ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2022:A198
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 36/2016)
19 Μαΐου, 2022
[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ/στές]
XXX EZE,
Eφεσείων/Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
(1) ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
(2) ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ
ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,
Εφεσίβλητων/Καθ' ων η Αίτηση.
____________________
Χρ. Χριστούδιας, για τον Εφεσείοντα/Αιτητή.
Ν. Νικολάου (κα), δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του
Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους
Εφεσίβλητους/Καθ΄ων η Αίτηση.
____________________
Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δοθεί από τη Σταματίου, Δ.
____________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Ο εφεσείων, υπήκοος της Νιγηρίας, εισήλθε παράνομα στη Κύπρο σε άγνωστο χρόνο και στις 27.8.2009 αιτήθηκε όπως του παραχωρηθεί το καθεστώς του πολιτικού πρόσφυγα. Αιτήθηκε παράλληλα την έκδοση άδειας προσωρινής παραμονής στη Δημοκρατία ως αιτητής ασύλου, αίτημα το οποίο έγινε αποδεκτό με την έκδοση της σχετικής άδειας με ισχύ μέχρι 22.4.2010. Στις 28.9.2009 η Υπηρεσία Ασύλου ενημέρωσε γραπτώς τον εφεσείοντα ότι η αίτησή του απορρίφθηκε. Διοικητική προσφυγή του εφεσείοντα εναντίον της απόφασης αυτής, επίσης απορρίφθηκε από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, στις 14.7.2010. Ως αποτέλεσμα, στις 3.5.2011 οι εφεσίβλητοι κάλεσαν τον εφεσείοντα να αναχωρήσει άμεσα από την Κύπρο. Στο μεταξύ, ο εφεσείων τέλεσε πολιτικό γάμο με Ευρωπαία υπήκοο, Ολλανδικής καταγωγής, στο Δημαρχείο Λύσης, στις 13.4.2011, και, στη συνέχεια, υπέβαλε στις 19.9.2011 αίτηση για εξασφάλιση δελτίου διαμονής ως μέλος οικογένειας Ευρωπαίας πολίτιδος.
Στα πλαίσια ελέγχου που διενεργήθηκε στις 17.1.2012 για σκοπούς διαπίστωσης της γνησιότητας του γάμου, διαπιστώθηκε ότι στη δηλωθείσα διεύθυνση του ζεύγους διέμεναν μόνο Νιγηριανοί υπήκοοι. Ο έλεγχος επαναλήφθηκε στις 2.2.2012, όπου στο διαμέρισμα εντοπίστηκε μόνο ο εφεσείων και ένας άλλος Νιγηριανός. Ο εφεσείων ανέφερε ότι η σύζυγος ευρίσκετο στη χώρα καταγωγής της, ενώ δεν ήταν σε θέση να δώσει άλλες σημαντικές πληροφορίες, όπως το ονοματεπώνυμο και την ημερομηνία γέννησής της, την ημερομηνία του γάμου τους κλπ.
Ενόψει τούτου, οι εφεσίβλητοι κατέληξαν ότι δεν υπήρχε συμβίωση του ζεύγους, με αποτέλεσμα την απόρριψη του αιτήματος του εφεσείοντα για έκδοση δελτίου διαμονής. Η απόφαση κοινοποιήθηκε στον εφεσείοντα με σχετική επιστολή ημερομηνίας 11.6.2012, με την οποία κλήθηκε όπως εγκαταλείψει τη Δημοκρατία.
Ο εφεσείων αμφισβήτησε το κύρος της επίδικης απόφασης με προσφυγή, η οποία καταχωρήθηκε στις 23.10.1012, με αποτέλεσμα να εγερθεί πρωτόδικα ζήτημα εκπροθέσμου από τους εφεσίβλητους, οι οποίοι υποστήριξαν ότι η επιστολή κοινοποίησης της απόφασης, η οποία, όπως σημειώθηκε, φέρει ημερομηνία 11.6.2012, παραλήφθηκε από τον εφεσείοντα μερικές μέρες αργότερα. Επικαλέστηκαν προς τούτο οι εφεσίβλητοι, νομολογία που καθιερώνει τεκμήριο παραλαβής επιστολής που αποστέλλεται με το ταχυδρομείο και εναποθέτει το βάρος απόδειξης περί του αντιθέτου, στους ώμους του αιτητή (xxx Theodorou v. The Abbot of Kykko Monastery and others (1965) 1 CLR 9, Katsiantonis v. Frantzeskou (1981) 1 CLR 566).
Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αποδέχθηκε τον ισχυρισμό του εφεσείοντα ότι η επιστολή, παρόλο που έφερε ημερομηνία 11.6.2012, ταχυδρομήθηκε δολίως και σκοπίμως πολύ αργότερα, στις 3.8.2012, με «προχρονολογημένη» ημερομηνία, για να στερηθεί ο εφεσείων της δυνατότητας έγκαιρης άσκησης των δικαιωμάτων του και ότι η επιστολή παραλήφθηκε από τον εφεσείοντα στις 19.8.2012, γιατί ο ταχυδρόμος την είχε «ρίξει» σε κάποιο σημείο «εκτός του ταχυδρομικού κιβωτίου» του. Σημειώνεται ότι στην απαντητική του αγόρευση ο εφεσείων είχε παρουσιάσει αντίγραφο ταχυδρομικού φακέλου με ένδειξη ότι ταχυδρομήθηκε στις 3.8.2012 και ισχυρίσθηκε, κατά τις διευκρινίσεις, ότι επρόκειτο για το φάκελο της επίδικης επιστολής, η οποία, κατά τη θέση του, εύλογα παραλήφθηκε από αυτόν στις 19.8.2012, λαμβανομένου υπόψη του στοιχείου των θερινών διακοπών και του γεγονότος ότι η πλειοψηφία των υπαλλήλων βρίσκονταν κατά την περίοδο εκείνη με άδεια. Οι εφεσίβλητοι δεν αποδέχθηκαν ότι επρόκειτο για το φάκελο της επιστολής της 11.6.2012.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο συνόψισε τα ευρήματα, το σκεπτικό και την κατάληξη του ως ακολούθως:
«Έχω εξετάσει τους εκατέρωθεν ισχυρισμούς με έρευνα στο διοικητικό φάκελο. Τα συμπεράσματα που εξήγαγα είναι τα εξής: Η επιστολή των καθ΄ων η αίτηση, ημερομηνίας 11/6/2012, είναι το Ερυθρό 39. Η ίδια η απόφαση για απόρριψη της αίτησης λήφθηκε στις 2/5/2012 και έγγραφη καταχώρηση της απόφασης, βρίσκεται καταχωρημένη στις εσωτερικές σελίδες του φακέλου, όπου σημειώνονται τα περιεχόμενα και/ή σημειώματα λειτουργών και/ή οδηγίες, είτε λειτουργών, είτε Προϊσταμένων, είτε άλλων Τμημάτων. Mετά από Σημείωμα του Διοικητή Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης (ΥΑΜ), για Αρχηγό Αστυνομίας, με το οποίο γινόταν στις 26.4.2012 εισήγηση προς την Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, για τους λόγους που εκεί εξηγούνται, όπως η αίτηση του αιτητή απορριφθεί, καταγράφηκε η απόφαση της Διευθύντριας ως εξής: "Συμφωνώ, η αίτηση απορρίπτεται", με υπογραφή και ημερομηνία 2/5/2012. Στη συνέχεια καταγράφηκε στα ίδια φύλλα περιεχομένων, στις 14/6/2012, με υπογραφή της xxx Κωνσταντίνου (της ίδιας λειτουργού που υπογράφει την επιστολή ημερομηνίας 11/6/2012, για την Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης), η καταχώρηση και αρχειοθέτηση στον διοικητικό φάκελο των ερυθρών 30-38, ως "στοιχεία αλλοδαπού" και " Σημείωμα Αστυνομίας αναφορικά με τη γνησιότητα του γάμου" καθώς και Ερυθρό 39: "To Mr xxx Eze", που όπως ανέφερα ανωτέρω είναι η επιστολή ημερομηνίας 11.6.2012 προς τον αιτητή.
Επομένως, νοουμένου ότι αυτή η καταγραφή στις σελίδες περιεχομένων από την Λειτουργό xxx Κωνσταντίνου, έγινε στις 14.6.2012 (ακολουθούν και άλλες καταγραφές που αφορούν επόμενων ημερών καταχωρίσεις), καταλήγω πως από το περιεχόμενο του φακέλου, βάσει του τεκμηρίου νομιμότητας, αποδεικνύεται ότι η εν λόγω επιστολή αποστάληκε προς τον αιτητή το αργότερο 14/6/2012, ημέρα που αυτή αρχειοθετήθηκε στον διοικητικό φάκελο.
Σύμφωνα με τον περί Ερμηνείας Νόμο (Κεφ. 1), μια τέτοια επιστολή, που αποστέλλεται με το ταχυδρομείο, θεωρείται πως φτάνει στον προορισμό της "in the ordinary course of post".
O αιτητής, όχι από την αρχή, αλλά σε μεταγενέστερο στάδιο της διαδικασίας, παρουσίασε τον κατ' ισχυρισμό του φάκελο της επιστολής των καθ' ων η αίτηση, για να αποδείξει ότι η επιστολή ταχυδρομήθηκε στις 3/8/2012 και παραλήφθηκε στις 19/8/2012, δηλαδή 16 ημέρες μετά.
Τόσο όμως η ημερομηνία αποστολής 3/8/2012, όσο και η ημερομηνία παραλαβής αμφισβητήθηκαν από τους καθ' ων η αίτηση και ο αιτητής παρέλειψε να προσκομίσει μαρτυρία για να αποδείξει τα γεγονότα αυτά. Ίσως έχοντας την πεποίθηση, ότι σε ότι αφορά το εκπρόθεσμο της προσφυγής, το βάρος απόδειξης το έχουν οι καθ' ων η αίτηση, άνευ ετέρου. Είναι όμως εσφαλμένη μία τέτοια πεποίθηση. Σαφώς και το βάρος απόδειξης του εκπρόθεσμου το έχουν οι καθ΄ων η αίτηση. Στην υπόθεση αυτή όμως, υπό όλες τις περιστάσεις και του περιεχομένου του φακέλου, οι καθ' ων η αίτηση απέδειξαν ότι επιστολή ημερομηνίας 11/6/2012 αποστάληκε με το ταχυδρομείο και αρχειοθετήθηκε στο φάκελο την 14/6/2012 (τρεις μέρες μετά τις 11/6/20120. Σύμφωνα με τη νομολογία, με τη συνήθη πορεία του ταχυδρομείου, οι επιστολές φθάνουν στον προορισμό τους εντός 2-3 ημερών. (xxx Χατζηγιάννη, υπ.αρ. 914/2014, ημερ. 30/9/2015, Εμπορική Εταιρεία Παλαιχωρίου Λτδ v. Δημοκρατίας (2009) 4 ΑΑΔ 178).
Επομένως, ήταν πλέον το βάρος απόδειξης στους ώμους του αιτητή να ανατρέψει το τεκμήριο παραλαβής της εντός ευλόγου χρόνο και να αποδείξει , είτε ότι δεν ταχυδρομήθηκε η επιστολή, όπως τεκμαίρεται από καταχωρίσεις στο φάκελο, στις 14/6/2012, είτε ότι αυτή παραλήφθηκε στις 19/8/2012, που, ειρήσθω εν παρόδω, ήταν μέρα Κυριακή, (Rachel v. Δημοκρατίας, υπ.αρ. 1447/2011, ημερ. 14/6/2013).
Ο αιτητής όμως απέτυχε να αποδείξει τους ισχυρισμούς του, που απορρίφθηκαν και/ή δεν έγιναν δεκτοί από τους καθ' ων η αίτηση, σε σχέση με τα γεγονότα. Ούτε ότι παρέλαβε την επιστολή την 19/8/2012, επειδή ο ταχυδρόμος την «έριξε αλλού», ούτε ότι η επιστολή αποστάληκε στις 3/8/2012, ημερομηνία που έφερε ένας φάκελος που προσκομίστηκε, χωρίς να συνδέεται με οποιαδήποτε μαρτυρία με την επιστολή που παραλήφθηκε από τον αιτητή. Έχει παγίως νομολογηθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο, ότι οι ισχυρισμοί του δικηγόρου του αιτητή στις γραπτές αγορεύσεις, δεν αποδεικνύουν πραγματικά γεγονότα, που αμφισβητούνται. Αυτοί παρέμειναν γενικοί, αόριστοι και ατεκμηρίωτοι, (Bantas v. Δημοκρατίας (2007) 3 ΑΑΔ, 610, Πατάτας v. Δημοκρατίας (1990) 3 ΑΑΔ, 248)».
Με έξι λόγους έφεσης, οι οποίοι ουσιαστικά επικεντρώνονται στο ίδιο ζήτημα, ήτοι στο βάρος της απόδειξης της αποστολής και της παραλαβής της επίμαχης επιστολής, επιδιώκεται η ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης.
Ισχυρίζεται ο εφεσείων ότι έσφαλε το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφορικά με το εύρημα του περί εκπρόθεσμης καταχώρησης της προσφυγής και υπό πλάνη απέρριψε τον ισχυρισμό περί προχρονολογημένης επιστολής, αποδεχόμενο ουσιαστικά την μετατόπιση του βάρους της απόδειξης του εκπροθέσμου από τους εφεσίβλητους στον εφεσείοντα (1ος και 2ος λόγος έφεσης).
Συγκεκριμένα, υποβάλλεται ότι, εφόσον η επίδικη απόφαση δεν δημοσιεύθηκε, όπως ορίζεται στο Άρθρο 4 του Ν.158(Ι)/1999, ούτε και αποστάληκε στον εφεσείοντα διπλοασφαλισμένη, εναπόκειτο στους εφεσίβλητους, που επικαλέστηκαν το εκπρόθεσμο, να αποδείξουν ότι αυτή δεν παραλήφθηκε από τον εφεσείοντα στις 19.8.2012 και ότι δεν είχε ταχυδρομηθεί στις 3.8.2012, που είναι η ημερομηνία του φακέλου που παρουσιάστηκε από τον εφεσείοντα. Είναι δε περαιτέρω η θέση του ότι απέτυχαν ως προς αυτό οι εφεσίβλητοι, δεδομένου ότι δεν απέδειξαν: (α) ότι η απόφαση δημοσιεύθηκε, (β) πότε αυτή παραδόθηκε στο Ταχυδρομείο για αποστολή και (γ) κατά πόσον αυτή ταχυδρομήθηκε διπλοασφαλισμένη, εφόσον δεν προσκομίστηκε δελτάριο παραλαβής από το Ταχυδρομείο. Συνεπώς, δεν απέσεισαν οι εφεσίβλητοι το βάρος της απόδειξης και εσφαλμένα αυτό μετατοπίστηκε επί των ώμων του εφεσείοντα για να υποχρεωθεί αυτός να αποδείξει την ημερομηνία παραλαβής της σχετικής επιστολής.
Προβάλλεται, επίσης, ότι, υπό τις περιστάσεις της παρούσας περίπτωσης, δεν ισχύει το τεκμήριο κανονικότητας, διότι ο εφεσείων παραδέχεται ότι όντως παρέλαβε την επιστολή στις 19.8.2012, ενώ το τεκμήριο ισχύει σε περιπτώσεις που προβάλλεται άρνηση λήψης μιας επιστολής, η οποία ταχυδρομήθηκε και δεν επιστράφηκε. Κατά συνέπεια, ήταν οι εφεσίβλητοι που όφειλαν να αποδείξουν την ημερομηνία αποστολής της απόφασης και λανθασμένα το Δικαστήριο προχώρησε σε υπολογισμούς με βάση τα στοιχεία του φακέλου και, εν τέλει, στην κατάληξη ότι, εφόσον η επιστολή δεν είχε προχρονολογηθεί, θα μπορούσε κατά τεκμήριο να θεωρηθεί ότι αποστάληκε στις 14.6.2012.
Σύμφωνα με άλλη εισήγηση του εφεσείοντα (3ος και 4ος λόγος έφεσης), το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα και υπό πλάνη αποφάσισε ότι η περίπτωση διέπεται από τις πρόνοιες του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ.1, αναφορικά με την κατά τεκμήριο λήψη επιστολής, η οποία ταχυδρομήθηκε και δεν επιστράφηκε, "in the ordinary course of post", δηλαδή εντός διαστήματος 3-5 ημερών. Υποβάλλει, σχετικά, ότι η συγκεκριμένη διάταξη τυγχάνει εφαρμογής σε περιπτώσεις άρνησης παραλαβής μιας επιστολής, ενώ στην παρούσα υπόθεση ο ίδιος παραδέχεται ότι παρέλαβε την απόφαση σε συγκεκριμένη ημερομηνία. Προσθέτει δε ότι, υπό πλάνη, θεωρήθηκε πρωτόδικα ότι, με βάση τις καταχωρήσεις στο διοικητικό φάκελο, θα μπορούσε να εξαχθεί ασφαλές συμπέρασμα ότι η ημερομηνία αποστολής της επίδικης επιστολής ήταν η 14.6.2012. Και αυτό διότι δεν υπάρχει οποιαδήποτε σημείωση στο φάκελο που να δηλώνει ενυπογράφως πότε ακριβώς εστάλη η επιστολή, ενώ η καταχώρηση του αντιγράφου αυτής στο φάκελο δεν συνιστά βεβαίωση αποστολής της. Συνεπώς, μόνο με μαρτυρία από πλευράς των εφεσιβλήτων θα ήταν δυνατή η απόδειξη της ημερομηνίας αποστολής και στην απουσία τέτοιας μαρτυρίας, η απόφαση του Δικαστηρίου, αφενός, δεν δικαιολογείτο από το υλικό που προσκομίστηκε και αφετέρου, συνιστούσε αδικαιολόγητη μετατόπιση του βάρους της απόδειξης στον εφεσείοντα.
Τέλος υποβάλλεται (5ος και 6ος λόγος έφεσης) ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έχει ταυτίσει την ημερομηνία καταχώρησης αντιγράφου της επιστολής στο διοικητικό φάκελο με την ημερομηνία αποστολής και επίσης, λανθασμένα επανάνοιξε την υπόθεση για το προδικαστικό ζήτημα, μετά την ολοκλήρωση των διευκρινίσεων επί της ουσίας και χωρίς να έχει προκύψει κάποιο συγκεκριμένο στοιχείο ή να εγερθεί κάποιος πρόσθετος ισχυρισμός από πλευράς εφεσιβλήτων, παραβλέποντας μάλιστα τον ταχυδρομικό φάκελο που προσκομίστηκε από τον εφεσείοντα και στον οποίο υπήρχε ως ημερομηνία παράδοσης από τον αποστολέα στο ταχυδρομείο η 3.8.2012.
Η πλευρά των εφεσιβλήτων απορρίπτει τους λόγους έφεσης στο σύνολό τους σημειώνοντας τα ακόλουθα:
Εισηγούνται κατ΄ αρχήν οι εφεσίβλητοι ότι οι λόγοι έφεσης δεν είναι αποδεκτοί, γιατί δεν αφορούν νομικό σημείο, αλλά γεγονότα και εκτιμήσεις αναφορικά με την ημερομηνία παραλαβής της διοικητικής απόφασης, με αποτέλεσμα να παραβιάζεται το Άρθρο 13 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμου (Ν.131(Ι)/2015), σύμφωνα με το οποίο κάθε απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου υπόκειται σε έφεση «για λόγο που αναφέρεται σε νομικό σημείο μόνον».
Διαζευκτικά, υποβάλλουν ότι η επιστολή στάληκε στις 11.6.2012 και η προσφυγή καταχωρήθηκε στις 23.10.2012, δηλαδή 135 ημέρες αργότερα, και ότι είναι εκτός πραγματικότητας οι ισχυρισμοί που προβλήθηκαν από τον εφεσείοντα ότι παρέλαβε την επίδικη επιστολή στις 19.8.2012 και ότι αυτή είχε αφεθεί από τον ταχυδρόμο σε χώρο εκτός του ταχυδρομικού του κιβωτίου, όπου και εντοπίστηκε 69 ημέρες μετά. Επισημαίνουν, παράλληλα, ότι ο φάκελος με ημερομηνία 3.8.2012, ο οποίος προσκομίστηκε από τον εφεσείοντα μαζί με την γραπτή αγόρευσή του ως ο κατ' ισχυρισμό φάκελος της επιστολής, δεν έχει συνδεθεί με οποιοδήποτε στοιχείο ή μαρτυρία, με την επιστολή γνωστοποίησης της προσβαλλόμενης απόφασης.
Επικαλούνται δε οι εφεσίβλητοι νομολογία, σύμφωνα με την οποία, εάν αποδειχθεί ότι επιστολή έχει ταχυδρομηθεί και δεν έχει επιστραφεί από το Ταχυδρομείο, αυτό συνιστά εκ πρώτης όψεως απόδειξη της παράδοσής της στο πρόσωπο προς το οποίο απευθύνεται και ότι το Άρθρο 2 του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ.1, εναποθέτει το βάρος απόδειξης της μη λήψης της επιστολής στον παραλήπτη.
Η προθεσμία των 75 ημερών είναι ανατρεπτική, σύμφωνα με πάγια νομολογία. Όπου η απόφαση της διοίκησης δεν δημοσιεύεται, όπως είναι η παρούσα περίπτωση, η προθεσμία αρχίζει να προσμετρά από το χρονικό σημείο που ο διοικούμενος έλαβε πλήρη γνώση αυτής (βλ. xxx Thevatha v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Αναθ. Έφεση Αρ. 250/2012, ημερομηνίας 16.7.2019, ECLI:CY:AD:2019:C316).
Το πρωτόδικο Δικαστήριο στην απόφασή του αναφέρεται λεπτομερώς στα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, από τα οποία προκύπτει η αποστολή της επιστολής (βλ. σελίδα 6 ανωτέρω). Η καταγραφή που γίνεται στις 14.6.2012, με αναφορά στην επιστολή ημερομηνίας 11.6.2012 προς τον αιτητή (Ερυθρό 39) «To Mr xxx Eze», υποδηλοί ότι η εν λόγω επιστολή απεστάλη με κάποιον τρόπο προς τον εφεσείοντα, χρόνο πριν ή το αργότερο κατά την 14.6.2012. Εφόσον είναι παραδεκτό ότι η επιστολή παρελήφθη μέσω ταχυδρομείου και, συνεπώς, δεδομένο ότι ταχυδρομήθηκε, στην απουσία άλλης αναφοράς στο φάκελο για άλλη κοινοποίηση προς τον εφεσείοντα, το αναπόδραστο συμπέρασμα είναι ότι η καταγραφή ημερομηνίας 14.6.2012 αναφερόταν στην ταχυδρόμηση της επιστολής.
Η εν λόγω επιστολή απεστάλη με σύνηθες ταχυδρομείο στην ορθή διεύθυνση, εφόσον τελικά η επιστολή παρελήφθη από τον εφεσείοντα. Θεωρείται, συνεπώς, κατά τεκμήριο, ότι η επιστολή είχε φθάσει στον προορισμό της εντός ευλόγου χρόνου (Latifundia Properties Ltd v. Ψακή κ.ά. (2003) 1 ΑΑΔ 670, Άρθρο 2 του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1, Θεμιστοκλέους ν. Δημοκρατίας (2007) 3 ΑΑΔ 415, xxx xxx Σάββα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Αναθ. Έφεση Αρ. 49/2012, ημερομηνίας 7.2.2018, ECLI:CY:AD:2018:C63).
Εφόσον η επιστολή θεωρείται κατά τεκμήριο ότι είχε φθάσει στον προορισμό της εντός ευλόγου χρόνου, εναπόκειτο στον εφεσείοντα, σύμφωνα με τη νομολογία, να αποδείξει ότι την παρέλαβε καθυστερημένα. Εκείνος ο οποίος προβάλλει τον ισχυρισμό, θα πρέπει να τον τεκμηριώσει (Πατάτας ν. Δημοκρατίας (1990) 3 ΑΑΔ 248).
Σημειώνεται ότι στο Άρθρο 2 του Κεφ. 1 η φράση «in the ordinary course of post» σημαίνει τη λήψη της επιστολής σε δύο τρεις ημέρες και στην προκείμενη περίπτωση δεν επιβάλλετο όπως η επιστολή αποσταλεί με συστημένο ταχυδρομείο. Στην Εμπορική Εταιρεία Παλαιχωρίου Λτδ ν. Δημοκρατίας (2009) 4 ΑΑΔ 178, στην απουσία σχετικής μαρτυρίας, απορρίφθηκε ισχυρισμός ότι η επιστολή που έφερε κατά τα άλλα τα ορθά στοιχεία διεύθυνσης παραλήφθηκε δέκα μέρες μετά, αντί στο συνήθη χρόνο των δύο με τριών ημερών (βλ. επίσης xxx Χατζηγιάννη ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 914/2014, ημερομηνίας 30.9.2015, ECLI:CY:AD:2015:D644).
Εν προκειμένω, ο εφεσείων παρέλειψε να προσάψει μαρτυρία προς υποστήριξη της θέσης του ότι παρέλαβε την επιστολή στις 19.8.2012. Όχι μόνο δεν δόθηκε οποιαδήποτε μαρτυρία περί τούτου, αλλά δόθηκαν διαφορετικοί ισχυρισμοί ως προς την παραλαβή της επιστολής στην αρχική του αγόρευση και στην απαντητική του. Στην μεν πρώτη περίπτωση αναφέρθηκε ότι η επιστολή παρελήφθη στις 19.8.2012 επειδή ο ταχυδρόμος την «έριξε αλλού», χωρίς καμία αναφορά περί της ημερομηνίας αποστολής της, στη δε δεύτερη περίπτωση ότι η επιστολή αποστάληκε στις 3.8.2012, ημερομηνία που έφερε ένας φάκελος που προσκομίστηκε ως παράρτημα στην απαντητική του αγόρευση. Καμία μαρτυρία δεν προσκομίστηκε που να συνδέει τον εν λόγω φάκελο με την αποσταλείσα επιστολή. Ισχυρισμοί που προβάλλονται σε γραπτές αγορεύσεις δεν αποδεικνύουν πραγματικά γεγονότα, πόσο μάλλον στην παρούσα περίπτωση, όπου οι ισχυρισμοί του εφεσείοντα ήταν διαφοροποιημένοι.
Ενόψει των πιο πάνω, η έφεση δεν ευσταθεί και απορρίπτεται με €500 έξοδα εναντίον του εφεσείοντα.
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.
ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.
/ΧΤΘ