ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2017:C197
(2017) 3 ΑΑΔ 524
30 Μαΐου, 2017
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ,
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/στές]
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 91/2010)
ΧΡΙΣΤΟΣ ΠΑΝΤΕΛΙΔΗΣ,
Εφεσείων - Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Εφεσίβλητης - Καθ' ης η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 46/2011)
ΧΡΙΣΤΟΣ ΠΑΝΤΕΛΙΔΗΣ,
Εφεσείων - Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Εφεσίβλητης - Καθ' ης η αίτηση.
(Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 91/2010 και 46/2011)
Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας ― Εάν δεν υπάρχει πλάνη στα γεγονότα η κρίση περιέχει άσκηση διακριτικής ευχέρειας και δεν μπορεί να λαμβάνουν απόφαση με μια αριθμητική εξέταση των στοιχείων ― Το σύστημα αξιολόγησης στοχεύει στην ανάδειξη του καταλληλότερου υποψηφίου, με μόνη ουσιαστική δέσμευση την εξυπηρέτηση της αξιοκρατίας και του δημοσίου συμφέροντος ― Περιστάσεις.
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Σύσταση Γενικής Διευθύντριας ― Παρέκκλιση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας ― Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας πρέπει να αιτιολογεί πλήρως την παρέκκλιση της από τις συστάσεις.
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Κριτήρια ― Αρχαιότητα ― Η αρχαιότητα δεν ήταν τέτοιας έκτασης που να παραγνωριστούν τα προσόντα και η καλύτερη αξιολόγηση του ενδιαφερόμενου μέρους στις προφορικές συνεντεύξεις.
O Εφεσείων με την Αναθεωρητική Έφεση αρ. 46/2011 που αφορά την προσφυγή υπ' αρ. 361/2009, αμφισβητεί την πρωτόδικη απορριπτική απόφαση σύμφωνα με την οποία αποφάσισε ότι η προαγωγή της Ζήνας Πουλλή, ενδιαφερομένου μέρους, στη μόνιμη θέση Διευθύντριας Μέσης Εκπαίδευσης, Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, από 12.2.2009, είχε νόμιμα ληφθεί από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας.
Με την Αναθεωρητική Έφεση αρ. 91/2010, αμφισβητεί και πάλι το αποτέλεσμα της πρωτόδικη κρίσης που αφορούσε και πάλι τη νομιμότητα της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας. για διορισμό της Ζήνας Πουλλή στη θέση του Διευθυντή Μέσης Εκπαίδευσης. Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας ανακάλεσε το διορισμό στις 11.2.2009 (ήταν θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής), και προχώρησε σε επανεξέταση στις 12.2.2009, διορίζοντας πάλι το ενδιαφερόμενο μέρος αναδρομικά.
Οι δύο αυτές Αναθεωρητικές Εφέσεις ακούστηκαν την ίδια ημέρα διότι αφορούν συναφή θέματα, καταγράφηκε δε η συναντίληψη των διαδίκων ότι η απόφαση της Ολομέλειας στην Αναθεωρητική Έφεση αρ. 46/2011, θα επηρεάσει αναπόφευκτα και την απόφαση στην Αναθεωρητική Έφεση αρ. 91/2010.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας τις εφέσεις, αποφάσισε ότι:
Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας στην απόφαση της θεώρησε τα πέραν του βασικού πανεπιστημιακού διπλώματος προσόντα και των δύο υποψηφίων, που δεν προβλέπονταν από το σχέδιο υπηρεσίας και δεν αποτελούσαν πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν, ως σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης. Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, κατά πλειοψηφία, έκρινε ότι είχε προβάδισμα η Πουλλή λόγω του υψηλότερου επιπέδου αξιολόγησης κατά την προφορική εξέταση και των επί πλέον υπέρτερων ακαδημαϊκών της προσόντων, εφόσον διέθετε και διδακτορικό δίπλωμα, πρόσθετα από το μεταπτυχιακό προσόν που διέθετε και ο Παντελίδης. Η αρχαιότητα του τελευταίου δεν μπορούσε συνεπώς να λειτουργήσει υπέρ του Παντελίδη, εφόσον σε θέσεις διευθυντικές, αυτή είναι περιορισμένης σημασίας από την άποψη ότι μπορούσε να δοθεί προτεραιότητα στον υποψήφιο εκείνο που είχε υπέρτερα ακαδημαϊκά προσόντα, ενώ είχε αποδώσει και καλύτερα στην προφορική εξέταση. Σε σχέση με τη γραπτή σύσταση της Γενικής Διευθύντριας, η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας έκρινε ότι αυτή αποτελούσε επανάληψη των ενώπιον της στοιχείων, όπως αυτά απέρρεαν από τους φακέλους και δεν την ακολούθησε, θεωρώντας τη σύσταση περιορισμένης σημασίας υπό το φως ότι η Πουλλή διέθετε σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης υπέρτερα ακαδημαϊκά προσόντα, ενώ αξιολογήθηκε και σε υψηλότερο βαθμό κατά την προφορική εξέταση.
Σύμφωνα με τα δεδομένα στην Αναθεωρητική Έφεση αρ. 46/2011, ένα διοικητικό όργανο διαμορφώνει την κρίση του έχοντας υπόψη το σύνολο των στοιχείων που είναι ενώπιον του. Σε ό,τι αφορά διορισμούς και προαγωγές, η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας συνεξετάζει όλα τα δεδομένα και η κρίση της, εάν δεν εκφεύγει των ακραίων ορίων της ευχέρειας που διαθέτει, δεν υποκαθίσταται από το αναθεωρητικό Δικαστήριο. Όπου δεν παρατηρείται πλάνη στα γεγονότα ή λανθασμένη εκτίμηση σύμφωνα με τις νομολογιακά αποφασισθείσες παγίως αρχές, η κρίση περιέχει άσκηση διακριτικής ευχέρειας και δεν μπορεί να λαμβάνεται απόφαση με μια αριθμητική ή μαθηματική εξέταση των στοιχείων, χωρίς δηλαδή την άσκηση διακριτικής ευχέρειας. Το σύστημα αξιολόγησης στοχεύει στην ανάδειξη του καταλληλότερου υποψηφίου, υπό τις περιστάσεις, με μόνη ουσιαστική δέσμευση την εξυπηρέτηση της αξιοκρατίας και του δημοσίου συμφέροντος. Περαιτέρω, η βαρύτητα των στοιχείων κρίσης δεν μπορεί να προκαθοριστεί ώστε να αποδίδεται σ' αυτά και ορισμένη σημασία, αφηνόμενο έτσι το διοικητικό όργανο να σταθμίσει όλα τα δεδομένα.
Δεν μπορεί να αποδοθεί οποιοδήποτε λάθος στην πρωτόδικη κρίση με την απόρριψη της προσφυγής, όπως διατείνεται ο εφεσείων μέσα από τους επάλληλους λόγους έφεσης του. Η σύσταση ενός Γενικού Διευθυντή αποτελεί αναμφίβολα σημαντικό στοιχείο κρίσης σύμφωνα με τη νομολογία. Η υπέρ ενός υποψηφίου σύσταση του Γενικού Διευθυντή μπορεί όμως να μην ακολουθηθεί εφόσον το διοικητικό όργανο δώσει προς τούτο επαρκή αιτιολογία. Η επαρκής αιτιολογία είναι εκείνη που παραθέτει πειστικούς λόγους που αντισταθμίζουν τη σύσταση. Το διοικητικό όργανο πρέπει να καταγράφει πειστικούς ή ειδικούς λόγους για την παρέκκλιση από τη σύσταση, οι οποίοι δεν πρέπει απλώς να συνάγονται από τα πρακτικά.
Στην προκείμενη περίπτωση η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας κατέγραψε τους λόγους που αιτιολογούσαν με επάρκεια την απόκλιση από τη σύσταση της Γενικής Διευθύντριας. Ήταν η υπεροχή στα προσόντα της Πουλλή με την κατοχή και διδακτορικού που κρίθηκε ότι ήταν σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης, κρίση που δεν αμφισβητήθηκε με τους λόγους ακύρωσης στην προσφυγή και δεν μπορεί να θεμελιωθεί τέτοιος λόγος με μόνη την αγόρευση, και η υπέρτερη απόδοση της στην προφορική εξέταση.
Η υπέρτερη απόδοση στην προφορική εξέταση που όντως εμπεριέχει υποκειμενική κρίση έναντι των αντικειμενικών στοιχείων των προσόντων και της αρχαιότητας, δεν αποτέλεσε το μοναδικό παράγοντα για απόκλιση από τη σύσταση.
Έπεται ότι η απόκλιση από τη σύσταση της Γενικής Διευθύντριας ήταν εύλογη υπό τις περιστάσεις και η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας κατέγραψε με επάρκεια τους λόγους της απόκλισης. Το παράπονο του εφεσείοντα ως προς τη λανθασμένη, κατά την άποψη του, χρησιμοποίηση από το πρωτόδικο Δικαστήριο της απόφασης Δημοκρατία v. Ασσιώτη (2010) 3 Α.Α.Δ. 395, δεν είναι δόκιμο. Στην Ασσιώτη η αρχαιότητα του αιτητή ήταν πολύ περιορισμένης σημασίας επειδή ήταν αποτέλεσμα κλίμακας. Όμως και η αρχαιότητα των τριών χρόνων του εφεσείοντος δεν ήταν τέτοιας έκτασης. Η αρχαιότητα αναμφίβολα δεν έχει παύσει να αποτελεί θεσμοθετημένο κριτήριο, όπως έχει άλλωστε πλειστάκις αναγνωριστεί, και φέρει μαζί της και την ανάλογη πείρα, αλλά η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας έλαβε υπόψη της την αρχαιότητα και τη συνεκτίμησε μέσα στο εύρος της επιτρεπόμενης διακριτικής της ευχέρειας.
Υπό το φως όλων των ανωτέρω η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου έκρινε πως δεν υπάρχει βάσιμος λόγος ανατροπής της πρωτόδικης κρίσης και η Αναθεωρητική Έφεση αρ. 46/2011, απορρίπτεται. Με την απόρριψη της δεν παραμένει οτιδήποτε να συζητηθεί στην Αναθεωρητική Έφεση αρ. 91/2010, η οποία επίσης απορρίπτεται.
Οι εφέσεις απορρίφθηκαν με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Παντελίδης v. Δημοκρατίας, προσφυγή αρ. 362/2009, ημερ. 17.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D292,
Γεωργούδης v. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 116,
Γρηγορίου (Μιχαηλίδου) v. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 275,
Spanos v. Republic (1985) 3 C.L.R. 1826,
Ιωάννου v. Α.Η.Κ. (1998) 3 Α.Α.Δ. 624,
Δημοκρατία v. Χριστούδη (1996) 3 Α.Α.Δ. 267,
Σπανός v. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 432,
Δημοκρατία v. Γερμανού (2005) 3 Α.Α.Δ. 93,
Δημοκρατία v. Υψαρίδη (Αρ. 2) (1993) 3 Α.Α.Δ. 347,
Χριστοδούλου v. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 164,
Πούρος v. Χατζηστεφάνου (2001) 3 Α.Α.Δ. 374,
Ζωδιάτης v. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 406,
Παναγή v. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 639,
Δημοκρατία v. Ασσιώτη (2010) 3 Α.Α.Δ. 395,
Δημοκρατία v. Ταλιώτη (2010) 3 Α.Α.Δ. 391.
Εφέσεις.
Εφέσεις από τον Αιτητή εναντίον των αποφάσεων Δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Παπαδοπούλου, Δ., Παμπαλλής, Δ.), (Υποθέσεις Αρ. 538/2007 και 361/2009), ημερ. 20/5/2010 και 8/4/2011 αντίστοιχα.
Χρ. Κληρίδης, για τον Εφεσείοντα.
Μ. Κοτσώνη (κα) με Ασπ. Ξάνθου (κα), ασκούμενη δικηγόρο, για την Εφεσίβλητη.
Α. Κωνσταντίνου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Ναθαναήλ.
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Οι δύο αυτές Αναθεωρητικές Εφέσεις ακούστηκαν την ίδια ημέρα διότι αφορούν συναφή θέματα, καταγράφηκε δε η συναντίληψη των διαδίκων ότι η απόφαση της Ολομέλειας στην Αναθεωρητική Έφεση αρ. 46/2011, θα επηρεάσει αναπόφευκτα και την απόφαση στην Αναθεωρητική Έφεση αρ. 91/2010.
Το αντικείμενο της Αναθεωρητικής Έφεσης αρ. 46/2011 αφορά την προσφυγή υπ' αρ. 361/2009, στην οποία το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι η προαγωγή της Ζήνας Πουλλή, ενδιαφερομένου μέρους, στη μόνιμη θέση Διευθύντριας Μέσης Εκπαίδευσης, Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, από 12.2.2009, είχε νόμιμα ληφθεί από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας. Ο εφεσείων και προσφεύγων στην πρωτόδικη προσφυγή, Χρίστος Παντελίδης, επεδίωξε την ακύρωση της εν λόγω προαγωγής θεωρώντας ότι η υπέρ του σύσταση της Γενικής Διευθύντριας παραγνωρίστηκε από την Ε.Δ.Υ., χωρίς νόμιμη και ειδική αιτιολογία. Περαιτέρω, εισηγήθηκε ότι η Ε.Δ.Υ. έδωσε υπέρτερη αξία στην απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική συνέντευξη, παραγνωρίζοντας την αρχαιότητα του ιδίου στη θέση του Πρώτου Λειτουργού κατά τρία χρόνια έναντι του ενδιαφερομένου μέρους. Το Δικαστήριο απέρριψε και τις δύο θέσεις, κρίνοντας ότι η Ε.Δ.Υ. έδωσε την ειδική αιτιολογία που χρειαζόταν με βάση τη νομολογία για να αποκλίνει από τη σύσταση της Γενικής Διευθύντριας, βασίζοντας την απόφαση της τόσο στην υπεροχή της Πουλλή σε προσόντα, όσο και στην καλύτερη απόδοση της στην προφορική εξέταση. Περαιτέρω, το Δικαστήριο έκρινε ότι η Ε.Δ.Υ. δεν προήξε το ενδιαφερόμενο μέρος αποκλειστικά με βάση την καλύτερη ενώπιον της απόδοση στην προφορική εξέταση, αλλά και στην υπεροχή της Πουλλή σε προσόντα. Εν τέλει, το Δικαστήριο έκρινε ότι η επιλογή της Πουλλή δεν βρισκόταν εκτός των ορίων της διακριτικής ευχέρειας του διορίζοντος οργάνου, δεδομένου ότι η αρχαιότητα σε υψηλές διευθυντικές θέσεις δεν ήταν ουσιαστικός παράγων και μπορούσε να υπερσκελιστεί από την υπεροχή της Πουλλή σε προσόντα, η δε απόκλιση από τη σύσταση της Γενικής Διευθύντριας είχε επαρκώς αιτιολογηθεί.
Στην Αναθεωρητική Έφεση αρ. 91/2010, η προσφυγή υπ' αρ. 538/2007 του εφεσείοντος, αφορούσε και πάλι τη νομιμότητα της απόφασης της Ε.Δ.Υ. για διορισμό της Ζήνας Πουλλή στη θέση του Διευθυντή Μέσης Εκπαίδευσης. Η απόφαση λήφθηκε στις 29.1.2007. Όμως, μετά από γνωμάτευση της Νομικής Υπηρεσίας ότι λανθασμένα η Ε.Δ.Υ. δεν έλαβε υπόψη της τη σύσταση της Γενικής Διευθύντριας διότι είχε ετοιμαστεί πριν τη διεξαγωγή της προφορικής εξέτασης και κατατέθηκε γραπτώς, η Ε.Δ.Υ. ανακάλεσε το διορισμό στις 11.2.2009 (ήταν θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής), και προχώρησε σε επανεξέταση στις 12.2.2009, διορίζοντας πάλι το ενδιαφερόμενο μέρος αναδρομικά. Τέθηκε ζήτημα κατά πόσο η προσφυγή απώλεσε το αντικείμενο της και πράγματι το Δικαστήριο, με επιδίκαση όμως εξόδων υπέρ του αιτητή λόγω του προχωρημένου σταδίου ανάκλησης της απόφασης, απέρριψε τον ισχυρισμό ότι παρέμειναν ζημιογόνα αποτελέσματα για τον Χρ. Παντελίδη.
Με τις αντίστοιχες εφέσεις του, ο Χρίστος Παντελίδης αμφισβητεί και τις δύο απορριπτικές αποφάσεις των δύο διαφορετικών πρωτοδίκων Δικαστηρίων. Καθίσταται επομένως φανερό ότι προέχει η εξέταση της Αναθεωρητικής Έφεσης αρ. 46/2011, το αποτέλεσμα της οποίας θα καθορίσει και την άλλη εκκρεμούσα Αναθεωρητική Έφεση. Προστίθεται ότι κατά τη συζήτηση των Αναθεωρητικών Εφέσεων δόθηκε στην Ολομέλεια και η απόφαση στην Παντελίδης v. Δημοκρατίας, προσφυγή αρ. 362/2009, ημερ. 17.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D292, η οποία αφορούσε την ίδια την ανάκληση του διορισμού του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Διευθυντή Μέσης Εκπαίδευσης. Η προσφυγή αυτή απερρίφθη με το Δικαστήριο να κρίνει ότι νόμιμα η Ε.Δ.Υ. ανακάλεσε την προηγούμενη διοικητική της απόφαση προαγωγής, γεγονός που άνοιξε το δρόμο της επανεξέτασης, η οποία επανεξέταση μόνο ευμενείς επιπτώσεις θα μπορούσε να είχε για τον εφεσείοντα που ήταν υποψήφιος. Η προσφυγή επομένως απερρίφθη ως απαράδεκτη, λόγω ελλείψεως εννόμου συμφέροντος, επ' αυτής δε της απόφασης δεν καταχωρήθηκε έφεση.
Τα δεδομένα που είχε ενώπιον της η Ε.Δ.Υ., ήσαν τα εξής. Ο Παντελίδης υπερείχε σε αρχαιότητα κατά τρία έτη εφόσον είχε καταλάβει τη θέση Πρώτου Λειτουργού Εκπαίδευσης από 1.9.2003, ενώ η Πουλλή είχε καταλάβει την ίδια θέση από 1.9.2006. Οι ετήσιες εκθέσεις έδειχναν ισοδυναμία με όλες τις επιμέρους βαθμολογίες να ήταν στο επίπεδο του εξαίρετου για τα τελευταία τρία έτη, στα οποία η Ε.Δ.Υ. έδωσε έμφαση, αλλά στα προσόντα η Πουλλή υπερείχε έχοντας πέραν του βασικού πανεπιστημιακού διπλώματος και μεταπτυχιακού τίτλου επιπέδου Master, και διδακτορικό, Doctor of Philosophy. Ο εφεσείων πέραν του βασικού πανεπιστημιακού διπλώματος, είχε δίπλωμα διαρκείας ενός έτους στην Οργάνωση και Διοίκηση Σχολείων και ένα μεταπτυχιακό επιπέδου Master, MA in Education Management. Στην προφορική ενώπιον της Ε.Δ.Υ. εξέταση, ο εφεσείων αξιολογήθηκε ως «πολύ καλός» και το ενδιαφερόμενο μέρος ως «εξαίρετη». Η σύσταση της Γενικής Διευθύντριας υπέρ του Παντελίδη περιείχε τη θέση ότι ο Παντελίδης, και ένας άλλος υποψήφιος, υπερτερούσαν της Πουλλή σε διοικητική πείρα τονίζοντας και τις γενικότερες ανάγκες του Υπουργείου Παιδείας, με αποτέλεσμα η υπεροχή σε διοικητική πείρα να ήταν σημαντικό στοιχείο. Η Γενική Διευθύντρια αξιολόγησε τον Παντελίδη ως «πάρα πολύ καλό» και την Πουλλή ως «πολύ καλή».
Η Ε.Δ.Υ. στην απόφαση της θεώρησε τα πέραν του βασικού πανεπιστημιακού διπλώματος προσόντα και των δύο υποψηφίων, που δεν προβλέπονταν από το σχέδιο υπηρεσίας και δεν αποτελούσαν πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν, ως σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης. Η Ε.Δ.Υ., κατά πλειοψηφία, έκρινε ότι είχε προβάδισμα η Πουλλή λόγω του υψηλότερου επιπέδου αξιολόγησης κατά την προφορική εξέταση και των επί πλέον υπέρτερων ακαδημαϊκών της προσόντων, εφόσον διέθετε και διδακτορικό δίπλωμα, πρόσθετα από το μεταπτυχιακό προσόν που διέθετε και ο Παντελίδης. Η αρχαιότητα του τελευταίου δεν μπορούσε συνεπώς να λειτουργήσει υπέρ του Παντελίδη, εφόσον σε θέσεις διευθυντικές, αυτή είναι περιορισμένης σημασίας από την άποψη ότι μπορούσε να δοθεί προτεραιότητα στον υποψήφιο εκείνο που είχε υπέρτερα ακαδημαϊκά προσόντα, ενώ είχε αποδώσει και καλύτερα στην προφορική εξέταση. Σε σχέση με τη γραπτή σύσταση της Γενικής Διευθύντριας, η Ε.Δ.Υ. έκρινε ότι αυτή αποτελούσε επανάληψη των ενώπιον της στοιχείων, όπως αυτά απέρρεαν από τους φακέλους και δεν την ακολούθησε, θεωρώντας τη σύσταση περιορισμένης σημασίας υπό το φως ότι η Πουλλή διέθετε σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης υπέρτερα ακαδημαϊκά προσόντα, ενώ αξιολογήθηκε και σε υψηλότερο βαθμό κατά την προφορική εξέταση.
Με τις αντίστοιχες εφέσεις καταχωρήθηκαν και τα περιγράμματα των διαδίκων, τα οποία εν πολλοίς επαναλαμβάνουν τους ίδιους λόγους ακύρωσης όπως και πρωτοδίκως. Δεν χρειάζεται να καταγραφούν οι λόγοι έφεσης και η επιχειρηματολογία αντίστοιχα των διαδίκων, χάριν οικονομίας λόγου.
Έχοντας εξετάσει τα δεδομένα στην Αναθεωρητική Έφεση αρ. 46/2011, υπενθυμίζεται πρωτίστως ότι ένα διοικητικό όργανο διαμορφώνει την κρίση του έχοντας υπόψη το σύνολο των στοιχείων που είναι ενώπιον του. Σε ό,τι αφορά διορισμούς και προαγωγές, η Ε.Δ.Υ. συνεξετάζει όλα τα δεδομένα και η κρίση της, εάν δεν εκφεύγει των ακραίων ορίων της ευχέρειας που διαθέτει, δεν υποκαθίσταται από το αναθεωρητικό Δικαστήριο. Όπου δεν παρατηρείται πλάνη στα γεγονότα ή λανθασμένη εκτίμηση σύμφωνα με τις νομολογιακά αποφασισθείσες παγίως αρχές, η κρίση περιέχει άσκηση διακριτικής ευχέρειας και δεν μπορεί να λαμβάνεται απόφαση με μια αριθμητική ή μαθηματική εξέταση των στοιχείων, χωρίς δηλαδή την άσκηση διακριτικής ευχέρειας. Το σύστημα αξιολόγησης στοχεύει στην ανάδειξη του καταλληλότερου υποψηφίου, υπό τις περιστάσεις, με μόνη ουσιαστική δέσμευση την εξυπηρέτηση της αξιοκρατίας και του δημοσίου συμφέροντος, (Γεωργούδης v. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 116). Περαιτέρω, η βαρύτητα των στοιχείων κρίσης δεν μπορεί να προκαθοριστεί ώστε να αποδίδεται σ' αυτά και ορισμένη σημασία, αφηνόμενο έτσι το διοικητικό όργανο να σταθμίσει όλα τα δεδομένα, (Γρηγορίου (Μιχαηλίδου) v. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 275).
Δεν μπορεί να αποδοθεί οποιοδήποτε λάθος στην πρωτόδικη κρίση με την απόρριψη της προσφυγής, όπως διατείνεται ο εφεσείων μέσα από τους επάλληλους λόγους έφεσης του. Η σύσταση ενός Γενικού Διευθυντή αποτελεί αναμφίβολα σημαντικό στοιχείο κρίσης σύμφωνα με τη νομολογία, (Spanos v. Republic (1985) 3 C.L.R. 1826 και Ιωάννου v. Α.Η.Κ. (1998) 3 Α.Α.Δ. 624). Η υπέρ ενός υποψηφίου σύσταση του Γενικού Διευθυντή μπορεί όμως να μην ακολουθηθεί εφόσον το διοικητικό όργανο δώσει προς τούτο επαρκή αιτιολογία. Η επαρκής αιτιολογία είναι εκείνη που παραθέτει πειστικούς λόγους που αντισταθμίζουν τη σύσταση, (Δημοκρατία v. Χριστούδη (1996) 3 Α.Α.Δ. 267 και Σπανός v. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 432). Το διοικητικό όργανο πρέπει να καταγράφει πειστικούς ή ειδικούς λόγους για την παρέκκλιση από τη σύσταση, οι οποίοι δεν πρέπει απλώς να συνάγονται από τα πρακτικά, (Δημοκρατία v. Γερμανού (2005) 3 Α.Α.Δ. 93, Δημοκρατία v. Υψαρίδη (Αρ. 2) (1993) 3 Α.Α.Δ. 347 και Χριστοδούλου v. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 164).
Στην προκείμενη περίπτωση η Ε.Δ.Υ. κατέγραψε τους λόγους που αιτιολογούσαν με επάρκεια την απόκλιση από τη σύσταση της Γενικής Διευθύντριας. Ήταν η υπεροχή στα προσόντα της Πουλλή με την κατοχή και διδακτορικού που κρίθηκε ότι ήταν σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης, κρίση που δεν αμφισβητήθηκε με τους λόγους ακύρωσης στην προσφυγή και δεν μπορεί να θεμελιωθεί τέτοιος λόγος με μόνη την αγόρευση, και η υπέρτερη απόδοση της στην προφορική εξέταση. Στη βάση της Πούρος v. Χατζηστεφάνου (2001) 3 Α.Α.Δ. 374 και Ζωδιάτης v. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 406, η Ε.Δ.Υ., έκρινε τα πρόσθετα προσόντα και των δύο υποψηφίων, Παντελίδη και Πουλλή, ως σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης και συνεπώς μπορούσε να αποδοθεί στα προσόντα αυτά η ανάλογη βαρύτητα. Στην απόδοση από την Ε.Δ.Υ. της βαρύτητας στα πρόσθετα προσόντα δεν αδικήθηκε ο Παντελίδης, εφόσον η Πουλή είχε και διδακτορικό.
Η υπέρτερη απόδοση στην προφορική εξέταση που όντως εμπεριέχει υποκειμενική κρίση έναντι των αντικειμενικών στοιχείων των προσόντων και της αρχαιότητας, δεν αποτέλεσε το μοναδικό παράγοντα για απόκλιση από τη σύσταση. Στη Χριστοδούλου v. Δημοκρατίας - πιο πάνω -, κρίθηκε ότι η υπεροχή του ενδιαφερομένου μέρους στην προφορική εξέταση από μόνη της δεν μπορούσε να καταστεί αποφασιστικό στοιχείο κρίσης σε παραγνώριση της αρχαιότητας, των προσόντων και της σύστασης. Στην Παναγή v. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 639, δεν ακολουθήθηκε η σύσταση του Διευθυντή υπό το φως της υπέρτερης απόδοσης του ενδιαφερομένου μέρους έναντι του εφεσείοντος και της 15ετούς ταυτόχρονα υπεροχής του σε αρχαιότητα.
Έπεται ότι η απόκλιση από τη σύσταση της Γενικής Διευθύντριας ήταν εύλογη υπό τις περιστάσεις και η Ε.Δ.Υ. κατέγραψε με επάρκεια τους λόγους της απόκλισης. Το παράπονο του εφεσείοντα ως προς τη λανθασμένη, κατά την άποψη του, χρησιμοποίηση από το πρωτόδικο Δικαστήριο της απόφασης Δημοκρατία v. Ασσιώτη (2010) 3 Α.Α.Δ. 395, δεν είναι δόκιμο. Στην Ασσιώτη η αρχαιότητα του αιτητή ήταν πολύ περιορισμένης σημασίας επειδή ήταν αποτέλεσμα κλίμακας. Όμως και η αρχαιότητα των τριών χρόνων του εφεσείοντος δεν ήταν τέτοιας έκτασης, όπως ήταν για παράδειγμα αυτή του ενδιαφερομένου μέρους στην Παναγή v. Δημοκρατίας - ανωτέρω -, που να μην μπορούσε να υπερκαλυφθεί κατά τη στάθμιση των στοιχείων κρίσης από τα προσόντα της Πουλλή και την καλύτερη αξιολόγηση της κατά την προφορική εξέταση. Η αρχαιότητα αναμφίβολα δεν έχει παύσει να αποτελεί θεσμοθετημένο κριτήριο, όπως έχει άλλωστε πλειστάκις αναγνωριστεί, (Δημοκρατία v. Ταλιώτη (2010) 3 Α.Α.Δ. 391 και Ζωδιάτης v. Δημοκρατίας - πιο πάνω - ), και φέρει μαζί της και την ανάλογη πείρα, αλλά η Ε.Δ.Υ. έλαβε υπόψη της την αρχαιότητα και τη συνεκτίμησε μέσα στο εύρος της επιτρεπόμενης διακριτικής της ευχέρειας.
Υπό το φως όλων των ανωτέρω δεν υπάρχει βάσιμος λόγος ανατροπής της πρωτόδικης κρίσης και η Αναθεωρητική Έφεση αρ. 46/2011, απορρίπτεται. Με την απόρριψη της δεν παραμένει οτιδήποτε να συζητηθεί στην Αναθεωρητική Έφεση αρ. 91/2010, η οποία επίσης απορρίπτεται.
Επιδικάζονται έξοδα εναντίον του εφεσείοντος σε κάθε μια από τις εν λόγω Αναθεωρητικές Εφέσεις και υπέρ της εφεσίβλητης Δημοκρατίας, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Οι εφέσεις απορρίπτονται με έξοδα.