ. Κ.

Ασκούντες τα γονικά δικαιώματα της ανήλικης

θυγατέρας τους Α. Κ.

 

                                                                             Εφεσίβλητων.

 

......

 

M. Κοτσώνη (κα) μαζί με Αθ. Αχιλλέως (κα), Δικηγόροι της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Εφεσείοντες.

Ρ. Παπαδοπούλου (κα), για Π. Αγγελίδης & Σία ΔΕΠΕ, για τους Εφεσίβλητους.

 

......

 

ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί

από τον Σάντη, Δ.

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

        ΣΑΝΤΗΣ, Δ.: Οι Αιτητές («οι Εφεσίβλητοι») στην Προσφυγή 1207/20 («η Προσφυγή 1207/20») ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου («το Πρωτόδικο Δικαστήριο») πέτυχαν ακύρωση απόφασης της Κεντρικής Επιτροπής Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης («ΚΕΕΑΕ») ημερομηνίας 6.10.20 («η προσβαλλόμενη απόφαση»), με την οποία είχε απορριφθεί η ένσταση τους όπως η μαθήτρια θυγατέρα τους («η μαθήτρια») ενταχθεί «. στη Γενική Εκπαίδευση με σχετική υποστήριξη, ενώ με την ως άνω απόφαση η ΚΕΕΑΕ επικύρωσε την προηγούμενη σχετική απόφαση της Επαρχιακής Επιτροπής Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης Λάρνακας-Αμμοχώστου για φοίτηση της . στην Ειδική Μονάδα του Γυμνασίου Αραδίππου, με παροχή πλέον υποστήριξης .» (η περικοπή είναι αυτούσια όπως και οι υπόλοιπες που έπονται).

        Πρώτα, δυο λόγια για τα (αναντίρρητα) γεγονότα.

        Αυτό, θα συντείνει στην κατανόηση της ανάλυσης που ακολουθεί.

        Όπως και στην σχηματοποίηση της εικόνας τής διαφοράς.

        Τον Απρίλιο 2013 η μαθήτρια (στο νηπιαγωγείο τότε), παραπέμφθηκε από νηπιαγωγό του Δημόσιου Νηπιαγωγείου Προδρόμου, στην Επαρχιακή Επιτροπή Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης Λάρνακας-Αμμοχώστου («ΕΕΕΑΕ») εξαιτίας Σφαιρικής Ψυχοκινητικής Καθυστέρησης και ήπιας υποτονίας, που σχετίζονταν με νευρινωμάτωση τύπου Ι (γενετικό νόσημα). Επισυνάφθηκαν στην παραπομπή οι σχετικές ιατρικές βεβαιώσεις καθώς και οι βεβαιώσεις από ιδιώτη λογοθεραπεύτρια-ειδική παιδαγωγό. Τον Σεπτέμβριο 2013 η ΕΕΕΑΕ μετά από τη λήψη των αξιολογήσεων από τις ειδικούς που αποτελούσαν την Πρωτοβάθμια Πολυθεματική Ομάδα Αξιολόγησης ΠΠΟΑ») αποφάσισε την παροχή ειδικής εκπαίδευσης και λογοθεραπείας στη μαθήτρια. Τον Ιανουάριο 2015, η ΕΕΕΑΕ πληροφόρησε γραπτώς τους Εφεσίβλητους ότι όρισε τη φοίτηση της μαθήτριας στην Ειδική Μονάδα του Δημοτικού Σχολείου Προδρόμου. Τον Οκτώβριο 2015 η ΕΕΕΑΕ, τερμάτισε την παροχή λογοθεραπευτικής αγωγής στη μαθήτρια επειδή αυτή είχε ξεπεράσει το πρόβλημα λόγου που εμφάνιζε. Τον Σεπτέμβριο 2019, ζητήθηκε επαναξιολόγηση των αναγκών της μαθήτριας λόγω μεταβολής τής βαθμίδας εκπαίδευσης. Τον Νοέμβριο 2019 η ΕΕΕΑΕ ενημέρωσε τους Εφεσίβλητους για τη συγκρότηση Πολυθεματικής Ομάδας Επαναξιολόγησης («ΠΟΕ») των αναγκών της μαθήτριας από Εκπαιδευτικό Ειδικής Εκπαίδευσης, Εκπαιδευτικό Τμήματος, και Εκπαιδευτικό Ψυχολόγο. Τον Δεκέμβριο 2019 η ΕΕΕΑΕ παρέλαβε τις αξιολογήσεις τής Ειδικής Εκπαιδευτικού και της Εκπαιδευτικής Ψυχολόγου οι οποίες πρότειναν φοίτηση της μαθήτριας σε Ειδική Μονάδα Γυμνασίου και συνεχή στήριξη της στο μαθησιακό και συναισθηματικό τομέα. Η Εκπαιδευτική Ψυχολόγος υπέβαλε το σημείωμα επαναξιολόγησης στην ΕΕΕΑΕ έπειτα από γραπτή συγκατάθεση των γονέων της μαθήτριας. Για σκοπούς επαναξιολόγησης, η ειδικός είπε πως συναντήθηκε με τη μαθήτρια ως και με τις εκπαιδευτικούς και τους γονείς της. Επίσης, πραγματοποίησε κλινική συνέντευξη με τη μαθήτρια με στόχο την ψυχοπαιδαγωγική αξιολόγηση και ψυχομετρική επαναξιολόγηση των γενικών νοητικών της λειτουργιών. Παραλλήλως, η ειδικός δήλωσε ότι συμπληρώθηκε το ερωτηματολόγιο για εκπαιδευτικούς από την εκπαιδευτικό της γενικής τάξης, το οποίο εισέφερε  στοιχεία για τη λειτουργία της μαθήτριας στη γενική τάξη. Σύμφωνα με την ειδικό, η ψυχοπαιδαγωγική αξιολόγηση δεν πραγματοποιήθηκε γιατί η μαθήτρια κουράστηκε ενώ τα αποτελέσματα της ψυχομετρικής επαναξιολόγησης επιβεβαίωναν ότι οι γενικές νοητικές λειτουργίες της ήσαν αρκετά πιο κάτω από το αναμενόμενο για την ηλικία της. Τέλος, ανέφερε πως η μαθήτρια ήταν προσαρμοσμένη στην Ειδική Μονάδα, ενώ στη γενική τάξη παρουσίαζε δυσκολίες λειτουργίας όπως στα διαλείμματα όπου η συμπεριφορά της ήταν απροσάρμοστη. Η Εκπαιδευτική Ψυχολόγος εισηγήθηκε ένταξη της μαθήτριας σε Ειδική Μονάδα Γυμνασίου, όπου η μαθήτρια θα είχε παραπάνω προστασία με τη χορήγηση υπηρεσιών σχολικού βοηθού/συνοδού και την ευκαιρία να εισέλθει  σε γενική τάξη για δευτερεύοντα μαθήματα. Η ΕΕΕΑΕ κατατόπισε τους Εφεσίβλητους ότι ύστερα από την επανεξέταση της μαθήτριας καθόρισε την φοίτηση της σε Ειδική Μονάδα του Γυμνασίου Αραδίππου. Την 6.7.20 οι Εφεσίβλητοι υπέβαλαν ένσταση κατά της απόφασης της ΕΕΕΑΕ ζητώντας όπως η μαθήτρια φοιτήσει στη γενική τάξη του Γυμνασίου Αραδίππου, λαμβάνοντας τις σχετικές παροχές που δίνονται από την ΕΕΕΑΕ κατά την ισχύουσα πολιτική. Η ένσταση απορρίφθηκε, ως και η επακόλουθη ένσταση που καταχώρισαν οι Εφεσίβλητοι κατά της απόφασης (στην ΚΕΕΑΕ).

        Oι Εφεσίβλητοι υποστήριξαν στο Πρωτόδικο Δικαστήριο - όπως και εδώ -ότι παραβιάστηκε το Άρθρο 9 του Περί Αγωγής και Εκπαίδευσης Παιδιών με Ειδικές Ανάγκες Νόμου 113(Ι)/99 Ν.113(Ι)/99»),[1] αφού είχε διοριστεί στην ΠΠΟΑ κλινικός ψυχολόγος αντί εκπαι­δευτικός ψυχολόγος (ως επιβάλλεται στην πρόνοια). Ισχυρίσθηκαν προσέτι πως στον Περί Εγγραφής Ψυχολόγων Νόμο 68(Ι)/95 Ν.68(Ι)/95») είναι διακριτές οι ειδικότητες της ψυχολογίας και ότι διακριτές είναι και εκείνες της κλι­νικής και εκπαιδευτικής ψυχολογίας, και πως κατά τα Άρθρα 11(2) και 12(ε), Ν.68(Ι)/95,[2] απαγορεύεται η άσκηση ειδικότητας ψυχολογίας από μη εγγεγραμμένο στη σχετική ειδικότητα ψυχολό­γο.

        Οι Καθ' ων η Αίτηση («οι Εφεσείοντες») αντέτειναν πρωτοδίκως - αλλά και στην παρούσα έφεση - πως στην ΠΠΟΑ συμμετείχε κατά τεκμήριο εκπαιδευτική ψυχολόγος αφού η συναφώς διορισθείσα Δρ. Ανδρούλλα Κυριάκου Οδυσσέως («η Οδυσσέως»), ήταν «. διορισμένη στη θέση Εκπαιδευτικού Ψυχολόγου από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας .».

        Το Πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ορθή τη θέση των Εφεσίβλητων ότι η απόφαση της ΚΕΕΑΕ έπρεπε να ακυρωθεί εξαιτίας πάσχουσας συγκρότησης.

        Είπε σχετικώς και τούτα το Πρωτόδικο Δικαστήριο:

«..................................

Έχω εξετάσει τους σχετικούς ισχυρισμούς. Το άρθρο 9 του περί Αγωγής και Εκπαίδευσης Παιδιών με Ειδικές Ανάγκες Νόμου (Ν.113(Ι)/1999) έχει ως ακο­λούθως με τις υπογραμμί­σεις να έχουν προστεθεί στην παράγραφο (1) και στην επιφύλαξη της παραγράφου (2)[.]:

«Συνάγεται από τις δύο παραγράφους του άρθρου 9 (παράγραφοι (1) και (2)) ότι ο περί Αγωγής και Εκπαίδευσης Παιδιών με Ειδικές Ανάγκες Νόμος (Ν.113(Ι)/1999) ομιλεί για εγγεγραμμένο εκπαιδευτικό ψυχολόγο στην παράγραφο 2 του άρθρου 9. Δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί πως ο νομοθέτης αναφερόταν σε δημοσίους υπαλλήλους που είναι διορισμένοι στην Υπηρεσία Ψυχικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Παιδείας για τον διορισμό των οποίων επιτρέπεται από το σχέδιο υπηρεσίας θέσης της δημόσιας υπηρεσίας να διορίζονται στην θέση Εκπαιδευτικού Ψυχολόγου πτυχιούχοι Ψυχολογίας με μεταπτυχιακό τίτλο είτε στην «εκπαιδευτική» είτε στην Σχολική, είτε στην Κλινική Ψυχολογία.

Δεν θα σταθώ ούτε στην παραδοξότητα των απαιτήσεων του εν λόγω σχεδίου υπηρεσίας, που εκ πρώτης όψεως δεν συνάδει με την απαγόρευση του άρθρου 11 του Ν.68(Ι)/1995 του περί Εγγραφής Ψυχολόγων Νόμου, ως ειδικότερου Νόμου για την άσκηση του επαγγέλματος, ούτε σε αμφισβήτηση της νομιμότητας του διορισμού του μέλους της Πολυθεματικής Επιτροπής Δρ. XXXXX Οδυσσέως στη θέση και ούτε βεβαίως θα ασκήσω παρεμπίπτοντα έλεγχο νομιμότητας του διορισμού της, καθ' ότι αυτό δεν είναι ζητούμενο, αν δηλαδή ο διορισμός της ήταν νόμιμος για την άσκηση των καθηκόντων της θέσης Εκπαιδευτικού Ψυχολόγου στην σχετική Υπηρεσία του Δημοσίου, ειδικότερα του Υπουργείου Παιδείας, βάσει του σχετικού σχεδίου υπηρεσίας. Το κύριο ζητούμενο για την υπόθεση ενώπιόν μου, είναι ο σκοπός του επίδικου στην προσφυγή Νόμου. Που είναι η επιστημονική γνωμάτευση εγγεγραμμένου εκπαιδευτικού ψυχολόγου της ειδικότητας δηλαδή της εκπαιδευτικής ψυχολογίας. Είναι δε αυτονόητο από το λεκτικό των παραγράφων του άρθρου 9, πως απαιτείται η συμμετοχή «εγγεγραμμένου» εκπαιδευτικού ψυχολόγου. «Εγγεγραμμένος» δε Ψυχολόγος σημαίνει, βάσει του περί Εγγραφής Ψυχολόγων Νόμου (Ν.68(Ι)/1995)«... ψυχολόγο εγγεγραμμένο στο Μητρώο Εγγεγραμμένων Ψυχολόγων, ο οποίος ασκεί αυτόνομα και ανεξάρτητα καθήκοντα ψυχολογίας και εγκεκριμένης ειδικότητας εφαρμοσμένης ψυχολογίας».

Για τους λόγους που έχω εξηγήσει, ο λόγος ακυρώσεως περί της κακής συγκρότησης της Πολυθεματικής Ομάδας γίνεται δεκτός. Η συγκρότηση των οργάνων που συμμετέχουν στην λήψη της διοικητικής απόφασης εξετάζεται εννοείται και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο.

....................................».

 

Οι Εφεσείοντες εναντιώνονται στην πρωτόδικη κρίση προτάσσοντας ως κυριότερη έκφανση των αντιθέσεων τους - διά των λόγων έφεσης 1 και 4 - ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο παρερμήνευσε το Άρθρο 9, Ν.113(Ι)/99, παραλείποντας κιόλας να ενασχοληθεί κατά το ερμηνευτικό του εγχείρημα με τον Κανονισμό 9 των Περί Αγωγής και Εκπαίδευσης Παιδιών με Ειδικές Ανάγκες Κανονισμών Κ.Δ.Π. 186/01 Κ.Δ.Π. 186/01»),[3] που ορίζει, ανάμεσα σε άλλα, ότι η σύσταση πολυθεματικής ομάδας μπορεί να γίνει είτε από τον δημόσιο είτε από τον ιδιωτικό τομέα (λόγος έφεσης 1), αλλά και το ότι, εξίσου εσφαλμένως, το Πρωτόδικο Δικαστήριο διαπίστωσε παραδοξότητα των απαιτήσεων του Σχεδίου Υπηρεσίας με βάση το οποίο διορίστηκε «. η κυρία Οδυσσέως .» και πως «. αυτό εκ πρώτης όψεως δεν συνάδει με την απαγόρευση του άρθρου 11 του νόμου 68(Ι)/1995, ο οποίος νόμος δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση αυτών που διορίζονται σε θέσεις στο Δημόσιο τομέα» (λόγος έφεσης 4).

 

        Αξιολογήσαμε στην πλήρη τους μορφή όλα όσα μας τέθηκαν.

Το ίδιο και τις εμπεριστατωμένες αγορεύσεις των ευπαίδευτων δικηγόρων.

        Προχωρούμε με την εξέταση των λόγων έφεσης 1 και 4, τους οποίους, ένεκα του περιεχομένου τους, θα εξετάσουμε σωρευτικώς.

        Ευθύς εξ αρχής, λέμε ότι συμφωνούμε με τις θέσεις των Εφεσειόντων στους υπό αναφορά λόγους έφεσης.

        Εξηγούμε.

        Το Πρωτόδικο Δικαστήριο, ερμηνεύοντας το Άρθρο 9, Ν.113(Ι)/99, προσέθεσε στο νομοθετικό κείμενο, όρο που δεν συμπεριλαμβάνεται εκεί, και δη τον όρο «εγγεγραμμένος» (εκπαιδευτικός ψυχολόγος).

 

        Πουθενά στο Άρθρο 9, Ν.113(Ι)/99 - ή οπουδήποτε αλλού στο νομοθέτημα - δεν αναφέρεται πως, για ό,τι εκεί διαλαμβάνεται, απαιτείται η συμμετοχή ή συνδρομή εγγεγραμμένου εκπαιδευτικού ψυχολόγου.

        Άμεσα συνυφασμένο με την υπό συζήτηση θεματολογία είναι και το ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο - καίτοι ηγέρθη πρωτοδίκως από τους Εφεσείοντες λεπτομερώς στη γραπτή τους αγόρευση - δεν ενασχολήθηκε με το γεγονός πως κατά τον Κανονισμό 9, Κ.Δ.Π. 186/01, η ΕΕΕΑΕ «. αποφασίζει τη σύσταση και σύνθεση της πρωτοβάθμιας πολυθεματικής ομάδας από το δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα .» (ως προβλέπεται στο Άρθρο 9, Ν.113(Ι)/99).

        Δεν διαλανθάνει την προσοχή ότι η Κ.Δ.Π. 186/01 εκδόθηκε - συμφώνως του Άρθρου 27, Ν.113(Ι)/99 - για την καλύτερη εφαρμογή του νομοθετήματος «. και για ρύθμιση οποιουδήποτε άλλου θέματος το οποίο, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, πρέπει ή είναι δυνατό να ρυθμιστεί με κανονισμούς».

        Η ερμηνευτική του Πρωτόδικου Δικαστηρίου παρέβλεψε, με κάθε σεβασμό, ότι η Οδυσσέως κατείχε, κατά τους κρίσιμους χρόνους, νομίμως τη θέση Εκπαιδευτικής Ψυχολόγου από την 9.2.03 ως συμβασιούχος, έχοντας (νομίμως και πάλι) διορισθεί ως Μόνιμη Εκπαιδευτική Ψυχολόγος από την 17.5.10, εφόσον πληρούσε τα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα της θέσης και έτσι, αφ' ης στιγμής ο διορισμός της δεν αμφισβητήθηκε δεόντως κατά τον ουσιώδη χρόνο, τεκμαίρεται ότι είναι Εκπαιδευτική Ψυχολόγος και εκτελούσα νομίμως τα καθήκοντα της θέσης που κατέχει (βλ. κατ' αναλογίαν, Ράφτης ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 345, 357-358, Κυπριανού ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1516/08, ημ. 14.7.10).

        Διάφορη οπτική - συγκλίνουσα με εκείνη που εισηγήθηκαν οι Εφεσίβλητοι - θα ισοδυναμούσε (υπό τις περιστάσεις πάντοτε της παρούσας υπόθεσης), σε παρεμπίπτοντα έλεγχο του διορισμού τής Οδυσσέως στη θέση Εκπαιδευτικής Ψυχολόγου στην Προσφυγή 1207/20, κάτι ανεπίτρεπτο.

        Αυτό, διότι, ο διορισμός της Οδυσσέως συνιστά αυτοτελή διοικητική πράξη υποκείμενη σε προσβολή δυνάμει του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας και όχι παρεμπιπτόντως, κατά τον έλεγχο δηλαδή της όποιας νομιμότητας των αποφάσεων της Οδυσσέως, ή όσων επί τούτω προκύπτουν από την προειρημένη επαγγελματική ιδιότητα τής εν λόγω Λειτουργού (Λάρκος ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 745, 750-751).

        Αν άλλως είχαν τα πράγματα (ήτοι ως τα εισηγούνται οι Εφεσίβλητοι), τούτο θα οδηγούσε ενδεχομένως σε παράλογα αποτελέσματα - κάτι που πρέπει να αποφεύγεται για να προσδίδεται έτσι στα νομοθετήματα ερμηνεία συνάδουσα προς τη λογική τάξη πραγμάτων και τις στοχεύσεις του νομοθέτη, καθιστώντας τα, κατά το δυνατόν, λειτουργικά (Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου ν. Αντέννα Λτδ, Ε.Δ.Δ. 38/19, ημ. 31.11.21, Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού ν. Σουρουλά, Π.Ε. 310/14, ημ. 25.10.21, ECLI:CY:AD:2021:A476) - αφού θα αποστερούσε από πρόσωπα τα οποία είναι νομίμως διορισμένα στον δημόσιο τομέα σε συγκεκριμένη θέση από το να εκτελούν τα καθήκοντα τους βάσει του διορισμού τους.

        Αποκλίνουμε λοιπόν από την ερμηνεία του Πρωτόδικου Δικαστηρίου.

 

Συνακολούθως, δεν εντοπίζουμε ούτε παραδοξότητα στο Σχέδιο Υπηρεσίας, ή οποιαδήποτε ασυνέπεια προς τις απαγορεύσεις του Άρθρου 11, 68(Ι)/95. [4]

 

Οι λόγοι έφεσης 1 και 4 επιτυγχάνουν.

Η κατάληξη αυτή - και το αιτιολογικό που τη συναπαρτίζει - σφραγίζει την τύχη της έφεσης και καθιστά, ένεκεν του περιεχομένου τους, θεωρητικής μονάχα σημασίας τούς υπόλοιπους λόγους έφεσης.

        Η έφεση επιτυγχάνει.

 

        Επιδικάζουμε έξοδα ύψους €2.000,00 υπέρ των Εφεσειόντων και εναντίον των Εφεσίβλητων.

 

 

 

 

 

                                                                             Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.

 

 

                                                                             Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.

 

 

                                                                             Ν.Γ. ΣΑΝΤΗΣ, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/κβπ



[1] «9. -(1) Η αξιολόγηση των αναγκών κάθε παιδιού διενεργείται από την Επαρχιακή Επιτροπή και βασίζεται σε αξιολόγηση του παιδιού από πρωτοβάθμια πολυθεματική ομάδα, που μπορεί να περιλαμβάνει εγγεγραμμένο ψυχολόγο, ειδικό εκπαιδευτικό, ιατρό, λογοπαθολόγο και οποιοδήποτε άλλο ειδικό απαιτεί η περίπτωση.

(2) Η Επαρχιακή Επιτροπή ορίζει τους ειδικούς που αναφέρονται στο εδάφιο (1), ανάλογα με την κάθε περίπτωση παιδιού, με βάση τις οδηγίες εγκυκλίου του Υπουργείου, η οποία ετοιμάζεται μετά από διαβούλευση στο Συμβούλιο:

Νοείται ότι, στις περιπτώσεις παιδιών με σοβαρή μαθησιακή ή ειδική μαθησιακή δυσκολία, στην πρωτοβάθμια πολυθεματική ομάδα μετέχει τουλάχιστον εκπαιδευτικός ψυχολόγος».

 

[2] «11.- (1) Από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, ουδείς δικαιούται να ασκεί το επάγγελμα:

(α) Εγγεγραμμένου ψυχολόγου ή να προβάλλει τον εαυτό του ως εγγεγραμμένο ψυχολόγο, εκτός εάν είναι εγγεγραμμένος ψυχολόγος και δεν του επιβλήθηκε η ποινή της αναστολής της άσκησης του επαγγέλματος του εγγεγραμμένου ψυχολόγου·

(β) πτυχιούχου ψυχολόγου ή να προβάλλει τον εαυτό του ως πτυχιούχο ψυχολόγο, εκτός εάν είναι πτυχιούχος ψυχολόγος και δεν του επιβλήθηκε η ποινή της αναστολής της άσκησης του επαγγέλματος του πτυχιούχου ψυχολόγου.

(2) Κάθε εγγεγραμμένος ψυχολόγος οφείλει να ασκεί το επάγγελμα του εγγεγραμμένου ψυχολόγου στα πλαίσια της εγκεκριμένης ειδικότητας εφαρμοσμένης ψυχολογίας, η οποία του έχει αναγνωριστεί από το Συμβούλιο. [.]».

 

[3] «9. Η Επαρχιακή Επιτροπή, το αργότερο εντός δύο εβδομάδων από την ημερομηνία που πληροφορείται για την περίπτωση παιδιού με ειδικές ανάγκες, συζητά προκαταρκτικά την περίπτωση και αποφασίζει τη σύσταση και σύνθεση της πρωτοβάθμιας πολυθεματικής ομάδας από το δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα, που προβλέπεται στο άρθρο 9 του Νόμου, η οποία θα αξιολογήσει το παιδί: Νοείται ότι η πολυθεματική ομάδα μπορεί να διευρυνθεί κατά την εξέλιξη της διαδικασίας αξιολόγησης, αν τούτο κρίνεται αναγκαίο, με απόφαση της Επαρχιακής Επιτροπής, η οποία ενεργεί είτε αυτεπάγγελτα είτε ύστερα από σχετικό αίτημα του γονέα: Νοείται περαιτέρω ότι η Επαρχιακή Επιτροπή μεριμνά να εξασφαλίζει, αν υπάρχει, την ιατρική έκθεση από τις αρμόδιες ιατρικές υπηρεσίες του Υπουργείου Υγείας. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει τέτοια έκθεση, η Επαρχιακή Επιτροπή παραπέμπει αμέσως το παιδί, αν τούτο κρίνεται αναγκαίο, στις αρμόδιες ιατρικές υπηρεσίες του Υπουργείου Υγείας οι οποίες εντός τριάντα ημερών από την ημερομηνία παραπομπής ετοιμάζουν και αποστέλλουν στην Επαρχιακή Επιτροπή τη σχετική ιατρική έκθεση».

 

[4] «11.- (1) Από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, ουδείς δικαιούται να ασκεί το επάγγελμα:

(α) Εγγεγραμμένου ψυχολόγου ή να προβάλλει τον εαυτό του ως εγγεγραμμένο ψυχολόγο, εκτός εάν είναι εγγεγραμμένος ψυχολόγος και δεν του επιβλήθηκε η ποινή της αναστολής της άσκησης του επαγγέλματος του εγγεγραμμένου ψυχολόγου·

(β) πτυχιούχου ψυχολόγου ή να προβάλλει τον εαυτό του ως πτυχιούχο ψυχολόγο, εκτός εάν είναι πτυχιούχος ψυχολόγος και δεν του επιβλήθηκε η ποινή της αναστολής της άσκησης του επαγγέλματος του πτυχιούχου ψυχολόγου.

(2) Κάθε εγγεγραμμένος ψυχολόγος οφείλει να ασκεί το επάγγελμα του εγγεγραμμένου ψυχολόγου στα πλαίσια της εγκεκριμένης ειδικότητας εφαρμοσμένης ψυχολογίας, η οποία του έχει αναγνωριστεί από το Συμβούλιο.

(3) Κάθε πτυχιούχος ψυχολόγος περιορίζεται αυστηρά στην άσκηση μόνο όσων ψυχολογικών καθηκόντων προσδιορίζονται στο πλαίσιο καθηκόντων πτυχιούχων ψυχολόγων βάσει του παρόντος Νόμου.

(4) Το πλαίσιο καθηκόντων για κάθε εγκεκριμένη ειδικότητα εφαρμοσμένης ψυχολογίας θα καταρτιστεί από το πρώτο Συμβούλιο που θα διοριστεί, με την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου το αργότερο μέσα σε δώδεκα (12) μήνες, και θα διασφαλίζει τουλάχιστον τα αποκλειστικά καθήκοντα που αποδίδονται σε κάθε ειδικότητα χωριστά.

(5) Τίτλοι που είτε δεν κατονομάζουν εγκεκριμένες ειδικότητες εφαρμοσμένης ψυχολογίας είτε άλλα εγκεκριμένα επαγγέλματα, επιτηδεύματα ή ειδικότητες και δυνατό να εξυπακούουν την άσκηση ψυχολογικών καθηκόντων δημοσιεύονται πάντοτε σε συνδυασμό με εγκεκριμένο επαγγελματικό τίτλο».

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο