ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2019:C34
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
(ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΑΡ. 2/2018 και 3/2018)
Αναφορικά με το Άρθρο 140 του Συντάγματος.
6 Φεβρουαρίου, 2019
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΠΑΝΑΓΗ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΛΙΑΤΣΟΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/στές]
(ΑΝΑΦΟΡΑ ΑΡ. 2/2018)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Αιτητής
ΚΑΙ
ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΩΝ,
Καθ΄ ης η αίτηση.
______________________
Γνωμάτευση κατά πόσον ο Νόμος με συνοπτικό τίτλο «Ο περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Τροποποιητικός) Νόμος του 2018» είναι αντίθετος και/ή ασύμφωνος με τα Άρθρα 54, 61, 80.2 και 179 του Συντάγματος και την Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών η οποία διαπνέεται από το Σύνταγμα της Δημοκρατίας.
_____________________
(ΑΝΑΦΟΡΑ ΑΡ. 3/2018)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Αιτητής
ΚΑΙ
ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΩΝ,
Καθ΄ ης η αίτηση.
______________________
Γνωμάτευση κατά πόσον ο Νόμος με συνοπτικό τίτλο «Ο περί Προστασίας της Πατρότητας (Τροποποιητικός) Νόμος του 2018» είναι αντίθετος και/ή ασύμφωνος με τα Άρθρα 54, 61, 80.2 και 179 του Συντάγματος και την Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών η οποία διαπνέεται από το Σύνταγμα της Δημοκρατίας.
_____________________
Λ. Ζαννέτου-Χριστοδουλίδου (κα.), Εισαγγελέας της Δημοκρατίας με Γ. Χ΄΄ Χάννα (κα.), Ανώτερη Δικηγόρο της Δημοκρατίας, για τον Αιτητή.
Α. Ιωάννου (κα.) και Στ. Καρακατσιάνη (κα.), για την Καθ΄ ης η αίτηση.
Η Γνωμάτευση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Νικολάτο, Π.
______________________
Γ Ν Ω Μ Α Τ Ε Υ Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Με την Αναφορά 2/18, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αιτείται γνωμάτευσης αναφορικά με τον περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων (τροποποιητικό) Νόμο του 2018 και με την Αναφορά 3/18 αιτείται γνωμάτευσης αναφορικά με τον περί Προστασίας της Πατρότητας (τροποποιητικό) Νόμο του 2018, κατά πόσον δηλαδή και οι δύο Νόμοι, είναι αντίθετοι και/ή ασύμφωνοι με τα Άρθρα 54, 61,82 και 179 του Συντάγματος της Δημοκρατίας και με την αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών. Οι δύο Αναφορές είναι αλληλένδετες, καθώς με την 2/18, διευρύνεται η έννοια του όρου «Σύζυγος», για να καλύπτει πρόσωπα που δεν έχουν τελέσει γάμο, αλλά αποδεδειγμένα συζούν ως σύζυγοι, με τη μητέρα του παιδιού, για να λαμβάνουν το επίδομα πατρότητας, ενώ με την 3/18 τροποποιήθηκε το Άρθρο 3 του βασικού Νόμου, για να δικαιούνται, σε άδεια πατρότητας και οι συντρόφοι των μητέρων που δεν είναι νυμφευμένοι και δεν έχουν συνάψει σύμφωνο πολιτικής συμβίωσης με τη μητέρα του παιδιού, αλλά συζούν με αυτήν.
Το Άρθρο 2 του Νόμου του περί Προστασίας της Πατρότητας που τροποποιεί το Άρθρο 3 του βασικού Νόμου, εδάφιο (2) αναφέρει οτι ο όρος σύζυγος « σημαίνει τη σχέση που δημιουργείται μεταξύ άντρα και γυναίκας ως αποτέλεσμα γάμου αναγνωρισμένου από την πολιτεία και περιλαμβάνει τα πρόσωπα τα οποία δεν έχουν τελέσει γάμο, αλλά αποδεδειγμένα συζούν ως σύζυγοι » και ο ίδιος ορισμός έχει εισαχθεί και στον περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμο.
Είναι η θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας ότι η Βουλή των Αντιπροσώπων ( Καθ΄ ης η αίτηση) με τις δύο προτάσεις Νόμου διεύρυνε την ομάδα δικαιούχων σε επίδομα κοινωνικής ασφάλισης και άδεια πατρότητας αυξάνοντας έτσι τις δαπάνες του Κράτους που προβλέπονται στον προϋπολογισμό, εφόσον επιβαρύνεται επιπλέον το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων, κατά παράβαση του Άρθρου 80.2 του Συντάγματος. Παράλληλα με τους υπό αναφορά Νόμους παραβιάζεται η πολιτική που εφαρμόζει η Εκτελεστική Εξουσία στη βάση του Άρθρου 54 του Συντάγματος, για την παροχή οικογενειακού τύπου επιδομάτων και η οποία είναι ενιαία σε όλες τις περιπτώσεις, κάτω από τον περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμο. Περαιτέρω, η γενική πολιτική του κράτους για αυτά τα επιδόματα και άδειες, καθώς επισημαίνουν, έχει καθοριστεί αφού λήφθηκαν υπόψιν διάφοροι παράγοντες, όπως για παράδειγμα η ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και ιδιωτικής ζωής των γονέων, η παροχή ίσης ευκαιρίας μεταξύ αντρών και γυναικών και η βιωσιμότητα του ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Είναι περαιτέρω η θέση του Αιτητή ότι η Βουλή των Αντιπροσώπων με τους υπό Αναφορά Νόμους έχει επέμβει σε αυτήν την πολιτική της εκτελεστικής εξουσίας, μεταβάλλοντας, τροποποιώντας ή/και ακόμα καθορίζοντας η ίδια πολιτική και συνακόλουθα υπάρχει παραβίαση των άρθρων 54, 61 80 του Συντάγματος και της Αρχής της Διάκρισης των Εξουσιών.
Στη συνέχεια οι ευπαίδευτοι συνήγοροι εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, υποδεικνύουν ότι η αιτιολογία που προβλήθηκε για τη ψήφιση των Νόμων, στην αιτιολογική έκθεση και στα κοινοβουλευτικά πρακτικά είναι η άρση της διάκρισης μεταξύ των ζευγαριών που αποκτούν παιδί μετά τον γάμο και των ζευγαριών που έχουν αποκτήσει παιδί, χωρίς να προηγηθεί η τέλεση του γάμου ή συμφώνου συμβίωσης. Ωστόσο με την ένσταση της Καθ΄ ης η αίτηση, καθώς με το γραπτό περίγραμμά της προβάλλεται και μια νέα υπεράσπιση, αυτή της υπεροχής του Ενωσιακού Δικαίου.
Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι του Αιτητή επισημαίνουν ότι η Βουλή των Αντιπροσώπων κωλύεται «από το να εγείρει μία νέα υπεράσπιση που δεν επικαλέστηκε η ίδια στα πρακτικά της» στα πλαίσια του Άρθρου 140 του Συντάγματος. Και επομένως σύμφωνα και πάλι με τη θέση των ευπαιδεύτων συνηγόρων για τον Αιτητή, αυτή θα πρέπει να εξεταστεί σε συνάρτηση με τη συμβατότητα των υπό αναφορά Νόμων, με το Σύνταγμα της Δημοκρατίας. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας επιθυμεί γνωμάτευση κατά πόσον είναι συμβατοί οι δύο Νόμοι με τα συγκεκριμένα Άρθρα του Συντάγματος και την αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών. Εν πάση περιπτώσει, σύμφωνα πάντοτε με τη θέση των ευπαιδεύτων συνηγόρων για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, η υπεράσπιση περί υπεροχής του Ενωσιακού Δικαίου είναι πλήρως αβάσιμη και ανυπόστατη καθώς υποδεικνύουν ότι, δεν υπάρχει υποχρέωση επιβαλλόμενη από το Ενωσιακό Δίκαιο, για ρύθμιση του θέματος του επιδόματος και της άδειας για συντρόφους των μητέρων, που δεν είναι νυμφευμένοι ούτε και δεσμευμένοι με σύμφωνο πολιτικής συμβίωσης, με αυτές. Επισημαίνουν συναφώς, ότι όλες οι Οδηγίες, Κανονισμοί, ψηφίσματα, ο Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και η Νομολογία, που αναφέρονται στην ένσταση της Καθ΄ ης η αίτηση και στην αγόρευσή της, δεν ρυθμίζουν και δεν υποχρεώνουν τα Κράτη Μέλη να παρέχουν επίδομα ή άδεια πατρότητας σε τέτοιους συντρόφους. Υποβάλλουν επίσης ότι οι Οδηγίες περί ισότητας των φύλων, που επικαλείται η Καθ΄ ης η αίτηση, έχουν τύχει εναρμόνισης και έχουν ήδη μεταφερθεί στην Κυπριακή έννομη τάξη.
Η θέση των ευπαιδεύτων συνηγόρων εκ μέρους του Προέδρου της Δημοκρατίας ότι, ανεπιτυχώς προσπαθεί η Καθ΄ ης η αίτηση να επιχειρηματολογήσει ότι οι υπό Αναφορά Νόμοι είναι/προϊόν εναρμόνισης με το ενωσιακό δίκαιο, (το οποίο υπερισχύει του Συντάγματος της Δημοκρατίας), μας βρίσκει σύμφωνους .
Είναι πρόδηλο ότι σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν υπάρχει Οδηγία που να υποχρεώνει τα Κράτη Μέλη να παραχωρούν επίδομα ή άδεια πατρότητας στα προαναφερόμενα άτομα[1]. Επίσης σε καμιά από τις αναφερόμενες Οδηγίες και/ή Κανονισμό και/ή Άρθρα της Συνθήκης και/ή τη νομολογία του Δ.Ε.Ε., που έχει επικαλεστεί η ευπαίδευτη συνήγορος εκ μέρους της Καθ΄ ης η Αίτηση, προκύπτει υποχρέωση σε Κράτος Μέλος για παροχή άδειας/επιδόματος πατρότητας, στα προαναφερόμενα άτομα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι Ευρωπαϊκές Οδηγίες και ο Κανονισμός στον οποίον αναφέρεται η Βουλή των Αντιπρόσωπων, όπως εύστοχα επισημάνθηκε και από τους ευπαιδεύτους συνηγόρους του Αιτητή, αφορούν στην ίση μεταχείριση μεταξύ ανδρών και γυναικών και σε καμία περίπτωση δεν αφορούν σε ισότητα άγαμων και έγγαμων ανδρών, συντρόφων των μητέρων των παιδιών.
Παρενθεντικά αναφέρουμε ότι οι εναρμονιστικοί νόμοι θεσπίζονται προς εφαρμογή συγκεκριμένης ενωσιακής διάταξης (και όχι αόριστα και γενικά) και, σε τέτοια περίπτωση, γίνεται ρητή αναφορά στο προοίμιο των εναρμονιστικών νόμων και ενημερώνεται προς τούτο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Η Καθ΄ ης η Αίτηση δεν μπορεί να επικαλείται, απευθείας, τις πρόνοιες των Ευρωπαϊκών Οδηγιών, γιατί αυτές δεν επιφέρουν κανένα αποτέλεσμα στην εσωτερική έννομη τάξη, εκτός αν έχουν υιοθετηθεί και εφαρμοστεί στο Εθνικό Δίκαιο. Δηλαδή οι οδηγίες, από μόνες τους, τουλάχιστον πριν τη λήξη της προθεσμίας εφαρμογής τους, έτσι όπως τις επικαλείται η άλλη πλευρά, γενικά και αόριστα, δεν δημιουργούν δεσμευτικότητα, αλλά ούτε και υποχρεώνουν ή επιβάλλουν στην Κυπριακή Δημοκρατία την παροχή επιδόματος ή άδειας πατρότητας στα προαναφερόμενα πρόσωπα. Στη θεμελιακή απόφαση του Δ.Ε.Ε., υπ΄ αρ. 148/78, Pubblico Ministero v. Ratti (1979), το Δ.Ε.Ε. επιβεβαίωσε ότι ένα Κράτος Μέλος που δεν εφάρμοσε μιαν Οδηγία, εντός της περιόδου εφαρμογής της, δεν μπορεί να βασίζεται στη δική του αποτυχία να την εφαρμόσει, έναντι (επηρεαζομένων) ατόμων.
Λαμβάνοντας υπόψιν ότι η Κυπριακή έννομη τάξη είναι ήδη εναρμονισμένη με τις σχετικές Οδηγίες περί Ισότητας των Φύλων (και μάλιστα αυτό ρητά αναφέρεται και είναι παραδεκτό και από την Βουλή των Αντιπρόσωπων) και δεδομένου ότι δεν υπάρχει σαφές Ενωσιακό Δίκαιο που επιβάλλει την παροχή άδειας και επιδόματος πατρότητας, στα προαναφερόμενα άτομα, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι δεν τίθεται θέμα άμεσης ή έμμεσης διάκρισης μεταξύ των δυο φύλων με την παροχή άδειας και επιδόματος πατρότητας μόνο στους έγγαμους πατέρες και σε αυτούς που έχουν συνάψει σύμφωνο πολιτικής συμβίωσης, ούτε και παραβιάζεται, εν προκειμένω, το Ενωσιακό Δίκαιο.
Οι διατάξεις των υπό Αναφορά Νόμων αφορούν αμιγώς την εθνική έννομη τάξη εφόσον δεν τίθεται θέμα εφαρμογής Κανόνων της Ένωσης και/ή μεταφοράς Οδηγίας στην Κυπριακή έννομη τάξη. Στην απουσία σχετικού ενωσιακού δικαίου, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι όλοι οι ισχυρισμοί της Καθ΄ ης η αίτηση είναι ανεδαφικοί και αβάσιμοι.
Στην προκείμενη περίπτωση, ενώ το Σύνταγμα προνοεί στο Άρθρο 80.2 αυτού ότι ουδεμία πρόταση νόμου συνεπαγόμενη αύξηση του προϋπολογισμού των προβλεπόμενων εξόδων δύναται να υποβληθεί από Βουλευτή, τέτοιες προτάσεις Νόμου έχουν υποβληθεί και ψηφιστεί, στην προκείμενη περίπτωση.
Με τη ψήφιση των υπό Αναφορά Νόμων και τη συμπερίληψη των προσώπων που οι συμβίες τους αποκτούν παιδί, χωρίς να έχουν τελέσει γάμο ή να έχουν συνάψει σύμφωνο πολιτικής συμβίωσης με αυτές, στους δικαιούχους, είναι πρόδηλο ότι αυξάνονται οι δαπάνες του Κράτους, οι οποίες προβλέπονται από τον Προϋπολογισμό, καθώς οι πρόνοιες τους διευρύνουν την ομάδα των δικαιούχων του επιδόματος και της άδειας πατρότητας, συμπεριλαμβάνοντας και πρόσωπα που δεν έχουν τελέσει ούτε γάμο, ούτε και έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης. Αυτό συνεπάγεται επιβάρυνση του Πάγιου Ταμείου της Δημοκρατίας και αύξηση των εξόδων του Προϋπολογισμού καθότι μια ομάδα προσώπων που δεν είχε δικαίωμα σε παροχή επιδόματος και άδειας πατρότητας, με τη ψήφιση των υπό Αναφορά Νόμων, αποκτά αυτό το δικαίωμα.
Η αύξηση των δαπανών του Κράτους είναι πρόδηλη καθώς με την εφαρμογή των υπό Αναφορά Νόμων και την ένταξη των προσώπων που δεν έχουν τελέσει γάμο ή σύμφωνο συμβίωσης στους δικαιούχους επιδόματος και άδειας πατρότητας, αποκτάται αυτό το δικαίωμα, και συνακόλουθα οι υπό Αναφορά Νόμοι, οι οποίοι ψηφίστηκαν κατόπιν προτάσεως Νόμου, ευρίσκονται σε αντίθεση και είναι ασύμφωνοι με το Άρθρο 80.2 του Συντάγματος. Η οποιαδήποτε αιτιολογία δίδεται από τη νομοθετική εξουσία για το σκοπό ψήφισης της επίδικης νομοθεσίας, δεν αναιρεί το γεγονός ότι υπάρχει αύξηση των δαπανών του Κράτους και κατ΄ επέκταση παραβίαση του Συντάγματος, χωρίς αυτό να δικαιολογείται από το Ενωσιακό Δίκαιο.
Το Σύνταγμα αποτελεί τον υπέρτατο Νόμο στη Δημοκρατία και συνεπώς όλοι οι Νόμοι της Δημοκρατίας πρέπει να είναι προσαρμοσμένοι και να ευθυγραμμίζονται με τις διατάξεις του. Ουδείς νόμος της Βουλής των Αντιπροσώπων δύναται να είναι καθ' οιονδήποτε τρόπον αντίθετος ή ασύμφωνος προς οποιαδήποτε διάταξή του.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, κρίνουμε ότι οι υπό Αναφορά Νόμοι είναι αντίθετοι και, ασύμφωνοι με το Άρθρο 80.2 του Συντάγματος της Δημοκρατίας και επομένως είναι αντισυνταγματικοί, εφόσον δεν διασώζονται από το Ενωσιακό Δίκαιο.
Δεν χρειάζεται να επεκταθούμε στην εξέταση των άλλων λόγων αντισυνταγματικότητας που επικαλείται ο Αιτητής.
Η παρούσα Γνωμάτευση κοινοποιείται, σύμφωνα με το ΄Αρθρο 140.2 του Συντάγματος, στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και στη Βουλή των Αντιπροσώπων.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.
ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.
Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.
Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.
Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.
/ΕΑΠ.
[1] Οδηγία 2006/54/Ε:Κ για την Εφαρμογή της Αρχής των Ίσων Ευκαιριών και της Ίσης Μεταχείρισης Ανδρών και Γυναικών σε Θέματα Εργασίας και Απασχόλησης εναρμονίστηκε με τον περί Ίσης Μεταχειρίσεως Ανδρών και Γυναικών (Τροποποιητικός) στα Επαγγελματικά Σχέδια Κοινωνικής Ασφάλισης Νομός 40(Ι)/2009 και τον περί Ίσης Μεταχείρισης Ανδρών και Γυναικών στην Απασχόληση και στην Επαγγελματική Εκπαίδευση Νόμος 205(Ι)/2002
Οδηγία 76/207/EQK Περί της Ίσης Μεταχειρίσεως Μεταξύ Ανδρών και Γυναικών, Όσον Αφορά την Πρόσβαση σε Απασχόληση, την Επαγγελματική Εκπαίδευση και Προώθηση και τις Συνθήκες Εργασίας εναρμονίστηκε με τον περί Ίσης Μεταχείρισης Ανδρών και Γυναικών στην Απασχόληση και στην Επαγγελματική Εκπαίδευση Νόμος του 2002 (205(Ι)/2002)
Οδηγία 79/7/ΕΟΚ του Συμβουλίου Περί της Προοδευτικής Εφαρμογής της Αρχής της Ίσης Μεταχειρίσεως Μεταξύ Ανδρών και Γυναικών σε Θέματα Κοινωνικής Ασφαλίσεως, εναρμονίστηκε με τον περ Νόμος ήταν/είναι συμβατός με την Οδηγία όσον αφορά το επίδομα μητρότητας κατά την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ το 2004
Οδηγία 2002/73/ΕΚ για την τροποποίηση της οδηγίας 76/207/ΕΟΚ του Συμβουλίου Αρχής της Ίσης Μεταχειρίσεως Ανδρών και Γυναικών Όσον Αφορά την Πρόσβαση Επαγγελματική Εκπαίδευση και Προώθηση και τις Συνθήκες Εργασίας (Βλέπε Οδηγία 76/207/ΕΟΚ) και εναρμονίστηκε με το περί Ίσης Μεταχείρισης Ανδρών και Γυναικών στην Απασχόληση και στην Επαγγελματική Εκπαίδευση (Τροποποιητικός) Νόμος του 2006 40(Ι)/2006 Οδηγία 92/85 σχετικά με την Εφαρμογή Μέτρων που Αποβλέπουν στη Βελτίωση της[γγείας και της Ασφάλειας κατά την Εργασία των Εγκύων, Λεχώνων και Γαλουχουσών Εργαζομένων εναρμονίστηκε με τον περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμο ήταν/είναι συμβατός με την Οδηγία όσον αφορά το επίδομα μητρότητας κατά την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ το 2004 και με τον περί της Προστασίας της Μητρότητας (Ασφάλεια και Υγεία στην Εργασία) Κανονισμοί του 2002. Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων και με τον περί Πρρστασίας της Μητρότητας (Τροποποιητικός) Νόμος 70(Ι)/2011