ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Παρπαρίνος, Λεωνίδας Μιχαηλίδου, Δέσπω Χριστοδούλου, Μιχαλάκης Λιάτσος, Αντώνης Οικονόμου, Τεύκρος Θ. Η εφεσείουσα παρουσιάζεται προσωπικά. Ζ. Κυριακίδου (κα), εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την εφεσίβλητη. Α. Σωτηρίου, για το ενδιαφερόμενο μέρος. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2019-06-03 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΣΙΑΜΠΑΡΤΑ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 235/2012, 3/6/2019 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2019:C213

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 235/2012)

(Υπόθεση Αρ. 417/10)

 

3 Ιουνίου 2019

 

 

[Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,

Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

 

xxx ΣΙΑΜΠΑΡΤΑ

Εφεσείουσα/Αιτήτρια

- ΚΑΙ -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

Εφεσίβλητης/Καθ΄ης η Αίτηση

-----------------------------------

 

Η εφεσείουσα παρουσιάζεται προσωπικά.

Ζ. Κυριακίδου (κα), εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την εφεσίβλητη.

Α. Σωτηρίου, για το ενδιαφερόμενο μέρος.

-----------------------------------

 

ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.

 -------------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.:   Κατόπιν της νενομισμένης διαδικασίας η ΕΔΥ προήγαγε σε μόνιμη θέση Ανώτερης Πρώτης Στενογράφου Δικαστηρίου στη Δικαστική Υπηρεσία το ενδιαφερόμενο μέρος (Ε.Μ) από 15.1.2010.

 

Η εφεσείουσα, που ήταν υποψήφια στην ίδια διαδικασία για προαγωγή, προσέφυγε κατά της εν λόγω προαγωγής με προσφυγή (αρ. 417/2010) η οποία είχε ως αποτέλεσμα την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης για το λόγο ότι η ΕΔΥ δεν προσέδωσε καμιά σημασία στα πρόσθετα προσόντα της (πτυχίο ή τίτλος Bachelor of Laws (External Program) University of London και συνακόλουθη εγγραφή της ως δικηγόρος), παρά την δική της προηγούμενη αναφορά ότι τους δόθηκε ανάλογη βαρύτητα, ενώ προσέδωσε αποφασιστική σημασία στην ηλικιακή αρχαιότητα του Ε.Μ.  Με αυτό ως δεδομένο, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε περαιτέρω ότι δεν αιτιολογήθηκε η απόκλιση από τη σύσταση της Αρχιπρωτοκολλητού υπέρ της εφεσείουσας.

 

Παρά την επιτυχία της προσφυγής της, η εφεσείουσα καταχώρισε την παρούσα έφεση παραπονούμενη για τη διαπίστωση του πρωτοδίκου Δικαστηρίου ότι υπήρχε ηλικιακή αρχαιότητα του Ε.Μ, ενώ η δική της θέση ήταν πως η ίδια επροηγείτο σε υπηρεσιακή αρχαιότητα κατά 2 ½ μήνες (Λόγοι Έφεσης 1-7).  Περαιτέρω παράπονο της εφεσείουσας είναι ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν πραγματεύτηκε τον ισχυρισμό της ότι η κρίση της ΕΔΥ πως τα προσόντα της δεν είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης ήταν αποτέλεσμα μη έρευνας, αυθαίρετη και δεν ήταν ευλόγως επιτρεπτή και ότι εσφαλμένα θεώρησε η ΕΔΥ ότι το βασικό επιχείρημα της εφεσείουσας ήταν μόνο ότι «η κατοχή του πτυχίου νομικής συμβάλλει ιδιαίτερα τουλάχιστον στην ανάπτυξη/βελτίωση των απαιτούμενων από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντων» (Λόγος Έφεσης 9).  Τέλος, η εφεσείουσα ισχυρίζεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν πραγματεύθηκε τον ισχυρισμό της ότι η κρίση της ΕΔΥ αναφορικά με τα προσόντα της πάσχει στην ολότητά της και ήταν αποτέλεσμα μη έρευνας και πεπλανημένης εφαρμογής του νόμου, λόγω και της απουσίας οποιασδήποτε αναφοράς στα υπέρτερα γραμματειακά προσόντα της εφεσείουσας έναντι του Ε.Μ (Λόγος Έφεσης 10) και ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν εξέτασε τον ισχυρισμό της ότι η ΕΔΥ πεπλανημένα περιορίστηκε μόνο στις ισοδύναμες υπηρεσιακές εκθέσεις αναφορικά με το κριτήριο της αξίας (Λόγος Έφεσης 11).  Ο λόγος έφεσης 8, ο οποίος αφορούσε την ηλικιακή αρχαιότητα, απεσύρθη.

 

Πριν προχωρήσουμε στην εξέταση των λόγων έφεσης θα πρέπει να σημειώσουμε ότι μετά την ακύρωση ως άνω της αρχικής προαγωγής του Ε.Μ, η ΕΔΥ προχώρησε σε επανεξέταση, με έρευνα αναφορικά με το πτυχίο της νομικής που κατείχε η εφεσείουσα.  Επιπρόσθετα, στα πλαίσια της επανεξέτασης, προχώρησαν σε αιτιολόγηση της απόκλισης από τη σύσταση της Αρχιπρωτοκολλητού.  Το αποτέλεσμα της επανεξέτασης ήταν να επιλεγεί και πάλιν το Ε.Μ για προαγωγή στην ίδια θέση, αναδρομικά από 15.1.2010.  Η εφεσείουσα καταχώρισε και πάλιν προσφυγή η οποία απορρίφθηκε και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώθηκε (Υπόθεση αρ. 223/2013, ημερ. 20.4.2016), ECLI:CY:AD:2016:D210.

 

Ως προς το ζήτημα της αρχαιότητας ήταν η θέση της εφεσείουσας πρωτοδίκως αλλά και ενώπιον μας ότι υπερείχε σε υπηρεσιακή αρχαιότητα 2 ½ μηνών και συνεπώς επίκληση από την ΕΔΥ της ελαφράς έστω ηλικιακής αρχαιότητας του Ε.Μ ήταν εσφαλμένη.  Οι θέσεις της εφεσείουσας επί του προκειμένου τέθηκαν από το πρωτόδικο Δικαστήριο ως ακολούθως:

 

«Ως προς το πρώτο από τα πιο πάνω θέματα που εγείρει η αιτήτρια, ισχυρίζεται ότι στον κατάλογο υπηρεσιακής ανέλιξης των υποψηφίων τον οποίο είχε ενώπιόν της η καθ΄ης η αίτηση, εσφαλμένα δεν καταγράφεται η προαγωγή της αιτήτριας και του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση της Μόνιμης Στενογράφου Δικαστηρίου 1ης Τάξης, κατά την οποία η αιτήτρια προηγείται χρονικά του ενδιαφερόμενου μέρους κατά 2 ½ μήνες, αφού η μεν αιτήτρια προήχθηκε στη θέση εκείνη από 15.2.1983, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος από 1.5.1983. Λόγω δε τούτου, είναι η εισήγηση της αιτήτριας ότι η πεπλανημένη εικόνα του καταλόγου, οδήγησε σε πεπλανημένη εφαρμογή του άρθρου 49(5) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου - Νόμος αρ. 1/1990, η οποία επέδρασε αποφασιστικά στην τελική κρίση της καθ΄ης η αίτηση.

 

Σημειώνεται στο σημείο τούτο ότι το άρθρο 49(5) του Νόμου [που είναι ταυτόσημο το κείμενό του με εκείνο του άρθρου 46(5) του τότε ισχύοντος Νόμου αρ. 33/1967] προβλέπει ότι η αρχαιότητα υπαλλήλων που κατέχουν την ίδια θέση, ο μισθός και τίτλος της οποίας άλλαζε ως αποτέλεσμα αναθεώρησης μισθών ή αναδιοργάνωσης, κρίνεται σύμφωνα με την αμέσως πριν από την αναθεώρηση ή αναδιοργάνωση αρχαιότητα των υπαλλήλων. Είναι δε η εισήγηση της αιτήτριας ότι η ημερομηνία 15.2.1983 αφορούσε και αρχαιότητα που κρίνεται πριν από την αναθεώρηση ή αναδιοργάνωση των υπαλλήλων. Όπως προσθέτει, αιτήτρια και ενδιαφερόμενο μέρος, όπως και όλες οι Στενογράφοι Δικαστηρίου 2ης Τάξης, το 1983, προήχθηκαν αναδρομικά από 15.3.1982 στην προσωρινή θέση Στενογράφου Δικαστηρίου 1ης Τάξης, σύμφωνα με την επιφύλαξη του άρθρου 44(1)(α) των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων 1967 έως 1981 (για προαγωγή υπαλλήλων που κατείχαν συνδυασμένες τάξεις ή θέσεις).  Να σημειωθεί ότι η προσωρινή θέση δεν ήταν συντάξιμη θέση. Η μόνιμη θέση ήταν συντάξιμη. Η αιτήτρια κατόπιν επιλογής, διορίστηκε από 15.2.1983 στη μόνιμη θέση Στενογράφου Δικαστηρίου 2ης Τάξης, (κλίμακα Α5) η οποία ήταν συνδυασμένη με την 1ης Τάξης (κλίμακα Α7). Προκύπτει από το Παράρτημα 5 ότι μεσολάβησε αναδιάρθρωση/αναδιοργάνωση στη Δημόσια Υπηρεσία. Η Στενογράφος Δικαστηρίου 2ης Τάξης (κλίμακα Α5), συνδυασμένη με τη Στενογράφο Δικαστηρίου 1ης Τάξης (κλίμακα Α7) μετονομάστηκε σε Στενογράφο Δικαστηρίων, Συνδυασμένες Κλίμακες Α4-Α7, και η αιτήτρια με το μόνιμο διορισμό της διατήρησε την κλίμακα Α5. Για το διορισμό στην εν λόγω μόνιμη θέση Στενογράφου Δικαστηρίου 2ης Τάξης προηγήθηκαν συνεντεύξεις ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένου και του ενδιαφερόμενου μέρους, και επιλέγηκε ως καταλληλότερη η αιτήτρια αντί το ενδιαφερόμενο μέρος. Ο εν λόγω κατ΄ επιλογή διορισμός στη μόνιμη θέση Στενογράφου Δικαστηρίου 2ης Τάξης και συνακόλουθα η  με ίδια ημερομηνία προαγωγή στη συνδυασμένη μόνιμη θέση Στενογράφου Δικαστηρίου 1ης Τάξης από 15.2.1983 έγινε σύμφωνα με τους τότε ισχύοντες περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμους του 1967-1981 και πριν τον περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Τροποποιητικό) Νόμο του 1983 (Ν.10/83), ο οποίος ψηφίστηκε για να ρυθμίσει τα νέα δεδομένα που επήλθαν με την αναδιοργάνωση/αναδιάρθρωση. Οι τότε τροποποιήσεις που επήλθαν με το Ν.10/83 είναι ενσωματωμένες σήμερα στον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Ν.1/90 ακριβώς με την ίδια φρασεολογία. Ο εν λόγω τροποποιητικός δημοσιεύτηκε στις 26.3.1983, δηλαδή μετά τις 15.2.1983, ημερομηνία διορισμού της αιτήτριας σε μόνιμη θέση. Η ημερομηνία 15.2.1983 είναι ημερομηνία που κρίθηκε σύμφωνα με τους τότε ισχύοντες Νόμους 33/1967 μέχρι 1981. Συνεπώς, πέραν της εφαρμογής του άρθρου 49(2) εφαρμόζεται και το άρθρο 49(5) του Ν.1/90 που προβλέπει ότι η αρχαιότητα «κρίνεται σύμφωνα με την αμέσως πριν από την τέτοια αναθεώρηση ή αναδιοργάνωση αρχαιότητα των υπαλλήλων».»

 

Οι περί αντιθέτου θέσεις της εφεσίβλητης Δημοκρατίας και του Ε.Μ καταγράφηκαν στην πρωτόδικη απόφαση ως ακολούθως:

 

«Αντικρούοντας αυτή τη θέση της αιτήτριας, η καθ΄ης η αίτηση διαφωνεί ότι υπάρχει διαφορά αρχαιότητας στην υπηρεσία μεταξύ αιτήτριας και ενδιαφερόμενου μέρους και ότι υπερτερεί ως προς τούτο η αιτήτρια. Παραπέμπει η καθ΄ης η αίτηση στις πρόνοιες του άρθρου 49(1) των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων 1990-1991, όπου αναφέρεται ότι η αρχαιότητα μεταξύ υπαλλήλων που κατέχουν την ίδια μόνιμη θέση, είτε μόνιμα είτε προσωρινά, κρίνεται με βάση την ημερομηνία ισχύος του διορισμού ή της προαγωγής του στη συγκεκριμένη θέση, ανεξάρτητα από τον τρόπο κατοχής. Στην υπό εξέταση περίπτωση, η αιτήτρια προήχθη στη μόνιμη θέση Στενογράφου Δικαστηρίου 1ης Τάξης αναδρομικά από 15.3.1982. Το ενδιαφερόμενο μέρος προήχθη στη συνδυασμένη προσωρινή θέση Στενογράφου 1ης Τάξης αναδρομικά από 15.3.1982, ενώ προήχθη μαζί με άλλες υπαλλήλους στη μόνιμη θέση Στενογράφου Δικαστηρίου 1ης Τάξης από 1.5.1983, γεγονός που δεν επηρεάζει την αρχαιότητά της.

 

Το ενδιαφερόμενο μέρος στη δική του αγόρευση αναφέρει κατ΄ αρχάς ότι ο κατάλογος υπηρεσιακής ανέλιξης τον οποίο είχε ενώπιόν της η καθ΄ης η αίτηση δεν περιείχε κανένα σφάλμα ή κενό, αφού, κατά τον ουσιώδη χρόνο προαγωγής της αιτήτριας και του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Στενογράφου Δικαστηρίου 1ης Τάξης, ο Νόμος που ίσχυε ήταν ο Νόμος αρ. 33/1967 και προφανώς είναι στις πρόνοιες αυτού του Νόμου που οι Λειτουργοί της ΕΔΥ ορθά στηρίχθηκαν και ετοίμασαν τον υπό αναφορά κατάλογο, χωρίς να λάβουν υπόψη την επικύρωση του διορισμού στη θέση της Στενογράφου 1ης Τάξης, όπως δεν έλαβαν υπόψη και την επικύρωση του διορισμού των υποψηφίων στη μόνιμη θέση Στενογράφου 2ης Τάξης. Εκείνο που είχε γίνει, συνεχίζει το ενδιαφερόμενο μέρος, ήταν να είχαν διοριστεί επί δοκιμασία στη μόνιμη θέση Στενογράφου Δικαστηρίου 1ης Τάξης στις 15.3.1982 τόσο η αιτήτρια όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος, και σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, από τότε ήταν που κρίνεται η αρχαιότητά τους, ενώ οι ημερομηνίες 15.2.1983 και 1.5.1983 αντίστοιχα, συνιστούν απλά τις ημερομηνίες επικύρωσης της προαγωγής των δύο υπαλλήλων στη μόνιμη θέση στην οποία είχαν μαζί προαχθεί προηγουμένως επί δοκιμασία. Σχετικά είναι τα άρθρα 37 και 38 του Νόμου 33/1967

  

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι οι παραπάνω θέσεις της εφεσίβλητης και του Ε.Μ τεκμηριώνονται τόσο από τα γεγονότα (κατάλογος, και δημοσιεύσεις στην Επίσημη Εφημερίδα) όσο και από τις πρόνοιες της τότε ισχύουσας νομοθεσίας (Ν. αρ. 33/1967), καταλήγοντας ότι οι ημερομηνίες στις οποίες έδωσε βαρύτητα η πλευρά της εφεσείουσας δεν ήταν υπηρεσιακά ουσιώδεις και ορθά δεν περιλήφθηκαν στον κατάλογο που τέθηκε ενώπιον της ΕΔΥ και δεν λήφθηκαν υπόψιν από αυτή όταν ασκούσε την κρίση της.  Αναφέρθηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο και στη σύσταση της Αρχιπρωτοκολλητού η οποία ήταν υπέρ της εφεσείουσας και την οποία η εφεσείουσα επικαλέστηκε, στην οποία όμως δεν εντοπίστηκε υπηρεσιακή αρχαιότητα της εφεσείουσας έναντι του Ε.Μ.  Ό,τι αναγνωρίστηκε ήταν μόνο η ελαφρά υπεροχή του Ε.Μ έναντι της εφεσείουσας σε αρχαιότητα λόγω ημερομηνίας γέννησης. 

 

Έχοντας υπόψιν την πρωτόδικη απόφαση, τα γεγονότα και τη νομική επιχειρηματολογία που αναπτύχθηκε, σε συμφωνία με το πρωτόδικο Δικαστήριο θεωρούμε ότι το γεγονός πως η ΕΔΥ αποφάσισε να προαγάγει το Ε.Μ σε μόνιμη θέση Στενογράφου Δικαστηρίου 1ης Τάξης από 1.5.1983 δεν επηρεάζει την αρχαιότητα του Ε.Μ, εφόσον ό,τι έχει σημασία είναι ότι η εφεσείουσα προήχθη στη μόνιμη θέση Στενογράφου Δικαστηρίου 1ης Τάξης αναδρομικά από 15.3.1982 και το Ε.Μ προήχθη στη συνδυασμένη προσωρινή θέση Στενογράφου Δικαστηρίου 1ης Τάξης αναδρομικά από 15.3.1982.  Η αρχαιότητα ορθά κρίθηκε με βάση την ημερομηνία προαγωγής στη συγκεκριμένη θέση, ανεξάρτητα από τον τρόπο κατοχής.  Συνεπώς, ως προς το κριτήριο της αρχαιότητας υπό την έννοια της προηγούμενης υπηρεσίας δεν υπήρχε διαφορά και οι σχετικοί λόγοι έφεσης απορρίπτονται.

 

Οι λόγοι έφεσης ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν πραγματεύτηκε τον ισχυρισμό της εφεσείουσας αναφορικά με την κρίση της ΕΔΥ ως προς τα προσόντα της και δεν εξέτασε τον ισχυρισμό της ότι η ΕΔΥ πεπλανημένα περιορίστηκε μόνο στις ισοδύναμες υπηρεσιακές εκθέσεις έχουν, εν πάση περιπτώσει, ξεπεραστεί από το γεγονός ότι τα ζητήματα αυτά εξετάστηκαν στην προαναφερθείσα προσφυγή υπ΄αριθμό 223/2013.   Ειδικότερα, ρητά αποφασίστηκε από την ΕΔΥ στα πλαίσια της επανεξέτασης ότι το πτυχίο νομικής δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι σχετικό με τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης.  Το Δικαστήριο δε, έκρινε ότι η απόφαση αυτή της ΕΔΥ ήταν εύλογα επιτρεπτήΕπίσης, στην προσφυγή 223/2013 εξετάστηκε και το παράπονο που είχε προβάλει η εφεσείουσα στην επίδικη προσφυγή 417/2010 ότι η ΕΔΥ δεν έλαβε υπόψιν τα υπέρτερα γραμματειακά της προσόντα έναντι του Ε.Μ.  Έκρινε το Δικαστήριο στην προσφυγή 223/2013 ότι τα εν λόγω προσόντα ήταν ενώπιον της ΕΔΥ κατά τη λήψη της απόφασης τους και δεν χρειαζόταν συγκεκριμένη αναφορά σε αυτά.

 

Συνεπώς, ακόμα και αν γίνει δεκτός ο ισχυρισμός ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν εξέτασε τα σχετικά παράπονά της, στα πλαίσια της υπό κρίση προσφυγής, τούτο ουδεμία πρακτική σημασία θα είχε ώστε να καλούμαστε να αποφασίσουμε εφόσον τα ζητήματα αυτά εξετάστηκαν στην προσφυγή 223/2013, με ακέραια τα δικαιώματα της εφεσείουσας να στραφεί με έφεση επί της ουσίας πλέον.  Όπως δε έχουμε διαπιστώσει από το μητρώο εφέσεων η απόφαση στην προσφυγή 223/13 έχει εφεσιβληθεί (Αναθεωρητική Έφεση υπ΄αριθμό 28/2016).

 

Η έφεση απορρίπτεται με €2.500 έξοδα υπέρ της εφεσίβλητης.

 

 

                                                          Λ. Παρπαρίνος, Δ.

 

                                                          Δ. Μιχαηλίδου, Δ.

 

                                                          Μ. Χριστοδούλου, Δ.

 

                                                          Α. Λιάτσος, Δ.

 

                                                          Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.

 

 

 

 

/ΚΧ»Π


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο