ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Σταματίου, Κατερίνα Δημητριάδου-Ανδρέου, Λένα Ιωαννίδης, Ιωάννης Θ. Χατζηλούκας, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για την Εφεσείουσα-Καθ΄ης η Αίτηση. Α. Κωνσταντίνου, για τον Εφεσίβλητο-Αιτητή. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2022-02-01 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ v. ΜΑΤΑΙΟΥ, Έφεση Κατ΄ Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 16/2018, 1/2/2022 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2022:A39

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Έφεση Κατ΄ Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 16/2018)                                                                          (Υποθ. Αρ. XXXXX7/2015)

 

1 Φεβρουαρίου, 2022

 

[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ/στές]

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

 

                                             Εφεσείουσα - Καθ' ης η αίτηση,

 

v.

                                       

ΧΧΧ ΜΑΤΑΙΟΥ,

 

                                                        Εφεσίβλητου - Αιτητή,

____________________

 

Θ. Χατζηλούκας, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας,  για την Εφεσείουσα-Καθ΄ης η Αίτηση.

Α. Κωνσταντίνου, για τον Εφεσίβλητο-Αιτητή.

____________________

 

Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τη Σταματίου, Δ.

 

____________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Με την υπό κρίση έφεση προσβάλλεται η ορθότητα της απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου, με την οποία ακυρώθηκε ο διορισμός του Ε.Μ. στη μόνιμη θέση Διευθυντή Τμήματος Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών, αντί του εφεσίβλητου.

 

   Πρόκειται για θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής η οποία, ως θέση Προϊσταμένου Τμήματος, εξαιρείται της διαδικασίας των Συμβουλευτικών Επιτροπών, δυνάμει του Άρθρου 32(1) του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν.1/1990 ως έχει τροποποιηθεί).

  

Η ΕΔΥ εξέτασε σε πρώτο στάδιο το θέμα της κατοχής των απαιτούμενων προσόντων, τα οποία προσδιορίζονται στο οικείο Σχέδιο Υπηρεσίας[1], όπου τόσο ο εφεσίβλητος, ο οποίος κατείχε τη θέση του Προϊστάμενου Τεχνικών Υπηρεσιών, Υπουργείο Άμυνας όσο και το Ε.Μ., το οποίο κατείχε τη θέση του Ανώτερου Μηχανολόγου Μηχανικού, κρίθηκαν ως προσοντούχοι.

 

   Επιπρόσθετα, η ΕΔΥ έκρινε ότι ο εφεσίβλητος κατείχε το πλεονέκτημα της παρ.(7) των «απαιτούμενων προσόντων» της θέσης λόγω του Μεταπτυχιακού τίτλου (Magister Scientiae)  στις Προηγμένες Τεχνολογίες Πληροφορικής του Πανεπιστημίου Κύπρου. Σημείωσε, επίσης, η ΕΔΥ ότι ο εφεσίβλητος «διαθέτει επιπρόσθετα προσόντα σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης και συγκεκριμένα διαθέτει μεταπτυχιακό δίπλωμα στη Διεύθυνση (Ειδίκευση στη Δημόσια Διοίκηση), Μεσογειακό Ινστιτούτο Διεύθυνσης και Διδακτορικό τίτλο στην Πληροφορική από το Πανεπιστήμιο Κύπρου».

 

Σημειώνεται ότι οι διάδικοι ήταν ισοδύναμοι στις υπηρεσιακές εκθέσεις, ενώ ο εφεσίβλητος υπερείχε οριακά σε αρχαιότητα, λόγω μισθολογικής κλίμακας.

 

Στη συνέχεια, η ΕΔΥ κάλεσε 18 υποψηφίους, συμπεριλαμβανομένων των διαδίκων, σε προφορική εξέταση στην οποία παρέστη και ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων («ο Διευθυντής»). Ο τελευταίος, μετά το πέρας της προφορικής εξέτασης, αξιολόγησε την απόδοση των υποψηφίων σε αυτήν, χαρακτηρίζοντας τον εφεσίβλητο ως «Πολύ Καλό» και το Ε.Μ. ως «Εξαίρετο». Σύστησε δε για διορισμό το Ε.Μ..

 

Mετά την αποχώρηση του Διευθυντή, η ΕΔΥ προέβη σε αιτιολογημένη αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων,  αποδίδοντας στον εφεσίβλητο το χαρακτηρισμό «Πολύ Καλός» και στο Ε.Μ. το χαρακτηρισμό «Εξαίρετος».

 

Ακολούθησε γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων στα πλαίσια της οποίας, όπως σημειώθηκε στα πρακτικά, η ΕΔΥ «έλαβε δεόντως υπόψη τα προσόντα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, όπως επίσης και τα υπόλοιπα  στοιχεία των αιτήσεων, το περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων και των Φακέλων των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων που είναι δημόσιοι υπάλληλοι, καθώς και την απόδοση των υποψηφίων κατά την ενώπιον της προφορική εξέταση».

 Καταλήγοντας στην επιλογή του Ε.Μ. η ΕΔΥ σημείωσε τα ακόλουθα:

 

«Η πλειοψηφία της Επιτροπής, καταλήγοντας στην πιο πάνω απόφαση, έλαβε υπόψη ότι ο Τιμοθέου αξιολογήθηκε από αυτή στο υψηλότερο επίπεδο στην ενώπιον της Επιτροπής προφορική εξέταση, αξιολογηθείς ως Εξαίρετος, και σε υψηλότερο επίπεδο από τους λοιπούς υποψηφίους. Η πλειοψηφία της Επιτροπής έλαβε επίσης υπόψη ότι, σ' ότι αφορά την αρχαιότητα, ο επιλεγείς συγκρινόμενος με τους υποψηφίους που είναι δημόσιοι υπάλληλοι, υπερέχει αυτών και υστερεί μόνο έναντι του Ματαίου χχχ, ο οποίος προηγείται σε αρχαιότητα. Ωστόσο η Επιτροπή παρατήρησε ότι η αρχαιότητα αυτή οφείλεται στη διαφορά της μισθολογικής κλίμακας του και, ως εκ τούτου, κρίθηκε ως οριακή και της δόθηκε η ανάλογη βαρύτητα. Συγκεκριμένα, η Επιτροπή σημείωσε ότι ο επιλεγείς έχει συνολική υπηρεσία 31 χρόνων στη δημόσια υπηρεσία μέχρι σήμερα, ενώ ο Ματαίου συνολική υπηρεσία 22 χρόνων. Επίσης η Επιτροπή, σ' ότι αφορά την αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση στα τελευταία χρόνια στα οποία αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα, ουδενός υστερεί, αξιολογηθείς ως καθόλα Εξαίρετος, και, επιπλέον, διαθέτει υπέρ του και τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή, Υπουργείο Συγκοινωνιών και Έργων.

    

Η πλειοψηφία της Επιτροπής, επιλέγοντας τον Τιμοθέου Λουκά, δεν παρέλειψε να σημειώσει ότι αυτός, σε σχέση με τους λοιπούς υποψηφίους, δεν διαθέτει το πλεονέκτημα της υπό πλήρωση θέσης, ενώ αυτοί το διαθέτουν. Ωστόσο, η πλειοψηφία της Επιτροπής, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι λοιποί υποψήφιοι αξιολογήθηκαν από αυτή σε χαμηλότερο επίπεδο στην ενώπιον της Επιτροπής προφορική εξέταση και δεδομένου ότι η θέση είναι πρώτου διορισμού και προαγωγής, ψηλά στην ιεραρχία και έχοντας υπόψη σχετική επί του θέματος νομολογία, σύμφωνα με την οποίαν η προφορική εξέταση έχει ιδιαίτερη βαρύτητα σε θέσεις Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής ψηλά στην ιεραρχία, έκρινε την επιλογή του Τιμοθέου ως την καταλληλότερη .

  

Τέλος, η πλειοψηφία της Επιτροπής, επιλέγοντας τον Τιμοθέου, δεν παρέλειψε να σημειώσει ότι οι υποψήφιοι . Ματαίου XXXXX,.  διαθέτουν επιπρόσθετα προσόντα πέραν του πλεονεκτήματος, σχετικά με τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης, στα οποία απέδωσε την ανάλογη βαρύτητα, συνεκτιμώντας τα με τα υπόλοιπα στοιχεία κρίσης, τα οποία παρατίθενται αναλυτικά πιο πάνω».

 

Ο εφεσίβλητος αμφισβήτησε την εγκυρότητα και νομιμότητα της απόφασης με προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο. Πρόβαλε τέσσερεις λόγους ακυρότητας, ισχυριζόμενος ότι η σύσταση του  Διευθυντή ήταν πεπλανημένη ως συγκρουόμενη με τα στοιχεία των φακέλων, ότι δεν δόθηκε δέουσα και πειστική αιτιολογία για την παράκαμψη του πλεονεκτήματος που ο ίδιος κατείχε,  ότι υπήρξε πλάνη της ΕΔΥ αναφορικά με την μεταξύ των διαδίκων διαφορά στην αξιολόγηση της απόδοσής τους στην προφορική εξέταση και ότι δεν δόθηκε ουσιαστική βαρύτητα στα πρόσθετα προσόντα του.

 

Η προσφυγή είχε επιτυχή κατάληξη. Κρίθηκε πρωτοδίκως κατ' επίκληση της απόφασης στη Χριστοδούλου v. Δημοκρατία (2015) 3 ΑΑΔ 230, ECLI:CY:AD:2015:C375 ότι η σύσταση του Διευθυντή, μολονότι δεν απαιτείται από τη σχετική πρόνοια του Άρθρου 34(9) του Ν.1/1990 να είναι αιτιολογημένη, στην προκείμενη περίπτωση έπασχε ως ευθέως συγκρουόμενη με τα στοιχεία των φακέλων, δοθέντος ότι ο εφεσίβλητος υπερείχε στα θεσμοθετημένα κριτήρια της αρχαιότητας και των προσόντων, ενώ ήταν ισοδύναμος του Ε.Μ. στην αξία. Πιο συγκεκριμένα, όπως επισημάνθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο, ο εφεσίβλητος υπερείχε καταφανώς έναντι του Ε.Μ. αναφορικά με το πλεονέκτημα του Σχεδίου Υπηρεσίας, η κατοχή του οποίου αποτελεί σημαντικό στοιχείο και έχει ουσιώδη σημασία, δίδοντας σημαντικό προβάδισμα στον υποψήφιο που το κατέχει έναντι ανθυποψηφίου που δεν το κατέχει.  Κρίθηκε, επίσης, πρωτοδίκως ότι δεν εκτιμήθηκε στο ορθό πλαίσιο η σαφής υπεροχή του εφεσίβλητου σε πρόσθετα προσόντα, τα οποία ήταν σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης, ενώ αγνοήθηκε και το οριακό προβάδισμά του στην αρχαιότητα.

 

Όπως περαιτέρω αποφάσισε το πρωτόδικο Δικαστήριο, δεν ήταν, σύμφωνα με την ισχύουσα επί του θέματος νομολογία,  επιτρεπτό για το Διευθυντή να διαμορφώσει τη σύστασή του πάνω στη βάση της απόδοσης των υποψηφίων στην προφορική εξέταση (Kαφάς v. Δημοκρατίας (2010) 3 ΑΑΔ 12). Σκοπός της παρουσίας του Διευθυντή στην προφορική εξέταση είναι να βοηθήσει την ΕΔΥ στην αξιολόγησή της.

 

Εφόσον η σύσταση απετέλεσε ένα παράγοντα ο οποίος ελήφθη υπόψη από την ΕΔΥ, κρίθηκε ότι συμπαρασύρει σε ακυρότητα την τελική απόφαση του διορίζοντος οργάνου.

 

Παρά την πιο πάνω κατάληξή του, η οποία σφράγιζε την τύχη της προσφυγής, το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι υπήρχαν επιπρόσθετοι λόγοι ακυρότητας. Συγκεκριμένα, ότι η αιτιολογία που δόθηκε από την ΕΔΥ για την παραγνώριση του πλεονεκτήματος του εφεσίβλητου, ήτοι η υπεροχή του Ε.Μ. στην προφορική εξέταση και το γεγονός ότι είχε συστηθεί από το Διευθυντή, δεν ήταν αρκούντως σαφής και πειστική με δεδομένη την υπεροχή του εφεσίβλητου σε προσόντα, το οριακό προβάδισμά του σε αρχαιότητα και την ισοδυναμία τους στις υπηρεσιακές εκθέσεις. Παρέπεμψε δε το πρωτόδικο Δικαστήριο σε πάγια νομολογία, κατά την οποία η υπεροχή στην προφορική εξέταση δεν είναι αρκετή για να παρακαμφθεί το προσόν - πλεονέκτημα.

 

Πέραν αυτού, το Δικαστήριο αποφάσισε ότι συνέτρεχε και άλλος λόγος ακυρότητας αναφορικά με τη βαρύτητα που, εν τέλει, δόθηκε από την ΕΔΥ στα πρόσθετα, μη απαιτούμενα προσόντα του εφεσίβλητου, τα οποία είχαν κριθεί από την ίδια ως σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης. Η ΕΔΥ, σημείωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο, με τη χρήση της στερεότυπης φράσης ότι δόθηκε σε αυτά «η ανάλογη βαρύτητα», δεν αποκαλύπτει ουσιαστικά σε ποιο βαθμό λήφθηκαν αυτά υπόψη, αλλά και πώς η αξιολόγηση τους επέδρασε στη λήψη της τελικής απόφασης, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο δικαστικός έλεγχος και να στοιχειοθετείται πρόσθετος λόγος ακύρωσης.

 

Με πέντε λόγους έφεσης η Δημοκρατία αμφισβητεί την ορθότητα των ευρημάτων του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Προβάλλεται ότι η σύσταση του Διευθυντή δεν ήταν αντίθετη με τα στοιχεία των φακέλων και ότι δεν ετύγχαναν, εν προκειμένω, εφαρμογής τα νομολογηθέντα στη Χριστοδούλου v. Δημοκρατίας (1ος λόγος έφεσης), ότι ο Διευθυντής είχε τη δυνατότητα να στηριχθεί στην απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση για σκοπούς σύστασης (2ος λόγος έφεσης), ότι ο εφεσίβλητος δεν υπερείχε σε όλα τα στοιχεία κρίσης και, ειδικότερα, στην κατοχή του πλεονεκτήματος, στα πρόσθετα προσόντα και την αρχαιότητα (3ος λόγος έφεσης), ότι η αιτιολογία που δόθηκε από την ΕΔΥ για την παραγνώριση του πλεονεκτήματος του εφεσίβλητου ήταν υπό τις περιστάσεις, επαρκής (4ος λόγος έφεσης) και ότι ο τρόπος αξιολόγησης των πρόσθετων προσόντων του εφεσίβλητου και η βαρύτητα που αποδόθηκε σε αυτά ήταν νόμιμος και εντός των νομολογιακών πλαισίων (5ος λόγος έφεσης).

 

Οι πρώτοι δύο λόγοι έφεσης αναπτύσσονται μαζί στο περίγραμμα αγόρευσης και έτσι θα τους εξετάσουμε. Αποτελεί  θέση της εφεσείουσας ότι η σύσταση του Διευθυντή δεν ήταν αντίθετη με τα στοιχεία των φακέλων, ούτε και αντίκειτο στο Άρθρο 34(9) του Ν.1/1990.  Εισηγείται, επίσης, ότι  η άποψη του Διευθυντή για την απόδοση των υποψηφίων αποτελεί απλώς παράγοντα που συμβάλλει στη διαμόρφωση άποψης από την Επιτροπή, σε σχέση με την απόδοση των υποψηφίων και όχι κριτήριο επιλογής. Υποστηρίζεται, περαιτέρω, ότι η σύσταση του Διευθυντή στηρίχθηκε στις εμπειρίες του και στους διοικητικούς φακέλους, οι οποίοι βρίσκονταν ενώπιόν του, και ότι το Ε.Μ. υπερίσχυε του εφεσίβλητου σε αξία λόγω της απόδοσης του στην προφορική εξέταση, ενώ δεν υστερούσε έναντι αυτού σε αρχαιότητα.

 

  Από την άλλη, ο εφεσίβλητος αναφέρει ότι η σύσταση του Διευθυντή μπορεί, δυνάμει του Άρθρου 34(9), να μην είναι αιτιολογημένη, αλλά δεν είναι επιτρεπτό αυτή να βρίσκεται σε αντίθεση με το περιεχόμενο των φακέλων. Σύμφωνα με τα στοιχεία που είχε ενώπιον του ο Διευθυντής, κατά το χρόνο υποβολής της σύστασής του, το Ε.Μ. δεν υπερείχε σε οποιοδήποτε κριτήριο επιλογής ενώ, αντίθετα, υπήρχε υπεροχή του εφεσίβλητου, λόγω της κατοχής του πλεονεκτήματος, των πρόσθετων σχετικών προσόντων του (μεταπτυχιακός και διδακτορικός τίτλος) και του οριακού προβαδίσματος αρχαιότητας. Η απόδοση των υποψηφίων στη συνέντευξη, τονίζει, δεν μπορούσε να συνυπολογιστεί για σκοπούς σύστασης.

 

Η νομιμότητα μιας σύστασης εξετάζεται κάτω από το πρίσμα των τριών θεσμοθετημένων κριτηρίων (αξία-προσόντα-αρχαιότητα), όπως αυτά πηγάζουν από τους προσωπικούς φακέλους και εξαρτάται από το κατά πόσο συνάδει με αυτά.  Μπορεί να μην υποστηρίζεται από αιτιολογία σε περιπτώσεις πλήρωσης θέσεων πρώτου διορισμού και προαγωγής, όπως η παρούσα, αλλά σε κάθε περίπτωση αυτή πρέπει να είναι σύμφωνη με τα στοιχεία των φακέλων.

 

Τα υπηρεσιακά δεδομένα έχουν καταγραφεί. Οι διάδικοι είναι ίσοι σε βαθμολογημένη αξία (υπηρεσιακές εκθέσεις), ενώ ο εφεσίβλητος  διαθέτει το πλεονέκτημα και μη απαιτούμενα πρόσθετα προσόντα τα οποία αναγνωρίστηκαν από την ΕΔΥ ως σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης. Υπερέχει επίσης, έστω οριακά, σε αρχαιότητα.

 

Κατά συνέπεια, η σύσταση του Διευθυντή, όχι μόνο δεν υποστηρίζεται από τα στοιχεία των φακέλων, αλλά κλονίζεται από αυτά. Δεδομένου ότι η σύσταση αποτελεί κατά το Άρθρο 34(9) ένα από τα στοιχεία που λαμβάνει δεόντως υπόψη η ΕΔΥ για την επιλογή της και τα πρακτικά αποκαλύπτουν ότι όντως ελήφθη αυτή δεόντως υπόψη στη παρούσα περίπτωση, οι πλημμέλειες που εντοπίζονται σε σχέση με τη σύσταση συμπαρασύρουν σε ακυρότητα την τελική απόφαση που την υιοθέτησε (βλ. Κούτσιου v. Δημοκρατίας (2015) 3 ΑΑΔ 457, ECLI:CY:AD:2015:C591).

 

Ούτε θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι ο Διευθυντής προέβη στη σύσταση έχοντας κατά νου την υπέρτερη απόδοση του Ε.Μ. στην ενώπιον της ΕΔΥ προφορική εξέταση. Δεν είναι επιτρεπτό για το Διευθυντή να θεμελιώσει τη σύστασή του πάνω στη βάση της απόδοσης των υποψηφίων στην προφορική εξέταση. Η εντύπωση από τη συνέντευξη συνιστά, για σκοπούς σύστασης σε διαδικασία του Άρθρου 34(9) εξωγενή παράγοντα (βλ. Καφά v. Δημοκρατίας (2010) 3 ΑΑΔ 12, Παναγή κ.ά. v. Δημοκρατίας κ.ά. (2011) 3(Α) ΑΑΔ 163, Στυλιανού v. Δημοκρατίας (2015) 3 ΑΑΔ 426, ECLI:CY:AD:2015:C546 και Σολομωνίδης v. Kυπριακής Δημοκρατίας, Αναθ. Έφεση Αρ. 135/2013, ημερομηνίας 3.2.2020, ECLI:CY:AD:2020:C44).

 

Όπως λέχθηκε στη Σολομωνίδης (πιο πάνω):

 

«Η προφορική εξέταση γίνεται προς όφελος της ΕΔΥ και μόνο αυτή έχει δικαίωμα σύμφωνα με το Νόμο να βασιστεί στην προφορική εξέταση για τον σκοπό αξιολόγησης των υποψηφίων. Η τυχόν παρουσία του Προϊσταμένου στην εξέταση αποβλέπει στο να βοηθήσει την ΕΔΥ στην αξιολόγησή της. Δεν επιτρέπεται στον Προϊστάμενο να χρησιμοποιεί τη συνέντευξη για να αξιολογήσει τους υποψήφιους και να καταλήξει στη σύστασή του. Η σύσταση θα πρέπει να στηρίζεται στις προηγούμενες εμπειρίες του Διευθυντή για το συγκεκριμένο υποψήφιο, τις συστάσεις των άμεσων προϊσταμένων του και την εξέταση των υπηρεσιακών φακέλων. Η εντύπωση από τη συνέντευξη συνιστά εξωγενή παράγοντα».

 

Ως εκ τούτου, οι σχετικοί λόγοι έφεσης απορρίπτονται. Ενόψει της κατάληξής μας αυτής, δεν προσφέρεται η εξέταση των υπόλοιπων λόγων έφεσης.

 

Η έφεση απορρίπτεται με €3,000 έξοδα εναντίον της εφεσείουσας και υπέρ του εφεσίβλητου.

    

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.

 

ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.

 

/ΧΤΘ                                                              ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.



[1] «(1) Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν σε ένα από τα ακόλουθα θέματα ή συνδυασμό των θεμάτων αυτών:

Μηχανολογική Μηχανική, Ηλεκτρολογική Μηχανική, Ηλεκτρονική Μηχανική, (περιλαμβανομένης της Μηχανικής της Πληροφορικής, στην ειδικότητα της Ηλεκτρονικής Μηχανικής).

(Σημ: Ο όρος "Πανεπιστημιακό Δίπλωμα ή τίτλος" καλύπτει και μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο).

(2) Εγγραφή ως μέλος του Επιστημονικού και Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου στον οικείο κλάδο μηχανικής επιστήμης, σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία.

(3) Δεκαετής τουλάχιστο μεταπτυχιακή πείρα στον τομέα της μηχανολογικής  ή/και ηλεκτρολογικής ή/και ηλεκτρονικής μηχανικής, από την οποία πενταετής τουλάχιστον πείρα σε εποπτικά/ διοικητικά καθήκοντα, που να περιλαμβάνουν προγραμματισμό, οργάνωση, καθοδήγηση, συντονισμό και έλεγχο εργασιών.

(4) Πολύ καλή γνώση των σχετικών με τις αρμοδιότητες του Τμήματος νομοθεσιών.

(5) Πολύ καλή γνώση της Ελληνικής και της Αγγλικής ή της Γαλλικής ή της Γερμανικής γλώσσας.

Σημ: Αναφορικά με τους υποψηφίους -

    (ι) Των οποίων η μητρική γλώσσα δεν είναι η Ελληνική και δεν έχουν απολυτήριο Ελληνικού Σχολείου Μέσης Εκπαίδευσης και

     (ιι) οι οποίοι, δυνάμει του Άρθρου 2.3 του Συντάγματος, επέλεξαν να ανήκουν στην Ελληνική κοινότητα,

απαιτείται μόνο καλή γνώση της Ελληνικής γλώσσας, νοουμένου ότι θα έχουν άριστη γνώση της Αγγλικής γλώσσας.

(6) Ακεραιότητα χαρακτήρα, διευθυντική, διοικητική και οργανωτική ικανότητα, υπευθυνότητα, πρωτοβουλία και ευθυκρισία.

(7) Μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλος που αποκτήθηκε μετά από σπουδές διάρκειας ενός τουλάχιστο ακαδημαϊκού έτους σε θέμα σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης, θα αποτελεί πλεονέκτημα».

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο