ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
STELIOS P ORPHANIDES ν. VYRON MICHAELIDES (1968) 1 CLR 295
SOFOCLI ν. LEONIDOU (1988) 1 CLR 583
?Aγαθοκλέους Aνδρέας ν. EΔAΞYΛ Ξυλουργικές Eπιχειρήσεις Λτδ και Άλλου (1997) 1 ΑΑΔ 302
Παπακόκκινου Bερεγγάρια Π. και Άλλη ν. Δήμου Πάφου (Aρ. 2) (1999) 1 ΑΑΔ 1772
Πουργουρίδης Ευάγγελος (2015) 1 ΑΑΔ 1403, ECLI:CY:AD:2015:A459
Ρόπας άλλως Ιερόθεος Χριστοδούλου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2010) 2 ΑΑΔ 226
Aντωνίου Aνδρέας ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 339
Eλεγκτική Yπηρεσία Συνεργατικών Eταιρειών v.Aγαθοκλή Παπαγεωργίου και Άλλων (2000) 3 ΑΑΔ 151
Κυπριακή Δημοκρατία ν. Ζήνας Πουλλή (2001) 3 ΑΑΔ 1060
Βενιζέλου Χρύσανθος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2015) 3 ΑΑΔ 211, ECLI:CY:AD:2015:C360
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2019:C398
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
26 Σεπτεμβρίου, 2019
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΠΑΝΑΓΗ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΓΙΑΣΕΜΗ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/στες]
ΚΑΤΣΟΥΡΗ
Eφεσείουσα/Αιτήτρια
Και
ΚΥΠΡΙΑΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ
- - - - - - - -
Aίτηση ημερ. 10.10.2018
Α.Σ.Αγγελίδης, για την Αιτήτρια
Ν.Κλεάνθους, (κα), για Χρ.Τριανταφυλλίδη, Καθ΄ων η αίτηση
-------- ----------- --------
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί από την Ψαρά-Μιλτιάδου, Δικαστή.
-------- ----------- -------
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Η αιτήτρια (πρώην εφεσείουσα) διατυπώνει δια της παρούσης αίτησης της αιτήματα ως εξής:
(α) απόφαση και/ή διάταγμα του Δικαστηρίου που να παραμερίζει την απόφαση του Εφετείου ημερ. 3.10.2018 στην πιο πάνω αναθεωρητική έφεση.
(β) Απόφαση και/ή διάταγμα που να επιτρέπει και/ή να διατάσσει και/ή να διασφαλίζει υπέρ της Εφεσείουσας την εφαρμογή της πάγιας Νομολογίας και του Συντάγματος ότι η Δικαστική ακύρωση (Άρθρο 146 του Συντάγματος) επαναφέρει τα πράγματα ως ήσαν κατά τον ουσιώδη χρόνο αμέσως πριν να αποφασιστεί τότε η ακυρωθείσα απόφαση διορισμού στη θέση Γενικού Διευθυντή.
(γ) Απόφαση και/ή διάταγμα του Δικαστηρίου που να τροποποιεί την ήδη εκδοθείσα, την 3.10.2018, απόφαση ώστε να είναι σύμφωνη προς το Σύνταγμα, το Νόμο, τους Κανονισμούς και τη Νομολογία, ώστε να αρθεί η αδικία και να εκπληρωθεί η έννοια της δίκαιης δίκης, το οφειλόμενο προς τη δικαιοσύνη χρέος και ο σεβασμός των δικαιωμάτων της Εφεσείουσας,.
(δ) Οποιαδήποτε άλλη διαταγή ήθελε το Δικαστήριο κρίνει ορθή ή αναγκαία χάριν της πλήρους απονομής της δικαιοσύνης».
Ως προς τα γεγονότα να αναφέρουμε ότι η αιτήτρια είχε προσβάλει απόφαση του καθ΄ου η αίτηση (πρώην εφεσίβλητου) με ημερ. γνωστοποίησης 11.5.2010. Η απόφαση αυτή υπήρξε αποτέλεσμα ακύρωσης από το Ανώτατο Δικαστήριο του διορισμού της αιτήτριας ως Γενικής Διευθύντριας. Το παράπονο της δυνάμει της ως άνω προσφυγής, έγκειτο στο ότι ο καθ΄ου η αίτηση αντί να την επαναφέρει στη θέση διευθυντή τουρισμού στον Οργανισμό (θέση που κατείχε πριν τον ακυρωθέντα διορισμό), τερμάτισε τις υπηρεσίες της θεωρώντας ότι δεν ανήκει στον ΚΟΤ όπου υπηρετούσε, πριν την ακυρωθείσα απόφαση.
Εξετάστηκαν οι λόγοι έφεσης που προβλήθηκαν και η Ολομέλεια κατέληξε με τελική απόφαση της, στην επικύρωση της πρωτόδικης απόφασης, απορρίπτοντας την έφεση.
Δια της παρούσης επιχειρείται επανάνοιγμα της υπόθεσης με τελικό σκοπό τον παραμερισμό της ως άνω τελικής απόφασης ημερ. 3.10.2018.
Η νομική βάση της αίτησης είναι κυρίως τα ΄Αρθρα του Συντάγματος 35, 30, 28, 25 1Α και 146, ο περί Δικαστηρίων Νόμος 14/60 άρθρα 2, 29(γ) και 31, τις σύμφυτες εξουσίες του Δικαστηρίου και τους Κανόνες Επιείκειας. Επίσης γίνεται αναφορά στους Διαδικαστικούς Κανονισμούς του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, τους Διαδικαστικούς Κανονισμούς περί Εφέσεων (Αναθεωρητική Δικαιοδοσία) και στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας.
Στηρίζεται δε σε ένορκη δήλωση της αιτήτριας η οποία και αναφέρεται σε γεγονότα και θέματα που απασχόλησαν τους συνηγόρους και το Δικαστήριο κατά την ακρόαση της έφεσης.
Το θεμελιακό ζήτημα που εγείρεται είναι η ίδια η δικονομική και ουσιαστική δυνατότητα έγερσης τέτοιας αίτησης. Ο καθ΄ου η αίτηση στην ένσταση η οποία καταχωρήθηκε αναφέρει ότι είναι άγνωστες στο Δίκαιο μας τέτοιας μορφής αιτήσεις, αφού ουσιαστικά επιχειρείται επανακρόαση της αναθεωρητικής έφεσης σε τρίτο βαθμό δικαιοδοσίας.
Προσεκτική ανάγνωση των αιτουμένων θεραπειών, καθώς και της νομικής και πραγματικής βάσης της αίτησης, οδηγεί - παρά την αντίθετη εισήγηση του κ.Αγγελίδη - στο αδιαμφισβήτητο συμπέρασμα πως δια της παρούσας επιχειρείται επανάνοιγμα και επαναπροσδιορισμός των θεμάτων που απασχόλησαν την Ολομέλεια και οδήγησαν στην απόφαση ημερ. 3.10.2018.
Το δε αίτημα στοχεύει ευθέως σε μια τριτοβάθμια εξέταση των αποφασισθέντων θεμάτων με τρόπο που άμεσα και καταλυτικά δεν επιτρέπεται από το Σύνταγμα και τη νομοθεσία της Κυπριακής Δημοκρατίας. Στην Αντωνίου ν. Δημοκρατία (1998)3 Α.Α.Δ. 339 μετά την ολοκλήρωση της δίκης και την έκδοση της απόφασης υποβλήθηκε ομοίως αίτημα για επανάνοιγμα και επανακρόαση της υπόθεσης. Αναφέρθηκε ότι τέτοια διαδικασία είναι άγνωστη στο νόμο. Τονίστηκε ακόμη πως η επίκληση των εγγενών εξουσιών του Δικαστηρίου, γενικά, δεν μπορούν να θεωρηθούν ως επαρκής νομική βάση για τέτοιο διάβημα με τρόπο ώστε να δημιουργούν ή να διευρύνουν εξουσίες του Δικαστηρίου για τις οποίες δεν υπάρχει πρόνοια, πόσω δε μάλλον αφού αντίκεινται στην ίδια τη συνταγματική δομή των Δικαστηρίων, η οποία δεν επιτρέπει τριτοβάθμιο ένδικο μέσο.
Στην υπόθεση Ρόπας ν. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 226 λέχθηκαν τα ακόλουθα:
Στην υπόθεση Αγαθοκλέους ν. ΕΔΑΞΥΛ Λτδ κ.ά. (1997) 1(Α) Α.Α.Δ. 302, μετά την έκδοση της απόφασης του Εφετείου ο εφεσίβλητος καταχώρησε αίτηση για παραμερισμό της απόφασης, ως εσφαλμένης, και για επανασυζήτηση της υπόθεσης. Απορρίπτοντας την αίτηση το Εφετείο στη σελ. 304 ανάφερε τα εξής:
«Η άποψη μας είναι πως η αίτηση είναι αβάσιμη. Το Ανώτατο Δικαστήριο ως Εφετείο, με διευρυμένη μάλιστα σύνθεση από 5 δικαστές, ερεύνησε το ζήτημα που μας απασχολεί στην υπόθεση Ορφανίδης ν. Μιχαηλίδης (1968) 1 Α.Α.Δ. 295, στην οποία ηγέρθηκαν πανομοιότυπα νομικά σημεία. Δεν θα αναφερθούμε σε έκταση στην απόφαση. Θα αρκεστούμε να πούμε μόνο πως σ' αυτή γίνεται εξαντλητική συζήτηση του ζητήματος, με ειδική μάλιστα συγκριτική αναφορά στα ισχύοντα στην Αγγλία και στον τόπο μας.
Το μόνο που θα μπορούσαμε να προσθέσουμε, ως δικό μας σχόλιο, είναι πως η απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση Ορφανίδης υιοθέτησε ουσιαστικά τη θεμελιακή αρχή, που ενυπάρχει στο σύστημα απονομής της δικαιοσύνης που ακολουθούμε, της διασφάλισης δηλαδή της τελεσιδικίας. Δεν έχει το Δικαστήριο σύμφυτη εξουσία να παραμερίζει εκδοθείσα απόφασή του, με σκοπό την επανασυζήτησή της.»
Τα ίδια τα άρθρα που στηρίζουν την αίτηση οδηγούν στο συμπέρασμα πως ακριβώς δεν είναι επιτρεπτή η τριτοβάθμια εξέταση των θεμάτων που ήδη αποφασίστηκαν τελεσίδικα από την Ολομέλεια. Στη Ε.Υ. Συνεργατικών Εταιρειών ν. Παπαγεωργίου (2000)3 Α.Α.Δ. 151 αποφασίσθηκαν τα εξής σχετικά:
«Η Ολομέλεια όταν ασκεί τη δευτεροβάθμια δικαιοδοσία της στα πλαίσια των διατάξεων του άρθρ. 11(3) του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου αρ. 33/64 (όπως τροποποιήθηκε), δεν έχει εξουσία αναθεώρησης οποιασδήποτε απόφασης, περιλαμβανόμενης απόφασης για την απόρριψη έφεσης. Ανάληψη τέτοιας δικαιοδοσίας θα ισοδυναμούσε ουσιαστικά με άσκηση τριτοβάθμιας δικαιοδοσίας που, όπως έχει λεχθεί στην Βερεγγάρια Π. Παπακόκκινου κ.ά. ν. Δήμου Πάφου (Αρ. 2) (1999) 1 Α.Α.Δ. 1772, αποτελεί "βαθμίδα δικαιοδοσίας άγνωστη στο Σύνταγμα και το νόμο".»
Στη Βενιζέλου ν. Δημοκρατίας ΑΕ67/10, Αίτηση ημερ. 19.6.2015, ECLI:CY:AD:2015:C360, ημερ. 1.2.2016 υποβλήθηκε αίτηση με σχεδόν ταυτόσημη νομική βάση και με παρόμοια πραγματική στήριξη με σκοπό και πάλι τον παραμερισμό και/ή ακύρωση προηγηθείσας απόφασης της Ολομέλειας. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αναφέρθηκαν οι προηγούμενες αποφάσεις και ειδικότερα η Δημοκρατία ν. Πουλλή (2001)3 Α.Α.Δ. 1060. Αφού διαφοροποιήθηκαν οι περιπτώσεις όπως στην Πουλλή αλλά και στην Αδάμου ν. Δημοκρατία, ΑΕ 54/14 κ.ά. ημερ. 15.1015, και Sofocli ν. Leonidou (1988)1 CLR 583 όπου αναφέρθηκε ότι ενυπάρχει σύμφυτη δικαιοδοσία στο Δικαστήριο προς σκοπό θεραπείας ατέλειας δικαστικής διαδικασίας υπό την έννοια λάθους ή κάποιας παράλειψης που δεν ανάγεται σε επανασυζήτηση και επαναπραγμάτευση ίδιων επιδίκων θεμάτων που αποφασίστηκαν τελεσίδικα, η Ολομέλεια κατέληξε ως εξής:
«Ο,τιδήποτε έξω απ΄αυτό το πλαίσιο θα ισοδυναμούσε με «νομολογιακή εγκαθίδρυση» - αν μας επιτρέπεται ο όρος - τριτοβάθμιας διαδικασίας.
Στην Κύπρο, με βάση το ΄Αρθρ.155.1 του Συντάγματος, το Ανώτατο Δικαστήριο ασκεί δευτεροβάθμια διαδικασία. Εν προκειμένω οι διάδικοι είχαν λάβει τα δικονομικά διαβήματα που τους παρέχονται. Πρώτα ακούστηκαν πρωτοδίκως δια της προσφυγής με ανάπτυξη επιχειρημάτων και νομικών αναλύσεων. Το Δικαστήριο υπό Χατζηχαμπή, Δ., όπως ήταν τότε, κατέληξε στην επίδικη απόφαση του. Ακολούθησε η έφεση και η ακρόαση με ανάπτυξη ομοίως επιχειρημάτων, θέσεων και αναλύσεων εν πολλοίς ταυτόσημα με επιχειρήματα που τίθενται εν προκειμένω. Της ακρόασης της έφεσης ακολούθησε η έκδοση της απόφασης με την οποία απορρίφθηκε η έφεση με επικύρωση της πρωτόδικης προσέγγισης.
Δεν προβάλλεται δια της παρούσης αίτησης λάθος στην όψη της απόφασης, ούτε παράλειψη ενασχόλησης με συγκεκριμένη ένσταση ή σημείο. Απλώς, εν προκειμένω, η πλευρά του αιτητή εμμένοντας ότι έχει δίκαιο, μας καλεί να ξανααποφασίσουμε και μάλιστα να ξανααποφασίσουμε υιοθετώντας τη δική του θέση, ενώ ακριβώς την απορρίψαμε. Η απόφαση μειοψηφίας - ακριβώς γιατί συντελέστηκε η σχετική ανάπτυξη επιχειρημάτων ενώπιον μας - πείστηκε για την ορθότητα των εισηγήσεων της πλευράς του εφεσείοντα. Εν αντιθέσει, η πλειοψηφία δεν πείστηκε γι΄αυτό και η έφεση απορρίφθηκε. Επιχειρείται ουσιαστικά επανάνοιγμα της υπόθεσης για να δοθεί «η απόφαση που επιδιώκει ο αιτητής».
Σαφώς και δεν είναι αυτός ο σκοπός της Πουλλή ούτε της Αδάμου ανωτέρω.
Όπως επαναλήφθηκε στη In re Eυαγ. Πουργ. Π.Ε. 331/14 ημερ. 25.6.2015, ECLI:CY:AD:2015:A459, η δυνατότητα διόρθωσης λάθους είναι δεδομένη και ανάγεται στη σύμφυτη εξουσία του Δικαστηρίου να αποδώσει ορθότερα ή πληρέστερα την διαμορφωθείσα κρίση του.
Στο ίδιο πλαίσιο «παράλειψης» ανάγεται η Πουλλής και Αδάμου. Είναι φανερό ότι οι πιο πάνω αποφάσεις είναι διαφορετικές με την προσπάθεια που γίνεται εν προκειμένω για επαναφορά στο Εφετείο των ιδίων θεμάτων για να ληφθεί μια διαφορετική απόφαση από την υπάρχουσα, μια απόφαση που να βρίσκει σύμφωνο τον αιτητή. Ισχύουν εν προκειμένω αυτά που λέχθησαν στις Ορφανίδης ν. Μιχαηλίδης (1968)1 Α.Α.Δ. 295, Αγαθοκλέους ν. ΕΔΑΞΥΛ ΛΤΔ κ.ά. (1997) 1(Α) Α.Α.Δ. 302, και στην Αντωνίου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 339.
Και παρακάτω:
«Η πιο πάνω προσέγγιση επαναλήφθηκε με απόλυτο και κατηγορηματικό τρόπο στην υπόθεση Κτηνοτροφική Επιχείρηση Π.Σ.Μ. Πέτρου Λτδ ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (2012) 1 Α.Α.Δ. 2023 στην οποία με ανάλυση της έννοιας των εγγενών εξουσιών του Δικαστηρίου με αναφορά στις αγγλικές υποθέσεις Ex. p. Pinochet Ugarte (No.2) (1999)1 All E.R. 577 και στην Taylor and another v. Lawrence and Another (2003) Q.B. 528, τονίστηκε ότι οι ισχυρισμοί των αιτητών ουσιαστικά αφορούσαν σε προβαλλόμενα ως λάθη του Εφετείου το οποίο επικύρωσε την πρωτόδικη προσέγγιση και τέτοιες θέσεις μόνο στα πλαίσια τριτοβάθμιας διαδικασίας θα μπορούσαν να εξεταστούν η οποία δεν υφίσταται στο κυπριακό δίκαιο».
Η κατάληξη της Ολομέλειας υπήρξε απορριπτική της αίτησης για τους πιο πάνω λόγους.
Δεν βρίσκουμε ότι υπάρχει δυνατότητα επιτυχίας της παρούσας αίτησης για τους ίδιους λόγους που εξηγήθηκαν στη Βενιζέλου (ανωτέρω).
Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον της αιτήτριας ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.
ΠΑΝΑΓΗ, Δ.
ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.
ΓΙΑΣΕΜΗ, Δ.
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.
`