ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2018:C122
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 16/2012 και 28/2012)
20 Μαρτίου, 2018
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΠΑΝΑΓΗ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/στές]
(Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 16/2012)
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Εφεσείουσα-Καθ' ης η Αίτηση,
ν.
1. ΧΡΙΣΤΟΥ ΣΟΛΩΜΟΝΙΔΗ,
2. ΑΝΔΡΕΑ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ,
Εφεσιβλήτων-Αιτητών.
_________________________
(Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 28/2012)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΝΤΟΣ,
Εφεσείων-
Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο,
ν.
1. ΧΡΙΣΤΟΥ ΣΟΛΩΜΟΝΙΔΗ,
2. ΑΝΔΡΕΑ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ,
Εφεσιβλήτων-Αιτητών,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ης η Αίτηση.
_________________________
Λαμπρινή Ουστά, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α, μαζί με Γιάννο Ουστά, Ασκούμενο Δικηγόρο, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Εφεσείουσα στην Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 16/2012 και Καθ' ης η Αίτηση στην Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 28/2012.
Γιώργος Παπαδόπουλος και ΄Ελενα Τόλλα, για Μάριος Ηλιάδης και Συνέταιροι Δ.Ε.Π.Ε., για τον Εφεσείοντα στην Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 28/2012 και Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο στην Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 16/2012.
Ανδρέας Σ. Αγγελίδης, για τον Εφεσίβλητο 1 και στις δύο εφέσεις.
Σίμος Ανδρέου, για τον Εφεσίβλητο 2 και στις δύο εφέσεις.
Εφεσίβλητος 2 παρών.
_________________________
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δώσει ο Δικαστής Γ.Ν. Γιασεμής.
_________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, (η Επιτροπή), με απόφασή της ημερομηνίας 4.11.2009, προήγαγε δύο πρόσωπα, τους Παναγιώτη Κουτσουπίδη και Γιάννη Κοντό, (τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα), στη μόνιμη θέση Διευθυντή Εμπορίου και Βιομηχανίας, Υπουργείο Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, (η θέση). Η προαγωγή τους θα ίσχυε από 15.11.2009. Υποψήφιοι για τη θέση ήταν, επίσης, οι εφεσίβλητοι Χρίστος Σολωμονίδης και Ανδρέας Κυπριανού, οι οποίοι, μη ικανοποιηθέντες από την εν λόγω απόφαση, καταχώρισαν τις προσφυγές με αρ. 61/2010 και 214/2010, αντίστοιχα. Αυτές στέφθηκαν με επιτυχία και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώθηκε.
Οι υπό εξέταση εφέσεις, οι οποίες συνεκδικάστηκαν, στρέφονται κατά της εν λόγω ακυρωτικής απόφασης. Καταχωρίστηκαν: η υπ' αρ. 16/2012 από την Κυπριακή Δημοκρατία και η υπ' αρ. 28/2012 από το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Γιάννη Κοντό. Το άλλο ενδιαφερόμενο πρόσωπο Παναγιώτης Κουτσουπίδης δεν καταχώρισε έφεση.
΄Οσον αφορά τα γεγονότα των εξεταζομένων υποθέσεων, σημειώνεται, κατ' αρχάς, ότι η θέση είναι πρώτου διορισμού και προαγωγής. Ως εκ τούτου, ίσχυσαν, για την πλήρωση των δύο κενών σε αυτή θέσεων, οι πρόνοιες του άρθρου 34 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, (Ν. 1/1990), όπως αυτός έχει τροποποιηθεί, (ο «Νόμος»). Κατά συνέπεια, τον πρώτο λόγο είχε η αρμόδια Συμβουλευτική Επιτροπή, η οποία, ενεργώντας κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (6) του άρθρου 34 του Νόμου, απέστειλε στην Επιτροπή την έκθεσή της, σύμφωνα με την οποία συστήνονταν, ως καταλληλότεροι για επιλογή στη θέση, οκτώ υποψήφιοι. Ο εφεσίβλητος Ανδρέας Κυπριανού και τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα συγκαταλέγονταν μεταξύ αυτών, όχι, όμως, ο εφεσίβλητος Χρίστος Σολωμονίδης, παρά το ότι ο ίδιος κατείχε το πλεονέκτημα του Σχεδίου Υπηρεσίας, (Μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο σε θέμα σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης). ΄Οπως δε προκύπτει από την εν λόγω έκθεση, στο πλαίσιο της τελικής αξιολόγησης της Συμβουλευτικής Επιτροπής, οι υπό αναφορά υποψήφιοι αξιολογήθηκαν ως εξής: Ανδρέας Κυπριανού «Πάρα Πολύ Καλός», Χρίστος Σολωμονίδης «Σχεδόν Πάρα Πολύ Καλός», Γιάννης Κοντός «Εξαίρετος» και Παναγιώτης Κουτσουπίδης «Εξαίρετος».
Η έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής εξετάστηκε από την Επιτροπή στη συνεδρία της ημερομηνίας 29.9.2009, κατά την οποία αποφασίστηκε να κληθούν σε προφορική εξέταση οι συστηθέντες υποψήφιοι, στην παρουσία και του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, (ο Γενικός Διευθυντής). Αυτή πραγματοποιήθηκε στις 4.11.2009. Μετά το πέρας της, ο Γενικός Διευθυντής αξιολόγησε ως «Εξαίρετους» το Γιάννη Κοντό (εφεσείοντα στην Αναθεωρητική ΄Εφεση αρ. 28/2011) και τον Παναγιώτη Κουτσουπίδη και ως «Πολύ Καλό» τον Ανδρέα Κυπριανού. Σύστησε δε για προαγωγή τους δύο πρώτους, ως υπερέχοντες. Ακολούθως, η Επιτροπή, «υπό το φως και των σχετικών κρίσεων του Γενικού Διευθυντή», αξιολόγησε στο ίδιο, όπως και εκείνος, επίπεδο την απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση. Κατ' εφαρμογή δε του εδαφίου (9) του άρθρου 34 του Νόμου, επέλεξε για προαγωγή στη θέση τους Γιάννη Κοντό και Παναγιώτη Κουτσουπίδη. Η απόφασή της σε σχέση με αυτούς, οι οποίοι, σημειώνεται, δεν κατείχαν το πλεονέκτημα του Σχεδίου Υπηρεσίας, βασίστηκε, ουσιαστικά, στην καλύτερη απόδοσή τους κατά την προφορική εξέταση τόσο ενώπιόν της όσο και ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής∙ κρίθηκαν, και στις δύο περιπτώσεις, ως «Εξαίρετοι».
Στο πλαίσιο της πρωτόδικης διαδικασίας, σε ό,τι αφορά τον εφεσίβλητο Χρίστο Σολωμονίδη, αποφασίστηκε ότι η μη σύστασή του από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, παρόλο που ο ίδιος κατείχε το πλεονέκτημα του Σχεδίου Υπηρεσίας, ήταν αναιτιολόγητη. Η καλύτερη απόδοση των ενδιαφερομένων προσώπων ενώπιόν της κρίθηκε ότι δεν ήταν αρκετή, από μόνη της, να του αποστερήσει τη δυνατότητα αυτός να είναι υποψήφιος κατά την ενώπιον της Επιτροπής διαδικασία. ΄Ηταν δικό της θέμα, τόνισε το πρωτόδικο Δικαστήριο, αν η ίδια «θα παραγνώριζε το πλεονέκτημα ή όχι, εξετάζοντας το σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα κριτήρια επιλογής». ΄Οσον αφορά τον εφεσίβλητο Ανδρέα Κυπριανού, αποφασίστηκε ότι οι λόγοι που δόθηκαν για παραγνώριση του πλεονεκτήματος, που αυτός κατείχε, αποτελούσαν πλημμελή άσκηση της διακριτικής ευχέρειας της Επιτροπής. ΄Οπως επισημάνθηκε, ο εν λόγω υποψήφιος είχε, πέραν του πλεονεκτήματος, αρχαιότητα, έστω και οριακής σημασίας, έναντι των ενδιαφερομένων προσώπων, καθότι αυτός κατείχε θέση ανώτερης μισθολογικής κλίμακας.
Τόσο η εφεσείουσα στην Αναθεωρητική ΄Εφεση αρ. 16/2012 όσο και ο εφεσείων στην Αναθεωρητική ΄Εφεση αρ. 28/2012, με δύο ταυτόσημους λόγους έφεσης, αμφισβητούν την ορθότητα των πιο πάνω πρωτόδικων κρίσεων. Συγκεκριμένα, επισημαίνουν, εν πρώτοις, ότι η κατοχή του πλεονεκτήματος του Σχεδίου Υπηρεσίας από μέρους των εφεσιβλήτων συνυπολογίστηκε και συνεκτιμήθηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή. ΄Οπως προκύπτει, ειδικά, από τη σχετική έκθεσή της, η βαθμολογία τους, ενώ αυτή, μετά το πέρας της προφορικής εξέτασης, ήταν για το Χρίστο Σολωμονίδη «Πολύ Καλός» και για τον Ανδρέα Κυπριανού «Σχεδόν Πάρα Πολύ Καλός», στη συνέχεια, με την προσμέτρηση του πλεονεκτήματος, αυξήθηκε. Ως αποτέλεσμα η τελική αξιολόγησή τους ήταν «Σχεδόν Πάρα Πολύ Καλός» και «Πάρα Πολύ Καλός», αντίστοιχα.
Επιπρόσθετα, είναι η εισήγηση των εφεσειόντων, ότι η παρούσα περίπτωση αφορά θέση ψηλά στην ιεραρχία, όπου, σύμφωνα με τη νομολογία, η διακριτική ευχέρεια του διορίζοντος οργάνου είναι ευρεία. Συνεπώς, δεδομένης της ισοδυναμίας του εφεσίβλητου Χρίστου Σολωμονίδη και των ενδιαφερομένων προσώπων στο κριτήριο της αξίας (στις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις των τελευταίων δέκα ετών, 1999 έως 2008, αξιολογήθηκαν και οι τρεις, σε όλα τα στοιχεία αξιολόγησης, «Εξαίρετα») και της υπεροχής των τελευταίων σε αρχαιότητα, ήταν, κατά την άποψή τους, απολύτως εύλογο και αιτιολογημένο για τη Συμβουλευτική Επιτροπή να συστήσει τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα στην Επιτροπή, ως καταλληλότερα για επιλογή στη θέση. Σε σχέση με το κριτήριο της αρχαιότητας, σημειώνεται ότι προήχθησαν σε θέσεις όμοιας μισθολογικής κλίμακας: ο Χρίστος Σολωμονίδης τον Αύγουστο του 2005, ενώ οι Γιάννης Κοντός και Παναγιώτης Κουτσουπίδης το Νοέμβριο του 1998 και τον Οκτώβριο του 1996, αντίστοιχα. Πέραν δε της καλύτερης απόδοσής τους στις προφορικές συνεντεύξεις, αυτοί διέθεταν υπέρ τους και τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή.
Τέλος, όσον αφορά τον εφεσίβλητο Ανδρέα Κυπριανού, οι εφεσείοντες τονίζουν πως αυτός, στο κριτήριο της αξίας, υστερεί των ενδιαφερομένων προσώπων. Συγκεκριμένα, αξιολογήθηκε: τα έτη 2002 έως 2008, σε όλα τα στοιχεία αξιολόγησης «Εξαίρετα», τα έτη 2000 έως 2001, σε επτά στοιχεία «Εξαίρετα» και σε ένα στοιχείο «Πολύ Ικανοποιητικά» και το έτος 1999, σε έξι στοιχεία «Εξαίρετα» και σε δύο στοιχεία «Πολύ Ικανοποιητικά». Ως εκ τούτου, η οριακής σημασίας υπεροχή του σε αρχαιότητα (κατείχε θέση ανώτερης μισθολογικής κλίμακας) δεν ήταν δυνατό να υπερνικήσει τα στοιχεία της καλύτερης απόδοσης των ενδιαφερομένων προσώπων στις προφορικές συνεντεύξεις και της σύστασης, υπέρ τους, του Γενικού Διευθυντή.
Στην υπόθεση Κυπριακή Δημοκρατία ν. Σπυρούλλας Αναστασίου, Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 209/2010, 7.11.2014, όπου προβλήθηκε πανομοιότυπος ισχυρισμός με αυτόν που προβλήθηκε στην παρούσα, καταγράφηκαν τα εξής, σε ό,τι αφορά το πλεονέκτημα:-
«Κατά πάγια νομολογία το πλεονέκτημα αποτελεί σημαντικό στοιχείο στο οποίο θα πρέπει να αποδίδεται ουσιώδης σημασία. (Βλ. Κωνσταντινίδης ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 454 και Δημητρίου ν. Δημοκρατίας (1995) 4Β Α.Α.Δ. 1150, οι οποίες επιβεβαιώθηκαν από την Ολομέλεια στις υποθέσεις Δημοκρατία ν. Γερμανού (2005) 3 Α.Α.Δ. 93, Μορίτση ν. Καρσερά (2009) 3 Α.Α.Δ. 109 και Παναγή κ.α. ν. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 163). Κατά πάγια επίσης νομολογία, για να παρακαμφθεί το πλεονέκτημα ενός υποψηφίου θα πρέπει να δίδονται ειδικοί και πειστικοί λόγοι. (Βλ. Φιλίππου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 1, Δημοκρατία κ.α. ν. Γερμανού κ.α. (ανωτέρω), Ιωσηφίδης κ.α ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 410, Ζωδιάτης ν. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 406 και Παναγή κ.α. ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω)).»
Στην εξεταζόμενη περίπτωση, είναι παραδεκτό ότι οι εφεσίβλητοι, σε αντίθεση με τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, κατείχαν το πλεονέκτημα του Σχεδίου Υπηρεσίας. Κατά συνέπεια, για την παραγνώρισή του, έπρεπε να είχε δοθεί ειδική και πειστική αιτιολογία. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αναφορικά με τον εφεσίβλητο Χρίστο Σολωμονίδη, θεώρησε ότι η καλύτερη απόδοση των ενδιαφερομένων προσώπων στην ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής προφορική εξέταση δεν ήταν ικανή, από μόνη της, να του αποστερήσει τη δυνατότητα αυτός να είναι υποψήφιος κατά την ενώπιον της Επιτροπής διαδικασία. Η εν λόγω κρίση του είναι ορθή∙ ιδιαίτερα, μάλιστα, αν ληφθεί υπόψη ότι ο υπό αναφορά υποψήφιος ήταν, για τη δεκαετία που λήφθηκε υπόψη, 1999 έως 2008, ίσος σε αξία με τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα και υστερούσε μόνο στο κριτήριο της αρχαιότητας.
Η Συμβουλευτική Επιτροπή, για την ακρίβεια, παραγνώρισε το πλεονέκτημα του εφεσίβλητου Χρίστου Σολωμονίδη, στη βάση και μόνο ότι, κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση, αυτός αξιολογήθηκε ως «Πολύ Καλός», ενώ τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα αξιολογήθηκαν ως «Εξαίρετα». Αυτό και μόνο ήταν το καθοριστικό στοιχείο που βάρυνε στην απόφασή της για μη σύστασή του ως πρόσωπο κατάλληλο για επιλογή στη θέση. Η ύπαρξη διαφοράς στην αξιολόγηση μεταξύ του «Εξαίρετος» και του «Πολύ Καλός» δεν την απάλλασσε, όπως ούτε και την Επιτροπή, κατά την εξέταση και υιοθέτηση της έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής, από το καθήκον τους αυτές να δώσουν ειδική και πειστική αιτιολογία για την κρίση τους, σχετικά, ώστε να μην αφήνονταν κενά ή αμφιβολίες για την ορθότητά της. Τα όσα καταγράφονται στα πρακτικά τους καταδεικνύουν ξεκάθαρα ότι δε σταθμίστηκε ορθά, από μέρους τους, το σύνολο των κριτηρίων επιλογής.
Στην περίπτωση του εφεσίβλητου Ανδρέα Κυπριανού, επίσης, δεν εφαρμόστηκαν, σε σχέση με το πλεονέκτημά του, οι αρχές που επιβάλλει η προαναφερθείσα νομολογία. Μπορεί η υπεροχή του σε αρχαιότητα να ήταν, όπως έχει, ήδη, αναφερθεί, οριακής σημασίας, αυτή, όμως, υφίστατο. Πέραν τούτου, στο κριτήριο της αξίας, ο ίδιος δεν υστερούσε των ενδιαφερομένων προσώπων, αλλά ήταν ίσος με αυτά. Στην υπόθεση Πατσαλίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 738, στη σελίδα 743, αποφασίστηκε ότι «η διαφορά στην αξιολόγηση των υπαλλήλων σε 3 έως 5 'Εξαίρετος' περισσότερα ο ένας από τον άλλο σε μια πενταετία, δεν προσδίδουν σε αυτόν που έχει τα περισσότερα 'Εξαίρετος' υπεροχή στην αξία έναντι των υπολοίπων, αλλά απλώς πρέπει οι υπάλληλοι να θεωρούνται ισοδύναμοι». Επομένως, το γεγονός ότι ο εν λόγω υποψήφιος, κατά τη δεκαετία που λήφθηκε υπόψη, 1999 έως 2008, αξιολογήθηκε: το απομακρυσμένο έτος 1999, σε έξι στοιχεία της αξιολόγησης «Εξαίρετα» και σε δύο στοιχεία «Πολύ Ικανοποιητικά» και τα έτη 2000 έως 2001, σε επτά στοιχεία «Εξαίρετα» και σε ένα στοιχείο «Πολύ Ικανοποιητικά» δεν το καθιστά υποδεέστερο των ενδιαφερομένων προσώπων στο κριτήριο της αξίας. Δεδομένης, λοιπόν, της κατοχής, από αυτόν, του πλεονεκτήματος του Σχεδίου Υπηρεσίας, της οριακής υπεροχής του σε αρχαιότητα και της ισοδυναμίας του στο κριτήριο της αξίας, σε σύγκριση με τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου για πλημμελή άσκηση, εν προκειμένω, από την Επιτροπή, της διακριτικής της ευχέρειας κρίνεται ως απόλυτα ορθή. Οι λόγοι δε που δόθηκαν από την Επιτροπή για παραγνώριση του πλεονεκτήματός του δεν ευσταθούν.
Στο σημείο αυτό, πρέπει να αναφερθεί ότι η εφεσείουσα στην Αναθεωρητική ΄Εφεση αρ. 16/2012 προβάλλει ως λόγο έφεσης ένα πασιφανές γραφικό λάθος στην πρωτόδικη απόφαση. Σε αυτή, καταγράφεται ότι ουδείς από τους εφεσίβλητους συστήθηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, ενώ, ακολούθως, αναφέρεται ότι ο εφεσίβλητος Ανδρέας Κυπριανού συστήθηκε από αυτήν. Το συγκεκριμένο λάθος δεν επηρέασε, κατά οποιοδήποτε τρόπο, το δικανικό συλλογισμό του πρωτόδικου Δικαστηρίου και, ως εκ τούτου, οποιοσδήποτε, περαιτέρω, σχολιασμός είναι αχρείαστος.
Για τους λόγους, ανωτέρω, οι εφέσεις αποτυγχάνουν και απορρίπτονται, με €2.500,00 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ εκάστου των εφεσιβλήτων.
Κ. Παμπαλλής, Δ.
Π. Παναγή, Δ.
Μ. Χριστοδούλου, Δ.
Κ. Σταματίου, Δ.
Γ.Ν. Γιασεμής, Δ.
/ΜΠ