ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Λιάτσος, Αντώνης Γιασεμή, Γιασεμής Ν. Σωκράτους, Δώρα Δημητριάδου-Ανδρέου, Λένα Σάντης, Νικόλας Φ. Σωφρονίου, για Φωκάς Α. Σωφρονίου ΔΕΠΕ, για τους Εφεσείοντες. Δ. Εργατούδη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2022-03-01 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΔΗΜΟΣ amp;amp; ΜΑΡΙΑ ΦΩΤΟΒΟΛΤΑΪΚΑ ΛΤΔ v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ, ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ, Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 81/15, 1/3/2022 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2022:C77

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                          (Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 81/15) 

 

1 Μαρτίου, 2022

 

 

[ΛΙΑΤΣΟΣ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ,

ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, ΣΑΝΤΗΣ, Δ/στές]

                                                    

 

ΔΗΜΟΣ & ΜΑΡΙΑ ΦΩΤΟΒΟΛΤΑΪΚΑ ΛΤΔ,

                        

                                                                Εφεσειόντων,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ, ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ,

 

                                                                             Εφεσίβλητων.

 

                                                --------------------

 

Φ. Σωφρονίου, για Φωκάς Α. Σωφρονίου ΔΕΠΕ, για τους Εφεσείοντες.

Δ. Εργατούδη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους.

 

ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί

από τον Σάντη, Δ.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

        ΣΑΝΤΗΣ, Δ.: Οι Εφεσείοντες/Αιτητές («οι Εφεσείοντες») αμφισβητούν, διά τεσσάρων λόγων έφεσης, την πρωτόδικη απόφαση ημερομηνίας 8.5.15 («η Πρωτόδικη Απόφαση») την οποία εξέδωσε το Ανώτατο Δικαστήριο, υπό την αναθεωρητική του δικαιοδοσία («το Πρωτόδικο Δικαστήριο), στην Προσφυγή 1457/12 ημερομηνίας 21.9.12 («η Προσφυγή»).

        Αντικείμενο της Προσφυγής απάρτισε αίτημα των Εφεσειόντων για ακύρωση της απόφασης των Εφεσίβλητων/Καθ' ων η Αίτηση («οι Εφεσίβλητοι») - με την περικοπή που ακολουθεί να είναι αυτούσια (όπως και οι υπόλοιπες στο ανά χείρας κείμενο) - «. η οποία γνωστοποιήθηκε στους Αιτητές στις 12/07/2012 με την οποία οι Καθ' ων η Αίτηση παράνομα, αδικαιολόγητα και ενάντια των αρχών της χρηστής διοίκησης όπως αυτή επιμερίζεται στην αρχή της καλής πίστης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης των πολιτών προς τη Διοίκηση και της αρχής της ισότητας καθόρισαν μονομερώς με την απόφαση τους ημερομηνίας 22/07/2011 ότι, η επιδότηση από το ειδικό ταμείο ΑΠΕ που θα λαμβάνουν οι Αιτητές να είναι 0,31 ευρώ/kWh για όση ενέργεια (kWh) παράγεται από το Φωτοβολταϊκό τους σύστημα κάτω από το όριο των 1600 kWh/kWp ετησίως για όση ενέργεια (kWh) παράγεται από το Φωτοβολταϊκό σύστημα τους πέραν του ορίου των 1600kWh/kWp ετησίως, η συνολική τιμή που θα λαμβάνουν οι Αιτητές θα είναι 0,25 ευρώ/kWh» («η προσβαλλόμενη απόφαση»).

        Σε πρώτο στάδιο παραθέτουμε τα (κατά βάσιν) παραδεκτά γεγονότα.

        Αυτό, για καλύτερη κατανόηση των όσων έπονται.

        Την 30.12.08 το Υπουργικό Συμβούλιο ενέκρινε «Σχέδιο Χορηγιών για Ενθάρρυνση Ηλεκτροπαραγωγής από Μεγάλα Αιολικά, Ηλιοθερμικά, Φωτοβολταϊκά Συστήματα και την Αξιοποίηση Βιομάζας» για τα έτη 2009-2013. Οι Εφεσείοντες, αφού εξασφάλισαν τις απαραίτητες πολεοδομικές και οικοδομικές άδειες, υπέβαλαν αίτηση στην αρμόδια αρχή - και δη στην Επιτροπή Διαχείρισης του Ειδικού Ταμείου Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειαςη Επιτροπή»), η οποία συστάθηκε κατά τον Περί Προώθησης και Ενθάρρυνσης της Χρήσης Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και την Εξοικονόμηση Ενέργειας Νόμο 33(Ι)/03 ο Ν.33(Ι)/03») - για επιδότηση εγκατάστασης φωτοβολταϊκού συστήματος 149,5 KW σε ιδιόκτητο κτήμα τους στο Βουνί της Επαρχίας Λεμεσού.

       Την 21.7.11 η Επιτροπή «. ενέκρινε κατ΄ αρχήν την αίτηση για επιδότηση της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας φωτοβολταϊκού συστήματος εγκατεστημένης ισχύος 149,5 KW προς 031 αναπαραγόμενη ΚWh για περίοδο 20 ετών .». Η σχετική απόφαση κοινοποιήθηκε στους Εφεσείοντες με επιστολή ημερομηνίας 22.7.11. Με αυτή, πληροφορούσε τους Εφεσείοντες ότι, προτού παραχωρηθεί η οποιαδήποτε επιδότηση, θα τους καλούσε να υπογράψουν «Συμφωνία Παροχής Χορηγίας» («η Σύμβαση») με τον Πρόεδρο της Επιτροπής (δηλαδή τον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού). 

        Η σύνδεση του φωτοβολταϊκού συστήματος των Εφεσειόντων με το δίκτυο της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου («ΑΗΚ») έγινε την 28.12.11 (έπειτα από τροποποίηση της άδειας οικοδομής). Την 22.5.12 η Επιτροπή αποφάσισε ότι οι συμβάσεις επιδότησης όσων αιτητών έλαβαν «. κατ' αρχήν έγκριση .» για τη δημιουργία φωτοβολταϊκών συστημάτων με σταθερές βάσεις (και στη συνέχεια ζήτησαν μετατροπή των συστημάτων σε κινητά περιστρεφόμενα) - ως ήταν το φωτοβολταϊκό σύστημα των Εφεσειόντωντο φωτοβολταϊκό σύστημα των Εφεσειόντων») - η Σύμβαση θα ήταν σύμφωνη με τη σχετική απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 2.5.12, ως αυτή καθοριζόταν στο εγκεκριμένο Σχέδιο Χορηγιών για το έτος 2012 που είχε εγκριθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο την 2.5.12 («το Σχέδιο Χορηγιών 2012»). 

        Σε ό,τι αφορά στους Εφεσείοντες, η Επιτροπή αποφάσισε όπως η επιδότηση της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας διαμορφωνόταν κατά τρόπο ώστε για «. τις πρώτες 1.600 kW η συνολική τιμή πώλησης θα είναι αυτή που ισχύει κατά την ημερομηνία της καταρχήν έγκρισης 31 σεντ, ενώ για την υπόλοιπη παραγωγή η συνολική τιμή θα είναι αυτή που ισχύει, κατά την ημερομηνία εξασφάλισης της τροποποίησης από όλες της εμπλεκόμενες Υπηρεσίες ... 25 σεντ».     

       Το Πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε πως η Επιτροπή απολήγοντας στην προσβαλλόμενη απόφαση εφάρμοσε τις πρόνοιες του ισχύοντος (κατά τον ουσιώδη χρόνο έκδοσης της τελικής έγκρισης) Σχεδίου Χορηγιών 2012 οι οποίες ενσωματώθηκαν τελικώς στη Σύμβαση που υπογράφτηκε την 31.8.12 και ότι βάσει των δοσμένων περιστάσεων και γεγονότων, η επίκληση της αρχής της καλής πίστης δεν ενίσχυε την επιχειρηματολογία των Εφεσειόντων. Επιπροσθέτως, και εν σχέσει προς την αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης, το Πρωτόδικο Δικαστήριο - διακρίνοντας νομολογία που πρότειναν οι Εφεσείοντες περί του αντιθέτου - αποφάνθηκε πως η αιτιολογία αυτή συμπληρωνόταν από τα στοιχεία του αφορώντος διοικητικού φακέλου.

        Προχωρούμε στους λόγους έφεσης.

        Συνθέτει παράπονο των Εφεσειόντων ότι, το Πρωτόδικο Δικαστήριο λαθεμένα νόμισε πως δεν υπήρχε έδαφος συζήτησης του επίδικου θέματος υπό το πρίσμα των αρχών της καλής πίστης και ότι κακώς εξέλαβε τα περί παραβίασης της εν λόγω αρχής ως εμπίπτοντα στην ευρύτερη αρχή της χρηστής διοίκησης η οποία εφαρμόζεται «. επί περιπτώσεων της διακριτικής ευχέρειας» (λόγος έφεσης 1), πως λανθασμένως αντελήφθη ότι η προσβαλλόμενη απόφαση συμπληρώνεται σε ό,τι αφορά στην αιτιολογία της από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου (λόγος έφεσης 2), πως εξίσου ατυχώς δεν υπήγαγε την προσβαλλόμενη απόφαση υπό τη σκοπιά της παραβίασης της αρχής της νομιμότητας «. η οποία, έγκειται στο ότι, οι Καθ' ων η Αίτηση/Εφεσίβλητοι παράνομα ενέταξαν τους Αιτητές/Εφεσείοντες στο νομικό καθεστώς που ίσχυσε μετά τις 02/05/2012 εφόσον το σύνολο της διοικητικής επενέργειας η οποία θεμελίωσε το δικαίωμα τους στην λήψη αντίτιμου για το ηλεκτρικό ρεύμα που θα παρήγε το σύστημα τους, είχε ολοκληρωθεί στις 12/10/2011 οπότε και εγκρίθηκε το αίτημα τους για μετατροπή των βάσεων στήριξης» (λόγος έφεσης 3) και ότι λειτουργώντας ξανά με εσφαλμένο τρόπο, το Πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε πως ο ουσιώδης χρόνος για το νομικό καθεστώς που «. θα εφαρμοστεί σε περιπτώσεις μιας διοικητικής πράξης είναι το νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον χρόνο έκδοσης της πράξης και γι' αυτό θα έπρεπε να ισχύσει το νομικό καθεστώς που ίσχυε στις 21/07/2011 οπότε και εγκρίθηκε η αίτηση των αιτητών για εγκατάσταση του συστήματος των φωτοβολταϊκών ή έστω η 12/10/2011 οπότε και εγκρίθηκε η αίτηση των Αιτητών/Εφεσείοντων για μετατροπή των βάσεων στήριξης του συστήματος τους και όχι το νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον χρόνο υπογραφής της σύμβασης» (λόγος έφεσης 4).

        Μελετήσαμε τα περιγράμματα των ευπαίδευτων δικηγόρων.

        Το ίδιο πράξαμε και για τις προφορικές τους αγορεύσεις.

        Αξιολογήσαμε καθετί που τέθηκε ενώπιον μας.

        Θα επιληφθούμε των λόγων έφεσης 1, 3 και 4 σωρευτικώς.

        Αυτό διότι εμφανίζουν κοινά και αλληλένδετα σημεία.

        Μετέπειτα θα καταπιαστούμε με τον λόγο έφεσης 2.

        Σε σχέση προς τους λόγους έφεσης 1, 3 και 4, οι Εφεσείοντες λέγουν πως το Πρωτόδικο Δικαστήριο θα έπρεπε να είχε κρίνει την αρχή της καλής πίστης ως απότοκο της αρχής του κράτους δικαίου, ως τούτη εξειδικεύεται στην αρχή της εμπιστοσύνης των πολιτών προς τη Διοίκηση κατά τις προβλέψεις του Άρθρου 51(3) και (4) του Περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου 158(Ι)/99 ο Ν.158(Ι)/99»).

        Αυτή η αρχή, υποβάλλουν οι Εφεσείοντες, παραβιάστηκε από τους Εφεσίβλητους με την αναιτιολόγητη και καταχρηστική βραδύνοια τους να προβούν στη σύναψη της Σύμβασης εντός ευλόγου χρόνου μετά από την 12.10.11 (όταν εγκρίθηκε το αίτημα για μετατροπή των βάσεων στήριξης του συστήματος από σταθερές σε περιστρεφόμενες), με τον εύλογο αυτό χρόνο να μην μπορούσε να υπερβεί έτσι κι αλλιώς την 28.12.11, όταν συνδέθηκε το φωτοβολταϊκό σύστημα των Εφεσειόντων με το δίκτυο της ΑΗΚ. Ισχυρίζονται προσέτι πως η κακόπιστη και αντιφατική συμπεριφορά των Εφεσίβλητων συνίσταται στο ότι ενώ είχαν εγκρίνει αρχικώς την επιδότηση της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας προς €0,31 ανά παραγόμενη kWh για περίοδο 20 ετών, υστερότερα και ενώ οι Εφεσείοντες βασιζόμενοι στην αρχική τιμή που τους είχε κοινοποιηθεί, ενήργησαν αναλόγως για υλοποίηση της επένδυσης αναλαμβάνοντας και το αυξημένο κόστος μετατροπής των σταθερών βάσεων του συστήματος σε τεχνολογία ιχνηλάτη, αυθαίρετα και μονομερώς διαφοροποίησαν την απόφαση τους καθορίζοντας ως συνολική τιμή για ένα μέρος της παραγόμενης ενέργειας, το ποσό των €0,25 ανά kWh. Ποτέ πριν από την υπογραφή της Σύμβασης οι Εφεσείοντες δεν έτυχαν ενημέρωσης από τους Εφεσίβλητους για όποια ενδεχόμενη αλλαγή στην τιμή της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας, αν και οι Εφεσείοντες τούς είχαν ειδοποιήσει εγκαίρως για την πρόθεση τους να μετατρέψουν τις βάσεις στήριξης του φωτοβολταϊκού συστήματος τους.

        Προσθέτως, οι Εφεσείοντες εντάσσουν στην προκύπτουσα εικόνα και την Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας Κύπρου («ΡΑΕΚ»), αποδίδοντας σε αυτή, σκόπιμη καθυστέρηση έκδοσης της σχετικής τροποποιητικής άδειας ώστε να μεσολαβήσει (την 2.5.12) η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου με την οποία διαφοροποιήθηκαν τα δεδομένα για την καταβαλλόμενη τιμή πώλησης της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας από φωτοβολταϊκά περιστρεφόμενων βάσεων. Αυτή η κατάσταση πραγμάτων, διατείνονται οι Εφεσείοντες, αποσταθεροποίησε στην προκειμένη περίπτωση την αρχή της νομιμότητας.

        Οι Εφεσίβλητοι αντιτείνουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν σύμφωνη με τη σχετική νομοθεσία και το Σχέδιο Χορηγιών 2012 που εφαρμόστηκε σε όλες τις συμβάσεις επιδότησης αιτητών που είχαν τύχει κατ' αρχήν έγκρισης και ζήτησαν αργότερα άδεια τροποποίησης των βάσεων των συστημάτων τους. Περιπλέον, σημειώνουν πως όταν εξασφαλίστηκε η τροποποίηση της άδειας από την ΡΑΕΚ την 17.5.12, η Επιτροπή, την 18.5.12, παρέσχε προς τους Εφεσείοντες την τελική έγκριση, εφαρμόζοντας τις σχετικές πρόνοιες του Σχέδιου Χορηγιών 2012 που προέβλεπε ειδικώς για καθορισμό τιμής πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας πέραν του ορίου των 1600kWh/kW από συστήματα με περιστρεφόμενες βάσεις. Τούτο είναι που αποτελούσε, κατά τα γεγονότα και τον νόμο, το κρίσιμο νομικό καθεστώς κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης μια και ως επισημαίνουν οι Εφεσίβλητοι, τούτο άπτεται άσκησης δέσμιας αρμοδιότητας και δεν παρέχεται δυνατότητα συζήτησης υπό τον φακό των αρχών της καλής πίστης και χρηστής διοίκησης.

        Συγκλίνουμε με τους Εφεσίβλητους.

        Κρίνουμε ότι δεν υπάρχει περιθώριο εφετειακής επέμβασης.

        Εξηγούμε.

        Το Πρωτόδικο Δικαστήριο, θεώρησε, και ορθώς - με παραπομπή και στο Άρθρο 9, Ν.158(Ι)/99 - ότι (ως προέκυπτε και από τα έγγραφα του διοικητικού φακέλου), η αίτηση των Εφεσειόντων μετά από την κατ' αρχήν έγκριση της την 21.7.11, εξετάστηκε για σκοπούς τελικής έγκρισης υπό το φως του νέου δεδομένου της αίτησης τους για μετατροπή των σταθερών βάσεων του φωτοβολταϊκού συστήματος σε κινητό σύστημα ιχνηλάτη, κάτι που συνεπάγονταν αύξηση της παραγωγής και κατ' ακολουθίαν της επιδότησης. Αυτό, έλαβε χώραν κατά τη 16η συνεδρία της Επιτροπής την 18.5.12. Σημειώθηκε από την Επιτροπή ότι η αίτηση των Εφεσειόντων «. εγκρίνεται με τις πρόνοιες του σχεδίου χορηγιών του 2012 για συστήματα που μετατρέπονται από σταθερά σε κινητά».

        Το Πρωτόδικο Δικαστήριο, ανέπτυξε περαιτέρω τη συλλογιστική του, λέγοντας και αυτά:

«...............................

Σύμφωνα με την «Σημείωση», της παραγράφου 3.3 του σχεδίου του 2012, «σε περίπτωση που αιτητές που έχουν εξασφαλίσει τροποποίηση της Άδειας Κατασκευής από τη ΡΑΕΚ για χρησιμοποίηση περιστρεφόμενων βάσεων αντί σταθερών ή/και συγκεντρωτικών φωτοβολταϊκών, αυξάνοντας έτσι την παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια από το σύστημα τους, τότε για όση ενέργεια που θα παράγεται από το σύστημα πέραν του ορίου των 1600kWh/kW ετησίως, θα καταβάλλεται συνολική τιμή πώλησης ίση με τη τιμή που θα ισχύει κατά την ημέρα υπογραφής της νέας τροποποιημένης καταρχήν σύμβασης επιδότησης».

Η ισχύουσα, κατά την ημερομηνία υπογραφής της σύμβασης (31.8.2012), συνολική τιμή πώλησης για τα εμπορικά φωτοβολταϊκά συστήματα κατηγορίας ΝΜΦ.1, στην οποίαν ενέπιπτε η αιτήτρια, ήταν η προβλεπόμενη στην παράγραφο 4.1 του σχεδίου, δηλαδή €0,25 ανά κιλοβατώρα.

΄Εχοντας ως έρεισμα τις πιο πάνω πρόνοιες, η Επιτροπή αποφάσισε, στα πλαίσια της συνεδρίας της, της 22.5.2012, ότι για την περίπτωση της αιτήτριας, η συνολική τιμή πώλησης για τις πρώτες 1.600kW θα ήταν η ισχύουσα κατά την ημερομηνία της αρχικής έγκρισης (€0,31), ενώ για την υπόλοιπη παραγωγή, η συνολική τιμή θα ήταν η προβλεπόμενη κατά την ημερομηνία εξασφάλισης της έγκρισης της τροποποίησης από όλες τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες. Η τροποποιημένη άδεια οικοδομής εξασφαλίστηκε στις 10.10.2011, η έγκριση του τμήματος Περιβάλλοντος δόθηκε στις 18.10.2011, η τελική έγκριση του Επάρχου δόθηκε στις 20.2.2012, ενώ η έγκριση της τροποποίησης από τη ΡΑΕΚ, την οποίαν η αιτήτρια επικρίνει για σκόπιμη καθυστέρηση, χωρίς όμως να έχει προβεί έγκαιρα στα κατάλληλα διαβήματα για τον έλεγχο της άσκησης της δικής της αρμοδιότητας, δόθηκε, όπως αποδέχονται και οι 2 πλευρές, στις 15.5.2012, όταν ήδη βρισκόταν σε ισχύ η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου και το σχέδιο χορηγιών για το 2012.

Κάτω από τις περιστάσεις που αναφέρθηκαν προκύπτει ότι η Επιτροπή, λαμβάνοντας την επίδικη απόφαση της, εφάρμοσε τις πρόνοιες του ισχύοντος κατά τον ουσιώδη χρόνο της έκδοσης της τελικής έγκρισης σχεδίου χορηγιών του 2012, οι οποίες τελικά ενσωματώθηκαν στη σύμβαση που υπογράφτηκε στις 31.8.2012.

.................................».

 

        Πέραν των πιο πάνω, έχει τη δική του ιδιαίτερη αξία να καταγραφεί - και το παραδέχθηκε εξάλλου αυτό απεριφράστως ο κ. Σωφρονίου ως πραγματικό γεγονός στην προφορική του αγόρευση - πως οι Εφεσείοντες ουδέποτε προσέφυγαν εναντίον τής φερόμενα καθυστερημένης έγκρισης της τροποποίησης του φωτοβολταϊκού συστήματος των Εφεσειόντων από την PAEK (την 17.5.12).

        Παρενθέτουμε, ότι η Επιτροπή, μόλις ενημερώθηκε για την έκδοση της υπό αναφοράν άδειας - απαραίτητο προαπαιτούμενο ως ήταν το στοιχείο αυτό για τα περαιτέρω - χορήγησε (την 18.5.12) την τελική έγκριση για το φωτοβολταϊκό σύστημα των Εφεσειόντων.

        Η ως άνω περιγραφόμενη παράλειψη - ή ενδεχομένως και επιλογή - των Εφεσειόντων να μην αποταθούν δικαστικώς δυνάμει, φερ' ειπείν, του Άρθρου 29.2 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας για να διεκδικήσουν ό,τι συναφώς μπορούσε να διεκδικηθεί ένεκα της προτασσόμενης καθυστέρησης από την ΡΑΕΚ, αφαιρεί από τις θέσεις τους την όποια εμβέλεια επιχειρήματος και στάσης για επιτυχή προβολή όσων ξεδίπλωσαν επί της συζητούμενης έκφανσης (βλ. Golar Energy Ltd v. Κυπριακής Δημοκρατίας και Άλλων, Υποθ. Αρ. 1545/08, ημ. 20.3.12).

        Μολαταύτα, και άλλως να είχαν τα πράγματα, ουδέν καταδείχθηκε από τους Εφεσείοντες, ως γεγονός ή ειδική περίσταση, που θα μπορούσε λελογισμένως να κατευθύνει αλλού τη δικαστική σκέψη για τα περί καθυστέρησης, ακόμη και με υπόψιν, ως άφησε να νοηθεί ο δικηγόρος των Εφεσειόντων, τις πρόνοιες του Άρθρου 10, Ν.158(Ι)/99 (βλ. Four Seasons Hotels Inc και Άλλων ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 358/02, ημ. 26.11.03).

        Επιπλέον, το Πρωτόδικο Δικαστήριο, με προμετωπίδα και το Άρθρο 7(2)(α), Ν.33(Ι)/03, έχοντας κατά νουν και το ότι κατά το Σχέδιο Χορηγιών 2012, η επιδότηση από την Επιτροπή τής συμπαραγωγής ηλεκτρισμού γίνεται «. κάτω από τους όρους και τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στα σχέδια», απέληξε πως αυτή εφάρμοσε τις πρόνοιες του σχεδίου παροχής χορηγιών που υφίστατο κατά τον ουσιώδη χρόνο (ήτοι του Σχεδίου Χορηγιών 2012), επειδή οι περί ων ο λόγος πρόνοιες ήσαν δεσμευτικές για όλους τους αιτητές - και τους Εφεσείοντες - οι οποίοι έχοντας λάβει αρχική έγκριση προχώρησαν σε μετατροπή της τεχνολογίας των βάσεων στήριξης των συστημάτων προσβλέποντας σε μεγιστοποίηση της παραγωγής τους.

        Το Πρωτόδικο Δικαστήριο - σωστά και πάλι (και συμπλέοντας με την αφορώσα νομολογία) - υπογράμμισε πως πέραν της δέσμιας αρμοδιότητας της Επιτροπής για τον καθορισμό της καταβαλλόμενης συνολικής τιμής, η αρχή της καλής πίστης αποσκοπεί στον αποκλεισμό της αυθαιρεσίας στη διοικητική λειτουργία δίχως ωστόσο να υπερφαλαγγίζει την αναγκαιότητα για σύννομη λειτουργία της διοίκησης, και την αρχή του κράτους δικαίου (βλ. O Lykos Services and Security Systems-Private Investigators Ltd και Άλλου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, ΕΔΔ 1/16, ημ. 20.7.21, Κυπριακή Δημοκρατία ν. Ανδρέου, Α.Ε. 60/12, ημ. 29.3.19, Κυπριακή Δημοκρατία ν. Παπαφώτη (1997) 3 Α.Α.Δ. 191, 196, Tamassos Tobacco Suppliers v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 60, 75).

        Συναρτώμενα με τα ανωτέρω, είναι και όσα εξέφρασε ως δικαστικό λόγο η Ολομέλεια στην Παιονίδου v. Κυπριακής Δημοκρατίας (2012) 3 Α.Α.Δ. 405, 415-416, κατά τα εξής:

«..................................

Συνιστά πάγια νομολογιακή αρχή ότι η αρχή της χρηστής διοίκησης και η αρχή της καλής πίστης τις οποίες έχει επικαλεστεί η ευπαίδευτη συνήγορος της εφεσείουσας, δεν ισχύουν σε περιπτώσεις άσκησης δέσμιας αρμοδιότητας, αλλά μόνο σε περιπτώσεις όπου αναγνωρίζεται στη διοίκηση διακριτική ευχέρεια. Στο σύγγραμμα του Π.Δ. Δαγτόγλου, Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, 5η Έκδοση, κάτω από το κεφάλαιο «Όρια και έλεγχος της διακριτικής ευχέρειας», αναλύονται, ανάμεσα σ' άλλα, οι αρχές της χρηστής διοίκησης (βλ. παραγρ. 380, 381, 382 και 383), της καλής πίστης (βλ. παραγρ. 385, 386 και 387), της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του ιδιώτη (βλ. παραγρ. 388) και της συνεπούς συμπεριφοράς (βλ. παραγρ. 389). Στο ίδιο σύγγραμμα και συγκεκριμένα στις παραγράφους 390 και 391, διαβάζουμε:

"Τα ανωτέρω ισχύουν όμως μόνο στις περιπτώσεις διακριτικής ευχέρειας της διοικήσεως. Στις περιπτώσεις δέσμιας αρμοδιότητας, καμιά εσφαλμένη πληροφορία δεν μπορεί να απαλλάξει την διοίκηση από την υποχρέωσή της να εφαρμόσει τον νόμο, αν και μπορεί να θεμελιώσει την υποχρέωση του κράτους προς αποζημίωση.

Το Συμβούλιο της Επικρατείας δέχεται (αν και όχι σταθερά) ότι δεν είναι καλόπιστη και επομένως δεν συγχωρείται η ανατροπή μιας παράνομης πραγματικής καταστάσεως, που έγινε ανεκτή επί πολύ χρόνο (ΣτΕ 65/44∙ αντιθέτως ΣτΕ 725, 726/64), εκτός εάν πρόκειται για θέμα δημόσιας τάξεως (ΣτΕ 654/37) ή αν συντρέχει δόλος του ιδιώτη (βλ. κατ. άρ. 708 επ.)."

 Σχετικό με το θέμα που εξετάζουμε είναι και το άρθρο 50 του Νόμου 158(Ι)/99, σύμφωνα με το οποίο:

"50. Οι αρχές της χρηστής διοίκησης επιβάλλουν στα διοικητικά όργανα, κατά την άσκηση της διακριτικής τους εξουσίας, να ενεργούν σύμφωνα με το περί δικαίου αίσθημα, ώστε κατά την εφαρμογή των σχετικών νομοθετικών διατάξεων σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση να αποφεύγονται ανεπιεικείς και άδικες λύσεις."

Ενόψει των πιο πάνω, το ερώτημα που εύλογα τίθεται και το οποίο θα μας απασχολήσει στη συνέχεια, είναι κατά πόσο η περίπτωση αφορά άσκηση, από πλευράς διοίκησης, διακριτικής ευχέρειας ή δέσμιας αρμοδιότητας.

Σύμφωνα με το σύγγραμμα του Π.Δ. Δαγτόγλου (πιο πάνω) (παρ. 342):

"...... Η πλήρης (εντός των ορίων του Συντάγματος και των νόμων) ελευθερία κινήσεως της διοικήσεως καλείται διακριτική ευχέρεια (ή διακριτική εξουσία) και παραχωρείται από τον νόμο με εκφράσεις όπως η διοίκηση «δύναται», «δικαιούται», «επιλέγει», «κρίνει», ενεργεί «κατά την κρίση της» κοκ. Διακριτική ευχέρεια είναι, πρώτα απ' όλα, η νομική δυνατότητα της διοικήσεως να επιλέγει ανάμεσα σε διάφορες εξίσου νόμιμες λύσεις (απόφαση για το αν, πότε και πώς). Είναι όμως επίσης και η νομική δυνατότητα της διοικήσεως να εξειδικεύει αόριστες αξιολογικές έννοιες."

...............................».

 

        Τίποτα από τα όσα σθεναρώς προώθησε ο κ. Σωφρονίου δεν θα μπορούσε να οδηγήσει, ως εκ των ισχυουσών περιστάσεων, σε θεώρηση των πραγμάτων αλλιώτικη από εκείνη του Πρωτόδικου Δικαστηρίου, αφού οι Εφεσίβλητοι έπραξαν σύμφωνα με το Σχέδιο Χορηγιών 2012 και την ισχύουσα νομοθεσία.

        Στη βάση των πιο πάνω, οι λόγοι έφεσης 1, 3 και 4 απορρίπτονται.

        Για τον λόγο έφεσης 2 και τη θέση των Εφεσειόντων ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο διέπραξε λάθος θεωρώντας πως η προσβαλλόμενη απόφαση συμπληρώνεται αιτιολογικώς από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, παρατηρούμε πως μήτε και η άποψη αυτή μπορεί να γίνει αποδεκτή.

        Το Πρωτόδικο Δικαστήριο διέκρινε τη νομολογία στην οποία παρέπεμψαν προς τούτο οι Εφεσείοντες - και συγκεκριμένα την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην Ζουμπουλίδης ν. Ελλάδας (Αρ.2), Προσφυγή 36963/06, ημ. 25.6.09 - διαπιστώνοντας, εύστοχα, πως αφορούσε στην καταβολή επιδόματος προσαυξήσεων δημοσίου υπαλλήλου για υπηρεσία στην αλλοδαπή και ότι δεν σχετιζόταν προς τα γεγονότα και το νομικό πλαίσιο που ενεστώτως ισχύει.

        Όμοια, είναι και η δική μας προσέγγιση αναφορικώς και προς την The Secretary of State for Energy and Climate Change v. Friends of the Earth and Others [2012] EWCA Civ 28, στην οποία μας παρέπεμψε ο δικηγόρος των Εφεσειόντων κατά τη διά ζώσης αγόρευση του.

        Αυτό, γιατί, η υπό αναφοράν απόφαση (του Αγγλικού Εφετείου), αφορά σε διαφορετικά γεγονότα αλλά, κυρίως, σε παντελώς διάφορο νομολογιακό και νομοθετικό καθεστώς - αρχών και δικαιοδοσίας - από εκείνο που διέπει το δικό μας διοικητικό δίκαιο.

        Κατά τα άλλα, η καταφυγή του Πρωτόδικου Δικαστηρίου στον διοικητικό φάκελο (Τεκμήριο 1 στην πρωτόδικη διαδικασία, με διάφορα συμπεριλαμβανόμενα εκεί έγγραφα να είναι επισυνημμένα στην Ένσταση των Εφεσίβλητων ημερομηνίας 14.3.13) - ένεκεν και της τεχνικής φύσεως των θεμάτων που κάλυπταν (βλ. GES (Global Environmental Solutions Ltd v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Α.Ε 135/14, ημ. 7.6.21, ECLI:CY:AD:2021:C237) - ήταν θεμιτή, χωρίς να έχει καταδειχθεί οτιδήποτε που θα μπορούσε να εντάξει τη δικαστική μεθοδολογία που ακολουθήθηκε, υπό άλλη γωνία θεώρησης (βλ. Xenofontos Mechanical Constructions Ltd v. Διευθυντή Τμήματος Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών, Υποθ. Αρ. 635/12, ημ. 26.5.15, ECLI:CY:AD:2015:D374, Παπαγεωργίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 648, 653, Κάτσουρα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1989) 3(Γ) Α.Α.Δ. 1728, 1735-1736).    

        Ο λόγος έφεσης 2 απορρίπτεται.

        Το Πρωτόδικο Δικαστήριο - και το αποτυπώνουμε αυτό ως οριζόντια διαπίστωση για όσα απασχόλησαν στην παρούσα - εξέτασε άρτια τα εγερθέντα ζητήματα, νομικά και πραγματικά, ενεργώντας σε κάθε περίπτωση εντός της δικαιοδοσίας και ευχέρειας του.

        Εν κατακλείδι.

        Η έφεση απορρίπτεται με €2.500,00 έξοδα υπέρ των Εφεσίβλητων και εναντίον των Εφεσειόντων.

 

 

                                                Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.

                                                Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.

                                                Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.

                                                Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.

                                                Ν.Γ. ΣΑΝΤΗΣ, Δ.

 

 

 

/κβπ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο