ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Παμπαλλής, Κώστας Σταύρου Ψαρά-Μιλτιάδου, Τάσια Στυλιανίδου-Πούγιουρου, Αντρούλα Φρ.Βρυωνίδης, για Α.Βρυωνίδη amp;amp;amp; Σ/τες ΔΕΠΕ, για την εφεσείουσα/αιτήτρια Μ.Αγγελίδου, (κα), για Σ.Σαμψών amp;amp;amp; Σ/τες ΔΕΠΕ, για τον εφεσίβλητο/καθ΄ου η αίτηση Α.Σ.Αγγελίδης, για το ενδιαφερόμενο μέρος CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2020-03-05 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟΥ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ, Εφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου αρ.54/18, 5/3/2020 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2020:A90

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(΄Εφεση κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου αρ.54/18)

 

5 Μαρτίου, 2020

 

[Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Τ.ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ,  Α.ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

Μεταξύ:

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟΥ

Εφεσείουσα/Αιτήτρια

και

ΚΥΠΡΙΑΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ

Εφεσίβλητος/Καθ΄ου η αίτηση

_ _ _ _ _ _

Αίτηση επαναφοράς ημερ. 9.7.2019, από εφεσείουσα/αιτήτρια

 

Φρ.Βρυωνίδης, για Α.Βρυωνίδη & Σ/τες ΔΕΠΕ, για την εφεσείουσα/αιτήτρια

Μ.Αγγελίδου, (κα), για Σ.Σαμψών & Σ/τες ΔΕΠΕ, για τον εφεσίβλητο/καθ΄ου η αίτηση

Α.Σ.Αγγελίδης, για το ενδιαφερόμενο μέρος

_ _ _ _ _ _

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

θα δοθεί από την Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.

----------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.:   Η  έφεση 54/18 είχε καταχωρηθεί στις 7.5.2018 κατά απορριπτικής απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου στην προσφυγή αρ.5704/13 και ορίστηκε για προδικασία στις 6.2.2019.  Κατά την προδικασία, οι λόγοι έφεσης κρίθηκαν αρκούντως αιτιολογημένοι και δόθηκαν οδηγίες όπως ακολουθηθούν οι θεσμοί[1], ήτοι να καταχωρηθούν τα σχετικά περιγράμματα αγορεύσεων εντός 45 ημερών. 

 

Με βάση τις οδηγίες, το περίγραμμα αγόρευσης της εφεσείουσας θα έπρεπε να καταχωρηθεί μέχρι τις 22.3.2019.  Η προθεσμία παρήλθε άπρακτη.  Κατόπιν ειδοποίησης του ενδιαφερόμενου μέρους προς τον Αρχιπρωτοκολλητή, στις 4.4.2019, η εν λόγω έφεση απορρίφθηκε από το Δικαστήριο, κατ΄εφαρμογήν του Καν.13(β)[2] του περί Εφέσεων Διαδικαστικού Κανονισμού του 1996.

Στις 9.7.2019 καταχωρήθηκε η υπό εκδίκαση αίτηση από την εφεσείουσα για επαναφορά της έφεσης με επίκληση κυρίως το ΄Αρθρο 30.3(β) του Συντάγματος, τους πιο πάνω Κανονισμούς ειδικά τους Κ.10(v), 11-13, και τους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας Δ.35.

 

Την πραγματική βάση της αίτησης αποτελεί η ένορκη δήλωση του κ.Βρυωνίδη, ο οποίος δεχόμενος τα πιο πάνω αναφερθέντα σε σχέση με τη διαδικαστική πορεία της έφεσης προσθέτει πως στις 6.2.2019 δηλαδή στη δικάσιμο της προδικασίας εμφανίστηκε εκ μέρους του δικηγορικού γραφείου που αντιπροσώπευε την εφεσείουσα (Α.Βρυωνίδης και Συνεργάτες ΔΕΠΕ) ο κ.Ν.Παπαμιχαήλ.  Δηλώνεται επίσης πως ο τελευταίος με την επιστροφή του στο γραφείο ενημέρωσε το λογισμικό σύστημα του εν λόγω δικηγορικού γραφείου (ΖΥΓΟΣ) θέτοντας ως ημερομηνία λήξης της προθεσμίας, εκ παραδρομής, την 25.7.2019 και όχι την 22.3.2019.  Σύμφωνα πάντα με την ίδια ένορκη δήλωση «λίγο μεταγενέστερα» ο κ.Παπαμιχαήλ αποδέχθηκε θέση στη Βουλή των Αντιπροσώπων και όλες οι υποθέσεις που χειριζόταν μεταφέρθηκαν σε άλλα στελέχη του πιο πάνω γραφείου, όπως μεταφέρθηκαν και όλες οι υποχρεώσεις στα  πλαίσια του εν λόγω λογισμικού.    Η παρούσα έφεση μεταφέρθηκε στις υποθέσεις χειρισμού του ενόρκως δηλούντα.  Όμως λόγω της λανθασμένης αναγραφής της λήξης προθεσμίας στο λογισμικό η ευθύνη, το "to-do" παρουσιάζετο με βάση τη λανθασμένη αναγραφή.  Και ως εκ τούτου δεν εμφανίστηκε στον ενόρκως δηλούντα «παρά μόνο πολύ πρόσφατα, όταν όλες οι εργασίες με πιο κοντινές ημερομηνίες λήξης διεκπεραιώθηκαν».  Όπως τονίζεται, δυστυχώς, η αποχώρηση από το γραφείο «στο ενδιάμεσο» του κ.Παπαμιχαήλ, ο οποίος γνώριζε την προθεσμία, δεν επέτρεψε τη δυνατότητα να ανευρεθεί το λάθος νωρίτερα.  Μόλις περιήλθε σε γνώση του ενόρκως δηλούντα από το πρόγραμμα ΖΥΓΟΣ η ύπαρξη της εκκρεμότητας στις 5.7.2019, επικοινωνώντας με τους αντιδίκους του, πληροφορήθηκε ότι η παρούσα έφεση είχε απορριφθεί.  Αμέσως προχώρησε στην ετοιμασία της παρούσης. 

 

Η ένσταση του καθ΄ου η αίτηση και του ενδιαφερομένου μέρους έχει ως πυρήνα το αδικαιολόγητο της μη τήρησης της προθεσμίας που εδόθη από το Δικαστήριο με επισήμανση ότι οι αναφορές του δικηγόρου της εφεσείουσας στην ένορκη δήλωση του στερούνται νομικού ερείσματος και σε καμία περίπτωση δεν ανάγονται σε εξαιρετικές περιστάσεις ώστε να επιτραπεί αναφορά της απορριφθείσας έφεσης, ούτε και αποτελούν λόγο επαναφοράς, αφού, όπως κρίθηκε από τη νομολογία, λάθος, αμέλεια ή παράλειψη του δικηγόρου, δεν μπορεί να αποτελέσει λόγο για επαναφορά της έφεσης.  Τα όσα αναφέρονται για αλλαγή δικηγόρου στο γραφείο που αντιπροσωπεύει την εφεσείουσα και την προβληθείσα ως σύγχυση για το σύστημα διαχείρισης των αρχείων του γραφείου δεν αποτελούν νόμιμο ή καλό λόγο, σύμφωνα με τη σχετική επιφύλαξη του Καν.13.  Επισημαίνεται επίσης το μεγάλο χρονικό διάστημα από τη λήξη της προθεσμίας μέχρι την ημερομηνία καταχώρησης της υπό εκδίκαση αίτησης.

 

Η ένορκη δήλωση που στηρίζει την αίτηση είναι βεβαίως άκρως σημαντική για να κριθούν τα δεδομένα της υπόθεσης.  Πριν να ενδιατρίψουμε στα περιστατικά της υπόθεσης είναι ορθό να αναφερθούμε στις αρχές που θέτει η νομολογία μας ως ερμηνευτική του Κ.13(β), ειδικά του τελευταίου μέρους του Κανονισμού ότι δηλαδή η έφεση που απορρίπτεται επαναφέρεται όταν αποδεικνύεται ότι η μη καταχώρηση περιγράμματος αγόρευσης, οφείλεται σε λόγο πέραν των δυνάμεων ενός εφεσείοντος, με αποτέλεσμα η μη επαναφορά της να ισοδυναμεί με αποστέρηση του δικαιώματος να ακουστούν.

 

Όπως έχει εξηγηθεί από τη νομολογία ο πιο πάνω Κανονισμός που παρέχει τη δυνατότητα επαναφοράς έφεσης, αποτελεί απόηχο της απόφασης Τουβλοποιεία Παλαικύθρου Γίγας Λτδ ν. Μαρούλας Ουστά (αρ.1) (1994) 1 ΑΑΔ 109.

 

Στη Ρουβανιάς ν. Δημοκρατίας (2000)3 ΑΑΔ 191 ο Νικήτας, Δ., ως ήταν τότε, αφού αναφέρθηκε στο ιστορικό του εν λόγω Κανονισμού, επεσήμανε και τα ακόλουθα:

 

"Το σύστημα λειτουργίας ενός δικηγορικού γραφείου δεν αφορά το Δικαστήριο. Οι πιθανές ελλείψεις σ' αυτή δεν εμπίπτουν στην έννοια "πέραν των δυνάμεων του εφεσείοντα" που απαντά στον Κανονισμό. Η μη συμμόρφωση με τις πιο πάνω διατάξεις πρέπει να οφείλεται σε λόγο η επέλευση του οποίου δεν οφείλεται στην συνήθη ανθρώπινη λειτουργία."

 

 

Οι πιο πάνω αρχές επαναλήφθηκαν με τον ίδιο κατηγορηματικό τρόπο και στην πολύ πρόσφατη απόφαση Κατσή κ.ά. ν. A.M.C. Hotels Ltd κ.ά. Πολ.εφ.315/12, 23.1.2020, ECLI:CY:AD:2020:A29 στην οποία γίνεται από την Παναγή, Δ., η εξής επισήμανση:

 

«Η αυστηρή προσέγγιση της νομολογίας δεν σημαίνει ότι παραλείψεις και σφάλματα δικηγόρου δεν μπορούν ποτέ να δικαιολογήσουν την επαναφορά απορριφθείσας έφεσης. Στην Μίαρης κ.ά. ν. Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ (2009) 1 ΑΑΔ 435, στη βάση των ιδιαίτερων άκρως εξαιρετικών συνθηκών της υπόθεσης, όπως χαρακτηρίστηκαν, αποφασίστηκε ότι οι εφεσείοντες δεν θα μπορούσαν να ταυτιστούν με την όποια ευθύνη του δικηγόρου τους.  Έτσι, η παράλειψη του δικηγόρου τους να καταχωρίσει περίγραμμα κρίθηκε ότι ήταν υπεράνω των δικών τους δυνάμεων, με αποτέλεσμα να διαταχθεί η επαναφορά της έφεσης. Η αναφορά στη σελ. 441 ότι η αυστηρότητα του κανόνα δεν σημαίνει ότι παραλείψεις και σφάλματα του δικηγόρου δεν μπορούν ποτέ να δικαιολογήσουν επαναφορά, σημειώθηκε με παραπομπή στην Μανώλη ν. Ελευθερίου (2000) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2034, όπου, όμως, η επαναφορά επιτράπηκε γιατί αντικειμενικοί παράγοντες, παρά το ότι δεν απέληγαν σε «πέραν των δυνάμεων» κατάσταση, εντούτοις, απέληγαν σε τέτοια αποδυνάμωση του δικηγόρου που να μην μπορούσε να ανταποκριθεί σε ό,τι απαιτείτο. Επρόκειτο για περίπτωση σοβαρής ασθένειας του δικηγόρου με σοβαρές παρενέργειες και στη ψυχική του υγεία. (Βλ. επίσης, Adboard Ltd κ.ά. ν Δήμου Στροβόλου (2013) 1 ΑΑΔ 1085). 

 

Σε κάθε περίπτωση, στην παρούσα υπόθεση δεν έχει προβληθεί θέση ότι οι Εφεσείοντες θα μπορούσαν να αποστασιοποιηθούν από τις παραλείψεις των δικηγόρων τους.

 

Γνώμονας άσκησης της διακριτικής ευχέρειας είναι το συμφέρον της δικαιοσύνης (Τράπεζα Κύπρου Λτδ ν. Στεφάνου κ.α. (2010) 1 ΑΑΔ 710), όμως «τα περιθώρια δεν παύουν να είναι, εκ του γράμματος του Κανονισμού, στενά και η ευχέρεια αυτή πρέπει να ασκείται με φειδώ» (E.A.S. Prestige Unite Securite Services Ltd v Δημοκρατία μέσω του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξεως, Έφεση κατά Απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου αρ.69/2017, ημερ.6.5.2019)».

 

Με όλο το σεβασμό στην πλευρά της αιτήτριας, θεωρούμε ότι το αίτημα δεν μπορεί να επιτύχει.  ΄Εχοντας υπόψη τις θέσεις που εγείρονται στην ένορκη δήλωση θεωρούμε ότι η προβαλλόμενη ως παραδρομή δικηγόρου που αποχώρησε σε συνάρτηση με τον τρόπο καταγραφής οδηγιών του Δικαστηρίου σε λογισμικό σύστημα δεν μπορεί να θεωρηθούν ως λόγοι πέραν των δυνάμεων του εφεσείοντα, ως ο Κανονισμός επιτάσσει.  Εκτός του ότι παρέμεινε ασαφές το πλαίσιο του πότε αποχώρησε ο δικηγόρος που χειριζόταν την υπόθεση, η όλη παράθεση των  γεγονότων ομοιάζει με τις υποθέσεις Ρουβανιάς και Κατσή (ανωτέρω), ώστε ωσαύτως, όπως στις πιο πάνω υποθέσεις, να θεωρήσουμε ότι το αίτημα δεν έχει στοιχειοθετηθεί. Είναι ορθή δε η επισήμανση που γίνεται πως ο τρόπος λειτουργίας ενός γραφείου δεν μπορεί να αποδυναμώσει την αυστηρή υποχρέωση τήρησης  των τεθέντων προθεσμιών. Επίσης δεν μπορούμε να θεωρήσουμε ως βάσιμο το παράπονο πως η απόρριψη της αίτησης θα οδηγήσει σε παράβαση του δικαιώματος πρόσβασης στο Δικαστήριο.  Όπως τέθηκε και στην υπόθεση Cyprus Import Corporation Ltd ν. Kώστα Σενέκη (1998)1 ΑΑΔ 1108 η απόρριψη της έφεσης υπήρξε αποτέλεσμα παραλείψεων της πλευράς της αιτήτριας σε συνάρτηση με την εφαρμογή των σχετικών διατάξεων του Κανονισμού. 

 

Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ του καθ΄ου η  αίτηση, ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

                                                                   ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.

 

                                                                   ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.

 

                                                                   ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.



[1] ο περί Εφέσεων (Προδικασία, Περιγράμματα Αγορεύσεων, Περιορισμός του Χρόνου των Προφορικών Αγορεύσεων και Συνοπτική Διαδικασία για την Απόρριψη Προδήλως Αβάσιμων Εφέσεων) Διαδικαστικός Κανονισμός του 1996

[2] (β) Αν ο εφεσείων παραλείψει να υποβάλει περίγραμμα αγόρευσης, η έφεση απορρίπτεται. Αν υπάρχει αντέφεση εφόσον έχει καταχωρηθεί περίγραμμα αγόρευσης για την αντέφεση, αυτή ορίζεται για ακρόαση.

.....

Νοείται ότι έφεση ή αντέφεση που απορρίπτεται, δυνάμει του παρόντος Κανονισμού, επαναφέρεται όταν αποδεικνύεται ότι η μη καταχώριση περιγράμματος αγόρευσης, οφείλεται σε λόγο πέραν των δυνάμεων του εφεσείοντα ή αντεφεσείοντα ανάλογα με την περίπτωση, με αποτέλεσμα η μη επαναφορά της να ισοδυναμεί με αποστέρηση του δικαιώματος να ακουστούν.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο