ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ακρίδας Ανδρέας ν. Eman (Buses) Ltd και άλλων (2012) 1 ΑΑΔ 355
CHARALAMBOS MENIKOU ν. REPUBLIC (COUNCIL OF MINISTERS AND ANOTHER) (1973) 3 CLR 73
CYPRUS TANNERY LTD ν. REPUBLIC(MINISTER OF PUBLIC COMMUNICATIONS AND WORKS) (1977) 3 CLR 75
Σπύρου Mενέλαος Aντώνη ν. Δημοτικού Συμβουλίου Kάτω Πολεμιδιών και Άλλων (1998) 3 ΑΑΔ 307
Kληρίδης Aλέκος N. ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2000) 3 ΑΑΔ 575
Καραολής Μιχάλης ν. Υπουργείου Εσωτερικών (2004) 3 ΑΑΔ 76
Κυπριακή Δημοκρατία ν. Σοφοκλή Κωνσταντίνου και Άλλων (2004) 3 ΑΑΔ 333
Zήνων Eυθυμιάδης Eστέιτς Λτδ ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2006) 3 ΑΑΔ 166
Θεμιστού Σταυρούλλα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2011) 3 ΑΑΔ 514
Μιχαλιάς Μιχαλάκης ν. Δήμου Λακατάμιας (2011) 3 ΑΑΔ 770
Νικολούδης Ανδρέας Λ. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2015) 3 ΑΑΔ 187, ECLI:CY:AD:2015:C333
Συμεωνίδη Mαρία Συμεού ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2000) 4 ΑΑΔ 824
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ECLI:CY:AD:2020:C143
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΕΦΕΣΕΙΣ ΑΡ. 87/2013& 93/2013
7 Μαΐου, 2020
[ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ,
Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
Α.Ε.87/13
ΜΕΤΑΞΥ:
1. Xxx xxx ΤΣΙΑΡΤΑ,
2. xxx ΝΕΑΡΧΟΥ,
Εφεσείουσες/Αιτήτριες
ΚΑΙ
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΥΔΑΤΟΠΡΟΜΗΘΕΙΑΣ ΛΕΜΕΣΟΥ,
Εφεσίβλητης/Καθ' ης η Αίτηση
Α.Ε.93/13
ΜΕΤΑΞΥ:
Xxx ΔΥΜΙΩΤΗ, ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΟΥ
ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΗΣ xxx ΔΥΜΙΩΤΗ,
Εφεσείουσας/Αιτήτριας
ΚΑΙ
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΥΔΑΤΟΠΡΟΜΗΘΕΙΑΣ ΛΕΜΕΣΟΥ,
Εφεσίβλητης/Καθ' ης η Αίτηση
Και ως ετροποποιήθηκε σύμφωνα με Διάταγμα ημερομηνίας 8.5.2019
Xxx ΔΥΜΙΩΤΗ, ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΠΟΒΙΩΣΑΣΑΣ ΟΛΥΜΠΙΑΣ ΗΡΑΚΛΗ ΔΥΜΙΩΤΗ ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 2.11.2018,
Εφεσείοντα/Αιτητή
ΚΑΙ
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΥΔΑΤΟΠΡΟΜΗΘΕΙΑΣ ΛΕΜΕΣΟΥ,
Εφεσίβλητοι/Καθ' ων η Αίτηση
--------------------
Ανδρέας Σ. Αγγελίδης, για τις Εφεσείουσες στην Α.Ε. Αρ. 87/2013.
Ρ. Χατζηαράπη (κα), για Κ. Μελά & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για την Εφεσείουσα στην Α.Ε. Αρ. 93/2013.
Ρ. Ιάσωνος (κα) γιαChrysesDemetriades& Co. LLC, για τους Εφεσίβλητους και στις δύο Εφέσεις.
Εφεσείουσες στην Α.Ε. Αρ. 87/2013 παρούσες.
-------------------------------------
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: H απόφαση του Δικαστηρίου δεν είναι ομόφωνη. Την απόφαση της πλειοψηφίας θα δώσει η Α. Πούγιουρου, Δ. και με αυτή συμφωνούν οι Μ. Χριστοδούλου, Δ., Κ. Σταματίου, Δ. και Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ. Διϊστάμενη απόφαση θα δώσει ο Στ. Ναθαναήλ, Δ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.:Με την Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης (Δ.Π.175) ημερ. 27/1/1984 και το Διάταγμα Απαλλοτρίωσης(Δ.Τ.1172) που ακολούθησε, ημερ. 22/6/84, απαλλοτριώθηκε από το Συμβούλιο Υδατοπρομήθειας Λεμεσού μεταξύ άλλων ακινήτων και μέρος του ακινήτου με αρ. εγγραφής 6/5x6, τεμάχιο τότε υπ. αρ. 8 του συμπλέγματος FΦυλλ/Σχεδίου LIV/5xxxx1, δηλ. έκταση εκ 1068 τ.μ.,στην ενορία Αποστόλων Πέτρου και Παύλου στη Λεμεσό. Σύμφωνα με τη Γνωστοποίηση η ακίνητη ιδιοκτησία «είναι αναγκαία για τους ακόλουθους σκοπούς δημόσιας ωφέλειας δηλαδή την προμήθεια, συντήρηση και ανάπτυξη των προμηθειών που είναι αναγκαία στη ζωή ή προάγουν την ευημερία του κοινού, τη συντήρηση και διανομή νερού και την καλύτερη χρησιμοποίηση και ανάπτυξη της ιδιοκτησίας για δημόσια ωφέλεια ή οποιοδήποτε από τους σκοπούς αυτούς και η απαλλοτρίωση της επιβάλλεται για τους πιο πάνω λόγους, δηλαδή για σκοπούς κατασκευής υδατοδεξαμενών ή/και αντλιοστασίων και άλλων αναγκαίων έργων του Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού.»
Οι εφεσείουσες/αιτήτριες, συνιδιοκτήτριες του πιο πάνω ακινήτου, αφού είσπραξαν την καθορισθείσα αποζημίωση και το απαλλοτριωθέν μέρος του ακινήτου μεταβιβάστηκε επ΄ ονόματι της απαλλοτριούσας αρχής με αριθμό τεμαχίου 635, με επιστολή των δικηγόρων τους ημερ. 3/3/2011 ζήτησαν από το Συμβούλιο Υδατοπρομήθειας Λεμεσού(εφεσίβλητο) επιστροφή του απαλλοτριωθέντος ακινήτου προβάλλοντας το λόγο ότι δεν υλοποιήθηκε ο σκοπός της απαλλοτρίωσης, παρά την παρέλευση 27 χρόνων, και/ή ο σκοπός της απαλλοτρίωσης είχε εγκαταλειφθεί. Ο εφεσίβλητος/ με την απαντητική επιστολή των δικηγόρων του ημερ. 14/3/2011, απέρριψε το αίτημα των εφεσειουσών με το δικαιολογητικό ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης είχεν υλοποιηθεί εφόσον μετά τη διεξαγωγή χωματουργικών εργασιών σ΄ αυτό,από το 1984 μέχρι σήμερα χρησιμοποιείται για σκοπούς αποθήκευσης μεταλλικών αγωγών μεγάλων διαμέτρων για την προμήθεια νερού, ως η πάγια πολιτική του εφεσίβλητου η αποθήκευση τους να γίνεται σε ανοιχτούς αποθηκευτικούς χώρους, που είναι ουσιώδεις και αναγκαίοι για την αποθήκευση τους και κατ' επέκταση για την λειτουργία του εφεσίβλητου.
Η πιο πάνω αρνητική απάντηση του εφεσίβλητου προσβλήθηκε από τις εφεσείουσες με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο κατά την διαδικασία της οποίας δόθηκε εκ συμφώνου μαρτυρία και από τις δύο πλευρές με ένορκες δηλώσεις ως προς την επί τόπου κατάσταση.
Οι εφεσείουσες με την προσφυγή τους θεωρούσαν ότι η παράλειψη του εφεσίβλητου να χρησιμοποιήσει το απαλλοτριωθέν ακίνητο για τους σκοπούς της απαλλοτρίωσης υποδηλούσε ότι ο σκοπός για τον οποίον έγινε είχε εγκαταλειφθεί και/ή κατέστη ανέφικτος. Η δε άρνηση για επιστροφή του ακινήτου κάτω από αυτά τα δεδομένα, παραβίαζε το Άρθρο 23.5 του Συντάγματος και το άρθρο 15 του περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμου του 1962 (Ν.15/62). Ήταν ισχυρισμός τους, όπωςεντοπίζει και το πρωτόδικο Δικαστήριο, ότι το συγκεκριμένο ακίνητο χρησιμοποιείται μόνο για σκοπούς αποθήκευσης μεταλλικών αγωγών και αυτή η χρήση δεν περιλαμβάνεται στους σκοπούς της απαλλοτρίωσης. Πρόβαλλαν επίσης τη θέση περί μη συμμόρφωσης του εφεσίβλητου προς το ακυρωτικό αποτέλεσμα της απόφασης ημερ. 20/5/2009, στην Προσφυγή Αρ. 1365/2007, Ιωάννου κ. ά. v. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού.
Το Δικαστήριο εξετάζοντας τις εκατέρωθεν θέσεις, σε συνάρτηση με το περιεχόμενο των ενόρκων δηλώσεων που κατατέθηκαν από τις δύο πλευρές, όπου οι μεν εφεσείουσες προτάσσουν τη θέση ότι τοεπίδικο ακίνητο χρησιμοποιείται για την τοποθέτηση άχρηστων αντικειμένων και αμμοχάλικων, ο δε εφεσίβλητος ότι χρησιμοποιείται ως αποθηκευτικός χώρος μεταλλικών αγωγών μεταφοράς νερού, απέρριψε την προσφυγή ουσιαστικά για δύο λόγους∙ αφ' ενός μεν ενόψει της διαπίστωσης του ότι ο σκοπός για τον οποίο έγινε η απαλλοτρίωση έχει εξυπηρετηθεί, αποδεχόμενο τη θέση του εφεσίβλητου ότι «το τεμάχιο αποτελεί αναγκαίο μέρος για τη συντήρηση και διανομή του νερού εφόσον είχε χρησιμοποιηθεί και εξακολουθεί να χρησιμοποιείται, ως χώρος εναπόθεσης εμπορευμάτων για σκοπούς εισαγωγής και εξαγωγής τους» (βλ. Cyprus Tannery Ltdv. Republic (1977) 3 C.L.R. 73 και Menikou v. Republic (1973) 3 C.L.R. 73)∙ και αφ΄ετέρου λόγω απόρριψης της εισήγησης περί δεδικασμένου που κατ' ισχυρισμόν δημιουργήθηκε με την ακυρωτική απόφαση στην Προσφυγή Αρ. 1365/07, Ιωάννου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού, ημερ. 20/5/2009, που αφορούσε σε ένα εκ των ακινήτων που περιλαμβάνοντο στο Διάταγμα Απαλλοτρίωσης με αρ. 1172, όπου κρίθηκε ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης δεν είχε επιτευχθεί, διαπίστωση που οδήγησε στην ακύρωση της άρνησης της Απαλλοτριούσας Αρχής να επιστρέψει το ακίνητο.
Η πρωτόδικη απόφαση εφεσιβλήθηκε από πλευράς εφεσειόντων με δύο ξεχωριστές εφέσεις στις οποίες προβάλλουν ουσιαστικά τις ίδιες θέσεις που πρόβαλαν πρωτόδικα και απερρίφθησαν από το Δικαστήριο. Οι δύο πρώτοι λόγοι έφεσης είναι κοινοί και περιστρέφονται γύρω από τους εξής άξονες: Η κρίση του Δικαστηρίου περί μη ύπαρξης δεδικασμένου ενόψει του αποτελέσματος της Προσφυγής Αρ. 1365/2007 καθώς και η αποδοχή της μαρτυρίας από πλευράς εφεσίβλητου που οδήγησε στην διαπίστωση ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης δεν είχε εγκαταλειφθεί, ήσαν λανθασμένες. Προβάλλεται επίσης θέμα λανθασμένης ερμηνείας του Άρθρου 23(5)του Συντάγματος από πλευράς Δικαστηρίου, με αποτέλεσμα την καταστρατήγηση του ρητού θεμελιώδους δικαιώματος προστασίας της ακίνητης ιδιοκτησίας των εφεσειουσών.
Κρίνουμε σκόπιμο όπως δοθεί προτεραιότητα στην εξέταση των λόγων έφεσης που προσβάλλουν τη διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου περί υλοποίησης του σκοπού της απαλλοτρίωσης εφόσον το αποτέλεσμα θα κρίνει συναφώς και την άλλη εισήγηση περί δεδικασμένου.
Ειδικότερα είναι εισήγηση των εφεσειουσών ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης ήταν η κατασκευή δεξαμενών και/ή αντλιοστασίων και/ή άλλων έργων, που δεν συμπίπτει με την απλή εναπόθεση κάποιων αντικειμένων που ήταν η χρήση του ακινήτου από πλευράς εφεσίβλητου. Ο δε ορισμός «αναγκαία έργα» στη Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης προϋποθέτει κατασκευές για τις εργασίες του εφεσίβλητου και όχι δημιουργία αποθηκευτικού χώρου.
Το Δικαστήριο κατόπιν αξιολόγησης της ενώπιον του μαρτυρίας, μέσω των ενόρκων δηλώσεων, έκρινε απορριπτέα τη θέση των εφεσειουσών ότι το απαλλοτριωθέν ακίνητο δεν χρησιμοποιείτο για αποθηκευτικούς σκοπούς. Θεώρησε ως αναντίλεκτο το γεγονός ότι για μια συγκεκριμένη περίοδο οι μεταλλικοί αγωγοί μετακινήθηκαν προσωρινά στο ακίνητο με αρ. 670Α λόγω των εργασιών κατασκευής της νέας υδατοδεξαμενής, σημειώνοντας τη θέση των εφεσειουσών ότι ένα μικρό μέρος του ακινήτου χρησιμοποιήθηκε για τις ανάγκες ανέγερσης της νέας υδατοδεξαμενής. Έκρινε περαιτέρω ότι οι φωτογραφίες από το Google Earth που παρουσίασαν οι εφεσείουσες δεν συνηγορούσαν υπέρ των θέσεων τους ενώ η κατ' ισχυρισμό δυσκολία εισόδου φορτηγών αυτοκινήτων στο ακίνητο δεν μπορούσε να εξεταστεί, εφόσον δεν είχε προβληθεί στην αίτηση ακύρωσης.
Εξετάσαμε τις εκατέρωθεν εισηγήσεις με προσοχή, σε συνάρτηση με τα στοιχεία της υπόθεσης όπως διαγράφοντο στο Φάκελο της πρωτόδικης διαδικασίας στα οποία έχουμε ανατρέξει. Σημειώνεται ότι ο Διοικητικός Φάκελος δεν κατατέθηκε πρωτόδικα. Κατ' αρχάς θα πρέπει να λεχθεί ότι η πρωτόδικη κρίση ότι το ακίνητο χρησιμοποιείτο από τον εφεσίβλητο για αποθηκευτικούς σκοπούς πλην μιας περιόδου όπου χρειάστηκε η προσωρινή μετακίνηση τους λόγω εργασιών στο γειτονικό ακίνητο για ανέγερση δεύτερης υδατοδεξαμενής, αποδεχόμενο τη θέση των εφεσειουσών, μας βρίσκει σύμφωνους.
Σ' όσον αφορά την εισήγηση περί λανθασμένης αποδοχής της μαρτυρίας του εφεσίβλητου δεν τέθηκε οποιοδήποτε στοιχείο ενώπιον μας που να καθιστά την αξιολόγηση της μαρτυρίας από πλευράς του πρωτόδικου Δικαστηρίου τρωτή ώστε να χρειάζεται η παρέμβαση μας. Το Δικαστήριο εξέτασε εν εκτάσει τους ισχυρισμούς στις Ένορκες Δηλώσεις μαζί με τα επισυναπτόμενα σ' αυτές έγγραφα και κατέληξε, για τους λόγους που επεξηγεί στην απόφαση του, να αποδεχθεί τη θέση του εφεσίβλητου ως προς τη χρήση του επίδικου ακινήτου που έκρινε ότι επιβεβαιώνετο και από τις φωτογραφίες. Είναι θεμελιωμένη αρχή της νομολογίας μας ότι πρωταρχικό ρόλο στην αξιολόγηση της μαρτυρίας έχει το πρωτόδικο Δικαστήριο και το Εφετείο επεμβαίνει σπάνια, εκεί μόνο που η αξιολόγηση κρίνεται ως παράλογη ή μη βασισμένη σε γεγονότα (βλ. Ακρίδας ν. Eman (Buses) Ltd κ.ά. (2012) 1 Α.Α.Δ. 355 και Seif Eldin Mostafa Mohamed Emam v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Πολ. Εφ. 35/2017, ημερ. 2/11/2017).
Μετά την πιο πάνω διαπίστωση του το Δικαστήριο προχώρησε και εξέτασε ως μείζον θέμα κατά πόσο η χρήση αυτή εμπίπτει στους σκοπούς της απαλλοτρίωσης. Το Δικαστήριο αντιμετώπισε ως εξής το θέμα:
«Είμαι της γνώμης ότι η δημιουργία αποθηκευτικού χώρου εμπίπτει στην έννοια του όρου «άλλα αναγκαία έργα» που αναφέρεται στη Γνωστοποίηση, συναφώς ο σκοπός για τον οποίο απαλλοτριώθηκε το ακίνητο δεν έχει εγκαταλειφθεί. Περαιτέρω, θα πρόσθετα στο σημείο αυτό, ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης έχει εξυπηρετηθεί. Η αποθήκευση αγωγών αποτελεί αναγκαίο έργο για τη δημιουργία υδατοδεξαμενής και ειδικότερα για τη διανομή νερού. Η ευρύτερη αξιοποίηση των τεμαχίων, όπως την έχω αναλύσει, εμπίπτει στα πλαίσια του σκοπού της απαλλοτρίωσης. Εξυπηρετείται ο σκοπός της απαλλοτρίωσης, το τεμάχιο αποτελεί αναγκαίο μέρος για τη συντήρηση και διανομή του νερού αφού είχε χρησιμοποιηθεί και εξακολουθεί να χρησιμοποιείται, ως χώρος εναπόθεσης εμπορευμάτων για σκοπούς εισαγωγής και εξαγωγής τους. Συνεπώς, το κτήμα χρησιμοποιήθηκε και είναι αναγκαίο για τους σκοπούς της Απαλλοτρίωσης. Βλ. Cyprus Tannery Ltd v. Republic (1977) 3 C.L.R. 75 και Menikou v. Republic (1973) 3 C.L.R. 73."
Το δικαίωμα της ιδιοκτησίας κατοχυρώνεται από το Άρθρο 23.5 του Συντάγματος που προβλέπει τα εξής:
«23. 5. Οιαδήποτε ακίνητος ιδιοκτησία, ή δικαίωμα ή συμφέρον επί τοιαύτης ιδιοκτησίας απαλλοτριωθείσα αναγκαστικώς θα χρησιμοποιηθή αποκλειστικώς προς τον δι' ον απηλλοτριώθησκοπόν. Εάν εντός τριών ετών από της απαλλοτριώσεως δεν καταστή εφικτός ο τοιούτος σκοπός, η απαλλοτριώσασα αρχή, ευθύς μετά την εκπνοήν της ρηθείσης προθεσμίας των τριών ετών υποχρεούται να προσφέρη την ιδιοκτησίαν επί καταβολή της τιμής κτήσεως εις το πρόσωπον παρ' ου απηλλοτρίωσεν αυτήν. Το πρόσωπον τούτο δικαιούται εντός τριών μηνών από της λήψεως της προσφοράς να γνωστοποιήση την αποδοχήν ή μη ταύτης. Εφ' όσον δε γνωστοποιήση ότι αποδέχεται την προσφοράν, η ιδιοκτησία επιστρέφεται ευθύς άμα αποδοθή παρά του προσώπου το τίμημα εντός περαιτέρω προθεσμίας τριών μηνών από της τοιαύτης αποδοχής.»
Το άρθρο 15(1) του περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμου του 1962 (Ν.15/62) επαναλαμβάνει την πιο πάνω υποχρέωση της Διοίκησης και ρυθμίζει περαιτέρω λεπτομερώς τις εκατέρωθεν ευθύνες και δικαιώματα. Στην υπόθεση Ζήνων Ευθυμιάδης Εστέιτς Λτδ ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 166 η Πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου υπέδειξε ότι η Απαλλοτριούσα Αρχή θα πρέπει να λαμβάνει ουσιαστικά μέτρα που να καθιστούν τον σκοπό της απαλλοτρίωσης εφικτά υλοποιήσιμο μέσα στην προβλεπόμενη από το Σύνταγμα περίοδο δηλαδή σε εύλογο χρονικό διάστημα. Τονίστηκαν επιπρόσθετα τα εξής στις σελίδες 183 και 184:
«........η παραπομπή στο εφικτά υλοποιήσιμο του σκοπού της απαλλοτρίωσης αποκαθιστά την ορθή διατύπωση του συνταγματικού κριτηρίου η οποία συναρτά την εφαρμογή του Άρθρου 23.5 προς τη διαρκή υποχρέωση της διοίκησης να χρησιμοποιήσει το κτήμα για το σκοπό για τον οποίο απαλλοτριώθηκε και έτσι να καθιστά συνεχώς, και βεβαίως όχι μόνο μέσα στην περίοδο των τριών ετών από την απαλλοτρίωση, εφικτά πραγματοποιήσιμο το σκοπό αυτό. Το να τίθεται το ερώτημα με άλλους όρους, δηλαδή κατά πόσο ο σκοπός της απαλλοτρίωσης εγκατελείφθη ή δεν κατέστη ανέφικτος, δεν συνιστά απλώς αλλαγή έμφασης αλλά εμπεριέχει τον κίνδυνο να διολισθήσει η διερεύνηση από τα πραγματικά αντικειμενικά δεδομένα που διέπουν το εφικτά πραγματοποιήσιμο του σκοπού σε πεδίο όχι πολύ πέραν των υποκειμενικών διαθέσεων της διοίκησης με ανάλογες συνέπειες, ως εκ της προκύπτουσας διαφοροποίησης του επιπέδου των απαιτούμενων ενεργειών της διοίκησης, στο αποτέλεσμα της όποιας συγκεκριμένης υπόθεσης. Το βάρος στον πρώην ιδιοκτήτη δεν είναι να αποδείξει ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης εγκατελείφθη ή δεν κατέστη ανέφικτος, αλλά ότι η διοίκηση δεν προέβη στις ενέργειες εκείνες που, αναλόγως βεβαίως της περίπτωσης, θα εκρίνοντο ευλόγως αναγκαίες προς υλοποίηση του έργου. Η σαφής ορολογία του Άρθρου 23.5 αντανακλά δεόντως την αντίληψη μας για την ουσιαστική διάσταση του όπως την έχουμε εκφράσει.»
Η πιο πάνω αρχή υιοθετήθηκε σε μεταγενέστερες αποφάσεις όπως στην xxx xxx Νικολούδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Α/Ε αρ. 133/2010,ημερ. 13/5/2015 και xxx Νικολάου και άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Α/Ε. αρ. 152/2011,ημερ. 2/2/2018. Στην τελευταία απόφαση τονίζεται επιπρόσθετα, στην απόφαση της πλειοψηφίας, η αρχή που έθεσε διαχρονικά η νομολογία του ΕΔΑΔ «ότι κάθε μέτρο επέμβασης στο δικαίωμα για σεβασμό της περιουσίας, πρέπει να τηρεί δίκαιη ισορροπία ανάμεσα στις απαιτήσεις του γενικού συμφέροντος της κοινότητας και στις επιταγές της προστασίας των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων (Strrog και Lonnroth κατά της Σουηδίας, 23.9.1982, serieA, No. 52, σ.26, παρα.69).»
Με αφετηρία ότι η κάθε περίπτωση θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με τα δικά της δεδομένα (βλ. Ευθυμιάδης (ανωτέρω)) θεωρούμε ότι οι εφεσείουσες απέτυχαν να αποδείξουν ή να στοιχειοθετήσουν ότι ο εφεσίβλητος δεν έχει προβεί σε εκείνες τις ενέργειες που θα ήταν εύλογα αναγκαίες για την υλοποίηση των σκοπών της απαλλοτρίωσης, αν και είχαν το βάρος απόδειξης, ώστε να πρέπει να τους επιστρέψει το ακίνητο.
Η απαλλοτρίωση έχει ολοκληρωθεί με την καταβολή της αποζημίωσης και τη μεταβίβαση του απαλλοτριωθέντος ακινήτου επ' ονόματι του εφεσίβλητου.
Από τη μαρτυρία του εφεσίβλητου, την οποίαν αποδέχθηκε το Δικαστήριο, προβάλλουν τα εξής γεγονότα:
Στο επίδικο ακίνητο τέλη του 1984 ανηγέρθηκε από τον εφεσίβλητο περιμετρικά περίφραξη η οποία στη συνέχεια αναβαθμίστηκε και τοποθετήθηκε περαιτέρω ηλεκτρικός φωτισμός. Το 1984 στο ένα από τα απαλλοτριωθέντα ακίνητα κατασκευάστηκε υδατοδεξαμενή και το 2010 άλλη σε γειτονικό ακίνητο του επίδικου. Στο επίδικο τοποθετούντο από το 1984 μέχρι σήμερα, κατόπιν εκτέλεσης χωματουργικών εργασιών για ομαλοποίηση του εδάφους, μεγάλης εμβέλειας μεταλλικοί αγωγοί που χρησιμοποιούνται σε όλα τα μεγάλα αναπτυξιακά και άλλα υδρευτικά έργα για σκοπούς διανομής του νερού, πλην μιας χρονικής περιόδου το 2010 περίπου που, όπως αναφέραμε ανωτέρω, μετακινήθηκαν προσωρινά.
Οι σκοποί της απαλλοτρίωσης όπως εξειδικεύονται στη Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης δεν περιορίζονται «στην κατασκευή υδατοδεξαμενών ή/και αντλιοστασίων», ως η εισήγηση από πλευράς εφεσειουσών, αλλά και σε «άλλα αναγκαία έργα» του εφεσίβλητου.
Η εναπόθεση ή αποθήκευση καθώς και η εισαγωγή στο ακίνητο και εξαγωγή από αυτό, ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες, των μεγάλης εμβέλειας μεταλλικών αγωγών αναγκαίων για την προμήθεια και διανομή νερού στο κοινό, εμπίπτει ασφαλώς εντός της εννοίας των «αναγκαίων έργων» προς πραγμάτωση των σκοπών της απαλλοτρίωσης, ιδιαίτερα της προμήθειας των αναγκαίων μέσων στη ζωή και προαγωγής της ευημερίας του κοινού, συντήρησης και διανομής νερού. Οι ενέργειες αυτές συνδέονται άμεσα με την κατασκευή υδατοδεξαμενών και αντλιοστασίων που όλες αποσκοπούν στη δημόσια ωφέλεια.Η ερμηνεία του όρου «έργον» είναι ευρεία και εκτός από κατασκευές περιλαμβάνει και οργανωμένες ενέργειες και δράσεις υλοποίησης και ολοκλήρωσης αποστολής καθήκοντος ή υποχρέωσης (βλ. Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας Γ. Μπαμπινιώτη στη σελίδα 758). Η ουσία της υπόθεσης είναι πως για τους λόγους που αναφέραμε πιο πάνω το επίδικο ακίνητο χρησιμοποιήθηκε και χρησιμοποιείται και είναι αναγκαίο για τους σκοπούς που απαλλοτριώθηκε(βλ. Cyprus Tannery Ltd v. The Republic (ανωτέρω) και Menikou v. Republic (ανωτέρω)).
Ενόψει των πιο πάνω, σε συμφωνία με το πρωτόδικο Δικαστήριο, βρίσκουμε ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης δεν έχει εγκαταλειφθεί, διαπίστωση που καθιστάτον δεύτερο λόγο έφεσης και στις δύο Αναθεωρητικές Εφέσεις έκθετο σε απόρριψη.
Θα προχωρήσουμε στη συνέχεια στην εξέταση του θέματος του δεδικασμένου που αφορά ο πρώτος λόγος έφεσης.
Σημειώνουμε ότι με το ίδιο Διάταγμα Απαλλοτρίωσης απαλλοτριώθηκαν τέσσερα ακίνητα, αυτό των εφεσειουσών (υπ. αρ. τεμαχίου 635) και άλλα τρία.
Παραθέτουμε το απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση που αφορά στο δεδικασμένο, για να διαφανεί το σκεπτικό του Δικαστηρίου που το οδήγησε στην απόρριψη της σχετικής εισήγησης:
«Το τελευταίο επιχείρημα που προβλήθηκε από την ευπαίδευτο συνήγορο των αιτητριών ήταν, η κατ΄ ισχυρισμό, παραβίαση από πλευράς των καθ΄ ων η αίτηση του δεδικασμένου που δημιουργήθηκε με την ακυρωτική απόφαση στην Υπόθ. αρ. 1365/2007 Ιωάννου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού, ημερ. 20 Μαίου 2009.
Η συγκεκριμένη απόφαση αφορούσε το ίδιο διάταγμα απαλλοτρίωσης γειτονικού κτήματος με αυτό των αιτητριών. Το Δικαστήριο έκρινε ως άκυρη, την άρνηση των καθ΄ ων η αίτηση να επιστρέψουν το επίδικο εκείνο κτήμα, καθότι, όπως κρίθηκε, ο σκοπός της απαλλοτρίωσης δεν είχε επιτευχθεί. Δεν συμφωνώ με την εισήγηση των αιτητριών. Το θέμα του δεδικασμένου στην προκείμενη περίπτωση δεν μπορεί να επιτύχει. Η υπόθεση αφορούσε άλλους αιτητές και άλλο κτήμα. Το γεγονός ότι η ακυρωτική απόφαση επενεργεί έναντι πάντων, τούτο είναι ορθό, αναφορικά, όμως με το αποτέλεσμα, όχι ως προς το λόγο της απόφασης (ratiodedidenti) και το περιεχόμενο της. Βλ. Κληρίδης ν. Δημοκρατίας, (2000) 3 Α.Α.Δ. 575.
Η υπό εκδίκαση υπόθεση διαφοροποιείται από την υπόθεση Ιωάννου. Στην υπόθεση εκείνη, δεν είχε τεθεί θέμα χρήσης του τεμαχίου, αλλά θεωρήθηκε ότι παρέμεινε αχρησιμοποίητο και συνεπώς ο σκοπός για τον οποίο απαλλοτριώθηκε είχε εγκαταληφθεί. Κρίθηκε ότι δεν είχαν γίνει οποιαδήποτε έργα, παρά μόνο, μετά από όχληση που έγινε από τους τότε αιτητές. Κατ΄ αντίθεση προς την παρούσα υπόθεση, όπου το τεμάχιο των αιτητριών χρησιμοποιείτο ως αποθηκευτικός χώρος. Από τη στιγμή που έχω αποφασίσει ότι η εν λόγω χρήση εμπίπτει στους σκοπούς της απαλλοτρίωσης και η εξυπηρετούμενη ανάγκη είναι συνεχής και δεν έχει εγκαταληφθεί μέχρι σήμερα, θεωρώ ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του Άρθρου 23.5 του Συντάγματος και οι καθ΄ ων η αίτηση δεν υπέχει υποχρέωση επιστροφής του κτήματος στις αιτήτριες.»
Οι εφεσείουσες πρόταξαν τη θέση ότι με την ακυρωτική απόφαση στην Προσφυγή 1365/2007 το Διάταγμα Απαλλοτρίωσης ακυρώθηκε όχι μόνο σ' όσον αφορά το αντικείμενο της προσφυγής αλλά και για το επίδικο ακίνητο, εφόσον είχε αποφασιστεί ότι υπήρξε παραβίαση από πλευράς εφεσίβλητου του Άρθρου 13(5) του Συντάγματος. Η απόφαση δε αυτή, κατά την εισήγηση τους, δημιούργησε δεδικασμένο έναντι πάντων (ergaomnes).
Δεν συμφωνούμε με την εισήγηση. Με την απόφαση στην προσφυγή αρ. 1365/2007 απλά το Ανώτατο Δικαστήριο ακύρωσε την προσβαλλόμενη απόφαση του Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας με την οποία απορρίφθηκε αίτημα των ιδιοκτητών ενός εκ των ακινήτων που αφορούσε το πιο πάνω Διάταγμα Απαλλοτρίωσης για επιστροφή του, λόγω μη πραγμάτωσης του σκοπού για το οποίο απαλλοτριώθηκε.
Όπως ορθά σημειώνει και το πρωτόδικο Δικαστήριο με αναφορά στην Κληρίδης (ανωτέρω) η ακυρωτική απόφαση ισχύει έναντι πάντων ως προς το αποτέλεσμα όχι ως προς το λόγο της. Στην παρούσα περίπτωση η απόφαση επί της οποίας βασίζεται η εισήγηση των εφεσειουσών περί δεδικασμένου αφορά σε άλλο ακίνητο που ανήκει σε διαφορετικά πρόσωπα και με διαφορετικά ασφαλώς δεδομένα, εφόσον στην Προσφυγή 1365/2007 κρίθηκε ότι το ακίνητο που αφορούσε δεν χρησιμοποιήθηκε καθόλου για τον σκοπό που απαλλοτριώθηκε, σε αντίθεση με το επίδικο που, όπως διαπιστώσαμε ανωτέρω, χρησιμοποιήθηκε και εξακολουθεί να χρησιμοποιείται για το σκοπό που απαλλοτριώθηκε. Οι εφεσείουσες δεν αμφισβήτησαν ή πρόσβαλαν την Γνωστοποίηση και το Διάταγμα Απαλλοτρίωσης.
Συνεπώς και αυτή η εισήγηση είναι έκθετη σε απόρριψη.
Στην Αναθεωρητική Έφεση αρ. 93/13 προβάλλεται επιπρόσθετα με τον τρίτο λόγο έφεσης, η εισήγηση περί παραβίασης των Άρθρων 23.4(α), 23.4(β), 23(5), 33 και 35 του Συντάγματος λόγω της μη ακριβούς εξειδίκευσης του σκοπού της απαλλοτρίωσης στη Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης με αιτιολογημένη απόφαση. Ήταν εισήγηση τους ότι θα έπρεπε να διενεργηθεί ειδική μελέτη προτού η αρμόδια αρχή προβεί σε απαλλοτρίωση. Η αναγκαιότητα ετοιμασίας ειδικής μελέτης είναι θέμα που εξετάζεται και αποφασίζεται στη βάση των γεγονότων της κάθε υπόθεσης. Αυτό αναφύεται από τη νομολογία στην οποία παρέπεμψαν οι εφεσείουσες (βλ. Καραολής ν. Υπουργείου Εσωτερικών (2004) 3 Α.Α.Δ. 76 και Χωματένος ν. Δήμου Ιδαλίου (2009) 3 Α.Α.Δ. 13).
Στην παρούσα περίπτωσηη "δημόσια ωφέλεια", που ήταν ο σκοπός της απαλλοτρίωσης, απέβλεπε στην συντήρηση και διανομή νερού. Προς υλοποίηση δε του σκοπού αυτού, όπως αναφέρεται στην Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης, το Συμβούλιο Υδατοπρομήθειας Λεμεσού θα κατασκεύαζε "υδατοδεξαμενές" ή/και "αντλιοστάσια" και θα προέβαινε και σε άλλα "αναγκαία έργα". Το ερώτημα που εγείρεται είναι κατά πόσο η αποθήκευση στο ακίνητο των εφεσειουσών των επίδικων αγωγών μεταφοράς νερού, εμπίπτει στον όρο "αναγκαία έργα". Η απάντηση κατά την άποψη μας είναι σαφώς θετική. Με δεδομένο αφενός ότι κατασκευάστηκε η υδατοδεξαμενή και αφετέρου ότι στο επίδικο ακίνητο των εφεσειουσών αποθηκεύτηκαν από το 1984 μεγάλης εμβέλειας αγωγοί μεταφοράς νερού, δεν μπορεί να κριθεί βάσιμη η εισήγηση ότι η υπό αναφορά αποθήκευση των αγωγών ήταν εκτός του σκοπού της απαλλοτρίωσης. Και αυτό γιατί ως θέμα λογικής, χωρίς τους εν λόγω αγωγούς δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί ο σκοπός της απαλλοτρίωσης που ήταν η διανομή του νερού.
Σε σχέση δε με το θέμα παραβίασης των άρθρων 33 και 35 του Συντάγματος δεν υποβλήθηκε πρωτόδικα γι' αυτό και δεν μπορεί να εξεταστεί.
Την ίδια κατάληξη και για τον ίδιο λόγο έχει και η άλλη εισήγηση περί παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας.
Ενόψει όλων των πιο πάνω οι εφέσεις απορρίπτονται και η πρωτόδικη απόφαση επικυρώνεται. Τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον των εφεσειουσών όπως υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.
Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.
Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.
/ΣΓεωργίου/Α.Λ.Ο.
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 87/2013 και 93/2013)
(Υπόθεση Αρ. 473/2011)
7 Μαΐου 2020
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ,
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/στών]
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 87/2013)
1. xxx xxx ΤΣΙΑΡΤΑ,
2. xxx ΝΕΑΡΧΟΥ,
Εφεσείουσες/Αιτήτριες
ΚΑΙ
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΥΔΑΤΟΠΡΟΜΗΘΕΙΑΣ ΛΕΜΕΣΟΥ,
Εφεσίβλητων/Καθ΄ ων η αίτηση
----------------------------------------------
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 93/2013)
xxx xxx ΔΥΜΙΩΤΗ, ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΟΥ
ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΗΣ xxx ΔΥΜΙΩΤΗ,
Εφεσείουσα/Αιτήτρια
ΚΑΙ
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΥΔΑΤΟΠΡΟΜΗΘΕΙΑΣ ΛΕΜΕΣΟΥ,
Εφεσιβλήτων/Καθ΄ ων η αίτηση
Και ως ετροποποιήθηκε σύμφωνα με Διάταγμα ημερομηνίας 8.5.2019
Xxx ΔΥΜΙΩΤΗ, ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΠΟΒΙΩΣΑΣΑΣ ΟΛΥΜΠΙΑΣ ΗΡΑΚΛΗ ΔΥΜΙΩΤΗ ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 2.11.2018,
Εφεσείοντα/Αιτητή
ΚΑΙ
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΥΔΑΤΟΠΡΟΜΗΘΕΙΑΣ ΛΕΜΕΣΟΥ,
Εφεσίβλητοι/Καθ' ων η Αίτηση
------------------------------------------------------
Α.Σ. Αγγελίδης, για τις Εφεσείουσες
στην Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 87/2013.
Ρ. Χατζηαράπη (κα) για Κ. Μελά & ΣυνεργάτεςΔΕΠΕ,
για την Εφεσείουσα στην Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 93/2013.
Ρ. Ιάσονος (κα) για Chrysees Demetriades& Co. LLC,
για τους Εφεσίβλητους και στις δύο Αναθεωρητικές Εφέσεις.
Εφεσείουσες στην Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 87/2013 παρούσες.
------------------------------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(Δ Ι Ι Σ Τ Α Μ Ε Ν Η)
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Με Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης Δ.Π. 175, ημερ. 27.1.1984, και με Διάταγμα Απαλλοτρίωσης Δ.Π. 1172, ημερ. 22.6.1984, το εφεσίβλητο Συμβούλιο Υδατοπρομήθειας Λεμεσού ως απαλλοτριούσα αρχή δημοσίευσε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας την απαλλοτρίωση της ακίνητης ιδιοκτησίας που περιγραφόταν στη γνωστοποίηση και στο διάταγμα για σκοπούς δημοσίας ωφελείας περιγραφομένων ως εξής:
«... δηλαδή την προμήθεια, συντήρηση και ανάπτυξη των προμηθειών που είναι αναγκαία στη ζωή ή προάγουν την ευημερία του κοινού, τη συντήρηση και διανομή νερού και την καλύτερη χρησιμοποίηση και ανάπτυξη της ιδιοκτησίας για δημόσια ωφέλεια ή οποιοδήποτε από τους σκοπούς αυτούς και η απαλλοτρίωση της επιβάλλεται για τους πιο πάνω λόγους, δηλαδή για σκοπούς κατασκευής υδατοδεξαμενών ή/και αντλιοστασίων και άλλων αναγκαίων έργων του Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού.»
Μεταξύ των επηρεαζομένων τεμαχίων ήταν και αυτό των εφεσειουσών, τεμάχιο 6x5, πρώην 8, Φ/Σχ. LIV5xxxx1, με αριθμό εγγραφής 6/5x6 έκτασης 1.068 τ.μ. στην ενορία Αποστόλων Πέτρου και Παύλου στη Λεμεσό. Στις 3.3.2011 οι εφεσείουσες μέσω του δικηγόρου τους απέστειλαν προς το εφεσίβλητο Συμβούλιο αίτημα όπως επιστραφεί το μέρος του κτήματος το οποίο κατακρατείται ενόψει του δεδομένου ότι μετά από την πάροδο 27 ετών η απαλλοτριούσα αρχή παρέλειψε να υλοποιήσει την απαλλοτρίωση με αποτέλεσμα να κατακρατεί το τεμάχιο για περίοδο πέραν των τριών ετών ενώ δεν ήταν αναγκαίο για τις ανάγκες της Υδατοπρομήθειας ή ο σκοπός για τον οποίο απαλλοτριώθηκε εγκαταλείφθηκε. Το Συμβούλιο απάντησε στις 14.3.2011 πληροφορώντας τις εφεσείουσες ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης είχε υλοποιηθεί και επιτευχθεί δεδομένου ότι αφού το ακίνητο περιήλθε στην κυριότητα του Συμβουλίου διεξήχθησαν χωματουργικές εργασίες για την κατάλληλη διαμόρφωση του ακινήτου και από τότε χρησιμοποιείται για σκοπούς αποθήκευσης μεταλλικών αγωγών μεγάλων διαμέτρων που χρησιμοποιούνται από το Συμβούλιο για την προμήθεια νερού. Συμφώνως της πολιτικής που ακολουθεί το Συμβούλιο οι μεταλλικοί αυτοί αγωγοί αποθηκεύονται σε ανοικτούς χώρους και το επίδικο ακίνητο χρησιμοποιείτο ως ένας τέτοιος χώρος. Οι αποθηκευτικοί αυτοί χώροι θεωρούνται ουσιώδεις και αναγκαίοι για την αποθήκευση των αγωγών και κατ΄ επέκταση τη λειτουργία του Συμβουλίου.
Ακολούθησε προσφυγή από τις ιδιοκτήτριες και προσήχθηκε μαρτυρία υπό μορφή ενόρκων δηλώσεων εκατέρωθεν αναφορικά με την επί τόπου επικρατούσα κατάσταση. Το Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή θεωρώντας ότι η χρήση του ακινήτου για αποθηκευτικούς σκοπούς ενέπιπτε στους σκοπούς της απαλλοτρίωσης και συγκεκριμένα εντός της φράσης «και άλλων αναγκαίων έργων». Το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης είχε εξυπηρετηθεί δεδομένου ότι η αποθήκευση μεταλλικών αγωγών αποτελεί αναγκαίο έργο για τη δημιουργία υδατοδεξαμενής και ειδικότερα για τη διανομή νερού. Επομένως το τεμάχιο αποτελούσε «αναγκαίο μέρος για τη συντήρηση και διανομή του νερού αφού είχε χρησιμοποιηθεί και εξακολουθεί να χρησιμοποιείται, ως χώρος εναπόθεσης εμπορευμάτων για σκοπούς εισαγωγής και εξαγωγής τους.». Ως προς τη μαρτυρία που δόθηκε, κρίθηκε ότι οι εφεσείουσες απέτυχαν να αποδείξουν ότι το συγκεκριμένο τεμάχιο δεν χρησιμοποιείτο για αποθηκευτικούς σκοπούς και ότι ο εμπειρογνώμονας τους δεν είχε αναφέρει δεδομένα που θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση για εξαγωγή ασφαλούς συμπεράσματος ως προς τη χρήση του ακινήτου. Για μια μικρή χρονική περίοδο που δεν χρησιμοποιείτο το τεμάχιο ως αποθηκευτικός χώρος έγινε δεκτή η αντίθετη θέση του Συμβουλίου ότι οι αγωγοί είχαν προσωρινώς μετακινηθεί σε παραπλήσιο τεμάχιο λόγω ανέγερσης νέας δεξαμενής και στη συνέχεια θα τοποθετούντο πίσω στο επίδικο τεμάχιο. Τέλος το Δικαστήριο θεώρησε ότι δεν αποτελούσε δεδικασμένο η ακυρωτική απόφαση στην υπόθεση Ιωάννου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού υπ΄ αρ. 1365/2007, ημερ. 20.5.2009, η οποία αφορούσε το ίδιο διάταγμα απαλλοτρίωσης γειτονικού τεμαχίου με αυτό των εφεσειουσών και στην οποία κρίθηκε ότι η άρνηση του Συμβουλίου να επιστρέψει το ακίνητο εκείνο ήταν λανθασμένη και άκυρη γιατί, ως το Δικαστήριο αποφάσισε, ο σκοπός της απαλλοτρίωσης δεν είχε επιτευχθεί. Το πρωτόδικο Δικαστήριο διέκρινε την απόφαση ως μη παράγουσα δεδικασμένο διότι αφορούσε άλλους αιτητές και άλλο τεμάχιο και, παρά το ότι η ακυρωτική απόφαση ενεργεί έναντι πάντων, ο λόγος της απόφασης και το περιεχόμενο της ήταν διαφορετικά διότι στην Ιωάννου δεν είχε τεθεί θέμα χρήσης του τεμαχίου αλλά είχε θεωρηθεί ότι παρέμεινε αχρησιμοποίητο και αναξιοποίητο. Οποιαδήποτε έργα είχαν γίνει ήταν μόνο μετά από όχληση από τους εκεί ιδιοκτήτες.
Με τις εφέσεις που έχουν καταχωρηθεί η πρωτόδικη απόφαση θεωρείται λανθασμένη στη βάση κοινών ουσιαστικά λόγων που έχουν ως ακολούθως: Σε αντίθεση με τη θέση του Δικαστηρίου, είχε δημιουργηθεί δεδικασμένο erga omnes και επίσης υποχρέωση και στο Συμβούλιο να επιστρέψει το ακίνητο γιατί βρισκόταν ακριβώς στην ίδια μοίρα με τα άλλα και αναλόγως επηρεαζόμενα αντίστοιχα τεμάχια από την ίδια απαλλοτρίωση. Περαιτέρω, η άρνηση του Δικαστηρίου να δεχθεί το δεδικασμένο δημιούργησε ανισότητα μεταξύ ιδιοκτητών γης που στην ουσία έχουν τα ίδια δεδομένα και αυτό παραβίασε, επίσης, το θεμελιώδες δικαίωμα της προστασίας της ιδιοκτησίας. Ακόμη, λανθασμένα κρίθηκε ότι η μαρτυρία από πλευράς των εφεσειουσών δεν επαρκούσε για να δείξει ότι στο τεμάχιο υπήρχαν μόνο άχρηστα αντικείμενα και αμμοχάλικα και εν πάση περιπτώσει ούτε υδατοδεξαμενή, ούτε αντλιοστάσια, αλλά, ούτε και άλλα έργα, ως το λεκτικό της απαλλοτρίωσης, έγιναν ή κατασκευάστηκαν οποτεδήποτε στο τεμάχιο από την ημερομηνία της απαλλοτρίωσης. Η χρήση του τεμαχίου ως αποθηκευτικός χώρος δεν μπορεί να εμπίπτει στην έννοια των αναγκαίων έργων και ούτε ήταν δυνατόν να δοθεί τέτοια ευρεία ερμηνεία του όρου ώστε να αποστερηθούν οι εφεσείουσες της περιουσίας τους. Αντίθετη, βέβαια, η θέση του εφεσίβλητου Συμβουλίου επί όλων των θεμάτων δεδομένου ότι εύλογα μπορούσε να αποφασιστεί ότι η χρήση του ακινήτου ως υπαίθριου αποθηκευτικού χώρου εμπίπτει σε εκείνα τα αναγκαία έργα του Συμβουλίου που χρειάζονται για τη συντήρηση και διανομή του νερού η οποία είναι αδύνατο να πραγματοποιηθεί χωρίς τους αγωγούς αυτούς.
Είναι παγιωμένο βεβαίως ότι η ακίνητη ιδιοκτησία προστατεύεται από το Σύνταγμα δυνάμει του Άρθρου 23, με την απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στη xxx Ευθυμιάδης Estate Limited v. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 166 να έχει τελεσίδικα αποκρυσταλλώσει τη νομολογία στο θέμα των απαλλοτριώσεων και της εκ των υστέρων επιδίωξης επιστροφής απαλλοτριωθέντων τεμαχίων. Στη απόφαση αυτή έχει καθοριστεί η έννοια του εφικτά υλοποιήσιμου του σκοπού της απαλλοτρίωσης έτσι ώστε η υποχρέωση της Δημοκρατίας να είναι συνεχής προς επιστροφή εκείνης της ιδιοκτησίας που δεν χρησιμοποιείται, όχι μόνο εντός των τριών ετών που καθορίζει το Άρθρο 23.5 του Συντάγματος, αλλά και σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρόνο. Έχει περαιτέρω ευθυγραμμιστεί η νομολογία ότι η διοίκηση και κάθε οργανισμός που ενεργεί ως απαλλοτριούσα αρχή πρέπει να εκπονούν μελέτες ή σχέδια ως προϋπόθεση για την έκδοση του διατάγματος απαλλοτρίωσης. Ο προηγούμενος σχεδιασμός είναι αναγκαίος γιατί υποδεικνύει τη φύση, την έκταση και τις ανάγκες του έργου για το οποίο σκοπείται η απαλλοτρίωση. Η ολοκληρωμένη μελέτη πριν τη γνωστοποίηση δείχνει και τη δυνατότητα πραγμάτωσης του σκοπού που επιδιώκεται, (Σπύρου ν. Δημοτικού Συμβουλίου Κάτω Πολεμιδιών (1998) 3 Α.Α.Δ. 307, Καραολή ν. Υπουργείου Εσωτερικών (2004) 3 Α.Α.Δ. 76, Χωματένος ν. Δήμου Ιδαλίου (2009) 3 Α.Α.Δ. 13 και Νικολούδης ν. Δημοκρατίας, Αναθεωρητική Έφεση αρ. 133/2010, ημερ. 13.5.2015), ECLI:CY:AD:2015:C333.
Η νομολογία έχει επίσης καθορίσει, ακριβώς διότι η απαλλοτρίωση θεωρείται ως επέμβαση στο δικαίωμα της ιδιοκτησίας, ότι το λεκτικό το οποίο χρησιμοποιείται στη γνωστοποίηση και στην απαλλοτρίωση είναι σημαντικό διότι οι όροι που χρησιμοποιούνται ερμηνεύονται περιοριστικά και στενά ώστε να μην αποστερείται ιδιοκτήτης της ακίνητης ιδιοκτησίας του για σκοπούς που δεν εμπίπτουν εντός της απαλλοτρίωσης, (Μορίτση ν. Δημοκρατίας (2012) 3 Α.Α.Δ. 420). Διαφορετικά, εάν στο λεκτικό της γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης αφήνεται ευρύ περιθώριο ερμηνείας, τότε η απαλλοτριούσα αρχή μπορεί με μεγαλύτερη ευκολία να απαλλοτριώνει κτήματα και να ελίσσεται μεταξύ διαφόρων ασαφών σκοπών ή τρόπων επιτεύξεως τους. Αναγνωρίζεται από τη νομολογία ταυτόχρονα ότι παρά τις όποιες πρακτικές δυσκολίες που δυνατόν να αντιμετωπίσει η διοίκηση στην πορεία υλοποίησης του έργου, (Συμεωνίδη ν. Δημοκρατίας (2000) 4 Α.Α.Δ. 824, η οποία επιδοκιμάστηκε στην Ευθυμιάδης), η διοίκηση δεν πρέπει να αδρανεί σε βαθμό που να αποστερεί την ιδιοκτησία του πολίτη χωρίς ουσιαστικό λόγο. Η διοίκηση, όπως λέχθηκε και στην Μιχαλιάς ν. Δήμου Λακατάμιας (2011) 3 Α.Α.Δ. 770, πρέπει να προβαίνει στην απαλλοτρίωση όταν θα είναι ήδη έτοιμη, με όλα τα αναγκαία προαπαιτούμενα για την υλοποίηση του όποιου έργου.
Υπό το φως των ανωτέρω, αποτελεί ζήτημα γεγονότων σε κάθε περίπτωση εάν η υλοποίηση του έργου έχει γίνει, ή, έχει αρχίσει, ή, εάν εμπίπτει στο σκοπό της απαλλοτρίωσης. Κρίνεται ότι η ερμηνεία της φράσης «άλλα αναγκαία έργα» δεν μπορεί να είναι αποσυνδεδεμένη από τα προηγηθέντα. Ο κανόνας ερμηνείας ejusdemgeneris δεν επιτρέπει ευρύτερη απόδοση στις γενικές λέξεις που χρησιμοποιούνται από αυτές που χρησιμοποιούνται προηγουμένως για να κατηγοριοποιήσουν ορισμένη τάξη πραγμάτων. Για παράδειγμα, στη φράση «cats, dogs, and other animals» το «other animals» ερμηνεύεται ότι περιορίζεται σε ιδίας κατηγορίας ζώα, δηλαδή, «domestic» animals». (Oxford Dictionary of Law, 5ηέκδ., σελ. 261-262).
Κατά παρόμοιο τρόπο και στην επίδικη απαλλοτρίωση, η ουσιώδης φράση παραπέμπει σε απαλλοτρίωση που σκοπό έχει την «κατασκευή υδατοδεξαμενών ή/και αντλιοστασίων και άλλων αναγκαίων έργων». Τα «άλλα αναγκαία έργα», συνεπώς, πρέπει να έχουν αναφορά στα προηγηθέντα. Προϋποθέτουν έργα, η κατασκευή των οποίων θα ήτο αναγκαία για τις εργασίες κατασκευής υδατοδεξαμενών και αντλιοστασίων και όχι για απλή φύλαξη εργαλείων. Αν η απαλλοτριούσα αρχή ήθελε να περιλάβει και την χρήση των χώρων ως αποθηκευτικών διότι, κατά την εκ των υστέρων εισήγηση της, η ύπαρξη αποθηκευτικού χώρου για τους αγωγούς αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση, αφού οι συγκεκριμένοι αγωγοί χρησιμοποιούνται σε όλα τα μεγάλα αναπτυξιακά έργα, έπρεπε να την είχε εντάξει εξ' αρχής στο λεκτικό και τους σκοπούς της απαλλοτρίωσης. Αναμφίβολα δεν ήταν θέμα προσαγωγής μαρτυρίας ως προς την πραγματική χρήση του ακινήτου, ούτε από τη μια, ούτε από την άλλη πλευρά. Δεν είναι νοητό δια μαρτυρίας που προσάγεται μεταγενέστερα, να ερμηνεύεται αυτός τούτος ο σκοπός της απαλλοτρίωσης. Ο σκοπός εξάγεται εκ της λεκτικής ερμηνείας του Διατάγματος Γνωστοποίησης της απαλλοτρίωσης, στη βάση των καθιερωμένων κανόνων ερμηνείας.
Μαρτυρία δυνατό να είναι αναγκαία προς τεκμηρίωση των έργων που έχουν γίνει για υλοποίηση του ίδιου του σκοπού της απαλλοτρίωσης αν υπάρχει διάσταση απόψεων ως προς την καθαυτή εκπόνηση των έργων ή τη φύση τους. Όχι, όμως, προς ερμηνεία των ίδιων των σκοπών της απαλλοτρίωσης. Ο πρωταρχικός κανόνας που ακολουθείται είναι, όπως εξηγήθηκε προηγουμένως, η στενή ερμηνεία των λέξεων που χρησιμοποιούνται προς αποτύπωση του σκοπού. Αυτή η στενή ερμηνεία συνάδει και με τη νομολογία που επιτάσσει την εκ μέρους της απαλλοτριούσας αρχής επιλογή της λιγότερο επαχθούς επιλογής ή λύσης για τον πολίτη.
Το βάρος στις εφεσείουσες δεν είναι σύμφωνα, με τη νομολογία, να αποδείξει ότι ο σκοπός έχει εγκαταλειφθεί ή κατέστη ανέφικτος, αλλά ότι η διοίκηση δεν προέβη σε όλα τα αναγκαία για υλοποίηση του σκοπού στη βάση των αντικειμενικών δεδομένων της κάθε περίπτωσης. Όπως λέχθηκε στην Ευθυμιάδη - ανωτέρω - ενυπάρχει στη διοίκηση θεμελιακή υποχρέωση να καταστήσει εφικτό το σκοπό της απαλλοτρίωσης. Στη Δήμος Αραδίππου ν. Καλλικά (2012) 3 Α.Α.Δ. 236, υπήρχε γνωστοποίηση και διάταγμα απαλλοτρίωσης για την ανέγερση δημοτικού μεγάρου και προς τούτο απαλλοτριώθηκε αριθμός ακινήτων αρκετής έκτασης. Μετά την πάροδο 15 ετών ζητήθηκε η επιστροφή του εκεί επίδικου ακινήτου επειδή το μόνο που η απαλλοτριούσα αρχή είχε στο μεταξύ κάμει ήταν η εκπόνηση αρχιτεκτονικού σχεδίου και αυτό έξι χρόνια μετά τη δημοσίευση της απαλλοτρίωσης, ενώ σχετικό κονδύλι είχε περιληφθεί στον προϋπολογισμό μόνο 16 χρόνια μετά. Η απαλλοτριούσα αρχή είχε κατά προτεραιότητα οικοδομήσει ένα δημοτικό ιατρείο άνωθεν του οποίου μεταστεγάστηκαν οι υπηρεσίες του Δήμου και το ίδιο το έργο της ανέγερσης Δημοτικού Μεγάρου εξακολουθούσε να βρίσκεται «υπό μελέτη». Το μόνο που είχε γίνει ήταν η ενοποίηση των ακινήτων, αλλά αυτό δεν κρίθηκε ότι ήταν αρκετό για να δικαιολογήσει την άρνηση της διοίκησης να επιστρέψει το ακίνητο, το οποίο παρέμεινε ανεκμετάλλευτο.
Στην Χωματένος ν. Δήμος Ιδαλίου - ανωτέρω - στους σκοπούς της απαλλοτρίωσης για την ανέγερση γραφείων των δημοτικών υπηρεσιών προστέθηκε και η φράση «και άλλων δημοτικών αναγκών του Δήμου Ιδαλίου». Κρίθηκε από την Ολομέλεια ότι η φράση αυτή δεν ήταν δεκτική σαφούς καθορισμού του σκοπού και προσδιορισμού του σκοπού δημοσίας ωφελείας ως καθορίζει το Σύνταγμα. Απορρίφθηκε συναφώς και το επιχείρημα ότι η φράση αυτή αποτελούσε δευτερεύοντα ή συναφή σκοπό, εφόσον η ασάφεια της παρέπεμπε σε πλείστα όσα θέματα άσχετα και ασύνδετα με τις καθαυτό ανάγκες ανέγερσης γραφείων. Ούτε και η συμπλήρωση της αιτιολογίας μπορούσε να στοιχειοθετηθεί από τους διοικητικούς φακέλους. Η επεξήγηση των σκοπών της απαλλοτρίωσης δεν μπορούσε να συμπληρωθεί με εκ των υστέρων αιτιάσεις, καταστρατηγώντας τις ρητές πρόνοιες του Συντάγματος και του Νόμου περί σαφούς και εξειδικευμένης αναφοράς στο σκοπό της απαλλοτρίωσης.
Στην Καραολής ν. Υπουργείου Εσωτερικών (2004) 3 Α.Α.Δ. 76, τονίσθηκε και πάλι η σημασία της προΰπαρξης τεχνικής μελέτης για προσδιορισμό του δηλωμένου σκοπού. Οι σκοποί της απαλλοτρίωσης εκεί ήταν η χρησιμοποίηση του ακινήτου του εφεσείοντα στα έργα ευθυγράμμισης και διαπλάτυνσης της οδού που διερχόταν πάνω από τον Πεδιαίο ποταμό. Το ακίνητο δεν χρησιμοποιήθηκε όμως για το δηλωμένο αυτό σκοπό, αλλά για τη δημιουργία χώρων στάθμευσης. Κρίθηκε από την Ολομέλεια, ανατρέποντας την πρωτόδικη απόφαση, ότι η προτεινόμενη χρήση ήταν άλλη από το σκοπό της απαλλοτρίωσης, και, επομένως, ο σκοπός για τον οποίο έγινε η απαλλοτρίωση στη βάση και του σχεδιασμού που προηγήθηκε της απαλλοτρίωσης, κατέστη ανέφικτος.
Έτσι και εδώ, ο σκοπός δεν μπορεί να συμπληρωθεί. Ούτε και εμπίπτει στο σκοπό της απαλλοτρίωσης η χρήση του ακινήτου για την τοποθέτηση σωλήνων ως αποθηκευτικού χώρου για χρήση, καθώς διατείνεται το εφεσίβλητο Συμβούλιο, για διανομή νερού κτλ., δηλαδή, μια γενικευμένη προσέγγιση, μελλοντικής και αβέβαιης εκπλήρωσης, που δεν έχει σχέση με την κατασκευή υδατοδεξαμενής και αντλιοστασίου. Σχέδια και σχεδιασμοί δεν παρουσιάστηκαν εφόσον πρωτοδίκως ούτε καν διοικητικός φάκελος δεν κατατέθηκε. Το λεκτικό της Γνωστοποίησης που παρατέθηκε στην αρχή του παρόντος σκεπτικού, καταλήγει να έχει ως σκοπό την κατασκευή υδατοδεξαμενών και αντλιοστασίων. Το τι προηγείται καθορίζει ως γενικότερο σκοπό τη δημόσια ωφέλεια που συναρτάται προς την προμήθεια, συντήρηση και ανάπτυξη προμηθειών αναγκαίων για τη ζωή. Ο καθορισμός της δημόσιας ωφέλειας είναι αναγκαίος και ελέγχεται από το λεκτικό που χρησιμοποιείται, (Δημοκρατία ν. Κωνσταντίνου κ.ά. (2004) 3 Α.Α.Δ. 333). Η καταληκτική τοποθέτηση είναι ακριβώς η κατασκευή υδατοδεξαμενών και αντλιοστασίων, ενσωματώνοντας όλα τα προηγηθέντα.
Το ότι οι εφεσείουσες δεν είχαν προσβάλει τη Γνωστοποίηση και το Διάταγμα Απαλλοτρίωσης, ως σημείωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο, δεν τις εμπόδιζε, βεβαίως, να υποβάλουν αίτημα για επιστροφή του ακινήτου εφόσον η διοίκηση έχει διαρκή υποχρέωση να μεριμνά για την υλοποίηση του έργου. Η μη προσβολή ήταν αδιάφορο γεγονός, ως σημειώθηκε και στη Θεμιστού ν. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 514.
Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω και την απόφαση της πλειοψηφίας, δεν χρειάζεται να εξεταστεί εκ μέρους μου και το ζήτημα της δημιουργίας δεδικασμένου στη βάση της απόφασης στην Ιωάννου - ανωτέρω -, παρά μόνο να υποδειχθεί, όπως και στη Θεμιστού, ότι η απαλλοτριούσα αρχή δεν θα έπρεπε να «ήθελε αυτής της μορφής τη διχοτόμηση που θα διαχώριζε τους, σε ίδια μοίρα ευρισκόμενους, ιδιοκτήτες ..».
Θα επέτρεπα συνεπώς τις εφέσεις με έξοδα.
Στ. Ναθαναήλ,
Δ.
/ΕΘ