ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
PAPADOPOULOS ν. REPUBLIC (1982) 3 CLR 1070
Πάρη ν. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 2941
Καλαϊτζής ν. Δημοκρατίας (1992) 3 ΑΑΔ 214
Μουρτζής ν. Δημοκρατίας (1992) 3 ΑΑΔ 543
Mουρτζής Mάριος ν. Kυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Eπιτροπής Δημόσιας Yπηρεσίας (1997) 3 ΑΑΔ 605
Oικονομίδης Γεώργιος ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 47
Κυπριακή Δημοκρατία και ’λλοι ν. Φίλιππου Μιχαηλίδη και ’λλων (1999) 3 ΑΑΔ 756
Ζαχαριάδης Δημητράκης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 3 ΑΑΔ 722
Πάντης Μιχάλης ν. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λεμεσού-Αμαθούντος (2001) 3 ΑΑΔ 1089
Αλευρά Ρέα και ’λλoι ν. Kωνσταντίνου Ι. Ηρακλέους και ’λλων (2005) 3 ΑΑΔ 85
Ζωδιάτης Γιώργος ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2008) 3 ΑΑΔ 406
Κυπριακή Δημοκρατία ν. Χαράλαμπου Ταλιώτη (2010) 3 ΑΑΔ 391
Παναγή Λοΐζος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2011) 3 ΑΑΔ 639
Σταύρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1991) 4 ΑΑΔ 317
Mιχαήλ Hλίας και ’λλοι ν. Eπιτροπής Δημόσιας Yπηρεσίας και ’λλων (1993) 4 ΑΑΔ 2498
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2020:C130
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 23/2014)
(Υπ. Αρ. 851/2011)
28 Απριλίου 2020
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΔΔ]
ΜΕΤΑΞΥ:
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Εφεσείουσας/Καθ΄ης η Αίτηση
ΚΑΙ
xxx ΧΑΤΖΗΣΤΕΦΑΝΟΥ
Εφεσίβλητου/Αιτητή
__________
Μαρία Κυπριανού (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Εφεσείουσα.
Δημοσθένης Στεφανίδης, για τον Εφεσίβλητο.
__________
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Χ. Μαλαχτό, Δ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.: Την 17.6.2011 η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, η Ε.Δ.Υ., προήγαγε στη μόνιμη θέση Ανώτερου Τεχνικού, Τμήμα Αρχαιοτήτων, τρία πρόσωπα, όχι όμως τον Εφεσίβλητο που ήταν επίσης υποψήφιος για τη θέση. Ο Εφεσίβλητος πρόσβαλε την προαγωγή και των τριών, απέσυρε όμως την προσφυγή του εναντίον της προαγωγής ενός, εμμένοντας σε σχέση με τις άλλες δύο, τα Ενδιαφερόμενα Μέρη 2 και 3.
Τόσο ο Εφεσίβλητος όσο και τα Ενδιαφερόμενα Μέρη 2 και 3, Τεχνικοί 2ης Τάξης, ήταν ισοδύναμοι σε αξία και ουσιαστικά και σε αρχαιότητα. Είχαν διοριστεί στη θέση όλοι μαζί και το γεγονός ότι ο Εφεσίβλητος ήταν μεγαλύτερος σε ηλικία δεν επικαλείται ούτε ο ίδιος ως στοιχείο που θα του προσέδιδε υπεροχή έναντι τους (βλ. Αλευρά κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 85, 92, όπου αρχαιότητα στη βάση της ηλικίας χαρακτηρίστηκε ως συμβολική). Όμως, ο Εφεσίβλητος είχε προγενέστερη προϋπηρεσία στο Τμήμα Αρχαιοτήτων ως ωρομίσθιος εργάτης από την 2.10.1980 μέχρι την 15.7.1988 που μονιμοποιήθηκε στη θέση του Τεχνικού 2ης Τάξης. Ήταν συναφώς η πρωταρχική του θέση ενώπιον του Πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η προϋπηρεσία του θα έπρεπε να είχε προσμετρήσει ουσιωδώς ως επιπρόσθετο προσόν υπέρ του, ιδιαίτερα εφόσον κατά την υπηρεσία του ως ωρομίσθιος εργάτης εκτελούσε τα ίδια καθήκοντα, συντηρητή τοιχογραφιών και εικόνων, όπως και μετά την μονιμοποίηση του στη θέση του Τεχνικού 2ης Τάξης. Η άλλη θέση που πρόβαλε πρωτόδικα ήταν πως η αναφορά στην απόφαση της Ε.Δ.Υ. ότι τα προσόντα του ήταν χαμηλότερου επιπέδου από αυτά των Ενδιαφερομένων Προσώπων δεν ήταν, σε συνάρτηση με το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης, σαφής και τεκμηριωμένη.
Τα Ενδιαφερόμενα Μέρη 2 και 3 είχαν τη σύσταση του Διευθυντή του Τμήματος Αρχαιοτήτων, ενώ ως πρόσθετο προσόν κατείχαν το μεν Ενδιαφερόμενο Μέρος 2 δίπλωμα αρχιτεκτονικής, το δε Ενδιαφερόμενο Μέρος 3 Πιστοποιητικό Βοηθού Αρχιτέκτονα, διετούς κύκλου σπουδών. Σε αυτά ο Εφεσίβλητος είχε να αντιπαραβάλει την εκπαίδευση του σε διεθνές κέντρο του εξωτερικού στη συντήρηση τοιχογραφιών και εικόνων και την συνολική εκπαίδευση πέντε μηνών που είχε στην συντήρηση. Κατά τα άλλα, ο Εφεσίβλητος ήταν απόφοιτος του Οικονομικού Λυκείου Λευκωσίας, ενώ τα Ενδιαφερόμενα Μέρη 2 και 3 απόφοιτες των Γυμνασίων Παλλουριώτισσας και Στροβόλου αντίστοιχα, δηλαδή όλοι εξατάξιας μέσης εκπαίδευσης.
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο ακύρωσε την πράξη προαγωγής των Ενδιαφερομένων Μερών 2 και 3. Δεν αποφάνθηκε βέβαια κατά πόσο η προϋπηρεσία του Εφεσίβλητου θα έπρεπε να είχε οδηγήσει στη προαγωγή του, έκρινε όμως ότι η Ε.Δ.Υ. όφειλε να είχε λάβει υπόψη και να αξιολογήσει την επαγγελματική του πείρα στα πλαίσια αξιολόγησης των συναρτώμενων με την αξία του παραγόντων. Όφειλε ακόμα, σύμφωνα με το Πρωτόδικο Δικαστήριο, να είχε αξιολογήσει την ποιότητα και το επίπεδο της πείρας του Εφεσίβλητου και να της είχε δώσει την ανάλογη βαρύτητα, στη βάση της πάγιας θέσης της νομολογίας ότι εναπόκειται στην αρμόδια αρχή να αξιολογήσει την αξία των πρόσθετων προσόντων που δεν προβλέπονται στο σχέδιο υπηρεσίας και να σταθμίσει την κατά περίπτωση σημασία τους. Έκρινε ακόμα πως η αναφορά της Ε.Δ.Υ. ότι ο Εφεσίβλητος κατείχε προσόντα χαμηλότερου επιπέδου από τα Ενδιαφερόμενα Μέρη δεν ήταν σαφής, ούτε τεκμηριωμένη.
Με την Έφεση προσβάλλονται δύο ευρήματα του Πρωτόδικου Δικαστηρίου. Με τον πρώτο λόγο έφεσης η διαπίστωση του ότι η Ε.Δ.Υ. δεν έλαβε υπόψη και δεν αξιολόγησε την επαγγελματική πείρα του Εφεσίβλητου και με το δεύτερο η κατάληξη του ότι η αναφορά της Ε.Δ.Υ. ότι ο Εφεσίβλητος κατείχε προσόντα χαμηλότερου επιπέδου δεν ήταν σαφής και τεκμηριωμένη.
Όπως προκύπτει από την αιτιολογία του πρώτου λόγου έφεσης, η θέση της Εφεσείουσας είναι πως στα πρακτικά της συνεδρίας της Ε.Δ.Υ. ημερ.16.5.2011, κατά την οποία αποφασίστηκαν οι προαγωγές, γίνεται ρητή αναφορά στην αρχαιότητα, στοιχείο στο οποίο εμπεριέχεται και η πείρα των υποψηφίων. Επικαλείται ακόμα η Εφεσείουσα το τεκμήριο της κανονικότητας, ότι δηλαδή η πείρα του Εφεσίβλητου, ως στοιχείο του φακέλου, τεκμαίρεται ότι λήφθηκε υπόψη και της δόθηκε η δέουσα βαρύτητα. Σημειώνεται ακόμα στην αιτιολογία του πρώτου λόγου έφεσης πως: «Εν πάση περιπτώσει η πείρα που απέκτησε ο [Εφεσίβλητος] ως ωρομίσθιος εργάτης είναι παράγοντας ο οποίος σύμφωνα με τη νομοθεσία και την καθιερωμένη νομολογία δεν λαμβάνεται υπόψη». Αυτή η θέση συνάδει με αυτή που η Εφεσείουσα είχε προβάλει ενώπιον του Πρωτόδικου Δικαστηρίου, όπου είχε επικαλεστεί ότι: «Είναι η θέση μας ότι ορθά δεν λήφθηκε υπόψη η προϋπηρεσία του [Εφεσίβλητου] ως ωρομίσθιου εργάτη αφού πρόκειται για άλλη θέση».
Στην αιτιολογία του δεύτερου λόγου έφεσης προβάλλεται πως είναι σαφές από τα ίδια πρακτικά πως η Ε.Δ.Υ. αναφερόταν στα ακαδημαϊκά προσόντα των Ενδιαφερομένων Μερών, δηλαδή το δίπλωμα αρχιτεκτονικής του Ενδιαφερόμενου Μέρους 2 και το Πιστοποιητικό Βοηθού Αρχιτέκτονα, διετούς κύκλου σπουδών, του Ενδιαφερόμενου Μέρους 3.
Η αγόρευση της Εφεσείουσας επεκτάθηκε σε ζητήματα που δεν καλύπτονται από τον πρώτο λόγο έφεσης. Η επίκληση νομολογίας (Σταύρου ν. Δημοκρατίας (1991) 4(Α) Α.Α.Δ. 317, 327) σύμφωνα με την οποία υπηρεσία σε έκτακτη βάση δεν λαμβάνεται υπόψη για τον καθορισμό της αρχαιότητας δεν προωθεί τον λόγο έφεσης. Επισημαίνουμε πως το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αποφάνθηκε πως η πείρα του Εφεσίβλητου ως ωρομίσθιου εργάτη θα μπορούσε να ανατρέψει το ουσιαστικό ισοζύγιο σε σχέση με το κριτήριο της αρχαιότητας, ούτε καν ότι συνιστούσε στοιχείο που αφορούσε στην αρχαιότητα, παρά μόνο ότι θα έπρεπε να είχε ληφθεί υπόψη από την Ε.Δ.Υ. και να αξιολογηθεί ως πρόσθετο προσόν που δεν προβλεπόταν στο σχέδιο υπηρεσίας[1]. Ούτε και η παραπομπή στην απόφαση που εκδόθηκε σε μεταγενέστερη προσφυγή του ιδίου του Εφεσίβλητου (Χατζηστεφάνου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, Υποθ. Αρ. 895/2012, ημερ. 28.8.2014, ECLI:CY:AD:2014:D618) όπου κρίθηκε ότι η πείρα του ως ωρομίσθιος εργάτης δεν ήταν αποφασιστικής σημασίας, αγγίζει το λόγο έφεσης. Υπεισέρχεται η επιχειρηματολογία της Εφεσείουσας στην σημασία που θα έπρεπε να αποδοθεί στην πείρα του Εφεσίβλητου κατά την εργασία του ως ωρομίσθιου εργάτη, ενώ αυτό που αποφάσισε το Πρωτόδικο Δικαστήριο ήταν ότι αυτή δεν λήφθηκε υπόψη, με την όποια βαρύτητα θα μπορούσε η Ε.Δ.Υ. να της είχε προσδώσει. Και σε αυτή την κατάληξη, αυτό που η Εφεσείουσα με την αιτιολογία του πρώτου λόγου έφεσης αντιτείνει είναι ότι τεκμαίρεται ότι η Ε.Δ.Υ. την έλαβε υπόψη.
Τα ίδια επισημαίνουμε και σε σχέση με τις αναφορές στην αγόρευση του Ενδιαφερόμενου Μέρους 3, τόσο στο άρθρο 49 του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 που ρυθμίζει την αρχαιότητα με βάση την ημερομηνία της ισχύος του διορισμού ή της προαγωγής των υπαλλήλων, όσο και σε περαιτέρω νομολογία ότι η υπηρεσία υπαλλήλου ως έκτακτου, η΅ερο΅ίσθιου ή ωρο΅ίσθιου δε λα΅βάνεται υπόψη για σκοπούς καθορισ΅ού της αρχαιότητάς του (Μιχαήλ κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 2498, 2504, Μιχαήλ Χριστοφίδης v. Επιτροπής Δη΅όσιας Υπηρεσίας, Υπόθεση Αρ. 500/91, η΅ερ. 25/2/93 και Πάρη v. Δη΅οκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 2941, 2948).
Έχουμε διέλθει διεξοδικά τα πρακτικά της συνεδρίας της Ε.Δ.Υ. ημερομηνίας 16.5.2011, που βρίσκονται στο Φάκελο Πλήρωσης της Θέσης (Τεκμ.1). Καταγράφεται ότι τα Ενδιαφερόμενα Μέρη 2 και 3 κατείχαν προσόντα που δεν απαιτούνταν από το Σχέδιο Υπηρεσίας, αλλά ήταν πρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα σχετικά με τη θέση. Καταγράφεται ότι σε σχέση με το Ενδιαφερόμενο Μέρος 2 επρόκειτο για δίπλωμα αρχιτεκτονικής, ενώ για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 3 «Πιστοποιητικό Βοηθού Αρχιτέκτονα, Σχολή Αρχιτεκτονικού Σχεδίου, Κολλέγιο CDA, διετούς κύκλου σπουδών». Σε σχέση με τον Εφεσίβλητο αναφέρεται ότι κατείχε και αυτός πρόσθετο προσόν καταγράφοντας την παρατήρηση της Ε.Δ.Υ. ότι ήταν χαμηλότερου επιπέδου από αυτά των Ενδιαφερομένων Μερών. Στο σχετικό Κατάλογο Υποψηφίων αναφέρεται για τον Εφεσίβλητο ότι: «Συμπλήρωσε το εκπαιδευτικό πρόγραμμα "Conservation of Mural Painting", International Centre for Conservation, ICCROM, Ιταλία (9.2.82 - 20.5.82)». Στον Προσωπικό του Φάκελο (Τεκμ.2(β)) υπήρχαν ακόμη δύο πιστοποιητικά για δύο μικρής διάρκειας προγράμματα του Τμήματος Αρχαιοτήτων στα οποία συμμετείχε το 1988. Καθίσταται πρόδηλο πως όταν η Ε.Δ.Υ. παρατηρούσε ότι κατείχε και αυτός πρόσθετο προσόν, καταγράφοντας στην παρατήρηση της ότι ήταν χαμηλότερου επιπέδου από αυτά των Ενδιαφερομένων Μερών, αναφερόταν στη συμμετοχή του Εφεσίβλητου στο εκπαιδευτικό αυτό πρόγραμμα, αντιπαραβάλλοντας την σχεδόν τετράμηνη πιο πάνω εκπαίδευση του και τις συμμετοχές του στα πιο πάνω προγράμματα με το δίπλωμα αρχιτεκτονικής του Ενδιαφερόμενου Μέρους 2 μετά από σπουδές έξι χρόνων και το πιστοποιητικό βοηθού αρχιτέκτονα του Ενδιαφερόμενου Μέρους 3 μετά από σπουδές δύο ετών, τα οποία και έκρινε υπέρτερα. Η περιγραφή των προσόντων, συνεπικουρούμενη από τη διαπίστωση ότι ήταν σχετικά με τη θέση, συνιστούσε επαρκή, υπό τις περιστάσεις, τεκμηρίωση. Συνεπώς δεν συμφωνούμε με την πρωτόδικη κρίση ότι η σχετική αναφορά της Ε.Δ.Υ. δεν ήταν σαφής και τεκμηριωμένη. Όμως, η κατάληξη, όπως η Εφεσείουσα και τον Ενδιαφερόμενο Μέρος 3 την εισηγήθηκαν και έγινε αποδεκτή, εκθεμελιώνει, όπως εξηγείται στη συνέχεια την επιχειρηματολογία τους προς υποστήριξη του πρώτου λόγου έφεσης.
Σε σχέση με τον αυτόν και την σημασία της πείρας, πολύ πρόσφατα, στην Περικλέους ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Αναθεωρητική Έφεση 2/2014, ημερ.13.1.2020, ECLI:CY:AD:2020:C15, αναφέρθηκε ότι:
«Η πείρα ως παράγων δεν αποτελεί ένα από τα θεσ΅οθετη΅ένα κριτήρια προαγωγής, πλην, ό΅ως, η νο΅ολογία έχει ΅ε συνέπεια καθορίσει ότι η πείρα εφόσον είναι σχετική και ανάγεται σε καθήκοντά που ο υποψήφιος επιτελούσε στην α΅έσως της προηγού΅ενης της προαγωγής θέσης, πρέπει να ΅νη΅ονευτεί από το διοικητικό όργανο εφόσον αυτή η πείρα προσθέτει στην αξία του, (xxx Παναγή v Δη΅οκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 639). Η αρχαιότητα φέρει ΅αζί της, κατά τεκ΅ήριο, και την ανάλογη πείρα λόγω ακριβώς του εύρους υπηρεσίας του συγκεκρι΅ένου υποψηφίου, (Μουρτζή v. Δη΅οκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 605 και Δη΅οκρατία v. Μιχαηλίδη (1999) 3 Α.Α.Δ. 756). Εκ του γεγονότος ότι η αρχαιότητα δεν έχει παύσει να αποτελεί θεσ΅οθετη΅ένο κριτήριο, παρόλο που έχει υποτι΅ηθεί, η πείρα ως απορρέουσα από αυτή την αρχαιότητα, την τονίζει, προσθέτοντας στην αξία (Δη΅οκρατία v. Ταλιώτη (2010) 3 Α.Α.Δ. 391, όπου η Ολο΅έλεια επανέλαβε το τι ελέχθη στη Ζωδιάτης ν. Δη΅οκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 406).»
Η διασύνδεση της πείρας με την αρχαιότητα τονίστηκε γιατί στην Περικλέους συνέπιπταν. Όμως η σχετική με μια θέση προαγωγής πείρα, ως θέμα πραγματικό, μπορεί να έχει αποκτηθεί και κατά την διάρκεια εκτέλεσης καθηκόντων σε θέση άλλη από την αμέσως προηγούμενη θέση προαγωγής αλλά και με διαφορετικό τρόπο. Όπως λέχθηκε στη Ζαχαριάδης ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 722, 724, η πείρα σε συγκεκριμένο τομέα λειτουργίας είναι δηλωτική του γνωσιολογικού βάθρου των υποψηφίων. Στην Μακκουλή κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας Αναθεωρητικές Εφέσεις αρ. 104/11 και 114/11, η΅ερ. 18.10.2017, εξετάστηκε η θέση των εκεί εφεσειουσών ότι η πείρα τους ως έκτακτες στο Τ΅ή΅α Ανάπτυξης Υδάτων αγνοήθηκε, αφού καμιά αναφορά δεν έγινε για αυτή στο πρακτικό της Ε.Δ.Υ., με την εφεσίβλητη να αντιτείνει ότι η περισσότερη πείρα των εφεσειουσών δεν ήταν δυνατόν να προσ΅ετρήσει περισσότερο και από πλεονέκτημα, ούτε να επενεργήσει ως υπερκριτήριο. Αναφέρθηκε ότι:
«Η πείρα όταν είναι συναφής προς τα καθήκοντα και τις ευθύνες της επίδικης θέσης, αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο της αξίας την οποία και επαυξάνει, (βλ. Σιακάς ν Δη΅οκρατίας (1993) 3 ΑΑΔ 468). Είναι δε αδιάφορο αν η πείρα αυτή αποκτάται σε οργανική θέση ΅όνι΅η ή προσωρινή, ή ΅ε απόσπαση ή ΅ε έκτακτη βάση.
Σύ΅φωνα δε ΅ε την υπόθεση Papadopoulos v Republic (1982) 3 CLR 1070, η πείρα η οποία αποκτάται από την εκτέλεση συγκεκρι΅ένων καθηκόντων ανάγεται στον παράγοντα των προσόντων, ΅ε την ευρύτερη έννοια, και ΅πορεί να συνεκτι΅ηθεί κατά την κρίση για την ανεύρεση του καταλληλότερου για τη θέση υποψηφίου. Η έννοια «προσόντα», όπως λέχθηκε στην Καλαϊτζής ν Δη΅οκρατία (1992) 3 ΑΑΔ 214, "δεν περιορίζεται ΅όνο στους ακαδη΅αϊκούς τίτλους σπουδών αλλά και σε άλλα εφόδια, όπως πνευ΅ατικά και πείρα, και το τελευταίο στοιχείο προσ΅ετρά στην αξία."
Δεν έχει ση΅ασία αν το ίδιο στοιχείο προσ΅έτρησε και για άλλους σκοπούς, αφού η λα΅βανό΅ενη υπόψη πείρα αποκτήθηκε πρόσθετα εκείνης που διαλα΅βάνει το Σχέδιο Υπηρεσίας (βλ. Οικονο΅ίδης ν. Δη΅οκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 47). Όπως εξηγήθηκε από την Ολο΅έλεια στην Πάντης ν. Συ΅βουλίου Αποχετεύσεων Λε΅εσού-Α΅αθούντος (2001) 3 ΑΑΔ 1089, αυτό δεν ση΅αίνει ότι επιτρέπεται η διπλή χρήση σε περίπτωση ταυτοση΅ίας του ενός ΅ε το άλλο, ση΅αίνει ΅όνο ότι "επιτρέπεται να ληφθεί υπόψη ως επιπρόσθετο προσόν εκείνο που υπερβαίνει το απαιτού΅ενο ώστε το καθένα να έχει την αυτοτέλεια του έστω και αν τα δύο έχουν την ίδια φυσιογνω΅ία". Ση΅είωσε παράλληλα ότι στην Οικονο΅ίδη επρόκειτο για πείρα την οποία το ενδιαφερό΅ενο πρόσωπο είχε όχι ΅όνο στη χρονική έκταση του προβλεπο΅ένου ως απαιτού΅ενου προσόντος, αλλά και πέραν εκείνης, σε έκταση που χρειαζόταν για να καταστεί πρόσθετο προσόν.»
Και στην προκειμένη περίπτωση η πείρα που ο Εφεσίβλητος είχε αποκτήσει κατά την υπηρεσία του ως ωρομίσθιος εργάτης ήταν άλλη από αυτή που προσμέτρησε ώστε να κριθεί ότι πληρούσε τις προϋποθέσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας για τη θέση.
Σε σχέση με την θέση, που και στη Μακκουλή προβλήθηκε, ότι η πείρα των υποψηφίων, ως στοιχείο του φακέλου, τεκμαίρεται ότι λήφθηκε υπόψη και της δόθηκε η δέουσα βαρύτητα, είχε εκεί αναφερθεί το εξής:
«Σύ΅φωνα ΅ε το τεκ΅ήριο της κανονικότητας, τεκ΅αίρεται ότι η Διοίκηση, η οποία έχει ενώπιον της τους φακέλους των υποψηφίων, προβαίνει στην αναγκαία έρευνα. Αυτό φαίνεται να είχε υπόψη του το πρωτόδικο Δικαστήριο προσεγγίζοντας το θέ΅α της πείρας της xxx Μακκούλη στη βάση ότι η διοίκηση, είχε, εν προκει΅ένω, βεβαιωθεί ότι η προαναφερό΅ενη πληρούσε τόσο τα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας, όσο και την πείρα σε σχέση ΅ε το πλεονέκτη΅α, ώστε να πρέπει να θεωρηθεί ότι είχε υπόψη της την ακριβή της πείρα. Το τεκ΅ήριο της κανονικότητας, ό΅ως, παρα΅ερίζεται, εάν τα γεγονότα της υπόθεσης δεικνύουν προς την αντίθετη κατεύθυνση, (βλ. Μορτζής ν. Δη΅οκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 543).»
Διαπιστώνεται ότι στα πρακτικά της συνεδρίας της Ε.Δ.Υ. δεν υπάρχει αναφορά στην προϋπηρεσία του Εφεσίβλητου ως ωρομίσθιου εργάτη. Καταγράφεται σε αυτά ότι η Ε.Δ.Υ. εξέτασε τα ουσιώδη στοιχεία από τον Φάκελο Πλήρωσης της Θέσης καθώς και από τους Προσωπικούς Φακέλους και τους Φακέλους των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων (Τεκμ.2(α) και 2(β) για τον Εφεσίβλητο). Καταγράφεται ακόμα ότι η Ε.Δ.Υ. έλαβε υπόψη τα προσόντα των υποψηφίων καθώς και την αρχαιότητα τους όπως φαινόταν στον ενώπιον της Κατάλογο των Υποψηφίων. Στο Κατάλογο Υποψηφίων δεν υπάρχει καμιά ένδειξη ότι ο Εφεσίβλητος είχε προϋπηρεσία ως ωρομίσθιος εργάτης, ούτε και στον Κατάλογο Αξιολόγησης.
Το γεγονός της προϋπηρεσίας του Εφεσίβλητου ως ωρομίσθιου εργάτη εμφανίζεται στο Προσωπικό του Φάκελο, στην αίτηση που είχε υποβάλει το 1987 για διορισμό στη δημόσια υπηρεσία. Πουθενά αλλού. Εκεί καταγράφεται ότι από τον Σεπτέμβριο του 1980 μέχρι και την υποβολή της αίτησης το 1987, ο Εφεσίβλητος ήταν «Συντηρητής Αρχαίων Μνημείων Τμήμα Αρχαιοτήτων. Ωρομίσθιος υπάλληλος (£1.80 ώρα)». Δεν αναφέρεται ποια καθήκοντα εκτελούσε ο Εφεσίβλητος κατά την υπηρεσία του ως ωρομίσθιος εργάτης και ασφαλώς ο τίτλος του δεν επαρκεί. Οι επιστολές του Εφεσίβλητου ημερ.11.6.1988 και 6.8.1988 στις οποίες αναφερόταν ότι κατά την υπηρεσία του ως ωρομίσθιος εργάτης εκτελούσε καθήκοντα συντηρητή τοιχογραφιών και εικόνων, όπως και μετά την μονιμοποίηση του στη θέση του Τεχνικού 2ης Τάξης (Παραρτήματα Α και Β στην αγόρευση του δικηγόρου του Εφεσίβλητου κατά την πρωτόδικη διαδικασία) δεν εντοπίζονται οπουδήποτε μέσα στους φακέλους που η Ε.Δ.Υ είχε ενώπιον της όταν αποφάσιζε.
Διαπιστώνεται λοιπόν ότι η Ε.Δ.Υ. δεν θα μπορούσε να είχε λάβει υπόψη της ότι κατά την υπηρεσία του ως ωρομίσθιος εργάτης ο Εφεσίβλητος εκτελούσε καθήκοντα συντηρητή τοιχογραφιών και εικόνων αφού το γεγονός δεν ήταν υπόψη της. ’λλωστε ο ίδιος ο χαρακτηρισμός της Ε.Δ.Υ. ότι το πρόσθετο προσόν του Εφεσίβλητου ήταν χαμηλότερου επιπέδου επιβεβαιώνει πως ό,τι αντιπαρέβαλε ήταν ιδίου χαρακτήρα προσόντα, στην προκειμένη περίπτωση ακαδημαϊκά, χωρίς να λάβει υπόψη την πείρα του Εφεσίβλητου ως ωρομίσθιου εργάτη. Κατά συνέπεια ο πρώτος λόγος έφεσης απορρίπτεται.
Η κατάληξη της προσφυγής δεν μπορούσε να ήταν άλλη από αυτή στην οποία κατέληξε το Πρωτόδικο Δικαστήριο. Στην Περικλέους, αναφέρθηκε το εξής το οποίο εφαρμόζεται στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης
« . η καταγραφή της πείρας από την Ε.Δ.Υ., θα έπρεπε απαραιτήτως να είχε γίνει ώστε να φαινόταν ακριβώς ότι ένας παράγοντας που έχει την δική του ση΅ασία εφόσον προσ΅ετρά στην αξία του υποψηφίου, είχε δεόντως ληφθεί υπόψη. Η απουσία οποιασδήποτε αναφοράς αφήνει ανυπέρβλητο κενό γιατί δεν ΅πορεί το Δικαστήριο να ελέγξει, ούτε βέβαια να ασκήσει πρωτογενή κρίση, ως προς τον τρόπο που η Ε.Δ.Υ. θα ΅πορούσε να ασκούσε την διακριτική της ευχέρεια αν είχε κατά νου και την πείρα του εφεσείοντα αποδίδοντας σε αυτή τη ση΅ασία που η ίδια θα έκρινε ορθό υπό τις περιστάσεις.
Όλα τα πιο πάνω, ό΅ως, δεν ΅πορούν να αποφασιστούν από την Ολο΅έλεια γιατί δεν ΅πορεί να γίνει εικασία ως το ποια θα ήταν η κρίση της Ε.Δ.Υ., αν ορθά λά΅βανε υπόψη όλα τα απαραίτητα στοιχεία και παράγοντες. Με δεδο΅ένο ότι η Ε.Δ.Υ. λειτούργησε υπό αυτή την πλάνη, αφήνοντας, δηλαδή, εκτός των συγκριτικών στοιχείων το στοιχείο της πείρας, η έφεση πρέπει να επιτύχει, ώστε κατά την επανεξέταση να συσχετιστούν όλα τα συγκριτικά δεδο΅ένα.»
Καταλήγουμε ότι, παρά την επιτυχία του δεύτερου λόγου έφεσης, η απόρριψη του πρώτου λόγου έφεσης επικυρώνει την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης για την ακύρωση της πράξης προαγωγής των Ενδιαφερομένων Μερών 2 και 3.
Επιδικάζονται υπέρ του Εφεσίβλητου και εναντίον της Εφεσείουσας μειωμένα έξοδα που καθορίζονται στο ποσό των 1250.
Στ. Ναθαναήλ, Δ.
Λ. Παρπαρίνος, Δ.
Μ. Χριστοδούλου, Δ.
Κ. Σταματίου, Δ.
Χ. Μαλαχτός, Δ.
[1][1] Το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης του Ανώτερου Τεχνικού προνοεί ως απαιτούμενα προσόντα: «(1) Δεκαεξαετής τουλάχιστον υπηρεσία στη θέση Τεχνικού από την οποία πενταετής υπηρεσία στην Κλίμακα Α7. (2) Ακεραιότητα χαρακτήρα, οργανωτική και διοικητική ικανότητα, υπευθυνότητα, πρωτοβουλία και ευθυκρισία.»