ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2020:C196
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 117/2013)
17 Ιουνίου, 2020
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΠΑΝΑΓΗ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ,
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/στές]
P.T. HADJIGEORGIOU CO LTD,
Εφεσείουσα-Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΥΓΕΙΑΣ,
ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ,
Εφεσιβλήτων-Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
Ανδρέας Σ. Αγγελίδης, για την Εφεσείουσα.
Δένα Μαρία Εργατούδη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Εφεσίβλητους.
_________________________
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δώσει ο Δικαστής Γ.Ν. Γιασεμής.
_________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Η εφεσείουσα, εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, ασχολείτο με την εισαγωγή και πώληση φαρμάκων. Μεταξύ τους, περιλαμβάνονταν δύο συγκεκριμένα φάρμακα[1], τα οποία αυτή διέθετε στην κυπριακή αγορά, χωρίς, προηγουμένως, να υποβάλει αίτηση για καθορισμό, από την αρμόδια αρχή, της μέγιστης δυνατής λιανικής τιμής πώλησής τους. Παρέβη, έτσι, το άρθρο 86(2)(α)[2] του περί Φαρμάκων Ανθρώπινης Χρήσης (΄Ελεγχος Ποιότητας, Προμήθειας και Τιμών) Νόμου του 2001, (Ν. 70(Ι)/2001), όπως αυτός έχει τροποποιηθεί, (ο «Νόμος»). Τα πιο πάνω έγιναν γνωστά κατόπιν καταγγελίας, υποβληθείσας υπό προσώπου το οποίο αγόραζε τα εν λόγω φάρμακα, και μετά από επιθεώρηση, την οποία λειτουργοί των Φαρμακευτικών Υπηρεσιών διενήργησαν στα γραφεία της εφεσείουσας στις 17.8.2010.
Με σχετική αίτηση της εφεσείουσας, το θέμα διευθετήθηκε. Υπήρξε, όμως, συνέχεια. Συγκεκριμένα, το Συμβούλιο Φαρμάκων, (το «Συμβούλιο»), σε συνεδρία του που πραγματοποιήθηκε στις 16.11.2010, ενεργώντας δυνάμει του άρθρου 97(2)(β)[3] του Νόμου, αποφάσισε την επιβολή στην εφεσείουσα, σε σχέση με την πιο πάνω παράλειψή της, διοικητικού προστίμου, συνολικού ύψους €266.807,00. Παρών στην εν λόγω συνεδρία ήταν και ο διευθυντής της εφεσείουσας, ο οποίος παραδέχτηκε τα όσα είχε αποκαλύψει η προαναφερθείσα επιθεώρηση. Σημειώνεται πως αυτός δεν είχε κληθεί να παραστεί στη συγκεκριμένη συνεδρία, ούτε υπήρχε, στο στάδιο εκείνο, εκ του Νόμου, οποιαδήποτε υποχρέωση προς τούτο.
Η εφεσείουσα ενημερώθηκε για τη ληφθείσα, ως άνω, απόφαση του Συμβουλίου με επιστολή ημερομηνίας 10.1.2011. Ενεργώντας, ακολούθως, διά των δικηγόρων της, αμφισβήτησε την ορθότητα της πιο πάνω απόφασης, προβαίνοντας σε γραπτές παραστάσεις, ως οι σχετικές πρόνοιες του άρθρου 98(1) του Νόμου. Το Συμβούλιο, με απόφασή του, ληφθείσα κατά τη συνεδρία του της 22.2.2011, απέρριψε τις παραστάσεις εκ μέρους της, βεβαιώνοντας, συγχρόνως, την εν λόγω παράβασή της. Η απόφαση αυτή της κοινοποιήθηκε με επιστολή προς τους δικηγόρους της, ημερομηνίας 25.2.2011.
Η εφεσείουσα καταχώρισε την προσφυγή αρ. 373/2011, με σκοπό την ακύρωση, για τους λόγους που αναφέρονταν σε αυτή, της απόφασης του Συμβουλίου. Δικαστής του Δικαστηρίου τούτου, ο οποίος εξεδίκασε πρωτόδικα την υπόθεση, αποφάσισε ότι κανένας από τους προβληθέντες λόγους ακύρωσης δεν ευσταθούσε. Συνακόλουθα, απέρριψε την προσφυγή. Στη συνέχεια, η εφεσείουσα καταχώρισε την παρούσα έφεση, με την οποία αμφισβητεί την πιο πάνω πρωτόδικη κρίση.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος της εφεσείουσας, κατά την ακροαματική διαδικασία, δεν περιορίστηκε στους προβαλλόμενους λόγους έφεσης. ΄Ηγειρε, επίσης, θέμα πάσχουσας σύνθεσης του οργάνου, δηλαδή του Συμβουλίου, κατά τη συνεδρία του της 22.2.2011, στην οποία λήφθηκε η απόφαση απόρριψης των παραστάσεων εκ μέρους της εφεσείουσας. Είναι γεγονός, προκύπτον από το τηρηθέν, σχετικά, πρακτικό, πως, από την εν λόγω συνεδρία του Συμβουλίου, απουσίαζαν ο Πρόεδρος και τρία μέλη του. Δεν αναφέρεται στο συγκεκριμένο πρακτικό η αιτία της απουσίας τους και κατά πόσο τα πρόσωπα αυτά είχαν ειδοποιηθεί δεόντως για τη σύγκληση της, ως άνω, συνεδρίας.
Το Δικαστήριο τούτο, συμφωνούντος του συνηγόρου της εφεσείουσας, διαπίστωσε ότι το πιο πάνω ζήτημα αφορούσε θέμα δημοσίας τάξεως και, για το λόγο αυτό, ακριβώς, έδωσε χρόνο στην ευπαίδευτη συνήγορο των εφεσιβλήτων, η οποία κατελήφθη εξαπίνης, να αγορεύσει σχετικά. Η τοποθέτησή της ήταν πολύ σύντομη. Περιορίστηκε να δηλώσει ότι εξέτασε το ζήτημα και δεν είχε να προσθέσει οτιδήποτε στα όσα είχε θέσει ενώπιον του Δικαστηρίου ο συνήγορος της εφεσείουσας.
Το θέμα που τέθηκε πιο πάνω, βασικά, αφορά σε μη τήρηση των προνοιών του άρθρου 21(3)[4] του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, (Ν. 158(Ι)/1999), σε σχέση με τη συνεδρία του Συμβουλίου η οποία πραγματοποιήθηκε στις 22.2.2011. ΄Οπως έχει, ήδη, λεχθεί, κατά τη συγκεκριμένη ημερομηνία, το Συμβούλιο συνεδρίασε με ελλιπή σύνθεση. Στο σχετικό πρακτικό, όμως, δεν αναφέρεται κατά πόσο τα απόντα μέλη του είχαν κληθεί στην εν λόγω συνεδρία. Η παράλειψη αυτή καθιστά τη ληφθείσα κατ' εκείνην τη συνεδρία απόφαση του Συμβουλίου άκυρη εν τη γενέσει της, (βλ. Sigma Radio TV Ltd ν. Αρχής Ραδιοτηλ. Κύπρου (2009) 3 Α.Α.Δ. 30).
Από το ίδιο πρακτικό, προκύπτει, επίσης, ότι το Συμβούλιο δεν προέβη στην εξέταση οποιωνδήποτε νέων γεγονότων, πέραν αυτών που είχαν τεθεί προηγουμένως ενώπιόν του, ως αποτέλεσμα της προαναφερθείσας επιθεώρησης. Η απόφασή του, επομένως, της ημερομηνίας εκείνης, όπως διαπιστώνεται από το περιεχόμενό της, θα μπορούσε να περιγραφεί ως βεβαιωτικού χαρακτήρα. Αυτό ήταν το θέμα που απασχόλησε τους συνηγόρους των διαδίκων κατά τις πρόσθετες διευκρινίσεις που τους είχαν ζητηθεί. ΄Οπως δε θα εξηγηθεί στη συνέχεια, η ευπαίδευτη συνήγορος των εφεσιβλήτων ορθώς δεν προώθησε μια τέτοια γραμμή σκέψης.
Δεδομένων των πιο πάνω γεγονότων, θα μπορούσε να εκληφθεί ότι η καθοριστική απόφαση του Συμβουλίου, στην προκειμένη περίπτωση, ήταν εκείνη που είχε ληφθεί στις 16.11.2010, η οποία αφορούσε στην επιβολή του προρηθέντος διοικητικού προστίμου στην εφεσείουσα. Σύμφωνα με το άρθρο 97(2) του Νόμου, το Συμβούλιο, κατ' εκείνο το στάδιο, αποφασίζει στη βάση των αποτελεσμάτων προηγηθείσας διερεύνησης και μόνο. Δυνάμει δε του εδαφίου (3) του ιδίου άρθρου, αυτό «έχει υποχρέωση να αιτιολογεί δεόντως την απόφαση του». ΄Οπως έχει, ήδη, αναφερθεί, το Συμβούλιο κοινοποίησε την πιο πάνω απόφασή του στην εφεσείουσα με επιστολή του ημερομηνίας 10.1.2011. Στη βάση αυτής, υποβλήθηκαν, εκ μέρους της εφεσείουσας προς το Συμβούλιο, οι προαναφερθείσες γραπτές παραστάσεις.
Η λειτουργία του Συμβουλίου, υπό τις, ως άνω, περιστάσεις, διέπεται από το άρθρο 98(1) του Νόμου, το οποίο προνοεί τα εξής:-
«Τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (2) του άρθρου 97 διοικητικά πρόστιμα, επιβάλλονται στον παραβάτη με αιτιολογημένη γραπτή απόφαση του Συμβουλίου Φαρμάκων, η οποία βεβαιώνει την παράβαση, αφού δώσει την ευκαιρία στον παραβάτη να προβεί σε γραπτές παραστάσεις, οι οποίες πρέπει να προσκομιστούν εντός 30 ημερών από την κοινοποίηση της ανωτέρω απόφασης.»
Σύμφωνα με τις πιο πάνω πρόνοιες, εάν πρόσωπο, στο οποίο έχει επιβληθεί διοικητικό πρόστιμο δυνάμει του άρθρου 97(2) του Νόμου, υποβάλει εμπρόθεσμα γραπτές παραστάσεις κατά της απόφασης επιβολής σε αυτό του διοικητικού προστίμου, η οριστικοποίηση της απόφασης του Συμβουλίου μετατίθεται σε επόμενο στάδιο, προκειμένου να εξεταστούν οι σχετικές παραστάσεις του. Το Συμβούλιο δε, σε περίπτωση που εμμένει στην προηγούμενη απόφασή του, «βεβαιώνει την παράβαση», οπότε, στο στάδιο εκείνο, οριστικοποιείται η απόφασή του.
Παρόμοια διαδικασία προβλεπόταν από τα άρθρα 37(1)[5] και 42(1)[6] του καταργηθέντος περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου, Κεφ. 323. Στην υπόθεση Argiris Mikrommatis and The Republic (Minister of Finance and Another) 2 R.S.C.C. 125, το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, αφού εξέτασε την πτυχή αυτή, σχολίασε, στη σελίδα 129, πως "... the review and revision under section 42 of CAP 323 of the original assessment under section 37 of that Law must be regarded as a continuation or completion of the process of assessment, ..." Στην πραγματικότητα, επρόκειτο για σύνθετη διοικητική ενέργεια της διοίκησης. Τέτοια δε ήταν και η περίπτωση στην παρούσα υπόθεση.
΄Οπως επισημαίνεται στην υπόθεση Σβανάς ν. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 576, στη σελίδα 579, με αναφορά στη σχετική νομολογία[7] «..., όταν απόφαση εκδίδεται μετά από ιεραρχική προσφυγή ή ένσταση με βάση νομοθετική πρόνοια, τούτο συνιστά εκτελεστή πράξη που ενσωματώνει την απόφαση εναντίον της οποίας ασκήθηκε η ένσταση ...». Δηλαδή, η τελική απόφαση της διοίκησης είναι εκείνη η οποία εκδίδεται μετά την εξέταση και της ένστασης. Εν προκειμένω, η τελική απόφαση του Συμβουλίου είναι αυτή που εκδόθηκε μετά την εξέταση των γραπτών παραστάσεων της εφεσείουσας, ήτοι στις 22.2.2011, η οποία βεβαίωσε την παράβαση. Η εν λόγω απόφαση, όμως, όπως έχει ήδη αναφερθεί, εκδόθηκε από το Συμβούλιο, αυτού συνεδριάζοντος με μη νόμιμη σύνθεση, κατά παράβαση του άρθρου 21(3) του Ν. 158(Ι)/1999. Ως εκ τούτου, κηρύσσεται άκυρη και στερημένη οποιουδήποτε αποτελέσματος.
Με βάση τα πιο πάνω, η έφεση επιτυγχάνει για θέμα δημοσίας τάξεως, οπότε δεν παρίσταται ανάγκη να εξεταστούν οι λόγοι έφεσης. Ενόψει δε των περιστάσεων υπό τις οποίες η έφεση οδηγήθηκε στο πιο πάνω αποτέλεσμα· κατόπιν εξέτασης λόγου ο οποίος δεν περιλαμβανόταν στο εφετήριο, η έγερση του οποίου εξέλαβε την άλλη πλευρά, όπως και το Δικαστήριο, εξαπίνης, δεν εκδίδεται οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.
Κ. Παμπαλλής, Δ.
Π. Παναγή, Δ.
Γ.Ν. Γιασεμής, Δ.
Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
Α. Πούγιουρου, Δ.
/ΜΠ
[1] "Oliclinomel N4-550E emulsion for infusion" και "Multimel N8-800 emulsion for infusion"
[2] «(2) Με την επιφύλαξη των διατάξεων των εδαφίων (4) του άρθρου 90, απαγορεύεται -
(α) Η πώληση ή η προσφορά προς πώληση, από οποιοδήποτε πρόσωπο, φαρμακευτικού προϊόντος, αναφορικά με το οποίο δεν έχει υποβληθεί αίτηση, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 89, για καθορισμό της μέγιστης δυνατής χονδρικής ή λιανικής τιμής του·»
[3] «(2) ΄Οταν το Συμβούλιο Φαρμάκων, κατά τη δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) διερεύνηση, διαπιστώσει παράβαση οποιασδήποτε διάταξης που αναφέρεται στο πιο πάνω εδάφιο, έχει εξουσία να προβαίνει στις πιο κάτω ενέργειες είτε διαζευκτικά είτε σωρευτικά, ανάλογα με τη φύση, διάρκεια και βαρύτητα της παράβασης:
(α) ....................................................................................................................................................................
(β) Να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο ανάλογα με τη φύση, τη βαρύτητα και τη διάρκεια της παράβασης μέχρι και 25.000,00 λίρες, ...»
[4] «(3) Για να συνεδριάσει νόμιμα ένα συλλογικό όργανο πρέπει να κληθούν νομότυπα και εμπρόθεσμα όλα τα μέλη του στη συνεδρία, εξαιρουμένων των περιπτώσεων που το συλλογικό όργανο συνεδριάζει σε τακτές ημέρες και ώρες.»
[5] "37. (1) The Commissioner shall proceed to access every person chargeable with the tax as soon as may be after the expiration of the time allowed to such person for the delivery of his return."
[6] "42. (1) If any person disputes an assessment he may apply to the Commissioner, by notice of objection in writing, to review and to revise the assessment made upon him. Such application shall state precisely the grounds of his objections to the assessment and shall be made within fifteen days from the date of the service of the notice of assessment: ..."
[7] Λυσιώτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2000) 3 Α.Α.Δ. 88, Ζίττης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 394