ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Παμπαλλής, Κώστας Σταύρου Μιχαηλίδου, Δέσπω Χριστοδούλου, Μιχαλάκης Γιασεμή, Γιασεμής Ν. Ψαρά-Μιλτιάδου, Τάσια Θάλεια Ραφτοπούλου, για Αλέκος Ευαγγέλου amp;amp;amp; Σία Δ.Ε.Π.Ε., για την Εφεσείουσα. Σίμος Ν. Ανδρέου, για την Εφεσίβλητη. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2019-09-13 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ν. ΣΑΝΤΗ, Aναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 31/2013, 13/9/2019 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2019:C366

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

(Aναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 31/2013)

 

 

13 Σεπτεμβρίου, 2019

 

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ,  ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/στές]

 

 

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,

 

Εφεσείουσα-Καθ' ης η Αίτηση,

ν.

 

 

xxx ΣΑΝΤΗ,

 

Εφεσίβλητης-Αιτήτριας.

________________________

 

Θάλεια Ραφτοπούλου, για Αλέκος Ευαγγέλου & Σία Δ.Ε.Π.Ε., για την Εφεσείουσα.

Σίμος Ν. Ανδρέου, για την Εφεσίβλητη.

_________________________

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.:  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

θα δώσει ο Δικαστής Γ.Ν. Γιασεμής.

________________________

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.:  Με την  υπό κρίση έφεση, η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, εφεσείουσα, επιδιώκει την ανατροπή της απόφασης με την οποία έγινε δεκτή η προσφυγή αρ. 105/2010 της εφεσίβλητης xxx Σάντη.  Με αυτήν, ακυρώθηκε η προαγωγή των ενδιαφερομένων προσώπων xxx Γρηγοριάδου, xxx Λουκά και xxx Προκοπίου στη μόνιμη θέση Βοηθού Διευθυντή.  Την απόφαση για την εν λόγω προαγωγή είχε λάβει ο Διοικητής της εφεσείουσας, (ο Διοικητής), ενεργώντας «σύμφωνα με τη γνώμη της Επιτροπής Προσωπικού», (άρθρο 20(1)(δ) και (2) του περί της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμου του 2002, (Ν. 138(Ι)/2002), όπως αυτός έχει τροποποιηθεί).

 

Προς τον πιο πάνω σκοπό, προβλήθηκαν έξι, συνολικά, λόγοι, εκ των οποίων ο πρώτος δεν προωθήθηκε.  ΄Οπως, ουσιαστικά, δήλωσε κατά την έναρξη της ακρόασης της έφεσης η ευπαίδευτη συνήγορος της εφεσείουσας, την πιο πάνω πορεία επέβαλλε η απόφαση στην υπόθεση Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου κ.ά. ν. Γιαννάκη Τσικκουρή κ.ά., Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 19/2011 και 23/2011,  22.12.2016[1].  Με την πιο πάνω δήλωση, συμφώνησε, βεβαίως, και ο ευπαίδευτος συνήγορος της εφεσίβλητης.  Σημειώνεται ότι εφεσείουσα στην προαναφερθείσα υπόθεση ήταν, όπως και εδώ, η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου. 

 

Παρά την πιο πάνω συμφωνία των συνηγόρων, κρίνεται ορθό να λεχθούν κάποια πράγματα, επεξηγηματικά της σχετικής νομολογίας, δεδομένης της επίδρασής της στο αποτέλεσμα της έφεσης.  Η πιο πάνω υπόθεση και η παρούσα έχουν, σχεδόν, όμοια γεγονότα.  Η διαφορά τους, η οποία είναι επουσιώδης, έγκειται μόνο στο ότι η θέση προαγωγής, σε εκείνην την υπόθεση, ήταν θέση Λειτουργού, Γ΄ Τάξεως, ενώ, στην παρούσα, είναι θέση Βοηθού Διευθυντή.  Σημαντική, ωστόσο, είναι η ομοιότητά τους.  Είχε ληφθεί υπόψη, και στις δύο υποθέσεις, προς το σκοπό αξιολόγησης της αξίας των υποψηφίων για το έτος 2007, το κριτήριο της «Ιδιαίτερα Εξαιρετικής Απόδοσης».  Αυτό καθιερώθηκε στις 21.12.2007, με σχετική εγκύκλιο του Διοικητή, ο οποίος είχε εξουσία προς τούτο[2].  Σε εκείνο το χρονικό σημείο, η περίοδος για την οποία θα αξιολογούντο οι υποψήφιοι για τις πιο πάνω θέσεις, και στις δύο υποθέσεις, είχε, ήδη, συμπληρωθεί.  Επομένως, η εφαρμογή της εν λόγω εγκυκλίου και η αξιολόγηση των υποψηφίων, στη βάση, συνακόλουθα, ανωτέρω, η οποία, παρεμπιπτόντως, διενεργήθηκε εντός του έτους 2008, έφερε έντονο το στοιχείο της αναδρομικότητας.  Στην πρωτόδικη διαδικασία, η οποία εφεσιβλήθηκε με τις προαναφερθείσες αναθεωρητικές εφέσεις, εξετάστηκε το πιο πάνω θέμα και διαπιστώθηκαν, σχετικά, τα εξής:-

 

«... η διαδικασία αξιολόγησης των υπαλλήλων για κάθε έτος βασίζεται στη συστηματική παρακολούθηση και καταγραφή των καθηκόντων τους καθ' όλη την διάρκεια του χρόνου και αποτελεί μια συνεχή διαδικασία ανεξάρτητα από την χρονική στιγμή υπογραφής των εκθέσεων και ... είναι δικαίωμα του κάθε υπαλλήλου στα πλαίσια της χρηστής διοίκησης καθώς και της διαφάνειας και συνέπειας που πρέπει να διέπει τις δημοσιοϋπαλληλικές σχέσεις να γνωρίζει τα επίπεδα βαθμολόγησης του και τον τρόπο αξιολόγησης του κάθε χρόνο.  Συνεπώς τροποποιητική εγκύκλιος που εφαρμόζεται αιφνιδιαστικά για τις αξιολογήσεις του τρέχοντος έτους που εκδόθηκε όχι για το επόμενο, για την οποία μάλιστα το προσωπικό του κάθε τμήματος της Τράπεζας έλαβε γνώση μόλις 2 μήνες πριν την αξιολόγηση του, επιφέρει εμμέσως αναδρομικά αποτελέσματα με την έννοια της κατά παράβαση των πιο πάνω θεμελιωδών διοικητικών αρχών καταχρηστικής εφαρμογής της.»

 

 

 

Η πιο πάνω κρίση υιοθετήθηκε στην πρωτόδικη υπόθεση, από την οποία προέκυψε η παρούσα έφεση, δεδομένης της ομοιότητας των γεγονότων στις δύο υποθέσεις, όπως και στην εκτενή επί του θέματος απόφαση της Ολομέλειας στις προαναφερθείσες αναθεωρητικές εφέσεις, η οποία διαπίστωσε, επίσης, ότι η εγκύκλιος «εφαρμόστηκε για παρελθόντα έτη (αξιολόγηση του 2007)».  Από τη συζήτηση δε, που ακολούθησε, των σχετικών αρχών στα άρθρα 50 και 51 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, (Ν. 158(Ι)/1999), η Ολομέλεια, σε συμφωνία με το πρωτόδικο Δικαστήριο, κατέληξε ότι υπήρξε «παράβαση των θεμελιωδών διοικητικών αρχών ως εκ της καταχρηστικής εφαρμογής της εγκυκλίου.».  Η αναφορά είναι στις αρχές της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης.  Προσδόθηκε, έτσι, στην εν λόγω κρίση υπόσταση αυθεντίας ως προς την επικρατούσα θέση του Νόμου στο συγκεκριμένο τομέα, καθιστώντας την, τοιουτοτρόπως, δεσμευτική για κάθε άλλο δικαστήριο.  Εμφανώς, είναι στη βάση αυτήν που η ευπαίδευτη συνήγορος για την εφεσείουσα, ορθώς, δεν προώθησε τον πρώτο λόγο έφεσης, ο οποίος ασχολείται, ακριβώς, με την πιο πάνω πτυχή της υπόθεσης και αφορά τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα 2 και 3.  Δέον να σημειωθεί ότι η μη προώθηση, ως ανωτέρω, του πρώτου λόγου έφεσης, ο οποίος και απορρίπτεται, οδηγεί την ίδια την έφεση, όσον αφορά το μέρος αυτής που σχετίζεται με τα εν λόγω ενδιαφερόμενα πρόσωπα, σε αποτυχία. 

 

΄Ομοια είναι η τύχη και των λόγων έφεσης 2 και 3, εφόσον αυτοί, ουσιαστικά, θέτουν θέματα, με τα οποία καταπιάστηκε ο λόγος έφεσης 1.  ΄Οπως και στην περίπτωση, ανωτέρω, του πρώτου λόγου έφεσης, έτσι και με τους λόγους αυτούς προσβάλλεται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία η αναδρομική εφαρμογή, ήτοι για το 2007, της εν λόγω εγκυκλίου χαρακτηρίστηκε ως καταχρηστική.  Η διαπίστωση αυτή, όπως έχει ήδη αναφερθεί, κρίθηκε από την Ολομέλεια ως ορθή· η δήλωση επί τούτου παρατίθεται αυτούσια πιο πάνω.  Οδήγησε δε το Δικαστήριο, πρωτόδικα, να αποφασίσει, ορθά σύμφωνα με την απόφαση της Ολομέλειας, ότι η αξιολόγηση των υποψηφίων για τη συγκεκριμένη θέση είχε ληφθεί εκτός του πλαισίου της νομιμότητας που καθορίζουν οι προαναφερθείσες αρχές, οι οποίες, όπως διαπιστώθηκε, είχαν παραβιαστεί.  Επομένως, στην ίδια βάση, ανωτέρω, ούτε και οι λόγοι αυτοί ευσταθούν.

 

΄Οσον αφορά το ενδιαφερόμενο πρόσωπο 1, η υπόθεση, πρωτοδίκως, κρίθηκε πάνω σε εντελώς διαφορετικά γεγονότα και νομική βάση.  Σχετικός με την πτυχή αυτήν είναι ο λόγος έφεσης 5, με τον οποίο προσβάλλεται, ως λανθασμένη, η συναφής κρίση πρωτοδίκως.  Κατ' αρχάς, ως προς τα γεγονότα, αποτελεί κοινό τόπο ότι η υπηρεσιακή έκθεση του ενδιαφερομένου προσώπου 1 για το έτος 2008 συντάχθηκε από ένα μόνο πρόσωπο, τον Ανώτερο Διευθυντή της Διεύθυνσης στην οποία αυτό υπηρετούσε.  Η διευθέτηση, η οποία επιτρέπει η υπηρεσιακή έκθεση να συντάσσεται «από τον άμεσα προϊστάμενο» του υπό αξιολόγηση υπαλλήλου, όπως εν προκειμένω, είναι δυνατή, εφόσον, σύμφωνα με την υποπαράγραφο (3) της παραγράφου 12 των Οδηγιών, «είναι πρακτικά αδύνατη η εφαρμογή των υποπαραγράφων (1) και (2)[3]» της εν λόγω παραγράφου.

 

Στην περίπτωση όπου είναι πρακτικά αδύνατη η σύσταση τριμελούς ή, έστω, διμελούς ομάδας αξιολόγησης, που προβλέπεται στις υποπαραγράφους (1) και (2), αντίστοιχα, της παραγράφου 12 των Οδηγιών, απαιτείται όπως η μη τήρηση των εν λόγω προνοιών αιτιολογείται επαρκώς από τη διοίκηση.  Με αυτόν τον τρόπο, διασφαλίζεται η αρχή της διαφάνειας και της αμεροληψίας, σε σχέση με τη συγκεκριμένη πτυχή, η οποία αφορά στη σύνταξη των υπηρεσιακών εκθέσεων των υπαλλήλων της εφεσείουσας, κατοχυρώνοντας, έτσι, τη διαδικασία έναντι του ενδεχομένου κατάχρησης, η οποία δυνατό, άλλως πως, να παρεισφρήσει σε αυτήν.  Την πιο πάνω προσέγγιση για την ανάγκη ύπαρξης επαρκούς αιτιολογίας, σαφώς, αποδέχεται στην απόφασή της και η Ολομέλεια στην υπόθεση Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου ν. Στέλλας Σάντη κ.ά., Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 148/2011, 15.9.2017.  Εκεί, διαπιστώθηκε ότι η αναγκαία αιτιολογία ήταν εμφανής από τα στοιχεία του προσωπικού φακέλου και την έκθεση αξιολόγησης του ενδιαφερομένου προσώπου.    

 

Η αντιμετώπιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, όσον αφορά την πιο πάνω παράλειψη, ήταν συνοπτική.  ΄Οπως το ίδιο το έθεσε, δεν υπήρχε οτιδήποτε ενώπιόν του που να καταδείκνυε «'πρακτική αδυναμία' για τη μη σύσταση τριμελούς ομάδας αξιολόγησης».  Πράγματι, δεν υπάρχει οποιαδήποτε σχετική αναφορά στους υπηρεσιακούς φακέλους των εμπλεκομένων ενδιαφερομένων προσώπων.  Κατέληξε δε πως, για το λόγο αυτόν, η προσφυγή έπρεπε να επιτύχει σε σχέση με το ενδιαφερόμενο πρόσωπο 1.  Το Δικαστήριο, με την πιο πάνω παρατήρηση και κατάληξή του, ουσιαστικά, εφάρμοσε τις πιο πάνω αρχές.  Η κρίση του δε, συναφώς, είναι ορθή και, επομένως, ούτε και ο λόγος 5 είναι δυνατό να επιτύχει. 

 

Κατά την αγόρευσή της, η ευπαίδευτη συνήγορος για την εφεσείουσα, εισηγήθηκε πως, στη βάση της απόφασης της πλειοψηφίας στις προαναφερθείσες αναθεωρητικές εφέσεις, ο λόγος έφεσης 4 πρέπει να επιτύχει.  Η πτυχή αυτή της υπόθεσης εξετάζει το θέμα της ορθότητας της συμμετοχής συγκεκριμένου Ανώτερου Διευθυντή Διεύθυνσης, προϊσταμένου των ενδιαφερομένων προσώπων 1 και 3, στην Επιτροπή Προσωπικού, κατά τη διαδικασία των υπό αναφορά προαγωγών.  Στις εν λόγω αναθεωρητικές εφέσεις, κρίθηκε ότι δεν υπήρχε οτιδήποτε το επιλήψιμο ως προς την πιο πάνω συμμετοχή.  Επομένως, η εισήγηση της συνηγόρου είναι ορθή.  Πλην, όμως, η επιτυχία του συγκεκριμένου λόγου δεν αρκεί, προκειμένου να επιτύχει η έφεση, δεδομένης της αποτυχίας των υπολοίπων λόγων αυτής και του γεγονότος ότι η έφεση καταχωρίστηκε από τη Διοίκηση.    

 

Για τους πιο πάνω λόγους, η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ της εφεσίβλητης και εναντίον της εφεσείουσας, τα οποία καθορίζονται στο ποσό των €3.500,00, συν Φ.Π.Α.

 

 

 

 

 

                                                     Κ. Παμπαλλής, Δ.

 

 

 

 

                                                     Δ. Μιχαηλίδου, Δ.

 

 

 

 

                                                     Μ. Χριστοδούλου, Δ.      

 

 

 

 

                                                     Γ. Ν. Γιασεμής, Δ.

 

 

 

 

                                                     Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.

 

 

/ΜΠ



[1] Επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις 925/2008 και 1152/2008, η οποία εφαρμόστηκε στην υπό έφεση πρωτόδικη απόφαση.

  

 

[2] Βλ. παράγραφο 12.(9) των περί Υπαλλήλων της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου (΄Οροι Υπηρεσίας) Οδηγιών του 2004, (Κ.Δ.Π. 233/2004), (οι «Οδηγίες»):  «Το Σύστημα Αξιολόγησης, περιλαμβανομένης και της σύνταξης των Υπηρεσιακών Εκθέσεων, ρυθμίζεται με βάση τις εκάστοτε εγκύκλιες οδηγίες του Διοικητή.»

[3] «12.-(1)  Οι υπηρεσιακές εκθέσεις των μόνιμων υπαλλήλων συντάσσονται κάθε χρόνο πάνω σε ειδικό έντυπο από τριμελή ομάδα αξιολόγησης στην οποία μετέχουν ο προϊστάμενος της υπηρεσίας στην οποία ο υπάλληλος υπηρέτησε για περίοδο όχι μικρότερη από έξι μήνες, ο Βοηθός Διευθυντής ή Διευθυντής, ανάλογα με την περίπτωση και ο Ανώτερος Διευθυντής της Διεύθυνσης.  Στην περίπτωση των Διευθυντών και Βοηθών Διευθυντών, η τριμελής ομάδα αξιολόγησης θα αποτελείται από το Διοικητή, τον Ανώτερο Διευθυντή της Διεύθυνσης στην οποία υπηρετούν και τον Ανώτερο Διευθυντή άλλης Διεύθυνσης, τον οποίο θα ορίζει ο Διοικητής.

 

(2)  Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατόν να συσταθεί τριμελής ομάδα αξιολόγησης, οι εκθέσεις θα συντάσσονται από τον προϊστάμενο το Τμήματος ή της Υπηρεσίας κάτω από τον οποίο ο υπάλληλος υπηρέτησε για περίοδο όχι μικρότερη από έξι μήνες και από τον Ανώτερο Διευθυντή της Διεύθυνσης.»

   


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο