ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Tamassos Suppliers ν. Δημοκρατίας (1992) 3 ΑΑΔ 60
Leisureland Hotel ν. Δημοκρατίας (1993) 3 ΑΑΔ 538
Seco Ltd ν. Συμβουλίου Aποχετεύσεων Λευκωσίας (1998) 3 ΑΑΔ 553
Φεσσά Δημήτρης και Άλλος ν. Xρίστου Πολυβίου Xαραλαμπίδηκαι Άλλων (2006) 3 ΑΑΔ 65
PODIUM ENGINEERING LTD ν. ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ, Υπόθεση Αρ. 512/2008, 12 Οκτωβρίου 2010
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2022:C249
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Aναθεωρητική Έφεση αρ. 94/2015
14 Ioυνίου, 2022
[ΛΙΑΤΣΟΣ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, ΣΑΝΤΗΣ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΕΩΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
Εφεσείοντες,
ν.
TELMEN LTD
Εφεσίβλητης.
........
Γ. Κουκούνης, για Γεώργιος Κουκούνης ΔΕΠΕ, για τους εφεσείοντες
Αχ. Αιμιλιανίδης για Α & Α. Κ. Αιμιλιανίδης, για την εφεσίβλητη
......
ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δώσει η Σωκράτους, Δ.
......
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.: Αντικείμενο της κρινόμενης έφεσης αποτελεί η απόφαση Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου στα πλαίσια πρωτοβάθμιας δικαιοδοσίας του, με την οποία έγινε δεκτή προσφυγή της εφεσίβλητης και ακυρώθηκε απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λάρνακας, εφεσειόντων, ημερ. 24/10/11 για ανάκληση διαγωνισμού.
Κρίνουμε σκόπιμο να παραθέσουμε συνοπτικό ιστορικό των γεγονότων όπως αποτυπώνεται - και δεν αμφισβητείται - στην πρωτόδικη απόφαση, για κατανόηση της υπόθεσης και των λόγων έφεσης.
Οι εφεσείοντες, είχαν προκηρύξει στις 24/9/2010 διαγωνισμό με αρ. 9/2010 για τη Β΄ φάση του Συστήματος Ομβρίων Υδάτων και Συστήματος Αποχετεύσεων Λάρνακας-Μηχανολογικές και Ηλεκτρολογικές Εγκαταστάσεις. Ο διαγωνισμός διεξήχθη με ανοικτή διαδικασία και με κριτήριο ανάθεσης τη χαμηλότερη τιμή.
Για την ανάληψη του έργου υποβλήθηκαν επτά προσφορές μεταξύ των οποίων και της εφεσίβλητης, εκ των οποίων οι πέντε κρίθηκαν από την Επιτροπή Αξιολόγησης (η Επιτροπή) ως εκτός προδιαγραφών.
Κατόπιν, όμως, διαβήματος της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, οι προσφορές επαναξιολογήθηκαν και η Επιτροπή κατήρτισε νέα έκθεση, σύμφωνα με την οποία, όλοι οι προσφοροδότες πληρούσαν τις απαιτούμενες προδιαγραφές.
Στη συνέχεια οι εφεσείοντες, υιοθετώντας σχετική εισήγηση της Επιτροπής, αποφάσισαν την κατακύρωση της προσφοράς στην εταιρεία S.K. Euromarket Ltd, «νοουμένου ότι οι απαντήσεις στις διευκρινιστικές ερωτήσεις θα κριθούν ικανοποιητικές από την Επιτροπή Αξιολόγησης».
Εναντίον της πιο πάνω κατακύρωσης, ασκήθηκαν δύο ιεραρχικές προσφυγές, η υπ' αριθμόν 21/2011 της εφεσίβλητης, η οποία, σύμφωνα με τη δεύτερη έκθεση της Επιτροπής, κατετάγη ως ο 2ος εντός προδιαγραφών φθηνότερος προσφοροδότης, και η υπ' αριθμόν 22/2011, της εταιρείας Caramondani Bros Public Co Ltd, ως 3ος εντός προδιαγραφών φθηνότερος προσφοροδότης.
Οι ιεραρχικές προσφυγές είχαν επιτυχή κατάληξη γιατί, σύμφωνα με την Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών, αφενός, η πρoσφορά της S.K. Euromarket Ltd παραβίαζε ουσιώδη όρο της προσφοράς (δεν κατείχε άδεια από το Τμήμα Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών για απεριόριστη ισχύ ηλεκτρικής παροχής) και, αφετέρου, η Επιτροπή, αποδεχόμενη τις εισηγήσεις της Ελεγκτικής Υπηρεσίας για παραγνώριση αποκλίσεων από ουσιώδεις όρους της προσφοράς, απεμπόλησε ουσιαστικά την αποφασιστική αρμοδιότητά της, κατά τρόπο που κατέστησε καταλυτική την παρέμβαση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας.
Επιπρόσθετα, κρίθηκε ότι η κατακύρωση του διαγωνισμού υπό την αίρεση της εκ των υστέρων υποβολής συμπληρωματικών στοιχείων εκ μέρους του επιτυχόντος προσφοροδότη, παραβίαζε βασικές νομολογιακές αρχές.
Όπως συμπερασματικά διαπιστώθηκε από την Αναθεωρητική Αρχή, η χαλάρωση που επέδειξε η Επιτροπή επεκτάθηκε και κατά την άσκηση των εξουσιών τόσο του Συμβουλίου Προσφορών, όσο και της Ολομέλειας του Συμβουλίου, με τρόπο που καθιστούσε αβέβαιη τελικά την έκβαση του διαγωνισμού και, κατά συνέπεια, παράνομη ολόκληρη τη διαδικασία που ακολουθήθηκε και τη λήψη απόφασης.
Ακολούθως, το θέμα απασχόλησε τους εφεσείοντες, οι οποίοι, υιοθετώντας σχετική εισήγηση του Συμβουλίου Προσφορών, αποφάσισαν στις 24.10.2011 την ανάκληση του διαγωνισμού και την επαναπροκήρυξή του με βελτιωμένους όρους και με το διαχωρισμό του σε περισσότερους του ενός διαγωνισμούς για σκοπούς ευχερέστερης αξιολόγησης και σύγκρισης των στοιχείων και προσφορών.
Η πιο πάνω απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε στην εφεσίβλητη μέσω της επιστολής ημερ. 31.10.2011, αποτέλεσε το αντικείμενο της προσφυγής την οποίαν καταχώρησε και η οποία είχε επιτυχές αποτέλεσμα, αφού ακυρώθηκε η επίδικη απόφαση.
Με τέσσερις λόγους προσβάλλεται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης. Κρίνουμε πως όλοι οι λόγοι είναι επάλληλοι και αλληλένδετοι, έχοντας ως πυρήνα τους, την κατ' ισχυρισμό λανθασμένη ερμηνεία του Νόμου και της Νομολογίας αναφορικά με την ανάκληση προσφορών όπως προνοείται στον Κανονισμό 34(5) των περί Συντονισμού των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων Προμηθειών, Έργων και Υπηρεσιών (Γενικών) Κανονισμών του 2007 (ΚΔΠ 201/2007), και πως παρερμηνεύθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο η ουσία της αιτιολογίας που δόθηκε για την ανάκληση.
Υποστηρίζοντας τους λόγους έφεσης ο συνήγορος των εφεσειόντων αναφέρει πως η ανάκληση του διαγωνισμού ήταν πλήρως αιτιολογημένη και τεκμηριωμένη τόσο από το φάκελο των εφεσειόντων όσο και από το πρακτικό ημερ. 18/10/2011, στο οποίο, σύμφωνα με την εισήγηση, καταγράφονταν δύο λόγοι. Ο πρώτος, αναφερόταν στο γεγονός ότι «η ελεγκτική Υπηρεσία παρενέβηκε στη όλη διαδικασία με σειρά επιστολών προσπαθώντας να επισημάνει τα κατά την άποψη της σφάλματα προς την Αναθέτουσα Αρχή και να βοηθήσει έτσι ώστε να προβούν στην ορθή αξιολόγηση της προσφοράς.» Αναφέρεται στο ίδιο πρακτικό πως η Ελεγκτική Υπηρεσία δεν είναι το αρμόδιο για την αξιολόγηση των προσφορών όργανο και η παρέμβαση της σαφώς θα είναι καταλυτική σε βαθμό που να καθιστά την προσβαλλόμενη απόφαση ληφθείσα από αναρμόδιο όργανο.
Ο δεύτερος λόγος ο οποίος αναφέρεται στο πρακτικό είναι πως η κατακύρωση της προσφοράς έγινε υπό αίρεση, αφού το Συμβούλιο αποφάσισε την κατακύρωση της προσφοράς στην εταιρεία Euromarket Ltd νοουμένου ότι οι απαντήσεις στις διευκρινιστικές ερωτήσεις θα κριθούν ικανοποιητικές από την Επιτροπή Αξιολόγησης. Ουσιαστικά ότι δεν μπορούσε να υπάρξει κατακύρωση διαγωνισμού υπό αίρεση.
Τα στοιχεία αυτά, όπως υπογράμμισε ο συνήγορος των εφεσειόντων καθώς και «η πολυπλοκότητα του διαγωνισμού και των τεχνικών στοιχείων αυτού, ο όγκος της προσφοράς, ο αριθμός των υπό προσφορά στοιχείων καθιστούσαν τη σύγκριση και την αξιολόγηση εκτός από δύσκολη, αναξιόπιστη» και επέτρεπε την ανάκληση του διαγωνισμού για λόγους που άπτονται του δημοσίου συμφέροντος.
Από την αντίπερα όχθη, ο συνήγορος της εφεσίβλητης διαπιστώνει πως η Αναθέτουσα Αρχή απέτυχε να αντιληφθεί ότι «το ζητούμενο ήταν να εξετάσει και να κρίνει στη βάση των αρχών της νομολογίας ποιες αποκλίσεις από τους όρους του διαγωνισμού ήταν επουσιώδεις και ποιες όχι.» Σημειώνει επίσης πως στη συνέχεια, μετά την υπόδειξη της Ελεγκτικής Υπηρεσίας θα έπρεπε οι εφεσείοντες να προβούν στην αξιολόγηση των επουσιωδών αποκλίσεων. Αντί τούτου, η Επιτροπή Αξιολόγησης και οι εφεσείοντες αντιλήφθηκαν ότι η Ελεγκτική Υπηρεσία τους «υπέδειξε να είναι πιο ελαστικοί στην αξιολόγηση των προσφορών».
Ανέφερε περαιτέρω ο συνήγορος πως η Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών, δυνάμει των εξουσιών της όπως καθορίζονται στο Άρθρο 25 του περί των Διαδικασιών Προσφυγής στον Τομέα της Σύναψης των Δημοσίων Συμβάσεων Ν. 104(Ι)/2010, ακύρωσε την πράξη κατακύρωσης του διαγωνισμού στην εταιρεία Euromarket Ltd., σημειώνοντας ότι η διαδικασία που ακολούθησαν οι εφεσείοντες από την αξιολόγηση μέχρι την κατακύρωση των προσφορών, έπασχε. Δεν αποφάσισε την ακύρωση του Διαγωνισμού καθόσον δεν έχει τέτοια εξουσία. Οι αποφάσεις της Αναθεωρητικής Αρχής, μετά την ολοκλήρωση και τη διαδικασία εξέτασης των ιεραρχικών προσφυγών, όπως αναφέρθηκε στην Podium Engineering Ltd v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών, Προσφ. Αρ. 512/2008, ημερ. 12/10/2010, «δεσμεύουν τις αναθέτουσες αρχές ως προς το ακυρωτικό αποτέλεσμα».
Χαρακτήρισε ως πεπλανημένη, την αντίληψη των εφεσειόντων ότι δεν είχαν άλλη επιλογή από του να ακυρώσουν το διαγωνισμό, και τους απέδωσε αδυναμία να αντιληφθούν ότι θα έπρεπε να προχωρήσουν σε αξιολόγηση των αποκλίσεων σε ουσιώδεις και επουσιώδεις.
Υπογράμμισε, πως η διαδικασία που προηγήθηκε της υποβολής των προσφορών δεν είχε ακυρωθεί από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών και επομένως οι προσφορές είχαν έγκυρα υποβληθεί. Εκείνο που έπασχε ήταν η αξιολόγηση. Δεν συνιστά σε καμιά περίπτωση σοβαρό μη προβλεπτό λόγο η ακύρωση του διαγωνισμού λόγω εσφαλμένης κατακύρωσης. Σε αντιδιαστολή με όσα ο συνήγορος των εφεσειόντων ανέφερε, επισημαίνει πως οι ειδικοί και σοβαροί λόγοι για τους οποίους ακυρώνεται ή ανακαλείται ένας διαγωνισμός, πρέπει να στηρίζονται στην εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, απλή επίκληση του οποίου δεν συνιστά αιτιολογία.
Θεωρεί επίσης ότι η αιτιολογία της προσβληθείσας πράξης είναι αντινομική και αντίθετη προς το δημόσιο συμφέρον και ορθά ακυρώθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Έχουμε μελετήσει τις εισηγήσεις των ευπαιδεύτων συνηγόρων των διαδίκων και εξετάσει τους διοικητικούς φακέλους.
Η ακύρωση ή ανάκληση διαγωνισμού ρυθμίζεται από τον Καν. 34(5) του περί του Συντονισμού των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων Προμηθειών, Έργων και Υπηρεσιών (Γενικών) Κανονισμών του 2007, ΚΔΠ 202/2007 σύμφωνα με τον οποίο αυτή είναι επιτρεπτή για ένα ή περισσότερους από τους ακόλουθους λόγους:
«(α) Όταν καμιά προσφορά ή πρόταση δεν υποβάλλεται για το συγκεκριμένο διαγωνισμό εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας·
(β) όταν διαπιστώνεται ότι κανένας από τους προσφέροντες δεν μπορεί να ανταποκριθεί στους όρους και στις προδιαγραφές των εγγράφων του διαγωνισμού ή όταν οι προδιαγραφές αυτές οδηγούν κατ' αποκλειστικότητα σε συγκεκριμένο οικονομικό φορέα·
(γ) όταν οι τιμές όλων των προσφορών που πληρούν τους όρους και τις τεχνικές προδιαγραφές των εγγράφων προσφορών είναι εξωπραγματικές ή φαίνονται να είναι προϊόν προσυνεννόησης μεταξύ των προσφερόντων, με αποτέλεσμα να καταστρατηγείται η έννοια του υγιούς ανταγωνισμού·
(δ) όταν οι περιστάσεις κάτω από τις οποίες προκηρύχθηκε ο διαγωνισμός έχουν διαφοροποιηθεί σε βαθμό που το αντικείμενο του διαγωνισμού να μην είναι πλέον αναγκαίο·
(ε) όταν συντρέχει οποιοσδήποτε άλλος σοβαρός, μη προβλεπτός λόγος τον οποίον το κατά περίπτωση αρμόδιο όργανο κρίνει δικαιολογημένο».
(ο τονισμός είναι του Δικαστηρίου)
Στην κρινόμενη περίπτωση, όπως υποδεικνύει το πρωτόδικο Δικαστήριο και όπως αναδεικνύεται από το πρακτικό των εφεσειόντων ημερ. 24/10/11, αυτοί επικαλέστηκαν τους λόγους ακύρωσης της κατακύρωσης της προσφοράς, όπως περιλαμβάνονταν στην κρίση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών, επαναλαμβάνοντας τους, όπως ανωτέρω αυτοί έχουν καταγραφεί. Ήτοι, πως η προσφορά της Euromarket Ltd ήταν εκτός προδιαγραφών και πως υπήρξε παρέμβαση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας. Σημείωσαν ιδιαίτερα, πως η πληθώρα των τεχνικών όρων και στοιχείων και η πολυπλοκότητα των θεμάτων επέβαλλαν την ανάκληση του διαγωνισμού.
Κατέληξαν δε στην απόφαση τους οι εφεσείοντες πως δεν έχουν άλλη επιλογή «από την ανάκληση του διαγωνισμού και προκήρυξη νέου διαγωνισμού με σύσταση όπως γίνουν πέραν του ενός διαγωνισμού ώστε να μειωθεί ο αριθμός των υπό προσφορά στοιχείων και να καθιστά την σύγκριση και αξιολόγηση τους ευκολότερη και πιο αξιόπιστη.»
Είναι προφανές πως κανένας από τους θεσμοθετημένους λόγους ανάκλησης ενός διαγωνισμού δεν καλύπτει την αιτιολόγηση της απόφασης των εφεσειόντων.
Η πολυπλοκότητα του διαγωνισμού, τα πολλά τεχνικά στοιχεία, ο όγκος της προσφοράς καθώς και οι τεχνικοί όροι αυτής, ήσαν ανέκαθεν γνωστά στους εφεσείοντες, τα γνώριζαν και τα περιέλαβαν στο διαγωνισμό και δεν δικαιολογούνται, εκ των υστέρων να τα επικαλούνται και να τα χαρακτηρίζουν ως μη προβλέψιμο γεγονός, το οποίο να συνιστούσε σοβαρό λόγο για την ανάκληση του.
Ούτε και εννοιολογικά εμπίπτει η ανωτέρω αιτιολογία «στο μη προβλεπτό» καθώς σύμφωνα με το λεξικό Γ.Μπαμπινιώτη «Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας Β΄Εκδοση 2006 «απρόβλεπτος είναι αυτός που δεν έχει προβλεφθεί ή δεν είναι δυνατόν να προβλεφθεί».
Το γεγονός ότι η κατακύρωση του διαγωνισμού ακυρώθηκε από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών, αυτό όχι μόνο δεν είναι μη προβλεπτό γεγονός, αλλά αντίθετα αποτελεί αναμενόμενο αποτέλεσμα σε μια ιεραρχική προσφυγή ή γενικά σε μια προσφυγή, στο αποτέλεσμα της οποίας η Διοίκηση οφείλει να συμμορφώνεται. Οι εφεσείοντες, ακριβώς λόγω της ακύρωσης της διοικητικής πράξης της κατακύρωσης είχαν υποχρέωση για επανεξέταση του ζητήματος με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο ακύρωσης.
Αυστηρές προϋποθέσεις ανάκλησης διαγωνισμού θέτει και ο περί Γενικών Αρχών Διοικητικού Δικαίου Νόμος του 1999 (Ν. 158(Ι)/1999) όπου στο άρθρο 54 (εδ. 1-6) πραγματεύεται, υπό τον τίτλο «Ανάκληση Διοικητικών Πράξεων», τις προϋποθέσεις ανάκλησης νόμιμης διοικητικής πράξης η οποία δικαιολογείται για λόγους δημοσίου συμφέροντος ή σε περίπτωση μεταβολής των πραγματικών συνθηκών στις οποίες στηρίχτηκε. Χαρακτηρίζει δε με το εδάφιο 1, παράβαση των αρχών της χρηστής διοίκησης την ανάκληση διοικητικής πράξης, έστω και παράνομης η οποία έχει δημιουργήσει στο μεταξύ, δικαιώματα και γενικά ευνοϊκές για το διοικούμενο καταστάσεις.
Στην κρινόμενη περίπτωση η εφεσίβλητη, ως ο δεύτερος επιτυχών προσφοροδότης, διατηρούσε μετά την ακύρωση της κατακύρωσης του διαγωνισμού στο ΕΜ, σοβαρές προσδοκίες ανάθεσης σε αυτήν του διαγωνισμού, δεδομένου πως η Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών, δεν ακύρωσε ούτε τις προσφορές ούτε την μέχρι την αξιολόγηση, διαδικασία.
Στο σύγγραμμα του Ε.Π. Σπηλιωτόπουλου «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», 12η έκδοση, σελ. 191 κ.ε. , το οποίο επικαλέστηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρεται πως:
«οι κανόνες που ρυθμίζουν την ανάκληση διοικητικών πράξεων προβλέπονται, κατά βάση, από γενικές αρχές του Διοικητικού Δικαίου. Με τους κανόνες αυτούς επιδιώκεται ασφάλεια δικαίου, δηλαδή η σταθερότητα των νομικών και πραγματικών καταστάσεων που δημιουργούνται με τις διοικητικές πράξεις προς χάρη της εύρυθμης και χρηστής διοίκησης και για την προστασία των διοικουμένων και την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος.
Σύμφωνα με το ίδιο σύγγραμμα, κατ΄ εξαίρεση, επιτρέπεται η ανάκληση νόμιμων διοικητικών πράξεων για λόγους δημοσίου συμφέροντος. Η αντίθεση προς το δημόσιο συμφέρον μπορεί να στηρίζεται σε στοιχεία μεταγενέστερα από εκείνα που υπήρχαν ή συνέτρεχαν κατά την έκδοση της πράξης. Η αντίθεση προς το δημόσιο συμφέρον πρέπει να αιτιολογείται ειδικά, δεδομένου ότι είναι επαχθές μέτρο για το διοικούμενο, η δε κρίση της Διοίκησης ότι συντρέχουν λόγοι δημόσιου συμφέροντος ελέγχεται από τα δικαστήρια.»
Κρίνουμε πως ο λόγος ανάκλησης του διαγωνισμού και η αιτιολόγηση που δόθηκε, είναι ελλιπής και μη θεσμοθετημένη και δεν βρίσκει θεμελίωση ούτε στα γεγονότα του φακέλου και τα στοιχεία που είχαν ενώπιον τους οι εφεσείοντες, ήτοι πως η ανάκληση και η προκήρυξη νέων διαγωνισμών θα καθιστούσε τη σύγκριση και αξιολόγηση τους ευκολότερη και πιο αξιόπιστη.
Τα ανωτέρω ούτε μη προβλέψιμο γεγονός αποτελούν ούτε εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον, του οποίου καμιά επίκληση έγινε στην απόφαση των εφεσειόντων.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέτασε το ζήτημα της μη ύπαρξης δημοσίου συμφέροντος, παρά τη μη επίκληση του από τους εφεσείοντες, επειδή ακροθιγώς ετέθη στην αγόρευση του συνηγόρου τους και έκρινε ότι δεν συνέτρεχε τέτοιος λόγος. Η ορθότητα της κρίσης αυτής δεν εφεσιβλήθηκε. Εκείνο που με έμφαση οφείλουμε να αναφέρουμε είναι την καλά εμπεδωμένη νομολογιακή αρχή, ερειδόμενη από τις αρχές του διοικητικού δικαίου πως η άσκηση μιας τέτοιας εξουσίας (ανάκλησης) υπόκειται στους περιορισμούς που θέτουν οι γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου και της νομολογίας και ειδικά οι αρχές της καλής πίστης (Leisureland Hotel Enterprises Ltd v. Δημοκρατίας (1993) 3 ΑΑΔ 538, Tamassos Tobacco Suppliers & Co. v. Δημοκρατίας (1992) 3 ΑΑΔ 60).
Οι ειδικοί και σοβαροί λόγοι για τους οποίους ακυρώνεται ή ανακαλείται ένας διαγωνισμός θα πρέπει να στηρίζονται στην εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, το οποίο δεν αποτελεί έννοια υπεράνω του δικαίου, αλλά εκφράζεται και καθορίζεται μέσα στο πλαίσιο του Συντάγματος και των νόμων. Απλή επίκληση του δεν συνιστά αιτιολογία, αλλά θα πρέπει να συγκεκριμενοποιείται με αναφορά στα πραγματικά γεγονότα έτσι που να αποκαλύπτει το συλλογισμό και να επιτρέπει το δικαστικό έλεγχο (Seco Ltd v. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λευκωσίας (1998) 3 ΑΑΔ 553, Φεσσά κ.α. ν. Χαραλαμπίδη κ.α. (2006) 3 ΑΑΔ 65, Κοινοτικό Συμβούλιο Βορόκλινης ν. χχχ Ζακχαίος κ.α., ΑΕ 89/2014 ημερ. 10/12/2020), ECLI:CY:AD:2020:C431.
Τονίζουμε βεβαίως, πως η μη επίκληση και μη ύπαρξη δημοσίου συμφέροντος η οποία να δικαιολογούσε την ανάκληση του διαγωνισμού, καθιστούσε τρωτή την απόφαση των εφεσειόντων.
Δεδομένου πως ουδέν μεμπτόν εντοπίζουμε στην πρωτόδικη απόφαση, οι λόγοι έφεσης καθίστανται απορριπτέοι και αβάσιμοι.
Η έφεση απορρίπτεται. Επιδικάζονται €3.000 έξοδα, πλέον ΦΠΑ εάν υπάρχει, προς όφελος της εφεσίβλητης και εναντίον των εφεσειόντων.
Α. Λιάτσος, Δ.
Γ. Γιασεμής, Δ.
Δ. Σωκράτους, Δ.
Λ. Δημητριάδου-Ανδρέου, Δ.
Ν. Σάντης, Δ.
/ΚΑσ