ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Ναθαναήλ, Στέλιος Σταύρου Παναγή, Περσεφόνη Παρπαρίνος, Λεωνίδας Λιάτσος, Αντώνης Στυλιανίδου-Πούγιουρου, Αντρούλα Α. Πετουφάς, για Εφεσείοντες Μ. Χατζηγεωργίου (κα) για Εφεσίβλητους, για Γενικό Εισαγγελέα CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2018-04-24 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΙΩΑΝΝΑ ΚΕΚΚΟΥ ν. ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ κ.α., ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΕΦΕΣΕΙΣ ΑΡ. 112/12, 114/12 και 115/12, 24/4/2018 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2018:C185

AΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΕΦΕΣΕΙΣ ΑΡ. 112/12, 114/12 και 115/12

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΝΑΓΗ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΛΙΑΤΣΟΣ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

24 Απριλίου 2018

 

ΑΝΑΘΕΩΡHΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 112/12

 

ΙΩΑΝΝΑ ΚΕΚΚΟΥ

ΕΦΕΣΕΙΟΥΣΑ

ΚΑΙ

                   ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ:

1.  ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ

2.   ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ

                        ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

                   3.  ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ

 

 

ΑΝΑΘΕΩΡHΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 114/12

 

ΑΛΒΕΡΤΟΣ ΦΕΝΕΚ

ΕΦΕΣΕΙΟΝΤΑΣ

ΚΑΙ

                   ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ:

1.  ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ

2.   ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ

                        ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

                   3.  ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ/ΑΙΤΗΤΩΝ

 

ΑΝΑΘΕΩΡHΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 115/12

ΝΙΝΟΣ ΣΙΑΜΜΟΥΤΗ

ΕΦΕΣΕΙΟΝΤΑΣ

ΚΑΙ

                   ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ:

1.  ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ

2.   ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ

                        ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

                   3.  ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ

Α. Πετουφάς, για Εφεσείοντες

Μ. Χατζηγεωργίου (κα) για Εφεσίβλητους, για Γενικό Εισαγγελέα

-------------------------------------

 

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.:  Η  ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Παρπαρίνο, Δ.

----------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ  Οι υπό τον άνω αριθμό και τίτλο Εφέσεις συνεκδικάστηκαν λόγω της συνάφειας όσον αφορά τα πραγματικά γεγονότα αλλά όσο και τα νομικά θέματα που εγείρονται.

 

Το πραγματικό υπόβαθρο το οποίο είναι παραδεκτό απ'  όλα τα μέρη αφορά Σχέδιο παραχώρησης οικονομικής βοήθειας στους εγκλωβισμένους που σκοπό είχε την απάμβλυνση των ειδικών προβλημάτων που αντιμετώπιζαν στις γεωργικές τους εργασίες.  Το σχέδιο πρωτοεισήχθη από το Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, το 1996 και προέβλεπε ανώτατα όρια καλλιεργήσιμων εκτάσεων και επιδοτήσεων.  Το ανώτατο όριο καλλιεργήσιμης γης ήταν αρχικά 100 σκάλες.  Το σχέδιο στις 3.1.2008 αναθεωρήθηκε με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου και σύμφωνα με αυτήν ήρθησαν τα ανώτατα όρια επιδότησης ανά δικαιούχο όπως αυτά ίσχυαν για το 2007, ενώ παράλληλα αποφάσισε την επεξεργασία σχεδίου ελέγχου των κεφαλαιουχικών εκταρικών επιδοτήσεων.

 

Για το 2008, σύμφωνα με το αναθεωρημένο σχέδιο, οι εγκλωβισμένοι/δικαιούχοι θα έπρεπε να υποβάλουν αίτηση προς την αρμόδια Υπηρεσία και η οικονομική βοήθεια θα παραχωρείτο με βάση ονομαστικούς καταλόγους, για τα δηλωμένα περιουσιακά στοιχεία των εγκλωβισμένων, που ετοιμάζει κάθε χρόνο η Υπηρεσία Ανθρωπιστικών Θεμάτων.  Δεδομένου ότι αίρονταν τα ανώτατα όρια, η άνω Υπηρεσία σε συνεργασία με τους Κοινοτάρχες θα έπρεπε να βεβαιώνει τις δηλώσεις περιουσιακών στοιχείων των εγκλωβισμένων με την τήρηση μητρώου ζώων, τίτλους ιδιοκτησίας, ενοικιαστήρια ή διαχειριστήρια έγγραφα ή άλλως πως.  Από τον κατάλογο που καταρτίστηκε βάσει των αιτήσεων/δηλώσεων που υπεβλήθησαν για το έτος 2008, παρατηρήθηκε ότι υπήρξε μεγάλη αύξηση των δηλωθέντων στοιχείων.  Λόγω της αδυναμίας της Υπηρεσίας Ανθρωπιστικών Θεμάτων να προβεί σε επιτόπιο έλεγχο των δηλωθέντων στοιχείων, λόγω της Τουρκικής κατοχής και αδυναμίας, σε ορισμένες περιπτώσεις, των εγκλωβισμένων να υποβάλουν τα απαραίτητα δικαιολογητικά ώστε να γίνει δυνατή η εξακρίβωση των δηλωθέντων στοιχείων, το Υπουργικό Συμβούλιο με απόφαση του ημερ. 15.1.2009 έκανε αποδεκτή πρόταση του Υπουργείου Γεωργίας προς όφελος των εγκλωβισμένων, για "αύξηση κατά 10% των δεδομένων για τις εκτάσεις/αριθμό ζώων που υποβλήθηκαν με βάση τον τελικό κατάλογο του 2007 νοουμένου ότι έχουν δηλώσει για το 2009 πέραν του 10%".

 

Για το έτος 2007 η Εφεσείουσα στην υπ΄ αρ. 112/12 δήλωσε ότι  καλλιεργούσε 100 σκάλες σιτηρών, οι Εφεσείοντες στην 114/12 1000 σκάλες και ο Εφεσείων στην 115/12 150 σκάλες.  Ως αποτέλεσμα έλαβαν και την ανάλογη επιδότηση σύμφωνα με το άνω Σχέδιο.  Ουδεμία ένσταση υπεβλήθη από τους Εφεσείοντες ούτε για την έκταση της καλλιεργήσιμης γης, αλλά ούτε για το ποσό της επιδότησης.

 

Για το έτος 2008 η Εφεσείουσα στην Έφεση αρ. 112/12, οι Εφεσείοντες στην Έφεση 114/12 και ο Εφεσείων στην 115/12 δήλωσαν ότι η καλλιεργήσιμη γη τους ήταν 349 σκάλες,  3574 σκάλες και 394 σκάλες αντίστοιχα.  Πλην όμως το Τμήμα Γεωργίας προέβη στη διενέργεια πληρωμής σύμφωνα με την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ημερ. 15.1.2009, ήτοι όλοι πήραν αύξηση κατά 10% απ'  ότι έλαβαν το προηγούμενο έτος.

 

Ακολούθησαν οι προσφυγές των Εφεσειόντων με τις οποίες προσβάλλετο η απόφαση με την οποία ένας έκαστος των Εφεσειόντων έτυχε επιδότησης χαμηλότερης απ'  αυτήν που έχει αιτηθεί.  Πρόβαλαν ως λόγους ακύρωσης την παραβίαση της αρχής της ισότητας, ότι οι επίδικες αποφάσεις είναι αυθαίρετες, αντίθετες και/ή ultra vires του σχεδίου και/ή ότι λήφθησαν καθ'  υπέρβαση ή παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης, καλής πίστης και/ή μη διεξαγωγή της δέουσας έρευνας και/ή ελλείψει αιτιολογίας.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο με απόφαση του ημερ. 11.4.2012 απέρριψε τις προσφυγές των Εφεσειόντων όπως και δύο προδικαστικές ενστάσεις των Καθ'  ων η Αίτηση.

 

Με τέσσερις ταυτόσημους λόγους και στις τρεις εφέσεις οι Εφεσείοντες προσβάλλουν την πρωτόδικη απόφαση ως εσφαλμένη.  Επίσης, οι Εφεσίβλητοι με αντέφεση τους και στις τρεις εφέσεις με δύο λόγους προσβάλλουν την πρωτόδικη απόφαση εσφαλμένη κατά το μέρος που απορρίπτονται οι δύο προδικαστικές ενστάσεις τους και αφορούσαν, η  μεν πρώτη ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη ενώ η δεύτερη, ότι η προσφυγή στρέφετο εναντίον κανονιστικής πράξης.

 

Θα προχωρήσουμε να εξετάσουμε πρώτα τις αντεφέσεις λόγω της φύσης τους.

 

ΑΝΤΕΦΕΣΕΙΣ ΑΡ. 112/12, 114/12, 115/12

 

Η πρώτη προδικαστική ένσταση αφορά την εισήγηση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη και απορρίφθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο με το ακόλουθο σκεπτικό:

 

"Κεντρικό άξονα της επί του προκειμένου επιχειρηματολογίας της ευπαίδευτης συνηγόρου των καθ'ων η αίτηση συνιστά η θέση ότι τα όργανα που εξέδωσαν την προσβαλλόμενη απόφαση δεν έχουν κατά νόμο αποφασιστική αρμοδιότητα επί του θέματος και συγκεκριμένα ότι «η χορήγηση ή μη επιδότησης στους εγκλωβισμένους, καθώς και το ποσό της επιδότησης ερείδονται στην απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου με αριθμό 68.271 ημερ. 15.1.2009, η οποία δεν εκδόθηκε στη βάση οποιασδήποτε νομοθετικής διάταξης (όπως παραδείγματος χάριν τα Σχέδια περί παροχής στεγαστικής βοήθειας δυνάμει του περί Παροχής Στεγαστικής Βοήθειας σε Εκτοπισθέντες, Παθόντες και άλλα Πρόσωπα Νόμου του 2005)».

 

Πρόκειται, σύμφωνα με την κα Θεοκλήτου, για απόφαση του κράτους που αφορά τη διαχείριση της κρατικής περιουσίας και/ή απόφαση πολιτικής, χαριστικής έναντι των διοικουμένων, στην παρούσα περίπτωση των αιτητών.

 

Η πιο πάνω θέση δεν με βρίσκει σύμφωνο. Είναι αλήθεια ότι για την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης δεν υπήρχε νόμος, στη βάση του οποίου είχε αποφασιστεί η καταβολή της επιδότησης. Όμως, σύμφωνα με το άρθρο 54 του Συντάγματος, την εξουσία ως προς την εποπτεία και τη διάθεση της περιουσίας που ανήκει στη Δημοκρατία, την έχει το Υπουργικό Συμβούλιο. Αυτό το γεγονός επιτρέπει την καταβολή και χαριστικών πληρωμών όπως είναι η επιδότηση στις υπό εξέταση περιπτώσεις. Χρήσιμη αναφορά μπορεί να γίνει στην υπόθεση Papaleontiou v. Republic (1966) 3 C.L.R. 557, όπου λέχθηκε, «that the matter of granting a pension to a Public Officer, even on an ex-gratie basis, is a matter of public law, involving the payment of money out of public funds in accordance with certain well-established rules and principles».

 

Έστω και αν δεχθούμε ότι το Υπουργικό Συμβούλιο δεν είχε αρμοδιότητα, όπως εισηγούνται οι καθ'ων η αίτηση, η επίδικη απόφαση και πάλι θα ήταν εκτελεστή, αφού, ενόψει της προέλευσης και της φύσης της, είχε αποκτήσει «οντότητα μέσα στο διοικητικό χώρο» (Δημοκρατία ν. Μελέτη (1991) 3 Α.Α.Δ. 433 και Phivos Car Motors Agency Ltd. v. Δημοκρατίας  (1997) 3 Α.Α.Δ. 363).

 

Ενόψει των πιο πάνω, η πρώτη προδικαστική ένσταση απορρίπτεται."

 

Ενώπιον μας η ευπαίδευτη συνήγορος για τους Εφεσίβλητους ανέπτυξε ουσιαστικά τις ίδιες θέσεις όπως και πρωτόδικα.  Ειδικότερα εισηγήθηκε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη ενόψει του ότι το όργανο που την εξέδωσε δεν είχε κατά νόμο αποφασιστική αρμοδιότητα.  Αφορά απόφαση του Κράτους για τη διαχείριση κρατικής περιουσίας και/ή απόφαση πολιτικής, χαριστικής έναντι των διοικούμενων.  Τέλος, εισηγήθηκε ότι η νομολογία από την οποία πήρε καθοδήγηση το πρωτόδικο Δικαστήριο διαφοροποιείται από την παρούσα υπόθεση στην οποία και δεν εφαρμόζεται.

 

Αντίθετη βέβαια είναι η εισήγηση των Εφεσειόντων οι οποίοι υποστήριξαν την πρωτόδικη απόφαση ως ορθή.  Ο ευπαίδευτος συνήγορος τους  δέχθηκε μεν ότι δεν υπήρχε νόμος στη βάση του οποίου είχε αποφασιστεί η καταβολή της επιδότησης, όμως σύμφωνα με το Άρθρο 54 του Συντάγματος, την εξουσία ως προς την εποπτεία και τη διάθεση της κρατικής περιουσίας την έχει το Υπουργικό Συμβούλιο.   Αυτό το γεγονός επιτρέπει την καταβολή και χαριστικών πληρωμών όπως είναι και η επιδότηση στην παρούσα υπόθεση.

 

Εξετάσαμε με προσοχή τα όσα τέθησαν από τις δύο πλευρές σε συνάρτηση πάντοτε με την πρωτόδικη απόφαση.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη είναι εκτελεστή διότι, όπως αναφέρει, το Υπουργικό Συμβούλιο σύμφωνα με το Άρθρο 54 του Συντάγματος έχει την εξουσία Εποπτείας και Διάθεσης Περιουσίας που ανήκει στην Δημοκρατία και αυτό το γεγονός επιτρέπει την καταβολή χαριστικών πληρωμών όπως η επιδότηση στην παρούσα περίπτωση.   Παραπέμπει προς τούτο στην Papaleontiou v. Republic (1966) 3 C.L.R. 557.

 

Στην άνω υπόθεση ο Αιτητής παραπονείτο εναντίον απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου ημερ. 19.12.1964 με την οποία του απέρριψαν αίτημα για σύνταξη.  Ο αιτητής ήταν πρώην επιστάτης και αιτείτο σύνταξη για τις υπηρεσίες του στο Κράτος.  Το Ανώτατο Δικαστήριο, με μονομελή σύνθεση, έθεσε το ερώτημα κατά πόσο ο Αιτητής είχε το δικαίωμα να προσφύγει στο Δικαστήριο σύμφωνα με το Άρθρο 146 του Συντάγματος εναντίον των Καθ΄ ων η Αίτηση έχοντας υπόψιν το γεγονός ότι ο Αιτητής αιτείτο πληρωμής χαριστικής σύνταξης και αποφάσισε:

 

"Regarding the second issue, which I have to decide, I have considered it in the light, inter alia, of Makrides and The Republic, 2 R.S.C.C. p.8, and bearing in mind also that the matter of granting a pension to a public officer, even on an ex-gratia basis, is a matter of public law, involving the payment of money out of public funds in accordance with certain well-established rules and principles, and that, in particular, in this Case, Applicant appears to base his claim to a pension on one of his fundamental rights, safeguarded under Articles 6 and 28 of the Constitution, viz. the right of equality-claiming that he is entitled to receive equal treatment as an ex-colleague of his, a certain Mr. E. Papadopoulos, who has allegedly been granted a pension in circumstances similar to those of Applicant's; I have, as a result, reached the conclusion that the decision of the Council of Ministers, in question, is a decision coming within the ambit of Article 146 and that, therefore, it could be made the subject of this recourse.

For these reasons I find that this Court has competence to deal with the sub judice matter and that this recourse should now proceed to hearing on the merits.."

 

Όπως γίνεται αντιληπτό, η υπόθεση αφορούσε εντελώς διαφορετική κατάσταση πραγμάτων. 

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο περαιτέρω έκρινε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι "εκτελεστή", αφού, ενόψει της προέλευσης και της φύσης της, είχε αποκτήσει "οντότητα μέσα στο διοικητικό χώρο" και παρέπεμψε στις υποθέσεις Δημοκρατία ν. Μελέτη (1991) 3 Α.Α.Δ. 433 και Phivos Car Motors Agency Ltd v. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 363.

 

Προστρέξαμε και εξετάσαμε αμφότερες τις πιο πάνω υποθέσεις και  με όλο το σεβασμό προς τον πρωτόδικο Δικαστή δεν μπορούν να αποτελέσουν ορθή καθοδήγηση στην υπό εξέταση υπόθεση. 

 

Αμφότερες ασχολήθηκαν αναφορικά με την φύση απόφασης εκδοθείσας από αναρμόδιο διοικητικό όργανο. Χαρακτηριστικά στην πρώτη άνω απόφαση η Ολομέλεια αναφέρει:

 

" Πρέπει όμως να προσθέσουμε πως, όπως και να έχουν τα πράγματα, σαφώς η Κεντρική Επιτροπή δεν είχε το δικαίωμα να μεταβιβάσει την αρμοδιότητά της είτε στις Επαρχιακές Επιτροπές είτε σε οποιοδήποτε άλλο. Είναι δυνατή η μεταβίβαση αρμοδιότητας οργάνου μόνο αν αυτό επιτρέπεται ή επιβάλλεται από τους κανόνες που ρυθμίζουν την αρμοδιότητά του. (Βλ. Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου - Ε.Π. Σπηλιωτόπουλου 4η έκδοση, σελ. 142, Δίκαιο των Διοικητικών Πράξεων - Μιχ. Δ. Στασινόπουλου έκδοση 1957, σελ. 190, Γενικό Διοικητικό Δίκαιο - Π. Δαγτόγλου, Τόμος Α, σελ. 209, Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929 - 1959 σελ. 106. Ούτε το Διάταγμα Επίταξης ούτε ο,τιδήποτε άλλο έδωσε στην Κεντρική Επιτροπή εξουσία για μεταβίβαση της αρμοδιότητάς της. Ακολουθεί πως, όπως ορθά αποφασίστηκε με την πρωτόδικη απόφαση, η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε από αναρμόδιο όργανο. Η απόφαση της Επαρχιακής Επιτροπής όσο και αν δεν ήταν νόμιμη, δεν ήταν ανυπόστατη. Απόκτησε οντότητα μέσα στο διοικητικό χώρο και ορθά ακυρώθηκε. (Βλ. Παντελής Αναστάση ν. Δημοκρατίας, υπόθεση αρ. 329/89 της 24ης Σεπτεμβρίου 1990.)"

 

Η Phivos Car Motors Agency Ltd (άνω) ακολούθησε την Μελέτη  (άνω) επί του ιδίου θέματος.

 

Όπως γίνεται αντιληπτό και οι τρεις (3) αποφάσεις επί των οποίων στηρίχθηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν εξέτασαν και δεν καθόρισαν οιανδήποτε αρχή επί των εμπλεκομένων θεμάτων που αφορά την χαριστική πληρωμή έξω από τα πλαίσια του Νόμου όπως ξεκάθαρα αναφέρεται στην πρωτόδικη απόφαση την οποία υποστηρίζουν επί του θέματος και οι Εφεσείοντες.  Παρενθετικά και μόνο προσθέτουμε ότι παρόλο που δεν αναφέρεται στην Μελέτη (άνω) όταν εξεδόθη η απόφαση σ'  αυτήν ίσχυε ακόμη το ΚΕΦ. 311 το οποίο νομιμοποιούσε το Υπουργικό Συμβούλιο με βάση το Άρθρο 4 να χορηγεί συντάξεις, χαριστικές πληρωμές (gratuities) και άλλα επιδόματα.  Για χάριν πληρότητας αναφέρεται ότι το ΚΕΦ. 311 καταργήθηκε με τον Περί Συντάξεων Νόμος του 1997 (Ν.97(Ι)/1997).

 

Το θέμα που απασχολεί εξετάστηκε, μεταξύ άλλων, στις Georghiou v. Republic (1981) 3 C.L.R. 591, Κυριακίδης ν. Δημοκρατία (2006) 4 Α.Α.Δ. 443.  Στην τελευταία τα γεγονότα προσομοίαζαν με τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης.  Ο Αιτητής, μισθωτής Τουρκοκυπριακής ιδιοκτησίας στα Κάτω Πολεμίδια Λεμεσού, έλαβε βοήθεια £5.000 για ζημιά στα υποστατικά και εμπορεύματα του εντός του χωριού αυτού από ανεμοστρόβιλο που έπληξε την περιοχή.  Η βοήθεια τού δόθηκε με βάση καθορισμένα κριτήρια δυνάμει απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου υπ'  αρ. 57.977 ημερ. 4.6.03.  Ο Αιτητής αρνήθηκε την προσφορά και υπέβαλε ένσταση ζητώντας επανεξέταση του ύψους των ζημιών του.  Η ένστασή του απερρίφθη για άλλους λόγους.  Ο Αιτητής κατεχώρησε προσφυγή και ζητούσε  Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ'  ων η Αίτηση ημερ. 19.7.04 να του πληρώσουν "αποζημίωση" ύψους £5.000 για τις ζημιές που υπέστη ήταν άκυρη και παράνομη.  Το δικαστήριο εξέτασε προδικαστική ένσταση ότι η πράξη, την οποία προσέβαλε ο Αιτητής δεν είναι πράξη εκτελεστή εναντίον της οποίας χωρεί προσφυγή. Το Δικαστήριο αναφέρει στην απόφαση του:

"... Στη Georghiou v. Republic (1981) 3 C.L.R. 591, όπου στη σελ. 596 λέχθηκαν τα ακόλουθα κατά την εξέταση παρόμοιου θέματος:

"It is implicit in the concept of an executory act, that the organ of the administration issuing the decision, be empowered in law to make a valid determination of the rights of the governed in the given area; therefore, it must be competent in law for the authority to decide on the subject under review. Functioning outside the precincts of the law, cannot create rights or impose obligations; and the assumption or refusal of liability to make a gratis payment is in itself an act outside the ambit of the law and, therefore, the decision whatever its implications, is not of an executory character."

Σε μετάφραση:

«Εξυπακούεται από την έννοια της εκτελεστής πράξης, ότι το όργανο της διοίκησης που εκδίδει την απόφαση, είναι εξουσιοδοτημένο από το νόμο να αποφαίνεται εγκύρως επί των δικαιωμάτων των διοικουμένων στον δεδομένο τομέα. συνεπώς, πρέπει να έχει τη δια νόμου αρμοδιότητα της εξουσίας να αποφασίζει επί του υπό αναθεώρηση θέματος. Ενέργειες εκτός των ορίων του νόμου, δεν μπορεί να δημιουργούν δικαιώματα ή να επιβάλλουν υποχρεώσεις· και η ανάληψη ή η άρνηση ευθύνης πληρωμής χαριστικώς είναι αφ' εαυτής πράξη εκτός των πλαισίων του νόμου και, κατ' ακολουθία, όποιες κι αν είναι οι συνέπειές της, δεν έχει εκτελεστό χαρακτήρα

 

(H υπογράμμιση είναι δική μου).

 

Στην παρούσα περίπτωση είναι προφανές ότι η παροχή βοήθειας σε πληγέντες γίνεται όχι δυνάμει οποιουδήποτε νόμου, αλλά με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου και όπως προκύπτει από την επισύναψη 2 στην ένσταση κάτω από τον τίτλο «Γενικές Πρόνοιες για Kατοικίες και Yποστατικά» καθορίζεται ότι η βοήθεια που παρέχεται βάσει του σχεδίου «αποτελεί κατά χάρη κρατική χορηγία και όχι οποιασδήποτε μορφής αποζημίωση». Τούτο είναι ενδεικτικό της γενικής βάσης της χορηγίας για οποιαδήποτε απώλεια για την οποία χορηγείται η βοήθεια λόγω των ζημιών που προκλήθηκαν από τον ανεμοστρόβιλο. Είναι έτσι προφανές, με βάση την αρχή στην οποία αναφέρθηκα πιο πάνω και την οποία και υοθετώ, ότι η πράξη δεν συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη, ούτως ώστε να χωρεί προσφυγή εναντίον της."

 

Στην υπό εξέταση υπόθεση, όπως προαναφέρθηκε η οικονομική βοήθεια  στους εγκλωβισμένους γίνεται όχι δυνάμει Νόμου αλλά χαριστικά με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, βάσει κριτηρίων και σύμφωνα με το Σχέδιο.  Με βάση λοιπόν τα όσαν τέθησαν στις υπόθεσης Georghiou και Κυριακίδη (άνω) είναι η κρίση μας ότι η προσβαλλόμενη πράξη δεν συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη και συνεπώς η πρώτη προδικαστική ένσταση γίνεται αποδεκτή.

Όσον αφορά τη δεύτερη προδικαστική ένσταση, η οποία εγέρθηκε πρωτόδικα με την γραπτή αγόρευση των Καθ'  ων η Αίτηση και αφορά και πάλι την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ημερ. 15.1.2009 με την εισήγηση ότι δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη καθότι δεν αφορά οποιοδήποτε συγκεκριμένο πρόσωπο αλλά θέτει γενικά και απρόσωπα τους κανόνες βάσει των οποίων θα γίνονται οι χαριστικές επιδοτήσεις στα πλαίσια του Αναθεωρημένου Σχεδίου, δεν κρίνουμε αναγκαίο να το εξετάσουμε, ενόψει της απόφασης μας επί της πρώτης προδικαστικής απόφασης με την οποία κρίναμε ότι η απόφαση ημερ. 15.1.2009 δεν είναι εκτελεστή διοικητική πράξη.  Τυχόν εξέταση της δεύτερης προδικαστικής ένστασης μόνο ακαδημαϊκό ενδιαφέρον θα είχε.

 

Ως αποτέλεσμα της επιτυχίας την πρώτης προδικαστικής ένστασης, οι Εφέσεις θα πρέπει να απορριφθούν με έξοδα.

 

Η αντέφεση επιτυγχάνει.

 

Παρόλο που η πιο πάνω απόφασή μας σφραγίζει την τύχη των υποθέσεων, εντούτοις θα προχωρήσουμε να εξετάσουμε και τις Εφέσεις.

 

Ε Φ Ε Σ Ε Ι Σ

 

Με τους τέσσερις λόγους έφεσης προβάλλεται από τους Εφεσείοντες ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τους λόγους προσφυγής τους ήτοι ότι η επίδικη απόφαση των Εφεσιβλήτων παραβιάζει την Αρχή της Ισότητας, (1ος λόγος), είναι αυθαίρετη και/ή ultra vires του σχετικού σχεδίου (2ος λόγος), παραβιάζει τις αρχές της χρηστής διοίκησης, Καλής Πίστεως και Περί Κατάχρησης Εξουσίας (3ος λόγος) και στερείται δέουσας έρευνας και αιτιολογίας (4ος λόγος).

 

Πρώτος Λόγος

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος για τους Εφεσείοντες εισηγήθηκε ότι η προσβαλλόμενη πρωτόδικη απόφαση είναι εσφαλμένη καθότι δεν μπορεί να αποτελέσει αιτιολογία απόρριψης του "ισχυρισμού" των Εφεσειόντων περί παράβασης της αρχής της ισότητας ή αδυναμίας της Δημοκρατίας να ασκήσει έλεγχο στις κατεχόμενες περιοχές κάτι το οποίο γνώριζε εξ' αρχής.  Επίσης η χρησιμοποίηση διαφορετικών κονδυλίων επιδότησης απ'  αυτά των καλλιεργητών στις ελεύθερες περιοχές δεν δύναται ν'  αποτελέσει λόγο απόρριψης του άνω "ισχυρισμού" των Εφεσειόντων και τούτο διότι το κριτήριο της ισότητας δεν είναι τα κονδύλια αλλά η ισότητα του Κύπριου Πολίτη.  Περαιτέρω προβάλλει ότι παραβιάζεται η άνω Αρχή διότι άλλοι εγκλωβισμένοι, τους οποίους κατονόμασε, ενώ το 2007 έλαβαν την ίδια επιδότηση με τους Εφεσείοντες, εντούτοις για το 2008 έλαβαν κατά πολύ μεγαλύτερη επιδότηση διότι το 2007, δήλωσαν μεγαλύτερη των 100 σκαλών καλλιεργήσιμης γης.  Όσον αφορά τη δήλωση αναφορικά με το έτος 2007 πρόβαλε ότι η Εφεσείουσα στην υπ'  αρ. 112/12 έφεση δήλωσε ότι καλλιεργούσε 251 σκάλες και επιδοτήθηκε για 100 σκάλες καλλιεργήσιμης γης χωρίς να κάνει ένσταση εφόσον υπήρχε ανώτατο όριο 100 σκαλών.

 

Αναφορικά με το τελευταίο θα πρέπει να λεχθεί ότι σύμφωνα με τις τηρούμενες καταστάσεις της Υπηρεσίας Ανθρωπιστικών θεμάτων, η άνω Εφεσείουσα δήλωσε για το 2007, ως καλλιεργήσιμη γη που κατείχε, 100 σκάλες και αυτό παραδέχεται και ο ευπαίδευτος συνήγορος  της στην γραπτή του αγόρευση στην πρωτόδικη διαδικασία.

 

Εξετάσαμε με προσοχή όσα μας τέθησαν από τον ευπαίδευτο συνήγορο των Εφεσειόντων όπως επίσης αυτά που τέθησαν από την ευπαίδευτο συνήγορο των Εφεσιβλήτων, η οποία βέβαια υποστήριξε την πρωτόδικη απόφαση και είναι η κατάληξη μας ότι ο πρώτος λόγος έφεσης θα πρέπει να απορριφθεί.

 

Στην Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου ν. Αντέννα Λτδ (2005) 3 Α.Α.Δ. 383, στην οποία στηρίζονται και οι Εφεσείοντες, αναφέρθηκαν τ' ακόλουθα σχετικά με την Αρχή της Ισότητας.

 

"Το άρθρο 28 του Συντάγματος διασφαλίζει την ισότητα όλων ενώπιον του Νόμου. Όπως έχει τονιστεί στην υπόθεση Republic v. Christoudia and another (1988) 3 C.L.R. 2622,

 

"Το άρθρο 28 δεν απαγορεύει διακρίσεις σε μεταχείριση που θεμελιώνεται σε αντικειμενική εκτίμηση ουσιαστικά διαφορετικών πραγματικών καταστάσεων που βασίζονται στο δημόσιο συμφέρον."

 

Η ισότητα που διασφαλίζεται με το άρθρο 28 παραβιάζεται μόνο όταν η διαφοροποίηση δεν βασίζεται πάνω σε αντικειμενική και εύλογη διάκριση. (Βλ. Kyriakides v. The Republic (1969) 3 C.L.R. 390). Μια τέτοια διαφοροποίηση πρέπει να εξετάζεται σε σχέση με το σκοπό τον οποίο εξυπηρετεί και τις πραγματικότητες που ισχύουν στο συγκεκριμένο χρόνο. Η αρχή της ισότητας παραβιάζεται μόνο όταν η διάκριση δεν είναι αντικειμενική και εύλογη. (Παύλου ν. Γενικού Εφόρου Εκλογών και Άλλου (1987) 1 C.L.R. 252).

 

Οι προεκτάσεις του άρθρου 28.1 του Συντάγματος εξετάστηκαν πρόσφατα στην υπόθεση Γιασεμίδου κ.ά. ν. Δημοτικού Συμβουλίου κ.ά. (Αρ. 2) (1996) 3 Α.Α.Δ. 491, από όπου κρίνω σκόπιμο να μεταφέρω το πιο κάτω απόσπασμα:

 

"Το άρθρο 28.1 του Συντάγματος έχει τύχει ερμηνείας σε σειρά αποφάσεων της νομολογίας μας. Ο όρος "ίσοι ενώπιον του Νόμου" στο άρθρο 28.1 του Συντάγματος δεν μεταδίδει την έννοια της ακριβούς αριθμητικής ισότητας αλλά διασφαλίζει μόνον εναντίον αυθαίρετων διακρίσεων και δεν αποκλείει εύλογες διακρίσεις οι οποίες πρέπει να γίνουν λόγω της ιδιάζουσας φύσεως των πραγμάτων (Μικρομμάτης ν. Δημοκρατίας 2 R.S.C.C. 125).

 

Στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Αρακιάν κ.ά. (1972) 3 Α.Α.Δ. 294 είχαν υιοθετηθεί οι πιο κάτω αρχές της ελληνικής νομολογίας:

 

(1)       Η συνταγματική αρχή της ισότητας συνεπάγεται την ίση ή ομοιόμορφη μεταχείριση "πάντων των υπό τας αυτάς συνθήκας τελούντων" (Υπόθεση 1273/65 του Στ.Ε.).

 

(2)       Το άρθρο 3 του Ελληνικού Συντάγματος του 1952 - το οποίο αντιστοιχεί με το πιο πάνω άρθρο 28.1 - "αποκλείει μόνον την υπό του νομοθέτου θέσπισιν διακρίσεων αυθαιρέτων και όλως αδικαιολογήτων" (Υποθέσεις 1247/67 και 1870/67 του Στ.Ε.).

 

(3)       "Ευλόγως προκύπτει παραβίασις της αρχής της ισότητος και ως εκ τούτου ακυρότης των προσβαλλομένων πράξεων, εφ' όσον πρόκειται περί ρυθμίσεων σχέσεων τελουσών υπό διαφόρους πραγματικάς συνθήκας, αίτινες δεν αποκλείουν ανομοιομορφίας εν τω διακανονισμώ αυτών" (Υπόθεση 2063/68 του Στ.Ε.).

 

(4)       Η αρχή της ισότητας εφαρμόζεται "επί περιπτώσεων τελουσών υπό τας αυτάς εν γένει συνθήκας" (Υπόθεση 1215/69 του Στ.Ε.).

 

Στην Σεργίδης ν. Δημοκρατίας (1991) 1 Α.Α.Δ. 119 (Απόφαση Ολομέλειας) υποδεικνύεται ότι το άρθρο 28 έχει ως λόγο (βλ. Μικρομμάτης, πιο πάνω) την ουσιαστική σε αντίθεση με την φαινομενική ισότητα. Υποδεικνύεται, επίσης, ότι η δυναμική της αρχής της ισότητας επιβάλλει την ανίχνευση της φύσης, των υποκειμένων και αντικειμένων του δικαίου ώστε να αποδίδονται τα ίσα στα όμοια και τον αποκλεισμό της ταύτισης των ανομοίων (βλ. και απόφαση του Πική, Δ.- όπως ήταν τότε - στην Πρόεδρος της Δημοκρατίας ν. Βουλής των Αντιπροσώπων (Αρ. 2) (1989) 3(Γ) A.A.Δ. 1931, σχετικά με τον τρόπο προσδιορισμού της ομοιογένειας". (Βλ. επίσης "Συνταγματική Θεωρία και Πράξη" του Αριστόβουλου Μάνεση σ. 320)."

Η Αρχή της Ισότητας η οποία διασφαλίζεται από το Άρθρο 28 του Συντάγματος, δεν διασφαλίζει απόλυτη ισότητα αλλά ισότητα μεταξύ ομοίων καταστάσεων.  Όλα τα επιχειρήματα και θέσεις που πρόβαλε ο ευπαίδευτος συνήγορος στηρίζονται σε ανόμοιες καταστάσεις με αποτέλεσμα το υπόβαθρο των επιχειρημάτων του να μην είναι στέρεο και κατά συνέπεια αυτά να καταρρέουν.

 

Στην παρούσα υπόθεση δεν μπορεί να γίνει σύγκριση μεταξύ των εγκλωβισμένων καλλιεργητών, στους οποίους ανήκουν και οι Εφεσείοντες, και τους καλλιεργητές των ελεύθερων περιοχών.  Το μόνο κοινό που παρουσιάζουν είναι ότι αμφότεροι είναι καλλιεργητές. Πέραν όμως από αυτό, παρουσιάζουν αποφασιστικές διαφορές όπως (α) την αναστολή εφαρμογής του κεκτημένου στις περιοχές της Κυπριακής Δημοκρατίας όπου το Κράτος δεν ασκεί αποτελεσματικό έλεγχο ενώ στις περιοχές που ελέγχονται από το Κράτος εφαρμόζεται.  (β)  Η επιδότηση των καλλιεργητών στις ελεύθερες περιοχές διέπεται από τον Περί Οργανισμού Αγροτικών Πληρωμών Νόμου του 2003, Ν.63(Ι)/2003 και πρέπει να είναι σύμφωνη με την κοινοτική νομοθεσία (βλ. Άρθρο 34 του Ν.63(Ι)/2003), ενώ αυτό δεν συμβαίνει στην περίπτωση των  εγκλωβισμένων των οποίων η επιδότηση γίνεται με σχέδια που το ίδιο το Κράτος προβλέπει χωρίς αυτά κατ'  ανάγκη να συμμορφώνονται με την κοινοτική νομοθεσία και (γ)  στις περιοχές που ελέγχει η Κυπριακή Δημοκρατία υπάρχει δυνατότητα ελέγχου και διακρίβωση των όσων δηλώνονται από τους Αιτητές στις αιτήσεις τους για επιδότηση, ενώ αντίθετα δεν υπάρχει τέτοια δυνατότητα στις κατεχόμενες περιοχές. Οι άνω διαφορές μεταξύ των δύο, αναμφιβόλως, δημιουργούν την εικόνα ανόμοιων καταστάσεων οι οποίες και ασφαλώς επιτρέπουν την διαφορετική αντιμετώπιση των επιδοτήσεων μεταξύ των καλλιεργητών στις ελεύθερες περιοχές και των εγκλωβισμένων καλλιεργητών στις περιοχές τις οποίες το Κράτος δεν έχει έλεγχο.

 

Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος της εισήγησης του ευπαιδεύτου συνηγόρου, η ίδια η εισήγηση του απαντά αρνητικά σ'  αυτό που ο ίδιος προωθεί.  Η επιδότηση για το έτος 2008 έγινε με βάση τις δηλωμένες εκτάσεις καλλιεργήσιμης γης το έτος 2007 πλέον 10%, ποσοστό που ίσχυε για όλους.  Οι Εφεσείοντες συνεπώς επιδοτήθηκαν για το 2008 με βάση τις δηλωμένες υπ'  αυτούς εκτάσεις το 2007 πλέον 10% και συνεπώς δεν μπορούν να  παραπονούνται τώρα ότι άλλοι επιδοτούνται με μεγαλύτερα ποσά λόγω των δηλώσεων τους το 2007.  Η μεταχείριση όλων των δικαιούχων έγινε κατά τον ίδιο τρόπο και μέτρο και δεν παρατηρείται καμία άνιση μεταχείριση.  Ο πρώτος λόγος έφεσης απορρίπτεται.

 

Δεύτερος Λόγος

 

Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι εσφαλμένη καθότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αποδέκτηκε την εισήγηση των Εφεσειόντων ότι η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη είναι αυθαίρετη και ultra vires της διοικητικής πράξης με το αρχικό σχέδιο που ενέκρινε το Υπουργικό Συμβούλιο και η οποιαδήποτε εκ των υστέρων τροποποίηση, οφειλόμενη σε αδυναμία και παραλείψεις της διοίκησης είναι αντίθετη προς τον σκοπό και πνεύμα του αρχικού σχεδίου και παραβιάζει τα δικαιώματα των Εφεσειόντων.

 

Η όλη επιχειρηματολογία του ευπαίδευτου συνηγόρου στηρίχθηκε σε αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου οι οποίες αναφέρονται στην Αρχή ότι κανένα Διοικητικό Όργανο μπορεί να λειτουργεί εκτός των προνοιών του Νόμου ή Κανονισμών ή ότι η Δευτερογενής Νομοθεσία προκειμένου να είναι έγκυρη, θα πρέπει να είναι σύμφωνη με τον εξουσιοδοτούντα Νόμο και intra vires του Νόμου που εξουσιοδοτεί την θέσπιση της.  Αυτές είναι οι Εθνικός ν. ΚΟΑ (1984) 3 C.L.R. 1150, 1155, Alpan Takis (Bross) Ltd v. Republic (1985) 3 C.L.R  1204, Alvanis v. CY.TA. (1985) 3 C.L.R. 2695, 2701, Ψαρά Κρονίδου ν. ΕΕΧ (1985) 3 Α.Α.Δ. 1900, 1903.

 

Με όλο το σεβασμό προς τον ευπαίδευτο συνήγορο, εδώ δεν ευρισκόμαστε προ απόφασης Διοικητικού Οργάνου το οποίο ενεργούσε μέσα στα πλαίσια συγκεκριμένου Νόμου ή Κανονισμού.  Ούτε μας υποδείχθη κάτι τέτοιο.  Εδώ η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου εγένετο όχι με βάση οιουδήποτε Νομοθετήματος ή Κανονιστικού Διατάγματος ή Κανονισμού που έθετε οιεσδήποτε προϋποθέσεις ή όρους σ΄ αυτό.  Το Υπουργικό Συμβούλιο εδώ, ασκούσε την εκτελεστική εξουσία που του παρέχεται από το Σύνταγμα, Άρθρο 54, και ήταν ελεύθερο να ενεργήσει με τον τρόπο που ενήργησε στα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης.  Το δε όργανο εκπλήρωσης του Σχεδίου ενήργησε σύμφωνα με το ό,τι όριζε το Σχέδιο.

 

Ο λόγος έφεσης αρ. 2 απορρίπτεται.

 

Τρίτος Λόγος

 

Με τον τρίτο λόγο έφεσης παραπονούνται οι Εφεσείοντες ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τον "ισχυρισμό" τους περί παραβίασης των αρχών της Χρηστής Διοίκησης, Καλής Πίστης και Κατάχρησης Εξουσίας.  Στην αιτιολογία του λόγου αυτού αναφέρεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο ασχολήθηκε μόνο για το θέμα της κατάχρησης της εξουσίας και δεν ασχολήθηκε καθόλου με τα άλλα δύο θέματα που αφορούν τις Αρχές της Χρηστής Διοίκησης και Κατάχρησης Εξουσίας.

 

Ενώπιον μας ο ευπαίδευτος συνήγορος για τους Εφεσείοντες υποστήριξε τα πιο πάνω με αναφορά στην νομολογία και νομοθεσία. Ο λόγος του συμπυκνώνεται στις ακόλουθες παραγράφους:

 

"Δεν μπορεί η διοίκηση να λαμβάνει αποφάσεις αντίθετες με το εξαγγελθέν σχέδιο που ήταν ευνοϊκό για τους διοικουμένους στο οποίο οι τελευταίοι στηρίχτηκαν, επικαλούμενοι αδυναμίες που δεν επικαλέστηκαν ποτέ προηγουμένως και οι οποίες λογικά θα έπρεπε να προϋπήρχαν από το 1996 που καθιερώθηκε η σχετική βοήθεια ή ήταν καθήκον τους να αντιμετωπίσουν.

 

Οι αρχές της χρηστής διοίκησης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικουμένου δεν επιτρέπουν στη διοίκηση να αναιρεί μια ευνοϊκή για τον πολίτη δέσμευση της, λόγω των δικών της δήθεν αδυναμιών να ελέγξει την ορθότητα των δηλωθέντων εκτάσεων ειδικά το 2008."

 

Η άλλη πλευρά ασφαλώς υποστήριξε ως ορθή την πρωτόδικη απόφαση.

 

Εξετάσαμε με πολλή προσοχή όλο το υλικό ενώπιον μας και πιστεύουμε ότι δεν πρέπει να λεχθούν πολλά για τα εξεταζόμενα θέματα.  Στα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης οι Αρχές επί των οποίων στηρίζονται οι Εφεσείοντες είναι αλληλένδετες και μπορούν να συνεξεταστούν.  Ουδείς αντιτείνει ότι το σχέδιο εξαγγέλθη, όπως εξάλλου το ίδιο αναφέρει, για οικονομική βοήθεια και ηθική στήριξη των εγκλωβισμένων για να μπορέσουν να επιβιώσουν με αξιοπρέπεια στις κατεχόμενες περιοχές και σε μια προσπάθεια εξίσωσης των αποζημιώσεων με τις ελεύθερες περιοχές, ήρθησαν τα ανώτατα όρια.  Το σχέδιο όμως τελούσε, μεταξύ άλλων, υπό τον όρο ότι εφόσον αίρονται τα ανώτατα όρια η Υπηρεσία Ανθρωπίνων Θεμάτων, σε συνεργασία με τους Κοινοτάρχες των επηρεαζομένων περιοχών θα βεβαίωναν τις δηλώσεις των περιουσιακών στοιχείων των εγκλωβισμένων.

 

Στις 10.10.2008 μετά την ολοκλήρωση υποβολής των αιτήσεων, η Υπηρεσία Ανθρωπιστικών Θεμάτων πληροφόρησε το Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος ότι δεν έχει οποιοδήποτε τρόπο ελέγχου των δηλώσεων των εγκλωβισμένων, αφ'  ενός ένεκα της αδυναμίας για επιτόπιο έλεγχο λόγω της κατοχής και αφετέρου λόγω έλλειψης της αναγκαίας τεχνογνωσίας και της αδυναμίας των εγκλωβισμένων για κατάθεση ενοικιαστηρίων/διαχειριστηρίων εγγράφων, λόγω της Τουρκικής κατοχής.  Αυτό δεν αμφισβητείται από τους Εφεσείοντες.  Η αδυναμία δε αυτή οδήγησε στην απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου της 15.1.2009 για αύξηση 10% επί των δηλωμένων δεδομένων του 2007.

 

Η καλή πίστη δεν συναρτάται με τον υπερακοντισμό της νομιμότητας στη λειτουργία της διοίκησης.  Όπως διευκρινίζεται στην Tamassos Suppliers v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 60, η αρχή της καλής πίστης σκοπεί στον αποκλεισμό της αυθαιρεσίας στη διοικητική λειτουργία. Δεν υπερφαλαγγίζει όμως την αρχή της σύννομης λειτουργίας της Διοίκησης, που είναι συνυφασμένη όπως και κάθε κρατική λειτουργία με την αρχή του κράτους δικαίου. Όπως υποδεικνύεται στην Παμπόρη v. Δημοκρατίας, υπόθεση αρ. 164/95, 15.12.1995, η αρχή της Καλής Πίστης δεν μεταβάλλει τις αρχές δικαίου που διέπουν την άσκηση των εξουσιών που εναποτίθενται σε διοικητικό όργανο, ούτε προεξοφλεί την άσκηση της εξουσίας η οποία παρέχεται. (βλ. επίσης Vasiliou v. Republic (1982) 3 C.L.R. 220, Papadopoulou v. Republic (1984) 3 C.L.R. 332, Droussiotis v. C.B.C, (1984) 3 C.L.R. 546, Μιχαηλίδου ν. Δημοκρατίας υπόθ. Αρ. 573/94 - 8.3.1996.)

 

Συνεπώς δεν μπορούμε εδώ να αναφερόμαστε σε παράβαση των Αρχών της Καλής Πίστης, Χρηστής Διοίκησης και Κατάχρησης Εξουσίας.

 

Ο τρίτος λόγος έφεσης απορρίπτεται.

 

Τέταρτος Λόγος

 

Με τον τελευταίο λόγο Έφεσης οι Εφεσείοντες παραπονούνται ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τον "ισχυρισμό" τους για έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Σύμφωνα με τον ευπαίδευτο συνήγορο η προσβαλλόμενη απόφαση δεν αιτιολογεί το λόγο τροποποίησης του Σχεδίου και δεν παρείχε καμία απολύτως αιτιολογία ως προς την αύξηση σε ποσοστό 10% και όχι μεγαλύτερο.  Υπάρχει δε παντελής έλλειψη έρευνας.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αντιμετώπισε το θέμα ως ακολούθως: 

 

"Τέλος, οι αιτητές προβάλλουν ως λόγο ακύρωσης την έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας. Ούτε αυτός ο λόγος ακύρωσης ευσταθεί. Όπως έχει κατ' επανάληψη λεχθεί, η αιτιολογία μπορεί να τύχει συμπλήρωσης από στοιχεία του φακέλου. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η αιτιολογία προκύπτει με σαφήνεια από το περιεχόμενο της πρότασης που το Υπουργείο υπέβαλε στο Υπουργικό Συμβούλιο και το Υπουργικό Συμβούλιο ενέκρινε. Από τη συγκεκριμένη πρόταση προκύπτουν επίσης με σαφήνεια οι λόγοι που οδήγησαν στη λήψη της επίδικης απόφασης."

 

Παρόλη την λιτότητα του λόγου, η άνω κρίση είναι ορθή.  Σύμφωνα με τη νομολογία, απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου θεωρείται επαρκώς αιτιολογημένη εφόσον υιοθετεί την τεκμηριωμένη πρόταση του αρμοδίου οργάνου, εδώ του αρμόδιου Υπουργείου,  ιδιαιτέρως όπου δεν απαιτείται εκ του Νόμου ή τους Κανονισμούς ιδιαίτερη αιτιολογία (βλ. Δημητρίου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 91 και Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 589).(Βλ. Πολυξένη Σταύρου ν. Υπουργικού Συμβουλίου (2013) 3 Α.Α.Δ. 231)

 

Στην περίπτωση των Εφεσειόντων και γενικά όλων των εγκλωβισμένων το Υπουργικό Συμβούλιο με την απόφαση του ημερ. 15.1.2009, ενέκρινε την πρόταση του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, ως η παράγρ. 3 της Πρότασης.

 

Η παράγρ. 3 της Πρότασης 42/2009 ημερ. 12.1.2009 έχει ως ακολούθως:

 

"3.  Ο Υπουργός Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, λόγω των δυσκολιών που παρατηρήθηκαν στην ακριβή εφαρμογή των ελέγχων που απαιτούνταν, βάση της Απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου, συγκάλεσε στις 6 Νοεμβρίου 2008 και στις 28 Νοεμβρίου 2008  συσκέψεις των εμπλεκόμενων Υπηρεσιών. Μετά από εξαντλητικό διάλογο και εξετάζοντας όλα τα δεδομένα όπως παρουσιάζονται σήμερα, αποφασίστηκε όπως οι Υπηρεσίες του Κράτους ενεργήσουν με το συντομότερο και πρακτικότερο τρόπο για την καταβολή της οικονομικής ενίσχυσης στους εγκλωβισμένους, που αποτελούν μια κοινωνική ομάδα προς την οποία η Κυβέρνηση έχει ιδιαίτερη ευαισθησία και αντιλαμβάνεται τις δύσκολες συνθήκες που αντιμετωπίζουν δεδομένου της συνεχιζόμενης τουρκικής κατοχής. Με βάση τη θέση αυτή και παρά την διαπίστωση της Υπηρεσίας Ανθρωπιστικών Θεμάτων ότι δεν μπορούν να γίνουν όλοι οι απαιτούμενοι έλεγχοι το Τμήμα Γεωργίας ακολούθησε τα πιο κάτω για τον καταρτισμό του τελικού καταλόγου στη βάση του οποίου θα καταβληθεί η οικονομική ενίσχυση στους εγκλωβισμένους.

 

α) Στις 5 Δεκεμβρίου 2008 λήφθηκε από την Υπηρεσία Ανθρωπιστικών Θεμάτων ο ονομαστικός κατάλογος των εγκλωβισμένων όπου συμπεριλαμβάνονταν τα στοιχεία που οι εγκλωβισμένοι είχαν υποβάλει σύμφωνα με τις αιτήσεις τους για το έτος 2008. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν υποβληθεί και αφορούσαν μόνο καλλιεργήσιμες εκτάσεις, εσπεριδοειδή, αριθμό κυψελών, αριθμό αιγοπροβάτων και αγελάδων και δικαιούχους κατά χάριν βοήθεια απαιτείτο δαπάνη ύψους €1.146.876, χωρίς το ποσό αυτό να συμπεριλαμβανόταν η δαπάνη για τα εξαρτώμενα άτομα.

 

β) Μετά από επεξεργασία που έγινε, συγκρίνοντας τα στοιχεία του τελικού καταλόγου του 2007, στον οποίο συμπεριλαμβάνονταν και οι
ενστάσεις που επιβεβαιώθηκαν από τους Κοινοτάρχες, και του νέου
καταλόγου του 2008, οι δικαιούχοι αιτητές που οι δηλώσεις τους δεν είχαν
αποκλίσεις, είναι 134 και το ποσό που απαιτείται για ενίσχυση τους
ανέρχεται στα €136.574.50, χωρίς στο ποσό αυτό να συμπεριλαμβάνεται η δαπάνη για κάλυψη των εξαρτώμενων ατόμων.

 

γ)  Λαμβάνοντας υπόψη την αδυναμία των Υπηρεσιών για λεπτομερή έλεγχο των δηλώσεων των αιτητών αλλά και ταυτόχρονα τη βούληση της Κυβέρνησης για τη συντομότερη καταβολή της οικονομικής ενίσχυσης προς την τάξη των εγκλωβισμένων, γίνεται εισήγηση να γίνει αποδεκτή προς όφελος των εγκλωβισμένων, αύξηση κατά 10% των δεδομένων για τις εκτάσεις / αριθμό ζώων που υποβλήθηκαν με βάση τον τελικό κατάλογο του 2007 νοουμένου ότι έχουν δηλώσει για το 2008 πέραν του 10%. Το ποσό που απαιτείται για τον σκοπό αυτό ανέρχεται σε €535.073,10, χωρίς στο ποσό αυτό να συμπεριλαμβάνεται η δαπάνη για κάλυψη των εξαρτώμενων ατόμων.

 

δ) Στον τελικό κατάλογο που καταρτίστηκε  για το 2008 συμπεριλήφθηκαν πρόσθετα και 17 άτομα τα οποία το 2007 δεν είχαν γεωργική δραστηριότητα, ενώ το 2008 κατείχαν εκτάσεις ή ζώα για τα οποία απαιτείται ποσό €53.062,00 χωρίς να συμπεριλαμβάνεται το ποσό που απαιτείται για τα εξαρτώμενα άτομα (Επισυνάπτεται ο τελικός κατάλογος ως ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Δ)."

 

Οι λόγοι που οδήγησαν στην απόφαση του Υπουργικού φαίνονται και συνοψίζονται από τα πιο πάνω και συνεπώς δεν χρειάζεται να λεχθεί οτιδήποτε άλλο.

 

Ο τέταρτος λόγος έφεσης απορρίπτεται.

 

Διά όλους τους πιο πάνω λόγους οι Αντεφέσεις επιτυγχάνουν και οι Εφέσεις  απορρίπτονται.

 

Λαμβάνοντας υπόψιν ότι οι Εφέσεις και οι Αντεφέσεις συνεκδικάσθηκαν, τα έξοδα θα είναι σετ (κονδύλι) ύψους €3.000 εις βάρος των Εφεσειόντων.

 

 

ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.

 

 

Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.

 

 

Λ.  ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.

 

 

Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.

 

 

Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.

 

 

 

/γκ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο