ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Παρπαρίνος, Λεωνίδας Χριστοδούλου, Μιχαλάκης Σταματίου, Κατερίνα Στυλιανίδου-Πούγιουρου, Αντρούλα Μαλαχτός, Χάρης Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2020-01-20 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο LELLA KENTONIS INVESTMENTS CO LTD ν. ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΚΡΑΤΙΚΩΝ ΑΓΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΜΗΘΕΙΩΝ κ.α., Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 142/2013, 20/1/2020 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2020:C26

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 142/2013)

(Υπ. Αρ. 1549/2010)

 

20 Ιανουαρίου, 2020

                                                        

[ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

LELLA KENTONIS INVESTMENTS CO LTD,

 

Εφεσείουσα/Αιτήτρια,

 

ΚΑΙ

 

              ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ

1.ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ

ΚΡΑΤΙΚΩΝ ΑΓΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΜΗΘΕΙΩΝ,

2.ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΚΡΑΤΙΚΩΝ ΑΓΟΡΩΝ

ΚΑΙ ΠΡΟΜΗΘΕΙΩΝ,

3.ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,

 

Εφεσίβλητοι/Καθ΄ων η Αίτηση.

_ _ _ _ _ _

 

 

 

Ελ. Τόλλα (κα) για Μ. Ηλιάδη & Συνεταίροι ΔΕΠΕ, για την

 Εφεσείουσα.

 

Ρ. Παπαέτη (κα), Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, εκ μέρους του

 Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους.

 

_ _ _ _ _ _

 

ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

 θα δοθεί από την Σταματίου, Δ.

­­­

_ _ _ _ _ _

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Η εφεσείουσα ήταν αποτυχών προσφοροδότης στο διαγωνισμό που προκηρύχθηκε από το Τμήμα Κρατικών Αγορών και Προμηθειών για την προμήθεια αντιπυρικών φορμών χειριστών και μηχανικών ελικοπτέρων-αεροσκαφών. Η απόρριψη της προσφυγής που ασκήθηκε από την εφεσείουσα, συνεπεία της κατακύρωσης του διαγωνισμού υπέρ του ΕΜ, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας έφεσης.

 

Ηγέρθηκαν δύο λόγοι έφεσης. Με τον πρώτο λόγο έφεσης η εφεσείουσα προβάλλει ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο έσφαλε στην απόρριψη του λόγου ακύρωσης 3, σύμφωνα με τον οποίο η προσφορά του ΕΜ, εταιρείας Gevo Ltd, δεν πληρούσε ουσιώδεις όρους των τεχνικών προδιαγραφών του διαγωνισμού και, συνεπώς, η απόφαση των καθ' ων η αίτηση λήφθηκε υπό πλάνη περί τα πράγματα, λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας.

 

Ειδικότερα, προβάλλεται πως ελλείπει από τα πρακτικά της εφεσίβλητης 1, Επιτροπής Αξιολόγησης Τμήματος Κρατικών Αγορών και Προμηθειών, η ενασχόληση της Επιτροπής με το κατά πόσον η προσφορά, είτε του ΕΜ είτε οποιουδήποτε άλλου προσφοροδότη, πληρούσε τις τεχνικές προδιαγραφές των όρων της προσφοράς. Αυτές αποτελούν ουσιώδες μέρος του διαγωνισμού και, συνεπώς, η τήρησή τους είναι υποχρεωτική. Εισηγείται πως η προσφορά του ΕΜ δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις των τεχνικών προδιαγραφών (iii) και (vi) του Πίνακα ΙΙΙ.

 

Περαιτέρω, λανθασμένα κρίθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι η προσκόμιση βεβαίωσης πως η κατασκευάστρια εταιρεία έχει την ικανότητα και τα μέσα να ολοκληρώσει τη σύμβαση δεν ήταν κατοπινή, εφόσον προσκομίστηκε πριν τη λήψη της απόφασης. Όμως, αυτό έγινε, απαραδέκτως, μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής προσφορών.

 

Η εφεσείουσα εντοπίζει, επίσης, σφάλμα στο συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου πως, επειδή για όλους ισχύει το έντυπο για τη συμπλήρωσή του με «ΝΑΙ» ή «ΟΧΙ», αυτό δεν επιτρέπει στους αιτητές να παραπονούνται ότι χωρίς αποδείξεις που να υποστηρίζουν τα «ΝΑΙ» δεν αποδεικνυόταν η πλήρωση των προδιαγραφών. Σφάλμα εντοπίζεται, κατά την εφεσείουσα, και στο ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο, κατά την κρίση της νομιμότητας της διοικητικής απόφασης, λήφθηκαν υπόψη πραγματικά δεδομένα κατοπινά του ουσιώδους χρόνου λήψης της διοικητικής απόφασης. Ειδικότερα, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι το γεγονός ότι στον κατάλογο της κατασκευάστριας εταιρείας, αντί να παρουσιάζεται η ζητούμενη φόρμα, παρουσιάστηκε κάτι διαφορετικό, αυτό δεν επηρέαζε τη νομιμότητα της απόφασης κατακύρωσης, διότι μετά την κατακύρωση φάνηκε πως το κατατεθέν δείγμα ήταν άλλο από αυτό του καταλόγου και, εν πάση περιπτώσει, που δεν ήταν το ζητούμενο στους όρους του διαγωνισμού.

 

Περαιτέρω, με παραπομπή στην παράγραφο 11.3(1) των όρων της προσφοράς, η εφεσείουσα προβάλλει πως δεν πληρούνται οι τεχνικές προδιαγραφές στην προσφορά του ΕΜ, όπως και στην παράγραφο 10.3.2(2), Πίνακα ΙΙΙ του Τεκμηρίου 2. Από την επίσημη ιστοσελίδα του νόμιμου εκπρόσωπου του οίκου κατασκευής των προσφερόμενων προϊόντων του ΕΜ, Calsta Work Wear, δεν διαφαίνεται προϊόν παρόμοιο με τις αντιπυρικές φόρμες μηχανικών ελικοπτέρων-αεροσκαφών, γεγονός που δημιουργεί ερωτηματικά.

 

Ούτε και αναφορικά με το περιεχόμενο των βεβαιώσεων καταδεικνύεται ότι τα προϊόντα της εταιρείας Calsta Work Wear είναι σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές που τέθηκαν στο διαγωνισμό.

 

Με τα πιο πάνω, κατά την εφεσείουσα, δεν καλείται το Δικαστήριο να εκδώσει απόφαση τεχνικής κρίσης, αλλά να ελέγξει τη νομιμότητα της απόφασης.

 

Οι εφεσίβλητοι, από την άλλη, ορθά παραπέμπουν στην πρωτόδικη απόφαση, σύμφωνα με την οποία τα προϊόντα που εκτίθενται στην ιστοσελίδα των κατασκευαστών (Calsta) σημειώνονται ως ενδεικτικά και «για περισσότερες προτάσεις και πληροφορίες επικοινωνήστε μαζί μας». Συνεπώς, ορθή είναι η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν μπορεί να γίνει δεκτή η εισήγηση πως αυτό αποτελεί αποδεικτικό στοιχείο ότι η κατασκευάστρια εταιρεία δεν διαθέτει την απαραίτητη εμπειρία για τον εξοπλισμό αυτό.

 

Οι εφεσίβλητοι αναφέρονται, επίσης, σε αντίγραφο του καταλόγου των κυριότερων συμβάσεων που έχει εκτελέσει η κατασκευάστρια εταιρεία, το οποίο επισυνάφθηκε στη γραπτή τους αγόρευση στην πρωτόδικη διαδικασία και στον πιστοποιημένο προμηθευτή των πρώτων υλών της κατασκευάστριας εταιρείας. Επιπρόσθετα, η κατασκευάστρια εταιρεία, με επιστολή της ημερομηνίας 10.9.2010 προς τον επιτυχόντα προσφοροδότη, διαβεβαίωσε ότι διαθέτει την απαραίτητη εμπειρία, εξοπλισμό και πόρους για να κατασκευάσει τις εν λόγω φόρμες σύμφωνα με τους όρους του διαγωνισμού.

 

Ως προς τη θέση ότι με την επιλογή του «ΝΑΙ» στο σχετικό έντυπο δεν αποδεικνύεται η πλήρωση των προδιαγραφών, παρατηρείται ότι υπήρχαν ενώπιον των εφεσίβλητων τα απαραίτητα δεδομένα για να καταλήξουν στην εν λόγω απόφαση.

 

Αναφορικά με τον ισχυρισμό της εφεσείουσας ότι στον κατάλογο της κατασκευάστριας εταιρείας παρουσιάζεται άλλη από τη ζητούμενη φόρμα, εύστοχα σημειώνει το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι το γεγονός αυτό δεν επηρέασε τη διοικητική κρίση ώστε η προσβαλλόμενη απόφαση να είχε ληφθεί υπό πλάνη. Σχετική είναι η επιστολή του Τμήματος Κρατικών Αγορών και Προμηθειών, ημερομηνίας 15.12.2010, στην οποία παραπέμπει το πρωτόδικο Δικαστήριο ως στοιχείο ενισχυτικό της δικής του κρίσης και όχι ασφαλώς της Επιτροπής Αξιολόγησης που προηγήθηκε.

 

Ο πρώτος λόγος έφεσης θα πρέπει να απορριφθεί και για το λόγο ότι η εφεσείουσα δεν νομιμοποιείται να προβάλλει ότι εκπρόθεσμα διερευνήθηκε η συμμόρφωση της προσφοράς του επιτυχόντα προσφοροδότη, καθότι αυτό έγινε κατόπιν ενεργοποίησης της πρόνοιας του όρου 11.5(2) του Μέρους Α των Εγγράφων του διαγωνισμού για παροχή διευκρινήσεων, τις οποίες ζητά η Επιτροπή Αξιολόγησης από τον οικονομικό φορέα. Αλλά και επιπρόσθετα επειδή, με ακριβώς τον ίδιο τρόπο ζητήθηκαν διευκρινήσεις και από την εφεσείουσα.

 

Με το δεύτερο λόγο έφεσης η εφεσείουσα προβάλλει ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο έσφαλε όταν απέρριψε το λόγο ακυρώσεως αναφορικά με το ότι η προσβαλλόμενη απόφαση έπασχε ως αναιτιολόγητη κατά τρόπο που καθιστούσε αδύνατο τον αναθεωρητικό έλεγχο του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

 

Κατά την εισήγηση, είναι αναιτιολόγητη η απόφαση της Επιτροπής Αξιολόγησης ως προς την πλήρωση των προϋποθέσεων και των τεχνικών προδιαγραφών των όρων του διαγωνισμού από το ΕΜ, με αποτέλεσμα να μην είναι επιτρεπτός ο δικαστικός έλεγχος. Το να θέσει κάποια ΝΑΙ ή ΟΧΙ σε σχετικό έντυπο η Επιτροπή Αξιολόγησης ως προς την πλήρωση ή όχι των όρων του Διαγωνισμού, δεν καθιστά αιτιολογημένη και σαφή τη διοικητική απόφαση.

 

Αναφορικά με τον δεύτερο λόγο έφεσης, ορθά οι εφεσίβλητοι επισημαίνουν πως, όσο κι αν η εφεσείουσα εισηγείται το αντίθετο, καλείται το Δικαστήριο να ασκήσει πρωτογενή κρίση  επί της κρίσης της Επιτροπής Αξιολόγησης ως προς την πλήρωση των τεχνικών προδιαγραφών, κάτι που έχει κριθεί νομολογιακά ανεπίτρεπτο (βλ. Ε. Φιλίππου Λτδ ν. Δημοκρατίας (2004) 3 ΑΑΔ 389). Πέραν τούτου, είναι ορθή η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν υπήρξε πλάνη, κακοπιστία ή έλλειψη δέουσας έρευνας. Πρόκειται για απόφαση αιτιολογημένη μέσα από την οποία καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος, χωρίς την ανάγκη για περαιτέρω εξειδίκευση των λόγων, οι οποίοι οδήγησαν στην έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω, η πρωτόδικη κρίση είναι καθόλα ορθή και, ως εκ τούτου, και ο δεύτερος λόγος έφεσης απορρίπτεται.

 

Η έφεση απορρίπτεται με €2.500 έξοδα εναντίον της εφεσείουσας.

 

 

ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.

 

 

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.

 

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.

 

 

ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.

 

 

                                                                          ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.

/ΧΤΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο