ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2020:D97
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 13/13)
10 Μαρτίου, 2020
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΠΑΝΑΓΗ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ
ΙΝSTITUTO DI RICERCHE DI BIOLOGIA MOLECOLARE P. ANGELETTI S.P.A.
Εφεσείοντες/Αιτητές
ΚΑΙ
KYΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω
ΕΦΟΡΟΥ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΠΑΡΑΛΗΠΤΗ, υπό την ιδιότητα του ως ΕΦΟΡΟΥ ΕΥΡΕΣΙΤΕΧΝΙΩΝ
Εφεσίβλητοι/Καθ΄ων η αίτηση
---------
Χρ.Θεοδούλου, με Κλ.Τομπόλη-Θεοδούλου (κα) και Μ.Βαρδάκη-Κυριακού, για τον εφεσείοντα
Χρ. Αλεξάνδρου, για Γενικό Εισαγγελέα, για τους εφεσίβλητους
----------------
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τη Δικαστή Τ. Ψαρά- Μιλτιάδου.
------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Oι εφεσείοντες δια της προσφυγής τους είχαν αμφισβητήσει τη νομιμότητα της απόφασης του Εφόρου Ευρεσιτεχνιών δυνάμει της οποίας είχε διαγραφεί ευρωπαϊκό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας. Η διαγραφή συνετελέσθη στις 21.10.2006. Για το πότε γνωστοποιήθηκε στους εφεσείοντες υπάρχει αμφισβήτηση η οποία θα μας απασχολήσει στη συνέχεια.
Ενώπιον αδελφού μας Δικαστή, η προσφυγή απορρίφθηκε στις 7.12.2012 στη βάση προδικαστικών ενστάσεων περί εκπροθέσμου της προσφυγής και του μη εκτελεστού χαρακτήρα της πράξης.
Στην απορριπτική απόφαση γίνεται αναφορά στα γεγονότα τα οποία οδήγησαν στο συμπέρασμα του Δικαστηρίου πως επρόκειτο για εκπρόθεσμη προσφυγή. Είναι λοιπόν αναγκαίο όπως επαναληφθούν τα γεγονότα αυτά.
Tην 28.4.2006 κατατέθηκε στον Έφορο Ευρεσιτεχνιών από το δικηγόρο κ. Λέλλο Δημητριάδη, ως πληρεξούσιο και εξουσιοδοτημένο πρόσωπο, αίτηση των εφεσειόντων για την κατάθεση μετάφρασης Ευρωπαϊκού Διπλώματος Ευρεσιτεχνίας, συνοδευόμενη με καταβολή του τέλους κατάθεσης. Την 31.5.2006 εστάλη στον κ. Δημητριάδη η απόδειξη παραλαβής εγγράφων με σημείωση ότι τα τέλη ανανέωσης για τον 5ον χρόνο προστασίας έπρεπε να καταβληθούν μέχρι 21.10.2006. Καθ΄όσον τα εν λόγω τέλη δεν κατεβλήθησαν, το Δίπλωμα διεγράφη αυτομάτως την 21.10.2006. Την 13.11.2006 η κα XXX Ψαρά, παρουσιαζόμενη ως πληρεξούσιος αντιπρόσωπος, κατέθεσε αίτηση για ανανέωση του Διπλώματος για τον 5ον χρόνο (21.10.2006-20.10.2007). Ο Έφορος την πληροφόρησε ότι, για να καθίστατο δυνατή η καταχώρηση της ανανέωσης, θα έπρεπε να παρουσιασθεί το σχετικό πληρεξούσιο αντιπροσώπου. Αυτό δεν παρουσιάσθηκε. Tην δε 3.10.2007 η κα XXX Ψαρά κατέθεσε αίτηση για ανανέωση του Διπλώματος για τον 6ον χρόνο (21.10.2007-20.10.2008). Πληροφορήθηκε και πάλι ότι για να καθίστατο δυνατή η καταχώρηση της ανανέωσης θα έπρεπε να κατέθετε το εν λόγω πληρεξούσιο αντιπροσώπου, παραπέμποντας και στην προηγηθείσα πληροφόρηση για την αναγκαιότητα παρουσίασης του. Ανεφέρετο επίσης στην επιστολή, εν όψει της διαγραφής, ότι:
«Αναφορικά με την ανανέωση σας πληροφορώ ότι θα διεκπεραιωθεί αφού ολοκληρωθεί η διαδικασία επαναφοράς, αφού η πιο πάνω αίτηση έχει αποσυρθεί.»
Και πάλι δεν υπήρξε ανταπόκριση, παρά μόνο την 9.10.2008 ο κ. Δημητριάδης καταχώρησε αίτηση για ανανέωση του διπλώματος για τον 7ον χρόνο (21.10.2008-20.10.2009), επισυνάπτοντας και το σχετικό πληρεξούσιο αντιπροσώπου. Η απάντηση του Εφόρου στις 13.11.2008 ήταν ότι το Δίπλωμα είχε διαγραφεί από την 21.10.2006 και δεν υπήρχε δυνατότητα επαναφοράς δυνάμει του Κανονισμού 43(1)(α) των περί Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας Κανονισμών του 1999 (Κ.Δ.Π. 46/1999).[1] Ανάλογη πληροφόρηση εστάλη την ίδια μέρα και στην κα XXX Ψαρά αναφορικά με την αίτηση που είχε υποβάλει για ανανέωση για τον 6ον χρόνο.
Την 31.3.2009 ζητήθηκε από το δικηγορικό γραφείο του Δρα Χρίστου Θεοδούλου, με το σχετικό πληρεξούσιο αντιπροσώπου, η ανανέωση του διπλώματος. Στις 22.4.2009 τον πληροφόρησαν ότι το Δίπλωμα είχε διαγραφεί από την 21.10.2006 αφού δεν κατέστη δυνατό να ολοκληρωθούν οι ανανεώσεις των προηγούμενων χρόνων.
Η προσφυγή, καταχωρηθείσα την 1.7.2009, στρέφεται κατά της απόφασης για διαγραφή του Διπλώματος ημερ. 21.10.2006 την οποία, όπως οι εφεσείοντες αναφέρουν, πληροφορήθηκαν με την τελευταία επιστολή της 22.4.2009.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο εν αντιθέσει της εισήγησης των εφεσειόντων θεώρησε, πως η πληροφόρηση τους συνετελέσθη στις 13.11.2008 με την επιστολή στον κ.Δημητριάδη, πληρεξούσιο αντιπρόσωπο των εφεσειόντων, κατά τον ουσιώδη χρόνο. Η επιστολή 22.4.2009 ήταν απλώς πληροφοριακού χαρακτήρα.
Οι εφεσείοντες μέμφονται την πρωτόδικη κρίση με διατύπωση 6 λόγων έφεσης οι οποίοι έχουν ως πυρήνα τη λανθασμένη, κατά την κρίση των εφεσειόντων, πρωτόδικη θεώρηση πως η προσφυγή ήταν εκπρόθεσμη. (2ος λόγος έφεσης). Σε συσχετισμό με αυτό το θέμα προσβάλλεται το εύρημα του Δικαστηρίου, ότι η αποστολή των επιστολών ημερ. 13.11.2008 προς δύο δικηγόρους που αναφέρονται στην απόφαση, αποτελεί ικανοποιητική απόδειξη της γνώσης των εφεσειόντων (3ος λόγος). ΄Οτι η κατάληξη του Δικαστηρίου πως υπήρχαν δύο πληρεξούσιοι αντιπρόσωποι είναι αντιφατική με τις θέσεις των εφεσιβλήτων, εφόσον τότε δεν θα είχαν δικαίωμα να διαγράψουν την ευρεσιτεχνία. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, δεν αποφάσισε ποιος από τους δύο δικηγόρους ήταν ο πληρεξούσιος αντιπρόσωπος των εφεσειόντων και εφόσον αποδέχτηκε τη μαρτυρία των εφεσιβλήτων για ύπαρξη δύο επιστολών ημερ. 13.11.2008 έπρεπε να αποφασίσει ποιος από τους δύο ήταν ο παραλήπτης της γνώσης της διαγραφής της ευρεσιτεχνίας. (4ος λόγος). Επίσης συναφής είναι και ο 1ος λόγος με τον οποίο οι εφεσείοντες ισχυρίζονται πως το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα δεν επέτρεψε την καταχώρηση μαρτυρίας υπό μορφή ενόρκου δηλώσεως του κ. XXX Horgan, Assistant Counsel of European Patents της Merck & Co Inc., Οργανισμού στον οποίο ανήκουν οι εφεσείοντες, προς απόδειξη του γεγονότος ότι οι τελευταίοι δεν έλαβαν γνώση στις 13.11.2008 για το γεγονός της διαγραφής του επίδικου διπλώματος. Εμμέσως σχετικός είναι και ο 5ος λόγος έφεσης με τον οποίο τίθεται η θέση για λανθασμένο εύρημα του Δικαστηρίου ότι δεν προσβάλλεται εκτελεστή διοικητική πράξη με την επιστολή 22.4.2009 αλλά με τις επιστολές 13.11.2008. Στη βάση του ότι οι εφεσείοντες ισχυρίζονται ότι ουδέποτε έλαβαν γνώση με τις επιστολές ημερ. 13.11.2008, ο 6ος λόγος αφορά το κατ΄ισχυρισμόν λανθασμένο εύρημα του Δικαστηρίου ότι δεν προσβάλλεται εκτελεστή διοικητική πράξη με την επιστολή 22.4.2009.
Όπως είναι φανερό όλοι οι πιο πάνω λόγοι είναι αλληλένδετοι με κύριο παρονομαστή το θέμα της γνώσης από πλευράς των εφεσειόντων σε σχέση με τη διαγραφή του εν λόγω διπλώματος.
Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι για τους εφεσείοντες στην προσπάθεια τους να πείσουν για το θέμα της έλλειψης γνώσης από πλευράς των εφεσειόντων, αναφορικά με τις επιστολές ημερ. 13.11.2008, εν πολλοίς και εκτεταμένα, ασχολήθηκαν με την ουσία της επίδικης διαφοράς, τονίζοντας τον αντιφατικό τρόπο ενέργειας και πρακτικής του Εφόρου, η οποία δημιουργούσε σύγχυση στην πλευρά των εφεσειόντων, ειδικά στη βάση ότι ο ΄Εφορος εξακολουθούσε να εισπράττει τα τέλη ανανέωσης, ακόμη και μετά τη διαγραφή.
Είναι σαφές πως για να υπάρχει ενασχόληση με οποιοδήποτε θέμα της ουσίας θα πρέπει να επιλυθεί το θεμελιακό ζήτημα του εκπροθέσμου ή μη της προσφυγής. Με βάση τις αντίστοιχες θέσεις των διαδίκων, εάν είναι δια των επιστολών 13.11.2008 που υπήρξε γνώση από πλευράς των εφεσειόντων, τότε η παρούσα προσφυγή ορθώς κρίθηκε ως εκπρόθεσμη.
Όπως αναφέρθηκε ήδη, η πλευρά των εφεσειόντων ισχυρίζεται ότι η πληροφόρηση περί της διαγραφής συνετελέσθη στις 22.4.2009 με επιστολή που εστάλη εκ μέρους του Εφόρου Εταιρειών και Επίσημου Παραλήπτη σε απάντηση αιτήματος του δικηγόρου Xρ. Θεοδούλου για ανανέωση του διπλώματος ευρεσιτεχνίας, ο οποίος είχε καταχωρήσει νέο πληρεξούσιο.
Η επιστολή αυτή (Παράρτημα 11 επί της ένστασης) έχει ως εξής:
«΄Εχω οδηγίες να αναφερθώ στην επιστολή σας ημερομηνίας 30/03/2009 σχετικά με το πιο πάνω Ευρωπαϊκό Δίπλωμα Ευρεσιτεχνίας και σας πληροφορώ ότι έχει διαγραφεί από τις 21/10/2006 για το λόγο ότι δεν κατέστη δυνατό να ολοκληρωθούν οι ανανεώσεις των προηγούμενων χρόνων»
Διαφαίνεται από τα πιο πάνω ότι το κύριο ζητούμενο είναι α) ποιος ήταν ο πληρεξούσιος αντιπρόσωπος των εφεσειόντων, κατά τον ουσιώδη χρόνο, β) κατά πόσο υπήρξε γνώση του πληρεξουσίου αυτού για τη διαγραφή και γ) εάν η γνώση του πληρεξουσίου ισοδυναμεί με γνώση του ιδιοκτήτη.
Είναι αδιαμφισβήτητο ότι στις 28.4.2006 πληρεξούσιος και εξουσιοδοτημένο πρόσωπο των εφεσειόντων ήταν ο δικηγόρος κ.Λέλλος Δημητριάδης, αφού, κατά την ως άνω ημερομηνία, κατετέθη το σχετικό πληρεξούσιο, ως έντυπο με βάση τον Καν.8(2) του Patents Law (έτσι αναγράφεται στο έντυπο), το οποίο συνόδευσε την κατάθεση της μετάφρασης του Ευρωπαϊκού Διπλώματος Ευρεσιτεχνίας (Καν.54[1]).
Σκόπιμο είναι να παραθέσουμε το λεκτικό του εντύπου της εξουσιοδότησης (με δικό μας τονισμό).
"We (αναφέρεται το όνομα των εφεσειόντων) have appointed (b) Lellos Demetriades of P.O.Box 2XXX6, Νicosia, CY1XX1 to act as my (or our) authorized agent(s) for (c) all matters relating to European Patent No. 1XXXXX5 and request that all notices, requisitions and communications relating thereto may be sent to him (them) at the above address.
I (We) by this authorization hereby revoke all previous authorisations, if there are any, in relation to the same case (s) or procedure(s).
I (We) with this present document declare that I am (we are) (d) A COMPANY REGISTERED UNDER THE LAWS OF Rome, Italy
Date: 06 February 2006 .."
To ως άνω πληρεξούσιο φαίνεται να παραμένει σε ισχύ, πλην όμως σε αίτηση που λήφθηκε από το γραφείο Εφόρου στις 27.11.2006 με τον τύπο Π.13 για την ανανέωση της πιο πάνω αίτησης διπλώματος ευρεσιτεχνίας για την περίοδο 21.10.2006 μέχρι 20.10.2007 (5ος χρόνος), αυτή συμπληρώνεται από άλλο δικηγόρο την κα XXX Ψαρά, χωρίς όμως να συνοδεύεται με έντυπο πληρεξουσίου. Επισημάνθηκε στην κα XXX Ψαρά (επιστολή εκ μέρους Εφόρου ημερ. 22.1.2007) πως «..για να καταστεί δυνατή η καταχώρηση της ανανέωσης πρέπει να καταθέσετε το σχετικό πληρεξούσιο..». Το ίδιο επαναλήφθηκε και σε δεύτερη επιστολή εκ μέρους του Εφόρου ημερ. 16.11.2007 σε σχέση με νέα αίτηση της ιδίας δικηγόρου, ημερ. 15.10.2007, στην οποία και πάλι καλείτο να καταθέσει το πληρεξούσιο, όχι αργότερα από 1 μήνα, αυτό δεν έγινε.
Επειδή ακριβώς υπήρξε έλλειψη εξουσιοδότησης της κας XXX Ψαρά κατά το χρόνο που καταβάλλονται τα τέλη δεν ισχύουν αυτά που λέχθησαν στη Δημοκρατία ν. Bayer Schering Pharma Ltd, ΑΕ175/12, 18.10.2018, ECLI:CY:AD:2018:C451.
To ζήτημα του εμπροθέσμου της προσφυγής δυνάμει του Άρθρου 146.3 του Συντάγματος είναι θεμελιακό, άμεσα συσχετιζόμενο προς το δημόσιο συμφέρον. (Miliotis ν. Republic (1969) 3 C.L.R. 597, Kritiotis ν. Municipality of Paphos and others (1986) 3 C.L.R. 322, Κωνσταντίνου ν. ΑΤΗΚ (1989) 3B Α.Α.Δ. 487, 494, και Ανθίμου ν. Δήμου Κάτω Πολεμιδιών (2002)3 Α.Α.Δ.397, 399). Σε σχέση δε με κοινοποίηση μιας πράξης στον αιτητή ή στον αντιπρόσωπο του και την έναρξη της προθεσμίας σχετική είναι η υπόθεση L'Union Nat. Ltd κ.ά. ν. Συμβ. Αποχ. Λ/σού-Αμαθούντας (1998)3 Α.Α.Δ. 513. Στο Σύγγραμμα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959 σελ. 252, προκύπτει πως η κοινοποίηση μιας πράξης μπορεί να γίνει και στο δικηγόρο του αιτητή, όπως εν προκειμένω.
Είναι σαφές ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε πως πληρεξούσιος αντιπρόσωπος κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν ο κ.Λέλλος Δημητριάδης. Ο μόνος που είχε κατατεθειμένο πληρεξούσιο στον ΄Εφορο, το κείμενο του οποίου καταγράψαμε πιο πάνω. Προκύπτει πως οι ενέργειες της κας XXXΨαρά - αφ΄ης στιγμής δεν καταχωρήθηκε το πληρεξούσιο που θα της έδιδε βάθρο νομιμοποίησης - δεν είχαν υπόσταση και παρελθούσης απράκτου της περιόδου που δόθηκε για να προσκομιστούν τα σχετικά έγγραφα, οι εφεσίβλητοι διέγραψαν το δίπλωμα με ισχύ από τις 21.10.2006, χωρίς να έχει βεβαίως σημασία εάν ήταν Σάββατο ή Κυριακή η ημέρα αυτή.
Ως εκ της μη υπόστασης των ενεργειών της ως άνω δικηγόρου, τα τέλη δεν μπορούσαν να θεωρηθούν καταβληθέντα έστω και αν εισπράχθησαν.
Όταν πλέον ο κ.Δημητριάδης καταχώρησε στις 9.10.2008 αίτηση ανανέωσης για τον 7ον χρόνο, (21.10.2008-20.10.2009) επισυνάπτοντας και το σχετικό έντυπο πληρεξουσίου ίδιας ημερομηνίας (Παράρτημα 7 της ένστασης), στέλνεται η ως άνω απάντηση του Εφόρου ημερ. 13.11.2008 με την οποία τον πληροφόρησαν για την απόρριψη. Είναι φανερό ότι είναι αυτή η επιστολή που ενδιαφέρει. Τίθεται ευθέως το ερώτημα αν ορθώς αποφασίστηκε πρωτοδίκως πως είναι από την επιστολή 13.11.2008 που άρχετο η προθεσμία για την προσφυγή και όχι από τις 22.4.2009 με την επιστολή προς τον κ. Χρ.Θεοδούλου με το νέο πληρεξούσιο των εφεσειόντων.
Από το ίδιο το κείμενο του πληρεξουσίου, το οποίο καταγράψαμε αυτούσιο πιο πάνω, προκύπτει πως η υποχρέωση ή η ευχέρεια των εφεσιβλήτων ήταν να επικοινωνούν με τον πληρεξούσιο αντιπρόσωπο, όπως και έπραξαν, με την επιστολή 13.11.2008 προς τον κ.Δημητριάδη. Δεν υπήρξε ανατροπή του τεκμηρίου ότι η επιστολή ταχυδρομήθηκε και παραλήφθηκε, (βλ. τον περί Ερμηνείας Νόμο, Κεφ.1, άρθρο 2[2] και Latifundia Properties Ltd ν. Ψακή κ.ά. (2003)1 Α.Α.Δ. 670, ΄Ελληνας κ.ά. ν. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ, Πολ.εφ.87/2013, 3.12.2019, ECLI:CY:AD:2019:A503, Λαϊκή Κυπρ. Τράπεζα Λτδ ν. Χαριλάου Λτδ κ.ά. (2009)1Α, Α.Α.Δ. 479 και Εργατίδης κ.ά. ν. Bank of Cyprus Public Co.Ltd πολ.εφ.111/2012, 11.12.2017), ECLI:CY:AD:2017:A450.
Με βάση αυτό το δεδομένο δεν είχε οποιαδήποτε σημασία η μαρτυρία που επιχείρησαν οι εφεσείοντες να εισαγάγουν με ενδιάμεση αίτηση τους προς το πρωτόδικο Δικαστήριο, η οποία και απορρίφθηκε.
΄Εχοντας υπόψη τα πιο πάνω, ορθά κρίθηκε και σε πραγματικό και σε νομικό επίπεδο από το πρωτόδικο Δικαστήριο, πως η πλευρά των εφεσειόντων δια του πληρεξουσίου της κ.Δημητριάδη, έλαβε γνώση για τη διαγραφή στις 13.11.2008 και πως η προθεσμία για καταχώρηση προσφυγής είχε αφετηρία αυτή την επιστολή και όχι την μεταγενέστερη ημερ. 22.4.2009 η οποία είχε μόνο πληροφοριακό χαρακτήρα.
Για τους λόγους που έχουμε εξηγήσει η έφεση απορρίπτεται με έξοδα €3,000 υπέρ των εφεσιβλήτων.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.
ΠΑΝΑΓΗ, Δ.
ΓΙΑΣΕΜΗ, Δ.
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.
ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.
[1] 43.—(1)(α) Μέσα σε δώδεκα μήνες από τη λήξη της περιόδου χάριτος που αναφέρεται στον Κανονισμό 42(1)(β), οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο πρόσωπο δύναται να υποβάλει αίτηση στον Έφορο να επαναφέρει την αίτηση η οποία φαίνεται ότι έχει αποσυρθεί ή το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας που έχει εκπνεύσει, με βάση τον παρόντα Κανονισμό 42(1 )(γ).
[2] «επίδοση με ταχυδρομείο"- όταν Νόμος ή δημόσιο έγγραφο επιτρέπει ή απαιτεί όπως έγγραφο επιδοθεί ταχυδρομικώς, ανεξάρτητα αν χρησιμοποιείται η έκφραση επίδοση ή η έκφραση "δοθεί" ή "αποσταλεί" ή οποιαδήποτε άλλη έκφραση τότε, εκτός αν φαίνεται αντίθετη πρόθεση, η επίδοση θα λογίζεται ότι γίνεται με την κανονική αποστολή, προπληρωμή και ταχυδρόμηση επιστολής που περιέχει το έγγραφο και εκτός αν αποδεικνύεται το αντίθετο, ότι επιτεύχθηκε κατά το χρόνο κατά τον οποίο η επιστολή θα παραδινόταν με τη συνηθισμένη πορεία του ταχυδρομείου.