ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Νικολάτος, Μύρων-Μιχαήλ Γεωργίου Παρπαρίνος, Λεωνίδας Χριστοδούλου, Μιχαλάκης Λιάτσος, Αντώνης Οικονόμου, Τεύκρος Θ. Π. Παπαγεωργίου, για εφεσείοντα/Αιτητή Αλ. Καλησπέρα (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για εφεσίβλητους/καθ΄ ων η αίτηση CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2019-05-22 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ν. ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΑΔΕΙΩΝ, Αναθεωρητική Έφεση αρ. 82/2013, 22/5/2019 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2019:C194

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

Αναθεωρητική Έφεση αρ. 82/2013

 

 22 Μαΐου, 2019

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΥ, Π. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΥ, Δ., ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.

ΛΙΑΤΣΟΥ, Δ., ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.]

 

ΜΕΤΑΞΥ:

xxx ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ

                                                      Εφεσείοντα/Αιτητή

 

ΚΑΙ

 

 

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΑΔΕΙΩΝ

                                                        Εφεσίβλητων/Καθ' ων η αίτηση

 

........

 

 Π. Παπαγεωργίου, για εφεσείοντα/Αιτητή

Αλ. Καλησπέρα (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α,  εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για εφεσίβλητους/καθ΄ ων η αίτηση

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.:  Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί από το Δικαστή Χριστοδούλου.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

      ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.:  Η Αρχή Αδειών (Α.Α.) ενέκρινε, στις 10.3.2010, αίτηση του εφεσείοντα για μεταβίβαση επ΄  ονόματί του της άδειας χρήσης του αγροτικού ταξί xxx x95 με έδρα το χωριό Πολέμι της Επαρχίας Πάφου, το οποίο ήταν ιδιοκτησίας του xxx Ιωάννου.

 

      Λίγους μήνες μετά την πιο πάνω έγκριση, στις 22.9.2010, ο xxx Ιωάννου αντικατέστησε το όχημά του με το υπ΄ αρ. xxx x08, γεγονός που χρησιμοποίησε ο εφεσείοντας για να υποβάλει νέα αίτηση προς  μετατροπή της άδειας χρήσης του ταξί από αγροτική σε αστική, με έδρα την Πάφο.  Το αίτημα του όμως απορρίφθηκε και ο εφεσείων, όπως είχε κάθε δικαίωμα, προσέφυγε στην Αναθεωρητική Αρχή Αδειών (Α.Α.Α.) με ιεραρχική προσφυγή.  Χωρίς όμως επιτυχία καθότι η Α.Α.Α., μετά από ακροαματική διαδικασία στο πλαίσιο της οποίας άκουσε και τις παραστάσεις του εφεσείοντα, απέρριψε την ιεραρχική προσφυγή με το σκεπτικό ότι το αίτημα του δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί βάσει των κριτηρίων του άρθρου 9(3)[1] του περί Ρυθμίσεως της Τροχαίας Μεταφοράς Νόμου του 1982 (Ν.9/1982, όπως τροποποιήθηκε) εφόσον δεν εξυπηρετούσε το δημόσιο συμφέρον, λαμβανομένων υπόψιν αφενός των αναγκών της κοινότητας Πολεμίου και αφετέρου του γεγονότος ότι ο ίδιος ήταν ιδιοκτήτης ακόμη δύο αστικών ταξί και ενός τουριστικού λεωφορείου με έδρα την Πάφο.

 

      Ο εφεσείων αντέδρασε στην απόρριψη του αιτήματος του από την Α.Α.Α. με την προσφυγή υπ΄ αρ. 433/2011, προβάλλοντας βασικά ότι η απόφαση της δεν ήταν προϊόν δέουσας έρευνας και περαιτέρω ήταν αναιτιολόγητη.  Το πρωτόδικο όμως Δικαστήριο δεν υιοθέτησε τις θέσεις του, κρίνοντας ότι η Α.Α.Α. εξέτασε το αίτημα του εξ υπαρχής, διενήργησε δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα και αιτιολόγησε με επάρκεια και σαφήνεια το σκεπτικό της, υποδεικνύοντας ταυτόχρονα πως το Αναθεωρητικό Δικαστήριο δεν υποκαθιστά τη Διοίκηση στις αποφάσεις της και δεν ασχολείται με τη διαπίστωση πρωτογενών γεγονότων όταν διαπιστώνεται ότι έγινε η δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα.

 

      Ο εφεσείων θεωρεί εσφαλμένη την πρωτόδικη απόφαση και με την παρούσα έφεση επιδιώκει την ανατροπή της στη βάση τεσσάρων (4) Λόγων Έφεσης.  Ωστόσο με το διάγραμμα αγόρευσης του και με τα όσα προώθησε μέσω του ευπαιδεύτου συνηγόρου του κατά την επ΄ ακροατηρίω συζήτηση της έφεσης, επικεντρώθηκε σε τρία σημεία.  Το πρώτο, ότι η απόφαση τόσο της Α.Α. όσο και της Α.Α.Α. λήφθηκαν χωρίς τη διενέργεια δέουσας έρευνας, το δεύτερο, ότι αμφότερες στερούνται αιτιολογίας και, το τρίτο, ότι στην περίπτωση του παραβιάστηκε η αρχή της ίσης μεταχείρισης που κατοχυρώνεται από το Άρθρο 28 του Συντάγματος, εφόσον άλλες παρόμοιες περιπτώσεις έτυχαν διαφορετικού χειρισμού.

 

      Διαφορετική βεβαίως είναι η θέση των εφεσιβλήτων οι οποίοι, υποστηρίζοντας την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης, απέρριψαν τις αιτιάσεις του εφεσείοντα προβάλλοντας πως η ίδια η πράξη και τα στοιχεία του φακέλου είναι τέτοια που καθιστούν την προσβαλλόμενη απόφαση άτρωτη.

 

      Έχουμε εξετάσει την πρωτόδικη απόφαση υπό το πρίσμα των εκατέρωθεν θέσεων.  Καταλήξαμε ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι ορθή και οι αιτιάσεις του εφεσείοντα δεν ευσταθούν για τους πιο κάτω λόγους:-

 

      Κατά πάγια νομολογία η Α.Α.Α., κατά την εξέταση ιεραρχικής προσφυγής, έχει εξουσία είτε να αντικαταστήσει την απόφαση της Α.Α. με (δική της) νέα απόφαση είτε να την επικυρώσει. Όμως σε κάθε περίπτωση η εξέταση της υπόθεσης γίνεται εξ υπαρχής.  Αυτό σημαίνει πως η Α.Α.Α. διεξάγει δική της έρευνα και καταλήγει σε δικά της συμπεράσματα, χωρίς δέσμευση από την απόφαση της Α.Α. ή τα οποιαδήποτε συμπεράσματά της (Εταιρεία Αστικών Λεωφορείων Πάφου (Αλέπα) Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 837).

 

      Στην παρούσα υπόθεση η Α.Α.Α., διεξήγαγε και ακροαματική διαδικασία με την οποία έδωσε την ευκαιρία στον εφεσείοντα να θέσει και εξηγήσει ενώπιον της τις θέσεις του,  ενώ είχε επίσης στη διάθεση της το φάκελο της διαδικασίας και την απόφαση της Αρχής Αδειών καθώς και τις απόψεις του Τμήματος Οδικών Μεταφορών. Είναι προφανές ότι η αίτηση εξετάστηκε εξ υπαρχής και ότι η Α.Α.Α. άσκησε τη διακριτική της εξουσία λαμβάνοντας υπόψη τους παράγοντες που καθορίζονται στο άρθρο 9(3) του Ν.9/1982. Mέσα σε αυτά τα πλαίσια δεν παρέλειψε να εξετάσει τις ιδιαίτερες περιστάσεις του εφεσείοντα και τις ανάγκες της κοινότητας Πολεμίου, οι οποίες εξυπηρετούνταν αποκλειστικά και μόνο από το αγροτικό ταξί του.  Συνυπολόγισε ακόμη τον συνολικό αριθμό των αδειών για αστικά ταξί που είχαν χορηγηθεί για την Επαρχία Πάφου από το 2001 και μεταγενέστερα και κατά πόσο θα ήταν προς το δημόσιο συμφέρον η έκδοση νέας άδειας για την ίδια περιοχή. Έπεται ότι κάτω από τα δεδομένα της υπόθεσης η έρευνα της Α.Α.Α. έχει καλύψει κάθε σχετικό παράγοντα.

 

      Κατ΄ ακολουθία των πιο πάνω είναι φανερό πως η εισήγηση περί απουσίας έρευνας και πλάνης περί τα πράγματα δεν ευσταθεί. Οι αρχές του Διοικητικού Δικαίου υπαγορεύουν έρευνα με σκοπό τη διαπίστωση όλων των ουσιωδών γεγονότων. Ωστόσο η έκταση, ο τρόπος και η διαδικασία που θα ακολουθηθεί ποικίλλει ανάλογα με το υπό εξέταση ζήτημα και ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια της Διοίκησης. Η μορφή της έρευνας είναι συνυφασμένη με τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης, ενώ η τελική εκτίμηση των γεγονότων και η λήψη της σχετικής απόφασης αποτελεί καθήκον και υποχρέωση του αρμοδίου οργάνου. Το κριτήριο δε για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων τα οποία παρέχουν βάση για ασφαλή συμπεράσματα. Συνεπώς η έρευνα υπήρξε επαρκής εφόσον επεκτάθηκε στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται (Δημοκρατία κ.ά. v. Κοινότητα Πυργών κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 503, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας v. Zάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270, Μotorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 447).

     

      Αναφορικά τώρα με τον ισχυρισμό ότι η απόφαση της Α.Α.Α. δεν συνοδεύεται από επαρκή αιτιολογία, να υπενθυμίσουμε ότι δεν αποκλείεται η αιτιολογία να έχει συνοπτικό χαρακτήρα νοουμένου ότι το συμπέρασμα δεν συγκρούεται με τα γεγονότα που περιέχονται στο σχετικό φάκελο (Σπηλιωτόπουλου "Eγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίουˮ , 6η έκδοση, σελ.67 και I. Σαρμά "Συνταγματική και Διοικητική Νομολογία του Συμβουλίου Επικρατείας", σελ. 130). Kατά τα άλλα η επάρκεια της αιτιολογίας κρίνεται ανάλογα με τα ιδιαίτερα περιστατικά και τη φύση της κάθε υπόθεσης. Δεν είναι ζήτημα έκτασης του λεκτικού, αλλά της ουσίας του περιεχομένου ούτως ώστε να ικανοποιούνται τα κριτήρια της διοικητικής δικαιοσύνης.  Ιδιαίτερα όταν ο βασικός σκοπός είναι η δυνατότητα ελέγχου (βλ. Δημοκρατία v. Σταύρου (1993) 3 Α.Α.Δ. 71, Α. Μakris Tourist Taxi Service Co Ltd v. Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών (2004) 3 Α.Α.Δ. 94).

         

      Στην υπό κρίση περίπτωση, λαμβανομένου υπόψη του περιεχομένου του φακέλου, η αιτιολογία της επίδικης απόφασης επιτρέπει το δικαστικό έλεγχο. Η Α.Α.Α. κατέγραψε το νομικό πλαίσιο και τα ουσιώδη γεγονότα συμπεριλαμβανομένων και των θέσεων του εφεσείοντα, καταλήγοντας στη διαπίστωση ότι στην περίπτωση του δεν ικανοποιούνταν πλήρως τα κριτήρια του άρθρου 9(3) του Ν.9/1982, αλλά και ότι η τυχόν έγκριση του αιτήματος δεν θα ήταν προς το δημόσιο συμφέρον για συγκεκριμένο λόγο που επίσης σημείωσε.  Νοουμένου ότι η τελική εκτίμηση των γεγονότων και η λήψη της σχετικής απόφασης αποτελεί καθήκον και υποχρέωση του αρμοδίου οργάνου, κρίνουμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά κατέληξε επί των εγερθέντων ζητημάτων.

 

      Τέλος, σ΄ ό,τι αφορά τον ισχυρισμό για άνιση μεταχείριση και παραβίαση του Άρθρου 28 του Συντάγματος σε σχέση με άλλες περιπτώσεις παρόμοιων αιτημάτων που έτυχαν διαφορετικού χειρισμού, παρατηρούμε ότι η Α.Α.Α. σχολίασε το παράπονο του εφεσείοντα στην απόφαση της, εξηγώντας ότι οι περιπτώσεις αυτές είχαν απασχολήσει την Α.Α. το 2002 κατά την εξέταση αιτήσεων για χορήγηση νέων αδειών οδικής χρήσης αστικών ταξί και ότι οι αιτήσεις εκείνες τελικά εγκρίθηκαν υπό τον όρο ακύρωσης της άδειας χρήσης αγροτικού ταξί που κατείχαν οι αιτητές.   Επιπροσθέτως τούτου, όπως ορθά επισημάνθηκε από τη Δικηγόρο της Δημοκρατίας, ο συγκεκριμένος ισχυρισμός δεν είχε τεθεί ούτε απασχόλησε  το πρωτόδικο Δικαστήριο και επομένως δεν είναι δυνατή η εξέταση του από το Εφετείο (Λουγκρού Χατζησυμεού v. Δημοκρατίας, Αναθ. Έφεση αρ. 152/2010, ημερ. 20.10.2015, ECLI:CY:AD:2015:C694, Μαρία Δημητρίου κ.ά. v. Eπιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας κ.ά., Αναθ. 'Εφεση αρ. 110/2010, ημερ. 26.10.2015).

 

      Για τους πιο πάνω λόγους, η έφεση απορρίπτεται και η πρωτόδικη απόφαση επικυρώνεται με €2.500 έξοδα προς όφελος των εφεσιβλήτων και εναντίον του εφεσείοντα.

 

                                     

                                                                   Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.

 

                                                                   Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.

 

                                                                   Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.

 

                                                                   Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.

 

                                                                   Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.

 

 

 

 

 

/κβπ         



[1] Η αρχή αδειών εν τη ενασκήσει της διακριτικής αυτής εξουσίας δέον όπως λαμβάνη υπ' όψιν τα ακόλουθα:

 

(α) Όσον αφορά εις αστικά ταξί και αγροτικά ταξί:

(ι)  την έκτασιν καθ' ην τυχόν αι ανάγκαι της οικείας αστικής τροχαίας περιοχής ή αγροτικής κοινότητος, αναλόγως της περιπτώσεως, εξυπηρετούνται επαρκώς·

(ιι)  τον βαθμόν εις τον οποίον είναι πιθανόν ότι ο αιτητής θα δύναται να παρέχη τας αιτουμένας μεταφορικάς υπηρεσίας·

(ιιι)  την έκτασιν καθ' ην η σκοπούμενη οδική χρήσις είναι αναγκαία ή ευκταία εν τω δημοσίω συμφέροντι·

(ιν)  τας ανάγκας της περιοχής εν τω συνόλω της αναφορικώς προς την μεταφοράν επιβατών

 

(β)  Όσον αφορά εις υπεραστικά ταξί—

(ι)  Την έκτασιν των μεταφορικών αναγκών τας οποίας σκοπεί να εξυπηρέτηση η αιτουμένη οδική γραμμή·

(ιι) την ύπαρξιν άλλων αδειούχων μεταφορικών επιχειρήσεων παρεχουσών τας αυτάς ή παρόμοιας   μεταφορικάς υπηρεσίας εις την περιοχήν και τον βαθμόν επάρκειας και τακτικότητος εις τον οποίον αι τοιαύται υπηρεσίαι παρέχονται·

(ιιι) τον βαθμόν εις τον οποίον είναι πιθανόν ότι ούτος θα δύναται να παρέχη ασφαλείς, συνεχείς και τακτικάς μεταφορικάς υπηρεσίας-

(ιν) την ανάγκην συντονισμού της οδικής μεταφοράς επιβατών εις την περιοχήν προς εξασφάλισιν επαρκών, καταλλήλων και αποτελεσματικών μεταφορικών υπηρεσιών και αποφυγήν επιβλαβούς ανταγωνισμού των αναμεμιγμένων εις τας τοιαύτας μεταφοράς προσώπων

(ν) την έκτασιν καθ' ην η προτεινομένη οδική γραμμή είναι αναγκαία ή ευκταία εν τω δημοσίω συμφέροντι.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο