ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2019:C155
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 13/2013)
23 Απριλίου, 2019
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ,
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/στές]
INSTITUTO DI RICERCHE DI BIOLOGIA
MOLECOLARE P. ANGELETTI S.p.Α.
Εφεσείοντες/Αιτητές
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΦΟΡΟΥ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΠΑΡΑΛΗΠΤΗ
ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΩΣ ΕΦΟΡΟΥ ΕΥΡΕΣΙΤΕΧΝΙΩΝ,
Εφεσίβλητων/Καθ'ων η αίτηση
___________________________
Αίτηση για προσαγωγή μαρτυρίας ημερ. 26/11/2018
Χρ. Θεοδούλου με Κλ. Τομπόλη Θεοδούλου (κα), για τους Εφεσείοντες.
Λ. Ζαννέτου (κα), Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Εφεσιβλήτους.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από το Δικαστή Παμπαλλή.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Οι εφεσείοντες αμφισβήτησαν τη νομιμότητα της απόφασης του Εφόρου Ευρεσιτεχνιών, δυνάμει της οποίας είχε διαγραφεί το Δίπλωμα ημερ. 21 Οκτωβρίου 2006.
Η προσφυγή απορρίφθηκε με απόφαση ημερ. 7 Δεκεμβρίου 2012. Εναντίον της πιο πάνω απόφασης καταχωρήθηκε έφεση, αποτελούμενη από έξι λόγους έφεσης.
Η υπόθεση, μετά την καταχώριση των περιγραμμάτων αγόρευσης, ορίστηκε για ακρόαση στις 12 Νοεμβρίου 2018. Κατά την πιο πάνω ημερομηνία, οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των εφεσειόντων ζήτησαν αναβολή, με σκοπό την καταχώριση αίτησης για προσαγωγή μαρτυρίας. Όντως, στις 26 Νοεμβρίου 2018, καταχωρήθηκε αίτηση δυνάμει της οποίας οι εφεσείοντες επιδιώκουν την προσαγωγή μαρτυρίας, (α) «προς απόδειξη της καλής πρακτικής που ακολουθεί ο Εφεσίβλητος/Καθ'ου η αίτηση στην περίπτωση επικείμενης λήξης της περιόδου προστασίας των εμπορικών σημάτων . εν αντιθέσει προς την κακή πρακτική που επέδειξε ο ίδιος ο Εφεσίβλητος .» και (β) «την προσαγωγή μαρτυρίας . προς απόδειξη του χρόνου γνώσης από τους Εφεσείοντες/Αιτητές της επίδικης πράξης και/ή του εμπροθέσμου της προσφυγής των».
Η αίτηση εδράζεται σε ένορκη δήλωση της Μ.Γ., γραφέα - γραμματέα στο δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί τους εφεσείοντες. Η ενόρκως δηλούσα αναφέρεται, ουσιαστικώς, στα γεγονότα της υπόθεσης, στην πρακτική η οποία ακολουθείτο σε περιπτώσεις ανανέωσης διπλωμάτων και παράλληλα, επισυνάπτει την ένορκη δήλωση του J. H., ημερ. 18 Ιανουαρίου 2011.
Καταχωρήθηκε ένσταση από πλευράς των εφεσιβλήτων, οι οποίοι, μεταξύ άλλων, προβάλλουν προδικαστικώς ότι το αίτημα (α) έχει αποτελέσει αντικείμενο ενδιάμεσης απόφασης του πρωτόδικου δικαστηρίου, ημερ. 2 Ιουλίου 2012. Περαιτέρω, προβάλλονται οκτώ λόγοι, για τους οποίους η ένσταση θα πρέπει να απορριφθεί.
Με την αγόρευση τους οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των εφεσειόντων υποστήριξαν ότι η ανυπαρξία γνώσης της επιστολής απόρριψης του διπλώματος ευρεσιτεχνίας από τον Έφορο Ευρεσιτεχνιών, επηρεάζει το συνταγματικό δικαίωμα των εφεσειόντων για προσφυγή στο Δικαστήριο, κατά παράβαση του Άρθρου 30.1 και 2 του Συντάγματος. Η μαρτυρία του H., υποστηρίχτηκε, είναι απαραίτητο να κατατεθεί έτσι ώστε το Δικαστήριο να αποφασίσει επί του θέματος που εγείρεται.
Η ευπαίδευτη συνήγορος των εφεσιβλήτων αναφέρθηκε σε νομολογία ως προς το θέμα αντίκρισης της δυνατότητας προσαγωγής μαρτυρίας κατά το στάδιο της έφεσης. Έκαμε, παράλληλα, ιδιαίτερη αναφορά στο περιεχόμενο της ενδιάμεσης απόφασης του δικαστηρίου, ημερ. 2 Ιουλίου 2012, για να υποστηρίξει ότι η μαρτυρία που επιδιώκεται να προσαχθεί είναι άσχετη με τα επίδικα θέματα. Η δε μεθοδολογία που, κατ' ισχυρισμό, δεν τηρήθηκε, είναι η προβλεπόμενη στον περί Εμπορικών Σημάτων Νόμο, Κεφ. 268, και στους εκδοθέντες επί τούτου Κανονισμούς.
Η φύση της αναθεωρητικής έφεσης είναι, όπως και της προσφυγής, η νομιμότητα της πράξης ή απόφασης της Διοίκησης.
Ο Κανονισμός 12 των Διαδικαστικών Κανονισμών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962 προνοεί ότι:
″(1) Το Δικαστήριον ή Δικαστής δύναται να διατάξη οιονδήποτε αιτητήν να παρουσιασθή αυτοπροσώπως είτε διά να δώση ενόρκως ή άλλως πως πληροφορίας προς το Δικαστήριον, είτε διά να παρουσιάση έγγραφα ή άλλα αποδεικτικά μέσα. Εάν αιτητής τις διαταχθείς να εμφανισθή αυτοπροσώπως αρνηθή να πράξη ούτω, η ακολουθητέα διαδικασία εξαναγκασμού προς συμμόρφωσιν του τοιούτου αιτητού, η οποία δυνατόν να εφαρμοσθή, θα είναι ως η ισχύουσα διά τον εξαναγκασμόν εμφανίσεως μάρτυρος, όστις αρνήται να συμμορφωθή προς μαρτυρικήν κλήσιν ...........
(2) Το Δικαστήριον δύναται να διατάξη τον καθ'ου η αίτησις να δώση ενόρκως ή άλλως πως πληροφορίας ή να παρουσιάση έγγραφα ή άλλα αποδεικτικά μέσα διά δεόντως εξουσιοδοτημένου υπαλλήλου.″
Ο Κανονισμός 19 προνοεί ότι:
″Καθ' οιονδήποτε στάδιον της διαδικασίας το Δικαστήριον ή Δικαστής δύναται να εκδώσει τοιαύτας οδηγίας, αι οποίαι απαιτούνται προς το συμφέρον της δικαιοσύνης.″
Το Δικαστήριο, στα πλαίσια της αναθεωρητικής του δικαιοδοσίας προσεγγίζει το θέμα της νομιμότητας της προσβαλλόμενης πράξης ή απόφασης, με αναφορά στα θέματα που εγείρονται από τον εφεσείοντα στην έφεση ή στην ένσταση, που δεν είχαν αποφασιστεί πρωτοδίκως ή στα εγειρόμενα στην αντέφεση. (Βλ. Πανεπιστήμιο Κύπρου ν. Κωνσταντίνου κ.ά. (1994) 3 Α.Α.Δ. 145).
Στην εν λόγω απόφαση, ως προς το θέμα της δυνατότητας προσαγωγής μαρτυρίας, τονίστηκε στις σελίδες 159-160:
″Η προσαγωγή εγγράφων και μαρτυριών δε ρυθμίζεται από το δίκαιο της αποδείξεως που ισχύει στις αστικές εφέσεις.
Το Δικαστήριο, στην Αναθεωρητική του Δικαιοδοσία, έχει ευρεία εξουσία να δεχθεί μαρτυρία για οποιοδήποτε σημείο ή ζήτημα, που κρίνει σχετική και αναγκαία για την απόφαση των θεμάτων που εγείρονται στην προσφυγή ή στην έφεση, αναφορικά με τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης ή απόφασης.″
Στην υπόθεση Sportsman Betting v. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 591, επιβεβαιώθηκε η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ότι προϋπόθεση για την προσαγωγή μαρτυρίας στην αναθεωρητική δικαιοδοσία είναι η σχετικότητα της μαρτυρίας προς τα επίδικα θέματα. Τονίστηκε δε το εξής στις σελίδες 595-596:
″Στην αναθεωρητική του δικαιοδοσία το Ανώτατο Δικαστήριο έχει την διακριτική ευχέρεια να ελέγχει το δικαίωμα των διαδίκων να προσαγάγουν μαρτυρία σχετική με τα γεγονότα που θέλουν να αποδείξουν, με γνώμονα πάντοτε τη σχετικότητα της μαρτυρίας με τα επίδικα θέματα. Ο διάδικος που ζητά την έκδοση οδηγιών για προσαγωγή μαρτυρίας, είτε προφορικής είτε υπό μορφή ένορκης δήλωσης, οφείλει να προσδιορίσει με εύλογη λεπτομέρεια τα γεγονότα τα οποία επιδιώκει να αποδείξει και να ικανοποιήσει επίσης το Δικαστήριο ότι τα γεγονότα αυτά είναι σχετικά με τα επίδικα θέματα που εγείρονται στην προσφυγή, λαμβανομένων υπόψη των νομικών σημείων και των γεγονότων πάνω στα οποία βασίζεται η προσφυγή. Επιτρέπεται η προσκόμιση γεγονότων με μαρτυρία μόνο όταν είναι σχετικά με τα επίδικα θέματα και όταν η απόδειξή τους δυνατό να τεκμηριώσει οποιονδήποτε από τους λόγους ακύρωσης της προσβαλλόμενης διοικητικής απόφασης. (Βλέπε: Κωνσταντίνου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού (Αρ. 1) (1992) 4 Α.Α.Δ. 3330, Νικολαΐδης ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (1993) 4 Α.Α.Δ. 609, Lordos Hotels Holdings Ltd. v. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Παραλιμνίου, Υπόθ. αρ. 71/97, ημερ. 18.11.99).″
Βλ. επίσης Θαλασσινός ν. Δημοκρατίας (2003) 3 Α.Α.Δ. 507.
Εκκινούμε την εξέταση της αίτησης από το αιτητικό Β, που επιδιώκει την κατάθεση της ένορκης δήλωσης του J.H.. Είμαστε της γνώμης ότι αποτελεί αντικείμενο κατάχρησης.
Η κατατεθείσα αίτηση, ημερ. 1ης Φεβρουαρίου 2011, στο πλαίσιο της εκδίκασης της προσφυγής, είχε ως αντικείμενο, όπως αναφέρεται στην απόφαση του αδελφού Δικαστή Χατζηχαμπή, την «προσαγωγή μαρτυρίας προς απόδειξη του ότι δεν είχε λάβει γνώση «την 13.11.2008 [ημερομηνία της επιστολής προς τον κ. Δημητριάδη] περί του γεγονότος της απόρριψης», του Διπλώματος, με ένορκη δήλωση του J. H., Assistant Counsel του European Patents of Merck & Co Inc». Αυτή η αίτηση, όπως έχουμε σημειώσει πιο πάνω, απορρίφθηκε από το Δικαστήριο και αποτελεί το αντικείμενο του πρώτου λόγου έφεσης στο εφετήριο που κατατέθηκε από τους εφεσείοντες. Παρατηρούμε, συναφώς, ότι όχι μόνο η προσπάθεια προσαγωγής μαρτυρίας απερρίφθη και αποτελεί αντικείμενο έφεσης, αλλά επιχειρείται εκ νέου η κατάθεση της ιδίας ένορκης δήλωσης που, όπως σημειώσαμε, φέρει ημερομηνία 18 Ιανουαρίου 2011, πριν την καταχώριση της απορριφθείσας αίτησης για προσαγωγή μαρτυρίας, ημερ. 1ης Φεβρουαρίου 2011. Η καταχώριση συνιστά κατάχρηση.
Ως προς το πρώτο σκέλος της αίτησης, με την οποία επιδιώκεται η προσαγωγή μαρτυρίας, ως προς τη διαδικασία που ακολουθείται από τον Έφορο Ευρεσιτεχνιών, αναφορικά με τον τρόπο αντιμετώπισης αιτημάτων ανανέωσης, παρατηρούμε ότι και πάλι είναι χωρίς οποιοδήποτε έρεισμα, καθότι η μαρτυρία αυτή ήταν γνωστή στους εφεσείοντες κατά το στάδιο της διαδικασίας εκδίκασης της προσφυγής και όφειλαν, εάν επιθυμούσαν, να προσκομίσουν τη μαρτυρία τότε. Δεν έχει καταδειχθεί ότι υπήρχε οποιαδήποτε δυσκολία ή αδυναμία στην προσκόμιση αυτής της διαδικασίας, κατά το στάδιο της εκδίκασης της προσφυγής. Περαιτέρω, όπως διαφαίνεται από την ένορκη δήλωση της Μ. Γ., προς υποστήριξη της αίτησης, όλα τα στοιχεία που υποδηλούν τον τρόπο δράσης του Εφόρου, είναι κατατεθειμένα στο διοικητικό φάκελο και από εκεί άντλησε το υλικό που παρουσίασε, διανθιζόμενο με επιχειρήματα. Επιχειρείται η επανακατάθεση του με άλλο τρόπο.
Ως εκ τούτου, η αίτηση απορρίπτεται με €1.000 έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον των εφεσειόντων.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.
Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.
/ΔΓ