ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Λιάτσος, Αντώνης Γιασεμή, Γιασεμής Ν. Στυλιανίδου-Πούγιουρου, Αντρούλα Σωκράτους, Δώρα Δημητριάδου-Ανδρέου, Λένα Ανδρέας Σ. Αγγελίδης, μαζί με Μαρία Μαλάη, για την Εφεσείουσα στην Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 38/2015. Δημοσθένης Στεφανίδης, για την Εφεσείουσα στην Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 40/2015. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2022-01-27 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΤΙΚΚΑ κ.α. v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 38/2015 και 40/2015, 27/1/2022 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2022:C55

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 38/2015 και 40/2015)

 

 

27 Ιανουαρίου, 2022

 

 

[ΛΙΑΤΣΟΣ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ,

ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ - ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ/στές]

 

 

(Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 38/2015)

 

ΧΧΧ ΤΙΚΚΑ,

Εφεσείουσα-Αιτήτρια

v.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Εφεσίβλητης-Καθ' ης η Αίτηση

 

____________________

 

(Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 40/2015)

 

ΧΧΧ ΚΟΥΑΛΗ,

Εφεσείουσα-Αιτήτρια

v.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Εφεσίβλητης-Καθ' ης η Αίτηση

 

____________________

 

 

Ανδρέας Σ. Αγγελίδης, μαζί με Μαρία Μαλάη, για την Εφεσείουσα στην Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 38/2015.

Δημοσθένης Στεφανίδης, για την Εφεσείουσα στην Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 40/2015.

Θάσος Χατζηλούκας, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Εφεσίβλητη και στις δύο εφέσεις.

΄Αντης Κωνσταντίνου, για το Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο Αρ. 1 - Δήμητρα Αριστοτέλους και στις δύο εφέσεις.

 

____________________

 

ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.:  Την  ομόφωνη  απόφαση  του  Δικαστηρίου θα

δώσει ο Δικαστής Γ.Ν. Γιασεμής.

____________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.:  Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, (η Ε.Δ.Υ.), με απόφασή της ημερομηνίας 1.7.2011, διόρισε, μεταξύ άλλων, στη μόνιμη θέση Αρχαιολογικού Λειτουργού, Τμήμα Αρχαιοτήτων, από 1.9.2011, τους:  xxx Αριστοτέλους, xxx Διονυσίου, xxx Μιχαήλ και xxx Μακρή, (τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα).  Υποψήφιες για τη θέση ήταν, επίσης, οι εφεσείουσες xxx Τίκκα και xxx Κουάλη, οι οποίες, μη ικανοποιηθείσες από την εν λόγω απόφαση, καταχώρισαν τις προσφυγές με αρ. 1233/2011 και 1462/2011, αντίστοιχα, οι οποίες απορρίφθηκαν.  Ως εκ τούτου, καταχωρίστηκαν οι Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 38/2015 και 40/2015 από τις εφεσείουσες xxx Τίκκα και xxx Κουάλη, αντίστοιχα.  Σημειώνεται ότι ενδιαφερόμενα πρόσωπα είναι:  στην Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 38/2015 (προσφυγή αρ. 1233/2011) τα τέσσερα προαναφερθέντα με την ιδιότητα αυτή πρόσωπα και,  στην Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 40/2015 (προσφυγή αρ. 1462/2011), οι Αριστοτέλους και Διονυσίου.  Στο σημείο αυτό, επισημαίνεται, επίσης, ότι, μετά από αίτημα του συνηγόρου της εφεσείουσας στην Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 38/2015, στις 2.11.2021, αποσύρθηκε και απορρίφθηκε η έφεση εναντίον του ενδιαφερομένου προσώπου xxx Μακρή.

 

Οι υπό εξέταση εφέσεις, οι οποίες συνεκδικάστηκαν, καθότι έχουν κοινό νομικό και πραγματικό υπόβαθρο, στρέφονται κατά της εν λόγω ακυρωτικής απόφασης.  Αναφορικά με τα γεγονότα που σχετίζονται με αυτές, σημειώνεται, κατ' αρχάς, ότι η θέση είναι πρώτου διορισμού και περιλαμβάνεται στον κατάλογο θέσεων Πρώτου Διορισμού ή Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής, για τις οποίες απαιτείται ως βασικό προσόν πανεπιστημιακό δίπλωμα ή ισότιμο προσόν.  Επιπρόσθετα, διεξάγεται γραπτή εξέταση από την Ειδική Επιτροπή που προβλέπεται από τον περί Αξιολόγησης Υποψηφίων για Διορισμό στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμο του 1998, (Ν. 6(Ι)/1998), (όπως αυτός έχει τροποποιηθεί), (ο «Νόμος»).  Κατά συνέπεια, η όλη διαδικασία διεκπεραιώθηκε από την Ε.Δ.Υ., χωρίς τη βοήθεια συμβουλευτικής επιτροπής.

 

Η Ε.Δ.Υ., αφού προέβη σε σχετική έρευνα και διαπίστωσε ποιοι από τους υποψηφίους κατείχαν τα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης προσόντα, κατάρτισε σχετικό κατάλογο με τους πρώτους δέκα προσοντούχους επιτυχόντες υποψηφίους στη γραπτή εξέταση, τους οποίους, ακολούθως, κάλεσε σε προφορική εξέταση ενώπιόν της.  Σε αυτόν, περιλαμβάνονταν τόσο οι εφεσείουσες όσο και τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα.  Κατά την προφορική εξέταση, κλήθηκε και παρέστη η Διευθύντρια του Τμήματος Αρχαιοτήτων, (η Διευθύντρια), η οποία, αφού βαθμολόγησε τον κάθε υποψήφιο χωριστά, αποχώρησε από τη συνεδρία.

 

Η επιλογή και ο διορισμός των υποψηφίων έγιναν σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 3(1)(α)(β) του Νόμου.  Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την παράγραφο (α) του πιο πάνω άρθρου, λήφθηκαν υπόψη τα αποτελέσματα της γραπτής και προφορικής εξέτασης, τα προσόντα τα οποία με βάση τις διατάξεις του Σχεδίου Υπηρεσίας της υπό πλήρωση θέσης θεωρούνταν ως πλεονέκτημα, καθώς και άλλα ακαδημαϊκά προσόντα.  Επίσης, λήφθηκαν υπόψη η πείρα που ήταν σχετική με τα καθήκοντα της θέσης και η αξιολόγηση της Διευθύντριας κατά την προφορική εξέταση.  Η βαρύτητα που αποδόθηκε από την Ε.Δ.Υ. στο κάθε ένα από τα πιο πάνω κριτήρια έγινε με αποτίμηση σε μονάδες, στη βάση των προνοιών της παραγράφου (β) του ιδίου εν λόγω άρθρου.  Στη συνέχεια, η Ε.Δ.Υ., ενεργώντας σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 6(5)(α) του Νόμου, κατήρτισε σχετικό «Πίνακα».  Σε αυτόν, αναγράφονταν οι υποψήφιοι κατά σειρά συνολικών μονάδων, που ο κάθε ένας από αυτούς συγκέντρωσε, έτσι που ο πρώτος στη σειρά να ήταν ο υποψήφιος με το μεγαλύτερο αριθμό συνολικών μονάδων.

 

Στη συνέχεια, η Ε.Δ.Υ., ενεργώντας σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 6(7)(α) του Νόμου, αποφάσισε, την 1.7.2011, να προσφέρει διορισμό από 1.9.2011 στις υπό πλήρωση θέσεις στους οκτώ πρώτους σε σειρά συνολικών μονάδων υποψηφίους στον «Πίνακα».  Την έκτη, έβδομη και όγδοη θέση κατείχαν τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα Διονυσίου, Μιχαήλ και Αριστοτέλους, αντίστοιχα.  Οι εφεσείουσες δεν περιλαμβάνονταν στους οκτώ πρώτους υποψηφίους στον «Πίνακα».

 

Στο πλαίσιο της πρωτόδικης διαδικασίας, σε ό,τι αφορά το απαιτούμενο από την παράγραφο 3(2) του Σχεδίου Υπηρεσίας προσόν, «Μεταπτυχιακή πείρα συνολικής διάρκειας έξι μηνών σε ανασκαφές ή και/αρχαιολογικές επισκοπήσεις», αποφασίστηκε ότι οι εφεσείουσες και τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα Αριστοτέλους, Διονυσίου και Μιχαήλ το κατείχαν.  Η Διευθύντρια είχε αντίθετη άποψη όσον αφορά τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα Αριστοτέλους και Μιχαήλ, ενώ θεώρησε ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Διονυσίου κατείχε σχετική πείρα επτά μηνών.  Συγκεκριμένα, η Διευθύντρια υπέβαλε την άποψη ότι δεν μπορεί να θεωρηθεί πείρα δυνάμει της παραγράφου 3(2) η πείρα υποψηφίων στο Πρόγραμμα Εκταφών Αναγνωρίσεων και Επιστροφής Λειψάνων Αγνοουμένων στη Διερευνητική Επιτροπή Αγνοουμένων, (ΔΕΑ).  Δίδοντας τις εξηγήσεις της, ανέφερε:-

 

«Πρόκειται για εκταφή σκελετικού υλικού κατά την οποία χρησιμοποιείται η αρχαιολογική μέθοδος, αλλά η συγκεκριμένη έρευνα φέρνει στο φως ένα συγκεκριμένο αντικείμενο.  Η ανασκαφή για τις εκταφές δεν επιτρέπει στον αρχαιολόγο να αποκαλύψει αρχαιολογικά στρώματα, ούτε κεραμικά όστρακα και αρχιτεκτονικά κατάλοιπα, τα οποία θα του επιτρέψουν να αναγνωρίσει τη διαφορά κάθε περιόδου και να χρονολογήσει τις διάφορες αρχιτεκτονικές φάσεις, εμπειρία και γνώσεις που είναι απαραίτητες για τη διεξαγωγή της αρχαιολογικής ανασκαφής.  Συμπερασματικά, ο αρχαιολόγος που κατέχει πείρα στις αρχαιολογικές ανασκαφές είναι ο πλέον κατάλληλος για να εργαστεί στις εκταφές, ο αρχαιολόγος όμως που έχει αποκτήσει πείρα μόνο στις εκταφές δεν έχει την εμπειρία για να διεξάγει αρχαιολογικές ανασκαφές και επισκοπήσεις.»

 

 

 

Η Διευθύντρια, ως εκ της άποψής της, ανωτέρω, δεν αποδέχθηκε, ως σχετική, την πείρα των ενδιαφερομένων προσώπων Αριστοτέλους και Μιχαήλ.  Αναφορικά με την εφεσείουσα Κουάλη στην Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 40/2015, έκρινε μη  ικανοποιητική τη βεβαίωσή της για πείρα στις ανασκαφές στο Edercloom της Ιρλανδίας.  Στην περίπτωση της εφεσείουσας Τίκκα στην Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 38/2015, υπολόγισε, εκ παραδρομής, όπως παρατήρησε η Ε.Δ.Υ., πείρα μικρότερη της απαιτουμένης, δηλαδή των έξι μηνών.

 

Το Δικαστήριο, παρά την πιο πάνω άποψη της Διευθύντριας, έκρινε ότι ορθά η Ε.Δ.Υ. διαφώνησε με τη Διευθύντρια· δίδοντας επαρκή και πλήρη αιτιολογία, θεώρησε όλα τα πιο πάνω πρόσωπα προσοντούχα, ειδικά για το θέμα και την πείρα στη Δ.Ε.Α.  Μάλιστα, η συγκεκριμένη πείρα θεωρήθηκε ως τέτοια για κατάλογο θέσεων εκτάκτων Αρχαιολόγων, στον οποίο είχε ενταχθεί και η εφεσείουσα Κουάλη στην Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 40/2015.  ΄Οπως παρατήρησε το Δικαστήριο, η Ε.Δ.Υ., με εκτενή αποσπάσματα και παραπομπή ακόμα και σε ιστοσελίδες του Πανεπιστημίου Κύπρου και άλλων αρχαιολογικών δεδομένων, στοιχειοθέτησε τη θέση της.  ΄Εκρινε δε ότι η διαδικασία δεν είχε οτιδήποτε το μεμπτό, αφού είχε αιτιολογηθεί επαρκώς από την Ε.Δ.Υ., η οποία είχε, ως προς τούτο, προβεί και στη δέουσα έρευνα.  Η ερμηνεία που δόθηκε από την Ε.Δ.Υ. αναφορικά με τα απαιτούμενα προσόντα ήταν εύλογα επιτρεπτή και δε στοιχειοθετείτο παρέμβαση του Δικαστηρίου.

 

Επιπρόσθετα, το Δικαστήριο επεσήμανε ότι η όποια κρίση της Ε.Δ.Υ. εξετάζεται συνολικά και δεν επιτρέπεται η ταυτόχρονη επιδοκιμασία και αποδοκιμασία της κρίσης, αφού όλοι έλκουν τη νομιμοποίησή τους από την ίδια διεργασία σκέψης.  ΄Οπως παρατήρησε, οι εφεσείουσες, ενώ επιδοκιμάζουν την απόφαση της Επιτροπής να διαφωνήσει με τη θέση της Διευθύντριας για τη μη κατοχή από τις ίδιες του απαιτούμενου από την παράγραφο 3(2) του Σχεδίου Υπηρεσίας προσόντος, ταυτόχρονα, διαφωνούν με την ίδια διεργασία που αφορούσε στην απόφαση για τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα. 

 

Η εφεσείουσα στην Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 38/2015 και η εφεσείουσα στην Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 40/2015, με τους ταυτόσημους λόγους 1, 2 και 1, αντίστοιχα, αμφισβητούν την ορθότητα των πιο πάνω πρωτόδικων κρίσεων.  Υποβάλλουν ότι η Ε.Δ.Υ.  κατέγραψε γενική κρίση της, αναιτιολόγητα και χωρίς τη διεξαγωγή έρευνας, προς το σκοπό διαπίστωσης όλων των συναφών ουσιωδών γεγονότων, που αφορούσαν την κατοχή της απαιτούμενης πείρας για έκαστο των ενδιαφερομένων προσώπων.  Δεδομένου, μάλιστα, όπως συμπληρώνουν, ότι οι υπηρετούντες στη Δ.Ε.Α. δεν ήταν όλοι στις εκταφές, αλλά πλείστοι τούτων ήταν στα εργαστήρια ή στα γραφεία, αναφερόμενες, ειδικά, στα ενδιαφερόμενα πρόσωπα Αριστοτέλους και Μιχαήλ.  Αναφορικά με το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Διονυσίου, αμφισβητείται η διαπίστωση της Διευθύντριας ότι αυτός έχει επτά μήνες πείρα, λόγω αρχαιολογικών ανασκαφών στην Ιρλανδία, σε σχετικό πρόγραμμα του Πανεπιστημίου του Liverpool

 

Αρχικά, να λεχθεί ότι, στις παρούσες υποθέσεις, δεν εφαρμόζεται το δόγμα της επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας, ως ορθά ισχυρίζονται οι εφεσείουσες και εσφαλμένα έκρινε το Δικαστήριο.  Τούτο, καθότι η πείρα που προβλέπεται στην παράγραφο 3(2) του Σχεδίου Υπηρεσίας αποτελεί απαιτούμενο προσόν, για να θεωρηθεί κάποιος υποψήφιος, η εξέταση του οποίου ανάγεται στην εξουσία του αρμόδιου για το διορισμό οργάνου, ήτοι της Ε.Δ.Υ.  Επιτρέπεται παρέμβαση του δικαστηρίου μόνο στην περίπτωση που διαπιστώνεται αυθαιρεσία ή πλάνη, καθώς, επίσης, στην περίπτωση που η ερμηνεία που έδωσε η Ε.Δ.Υ. δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή, (βλ. Δημητρίου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 102, 105).

 

Ορθά, λοιπόν, το Δικαστήριο έκρινε ότι η Ε.Δ.Υ. προέβη σε ενδελεχή έρευνα και εύλογα διαφώνησε με τη Διευθύντρια για την κατοχή, από τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, της απαιτούμενης «μεταπτυχιακής πείρας», παράγραφος 3(2) του Σχεδίου Υπηρεσίας.  Ειδικά, σε σχέση με την εξάμηνη, τουλάχιστον, πείρα των ενδιαφερομένων προσώπων Αριστοτέλους και Μιχαήλ στη θέση Αρχαιολογικού Λειτουργού πάνω σε έκτακτη βάση στη Δ.Ε.Α., η Ε.Δ.Υ. προέβη στην πιο κάτω διαπίστωση:-

 

«Από τη μελέτη των υπόλοιπων υποψηφίων, η Επιτροπή παρατήρησε ότι δύο υποψήφιες, οι ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ xxx και ΜΙΧΑΗΛ xxx, κατέχουν εξάμηνη τουλάχιστον πείρα στη θέση Αρχαιολογικού Λειτουργού, πάνω σε έκτακτη βάση, στη Διερευνητική Επιτροπή Αγνοουμένων (ΔΕΑ), την οποία όμως πείρα η Διευθύντρια δεν θεωρεί ως πείρα σε ανασκαφές ή/και αρχαιολογικές επισκοπήσεις.  Ωστόσο, η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη τη δήλωση της Διευθύντριας ότι κατά την εκταφή σκελετικού υλικού χρησιμοποιείται η αρχαιολογική μέθοδος και δεδομένου ότι οι εν λόγω υποψήφιες εκτελούσαν καθήκοντα Αρχαιολογικού Λειτουργού, κατέληξε ότι οι εν λόγω υποψήφιες κατέχουν την εν λόγω απαίτηση του Σχεδίου Υπηρεσίας.  Εξάλλου, η Επιτροπή παρατήρησε ότι και στο παρελθόν υποψήφια με αρχαιολογική πείρα στη ΔΕΑ κρίθηκε ως προσοντούχος.  Ενόψει των πιο πάνω και για σκοπούς συνέπειας, η Επιτροπή αποφάσισε να περιλάβει τις πιο πάνω υποψήφιες στον κατάλογο προσοντούχων.»

 

 

 

Εξάλλου, όπως ορθά εισηγήθηκε ο συνήγορος του ενδιαφερομένου προσώπου Αριστοτέλους, το Σχέδιο Υπηρεσίας, παράγραφος 3(2), δε ζητά πείρα σε αρχαιολογικές ανασκαφές, αλλά πείρα σε ανασκαφές.  Το ίδιο αναφέρεται και στα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης, (παράγραφος 2(α):  «Διενεργεί ανασκαφές και δημοσιεύει τα πορίσματα των ερευνών του».  Σημειώνεται δε ότι, στις παραγράφους 2(β) και 3(2), είναι διαζευκτικά που αναφέρεται και σε «αρχαιολογικές επισκοπήσεις».  Συνεπώς, ορθά η Ε.Δ.Υ. έκρινε ότι τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα Αριστοτέλους και Μιχαήλ κατείχαν την απαιτούμενη πείρα σε ανασκαφές που μπορεί να μην είναι αρχαιολογικές.

 

Το Δικαστήριο, υπό το φως των πιο πάνω, ορθώς, έκρινε ότι η ερμηνεία που δόθηκε από την Ε.Δ.Υ. ήταν η δέουσα και το συμπέρασμα στο οποίο αυτή προέβη ήταν εύλογα επιτρεπτό, λαμβάνοντας υπόψη τις σχετικές βεβαιώσεις.  ΄Οπως έχει, κατ' επανάληψη, νομολογηθεί, η ερμηνεία και η εφαρμογή του Σχεδίου Υπηρεσίας αποτελεί καθήκον και υποχρέωση του διορίζοντος οργάνου και το δικαστήριο επεμβαίνει μόνο ή οσάκις η ερμηνεία δεν είναι εύλογα επιτρεπτή, λαμβανομένου υπόψη του λεκτικού του Σχεδίου Υπηρεσίας, (βλ. Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 517 και Δημοκρατία κ.ά. ν. Γερμανού κ.ά. (2005) 3 Α.Α.Δ. 93, 102).

 

Περαιτέρω, αναφορικά με το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Διονυσίου, οι εφεσείουσες ισχυρίζονται ότι οι επτά μήνες πείρας, λόγω αρχαιολογικών ανασκαφών στην Ιρλανδία, στα πλαίσια προγράμματος του Πανεπιστημίου του Liverpool, που διαπίστωσε η Διευθύντρια, αφενός, χωρίς να προσδιορίζεται χρονική περίοδος και, αφετέρου, χωρίς να συγκεκριμενοποιείται, δεν μπορούν να ικανοποιούν το απαιτούμενο από την παράγραφο 3(2) του Σχεδίου Υπηρεσίας προσόν της εξάμηνης πείρας.  Η Ε.Δ.Υ., υποβάλλουν, χωρίς τη δέουσα έρευνα, αναιτιολόγητα, αποδέχτηκε ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Διονυσίου πληροί το προσόν αυτό, δεδομένης της βεβαίωσης του ιδίου του Πανεπιστημίου, την οποία χαρακτήρισαν γενική και αόριστη.

 

Καθοριστικής σημασίας επί του θέματος είναι η απόφαση της Ε.Δ.Υ. κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 24.11.2010, σύμφωνα με την οποία ζητήθηκε από όλους τους υποψηφίους που κατείχαν το «πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο ή ισότιμο προσόν στην Αρχαιολογία» να αποστείλουν στο γραφείο της πιστοποιητικά/βεβαιώσεις της πείρας τους σε ανασκαφές ή/και αρχαιολογικές επισκοπήσεις, που, ενδεχομένως, είχαν αποκτήσει μέχρι τον ουσιώδη χρόνο, ήτοι 3.5.2010, προκειμένου να διαπιστωνόταν αν είχαν την απαιτούμενη αυτή πείρα.  Ανατρέχοντας στη βεβαίωση του Πανεπιστημίου του Liverpool, στην οποία παρέπεμψαν οι εφεσείουσες, διαπιστώνεται ότι καθορίζεται ως χρόνος των αρχαιολογικών ανασκαφών στην Ιρλανδία για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Διονυσίου, επτά μήνες κατά το έτος 2007.  Γίνεται, επίσης, περιγραφή των καθηκόντων που εκτελούσε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, όπως προκύπτει από τον προσωπικό φάκελό του.  Δεδομένης της εν λόγω πείρας του, επιβεβαιώνεται πως ορθά η Ε.Δ.Υ. έκρινε ότι αυτός κατείχε την απαιτούμενη εξάμηνη μεταπτυχιακή πείρα.  Κατ' επέκταση, ορθή κρίνεται και η κατάληξη του Δικαστηρίου, με την οποία έγινε δεκτή η απόφαση της Ε.Δ.Υ., και ότι αυτή προέβη στη δέουσα έρευνα, σχετικά.  Πάγια νομολογία καθιέρωσε την αρχή ότι το δικαστήριο δε διεξάγει πρωτογενή έρευνα και δεν ασκεί ουσιαστική κρίση επί του θέματος της κατοχής των αναγκαίων προσόντων, αλλά ελέγχει την παράλειψη διενέργειας επαρκούς έρευνας, προς διαπίστωση της πραγματικής κατάστασης, της πιθανότητας ύπαρξης πλάνης περί τα πράγματα και την υπέρβαση των ακραίων ορίων της διακριτικής εξουσίας του αρμόδιου οργάνου, (βλ. Μιχαηλίδης ν. Δήμου Αγλαντζιάς (2010) 3 Α.Α.Δ. 464, 467).  Καταληκτικά, οι λόγοι έφεσης 1 και 2 στην Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 38/2015 και ο λόγος έφεσης 1 στην Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 40/2015 κρίνονται ανεδαφικοί και απορρίπτονται.

Η εφεσείουσα στην Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 38/2015, με τον τρίτο λόγο έφεσης, αμφισβητεί την ορθότητα της απόφασης του Δικαστηρίου ότι ήταν μέσα στα πλαίσια άσκησης της διακριτικής ευχέρειας της Ε.Δ.Υ. να επιλέξει ποιο από τα δύο διαζευκτικά απαιτούμενα προσόντα της παραγράφου 3(6) του Σχεδίου Υπηρεσίας αποτελούσε πλεονέκτημα.  Εισηγείται πως, γι' αυτό, δεν έκρινε μεμπτή την απόφαση της Ε.Δ.Υ. να θεωρήσει, ως πλεονέκτημα, μόνο το δεύτερο διαζευκτικό, που ήταν το μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλος στην Αρχαιολογία ή σε κλάδο της.  Ως αποτέλεσμα πεπλανημένα δεν πίστωσε την ίδια με το πλεονέκτημα, αν και κατείχε διετή πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης.  Επιπρόσθετα, η εφεσείουσα υποβάλλει ότι η Ε.Δ.Υ., σύμφωνα με την πρόνοια στην παράγραφο 3(6) του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης, όφειλε να πιστώσει το πλεονέκτημα σε όσους υποψηφίους κρίνονταν προσοντούχοι και, πρόσθετα, κατείχαν το ένα, τουλάχιστον, από τα δύο διαζευκτικά (πείρα ή μεταπτυχιακό) πλεονεκτήματα.  Αντί αυτού, αποφάσισε,  κατά τη λήψη της υπό αναφορά απόφασης, να μη δώσει περαιτέρω μονάδες σε οποιοδήποτε υποψήφιο με διετή σχετική πείρα, μεταβάλλοντας, ουσιαστικά, αυθαίρετα το Σχέδιο Υπηρεσίας. 

 

Τέλος, η εφεσείουσα ισχυρίζεται ότι η Ε.Δ.Υ., αυθαίρετα και υπό προφανή πλάνη, δεν αξιολόγησε τη διετή πείρα που αυτή κατείχε, αφού κατά τον ουσιώδη χρόνο εργαζόταν, από τις 2.7.2007, ως μόνιμος Τεχνικός στο Τμήμα Αρχαιοτήτων, και δεν την πίστωσε με το προβλεπόμενο πλεονέκτημα.  Συνεπώς, αυθαίρετα και αναιτιολόγητα, το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έκρινε ως μεμπτή την ενέργεια αυτή της Ε.Δ.Υ. 

 

Σύμφωνα με την παράγραφο 3(6) των απαιτουμένων προσόντων του Σχεδίου Υπηρεσίας, απαιτείται:-

 

«Διετής τουλάχιστον πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης, πέραν της εξάμηνης απαιτούμενης στην παράγραφο (2) πιο πάνω, ή/και μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλος που αποκτήθηκε μετά από σπουδές ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους στην Αρχαιολογία ή σε κλάδο της, αποτελεί πλεονέκτημα.»

 

 

 

Το Δικαστήριο, έχοντας υπόψη την πρόνοια αυτή, ανέφερε, σε σχέση με τον πιο πάνω χειρισμό του θέματος από την Ε.Δ.Υ., τα εξής:-

 

«Η Επιτροπή αποφασίζει να δώσει μονάδες γι' αυτό το κριτήριο μόνο σε όσους υποψήφιους διαθέτουν μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο που αποκτήθηκε μετά από σπουδές ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους στην Αρχαιολογία ή σε κλάδο της.  Περαιτέρω, η Επιτροπή αποφάσισε να μη δώσει περαιτέρω μονάδες σε οποιονδήποτε υποψήφιο, με διετή σχετική πείρα.  Το πλεονέκτημα ήταν στη διακριτική ευχέρεια του διορίζοντος οργάνου να επιλέξει το ένα από τα δυο διαζευκτικά ή και τα δυο.  Εν προκειμένω η Επιτροπή επέλεξε να θεωρήσει ως πλεονέκτημα μόνο το δεύτερο διαζευκτικό.  Δεν κρίνεται μεμπτό.»

 

 

 

Στο άρθρο 3(1)(β)(ιιι) του Νόμου, που ισχύει στην περίπτωση πλήρωσης των υπό αναφορά θέσεων, προβλέπεται τι αποτελεί πλεονέκτημα:-

 

«(ιιι)  προσόντα που, με βάση τυχόν διατάξεις νόμου ή κανονισμού ή του οικείου για τη θέση σχεδίου υπηρεσίας, θεωρούνται ως πλεονέκτημα:  0 έως 5 μονάδες·

 

......................................................................................................

 

(ιν)  άλλα ακαδημαϊκά προσόντα:  0 έως 3 μονάδες·

 

(ν)  πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης:  0 έως 5 μονάδες: ...»

 

 

 

Παρόλο που το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης προβλέπει ως πλεονέκτημα και διετή πείρα, η Ε.Δ.Υ. δεν πίστωσε αυτήν την πείρα ως πλεονέκτημα, συμμορφούμενη, προφανώς, με σχετική επί παρομοίου θέματος νομολογία.  Συγκεκριμένα στην υπόθεση Μιχαηλίδου - Αρσένη ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 486, στη σελίδα 492, αναφέρθηκαν, σχετικά, τα εξής:-

 

«Το σχέδιο υπηρεσίας της επίδικης θέσης προνοεί στην παράγραφο 4 των 'Απαιτούμενων Προσόντων' ότι πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης θα αποτελεί πλεονέκτημα.  ΄Ομως η Ε.Δ.Υ. αποφάσισε να μην δώσει μονάδες γι' αυτό το κριτήριο, σημειώνοντας ότι ο Νόμος 6(Ι)/98 προνοεί ότι πλεονέκτημα είναι μόνο τα προσόντα μέσα στα οποία δεν μπορεί να συμπεριληφθεί και η σχετική πείρα, αφού για την πείρα υπάρχει ειδικότερη αυτοτελής πρόνοια στο ΄Αρθρο 3(1)(ε) του Νόμου.  Ο ισχυρισμός της εφεσείουσας ότι θα έπρεπε να της αποδοθεί το σύνολο των 5 μονάδων για τη σχετική πείρα του ΄Αρθρου 3(1)(ε), αλλά και οι 7 μονάδες του ΄Αρθρου 3(1)(γ) θεωρώντας την πείρα ως πλεονέκτημα δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός, αφού θα απέληγε ουσιαστικά σε διπλή αξιολόγηση του ίδιου κριτηρίου.  (Βλ. Κεντρικός Φορέας Ισότιμης Κατανομής Βαρών ν. Κεφάλα (Αρ. 2) (2003) 3 Α.Α.Δ. 349, όπου τέθηκε και συζητήθηκε το ίδιο ζήτημα.)»

 

 

Αξίζει να σημειωθεί ότι η εφεσείουσα πιστώθηκε από την Ε.Δ.Υ. με δύο μονάδες για την πείρα της τη σχετική με τα καθήκοντα της θέσης, δυνάμει του άρθρου 3(1)(β)(ν) του Νόμου.  Ως εκ των πιο πάνω, προκύπτει ότι ορθά κρίθηκε από το Δικαστήριο ότι δεν κρίνεται μεμπτή η πιο πάνω ενέργεια της Ε.Δ.Υ.  Επομένως, και ο λόγος αυτός κρίνεται ανεδαφικός και απορρίπτεται.

 

Τέλος, με τον τέταρτο λόγο έφεσης, η εφεσείουσα στην Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 38/2015 υποβάλλει ότι εσφαλμένα το Δικαστήριο έκρινε ότι, από το περιεχόμενο της μεταπτυχιακής εργασίας του ενδιαφερομένου προσώπου Διονυσίου και εκ του γεγονότος ότι το μεταπτυχιακό του προσόν λήφθηκε από το Τμήμα Αρχαιολογίας Κλασσικών Σπουδών και Αρχαιολογίας του οικείου πανεπιστημίου, στοιχειοθετούν ότι πρόκειται για σχετιζόμενο προσόν στην αρχαιολογία.  Η υποχρέωση αυτή, εισηγείται, ανήκει στην Ε.Δ.Υ., η οποία, ως το αποφασίζον όργανο, έπρεπε να προέβαινε στη δέουσα έρευνα, για την εξακρίβωση των πραγματικών γεγονότων, υπό το πρίσμα των οποίων αποφασίζει.

Αναφορικά με το μεταπτυχιακό προσόν του ενδιαφερομένου προσώπου Διονυσίου και τη μεταπτυχιακή του εργασία, το Δικαστήριο αποφάσισε:-

 

«Ως προς το θέμα έλλειψης δέουσας έρευνας ως προς το μεταπτυχιακό πτυχίο του Ε.Μ.2 (xxx Διονυσίου) κρίνεται ότι το σχετικό απόσπασμα απάντησης σχετικής βεβαίωσης και της συνάρτησης του όλου θέματος με την ιδιαιτερότητα του σχεδίου υπηρεσίας, σαφώς και επεξηγηματικά δίδουν τους λόγους που αφορούν την αποδοχή του μεταπτυχιακού του Ε.Μ. Διονυσίου.  Εξηγούν ακριβώς ότι εκ του περιεχομένου της μεταπτυχιακής εργασίας 'Η Φοινική Παρουσία στην Κύπρο' και του γεγονότος ότι το τμήμα όπου λήφθηκε είναι το Τμήμα Αρχαιολογίας Κλασσικών Σπουδών και Αρχαιολογία, στοιχειοθετούν ότι πρόκειται για σχετιζόμενο με την αρχαιολογία.»

 

 

 

Είναι γεγονός ότι ενώπιον της Ε.Δ.Υ. υπήρχαν έγγραφα και βεβαιώσεις αναφορικά με το μεταπτυχιακό προσόν του εν λόγω ενδιαφερομένου προσώπου στην «Αρχαία Ιστορία» και τη μεταπτυχιακή του εργασία «Η Φοινική παρουσία στην Κύπρο», τα οποία και περιέχονται στον προσωπικό του φάκελο.  Αυτά φαίνεται ότι ικανοποίησαν την Ε.Δ.Υ., ως το αποφασίζον όργανο, αναφορικά με τα προσόντα του εν λόγω ενδιαφερομένου προσώπου, γι' αυτό και δεν έκρινε ότι χρειαζόταν περαιτέρω έρευνα, σχετικά.  Αξιοσημείωτο είναι ότι δεν τέθηκε οτιδήποτε ενώπιον της Ε.Δ.Υ., προς εξέταση, από την εφεσείουσα, ή οποιαδήποτε ένσταση ή και αμφισβήτηση αναφορικά με το μεταπτυχιακό προσόν του ενδιαφερομένου προσώπου Διονυσίου.  Το Δικαστήριο, προφανώς, προέβη στη διαπίστωσή τους και όχι στην αιτιολόγησή τους, ως η εφεσείουσα ισχυρίζεται.  Εξάλλου, σύμφωνα με τη νομολογία, ο βαθμός και η έκταση της έρευνας εξαρτώνται από τα γεγονότα της κάθε συγκεκριμένης υπόθεσης και ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης.  Η τελική εκτίμηση των γεγονότων και η λήψη της τελικής απόφασης αποτελεί καθήκον και υποχρέωση του αρμοδίου οργάνου, (βλ. Ττουσούνα ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, σελίδες 156 έως 157).

 

Σύμφωνα με τα πιο πάνω δεδομένα, ορθά το Δικαστήριο αποδέχτηκε την απόφαση της Ε.Δ.Υ ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Διονυσίου κατείχε μεταπτυχιακό δίπλωμα που αποκτήθηκε μετά από σπουδές ενός τουλάχιστον έτους στην Αρχαιολογία ή σε κλάδο της και, ως εκ τούτου, το πίστωσε με «5» μονάδες για το «πλεονέκτημα», σύμφωνα με το άρθρο 3(1)(β)(ιιι) του Νόμου.  Υπό το φως των ανωτέρω, κρίνεται απορριπτέος και ο τέταρτος λόγος έφεσης στην Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 38/2015.

 

Για τους πιο πάνω λόγους, οι εφέσεις αποτυγχάνουν και απορρίπτονται, με €1.500,00 έξοδα, σε κάθε έφεση, υπέρ της εφεσίβλητης.

 

 

                                             Α.Ρ. Λιάτσος, Δ.

 

 

                                             Γ.Ν. Γιασεμής, Δ.

 

 

                                             Α. Πούγιουρου, Δ.

 

 

                                             Δ. Σωκράτους, Δ.

 

 

                                             Λ. Δημητριάδου - Ανδρέου,  Δ.

/ΜΠ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο